ΓΕΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ
Με
την ονομασία Πασχάλιον και κατά την
αυστηρή ετυμολογική ερμηνεία θεωρείται, ό,τι ανήκει ή αναφέρεται στο Πάσχα, ως
ουσιαστικό δε, το Πασχάλιο είναι ο Πίνακας
με τις ημερομηνίες των κινητών εορτών με βάση την ημέρα εορτασμού του Πάσχα.
Πασχάλιος
Πίνακας είναι εκείνος λοιπόν ο Πίνακας, ο οποίος καταγράφει τις διάφορες ημερομηνίες
των κινητών εορτών με βάση την ημέρα εορτασμού του Πάσχα, αλλά και πότε
συμβαίνει το εβραϊκό ή το λατινικό πάσχα, αναφέρει δε επιπροσθέτως και τους
βασικούς παράγοντες ευρέσεως της ημερομηνίας του Πάσχα, όπως Ηλίου κύκλους,
Σελήνης Κύκλους, Σελήνης θεμέλιο κ.λπ. Οι Πασχάλιοι Πίνακες δεν σχηματίσθηκαν
αμέσως, ως εφαρμογή της απόφασης της Α΄ Συνόδου, αλλά είναι παρεπόμενοι των Πασχαλίων Γραμμάτων, τα οποία άρχισαν
να συντάσσονται εις επιταγήν της αποφάσεως της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου περί
εορτασμού του Πάσχα, αμέσως μετά το 325.
Κυκλοφορεί, λανθασμένα βέβαια, η
εντύπωση, ότι το Πασχάλιον (δηλ. ο Πασχάλιος Πίνακας) δημιουργήθηκε και
εγκρίθηκε από τους Πατέρες της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου. Το ανωτέρω αποτελεί μύθευμα, καθότι η Α΄ Οικουμενική στην
απόφασή της περί της ημερομηνίας εορτασμού του Πάσχα έθεσε τους 4 όρους
εορτασμού και τίποτε άλλο και την εφαρμογή της απόφασης την ανέθεσε στην
Εκκλησία της Αλεξάνδρειας.
ΙΣΤΟΡΙΚΑ
ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Σημειωτέον,
ότι η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος άρχισε στις 19 Ιουνίου 325 και έληξε στις 25
Αυγούστου: «Εν υπατεία Παυλίνου και
Ιουλιανού των λαμπροτάτων, έτους από
Αλεξάνδρου χλς΄, εν μηνί Δεσίω ιθ΄ τη προ ιγ΄ καλανδών Ιουλίων εν Νικαία τη
Μητροπόλει Βιθυνίας» (Μήλια Σπ.
Πρακτικά Οικουμενικών Συνόδων, Β’
πράξη της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου) έληξε δε «Εν μηνί Λώω, προ ζ΄ καλανδών Γορπιαίω». Άραγε, με ποια απόφαση,
ποιάς Οικουμενικής ή άλλης Τοπικής Συνόδου, τα ονόματα των μηνών του
μακεδονικού ημερολογίου άλλαξαν με εκείνα του λατινικού ημερολογίου, τα έτη από
Αλεξάνδρου, σε έτη από Κτίσεως Κόσμου
και από το 1628, επί Πατριάρχου Κύριλλου Α΄ Λούκαρι, σε έτη από Χριστού γεννήσεως, ενώ η Δύση το
χρησιμοποιούσε ήδη από το 525;
Είναι γνωστόν, ότι η Α΄ Οικουμενική
Σύνοδος της Νίκαιας του 325 εξέδωσε: 1/ Ένα Όρον Πίστεως, 2/ Είκοσι Ι. Κανόνες
και 3/ Πέντε Αποφάσεις: α/ Καθαίρεση του Αρείου και των ομοφρόνων αυτού 5
Επισκόπων (Νικομηδείας Ευσέβιο, Νικαίας Θέογνι, Χαλκηδόνος Μάρι, Πτολεμαϊδος
Σεκούνδο, Μαρμαρικής Θεωνα), β/ Περί της εορτής του Πάσχα, γ/ Μελιτιανό Σχίσμα,
δ/ Περί του γάμου των κληρικών και ε/ Αναψηλάφιση Συνοδικών αποφάσεων.
Μια εκ των πέντε αποφάσεων της
Συνόδου υπήρξε ο καθορισμός της ημερομηνίας εορτασμού του Πάσχα. Η απόφαση
εορτασμού έλαβε υπόψη της την προγενέστερη Παράδοση της Εκκλησίας (ζ’΄
αποστολικός κανόνας) και καθόρισε, όπως η εορτή του Πάσχα εορτάζεται: 1/ Μετά
την εαρινή ισημερία, 2/ Μετά την πρώτη Πανσέληνο, 3/ Την πρώτη μετά από την
Πανσέληνο Κυριακή και 4/ Μετά το Ιουδαϊκό πάσχα.
