Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2010

Η ΕΥΡΕΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

Ιω. Καρδάση, Χημικού-Οικονομολόγου

(Αποσπάσματα από το βιβλίο του Καθηγητή Αρχαιολογίας του ΑΠΘ Κ. Καλοκύρη: "Το αρχιτεκτονικό Συγκρότημα του Ναού της Αναστάσεως Ιεροσολύμων και το θέμα του Αγίου Φωτός", ο οποίος διενήργησε ανασκαφές στον Πανάγιο Τάφο και τα γύρω από αυτόν Προσκυνήματα, με εντολή του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων. Σελ. 98-108)

Είναι γεγονός ότι κάτω από την παλαιά Βασιλική όπου βρίσκεται ο Πανάγιος Τάφος, υπάρχει παρεκκλήσιο της εύρεσης του Τιμίου Σταυρού (κρύπτη της αγίας Ελένης) κατασκευασμένο από τον Κων. Μονομάχο. Στον υπόγειο αυτό χώρο βρέθηκε τμήμα ξύλου, το οποίον οι πιστοί του 4ου αιώνα ταύτισαν με τον Τίμιο Σταυρό του Χριστού.
Δεν υπάρχει Ορθόδοξη μελέτη, η οποία με καθαρώς επιστημονικά, ιστορικά και αρχαιολογικά κριτήρια να εξετάζει ολοκληρωτικά το θέμα. Η παράδοση αναφέρει ότι η αγία Ελένη βρήκε τον Τ. Σταυρό με τις ανασκαφικές έρευνες που διέταξε και έγιναν. Όμως από τα μέσα του 4ου αιώνα όπου τοποθετείται η εύρεση καμιά ιστορική πηγή δεν αναφέρει ότι αυτή οφείλεται στην αγία Ελένη. Δεν μαρτυρούνται δε ανασκαφικές έρευνες από αυτήν από σύγχρονές της πηγές, εκκλησιαστικές ή άλλες, ούτε γίνεται λόγος για την εύρεση του Τ. Σταυρού στις ανασκαφικές εργασίες που έγιναν με εντολή του Μ. Κωνσταντίνου για την αποκάλυψη του Παναγίου Τάφου και την ίδρυση της πλησίον του Βασιλικής. Ούτε ο πατέρας της Εκκλησιαστικής Ιστορίας, Ευσέβιος Καισαρείας, γράφοντας το 335 και εγκωμιάζοντας υπερβολικά τον Μ. Κωνσταντίνο και την μητέρα του, ως ο επίσημος βιογράφος των, δεν αναφέρει πουθενά ότι εκείνη βρήκε τον Σταυρό, ενώ κάνει λόγο για τους ναούς που ίδρυσε (της Γέννησης στη Βηθλεέμ, της Ανάληψης στο όρος των Ελαιών) και για τα άλλα έργα ευποιίας της και μάλιστα όταν, γηραλέα πλέον (το 332) "ήκεν σπεύδουσα νεανικώς η πρέσβυς" στα Ιεροσόλυμα (Ευσεβίου Καισαρείας: Εις τον βίον Κωνσταντίνου, ΒΕΠΕΣ, τ. 24, XLI, σελ. 160).
Επομένως, ο πλέον ενήμερος Ευσέβιος αγνοεί τα περί ανασκαφών της Βασιλομήτορας. Ήταν όμως ποτέ δυνατόν, εάν συνέβη ένα τέτοιο γεγονός, τόσο τιμητικό για την Αυγούστα, να μην το αναφέρει και μάλιστα εγκωμιαστικά; Αλλά και ο Επίσκοπος Ιεροσολύμων Κύριλλος (350-386), ενώ μας γνωστοποιεί στις Κατηχήσεις του (350) την εύρεση του Σταυρού, τον οποίον μπορεί κανείς να δει ("το ξύλον το άγιον του σταυρού μαρτυρεί μέχρι σήμερον παρ’ ημίν φαινόμενον", ΒΕΠΕΣ, τ. 39, Κατήχ. 10η, σελ. 126), όμως αγνοεί πως και από ποιόν βρέθηκε. Σε επιστολή του δε προς τον γιο του Μ. Κωνσταντίνου, Αυτοκράτορα Κωνστάντιο (Αρειανό το φρόνημα) αναφέρει: "επί..... Κωνσταντίνου του σου πατρός το σωτήριον του σταυρού ξύλον εν Ιεροσολύμοις ηύρηται". Επομένως βρέθηκε "επί Μ. Κωνσταντίνου", αλλ’ όχι "υπό Μ. Κωνσταντίνου".
Αλλά και η αγία Μελάνη, η οποία παρευρέθηκε στην τελετή του Σταυρού στα Ιεροσόλυμα τις ημέρες του Πάσχα του 398 (και αφηγείται σχετικώς στον Επίσκοπο Νόλης Παυλίνο, P.L. τ. LI, στ. 329) δεν αναφέρει την εύρεση του Σταυρού από την Αυγούστα.
Είναι περίεργο ότι οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας που έζησαν τον 4ο αιώνα και κοιμήθηκαν περί το τέλος του, δηλ ο Μ. Αθανάσιος (+373), ο Μ. Βασίλειος (+379), ο Γρηγόριος Θεολόγος (+390), ο Γρηγόριος Νύσσης (+394) και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος (+407), ενώ έγραψαν ομιλίες και εγκώμια για τον Τ. Σταυρό, όμως δεν αναφέρουν ότι η εύρεση οφείλεται στην αγία Ελένη, ενώ τότε, ως φαίνεται, είχε αρχίσει να διαδίδεται το πράγμα.
Ο Χρυσόστομος πιστεύει ότι ο αληθινός Σταυρός του Ιησού δεν υπάρχει επί της γης, επειδή τον πήρε στον ουρανό ο Χριστός, ως το τρόπαιό του κατά του διαβόλου και του θανάτου και, μαζί με αυτόν θα έλθει κατά τη δευτέρα Παρουσία: "Ουκ’ αφήκεν αυτόν (σταυρόν) είναι επί της γης, αλλά ανέσπασεν αυτόν και εις τον ουρανόν ανήγαγεν. Πόθεν τούτο δήλον; Επειδή μετ΄ αυτού μέλλει έρχεσθαι εν τη δευτέρα και ενδόξω αυτού παρουσία" (Ιω. Χρυσοστόμου, ομιλία "εις τον Σταυρόν και εις τον ληστήν" PG τόμ. 49, Α΄ ομιλία, στ. 404 και Β΄ ομιλία, στ. 413).
Κάπως ανάλογο χωρίο υπάρχει στην 13η κατήχηση του αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων (ο.π. σελ. 170), όπως και στο λόγο: "Εις τον Σταυρόν και την Δευτέραν Παρουσίαν" του αγίου Εφραίμ του Σύρου (306-373). Τα χωρία αυτών δεν διευκρινίζουν αν ο Σταυρός βρίσκεται στον ουρανό, όπως διασαφηνίζει ο Χρυσόστομος ή αν "σταυρού τύπος" θα εμφανιστεί κατά την Β΄ Παρουσία.
Η παράδοση για την εύρεση του Σταυρού από την αγία Ελένη, δημιουργήθηκε από το 395, όπου την γνωρίζουν οι ιστορικοί Σωκράτης, Σωζόμενος και Θεοδώρητος, στη Δύση δε στις αρχές του 5ου αιώνα οι Ιερώνυμος, Ρουφίνος, Παυλίνος της Νόλα και Αμβρόσιος Μεδιολάνων, ο οποίος αναφέρει ότι ο Σταυρός βεβαιώθηκε από την επ’ αυτού επιγραφή του Πιλάτου.
Τελικά, ανεξάρτητα από την έρευνα, η οποία μέχρι σήμερα δεν συνηγορεί για την εύρεση του Σταυρού από την αγία Ελένη, η παράδοση της Εκκλησίας κατακυρώνει την εύρεση από αυτήν και την δηλοποιεί στην υμνολογία της: "Κωνσταντίνος σήμερον συν τη μητρί τη Ελένη τον Σταυρόν εμφαίνουσι.....", καθώς και στο ευχολόγιό της και δη στο μυστήριο του γάμου: "..... την χαράν ήν έσχεν η αγ. Ελένη ότε εύρε τον Τίμιον Σταυρόν".
Όσον αφορά την προσκύνηση τεμαχίου του Τιμίου Σταυρού, ο Ιω. Δαμασκηνός καταγράφει, ότι δεν πρέπει να προσκυνείται τέτοιο μετά την διάλυσή του Σταυρού: "Προκυνητέον τοίνυν το σημείον του Χριστού. Ένθα γαρ αν η το σημείον, εκεί και αυτός έσται. Την δε ύλην, εξ ης ο τύπος του σταυρού συνίσταται, ει και χρυσός ή λίθοι είεν τίμιοι, μετά την του τύπου (ει τύχοι) διάλυσιν ου προσκυνητέον" (Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου Πίστεως, κεφ. Δ11 (84)).




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου