Καθηγητοῦ Ἀντωνίου Μάρκου
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ὁ παρών Παρακλητικός Κανών πρός τόν ἐν Ἁγίοις Πατέρα ἡμῶν Καλλίνικον τῆς Τσερνίκας, τόν Θαυματουργόν, ἐποιήθη (ἐπί τῆ βάσει ἄλλων ἡμετέρων Παρακλητικῶν Κανόνων), κατόπιν αἰτήματος τοῦ ἀγαπητοῦ συναδέλφου, Καθηγητοῦ κ. Βλασίου Σαββίδη, ὁ ὁποῖος τόν εὐλαβεῖται ἰδιαιτέρως. Μάλιστα, ὡς Ἐπισκέπτης Καθηγητής διαφόρων Ἀμερικανικῶν Πανεπιστημίων, ἔχει παρουσιάσει τόν Βίον τοῦ ἁγ. Καλλινίκου, ἀλλά καί ἄλλων Ἁγίων τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐνώπιον ἀλλοδόξου, ἀδογματίστου ἤ καί ἀθέου φοιτητικοῦ κοινοῦ καί τοῦτο «λογισθήσεται αὐτῶ εἰς μαρτυρίαν».
Ὁ ἅγ. Καλλίνικος τῆς Τσερνίκας, Ἐπίσκοπος Ρίμνικ τῆς Βλαχίας, εἶναι λόγῳ τῶν θαυμάτων του, ὁ πλέον δημοφιλής Ἅγιος καί μία τῶν σπουδαιοτέρων μορφῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ρουμανίας. Μέ τήν πολύπλευρη προσωπικότητά του - στήν ὁποία συνυπάρχουν ἡ ὁσιακή ζωή τοῦ κοινοβιάτη Μοναχοῦ, ἡ ἐμπνευσμένη ἐκκλησιαστική διακονία τοῦ Καθηγουμένου καί τοῦ Ἐπισκόπου, ὁ ἔνθεος ζῆλος γενικῶς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἐργάτου καί τά Ἁγιοπνευματικά χαρίσματα τῆς προοράσεως καί τῶν ἱαμάτων - κατέχει ἰδιαίτερη θέση στήν σεπτή χορεία τῶν Ρουμάνων Ἁγίων.
Ὁ εὐλογημένος αὐτός ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐξαιρετικά κοντινός πρός τήν ἐποχή μας. Ἔζησε τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821 στίς Παραδουνάβιες Ἡγεμονίες - τῆς ὁποίας, μάλιστα, ἔγραψε καί Χρονικό - καί ὅταν κοιμήθηκε (τό 1868), ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος διήνυε τίς πρώτες δεκαετίες τοῦ Αὐτοκεφάλου Της.
Ὁ ἅγ. Καλλίνικος - ὅπως, ἄλλωστε, τό σύνολο σχεδόν τῶν Ἁγίων τῶν ἐκτός Ἑλληνικῆς Ὀρθοδοξίας ὁμοδόξων τοπικῶν Ἐκκλησιῶν - εἶναι ἄγνωστος "ἐν πολλοῖς" στούς Ἑλληνόφωνους Ὀρθοδόξους. Κι ὅμως ὁ κουρασμένος ὁδοιπόρος τῆς ἐποχῆς μας - τῆς ἐποχῆς τοῦ ἄγχους καί τῆς διαβολικῆς ταραχῆς, τῆς ἀνησυχίας καί τῆς ἀνασφάλειας, τῆς ἀποστασίας ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Πίστη καί τίς ἠθικές ἀρχές τοῦ Εὐαγγελίου - μπορεῖ νά διδαχθεῖ πολλά ἀπό τήν "ἐν Χριστῷ" ζωή τοῦ ἁγ. Καλλινίκου, γιά τό πῶς ἐκεῖνος βρῆκε τόν δρόμο τῆς προσωπικῆς του σωτηρίας καί γιά τό πῶς ἐργάσθηκε γιά τήν σωτηρία του καί τήν μητέρα του Ἐκκλησία, σέ μία ἐποχή ταραγμένη καί ρευστή, ὅπως ἐκείνη τοῦ 19ου αἰ. στήν Τουρκοκρατούμενη Ρουμανία.
Ἡ πρώτη ἐπαφή τοῦ γράφοντος μέ τόν ἅγ. Καλλίνικο ἔγινε μέσῳ τοῦ σχετικοῦ δημοσιεύματος στό ἔργο Ρουμάνου Ἱερομονάχου Ἰωαννικίου Μπάλαν "Ρουμανικό Γεροντικό" (μετάφρασις Ἱ. Μ. Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους, ἔκδοσις ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΚΥΨΕΛΗΣ, Θεσσαλονίκη 1985, σελ. 255 - 279) καί τοῦ ἀντιστοίχου τοῦ μ. Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτη στό "Ὁδοιπορικό τῆς Ὀρθοδόξου Ρουμανικῆς Ἐκκλησίας" ( ἔκδοσις ΑΘΩΣ, σελ. 135 - 141).
Τόν Ἰανουάριο τοῦ 1990, ὁ Βίος τοῦ ἁγ. Καλλινίκου παρουσιάσθηκε ἀπό τόν γράφοντα σέ ἑσπερινή ἐκδήλωση στό Πνευματικό Κέντρο ἁγ. Γεωργίου Περιστερίου, παρουσίᾳ Ἀρχιερέων, Κληρικῶν καί δεκάδων εὐσεβῶν ἁγιοφίλων. Ἡ παρουσίαση ἐκείνη συνοδεύθηκε μέ προβολή διαφανειῶν, σχετικῶν μέ τόν παρουσιαζόμενο Ἅγιο καί τήν Ἐκκλησία τῆς Ρουμανίας.
Τόν Νοέμβριο τοῦ 2000, εἶχα τήν ἰδιαίτερη εὐλογία μιᾶς δεύτερης προσκυνηματικῆς ἐπισκέψεως στήν Ρουμανία, στά πλαίσια ἐκκλησιαστικῆς ἀποστολῆς. Τότε, πέραν τῶν ἐπισκέψεων στόν Πατριαρχικό Ναό τῶν ἁγ. Κωνσταντίνου καί Ἑλένης Βουκουρεστίου (ὅπου τό ἀδιάφθορο Λείψανο τοῦ ὁσ. Δημητρίου Μπασαράμπη), τοῦ Ναοῦ τοῦ ἁγ. Γεωργίου τοῦ Νέου (ὅπου ἡ τιμία δεξιά τοῦ ἁγ. Νικολάου ἀρχιεπ. Μύρων) καί τῶν Μονῶν ἁγ. Ἀνθίμου τοῦ Ἴβηρος καί Πασάρεα, ἀξιώθηκα τῆς ἐπισκέψεως καί τῆς Μονῆς Τσερνίκας, ὅπου τά θαυματουργά Λείψανα τοῦ ἁγ. Καλλινίκου.
Ὁ ἡμέτερος Βίος τοῦ ἁγ. Καλλινίκου, ἤδη ἀνηρτημένος στό Διαδύκτιο, βασίσθηκε στά προηγουμένως ἀναφερόμενα ἔργα καί στό ἀντίστοιχο ἀγγλικό κείμενο τῆς Ἀδελφότητος τοῦ ἁγ. Γερμανοῦ τῆς Ἀλάσκας (Platina, Ca. U.S.A.), τό ὁποῖο δημοσιεύθηκε στό Περιοδικό "The Orthodox Word".
Ἐπικαλούμενος τίς θεοπειθεῖς εὐχές τῶν τιμωμένων Ἁγίων, παραδίδω στή διάθεση τῶν ἁγιοφίλων καί φιλακολούθων Ὀρθοδόξων τό παρόν πενιχρό πόνημα, μέ βεβαιότητα στήν δύναμη τῶν πρεσβειῶν τους πρός τόν «θαυμαστό ἐν τοῖς Ἁγίοις Αὐτοῦ» Κύριο καί Θεό μας.
Καθηγητής Ἀντώνιος Μάρκου
Δεκαπενταύγουστος 2011
Τρίκαλα Κορινθίας
ΣΥΝΤΟΜΟΣ ΒΙΟΣ
ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΥ ΤΗΣ ΤΣΕΡΝΙΚΑΣ
Ἀπό γονεῖς Ὀρθοδόξους καί εὐσεβεῖς, Ρουμανικῆς καταγωγῆς, τόν Ἀντώνιο καί τήν Ἀνθῆ, γεννήθηκε ὁ ἔπειτα Ἱεράρχης Καλλίνικος, τήν 7η Ὀκτωβρίου 1787, στό Βουκουρέστι, στήν Ἐνορία τοῦ ἁγ. Βησσαρίωνος. Κατά τό Ἅγιο Βάπτισμα ὀνομάσθηκε Κωνσταντῖνος.
Ὁ νεαρός Κωνσταντῖνος πῆρε ἀπό μικρός μία σπάνια πνευματική διαπαιδαγώγηση καί ἔμαθε καί τήν Ἑλληνική γλῶσσα. Κατά τήν ἐφηβεία καί τήν νεότητά του συνήθιζε νά ἐπισκέπτεται τήν Μονή Τσερνίκας. Τότε Ἡγούμενος ἦταν ὁ Ὅσιος Στάρετς Γεώργιος, μαθητής τοῦ ὁσ. Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ, φορέας τοῦ Ἁγιορειτικοῦ μοναστικοῦ πνεύματος καί τῆς Φιλοκαλικῆς πνευματικῆς παραδόσεως. Στήν Μονή αὐτή ὁ Κωνστανῖνος, σέ ἡλικία 20 ἐτῶν, ἀσπάσθηκε τόν μοναχικό βίο τό 1807 καί ὑποτάχθηκε στόν Ἡγούμενο Στάρετς Τιμόθεο.