Η Σύνοδος ανέθεσε στην Εκκλησία της
Αλεξάνδρειας την υλοποίηση της απόφασης, καθότι εκεί ήκμαζαν τα Μαθηματικά και
η Αστρονομία και την επιφόρτισε να
βρίσκει κάθε έτος, πότε υπήρχε εαρινή ισημερία, πότε πανσέληνος, πότε ήταν η
επόμενη Κυριακή της πανσελήνου και πότε εορτάζετο το Ιουδαϊκό πάσχα. Σύνδεσμος
μεταξύ Συνόδου και Εκκλησίας της Αλεξάνδρειας υπήρξε ο μετέχων στη Σύνοδο
αστρονόμος και Επίσκοπος Χωνών της
Αιγύπτου, Αχιλλέας Τάτιος.
Η
απόφαση περί της εορτής του Πάσχα δεν
αναφέρεται σε Όρο πίστεως, ούτε σε Κανόνα από τους είκοσι που εξέδωσε η
Σύνοδος: «Παυσαμένη τε της περί τα δογματικά συζητήσως, έδοξε τη
Συνόδω και την Πασχάλιον εορτήν…..» (Σωζομενού, Εκκλ. Ιστορία Α΄). (Ο
Σωζομενός είναι εκκλησιαστικός ιστορικός, 400-450, συνέγραψε εκκλησιαστική
ιστορία, ειδικά της περιόδου από την Α΄ Σύνοδο και μετά, η αξιοπιστία του είναι
αναμφισβήτητη, το δε έργο του, Εκκλησιαστική Ιστορία, από εννέα βιβλία,
ευρίσκεται στην Ελληνική Πατρολογία). Επισημαίνεται, ότι στην απόφαση αυτή
αναφέρεται, ότι η εορτή εορτάζεται μετά
την εαρινή ισημερία. Ουδαμού αναφέρεται η λέξη: «Δύστρου κα΄» (21 Μαρτίου) στην απόφαση των Πατέρων. Όλες οι
καταγραφές αναφέρουν, ότι στην εποχή της Α΄ Συνόδου η εαρινή ισημερία ήταν 21
Μαρτίου, αλλά χωρίς να υπάρχει τέτοιος
όρος στην απόφαση. Και φαίνεται λογικό, το ότι οι Πατέρες δεν έθεσαν
συγκεκριμένη ημερομηνία για την ισημερία. Αν έθεταν, θα έθεταν την ημερομηνία
της εαρινής ισημερίας του μεγάλου γεγονότος της Αναστάσεως το 33, δηλ. την 23η
Μαρτίου. Αντίθετα διόρθωσαν
την ανωτέρω ημερομηνία κατά 2 ημέρες, επιπλέον δε, δεν απαγόρευσαν μελλοντική διόρθωση. Οι μεταγενέστεροι Πατέρες
φοβούμενοι σύγχυση και σκανδαλισμό περισσότερο των «ασθενών τη πίστει αδελφών» δεν προχώρησαν σε διόρθωση, παρά τις
πάμπολλες προσπάθειες ανά τους αιώνες.
Λεπτομερείς
πληροφορίες για τη διεξαχθείσα συζήτηση δεν υπάρχουν. Το μόνο γνωστό είναι, ότι
διεξήχθη με ηρεμία και ομοφωνία: «Περί
του Πάσχα ομοφωνήσαντες» (Σωκράτους Εκκλ. Ιστορία Ε΄). (Ο Σωκράτης ο
Σχολαστικός είναι εκκλησιαστικός ιστορικός, 380-450, έγραψε αξιόλογη
Εκκλησιαστική Ιστορία σε 7 βιβλία, από το 305-439. Το έργο του είναι πολύτιμη
πηγή πληροφοριών για την Ιστορία της Εκκλησίας του 4-5ου αιώνα,
ευρίσκεται δε στην Ελληνική Πατρολογία). Πληροφορίες για την απόφαση έχουμε από
την εγκύκλια επιστολή της Συνόδου, που κοινοποιήθηκε στην Εκκλησία της
Αλεξάνδρειας και σε όλες τις λοιπές Εκκλησίες με ειδικούς Συνοδικούς Έξαρχους,
αλλά και από την επιστολή του βασιλέως Κωνσταντίνου προς τους Επισκόπους και
τους λαούς (Σωκράτους. Εκκλ. Ιστ. Ε΄). Επίσης και ο Κύπρου Επιφάνιος το
αναφέρει στο βιβλίο του (Περί αιρέσεων, 7).
Ο Αλεξανδρείας Κύριλλος στον Πασχάλιο
Πρόλογό του, προσθέτει: «Η Οικουμενική
Σύνοδος ομοφώνως εψηφίσατο ότι η Εκκλησία της Αλεξανδρείας ένθα ήσαν έμπειροι περί τας γνώσεις ταύτης θα
ήγγελε τη Ρωμαίων Εκκλησία ετησίως την ημέραν του Πάσχα, ήτις θα ανεκοινούτο
τούτο» (Σωκράτους, Εκκλ. Ιστ. Ε΄). Επίσης, ο Μεδιολάνων Αμβρόσιος μας πληροφορεί, ότι η εν Νικαία Σύνοδος επί
τη βάσει γνωμοδοτήσεως πολλών μαθηματικών
απεδέξατο τον Αλεξανδρινόν κύκλον
των 19 ετών Μέτωνος, του Ηλίου (Αμβροσίου, Επιστολή προς τους Επισκόπους
Εμιλίας). Σχετική είναι επίσης και η επιστολή του Πάπα Ρώμης Λέοντα Α΄ προς τον αυτοκράτορα Μαρκιανό (επιστολή 121):
«Εμερίμνησαν ουν οι άγιοι Πατέρες άπασαν
ταύτην την φροντίδα τω Αλεξανδρείας
Επισκόπω αναθείναι, δι’ ου ετησίως η της εορτής ημέρα τη Αποστολική Έδρα θα
εδηλούτο και δι’ αυτής ως έθος ταις μάλλον απομεμακρυσμέναις Εκκλησίαις θα
διέτρεχε» (Κ. Δελικάνη, Η πρώτη εν Νικαία Οικουμενική Σύνοδος, σελ. 195).
Ο
Επίσκοπος Αλεξανδρείας λοιπόν κατ’ επιταγήν της Συνόδου, ανακοίνωνε την απόφαση
περί εορτασμού του Πάσχα από άμβωνος την
ημέρα των Θεοφανείων. Στη Ρωμαϊκή Αφρική, η Τοπική Σύνοδος, που συνερχόταν
κάθε χρόνο τον Αύγουστο, ανακοίνωνε την ημέρα εορτασμού (ξ΄ κανόνας Συνόδου
Καρθαγένης).
ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
Ενώ λοιπόν, η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος
ανέθετε στον Επίσκοπο Αλεξανδρείας να αναγγέλλει την ημερομηνία της εορτής του
Πάσχα στις Εκκλησίες της Ανατολής και την Εκκλησία της Ρώμης, για τις Εκκλησίες
της Δύσης, η Τοπική Σύνοδος της Σαρδικής
του 347, ανέτρεψε την απόφαση αυτή.
Έτσι, η απόφαση της Συνόδου αυτής δεν ευρίσκεται στους 21 κανόνες που εξέδωσε,
αλλά σε μια από τις πέντε αποφάσεις της: α/ αποκηρύχθηκαν οι παρανόμως
τοποθετηθέντες Επίσκοποι Αλεξανδρείας, Αγκύρας και Γάζας, β/ καταδικάστηκαν οι
προβιβασμοί αρειανών Επισκόπων, γ/ αποκαταστάθηκαν οι διωχθέντες από αρειανούς,
δ/ καθαιρέθηκαν οι εκβιαστές αρειανοί και ε/ ενέκρινε περί του Πάσχα: «όπως επί 50 έτη οι Επίσκοποι Ρώμης και Αλεξανδρείας
αγγέλωσιν απανταχού ως έθος την ημέραν της εορτής του Πάσχα» (εόρτιος
επιστολή Αλεξανδρείας Αθανασίου. Προοίμιον) ο μεν Ρώμης εις τας Εκκλησίας της Δύσεως, ο δε Αλεξανδρείας εις τας της
Ανατολής. Με την απόφαση αυτή ανατρέπεται
η προηγούμενη της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου και εξ αυτού, αλλά και εκ του
λόγου του διαφορετικού υπολογισμού της εαρινής ισημερίας στις 18 Μαρτίου από
την Εκκλησία της Ρώμης, αντί της 21ης.
Στη Ρώμη, ο Επίσκοπος Ωστίας και
μετέπειτα Ρώμης Ιππόλυτος,
μαθηματικός, είχε καθορίσει πολύ πριν από την Α΄ Σύνοδο Πασχάλιο κανόνα, με
ισημερία στις 18 Μαρτίου. Η Ρώμη
ουδέποτε αναγνώρισε τον αλεξανδρινό κανόνα, μέχρις ότου της επεβλήθη τελικά από
τον Καρλομάγνο! Η ανυπακοή αυτή διήρκεσε επί 5 αιώνες με ένα ελάχιστο διάλυμα 17
ετών, καθότι ο πάπας Λέων Α΄ το 444 ήλθε σε συνεννόηση με τον Αλεξανδρείας
Κύριλλο και αποδέχτηκε τον αλεξανδρινό κανόνα, αλλά αυτό μέχρι το 461, οπότε ο
νέος πάπας Ιλάριος και οι μετά αυτόν πάπες επανήλθαν στον κανόνα του Ιππόλυτου.
