ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ ΠΙΣΤΩΝ
Παραπονείται, λοιπόν, ο Άγιος για
την συμπεριφορά των πιστών μέσα στο ναό, για τις πολλές απουσίες τους, για
την αδιαφορία τους: «Σήμερα όλοι σας έχετε μεγάλη χαρά. Μόνον
εγώ έχω απέραντη λύπη. Κι αυτό, γιατί όταν αναλογισθώ πώς όταν πέραση η εορτή
και αυτό το πλήθος πάλι θα εξαφανισθή. Καίγομαι και λυπούμαι κατάκαρδα. Τόσα
παιδιά γέννησε η Εκκλησία και όμως δεν τα βλέπη για να τα απόλαυση σε κάθε
σύναξι, αλλά μόνον όταν υπάρχη κάποια μεγάλη εορτή. Πόση αγαλλίασις πνευματική,
πόση χαρά, πόση δόξα για τον Θεό, πόση ωφέλεια για τις ψυχές θα υπήρχε, αν σε
κάθε σύναξι βλέπαμε να είναι γεμάτη η εκκλησία;
Τι μπορώ, για πες μου, να σε διδάξω
για όλα τα αναγκαία της πίστεως, όταν έρχεσαι στην εκκλησία μία ή δύο φορές τον
χρόνο; Για την ψυχή, για το σώμα, για την αθανασία, για την Βασιλεία των
ουρανών, για την κόλασι, για την γέεννα, για την μακροθυμία τού Θεού, για την
συγχώρησι, για την μετάνοια, για το βάπτισμα, για την άφεσι των αμαρτιών, γι’
αυτή την δημιουργία, την ουράνια και την επίγεια, για την φύσι των αγγέλων, για
την κακουργία των δαιμόνων, για τα τεχνάσματα του διαβόλου, για τον τρόπο ζωής
των Χριστιανών, για τα δόγματα, για την ορθή πίστι, για τις διεφθαρμένες
αιρέσεις;» (Λόγος εις το άγιον Βάπτισμα).
Παραπονείται
για την αδιαφορία των Χριστιανών για τα πνευματικά. Ερμηνεύων το τού Κυρίου
«Ζητείτε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού και ταύτα
πάντα προστεθήσεται ημίν» (Ματθαίου ΣΤ’, 33), αναφέρει: «Προσέξτε, μη
ζητείτε, λέγει ο Κύριος, τα τού παρόντος βίου διόλου. Εμείς όμως συνεχώς αυτά
ζητούμε. Λέγει να επιζητείτε τα επουράνια. Εμείς όμως ούτε για λίγη ώρα δεν τα
επιζητούμε. Ίσα ίσα όση μέριμνα επιδεικνύουμε για τα βιωτικά, τόσην ολιγωρία
και αδιαφορία έχουμε για τα πνευματικά. Μάλλον δε η αδιαφορία μας είναι πολύ
περισσότερη»(Ομιλία ΚΒ’ εις τον Ματθαίον).
Είχε δε ο ιερός Πατήρ πρόβλημα με το
ακροατήριόν του. Άλλοτε συνωθούντο, άλλοτε εξηφανίζοντο.
Κάποια μεγάλη Τεσσαρακοστή συνέβη το
εξής: Αρχίζει την Καθαρά Δευτέρα την ερμηνείαν εις την εξαήμερον τού Μωυσέως,
τις εξ δηλαδή ημέρες της δημιουργίας. Ομιλία πρώτη: «Χαίρω και
ευφραίνομαι γιατί βλέπω να στολίζεται η Εκκλησία τού Θεού με το πλήθος των
παιδιών της. Σάς βλέπω όλους να τρέχετε προς τον ναό με πολλή την χαράν». Έρχεται η Καθαρά
Τρίτη: «Είμαι γεμάτος σήμερα με χαρά μεγάλη, βλέποντας τα
αγαπημένα σας πρόσωπα». Τα ίδια και την Καθαρά Πέμπτη: «Βλέποντας,
αγαπητοί, την μεγάλη σας προθυμία στο να συγκεντρώνεσθε στην σύναξί μας στον
ναό, διακατέχομαι από μεγάλη χαρά και δεν παύω να δοξάζω τον φιλάνθρωπο Θεό για
την προκοπή σας». Έρχεται όμως και το Σάββατο: «Θέλω να αρχίσω την
συνειθισμένη μου διδασκαλία, αλλά διστάζω και υποφέρω. Λίγο φύσηξεν ο διάβολος
και ξεχάσατε όλη την προηγούμενη διδασκαλία και την καθημερινή παραίνεσι.
Τρέξατε οι πάντες στην σατανική εκείνη πομπή, στον Ιππόδρομο. Βγάλατε από τις
ψυχές σας την σύνεσι της αγίας Τεσσαρακοστής και πέσατε στα δίχτυα τού
διαβόλου». Κρίμα στα τόσα κηρύγματα.
Συνέβαιναν όμως διάφορα παράξενα
πράγματα. Πολλοί από τους ακροατάς νύσταζαν, άλλοι δεν πρόσεχαν ή πρόσεχαν
άλλου.
«Αλλά ξυπνήστε και αφήστε την βαρυεστημάρα. Σάς κηρύττουμε ερμηνεύοντες την
Αγία Γραφή, και σεις αντί να προσέχετε παίρνετε τα μάτια σας από μένα και κοιτάτε
προσεκτικά τις λαμπάδες και τον νεωκόρο που τις ανάβει. Δεν βλέπετε τίποτε το
παράξενο, ούτε κάτι το παράδοξο. Βλέπετε ένα άνθρωπο που κάνη συνηθισμένα
πράγματα. Και όμως στρέφετε προς τα εκεί τα πρόσωπα σας» (Λόγος Δ’ εις την
Γένεσιν). Πολλοί βαρυόντουσαν τα συνεχή κηρύγματα. Πήγαιναν στα πρώτα και
σιγά-σιγά αραίωναν: «Τι συμβαίνει; Όσο προχωρούν οι εορτές, τόσον
και οι συγκεντρώσεις γίνονται αραιότερες. Αλλ’ ας μη βαρυόμαστε εμείς οι
παρόντες. Αυτές οι συνάξεις γίνονται αραιότερες ως προς το πλήθος, αλλ’ όχι ως
προς την προθυμία. Λιγότερες σε αριθμό, αλλ’ όχι και στον ιερό πόθο» (Ομιλία προς τους
εγκαταλείψαντας την σύναξιν της Εκκλησίας).
Οι δε
Κωνσταντινουπολίτες ήσαν λίαν ευπαθείς και στις καιρικές συνθήκες. Καταπέλτης ο
ιερός Πατήρ: «Τι
συμβαίνει λοιπόν; Έπρεπε όλη η Πόλις να είναι εδώ, παρούσα σήμερον. Και όμως
ελάχιστοι από τους πιστούς προσήλθαν. Γιατί άραγε; Μήπως αίτιον είναι η λάσπη
και η βροχή; Δεν θέλω να το πιστέψω. Δεν είναι η λάσπη αλλ’ η ραθυμία σας και η
πεσμένη σας προθυμία. Πώς μπορούν να συγχωρηθούν αυτοί που απουσιάζουν, την
στιγμή που αυτοί οι μάρτυρες που ήλθαμε να τιμήσουμε περιφρόνησαν και αυτή την
ίδια τους την ζωή; Και είναι δυνατόν να εμποδισθούν από την λάσπη;» (Ομιλία εν τη παλαιά Πέτρα).
Πιστεύει
ότι «όπου
υπάρχει πλούτος και άρπαγες εκεί ο άνθρωπος είναι λύκος. Όπου υπάρχει πλούτος
και θηριωδία εκεί βλέπω λιοντάρι και όχι άνθρωπο»( Λόγος ΣΤ’ εις τον
πτωχόν Λάζαρον). Δεν υπάρχει σχεδόν λόγος όπου να μη καταφέρεται κατά της
ασπλαχνίας των πλουσίων και της ανάγκης για φιλανθρωπία και ελεημοσύνη.
ΟΙ αντίπαλοί του τον
κατηγορούσαν: «Αεί
κολλάσαι τοις πλουσίοις».
Και απαντούσε: «Κολλώμαι
πλουσίοις ότι κολλώνται πτωχοίς». Αυτός ο άνισος αγών τον ωδήγησε στην εξορία και τον
μαρτυρικό θάνατο. Όμως ποτέ δεν υπεχώρησε καίτοι εγνώριζε τι τον περιμένει.
Ας επανέλθουμε όμως στο παράπονο του
ιερού Πατρός για την συμπεριφορά των Χριστιανών μέσα στον ναό: «Όταν γίνεται
προσευχή, νέοι και γέροντες κάθονται ψυχροί. Ανάξιοι και καθάρματα μάλλον παρά
νέοι, καγχάζοντας, συνομιλούντες και κοροϊδεύοντες αλλήλους, καθισμένοι στα
γόνατα… Βλέπετε πόση κακία κατέχει την οικουμένη… Βλέπω και άλλους να
κουβεντιάζουν όρθιοι, ενώ τελείται η θεία Λειτουργία. Οι δε πιο ανόητοι απ’
αυτούς, όχι μόνον την ώρα της προσευχής αλλά και την ώρα που δέχονται την
ευλογίαν του ιερέως. Τι τόλμη, Θεέ μου, πότε θα έλθη η σωτηρία; Πώς θα
μπορέσουμε να εξιλεώσουμε τον Θεό; Δεν καταλαβαίνεις ότι συμπροσεύχεσαι με
αγγέλους; Με αυτούς συμψάλλεις, με αυτούς υμνείς και στέκεσαι και γελάς; Δεν
φοβάσαι τον Θεό;» (Ομιλία ΚΔ΄ εις τας Πράξεις).
Και εντός τού ναού ευρισκόμενοι «ενωτισθώμεν» τα παράπονα
τού ιερού Πατρός διά τους μετέχοντας εις την θείαν Ευχαριστίαν. Ερωτά κατά
πρώτον: «Ποιους πρέπει να παραδεχθούμε; Αυτούς που κοινωνούν μια
φορά τον χρόνο; Αυτούς που κοινωνούν πολλές φορές; Αυτούς που κοινωνούν λίγες;
Ούτε τους άπαξ, ούτε τους πολλάκις, ούτε τους ολιγάκις. Αλλά μόνον αυτούς που
έχουν καθαρή συνείδησι. Αυτούς που έχουν καθαρή καρδιά και βίον ανεπίληπτον.