Ἡ ἐξέλιξη τοῦ νεαροῦ Κωνσταντίνου ἐπηρέασε τήν ζωή τόσο τῆς μητέρας, ὅσο καί τοῦ πρεσβύτερου ἀδελφοῦ του. Ἡ μητέρα του ἀσπάσθηκε καί αὐτή τόν μοναχικό βίο καί κοιμήθηκε στήν Μονή Πασάρεα, ὡς Μεγαλόσχημη Φιλοθέη. Ὁ ἀδελφός του χειροτονήθηκε Ἱερεύς καί ἀργότερα ἔγινε Μοναχός (μνημονεύεται ὡς Ἱερομόναχος Ἀκάκιος).
Κατά τό "Ρουμανικό Γεροντικό", ὁ Στάρετς Τιμόθεος "τόν ἐμπιστεύθηκε ὡς κειμήλιο μεγάλης πνευματικῆς ἀξίας στόν Πνευματικό Ποιμένα, ἐπειδή ἦταν ξακουστός Γέροντας τοῦ Μοναχισμοῦ καί ἀπό τούς πρώτους μαθητές τοῦ Στάρετς Γεωργίου, ἄνθρωπος μέ ὑψηλή ζωή". Κάτω ἀπό τήν ἐπίβλεψη τοῦ ἔμπειρου αὐτοῦ Πνευματικοῦ Πατέρα, ὁ νεαρός δόκιμος προχώρησε στήν μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Πατερικῶν ἔργων, ὅπως προέβλεπε ἡ μοναστική τάξις τοῦ ὁσ. Παϊσίου. Ταυτόχρονα ἐργαζόταν στό ξυλουργεῖο τῆς Μονῆς, ὅπου κατασκεύαζε ξύλινους σταυρούς εὐλογίας, γιά τίς ἀνάγκες τῶν μοναχῶν καί τῶν προσκυνητῶν.
Δύο χρόνια μετά τήν εἴσοδό του στήν ἀδελφότητα τῆς Τσερνίκας, ὁ Δόκιμος Κωνσταντῖνος δέχθηκε τό Μεγάλο καί Ἀγγελικό Σχῆμα μέ τό ὄνομα Καλλίνικος. Ὁ Γέροντάς του Πνευματικός Ποιμένας ζήτησε τήν κουρά του ἀπό τόν Ἡγούμενο Τιμόθεο, λόγῳ τῆς γρήγορης πνευματικῆς προκοπῆς τοῦ νέου. Ἡ κουρά ἔγινε τήν 9η Νοεμβρίου 1808. Τήν 3η Δεκεμβρίου τοῦ ἴδιου χρόνου ὁ Μοναχός Καλλίνικος χειροτονήθηκε Διάκονος.
Τό 1813 μία ἐπιδημία πανώλους ἀποδεκάτισε τήν ἀδελφότητα τῆς Τσερνίκας. Τότε ὁ Ἱεροδιάκονος Καλλίνικος πιεζόμενος ἀπό τόν Ἡγούμενο Τιμόθεο χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος καί ἀνέλαβε ἐφημεριακά καθήκοντα στήν Μονή.
Τήν 20ή Σεπτεμβρίου 1815 ὁ Ἱερομόναχος Καλλίνικος δέχθηκε τό ἀξίωμα τῆς πνευματικῆς πατρότητας ἀπό τόν Μητροπ. Βλαχίας Νεκτάριο. Τό 1812 ὁ Ἱερομόναχος Καλλίνικος μαζί μέ τόν Γέροντά του Πνευματικό Ποιμένα, περιηγήθηκαν ὅλη τήν Μολδαβία, συλλέγοντες συνδρομές γιά τήν ἀνέγερση τοῦ νέου Ναοῦ τοῦ ἁγ. Νικολάου, στό ὁμώνυμο νησί τῆς νησιωτικῆς μοναστικῆς πολιτείας τῆς Τσερνίκας. Ἐπιστρέφοντας ἀπό τήν περιοδεία αὐτή ὁ Πνευματικός Ποιμένας ζήτησε καί πῆρε εὐλογία νά ἀναχωρήσει γιά τό Ἅγιο Ὄρος, γιά περισσότερη ἄσκηση καί ἡσυχία, καθώς καί μαθητεία στούς ἐκεῖ ἀσκουμένους Ἡσυχαστές. Τότε ὁ Ἱερομόναχος Καλλίνικος ὑποτάχθηκε στόν διακριτικό Στάρετς Δωρόθεο.
Τήν 3η Μαρτίου 1816 κοιμήθηκε ὁ Ἡγούμενος Τιμόθεος καί ἡ ψῆφος τῶν ἀδελφῶν ἀνέδειξε Ἡγούμενο τῆς Τσερνίκας τόν Στάρετς Δωρόθεο, ὅμως πραγματικός Ἡγούμενος τῆς Μονῆς ἦταν ὁ ὑποτακτικός του Ἱερομόναχος Καλλίνικος, ἀφοῦ ὁ Ἡγούμενος Δωρόθεος λόγῳ ἡλικίας καί κακῆς ὑγείας, μεταβίβασε τίς εὐθύνες τοῦ ἀξιώματός του στόν προσοντοῦχο ὑποτακτικό του.
Τό 1817 ὁ Ἡγούμενος Δωρόθεος καί ἡ Γεροντία τῆς Μονῆς, ἔστειλαν στόν Ἄθωνα τόν Ἱερομόναχο Καλλίνικο καί τόν Μοναχό Διονύσιο πού γνώριζε τήν Τουρκική γλῶσσα, γιά νά καλέσουν τόν Πνευματικό Ποιμένα νά ἐπιστρέψει στήν Μονή καί νά ἀναλάβει τήν ἡγουμενεία. Στό Ἅγιο Ὄρος ὁ Ἱερομόναχος Καλλίνικος μελέτησε τήν τάξη τῶν Μονῶν καί τό Τυπικό τῶν Ἀκολουθιῶν, γνώρισε ἤθη, ἔθιμα καί συνήθειες, προσκύνησε θαυματουργές Εἰκόνες καί Ἅγια Λείψανα, πῆρε τήν εὐλογία Ὁσίων Γερόντων, ἔπεισε τόν γ. Ποιμένα νά ἐπιστρέψει καί ἀφοῦ γιόρτασε στόν Ἄθωνα τήν Κοίμηση τῆς Παναγίας, ἐπέστρεψε μαζί μέ τήν συνοδεία στήν Βλαχία.
Ὁ Ἡγούμενος Δωρόθεος κοιμήθηκε τήν 13η Δεκεμβρίου 1818, ἀλλά ἡ ψῆφος τῶν ἀδελφῶν ἀνέδειξε Ἡγούμενο τόν Ἱερομόναχο Καλλίνικο, ἀντί τοῦ γ. Ποιμένος. Ἡ ἀνάδειξις τοῦ ὑποτακτικοῦ του δέν σκανδάλισε τόν διακριτικό Γέροντα. Ἀντιθέτως, ὁ Στάρετς Ποιμήν ἔμεινε Πνευματικός τοῦ νέου Ἡγουμένου, τῆς ἀδελφότητος καί τῶν προσκυνητῶν καί ἐγκαταβίωσε γιά περισσότερη ἡσυχία στό νησί τοῦ ἁγ. Νικολάου.
Τήν 9η Ἀπρίλίου 1820 ὁ Μητροπολίτης Διονύσιος (Λούπου), χειροθέτησε τόν Ἡγούμενο Καλλίνικο Ἀρχιμανδρίτη. Ἔτσι ὁλοκληρώθηκε ἡ πρώτη περίοδος τῆς μοναστικῆς ζωῆς τοῦ ἁγ. Καλλινίκου, διαρκείας μόλις 11 ἐτῶν, κατά τήν ὁποία ὁ Ἅγιος ἐπέδειξε πνευματική ὡριμότητα πολύ μεγαλύτερη τῆς ἡλικίας του. Μεγαλόσχημος καί Διάκονος στό 22ο ἔτος, Ἱερεύς στό 26ο, Πνευματικός στό 28ο καί Ἡγούμενος στό 30ό. Ἡ κρίσιμη περίοδος τῆς μεγάλης Ἐπαναστάσεως τοῦ 1821, βρῆκε τήν Τσερνίκα ἀκμάζουσα, μέ ἱκανό διοικητή, τόν Ἡγούμενο Καλλίνικο.
Πέραν τῆς Μονῆς Τσερνίκας στόν Ἡγούμενο Καλλίνικο ἀνατέθηκε καί ἡ πνευματική ἐπιστασία τῶν Μονῶν Πασάρεα, Καλνταρουσάνι, Σναγκώβ, Τσιοροτζίλα καί Μεγάλη Ποϊάνα.