Έκτοτε υπήρξαν προσπάθειες από τον Σεβίλλης Ισίδωρο, τον Διονύσιο το Μικρό,
ηγούμενο μονής της Ρώμης, τον άγγλο μοναχό Βέδα το Σεβαστό (675-735) και τελικά
τον Καρλομάγνο (742-814), ο οποίος και επέβαλε
τον Αλεξανδρινό κανόνα στη Δύση και έτσι επιτεύχθηκε ενότητα στην Εκκλησία
στο θέμα αυτό μέχρι το 1582 (Δελικάνη Κ. ως ανωτέρω, σελ. 447). Το ερώτημα που
ανακύπτει είναι: Στις Οικουμενικές Συνόδους Α΄, Β΄, Γ΄, Ε΄, ΣΤ΄, Ζ΄ (δηλ. σε
όλες πλην της Δ΄), οι Πατέρες Ανατολής και Δύσης παρακάθονταν και
συναποφάσιζαν, ενώ εόρταζαν τη μεγάλη
εορτή του Πάσχα σε διαφορετικές ημερομηνίες. Άραγε, το Άγιο Πνεύμα
επευλογούσε αυτή τη διαφοροποίηση; Πως οι Πατέρες δεν αλληλοκατηγορήθηκαν λόγω
αυτής της διαφοροποίησης και γιατί συμβαίνει σήμερα αυτό μεταξύ παλαιο- και
νεο- ημερολογητών και εκ του ζητήματος τούτου;
ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ
Από όλα τα ανωτέρω καταγραφέντα
καταφαίνεται, ότι η Α΄ Σύνοδος: 1/ Καθόριαε
4 όρους στην απόφασή της για τον εορτασμού του Πάσχα, 2/ Διόρθωσε την ισημερία του 33 κατά 2 ημέρες, σύμφωνα με τον 19ετή
κύκλο του Μέτωνα, 3/ Δεν απαγόρευσε
περαιτέρω διόρθωση και πράγματι αυτή συνέβη αργότερα, όταν αντί του κύκλου του
Μέτωνα χρησιμοποιήθηκε ο πολύ ακριβέστερος κύκλος του Καλίππου, 4/ Δεν καθόρισε
σταθερή ημερομηνία εαρινής ισημερίας, 5/ Ανάθεσε στον Επίσκοπο Αλεξανδρείας να καθορίζει την ημέρα της
εορτής βάσει σχετικών μετρήσεων των αλεξανδρινών αστρονόμων, 6/ Ανάθεσε
στον Αλεξανδρείας να αναγγέλει στις Εκκλησίες της Ανατολής, καθώς και στην
Εκκλησία της Ρώμης την ημερομηνία της εορτής, 7/ Δεν συνέταξε κανένα Πασχάλιο Πίνακα, ούτε ενέκρινε κανένα τέτοιο
Πίνακα, καθότι τέτοιοι Πίνακες άρχισαν να οργανώνονται περίπου 4 αιώνες αργότερα.
Η Εκκλησία της Αλεξάνδρειας ανέλαβε
λοιπόν να υλοποιήσει την εντολή της Συνόδου και έτσι ο Επίσκοπος Αλεξανδρείας
άρχισε να συντάσσει τα λεγόμενα Πασχάλια
Γράμματα, τα οποία άρχισε να αποστέλλει από τις αρχές του 326 στην Εκκλησία
της Ρώμης, καθώς και στις Εκκλησίες της Ανατολής. Πολύ αργότερα, οι Πασχάλιοι Πίνακες αντικατέστησαν τα
Πασχάλια Γράμματα, με τα οποία ο Αλεξανδρείας ανήγγειλε την ημερομηνία
εορτασμού του Πάσχα. Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος, η οποία εξέδωσε την απόφαση με
την οποίαν θα έπρεπε να εορτάζεται το Πάσχα, ανέθεσε στον Αλεξανδρείας, όπως
δια γράμματος αυτού καθιστά γνωστόν, κάθε έτος, στις άλλες Εκκλησίες, την ημέρα
εορτασμού του Πάσχα και τούτο διότι, στην Αλεξάνδρεια άκμαζαν, όπως ειπώθηκε,
οι μαθηματικές και αστρονομικές
επιστήμες. Τα γράμματα αυτά ονομάσθηκαν «Πασχάλια
Γράμματα» και δι’ αυτών ο Αλεξανδρείας ανήγγειλε στις άλλες Εκκλησίες
Ανατολής και Δύσης την ημερομηνία εορτής του Πάσχα, βάσει των αστρονομικών μετρήσεων των επιστημόνων της Αλεξάνδρειας.
Η αναγγελία της ημερομηνίας εορτασμού του Πάσχα εγένετο κάθε έτος από του
άμβωνος των Ναών, την ημέρα των Θεοφανείων. Τέτοια «πασχάλια γράμματα»
διασώθηκαν λίγα, όπως εκείνα του Μ. Αθανασίου, ακόμη και από την εξορία αποσταλέντα
(PG 26. 1339-1444).
Η αποστολή των «πασχαλίων γραμμάτων»
από τον Αλεξανδρείας σταμάτησε μετά την Δ΄ Οικουμενική, επειδή στην Αλεξάνδρεια
επικράτησαν Μονοφυσίτες Επίσκοποι και έτσι διακόπηκαν οι σχέσεις Ορθοδόξων
Εκκλησιών και Μονοφυσίτικων. Εν τω μεταξύ είχαν συνταχθεί πασχάλιοι πίνακες από
τον Αλεξανδρείας Θεόφιλο και τον Κύριλλο Α΄ και έτσι κατέστησαν ελάχιστα
χρήσιμα τα πασχάλια γράμματα.