Αυτοί μπορούν να προσέρχωνται πάντοτε. Οι άλλοι ούτε μία φορά τον χρόνο. Γιατί
παίρνουν κρίμα καταδίκη, κόλασι και τιμωρία» (Ομιλία ΙΖ’ εις την
προς Εβραίους). Και αλλού λέγει: «Γνωρίζω ότι πολλοί
από σας θα έλθουν να κοινωνήσουν επειδή ήλθε κάποια εορτή. Σας είπα και σας
ξαναείπα: δεν πρέπει να εξετάζετε πότε θα έλθη η εορτή για να κοινωνήσετε, αλλά
να καθαρίζετε την συνείδησί σας και τότε να εγγίζετε αυτή την ιερά θυσία. Γιατί
ο μαγαρισμένος και ο ακάθαρτος, έστω και αν έλθη εορτή δεν δικαιούται να
κοινωνήση εκείνη την άγια και φρικτή σάρκα. Ο καθαρός όμως, αυτός πού με ακριβή
μετάνοια έχει σφογγίση τα πλημμελήματά του, και κατά την εορτή και πάντοτε
μπορεί να συμμετέχη στα θεία Μυστήρια και έτσι να γίνεται άξιος των δωρεών του
Θεού. Όμως μερικοί τα περιφρονούν όλα αυτά και ενώ είναι γεμάτοι από μύρια
κακά, σαν δουν να έρχεται η εορτή, σαν να τους σπρώχνη κάτι, εγγίζουν τα
άχραντα Μυστήρια, τα οποία ενώ είναι τέτοιοι ούτε να δουν δεν επιτρέπεται» (Λόγος εις το άγιον
Βάπτισμα).
Για την μετοχή στην
θεία Ευχαριστία χρειάζεται επιμελής προετοιμασία: «Σας παρακαλώ, όταν πρόκειται να
μετάσχετε στην θεία Κοινωνία, πρέπει πριν από πολλές ημέρες να καθαρίζετε τους
εαυτούς σας με μετάνοια, προσευχή, ελεημοσύνη και με απασχόληση στην πνευματική
ζωή»
(Λόγος ΣΤ’ «Περί Ακατάληπτου»).
Ασχολείται εις πολλάς του ομιλίας με
τον τρόπο προσελκύσεως εις την θείαν Κοινωνίαν
και παραπονείται εντόνως διά την συμπεριφορά των Χριστιανών: «Υπάρχει ένα
αμάρτημα. Ποιο; Το να μη προσέρχεσθε με φρίκη, αλλά κλωτσώντας, χτυπώντας,
γεμάτοι θυμό, φωνάζοντας, κοροϊδεύοντας, σπρώχνοντας ο ένας τον άλλον, γεμάτοι
ταραχή… Στην αγορά να υπάρχη ησυχία και στην εκκλησία κραυγές; Στο πέλαγος
γαλήνη και στο λιμάνι τρικυμία; Γιατί θορυβείς; Πες μου, άνθρωπε μου, γιατί
βιάζεσαι; Υπάρχει η ανάγκη κάποιων πραγμάτων; Αλλ’ είναι δυνατόν να σκέπτεσαι
κάποιες υποθέσεις, κατ’ αυτήν την ώρα; Θυμάσαι ότι ευρίσκεσαι στην γη; Νομίζεις
ότι ευρίσκεσαι ανάμεσα σε ανθρώπους; Και δεν είναι το μυαλό σου σκέτη πέτρα, το
να νομίζης κατ’ αυτόν τον καιρό ότι πατάς στην γη και ότι δεν συγχορεύεις με
τους αγγέλους; Μυστήρια λέγονται και όντως είναι. Όπου δε υπάρχουν μυστήρια
εκεί επιβάλλεται σιγή. Με πολλήν λοιπόν σιγή, με πολλή ευταξία, με την πρέπουσα
ευλάβεια να προσερχώμεθα σ’ αυτήν την θυσία» (Λόγος εις το άγιον
Βάπτισμα).
«Αφήστε λοιπόν,
κραυγάζει ο Πατήρ, αφήστε τα φαγητά και τα μαγικά. Αξιοθαύμαστο και μοναδικό
φαγητό είναι ο Σταυρός. Αυτός έχει μεγίστην ισχύ. Ευτυχής η ψυχή που
επικαλείται το όνομα τού Ιησού Χριστού, που για μας σταυρώθηκε. Αυτό το όνομα
να επικαλεσθή και κάθε αρρώστια θα φύγη και κάθε επιβουλή σατανική θα
υποχώρηση» (Κατήχησις ΙΒ’). «Δεν γνωρίζεις πόσα
κατώρθωσεν ο Σταυρός; Κατέλυσε τον θάνατο, έσβησε την αμαρτία, αχρήστευσε τον
Άδη, διέλυσε την δύναμι τού διαβόλου και δεν είναι ικανός και αξιόπιστος να σού
δώση την υγεία τού σώματος; Ανέστησε όλη την οικουμένη και συ δεν τον
εμπιστεύεσαι;» (Λόγος εις τον Σταυρόν).