Ἐπί Ἡγεμόνος Ἀλεξάνδρου Γκίκα, ἔγιναν πολλές προτάσεις στόν Ἡγούμενο Καλλίνικο νά ἀναλάβει τόν Μητροπολιτικό Θρόνο τῆς Βλαχίας, αὐτός ὅμως δέν δέχθηκε. Ὁ Θεός ὅμως τόν προώθησε στήν Ἀρχιερωσύνη μέ ἕναν τρόπο θαυμαστό καί παράδοξο. Τό 1847 κάποιος δαιμονιζόμενος μοναχός τοῦ ἔδωσε δηλητήριο! Προαισθανόμενος ὁ Ἅγιος τόν θάνατό του, ζήτησε ἀπό τούς ἀδελφούς νά ἐκλέξουν ἄλλο Ἡγούμενο. Ἐξελέγη τότε ὁ ἀρχιμ. Βενιαμίν Κατοῦλος. Ὁ Ἅγιος περιμένοντας τόν θάνατο στό κελλί του, προσευχήθηκε στόν Θεό λέγοντας: "Κύριε, ὁ Θεός τῆς σωτηρίας μου, δέν πίστευα καί δέν ἐπιθυμοῦσα νά πεθάνω ἀπό δηλητήριο". Τότε μία ὑπερκόσμια φωνή τοῦ ἀπάντησε: "Δέν θά πεθάνεις ἀπό τό δηλητήριο. Σήκω, εἶσαι ὑγιής. Σέ λίγο καιρό θά γίνεις Ἐπίσκοπος στό Ρίμνικ, ὅπου θά ἀνωρθώσεις τήν Ἐκκλησία καί τόν Κλῆρο, πού εἶναι σέ πνευματικό μαρασμό"! Μετά τήν οὐράνια αὐτή πληροφορία ὁ Ἅγιος σηκώθηκε ὑγιής καί πῆγε στόν ναό, ὅπου οἱ Πατέρες ἔψαλλαν τό Μεσονυκτικό.
Τρία χρόνια ἀργότερα, τήν 14η Σεπτεμβρίου 1850, ὁ Ἅγιος ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ρίμνικ Βίλτσεα. Ὁ Ἅγιος ἀποδέχθηκε τήν ἐκλογή μέ πολύ λύπη, γιά νά μήν παρακούσει στήν Γεροντία τῆς Μονῆς καί γιά νά μήν λυπήσει τόν Ἡγεμόνα Δημήτρια Στίρμπα, πού ἦταν πνευματικό του τέκνο. Ἔτσι ἐγκατέλειψε σωματικά τήν Τσερνίκα, μετά ἀπό 43 χρόνια μοναχικῆς ζωῆς, ἀπό τά ὁποῖα τά 32 ἦταν Ἡγούμενος, ἀφήνοντας πίσω του 350 Μοναχούς καί ἕνα λαμπρό πνευματικό, διοικητικό καί οἰκοδομικό ἔργο.
Ὡς Ἐπίσκοπος ἔδωσε μεγάλο βάρος στήν πνευματική καλλιέργεια τοῦ ποιμνίου του. Προσπάθησε νά περιορίσει τά φαινόμενα τῶν ἀστεφάνωτων ζευγαριῶν καί τοῦ χρηματισμοῦ τῶν Κληρικῶν. Ἀπό τούς νέους Ἱερεῖς ἀπαιτοῦσε νά μήν παίρνουν "τυχερά" ἀπό τά Μυστήρια, καλύπτοντας ὁ ἴδιος τά ἔξοδα μετακινήσεώς τους καί δίδοντάς τους δωρεάν βιβλία καί διάφορα εἴδη.
Μετά τήν ἀναχώρηση τοῦ Γέροντος Ποιμένος γιά τό Ἅγιο Ὄρος (τό 1812), ὁ ἅγ. Καλλίνικος (τότε Ἱεροδιάκονος), ἐπιδόθηκε σέ μεγαλύτερες ἀσκήσεις. Ὅλη τήν ἑβδομάδα δέν ἔτρωγε μαγειρευμένο φαγητό, παρά μόνο ψωμί καί νερό μετά τήν δύση τοῦ ἡλίου, ἐνῶ μέ ἐγκράτεια συμμετεῖχε στήν κοινή τράπεζα τῶν μοναχῶν κάθε Σάββατο καί Κυριακή.
Τό 1817 (ἤδη Ἱερομόναχος), μαζί μέ τόν Πνευματικό Ἰγνάτιο καί ἕναν Μοναχό, μέ εὐλογία τοῦ Ἡγουμένου Στάρετς Δωροθέου, ἀποφάσισαν νά νηστέψουν τελείως κατά τήν Μεγ. Τεσσαρακοστή. Ἀπό τούς τρεῖς ὁ μοναχός δέν μπόρεσε νά νηστεύσει καθόλου. Ὁ Πνευματικός Ἰγνάτιος νήστεψε τίς πρώτες ἑβδομάδες καί μετά διέκοψε λόγῳ ἀσθενείας. Ὁ Ἱερομόναχος Καλλίνικος ἔμεινε ἄσιτος μέχρι τήν Πέμπτη τοῦ Μεγάλου Κανόνος, ὁπότε ἔφαγε μισό παξιμάδι! Θέλοντας ὅμως νά συμπληρώσει τόν ἀριθμό τῶν 40 ἡμερῶν πού νήστεψε ὁ Κύριος, συνέχισε τήν προσπάθειά του φθάνοντας σέ μεγάλη ἐξάντληση, ὥστε μέχρι τήν Κυριακή τοῦ Θωμᾶ δέν γνώριζε κανέναν!
Ἡ ἐξέλιξη αὐτή τῆς νηστείας τοῦ Ἱερομονάχου Καλλινίκου, ὑποχρέωσε τόν Ἡγούμενο Δωρόθεο νά θεσπίσει τήν ὑποχρεωτική συμμετοχή τῶν μοναχῶν στήν κοινή τράπεζα. Στό ἐξής ὁ Ἱερομόναχος Καλλίνικος, γιά νά μήν παραβεῖ τήν ἐντολή τοῦ Ἡγουμένου, ἐπινόησε ἕναν ἄλλο τρόπο ἀσκήσεως. Γιά 40 ἡμέρες δέν ἔτρωγε μαγειρευμένο φαγητό, παρά μόνον φροῦτα μετά τήν δύση τοῦ ἡλίου. Ἀκόμη, ἀπό ἕνα τυχαῖο γεγονός σκανδαλισμοῦ ἑνός ἀδελφοῦ, ὁ νηστευτής Ἱερομόναχος Καλλίνικος δέν γεύθηκε ψάρι μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του.
Παρά τήν αὐστηρότητα πρός τόν ἑαυτό του, ὁ Ἅγιος ἦταν ἰδιαιτέρως ἐπιεικής πρός τούς ἄλλους. Ὡς Ἡγούμενος θεωροῦσε ἀπαραίτητη τήν συμμετοχή ὅλων τῶν μοναχῶν στήν κοινή τράπεζα κι ἐκεῖ ὅμως, σέ πολλές περιπτώσεις, τό φαγητό ἦταν σκέτο ψωμί, προσφορά τῶν ἁπλῶν Χριστιανῶν. Ὁ Ἅγιος ἔστελνε κατά καιρούς ἕνα κάρο στό Βουκουρέστι καί ὅποιος πιστός ἤθελε, ἔριχνε στό κάρο ψωμί, ἐλεημοσύνη γιά τούς μοναχούς. Ὅταν τό κάρο ἐπέστρεφε στό μοναστήρι, τό ψωμί - ξερό πιά - ὡς ἀγάπη τῶν λαϊκῶν, κατέλειγε στήν τράπεζα τῶν πατέρων.
Σύμφωνα μέ μαρτυρία τοῦ Μοναχοῦ Χαρίτωνος, ὁ Ἅγιος ὡς Ἱερομόναχος - ἀκόμη καί ὡς Ἡγούμενος καί Ἐπίσκοπος - κοιμόταν μόνον τρεῖς ὧρες τό ἡμερονύκτιο κι αὐτές καθισμένος στό σκαμνί τοῦ κελλιοῦ του! Ἀπό τίς πολλές ἀγρυπνίες τό πρόσωπό του ἦταν χλωμό καί τά μάτια του βαθειά στίς κόγχες τους! Ὁ ἀργότερα μαθητής του ἀρχιμ. Ἀναστάσιος Μπαλτοβίν μαρτυρεῖ, ὅτι συνήθως σκεπάζοταν μέ μία προβειά! Τήν νύκτα (κατά τήν διάρκεια τῆς προσευχῆς στό κελλί του), ἀλλά καί τήν ἡμέρα (κατά τήν διάρκεια τῆς πνευματικῆς του ἐργασίας), γιά νά μήν τόν κυριεύει ὁ ὕπνος, τοποθετοῦσε τό βιβλίο του πάνω σέ ἕνα μεταλλικό δοχεῖο. Μόλις τόν ἔπαιρνε ὁ ὕπνος, τό βιβλίο ἔπεφτε καί ἀνέτρεπε τό δοχεῖο καί ὁ κρότος τόν ξυπνοῦσε γιά νά συνεχίσει τήν προσευχή ἤ τήν ἐργασία του.
Ἐπιεικής πρός τούς ἄλλους ὁ Ἅγιος εἶχε θεσπίσει στίς Μονές του φιλανθρωπότερη σειρά. Οἱ μοναχοί μποροῦσαν νά ἀναπαυθοῦν ἕξη ὧρες τό ἡμερονύκτιο, τόν χειμῶνα ἕξη ὧρες τήν νύκτα καί τό καλοκαίρι τέσσερεις ὥρες τήν νύκτα καί δύο τό μεσημέρι.