ΑΡΧΗ
ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗΣ
Η Εκκλησία μέχρι της Πενθέκτης
Οικουμενικής δεν είχε επίσημα καθορίσει σημείον αναφοράς ως αρχής χρονολόγησης.
Βλέπουμε βέβαια, στην Α΄ Οικουμενική της χρονολόγηση από Αλεξάνδρου. Έτσι, για πρώτη φορά στον γ΄ κανόνα της Πενθέκτης
βρίσκουμε αρίθμηση από Κτίσεως Κόσμου
(και όχι από Χριστού γεννήσεως) ως έτος 6199 από κτίσεως κόσμου (691 μ.Χ.),
θέτουσα έτσι, ως έτος κτίσεως του κόσμου, το έτος 5508 π.Χ: «….. ώστε, τους μεν δυσί γάμοις
περιπαρέντας, και μέχρι της πεντεκαιδεκάτης του διελθόντος Ιανουαρίου μηνός της
παρελθούσης τετάρτης Ινδικτιώνος, έτους
εξακισχιλιοστού εκατοστού εννενηκοστού εννάτου, δουλωθέντας τη αμαρτία, και
μη εκνήψαι ταύτης προελουμένους, καθαιρέσει κανονική υποβαλείν». Η αρίθμηση
αυτή από Κτίσεως Κόσμου διήρκεσε επί 1000 περίπου χρόνια, στην Ανατολή, μέχρις
ότου, το Πατριαρχείο ΚΠόλεως το άλλαξε (αλλάζοντας τον προσδιορισμό
χρονολόγησης από Κτίσεως Κόσμου σε χρονολόγηση από Χριστού γεννήσεως) με τον
Κύριλλο Α΄ Λούκαρι. Το ερώτημα είναι αν μια Πατριαρχική Σύνοδος μπορεί να
αλλάξει χρονολόγηση, που υπάρχει σε Κανόνα μιας Οικουμενικής Συνόδου.
Μετά το τα τέλος της Πενθέκτης Οικουμενικής
(αρχές 8ου αι), πολλοί λόγιοι χριστιανοί άρχισαν να συντάσσουν Πίνακες, που εμφάνιζαν κάθε έτος από Κτίσεως
Κόσμου, την ημέρα ή την ημερομηνία των κινητών εορτών, που συνδέονται με την
εορτή του Πάσχα. Κάθε τέτοιος Πίνακας ονομάσθηκε Πασχάλιος. Σε κάθε Πασχάλιο
Πίνακα, μετά την αναγραφή του έτους από Κτίσεως Κόσμου, σημειώνεται το
κανόνιο του Πάσχα, δηλ. οι Ινδικτιώνες, οι κύκλοι Ηλίου, Σελήνης και το θεμέλιο
αυτής. Το έτος αρχίζει την 1η Σεπτεμβρίου και αναγράφεται ευθύς αμέσως η παραμονή των
Χριστουγέννων, ο αριθμός ημερών κρεωφαγίας, η ημερομηνία έναρξης του Τριωδίου,
και η Κυριακή της Απόκρεω. Ακολουθεί η ημερομηνία του Ευαγγελισμού, το Νομικό
πάσχα και ακολούθως το χριστιανικό Πάσχα και η νηστεία των αγίων Αποστόλων.
Αργότερα (δηλ. μετά το 1582) προστέθηκε η ημερομηνία του Πάσχα των Λατίνων, η
Ανάληψη, η Πεντηκοστή, η εορτή των αγίων Πάντων και ακόμη αργότερα προστέθηκε η
ημέρα μνήμης των αγίων Αποστόλων. Για τη σύνταξη του Πασχαλίου χρησιμοποιήθηκε αρχικά
η Μετώνεια επακτή, η οποία αργότερα
διορθώθηκε (με την πιο ακριβή Καλλίπεια
επακτή), όπως επίσης διορθώθηκε (μετά το 1628, επί Πατριαρχίας Κύριλλου Α΄
Λούκαρι) η μέτρηση από Κτίσεως Κόσμου, σε μέτρηση από Χριστού γεννήσεως (Θ.Η.Ε.
τ. Ι΄, σελ. 118). Όλα αυτά, οι προσθήκες και οι διορθώσεις έγιναν χωρίς συνοδική απόφαση, αλλά με
συνεννοήσεις μεταξύ των Εκκλησιών.
ΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΑ
ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Η Α΄ Σύνοδος συγκατένευσε στην
πρόταση της εφαρμογής του 19ετούς κύκλου του Μέτωνα, που έδιδε 365.26315 ημέρες
ανά έτος. Αργότερα, βελτιώθηκε ο κύκλος του Μέτωνα (αστρονόμου του 430 π.Χ.),
με τον κύκλο του Καλλίπου (αστρονόμου του 345 π.Χ.), ο οποίος βελτίωσε τον
κύκλο του Μέτωνα σε 365.25 ημέρες ανά έτος:
Κύκλος Μέτωνα:
Κύκλος
19 ετών
12
έτη Χ 12 μήνες + 7 έτη Χ 13 μήνες = 235 μήνες
125
μήνες Χ 30 ημέρες + 110 μήνες Χ 29 ημέρες = 6940 ημέρες
δηλαδή
6940 : 19 = 365.26315 ημέρες ανά έτος
Κύκλος Καλλίπου (βελτιωμένος
κύκλος Μέτωνα)
Κύκλος
76 ετών (19 Χ 4 κύκλους του Μέτωνα)
499
μήνες Χ 30 ημέρες + 441 μήνες Χ 29 ημέρες = 27759 ημέρες
δηλαδή 27759 : 76 = 365.25 ημέρες
ανά έτος
Κύκλος
Ιππάρχου (βελτιωμένος κύκλος Καλλίπου)
Βέβαια υπάρχει ακόμη πιο βελτιωμένος
κύκλος, αυτός του Ιππάρχου (περίπου
το 150 π.Χ.), (που χρησιμοποιεί 4 κύκλους του Καλλίπου) και προσδιορίζει με
μεγαλύτερη ακρίβεια το έτος σε 365.242 ημέρες, πλην όμως η Εκκλησία δεν τον
χρησιμοποίησε.
Παρατηρείται, ότι ενώ η Α΄
Οικουμενική Σύνοδος δέχτηκε τον κύκλο Μέτωνα, αργότερα η Εκκλησία (χωρίς έγκριση από Σύνοδο) χρησιμοποίησε
τον πιο βελτιωμένο κύκλο του Καλλίπου.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
1/
Το θρυλούμενον, ότι η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος συνέταξε Πασχάλιο ή ενέκρινε
Πασχάλιο Πίνακα είναι μύθευμα.
2/
Η Α΄ Οικουμενική καθόρισε τους 4
όρους, που πρέπει να τηρούνται, για τον εορτασμό του Πάσχα και ανέθεσε στην Εκκλησία
της Αλεξανδρείας την υλοποίηση της απόφασης αυτής.
3/
Η Εκκλησία της Αλεξάνδρειας ανέλαβε
να ειδοποιεί τις Εκκλησίες Ανατολής και Δύσης, κάθε έτος, με «Πασχάλια
Γράμματα».
4/
Κάποιοι στοιχειώδεις Πίνακες συντάχθηκαν από τους Αλεξανδρείας Θεόφιλο και
Κύριλλο Α΄ γύρω στο 400.
5/
Οι μεταβολές χρονολόγησης από Αλεξάνδρου, σε Κτίσεως Κόσμου και κατόπιν από
Χριστού γεννήσεως δεν έγιναν με
αποφάσεις Οικουμενικής ή Τοπικής Συνόδου. Το ίδιο γίνεται με την μετάβαση
από τους Μακεδονικούς μήνες, στους Αττικούς και κατόπιν στους Λατινικούς, χωρίς απόφαση Συνόδου.
6/
Συστηματική χρησιμοποίηση «Πασχαλίων Πινάκων» άρχισε να εφαρμόζεται από τις αρχές του 8ου αι. με
χρονολόγηση από Κτίσεως Κόσμου. Μετά τον 17ο αι. μετεβλήθη η
χρονολόγηση αυτή από Χριστού γεννήσεως, κάτι που είχε γίνει στη Δύση, πολλούς
αιώνες πρωτύτερα (525).
7/
Οι αρχικοί συνταχθέντες «Πασχάλιοι Πίνακες» διορθώθηκαν τουλάχιστον πέντε φορές, με προσθήκες και μεταβολές.
8/
Οι Πατέρες της Συνόδου με την απόφασή τους επέβαλαν την χρησιμοποίηση πραγματικών γεγονότων ισημερίας ή
πανσελήνου και όχι πλασματικών και εμμέσως πλην σαφώς προσδιόρισαν την
εποχή της ανοίξεως για τον εορτασμό του Πάσχα, την εποχή που ανθίζουν τα φυτά. Αυτό δηλώνεται σαφώς από τον ίδιο
το Θεό (Έξ. 12, 1-2, 11, 18) και το ίδιο αναφέρει και ο άγιος Αναστάσιος
Αντιοχείας (PG
89. 1381).
9/
Ουδείς δικαιούται να τροποποιεί τις
καθορισμένες θέσεις των ουρανίων σωμάτων (του Ηλίου κατά τις ισημερίες, της
Σελήνης κατά τις Πανσελήνους, κ.ά.), όπως δεν μπορεί να μεταβάλει τη στιγμή της
Δύσης του Ηλίου, σε άλλη ώρα, προκειμένου να τελέσει την καθιερωμένη ακολουθία
του Εσπερινού.
ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ
ΜΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗΣ ΠΑΣΧΑΛΙΟΥ
Αναφέρθηκε παραπάνω, ότι Πασχάλιοι
Πίνακες (Πασχάλιο) άρχισαν ουσιαστικά να συντάσσονται από τις αρχές του 8ου
αι. και οι Πίνακες αυτοί διορθώθηκαν μέχρι σήμερα τουλάχιστον πέντε φορές. Οι πασχάλιοι αυτοί Πίνακες
συντάσσονται μέχρι σήμερα λαμβάνοντες υπ’ όψη του 19ετούς Μετώνειου (και
κατόπιν Καλλίπειου) κύκλου, για τον προσδιορισμό των Πανσελήνων και των κύκλων
Ηλίου του Σωσιγένη. Οι αρχαίοι αυτοί αστρονόμοι, καλοί την εποχή τους, είναι
ανεπαρκείς σήμερα, καθότι οι μετρήσεις τους αποκλείνουν τόσο από την
πραγματικότητα, ώστε η εμμονή στις μετρήσεις τους δημιουργεί πρόβλημα εφαρμογής της απόφασης της Α΄
Συνόδου. Συγκεκριμένα:
Στις
20 Μαρτίου 2012, στις 07.14, η φαινόμενη περιφορά του Ήλιου κατά μήκος της
εκλειπτικής συναντά τον ουράνιο ισημερινό, οπότε το σημείο τομής ονομάζεται
εαρινό ισημερινό σημείο και έχουμε εαρινή ισημερία. Η εαρινή ισημερία είναι ένα
αστρονομικό μέγεθος, κατά το οποίο πρακτικά η διάρκεια της ημέρας είναι ίση με
τη διάρκεια της νύκτας, δηλ. 12 ώρες εκάστη.
Η
εαρινή ισημερία ενδιαφέρει επίσης και την Εκκλησία και αποτελεί και
εκκλησιαστικό γεγονός, καθότι με τον προσδιορισμό της καθορίζεται και η
ημερομηνία εορτασμού του Πάσχα. Μια άλλη παράμετρος, για τον προσδιορισμό της
ημερομηνίας αυτής, είναι ο προσδιορισμός της πρώτης πανσελήνου μετά την ισημερία. Για το 2012, αυτή
προσδιορίζεται την Παρασκευή 6 Απριλίου, στις 22.37.
Τα του προσδιορισμού της εαρινής
ισημερίας και της πρώτης πανσελήνου, διαλαμβάνονται στην απόφαση περί εορτασμού
του Πάσχα των Πατέρων της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου. Και είναι γνωστόν, ότι το
Χριστιανικό Πάσχα, πάλι με την απόφαση της Συνόδου, εορτάζεται την 1η
Κυριακή μετά την 1η πανσέληνο και πάντα μετά το νομικό πάσχα. Βάσει
των στοιχείων αυτών συντάχθηκε, από λόγιους χριστιανούς, ένας πίνακας, ο
Πασχάλιος, με τις ημερομηνίες εορτασμού για μια σειρά ετών. Ο Πίνακας αυτός
βρίσκεται ακόμη σε ισχύ, πλην όμως επειδή οι μετρήσεις της τότε εποχής
αποκλίνουν από τις πραγματικές, παρατηρείται στον αιώνα μας ανακολουθία του
εορτασμού, σε σημείο να καταστρατηγείται
η απόφαση της Συνόδου και να εορτάζεται το Πάσχα την 2η
πανσέληνο μετά την ισημερία ή την 2η Κυριακή μετά την 1η
πανσέληνο (Θεοδοσίου-Δανέζη: Η Οδύσσεια των Ημερολογίων, τ. Β΄, σελ. 169). Κάτι
τέτοιο συμβαίνει για παράδειγμα, το 2012, όπου το Πάσχα εορτάζεται την 2η
Κυριακή μετά την 1η πανσέληνο, αντί της 1ης Κυριακής.
Αν θελήσει να πληροφορηθεί κανείς,
πότε εορτάζεται το Νομικό πάσχα του 2012 και ανοίξει το Μ. Ωρολόγιο της
Αποστολικής Διακονίας (1997), θα ιδεί, ότι αναφέρει: Μ. Τετάρτη, δηλ. 11 Απριλίου. Αυτό όμως αποτελεί λάθος, καθότι οι
Ισραηλίτες ακολουθούν το Γρηγοριανό ημερολόγιο και όχι το Ιουλιανό. Έτσι, ενώ
με το Γρηγοριανό ημερολόγιο, η
πανσέληνος είναι 6 Απριλίου, με το Ιουλιανό είναι 11 Απριλίου.
Στις παρατηρήσεις αυτές,
αντιπροτείνεται από τους ακολουθούντες το Παλαιό ημερολόγιο (Ιουλιανό), ότι η
ημερομηνία της εορτής καθορίζεται πλέον με την πλασματική ισημερία και όχι την πραγματική και με την πλασματική
πανσέληνο και όχι την πραγματική,
ώστε να μην υπάρξει απόκλιση από τον Πασχάλιο
Πίνακα, που θεωρείται περίπου, ως το ευαγγέλιο των ισημεριών και των
πανσελήνων, εις τον αιώνα τον άπαντα.