Υπάρχουν κάποιες φεμινίστριες της
συμφοράς που ανιστορήτως κατηγορούν τους αγίους Πατέρας επί μισογυνισμώ. Απ’
αυτή την συκοφαντία (διότι περί συκοφαντίας πρόκειται) δεν εξαιρείται ο άγιός
μας. Τιμά τις αγαθοπροαίρετες, ελέγχει τις ελαφρόμυαλες. Λέγει (και πολύ
σωστά):
«Μέγαν αγαθόν γυνή, ωσπερούν και κακόν μέγα» (ομιλία Κ’ εις την
προς Εβραίους). Με αυτό το «μέγα αγαθόν» ο ιερός Πατήρ είχε
στενάς και επωφελείς σχέσεις. Η Ολυμπιάς, η Πενταδία, η Πρόκλη, η Σαλβίνα, ήσαν
από αυτές. Δεν είχεν όμως σχέσεις με το «μέγα κακόν». Τις «ανασείστριες και
ταραξάνδριες» γυναίκες, την Ευγραφία, την Μάρσα, την Καστρικία. Δεν ανείχετο
τον προκλητικόν τρόπον ζωής των. «Γραίδες ούσαι διό τον χρόνον, τι
ανηβάν παραβιάζεσθε το σώμα, βροστρύχους επί τού μετώπου φέρουσαι καθαπερ
εταιρίδες, υβρίζουσαι και τας λοιπάς ελευθέρας, επί απάτη των συντυγχανόντων
και τούτο χήραι;» (Παλλαδίου, Βίος Ι. Χρυσοστόμου κεφ. Δ’ και
Η’).
Άλλ’ ας έλθουμε σε κάποια αλλά
παράπονα. Ασχάλλει ο άγιος διά τις ιεροκατηγορίες: «Ακονίζουμε την
γλώσσα μας κατά των ιερέων» (ομιλία ΠΣΤ’ εις το κατά Ιωάννην). «Εάν αυτοί που
κακολογούν τον πατέρα ή την μητέρα τους πρέπει να θανατώνονται (κατά την Παλαιά
Διαθήκη), ποιας τιμωρίας θα είναι άξιος αυτός που τολμά να κατηγορήση εκείνον
που είναι κατά πολύ αναγκαιότερος και καλύτερος από τους γονείς; Και δεν φοβάται
μήπως ανοίξη η γη και τον καταπιή ή μήπως πέσει κεραυνός απ’ τον ουρανό και
κατακαύση την κατηγορούσα γλώσσα του;» (Ομιλία εις
Πρίσκιλλαν και Ακύλαν). Η χάρις των μυστηρίων δεν εξαρτάται από το ποιόν
του τελούντος κληρικού. Ο κληρικός απλώς «την εαυτού δανείζει
γλώτταν και την εαυτού παρέχει χείρα» (ομιλία ΠΣΤ’ εις το
κατά Ιωάννην). Ο ιδιωτικός βίος τού κληρικού δεν παρακωλύει τον αγιασμόν των
μυστηρίων. «Και δι’ αναξίων είωθεν ο Θεός ενεργείν» (Ομιλία Η’ εις την Α’
προς Κορινθίους). «Δεν μας χαρίζεται η χάρις τού άγιου
Πνεύματος εξ αίτιας της αρετής των ιερέων. Αυτός καθήκον έχει να ανοίγη το
στόμα του, το παν είναι έργον Θεού» (ομιλία ΠΣΤ’ εις το
κατά Ιωάννην). Και διά να μη παρεξηγηθεί προσθέτει: «Τα λέγω αυτά χωρίς
να παραδέχωμαι αυτούς που αναξίως μετέρχονται την ιερωσύνη. Τουναντίον ….
ΒΛΑΣΦΗΜΙΑ ΘΕΟΥ
Τους εν τη πόλει βλασφημούντας
ΣΩΦΡΟΝΙΣΑΤΕ.
Καν ακούσης τινας αμφοδώ ή εν αγορά
βλασφημουντας τον Θεον, ΠΡΟΣΕΛΘΕ, επιτίμησον,
ΚΑΝ ΠΛΗΓΑΣ ΕΠΙΘΕΙΝΑΙ ΔΕΗ,
ΜΗ ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ (και αν πρέπει να τον δείρης,
να μη διστάσης).
ΡΑΠΙΣΟΝ ΑΥΤΟΥ ΤΗΝ ΟΨΙΝ,
ΣΥΝΤΡΙΨΟΝ ΤΟ ΣΤΟΜΑ,
ΑΓΙΑΣΟΝ ΣΟΥ ΤΗΝ ΧΕΙΡΑ ΔΙΑ ΤΗΣ
ΠΛΗΓΗΣ.
Καν εις δικαστήριον έλθωσιν, ειπέ
μετά παρρησίας, ότι τον βασιλέα των αγγέλων εβλασφήμησεν.
ΚΟΛΑΣΩΜΕΝ των βλασφήμων την μανίαν, σωφρονίσωμεν
αυτών την διάνοιαν, προνοήσωμεν αυτών της σωτηρίας.
Καν αποθανείν δέη τούτο ποιούντας, μέγα
ημίν οίσει το πράγμα κέρδος.