Ὅπως μαρτυροῦν οἱ Γέροντες τῆς Τσερνίκας, ἀπό τήν ἀρχή τῆς δοκιμασίας του μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του, ὁ προσωπικός του κανόνας προσευχῆς ἦταν 2.000 προσκυνητές μετάνοιες καί 300 ἐδαφιαίες, πέραν τοῦ καθιερωμένου μοναχικοῦ κανόνος καί τῆς συμμετοχῆς στίς καθημερινές κοινές Ἀκολουθίες.
Ἀγωνιζόμενος μέ τέτοιο τρόπο ὁ Ἅγιος, ἀξιώθηκε οὐρανίων δωρεῶν καί χαρισμάτων (τῆς προοράσεως καί προφητείας, τῆς διδασκαλίας καί καθοδηγήσεως, καθώς καί τῶν ἰάσεων). Δέχθηκε ἀκόμη τήν ἐμφάνιση τῶν Ἁγίων Νικολάου ἐπ. Μύρων καί Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου (τόν Ἰούνιο τοῦ 1829), οἱ ὁποῖοι τοῦ ζήτησαν τήν ἀνέγερση ναοῦ πρός τιμήν τους στή Μονή Τσερνίκας.
Ὁ ἅγ. Καλλίνικος ποίμανε τήν Ἐπισκοπή του θεοφιλῶς γιά 17 χρόνια. Τό 1867, σέ ἡλικία 80 ἐτῶν, ἐπέστρεψε στήν μονή τῆς μετανοίας του, στήν Τσερνίκα. Στό μοναστήρι ἔφθασε τήν 24η Μαρτίου 1867, Πέμπτη τῆς Ἀναλήψεως. Τήν ἑπομένη πῆγε στό Καθολικό καί παρακολούθησε τήν Θεία Λειτουργία. Κατόπιν ἔδωσε τό ἀντίδωρο καί τήν εὐχή του στούς μοναχούς καί ἐπέστρεψε στό κελλί του, ὅπου ἔμεινε ἔγκλειστος μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του. Κοιμήθηκε εἰρηνικά τήν 11η Ἀπριλίου 1868 καί ἐνταφιάσθηκε στήν Τσερνίκα.
Τά τίμια Λείψανά του ἀνακομίσθηκαν εὐωδιάζοντα τό 1875, ὅπως εἶχε προφητεύσει ὁ Ἅγιος, γιά νά ἐνταφιαστεῖ στόν τάφο του ὁ Μητροπ. Νήφων. Ἔκτοτε φυλάσσονται στήν Μονή Τσερνίκας, στόν Ναό τοῦ ἁγ. Γεωργίου, σέ πολυτελέστατη λάρνακα, ἐνδεδυμένα τά ἀρχιερατικά ἄμφια. Ἐκεῖ δέχονται τόν σεβασμό καί τήν τιμητική προσκύνηση τῶν Ρουμάνων καί τῶν ἀπανταχοῦ Ὀρθοδόξων, οἱ ὁποῖοι συρρέουν στήν Μονή ἐλκυόμενοι ἀπό τήν φήμη τῶν θαυμάτων του.
Ἡ ἁγιότητά του διακηρύχθηκε Συνοδικά ἀπό τό Πατριαρχεῖο Ρουμανίας τό 1955 καί ἡ ἡμέρα μνήμης του εἶναι ἡ 11η Ἀπριλίου.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ Ἱεράρχα Καλλίνικε, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.
ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΚΑΝΩΝ
ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΕΡΑ ΗΜΩΝ ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΝ ΤΗΣ ΤΣΕΡΝΙΚΑΣ,
ΤΟΝ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΝ
Ποίημα Ἀντωνίου Μάρκου
Ὁ Ἱερεύς ἄρχεται τῆς Παρακλήσεως μέ τήν δοξολογικήν ἐκφώνησιν:
Εὐλογητός ὁ Θεός ἡμῶν, πάντοτε, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ὁ χορός: Ἀμήν.
Ἤ μή ὑπάρχοντος Ἱερέως, ἡμεῖς τό:
Δι’ εὐχῶν τῶν Ἁγίων Πατέρων ἡμῶν, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ὁ Θεός, ἐλέησον καί σῶσον ἡμᾶς, Ἀμήν.
Ψαλμός ρμβ’ (142).
Κύριε εἰσάκουσον τῆς προσευχῆς μου, ἐνώτισαι τήν δέησίν μου ἐν τῆ ἀληθείᾳ Σου, εἰσάκουσον μου ἐν τῆ δικαιοσύνῃ Σου καί μή εἰσέλθης εἰς κρίσιν μετά τοῦ δούλου Σου, ὅτι οὐ δικαιωθήσεται ἐνώπιόν Σου, πᾶς ζῶν. Ὅτι κατεδίωξεν ὁ ἐχθρός τήν ψυχήν μου, ἐταπείνωσεν εἰς γῆν τήν ζωήν μου. Ἐκάθισέ με ἐν σκοτεινοῖς, ὡς νεκρούς αἰῶνος καί ἠκηδιάσεν ἐπ’ ἐμέ τό πνεῦμα μου, ἐν ἐμοί ἐταράχθη ἡ καρδία μου. Ἐμνήσθην ἡμερῶν ἀρχαίων, ἐμελέτησα ἐν πᾶσι τοῖς ἔργοις Σου, ἐν ποιήμασι τῶν χειρῶν Σου ἐμελέτων.Διεπέτασα πρός Σέ τάς χείρας μου, ἡ ψυχή μου ὡς γῆ ἄνυδρός Σοι. Ταχύ εἰσακουσόν μου, Κύριε, ἐξέλιπε τό πνεῦμα μου.Μή ἀποστρέψης τό πρόσωπόν Σου ἀπ’ ἐμοῦ καί ὁμοιωθήσομαι τοῖς καταβαίνουσιν εἰς λάκκον. Ἀκουστόν ποίησόν μου τό πρωΐ τό ἔλεός Σου, ὅτι ἐπί Σοί ἤλπισα. Γνώρισόν μοι, Κύριε, ὁδόν ἐν ἧ πορεύσομαι, ὅτι πρός Σέ ἦρα τήν ψυχήν μου. Ἐξελοῦ με ἐκ τῶν ἐχθρῶν μου, Κύριε, πρός Σέ κατέφυγον, δίδαξόν με τοῦ ποιεῖν τό θέλημά Σου, ὅτι Σύ εἶ ὁ Θεός μου. Τό Πνεῦμα Σου τό ἀγαθόν ὁδηγήσει με ἐν γῆ εὐθείᾳ, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός Σου, Κύριε, ζήσεις με. Ἐν τῆ δικαιοσύνῃ Σου ἐξάξεις ἐκ θλίψεως τήν ψυχήν μου καί ἐν τῶ ἐλέει Σου ἐξολοθρεύσεις τούς ἐχθρούς μου.Καί ἀπολεῖς πάντας τούς θλίβοντας τήν ψυχήν μου, ὅτι ἐγώ δοῦλος Σου εἰμί.
Καί εὐθύς ψάλλεται τετράκις ἐξ’ ὑπαμοιβῆς, μετά τῶν οἰκείων στίχων:
Θεός Κύριος καί ἐπέφανεν ἡμῖν, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Στίχ. α’. Ἐξολολογεῖσθε τῶ Κυρίῳ καί ἐπικαλεῖσθε τό ὄνομα τό Ἅγιον Αὐτοῦ.
Θεός Κύριος καί ἐπέφανεν ἡμῖν…
Στίχ. β’. Πάντα τά ἔθνη ἐκύκλωσάν με καί τό ὀνόματι Κυρίου ἠμυνάμην αὐτούς.
Θεός Κύριος καί ἐπέφανεν ἡμῖν…
Στίχ. γ’. Παρά Κυρίου ἐγένετο αὕτη καί ἔστι θαυμαστή ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν.
Θεός Κύριος καί ἐπέφανεν ἡμῖν…
Εἶτα τά παρόντα Τροπάρια.
Ἦχος δ’. Τῆ Θεοτόκῳ ἐκτενῶς.
Τοῦ Ἱεράρχου ταῖς ἱκεσίαις, Οἰκτῆρμον, τοῦ ἐν Τσερνίκᾳ θαυματουργοῦ Καλλινίκου, σύν Γεωργίου Γέροντος καί Ποιμένος ὁμοῦ, πέμψον τά ἐλέη Σου ἐπί λαόν ἀσεβοῦντα καί παραπικραίνοντα, Σέ τόν τῶν ὅλων Δεσπότην. Αὐτούς προσάγωμεν γάρ ὡς πρεσβευτάς, ὡς κεκτημένους τήν χάριν Σου, Κύριε.
Δόξα… Ἀπολυτίκιον τοῦ Ἁγίου. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τόν Ρουμανίας φωστῆρα καί Τσερνίκας τό καύχημα καί τόν Ὀρθοδόξων προστάτην, θεοφόρον Καλλίνικον, τιμήσωμεν ἐν ὕμνοις οἱ πιστοί, αὐτός γάρ τῆς Τριάδος ἐραστής, ἀναδείχθη ἀγῶσι πνευματικοῖς, διό ἀξίως ἐκομίσατο τά βραβεῖα. Δόξα, οὗν, ἐκβοήσωμεν αὐτῶ, δόξα τῶ ἀναδείξαντι, δόξα τῶ ἐν Ἁγίοις θαυμαστῶ, Χριστῶ τῶ Θεῶ ἡμῶν.
Καί νῦν… Θεοτοκίον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθείς ἐν τῶ Σταυρῶ.