Όσον αφορά την εορτή του Πάσχα, το
2013, με την εμμονή στους υπάρχοντες Πασχάλιους Πίνακες, έχουμε πάλι
καταστρατήγηση της απόφασης της Συνόδου και συγκεκριμένα:
Σύμφωνα με τα πραγματικά δεδομένα
έχουμε: εαρινή ισημερία 21 Μαρτίου, 1η εαρινή πανσέληνο 27 Μαρτίου,
όπου και το εβραϊκό πάσχα, 1η Κυριακή 31 Μαρτίου, άρα Πάσχα 31
Μαρτίου.
Και όμως το Πάσχα εορτάζεται στις 5 Μαΐου
και τούτο διότι: εαρινή ισημερία 3 Απριλίου (λάθος Μέτωνα), 1η εαρινή
πανσέληνος 25 Απριλίου, αλλά μετατόπιση (5 ημέρες αργότερα) 30 Απριλίου (λάθος
Σωσιγένη), 1η Κυριακή 5 Μαΐου.
Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται και
φέτος (2015). Σύμφωνα με τα αστρολογικά δεδομένα: η εαρινή ισημερία γίνεται
στις 21 Μαρτίου, 00.45 (ώρα Ελλάδος), η δε πρώτη εαρινή Πανσέληνος γίνεται στις
4 Απριλίου, 15.04 (ώρα Ελλάδος), οπότε και το Εβραϊκό πάσχα, το οποίον αρχίζει
με την δύση του Ηλίου στις 3 Απριλίου και λήγει με την δύση του Ηλίου στις 4
Απριλίου (κάτι που επιβεβαιώνεται και από το Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο). Σύμφωνα
με την απόφαση της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, η πρώτη Κυριακή είναι η 5η
Απριλίου, οπότε θα έπρεπε να εορτάζεται το Ορθόδοξο Πάσχα. Πλην όμως, λόγω
λάθους του Σωσιγένη, η Πανσέληνος είναι στις 7 Απριλίου (και όχι στις 4). Τούτο
καταγράφεται και στο Ωρολόγιο της Εκκλησίας της Ελλάδος, όπου αναφέρεται, λανθασμένα, ότι η Πανσέληνος γίνεται
την Μ. Τρίτη (Νομικόν Φάσκα, σελ. 788). Έτσι, άλλη μια φορά έχουμε παράβαση της
απόφασης της Συνόδου, καθότι το Πάσχα εορτάζεται την 2η Κυριακή μετά
την Πανσέληνο και όχι την 1η.
Συμπέρασμα: Καταστρατήγηση της απόφασης
της Συνόδου, καθότι το Πάσχα εορτάζεται την 2η Κυριακή μετά τη 1η
πανσέληνο της (πραγματικής) εαρινής ισημερίας (και όχι της πλασματικής και
λανθασμένης), αντί της 1ης Κυριακής. Εντύπωση προκαλεί και η λανθασμένη πληροφορία του Ωρολογίου,
ότι Πανσέληνο έχουμε στις 7 Απριλίου και όχι στις 4.
Η εμμονή στις λανθασμένες μετρήσεις
των αστρονόμων Μέτωνα και Σωσισγένη θα οδηγήσει σε εξωπραγματικές καταστάσεις με κατάφορες παραβιάσεις της απόφασης
της Συνόδου. Έτσι, σύμφωνα με τις μετρήσεις αυτών παρουσιάζεται το εξωφρενικό
να εορτάζεται το Πάσχα μετά το θερινό ηλιοστάσιο, το 10400, και μετά την
φθινοπωρινή ισημερία, το 23300, και εμείς θα μιλάμε ακόμη για εαρινή ισημερία!!
Η οποιαδήποτε διατύπωση αντίρρησης,
ότι μέχρι τότε θα έχει επέλθει η β΄ παρουσία του Κυρίου και επομένως δεν θα
υφίσταται θέμα, είναι μια απόδειξη παρελκυστικής τακτικής, που αποφεύγει να
δώσει απάντηση στο ερώτημα, γιατί εξακολουθούμε να παραβιάζουμε την σχετική απόφαση της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου.
ΠΗΓΕΣ-ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ
ΔΕΛΙΚΑΝΗ
Κ. Η
πρώτη εν Νικαία Οικουμενική Σύνοδος
ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ωρολόγιον το Μέγα
ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ-ΔΑΝΕΖΗ Η Οδύσσεια των ημερολογίων
ΚΑΡΔΑΣΗ Ι. Ορθόδοξο ημερολόγιο
Κ.Ι.Σ. Εβραϊκό πάσχα
ΜΑΡΤΙΝΟΥ ΑΘ Θ.Η.Ε. Πασχάλιον
ΜΗΛΙΑ ΣΠ. Πρακτικά
Οικουμενικών Συνόδων
ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ Επιστολές Μ.
Αθανασίου, Αναστασίου Αντιοχείας
ΠΗΔΑΛΙΟ ΣΤ΄
Οικουμενική Σύνοδος, Σύνοδος Σαρδικής