ΜΗ ΠΑΡΙΔΩΜΕΝ ΤΟΝ ΚΟΙΝΟΝ
ΥΒΡΙΖΟΜΕΝΟΝ ΔΕΣΠΟΤΗΝ. ΜΕΓΑ ΤΙ ΤΕΞΕΤΑΙ ΤΗ ΠΟΛΕΙ ΚΑΚΟΝ. ΤΟ ΤΑ ΤΟΙΑΥΤΑ ΠΑΡΟΡΑΝ (ΕΠΕ 30,348.31,642).
ΚΑΛΟΣΥΝΗ ΣΤΑ ΖΩΑ
«Οφείλουμε να δείξουμε στα ζώα μεγάλη
καλοσύνη και ευγένεια για πολλούς λόγους. Αλλά πάνω απ’ όλα επειδή έχουμε την ίδια καταγωγή».
ΠΕΡΙ
ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
Παρουσία
Πέτρου στη Ρώμη
In Petrum et Paulum
Εις τους κορυφαίους των αποστόλων Πέτρον και Παύλον και το αυτό
μαρτύριον ενδοξότατον.
Σταύρωση Πέτρου: PG 59. 494.
«Χαίροις, Πέτρε, ο του ξύλου του σταυρού απολαύσας, και καθ’ ομοιότητα
του Διδασκάλου σταυρωθήναι μη θελήσας εν ορθίω τω σχήματι, καθώς ο Δεσπότης
ημών, αλλά μάλλον επί κεφαλήν, ως εις ουρανόν την πορείαν επί γης ποιούμενος».
Κοίμηση Πέτρου στη Ρώμη: PG 59. 495-496
«Έστιν ουν ο μακάριος Πέτρος ο του Χριστού απόστολος από Βηθσαϊδά της
Γαλιλαίας, ένθα ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός τας πλείστας θαυματουργίας
ειργάσατο, εξ ης και ο Φίλιππος ώρμητο πόλεως, ο δε μακάριος Παύλος από Ταρσού
της Κιλικίας. Κεκοίμηνται δε αμφότεροι εν τη μεγαλοπόλει Ρώμη τη αρχαία μηνί
Ιουνίω, εικάδι εννάτη, επί Νέρωνος του ανομωτάτου βασιλέων αναιρεθέντες, και
προς τον διδάσκαλον και Κύριον των απάντων μετά πλείστας πραγματείας
αφικόμενοι».
Πέτρος, διάδοχος Χριστού: Λόγος 2. 1. PG 48. 632
Ι. Χρυσοστόμου: De sacerdotio
Προς τον εγκαλούντα επί το διαφυγείν την ιερωσύνην
«δια τι και το αίμα εξέχεεν (ο
Κύριος); Ίνα τα πρόβατα κτήσηται ταύτα α τω Πέτρω και τοις μετ’ εκείνον
ενεχείριζεν».
ΠΕΡΙ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΩΝ ΚΑΙ ΧΡΟΝΩΝ
§ 5. Και όπως τώρα προτιμάται να τα
υπομένετε όλα, παρά να αλλάξετε τη συνήθεια, έτσι έπρεπε αυτή να την
περιφρονείτε και να προτιμάτε να υποφέρετε τα πάντα και να κάμνετε το κάθε τι,
ώστε να προσέρχεσθε χωρίς αμαρτήματα στη θεία ευχαριστία. Το ότι ο Θεός
αδιαφορεί για τη διαφύλαξη ορισμένων ημερών, άκουσέ τον τι λέγει όταν κρίνει˙
πεινώντα με είδετε και εθρέψατε, διψώντα και εποτίσατε, γυμνόν και περιεβάλετε˙
ενώ τους ευρισκομένους στα αριστερά του τους κατηγορεί με τα αντίθετα από αυτά.
Και πάλι προσάγοντας άλλον για την μνησικακία, τον κολάζει λέγοντας˙ πονηρέ
δούλε, πάσαν την οφειλήν εκείνην αφήκά σοι˙ έδει και σε ελεήσαι τον συνδούλον
σου, ως και εγώ σε ηλέησα. Πάλι τις παρθένες, επειδή δεν είχαν λάδι στις λαμπάδες
τους, τις απέκλεισε από τον νυμφώνα. Άλλον πάλι τον απέκλεισε επειδή εισήλθε μη
έχοντας ένδυμα γάμου, αλλά με ρυπαρά ενδύματα, δηλαδή την πορνεία και την
ακαθαρσία. Αλλά κανείς δεν αποκλείσθηκε
επειδή τέλεσε το Πάσχα αυτόν ή τον άλλο μήνα….