Τῆ Θεοτόκῳ ὡς μητρί ἐκβοῶμεν, οἱ τυραννούμενοι ἐχθροῦ δυναστείᾳ, τῆ θεϊκῆ Σου σκέπασον ἀγάπῃ ἡμᾶς. Σπεῦσον, Κόρη, ῥύσασθαι τῶν τοῦ Βελίαρ παγίδων καί τῆς καταθλίψεως καί τῆς δαιμόνων μανίας. Σοῦ γάρ ὑπάρχει ἡ Εἰκών ἡ τοῦ Νεάμτς, ἡμῶν προστάτις, σκέπη τε καί ἀντίληψις.
Ψαλμός ν’ (50).
Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, κατά τό μέγα ἔλεός Σου καί κατά τό πλῆθος τῶν οἰκτηρμῶν Σου, ἐξάλειψον τό ἀνόμημά μου. Ἐπί πλεῖον πλῦνόν με ἀπό τῆς ἀνομίας μου καί ἀπό τῆς ἁμαρτίας μου καθάρισόν με. Ὅτι τήν ἀνομίαν μου ἐγώ γινώσκω καί ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιόν μου ἐστι διά παντός. Σοί μόνῳ ἥμαρτον καί τό πονηρόν ἐνώπιόν Σου ἐποίησα, ὅπως ἄν δικαιωθῆς ἐν τοῖς λόγοις Σου καί νικήσῃς ἐν τῶ κρίνεσθαί Σε. Ἰδοῦ γάρ ἐν ἀνομίαις συνελήφθην καί ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου. Ἰδοῦ γάρ ἀλήθειαν ἠγάπησας, τά ἄδηλα καί τά κρύφια τῆς σοφίας Σου ἐδήλωσάς μοι. Ῥαντιεῖς μέ ὑσσώπῳ καί καθαρισθήσομαι, πλυνεῖς με καί ὑπέρ χιόνα λευκανθήσομαι. Ἀκουτιεῖς μοι ἀγαλλίασιν καί εὐφροσύνην, ἀγαλλιάσονται ὀστέα τεταπεινωμένα. Ἀπόστρεψον τό πρόσωπόν Σου ἀπό τῶν ἁμαρτιῶν μου καί πάσας τάς ἀνομίας μου ἐξάλειψον. Καρδίαν καθαράν κτίσον ἐν ἐμοί ὁ Θεός καί πνεῦμα εὐθές ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου. Μή ἀπορρίψῃς με ἀπό τοῦ προσώπου Σου καί τό Πνεῦμα Σου τό Ἅγιον μή ἀντανέλῃς ἀπ’ ἐμοῦ. Ἀπόδος μοι τήν ἀγαλλίασιν τοῦ σωτηρίου Σου καί πνεύματι ἡγεμονικῶ στήριξόν με. Διδάξω ἀνόμους τάς ὁδούς Σου καί ἀσεβεῖς ἐπί σέ ἐπιστρέψουσιν. Ῥῦσαι με ἐξ αἱμάτων ὁ Θεός, ὁ Θεός τῆς σωτηρίας μου, ἀγαλλιάσεται ἡ γλῶσσα μου τήν δικαιοσύνην Σου. Κύριε, τά χείλη μου ἀνοίξεις καί τό στόμα μου ἀναγγελεῖ τήν αἴνεσίν Σου. Ὅτι, εἰ ἠθέλησας θυσίαν, ἔδωκα ἄν, ὁλοκαυτώματα οὐκ εὐδοκήσεις. Θυσίᾳ τῶ Θεῶ πνεῦμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καί τεταπεινωμένην ὁ Θεός οὐκ ἐξουδενώσει. Ἀγάθυνον, Κύριε, ἐν τῆ εὐδοκίᾳ Σου τήν Σιών καί οἰκοδομηθήτω τά τείχη Ἱερουσαλήμ. Τότε εὐδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης, ἀναφοράν καί ὁλοκαυτώματα. Τότε ἀνοίσουσιν ἐπί τῶ θυσιαστήριόν Σου μόσχους.
Εἶτα ψάλλομεν ἐξ ὑπαμοιβῆς, πραείᾳ τῆ φωνῆ καί ἐν εὐλαβείᾳ, τόν παρόντα Κανόνα, οὗ ἡ ἀκροστιχίς, «ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΝ ΤΣΕΡΝΙΚΑΣ ΥΜΝΩ. ΑΝΤΩΝΙΟΣ».
Ὠδή α’. Ἦχος πλ. δ’. Ὁ Εἱρμός. Ὑγράν διοδεύσας.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.
Καλλίνικον Τσερνίκας θαυματουργόν, ὑμνήσωμεν πάντες, αὐτῶ προσπίπτοντες οἱ πιστοί, αἰτούμενοι θείας βοηθείας παρά Κυρίου, αὐτοῦ ταῖς δεήσεσι.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.
Ἄνεσιν καί ὑγείαν δίδου ἡμῖν, Καλλίνικε μάκαρ, Ὀρθοδόξων ὁ βοηθός, τῆ γάρ ἐν Τσερνίκᾳ Μονῆ Σου, πάντες προσφεύγωμεν ἐν περιστάσεσι.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.
Λύτρωσιν δώρησαι τῶν ψυχῶν, ἅμα καί σωμάτων, ὁ Ρουμανίας γόνος λαμπρός καί Μονῆς Τσερνίκας ὁ προστάτης καί τῶν δαιμόνων διῶκτα Καλλίνικε.Θεοτοκίον. Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς.
Λύτρωσαι, Κόρη τῶν Οὐρανῶν, λιταῖς Ἱεράρχου, καί εὐσπλάχνως ἰδέ ἡμᾶς, τούς κατακλυσμῶ τῆς ἁμαρτίας, παρασυρθέντας εἰς βάθη κολάσεως.
Ὠδή γ’. Ὁ Εἱρμός. Οὐρανίας ἀψίδος.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.
Ἰδεῖν τοῦ Πνεύματος, Πάτερ, οὐρανοφάντωρ Καλλίνικε, ἐφ’ ἡμᾶς ἐξ οὐρανῶν εὐλογίαν καί τήν στερέωσιν, ἐν τῆ ἀγάπῃ Χριστοῦ, ὑπέρ ἡμῶν τοῦ παθόντος, Σαῖς θερμαῖς δεήσεσι, θεῖοις τε ἐντεύξεσι.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.
Νεύσει θείου ἐλέους καθικετεύομεν, Ἅγιε, πᾶσι αὐγασθῆναι τοῖς πόθῳ πρός Σέ προσφεύγουσι, ἐν τῆ Τσερνίκας Μονῆ καί τῆ σεπτῆ Σου Εἰκόνι, τοῦ λαβεῖν τήν ἴασιν, ταῖς Σαῖς δεήσεσι.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.
Ἴδε, Πάτερ, τούς πόθῳ ὑπό τήν σκέπην Σου σπεύδοντας καί γονυκλινῶς αἰτουμένους τήν Σήν ἀντίληψιν, μή ἐπιλάθου, φωστήρ τῆς Ρουμανίας, Σῶν τέκνων καί τῶν ὁμοχώρων Σου, κλεινέ Καλλίνικε.
Θεοτοκίον. Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς.
Κηρύττομεν, Παρθένε, τά Σά θαυμάσια ψάλλοντες, χαῖρε τῶν παρθένων ἡ δόξα, ἡμῶν τό στήριγμα. Τῆ ἱκεσίᾳ, Σεμνῆ, σεπτοῦ Πατρός Καλλινίκου, πάντας περιφρούρησον, ὦ Νεαμίτισσα.
Διάσωσον ταῖς Ἱεράρχου πρεσβείαις Παντελεήμων, ὅτι πάντες κατόπιν Σοῦ αὐτῶ καταφεύγομεν, ὡς ἔχοντι τήν πρός Σέ παρρησίαν.
Ἐπίβλεψον ἐπικαμπτόμενος Θεοτόκου καί τοῦ Ἁγίου ταῖς λιταῖς Οἰκτῆρμον, ἐφ’ ἡμᾶς τούς ἀσθενεῖς καί λύτρωσαι τόν λαόν Σου.
Ὁ Ἱερεύς τήν κάτωθι δέησιν, ἡμῶν ψαλλόντων τό Κύριε ἐλέησον δωδεκάκις:
Ἐλέησον ἡμᾶς, ὁ Θεός, κατά τό μέγα ἔλεός Σου, δεόμεθά Σου, ἐπάκουσον καί ἐλέησον.
Ἔτι δεόμεθα, ὑπέρ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν (δεῖνος) καί πάσης τῆς ἐν Χριστῶ ἡμῶν ἀδελφότητος.
Ἔτι δεόμεθα, ὑπέρ ἐλέους, ζωῆς, εἰρήνης, ὑγείας, σωτηρίας, ἐπισκέψεως, συγχωρήσεως καί ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν, πάντων τῶν εὐσεβῶν καί Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν.
Ἔτι δεόμεθα καί ὑπέρ τῶν δούλων τοῦ Θεοῦ… (καί μνημονεύονται τά ὀνόματα τῶν ὑπέρ ὧν ἡ Ἱερά Παράκλησις τελεῖται).
Ὅτι ἐλεήμων καί φιλάνθρωπος Θεός ὑπάρχεις καί Σοί τήν δόξαν ἀναπέμπομεν, τῶ Πατρί καί τῶ Υἱῶ καί τῶ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ὁ χορός. Ἀμήν.
Κάθισμα. Ἦχος β’. Τά ἄνω ζητῶν.
Τοῦ Ἱεράρχου τῆ πρεσβείᾳ νῦν προσπίπτωμεν, οἱ ἐν πόνοις ψυχῆς καί θλίψεσι ὑπάρχοντες καί δι’ αὐτοῦ αἰτούμεθα τό τοῦ Κυρίου ἄμετρον ἔλεος καί τήν ταχεῖαν Τούτου συνδρομήν καί τήν βεβαίαν Αὐτοῦ ἀντίληψιν.
Ὠδή δ’. Ὁ Εἱρμός. Εἰσακήκοα Κύριε.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.Καλνταρουσάνι προστάτην καί Βλαχίας γόνον τόν ἐνδοξώτατον, ἀνυμνήσωμεν θεόφρονες, τόν οὐρανοβάμονα Καλλίνικον.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.
Ὁμολογοῦμεν Κυρίου δοῦλον σεπτόν τόν Καλλίνικον, τῆ Εἰκόνι του προσπίπτοντες, τῆ θαυματουργῶ κατασπαζόμενοι.
Ναῶ καί θήκῃ τιμίᾳ τῶν Σῶν λειψάνων προσφεύγοντας, τῆ δυνάμει τῆ τοῦ Πνεύματος, ῥῦσαι ἐνεργειῶν τῶν τοῦ ἀλάστορος.
Θεοτοκίον. Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς.
Τῆ προνοίᾳ Σου, Κόρη, τῆ μητρικῆ νῦν προσπίπτομεν, τήν βεβαίαν Σου αἰτούμενοι καί ἀναγκαῖαν πᾶσιν ἡμῖν ἀντίληψιν.
Ὠδή ε’. Ὁ Εἱρμός. Φώτισον ἡμᾶς.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.Σπεῦσον πρός ἡμᾶς τοῖς προσπίπτουσι Σῆ χάριτι καί ἐπόμβρησον ἡμῖν τόν ἱλασμόν, τοῖς ἱκέταις Σου, Καλλίνικε θεόληπτε.
Ἔλεος Θεοῦ ταῖς εὐχαῖς Σου ἡμῖν δώρησαι, τοῦ Βελίαρ καταργῶν τάς προσβολάς, ὡς τοῦ Κυρίου ἀρχιθύτης, Πάτερ Ἅγιε.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.
Ῥῦσαι πειρασμῶν καί κινδύνων ταῖς πρεσβείαις Σου, τούς προστρέχοντας Σῆ σκέπῃ καί ναῶ, ἐν ὅ κεῖνται τά Σά Λείψανα, Καλλίνικε.Θεοτοκίον. Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς.
Νόσων χαλεπῶν καί παθῶν ἴασαι τραύματα, ἐπικαμπτόμενη Καλλινίκου ταῖς λιταῖς, τῶ Υἱῶ Σου δέ μεσίτευσον, Πανύμνητε.
Ὠδή στ’. Ὁ Εἱρμός. Τήν δέησιν.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.Ἰάτρευσον τῆς ψυχῆς τά τραύματα, ὁ Ριμνικίου σεμνός Ἀρχιθύτης, καί μοναστῶν ὁ ἱλαρός ποδηγέτης, τῶν ἐν Βλαχίᾳ, ἡμῶν δέ τό καύχημα, ἐπί Σύ, Πάτερ ἀγαθέ, τά νῦν προσπίπτομεν, θεῖε Καλλίνικε.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.
Κατάργησον πᾶσαν λῦμιν ἀφ’ ἡμῶν, τοῦ Κυρίου σεπτέ Ἱεράρχα, ὡς εἰληφός πλουσίαν τήν χάριν, τοῦ θεραπεύειν τά πάθη καί τραύματα καί τάς ὀδύνας τῆς σαρκός καί τῆς ψυχῆς τήν σκοτόμαιναν, Ἔνδοξε.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.
Ἆρον τόν κλοιόν πειρασμῶν, Πάτερ Καλλίνικε, Σαῖς ἐμπύροις πρός τόν Κύριον λιταῖς, θαυματουργεῖν γάρ ἐκομίσω τήν χάριν καί δωρεάν τήν τοῦ Πνεύματος, Ὅσιε. Διό ὡς προστάτης ἀληθῶς τῆς Ῥουμανίας ἁπάσης τεμίμησαι.
Θεοτοκίον. Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς.
Σωθῆναι Σῆ μεσιτείᾳ, Παρθένε, ἐπιζητοῦμεν οἱ δούλοι Σου κράζοντες, Αὐτόν δυσώπει Σοῦ δεόμεθα, Κόρη, τού ἐλεῆσαι ἡμᾶς τούς προστρέχοντας, ὑπό τήν σκέπην τήν σεπτήν Σοῦ τῆς Μητρός Του, Μαρία Θεόνυμφε.
Διάσωσον ταῖς Ἱεράρχου πρεσβείαις Παντελεήμων, ὅτι πάντες κατόπιν Σοῦ αὐτῶ καταφεύγομεν, ὡς ἔχοντι τήν πρός Σέ παρρησίαν.
Ἐπίβλεψον ἐπικαμπτόμενος Θεοτόκου καί τοῦ Ἁγίου ταῖς λιταῖς Οἰκτῆρμον, ἐφ’ ἡμᾶς τούς ἀσθενεῖς καί λύτρωσαι τόν λαόν Σου.
Ὁ Ἱερεύς μνημονεύει ὡς δεδήλωται, ἡμῶν ψαλλόντων τό Κύριε ἐλέησον δωδεκάκις καί μετά τήν ἐκφώνησιν:
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Προστασία τῶν Χριστιανῶν.
Μεσιτείᾳ τῆς Μητρός Σου, Πολυέλεε, ἱκεσίαις Καλλινίκου καί δεήσεσι, τῶ Σῶ λαῶ ἐπίβλεψον καί σῶσον ἡμᾶς. Ἡμάρτομέν Σοι, Ἀγαθέ, καί παροργίζομεν ἀεί, τήν Σήν ἀγαθότητα. Δέχου τήν μεσιτείαν τῆς ἀχράντου Μητρός Σου, ἐπικαμπτόμενος, Σωτήρ, Αὐτῆς ταῖς δεήσεσι.
Καί εὐθύς τό Προκείμενον.
Δίκαιος ὡς φοῖνιξ ἀνθήσει καί ὡσεί κέδρος ἡ ἐν τῶ Λιβάνῳ πληθυνθήσεται.
Στίχος: Πεφυτευμένοι ἐν τῶ οἴκῳ Κυρίου, ἐν αὐλαῖς τοῦ Θεοῦ ἡμῶν ἐξανθήσουσιν.
Δίκαιος ὡς φοῖνιξ ἀνθήσει καί ὡσεί κέδρος ἡ ἐν τῶ Λιβάνῳ πληθυνθήσεται.
Ὁ Ἱερεύς: Καί ὑπέρ τοῦ καταξιωθῆναι ἡμᾶς τῆς ἀκροάσεως τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου, Κύριον τόν Θεόν ἡμῶν ἱκετεύσωμεν.
Ὁ χορός: Κύριε ἐλέησον (γ’).
Ὁ Ἱερεύς: Σοφία. Ὀρθοί ἀκούσωμεν τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου. Εἰρήνη πᾶσι.
Ὁ χορός: Καί τῶ πνεύματί σου.
Ὁ Ἱερεύς: Ἐκ τοῦ κατά Ἰωάννην ἁγίου Εὐαγγελίου, τό ἀνάγνωσμα. Σοφία, πρόσχωμεν.
Ὁ χορός: Δόξα Σοι, Κύριε, δόξα Σοι.
Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ μαθηταῖς. Ταῦτα ἐντέλ-λομαι ὑμῖν, ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους. Εἰ ὁ κόσμος ὑμᾶς μισεῖ, γινώσκετε ὅτι ἐμέ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν. Εἰ ἐκ τοῦ κόσμου ἦτε, ὁ κόσμος ἄν τό ἴδιον ἐφίλει. Ὅτι δέ ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ ἐστέ, ἀλλ’ ἐγώ ἐξελεξάμην ὑμᾶς ἐκ τοῦ κόσμου, διά τοῦτο μισεῖ ὑμᾶς ὁ κόσμος. Μνημονεύεται τοῦ λόγου, οὗ ἐγώ εἶπον ὑμῖν. Οὐκ ἔστι δοῦλος μείζων τοῦ κυρίου αὐτοῦ. Εἰ ἐμέ ἐδίωξαν, καί ὑμᾶς διώξωσιν. Εἰ τόν λόγον μου ἐτήρησαν, καί τόν ὑμέτερον τηρήσουσιν. Ἀλλά ταῦτα πάντα ποιήσουσιν ὑμῖν διά τό ὄνομά μου, ὅτι οὐκ οἴδασι τόν πέμψαντά με. Εἰ μή ἦλθον καί ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον. Νῦν δέ πρόφασιν οὐκ ἔχουσι περί τῆς ἁμαρτίας αὐτῶν. Ὁ ἐμέ μισῶν καί τόν Πατέρα μου μισεῖ. Εἰ τά ἔργα μή ἐποίησα αὐτοῖς, ἅ οὐδείς ἄλλος πεποίηκεν, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον. Νῦν δέ καί ἑωράκασι καί μεμισήκασι καί ἐμέ καί τόν Πατέρα μου. Ἀλλ’ ἵνα πληρωθῆ ὁ λόγος ὁ γεγραμμένος ἐν τῶ νόμῳ αὐτῶν, ὅτι ἐμίσησάν με δωρεάν. Ὅταν δέ ἔλθη ὁ Παράκλητος, ὅν ἐγώ πέμψω ὑμῖν παρά τοῦ Πατρός, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὅ παρά τοῦ Πατρός ἐκπορεύεται, ἐκεῖνος μαρτυρήσει περί ἐμοῦ. Καί ὑμεῖς δέ μαρτυρεῖτε, ὅτι ἀπ’ ἀρχῆς μετ’ ἐμοῦ ἐστε. Ταῦτα λελάληκα ὑμῖν, ἵνα μή σκανδαλισθῆτε. Ἀποσυναγώγους ποιήσουσιν ὑμᾶς, ἀλλ’ ἔρχεται ὥρα ἵνα πᾶς ὁ ἀποκτείνας ὑμᾶς, δόξῃ λατρείαν προσφέρειν τῶ Θεῶ. (ιε’ 17 – 27 καί ιστ’ 1 - 2).
Ὁ χορός: Δόξα Σοι, Κύριε, Δόξα Σοι.
Εἶτα ψάλλομεν. Ἦχος β’.
Δόξα…Ταῖς τοῦ Ἱεράρχου πρεσβείαις, Ἐλεῆμον, ἐξάλειψον τά πλήθη τῶν ἐμῶν ἐγκλημάτων.
Καί νῦν…
Ταῖς τῆς Θεοτόκου πρεσβείαις, Ἐλεῆμον, ἐξάλειψον τά πλήθη τῶν ἐμῶν ἐγκλημάτων.
Στίχ. Ἐλεῆμον, ἐλέησόν με ὁ Θεός κατά τό μέγα ἔλεός Σου καί κατά τό πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν Σου ἐξάλειψον τό ἀνόμημά μου.
Ἦχος πλ. β’. Ὅλην ἀποθέμενοι.Δεῦτε τόν Καλίνικον, τόν τῆς Τσερνίκας, ἐν ὕμνοις καί ὡδαῖς τιμήσωμεν, οἱ αὐτῶ προσπίπτοντες μετά πίστεως. Τῶ Θεῶ οὗτος γάρ, ὑπέρ λαοῦ ἅπαντος, μετά ζέσεως προσδέεται, ἐπικαλούμενος ἐφ’ ἡμᾶς Κυρίου τό ἔλεος καί Τούτου τήν σωτήριον ἐπί τοῖς δεομένοις βοήθειαν. Χαίρε βοῶντες, δοχεῖον τοῦ Κυρίου ἐκλεκτόν καί τῆς Αὐτοῦ παρατάξεως στρατιῶτα τίμιε.
Εὐθύς ἐκφωνεῖται ὑπό τοῦ Ἱερέως ἡ λιτανευτική ἱκεσία:
Σῶσον ὁ Θεός τόν λαόν Σου καί εὐλόγησον τήν κληρονομίαν Σου. Ἐπίσκεψαι τόν κόσμον Σου ἐν ἐλέει καί οἰκτιρμοῖς, ὕψωσον κέρας Χριστιανῶν Ὀρθοδόξων καί κατάπεμψον ὑμῖν τά ἐλέη Σου τά πλούσια.
Πρεσβείαις τῆς Παναχράντου Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας.
Δυνάμει τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ.
Προστασίαις τῶν Τιμίων, Ἐπουρανίων Δυνάμεων Ἀσωμάτων.
Ἱκεσίαις τοῦ Τιμίου, Ἐνδόξου Προφήτου Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ Ἰωάννου.
Τῶν Ἁγίων Ἐνδόξων καί Πανευφήμων Ἀποστόλων.
Τῶν ἐν Ἁγίοις Πατέρων ἡμῶν, Μεγάλων Ἱεραρχῶν καί Οἰκουμενικῶν Διδασκάλων: Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καί Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Ἀθανασίου καί Κυρίλλου, Ἰωάννου τοῦ Ἐλεήμονος, Πατριαρχῶν Ἀλεξανδρείας. Νικολάου Ἐπισκόπου Μύρων τῆς Λυκίας καί Σπυρίδωνος Ἐπισκόπου Τριμυθοῦντος, τῶν Θαυματουργῶν.
Τῶν ἁγίων, ἐνδόξων καί καλλινίκων Μαρτύρων.
Τῶν Ἁγίων ἐνδόξων Μεγαλομαρτύρων Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου, Δημητρίου τοῦ Μυροβλύτου, Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος καί Θεοδώρου τοῦ Στρατηλάτου.
Τῶν ἁγίων Ἱερομαρτύρων Χαραλάμπους καί Ἐλευθερίου.
Τῶν Ὁσίων καί Θεοφόρων Πατέρων ἡμῶν.
Τοῦ Ἁγίου Καλλινίκου τῆς Τσερνίκας, τοῦ Θαυματουργοῦ.
(Τοῦ Ἁγίου τοῦ Ναοῦ, ἐφ’ ὅσον δέν ἐμνημονεύθη ἐν τοῖς ἄνω).
Τῶν Ἁγίων καί Δικαίων Θεοπατόρων Ἰωακείμ καί Ἄννης.
(Τῶν Ἁγίων τῆς ἡμέρας).
Καί πάντων Σου τῶν Ἁγίων.
Ἱκετεύομέν Σε, Μόνε Πολυέλεε Κύριε, ἐπάκουσον ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν δεομένων Σου καί ἐλέησον ἡμᾶς.
Ὁ χορός: Κύριε ἐλέησον (12).
Καί ἐπισφραγίζει ὁ Ἱερεύς μετά τῆς δοξολογικῆς ἐκφωνήσεως:
Ἐλέει καί οἰκτιρμοῖς καί φιλανθρωπίᾳ τοῦ Μονογενοῦς Σου Υἱοῦ, μεθ’ Οὗ εὐλογητός εἶ, σύν τῶ Παναγίῳ καί Ἀγαθῶ καί Ζωοποιῶ Σου Πνεύματι, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ὁ χορός: Ἀμήν.
Καί ἀποπληροῦμεν τάς λοιπάς ὠδάς τοῦ Κανόνος:
Ὠδή ζ’. Ὁ Εἱρμός. Οἱ ἐκ τῆς Ἰουδαίας.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.Ὑμνοῦμεν τῆς Τσερνίκας τόν θεῖον ἀρχιθύτην καί Ρουμανίας τά νῦν, τόν ἄμισθον προστάτην, προχέοντα τοῖς πᾶσι ἰάματα τοῖς ψάλλουσι. Ὁ τῶν Πατέρων Θεός ἡμῶν εὐλογητός εἶ.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.
Μνήμην τοῦ Καλλινίκου, τοῦ Ρουμανίας γόνου καί Ἐκκλησίας Πατρός, Ὀρθόδοξοι τιμῶμεν, αὐτός γάρ ἰαμάτων, παρά Κυρίου τήν χάριν ἔλαβεν. Ὁ τῶν Πατέρων Θεός ἡμῶν εὐλογητός εἶ.
Θεοτοκίον. Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς.
Ναός Σου, Θεοτόκε, καί ἡ ἐν Ρουμανίᾳ τοῦ Νεάμτς Μονή, ἄμισθον ἰατρεῖον πέλει νοσημάτων, διό εὐγνωμόνως καί ψάλλομεν. Ὁ τῶν Πατέρων ἡμῶν Θεός εὐλογητός εἶ.
Ὠδή η’. Ὁ Εἱρμός. Τόν Βασιλέα τῶν οὐρανῶν.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.Ὡς Ἱεράρχην τῆς Ἐκκλησίας τιμῶμεν καί ὡς Πατέρα τῆς Ρουμανίας προφρόνως καί ὡς Τσερνίκας, Καλλίνικε, τόν προστάτην.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.
Ἄνοιξον, Πάτερ, τῆς εὐσπλαχνίας τήν πύλην τήν τοῦ Κυρίου, Καλλίνικε εὐχαῖς Σου, ἐπί τοῖς δούλοις Αὐτοῦ καί τοῖς ἱκέταις.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.
Νικῆσαι ὅλως τάς προσβολάς τοῦ Βελίαρ, τύχοιμεν πάντες πρεσβείαις Καλλινίκου, τοῦ ἐκ Βλαχίας τῶ κόσμῳ ὁρμηθέντος.
Θεοτοκίον. Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς.
Τιμᾶσθαι πρέπον Σόν τόκον Θεοτόκε, τόν ἀπαλλάξαντα ἀρᾶς τῶν Προπατόρων γένος ἀνθρώπων, Χριστόν τόν Ζωοδότην.
Ὠδή θ’. Ὁ Εἱρμός. Κυρίως Θεοτόκον.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.Ὡς μέγας Ἱεράρχης καί ἐν Ὁσίοις μέγας, παρ’ Ὀρθοδόξων τιμᾶσθω Καλλίνικος, ὁ Ρουμανίας Πατήρ τε καί πρόμαχος.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.
Νικῆσαι τοῦ Βελίαρ, πρεσβείαις Ἱεράρχου καί ἱκεσίαις Καλλινίκου ἐλπίζομεν, ὡς τοῦ Κυρίου θεράποντος γεγονότος.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.
Ἰδεῖν τῆς Βασιλείας Κυρίου τῶ ἀπροσίτῳ, ζωοποιῶ τε φωτί νῦν αἰτούμεθα, ταῖς Καλλινίκου ἐνθέρμοις δεήσεσι.
Ἅγιε τοῦ Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν.
Ὅρμησον, Ἱεράρχα, ψυχάς ἡμῶν εἰς ὅρμον καί εἰς λιμένα ἀσφαλῆ καί σωτήριον, ταῖς Σαῖς πρεσβείαις πρός Κύριον, Ἅγιε.