Και γιατί να ομιλώ για μας, που έχουμε
απαλλαγή από κάθε νομική υποχρέωση και βρίσκεται το πολίτευμά μας επάνω στους
ουρανούς, όπου δεν υπάρχουν μήνες και ήλιος και σελήνη και κύκλοι ετών;…
§ 6. Ας μη φιλονικούμε λοιπόν, ούτε
και να λέμε εκείνο, ότι δηλαδή τόσα χρόνια νήστευα έτσι και τώρα θα αλλάξω;
Άλλαξε ακριβώς γι’ αυτό και μόνο˙ επειδή για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα
αποκόπηκες από την Εκκλησία, γύρισε τώρα πίσω στην μητέρα. Κανείς δεν λέγει,
επειδή για τόσο χρόνο παρέμενα στην έχθρα, ντρέπομαι τώρα να συμφιλιωθώ. Γιατί
ντροπή είναι όχι η προς το καλύτερο μεταβολή αλλά η παραμονή στην άκαιρη
φιλονικία. …
Ας μην επιστρέφουμε λοιπόν προς τα πρώτα, την
στιγμή που ήρθαν τα τελειότερα, κι ούτε να φυλάσσουμε ακόμη ημέρες και εποχές
και έτη, αλλά παντού ας ακολουθούμε με κάθε ακρίβεια την Εκκλησία, προτιμώντας
πάνω απ’ όλα την αγάπη και την ειρήνη. Γιατί, κι αν ακόμη η Εκκλησία διέπραττε
σφάλμα, δεν θα ήταν το κατόρθωμα από την ακριβή τήρηση των χρόνων τόσο μεγάλο,
όσο είναι το έγκλημα που προέρχεται από τη διαίρεση και το σχίσμα.
Τώρα δεν έχει για μένα καμιά σημασία η τήρηση
του καιρού, αφού, όπως αποδείξαμε, δεν έχει ούτε για τον Θεό σημασία. Άλλωστε
για το θέμα αυτό αφιέρωσα πολλούς λόγους. Αλλά ένα μόνο πράγμα ζητώ˙ το να
κάνουμε τα πάντα με ειρήνη και ομόνοια και όταν εμείς και όλος ο λαός
νηστεύουμε και οι ιερείς αναπέμπουν τις κοινές υπέρ της οικουμένης ευχές, συ να
μην παραμένεις στο σπίτι μεθυσμένος.
Ούτε η Εκκλησία ανεγνώριζε την υποχρεωτική
και ακριβή τήρηση των καιρών. Αλλ’ επειδή από την αρχή φάνηκε καλό στους
Πατέρες που ήταν διασκορπισμένοι παντού, να συνέλθουν και να ορίσουν την ημέρα
αυτή, η Εκκλησία τιμώντας πάντοτε την συμφωνία και αγαπώντας την ομόνοια,
αποδέχθηκε την απόφαση. Για το ότι και σε μας και σε σας και σε οποιονδήποτε
άλλον είναι αδύνατο να καθορίσει επακριβώς την ημέρα, κατά την οποία ο Κύριος
τέλεσε το μυστήριο, αποδείχθηκε ικανοποιητικά με τα όσα έχουν λεχθή.
Ας μη σκιαμαχούμε, λοιπόν, κι ας μη βλάπτουμε
τους εαυτούς μας στα μεγάλα πράγματα, φιλονικώντας για τα ανάξια λόγου. Γιατί
δεν αποτελεί έγκλημα το να νηστεύουμε αυτή η την άλλη περίοδο, αλλά έγκλημα,
και μάλιστα ασυγχώρητο και άξιο καταδίκης και πρόξενο μεγάλης τιμωρίας, είναι η διαίρεση της Εκκλησίας, ο
διαπληκτισμός, η σπορά της διχόνοιας και η συνεχής αποστέρηση του εαυτού μας από
τις συνάξεις των πιστών.
Γι’ αυτό τερματίζοντας εδώ την ομιλία,
ας ευχηθούμε από κοινού όλοι, να επιστρέψουν οι αδελφοί μας κοντά μας, και αφού
ασπασθούν την ειρήνη, αποφύγουν την άκαιρη φιλονικία, καταγελάσουν την
ψυχρότητα των αισθημάτων τους, σκεφθούν πιο σοβαρά και απαλλαγούν από την
τήρηση των ημερών, όλοι μαζί τότε μ’ ένα στόμα να δοξάζουμε τον Θεό και Πατέρα
του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και το κράτος, τώρα και
πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΕΡΙ ΝΗΣΤΕΙΑΣ
Ν η σ τ ε ύ ε ι ς ; Απόδειξέ το μέσα
από τα έργα σου….
Ε ά ν δεις φτωχό, να τον ελεήσεις
E ά ν δεις εχθρό, να συμφιλιωθείς μαζί
του
Ε ά ν δεις μια όμορφη γυναίκα, να μην
την κοιτάξεις
Ας μη νηστεύει μόνον το στόμα… αλλά
και το μάτι και η ακοή και τα χέρια και τα πόδια και όλα τα μέλη του σώματος.
Τα χέρια, από την αρπαγή και την
πλεονεξία
Τα πόδια, από τους δρόμους που οδηγούν
σε αμαρτωλά θεάματα
Τα μάτια, να μην πέφτουν λάγνα πάνω σε
όμορφα πρόσωπα ούτε να περιεργάζονται τα κάλλη άλλων.
Δεν τρως κρέας;
Τα μάτια σου, ας μη φάνε την ακολασία
Η ακοή σου, ας μη δέχεται κακολογίες
και διαβολές
Το στόμα, ας νηστεύσει από αισχρά
λόγια και λοιδορίες.
Αφού δεν είμαστε σαν τα ζώα, γιατί πρέπει να
δαγκώνουμε και να τρώμε τους αδελφούς μας;
ΠΛΑΝΗ
ΕΚΛΕΚΤΩΝ
PG 58.693 ΟΜΙΛΙΑ ΟS΄: 58.695: «Και ει μη
εκολοβώθησαν αι ημέραι εκείναι, ουκ αν εσώθη πάσα σάρξ. δια δε τους
εκλεκτούς κολοβωθήσονται αι ημέραι εκείναι….. β΄. Τίνας δε ενταύθα φησί τους
εκλεκτούς; Τους πιστούς τους εν μέσοις απειλημμένους αυτοίς». 58696: «Τότε εάν
τις υμίν είπη. Ιδού ώδε ο Χριστός, ή ώδε, μη πιστεύσητε. Εγερθήσονται γαρ
ψευδόχριστοι και ψευδοπροφήται, και δώσουσι σημεία και τέρατα, ώστε πλανήσαι,
ει δυνατόν, και τους εκλεκτούς». 58697: ¨Τότε ουν εάν τις υμίν είπη, φησίν, Ώδε
ο Χριστός, ή ώδε, μη πιστεύσητε….. Ελεύσονται γαρ, φησί, και απατήσουσι πολλούς.
οι δε προ της δευτέρας αυτού παρουσίας, οι και εκείνων ήσαν πικρότεροι. Δώσουσι
γαρ, φησί, σημμεία και τέρατα, ώστε πλανήσαι, ει δυνατόν, και τους εκλεκτούς.
Ενταύθα τον αντίχρηστον φησί, και δείκνυσί τινας και διακονησομένους αυτώ…..
Και όρα πως ασφαλίζεται. Μη εξέλθητε, φησί, εις την έρημον, μη εισέλθητε εις τα
ταμεία. Ουκ είπεν, Απέλθετε και μη πιστεύσητε. αλλά, Μη εξέλθητε.
Και γαρ πολλή τότε η απάτη, δια το και σημεία γίνεσθαι απάτης….. Ει γαρ ο
Ιουυδαϊκός πόλεμος δια τους εκλεκτούς εκολοβώθη, πολλώ μάλλον ούτος ο πειρασμός
συσταλήσεται δια τους αυτούς τούτους». 58.698: «τότε δε πάλιν Αποστελεί τους
αγγέλους αυτού μετά σάλπιγγος μεγάλης, και συνάξουσι τους εκλεκτούς εκ των
τεσσάρων ανέμων, απ’ άκρων των ουρανών έως άκρων αυτών».
Αλλά
ποιοι είναι οι εκλεκτοί; Ο εκλεκτός είναι ο εκλεγείς από το Θεό, ο «μακάριος»
(Ψ. ξδ΄ 5). «Πολλοί οι κλητοί, ολίγοι οι εκλεκτοί», όπου ο Παύλος είναι
κατηγορηματικός: «Τις εγκαλέσει κατά εκλεκτών Θεού;» οι εκλεκτοί αποτελούν το
σώμα του Χριστού: «αξίως περιπατήσαι της κλήσεως ης εκλήθητε» (Εφ. 4. 1-4). Οι
Χριστιανοί «ως εκλεκτοί του Θεού άγιοι και ηγαπημένοι» (Κολ. 3. 12). Στην
Αποκάλυψη, οι εκλεκτοί θα ζήσουν αιωνίως, για τον αγώνα τους, κατά των
εκπροσώπων του κακού: «ούτοι μετά του αρνίου πολεμήσουσι, και το αρνίον νικήσει
αυτούς, ότι Κύριος κυρίων εστί και Βασιλεύς βασιλέων και οι μετ’ αυτού κλητοί
και εκλεκτοί και πιστοί» (Απκ. 17. 14).
Επομένως,
οι εκλεκτοί είναι οι άγιοι του Θεού, οι αγαπημένοι, που θα ζήσουν αιώνια, για
τον αγώνα τους κατά του κακού και άρα είναι εκείνοι, που δεν θα πλανηθούν από
τον Αντίχρηστο. Αυτό το: «ει δυνατόν» αυτό ακριβώς θέλει να ειπεί, ότι «δεν θα
πλανηθούν», δεν θα παραπλανηθούν, γιατί είναι οι άγιοι και οι εκλεκτοί του
Θεού. Αλλοίμονο, αν επλανώντο! Τότε, -αν είχαν πλανηθεί-, πως με τη σάλπιγγα
του αγγέλου του Θεού θα μαζεύονταν όλοι οι εκλεκτοί από τα πέρατα του κόσμου
(κατά Χρυσόστομο), αφού θα είχαν πλανηθεί!!! Να κάνουν τι; Να ζήσουν αιώνια οι
«πλανηθέντες» εκλεκτοί;
Θα
προσπαθήσει λοιπόν ο Αντίχριστος να παραπλανήσει ακόμη και τους εκλεκτούς του
Θεού, αλλά δεν θα τα καταφέρει.
ΠΡΟΣΕΥΧΗ
ΥΠΕΡ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ
Ιω.
Χρυσόστομος: «β΄. Μιμού τον Θεόν. Ει πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι, εικότως
υπέρ απάντων δει εύχεσθαι, ει πάντας αυτός ηθέλησε σωθήναι, θέλε και συ, ει δε
θέλεις, εύχου, των γαρ τοιούτων εστί το εύχεσθαι. Οράς πως πανταχόθεν την ψυχήν
έπεισεν, ώστε και υπέρ Ελλήνων εύχεσθαι; Και το κέρδος δείκνυς όσον εκ
τούτου τίκτεται, ίνα ήρεμον, φησί, και ησύχιον βίον διάγωμεν και το πολλώ
τούτου μείζων, ότι και τω Θεώ τούτο δοκεί, και ότι όμοιοι αυτώ κατά τούτο
γινόμεθα, κατά το τα αυτά αυτώ θέλειν. Ικανά ταύτα δυσωπήσαι και θηρίον. Μη
τοίνυν φοβηθής υπέρ Ελλήνων ευχόμενος και αυτός τούτο βούλεται, φοβήθητι το
κατεύξασθαι μόνον, τούτο γαρ ου βούλεται. Ει δε υπέρ Ελλήνων εύξασθαι χρη, και
υπέρ αιρετικών δήλον ότι υπέρ γαρ απάντων ανθρώπων εύχεσθαι δει, ου διώκειν…»
(PG 62, 536).
Μετάφραση. Μιμήσου τον Θεό. Εάν θέλει (ο Θεός)
να σωθούν πάντες οι άνθρωποι, είναι εύλογο ότι κι εσύ θα πρέπει να εύχεσαι υπέρ
πάντων. Εάν αυτός (ο Θεός) θέλησε πάντες οι άνθρωποι να σωθούν, να θέλεις κι
εσύ το ίδιο. Αν θέλεις το ίδιο τότε να εύχεσαι διότι των τοιούτων είναι το να
εύχεσαι. Βλέπεις πως πανταχόθεν την ψυχή προτρέπει, ώστε και υπέρ των Ελλήνων
εύχεσθαι. Και το κέρδος δείχνει όσο προκύπτει από αυτή την πράξη, για να
διάγουμε ήρεμο κι ήσυχο βίο, και το περισσότερο από αυτό, θέλημα Θεού είναι,
διότι γινόμαστε όμοιοι με αυτόν επειδή θέλουμε κι εμείς αυτά που θέλει ο Θεός.
Όλα αυτά είναι ικανά να κατευνάσουν και θηρίο. Μη φοβηθείς όταν εύχεσαι υπέρ
των Ελλήνων διότι και ο Θεός αυτό θέλει. Να φοβάσαι μόνον το να εύχεσαι
εναντίον τους, διότι αυτό δεν το θέλει ο Θεός. Εάν χρειάζεται να εύχεσαι υπέρ
των Ελλήνων, και υπέρ των αιρετικών θα πρέπει να κανείς το ίδιο, διότι θα
πρέπει να εύχεσαι υπέρ πάντων των ανθρώπων και να μην διώκεις κανέναν».
ΥΒΡΙΣ
«Ιδού
σας στέλνω σαν πρόβατα ανάμεσα σε λύκους να είσθε φρόνιμοι σαν τα φίδια, ώστε
να μην εκθέτετε τον εαυτό σας σε άσκοπους κινδύνους, και άκακοι σαν τα
περιστέρια» (Ματθ. ι΄ 16).
«Ιδού,
σας στέλνω σαν πρόβατα ανάμεσα σε λύκους να είσθε φρόνιμοι σαν τα φίδια, ώστε
να μην εκθέτετε τον εαυτό σας σε άσκοπους κινδύνους, και άκακοι σαν τα
περιστέρια». Τι λες; Βρισκόμαστε ανάμεσα σε λύκους και μας δίνεις εντολή να
είμαστε σαν πρόβατα και σαν τα περιστέρια; Ναι, λέγει, διότι τίποτε δεν αλλάζει
τη διαγωγή του κακοποιού τόσο, όσο το να υπομένουμε με γενναιότητα όσα μας
κάνει και να μην ανταποδίδουμε την κακία, ούτε με λόγια, ούτε με έργα. Αυτό κι
εμάς, μας κάνει περισσότερο στοχαστικούς και μεγαλύτερο μισθό μας φέρνει και
εκείνους ωφελεί. Αλλά σε έβρισε ο τάδε; Συ ευχήσου γι αυτόν. Πρόσεξε πόσο
κερδίζεις από αυτό: έσβησες το κακό, ετοίμασες μισθό για τον εαυτό σου, άλλαξες
τη διαγωγή εκείνου, και συ δεν έπαθες κανένα κακό» (Εις την προς Εβραίους,
ομιλ. Α΄, ΕΠΕ 25, 298).
ΦΙΛΟΣΤΟΡΓΙΑ
«Όπως ακριβώς στην περίπτωση των
νηπίων, κι’ αν να ακόμη το παιδί που υποβαστάζεται, χτυπάει το πρόσωπο του
πατέρα, δεν μειώνεται καθόλου η φιλοστοργία του προς αυτό, έτσι και στη δική
μας περίπτωση, κι’ όταν ακόμη πληγωνόμαστε από τους ανθρώπους, που βρίσκονται
έξω από το χώρο της Εκκλησίας, δεν πρέπει να μειώνεται καθόλου η συμπάθειά μας
προς αυτούς» (Α’ προς Τιμόθεον, ΕΠΕ 23,
212-214).