Θεοτοκίον. Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς.
Σῶσον ἡμᾶς, Παρθένε, πρεσβείαις Καλλινίκου καί τόν Υἱόν Σου εὐσυμπάθητον ποίησον, Σοί μεσιτείᾳ πρός Κύριον τόν Μέγαν.
Καί εὐθύς, τοῦ Ἱερέως θυμιῶντος τό Ἱερόν Θυσιαστήριον καί τόν εὐσεβῆ λαόν, ψάλλονται τά παρόντα Μεγαλυνάρια:
Ἄξιον ἐστιν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν Σε τήν Θεοτόκον, τήν ἀειμακάριστον καί παναμώμητον καί μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Τήν τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ καί ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τήν ἀδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκοῦσαν, τήν ὄντως Θεοτόκον Σέ μεγαλύνομεν.
Χαῖροις ὁ Βλαχίας γόνος λαμπρός καί Μονῆς Τσερνίκας πολιοῦχος καί βοηθός πάντων Ὀρθοδόξων τῶν ἐπικαλουμένων, τήν Σήν θερμήν πρεσβείαν καί τήν ἀντίληψιν.
Καλλίνικε Πάτερ ἡμῶν σεπτέ, τούς Σοί προσφυγόντας σπεῦσον τοῦ σῶσαι τῶν πονηροῦ προσβολῶν ματαίων καί τείχισον εὐχαῖς Σου, πάντας τούς Ὀρθοδόξους, Βλάχους τε Ἕλληνας.
Θαυμάτων ποικίλων τόν αὐτουργόν, σημείων, τεράτων καί ἰάσεων θαυμαστῶν ποιητήν, τόν θεῖον Καλλίνικον τιμῶμεν, αὐτοῦ τήν θείαν χάριν ἐπικαλούμενοι.
Τό Μεγαλυνάριον τοῦ Ἁγίου τοῦ Ναοῦ ἤ τοῦ Ἁγίου τῆς ἡμέρας. Καί κλείομεν μετά τοῦ
Πᾶσαι τῶν Ἀγγέλων αἱ στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Ἀποστόλων ἡ δωδεκάς, οἱ Ἅγιοι Πάντες μετά τῆς Θεοτόκου, ποιήσατε πρεσβείαν εἰς τό σωθῆναι ἡμᾶς.
Τό Τρισάγιον καί τά Τροπάρια ταῦτα.
Ἦχος πλ. β΄.Ἐλέησον ἡμᾶς, Κύριε, ἐλέησον ἡμᾶς, πάσης γάρ ἀπολογίας ἀποροῦντες, ταύτην Σοι τήν ἱκεσίαν, ὡς Δεσπότῃ, οἱ ἁμαρτωλοί προσφέρομεν, ἐλέησον ἡμᾶς.
Δόξα…
Κύριε ἐλέησον ἡμᾶς, ἐπί Σοί γάρ πεποίθαμεν. Μή ὀργισθῆς ἡμῖν σφόδρα, μηδέ μνησθῆς τῶν ἀνομιῶν ἡμῶν. Ἀλλ’ ἐπίβλεψον καί νῦν ὡς εὔσπλαχνος καί λύτρωσαι ἡμᾶς ἐκ τῶν ἐχθρῶν ἡμῶν. Σύ γάρ εἶ Θεός ἡμῶν καί ἡμεῖς λαός Σου, πάντες ἔργα χειρῶν Σου καί τό ὄνομά Σου ἐπικεκλήμεθα.
Καί νῦν…
Τῆς εὐσπλαχνίας τήν πύλην ἄνοιξον ἡμῖν, εὐλογημένη Θεοτόκε, ἐλπίζοντες εἰς Σέ μή ἀστοχήσομεν, ῥυσθείημεν διά Σοῦ τῶν περιστάσεων, Σύ γάρ ἡ σωτηρία τοῦ γένους τῶν Χριστιανῶν.
Ἀπολυτίκιον τοῦ Ἁγίου. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τόν Ρουμανίας φωστῆρα καί Τσερνίκας τό καύχημα καί τόν Ὀρθοδόξων προστάτην, θεοφόρον Καλλίνικον, τιμήσωμεν ἐν ὕμνοις οἱ πιστοί αὐτός γάρ τῆς Τριάδος ἐραστής, ἀναδείχθη ἀγῶσι πνευματικοῖς, διό ἀξίως ἐκομίσατο τά βραβεῖα. Δόξα, οὗν, ἐκβοήσωμεν αὐτῶ, δόξα τῶ ἀναδείξαντι, δόξα τῶ ἐν Ἁγίοις θαυμαστῶ, Χριστῶ τῶ Θεῶ ἡμῶν.
Εἶτα ὁ Ἱερεύς τήν Ἐκτενῆ Δέησιν, ἡμῶν ψαλλόντων τό λιτανευτικόν Κύριε ἐλέησον, τρίς (3) μεθ’ ἑκάστην δέησιν, ἐξαιρέσει τῆς πέμπτης δεήσεως, μεθ’ ἧν ψάλλεται τοῦτο τεσσαράκοντα (40).
Ἐλέησον ἡμᾶς ὁ Θεός, κατά τό μέγα ἔλεός Σου, δεόμεθά Σου, ἐπάκουσον καί ἐλέησον.
Ἔτι δεόμεθα, ὑπέρ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν (δεῖνος) καί πάσης τῆς ἐν Χριστῶ ἡμῶν ἀδελφότητος.
Ἔτι δεόμεθα, ὑπέρ ἐλέους, ζωῆς, εἰρήνης, ὑγείας, σωτηρίας, ἐπισκέψεως, συγχωρήσεως καί ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν, πάντων τῶν εὐσεβῶν καί Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν.
Ἔτι δεόμεθα καί ὑπέρ τῶν δούλων τοῦ Θεοῦ… (καί μνημονεύονται τά ὀνόματα τῶν ὑπέρ ὧν ἡ Ἱερά Παράκλησις τελεῖται).
Ἔτι δεόμεθα, ὑπέρ τοῦ διαφυλαχθῆναι τήν ἁγίαν Ἐκκλησίαν (ἤ Μονήν) καί πόλιν (ἤ νῆσον) ταύτην καί πᾶσαν πόλιν καί χώραν, ἀπό ὀργῆς, λοιμοῦ, λιμοῦ, σεισμοῦ, καταποντισμοῦ, πυρός, μαχαίρας, ἐπιδρομῆς ἀλλοφύλων, ἐμφυλίου πολέμου καί αἰφνιδίου θανάτου. Ὑπέρ τοῦ ἵλεων, εὐμενῆ καί εὐδιάλλακτον γενέσθαι τόν Ἀγαθόν καί Φιλάνθρωπον Θεόν ἡμῶν, τοῦ ἀποστρέψαι καί διασκεδάσαι πᾶσαν ὀργήν καί νόσον, τήν καθ’ ἡμῶν κινουμένην καί ῥύσασθαι ἡμᾶς ἐκ τῆς ἐπικειμένης δικαίας Αὐτοῦ ἀπειλῆς καί ἐλεῆσαι ἡμᾶς.
Ἔτι δεόμεθα, ὑπέρ τοῦ εἰσακοῦσαι Κύριον τόν Θεόν, φωνῆς τῆς δεήσεως ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν καί ἐλεῆσαι ἡμᾶς.
Ἐπάκουσον ἡμῶν, ὁ Σωτήρ ἡμῶν, ἡ ἐλπίς πάντων τῶν περάτων τῆς γῆς καί τῶν ἐν θαλάσσῃ μακράν καί ἵλεως, ἵλεως γενοῦ ἡμῖν, Δέσποτα, ἐπί ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν καί ἐλέησον ἡμᾶς. Ἐλεήμων γάρ καί Φιλάνθρωπος Θεός ὑπάρχεις καί Σοί τήν δόξαν ἀναπέμπομεν, τῶ Πατρί καί τῶν Υἱῶ καί τῶ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς ἀιῶνας τῶν αἰώνων.
Ὁ χορός: Ἀμήν.
Ὑπό τοῦ Ἱερέως Ἀπόλυσις. Καί τῶν Χριστιανῶν ἀσπαζομένων τήν Εἰκόνα τοῦ Ἁγίου καί χριομένων δι’ ἁγίου ἐλαίου, ψάλλονται τά παρόντα Τροπάρια:
Ἦχος β’. Ὅτε ἐκ τοῦ ξύλου.
Δεῦτε τῆς Τσερνίκας τόν σεπτόν καί θαυματουργόν Ἱεράρχην πάντες τιμήσωμεν, τόν ἔνδοξον Καλλίνικον, σύν Γεωργίῳ ὁμοῦ τῶ Ποιμένι καί εἴπωμεν αὐτοῖς μελωδοῦντες, χαίρετε τρισόλβια δοχεῖα Πνεύματος, Πατέρες, Ρουμανίας φωστῆρες καί ἡμῶν προστάται ἐν ἀνάγκαις, πάντων τε Ὀρθοδόξων οἱ ἀμύντορες.
Τήν πᾶσαν ἐλπίδα μου, εἰς Σέ ἀνατίθημι, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ, φύλαξόν με ὑπό τήν σκέπην Σου.
Ὁ Ἱερεύς:
Δι’ εὐχῶν τῶν Ἁγίων Πατέρων ἡμῶν, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ὁ Θεός, ἐλέησον καί σῶσον ἡμᾶς, Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου