ΘΑΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΗΜΕΙΑ
Τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν ΜΑΤΘΑΙΟΥ τοῦ Νέου Ὁμολογητοῦ, Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος (+ 1950)
Καθηγητοῦ Ἀντωνίου Μάρκου
Εἰσαγωγή
Ὁ μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος Ματθαῖος εἶναι μία τῶν μεγαλυτέρων ἐκκλησιαστικῶν μορφῶν τοῦ 20ου αἰ. Ἀσκητής στήν ἔρημο τοῦ Ἄθωνα, ἀπό τούς πλέον γνωστούς Πνευματικούς τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἱδρυτικό μέλος τοῦ Ἱεροῦ Συνδέσμου τῶν Ζηλωτῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων, κτίτορας Μονῶν καί Μοναστικός Πατέρας, στυλοβάτης τῆς Ὀρθοδοξίας ὡς Ἱερομόναχος, Ἐπίσκοπος Βρεσθένης (1935 – 1949) καί Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν (1949 – 1950), θαυματουργός πρό καί μετά θάνατον, Μυροβλύτης καί Ἰαματικός, Νέος Ὁμολογητής τῆς Ὀρθοδοξίας καί νεοφανής Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ ἀοίδημος Πρωθιεράρχης τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὑπῆρξε ἀληθινά μία Ἁγιοπατερική μορφή. Πολύ νωρίς, ἤδη ἀπό τήν περίοδο τῆς ἀσκήσεώς του στόν Ἄθωνα καί τῶν ἐξόδων του στόν κόσμο (τό 1911 καί τό 1922), οἱ πιστοί τόν ἀποκαλοῦσαν ὄχι μέ τό ὄνομά του, ἀλλά μέ τήν χαρακτηριστική ἔκφραση «ὁ Ἅγιος Πατέρας»! Ὡς Ἅγιο Πατέρα τόν δέχθηκε καί τόν τίμησε τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, πολύ πρίν τήν ὁσιακή του κοίμηση καί ὑπάρχουν πολλοί εὐσεβεῖς καί ἀξιόπιστοι μάρτυρες πού καταθέτουν τήν προσωπική τους μαρτυρία γιά τήν ἁγιότητά του, «ἁγιότητα μαρτυρουμένη ὑπό τοῦ Θεοῦ, διά πλείστων ὅσων σημείων καί θαυμάτων, πρό καί μετά θάνατον».
Τά μαρτυρημένα θαύματα καί σημεῖα τοῦ ἁγ. Ματθαίου πού ἔχει ὑπ’ ὄψη του ὁ συγγραφέας (διότι ἀσφαλῶς ὑπάρχουν καί ἐκεῖνα πού δέν τοῦ εἶναι γνωστά), καταχωροῦνται στή συνέχεια μέ χρονολογική σειρά, ὅπως αὐτή προκύπτει ἀπό τίς μαρτυρίες. Ἄν ἡ χρονολογία τοῦ συμβάντος δέν εἶναι σαφής, τίθεται γενικῶς ἡ χρονολογία ἱδρύσεως τῆς Ἱ. Μ. Παναγίας (ἤ τῆς Ἱ. Μ. Μεταμορφώσεως) καί τῆς κοιμήσεώς του (1927/1950 καί 1934/1950).
Τά θαύματα καί σημεῖα τοῦ ἁγ. Ματθαίου πού δημοσιεύονται στή συνέχεια, ἔχουν καταγραφεῖ ἀπό τόν γράφοντα μετά ἀπό ἀφηγήσεις αὐτοπτῶν μαρτύρων, τά στοιχεῖα τῶν ὁποίων βρίσκονται στό σχετικό ἀρχεῖο.
Ὁ ὑποτακτικός του μ. Ἄνθιμος, ἀπό τούς πρώτους ἀδελφούς τῆς Ἱ. Μονῆς Μεταμορφώσεως, εἶχε καταγράψει τίς ἀναμνήσεις του ἀπό τόν ἅγιο Γέροντά του σέ ἕνα τετράδιο. Τό τετράδιο αὐτό παρακαλοῦσε διαφόρους Χριστιανούς νά τό ἀντιγράφουν καί ὁ ἴδιος τό μοίραζε στούς πιστούς («πρός δόξαν Θεοῦ», ὅπως ἔλεγε).
Πέραν αὐτοῦ καί ὁ ἀρχιμ. Κάλλιστος Κατσούλης, πνευματικό ἀνάστημα τοῦ ἁγ. Ματθαίου καί ἀπό τούς παλαιούς πατέρες τῆς Ἱ. Μ. Μεταμορφώσεως, κατέγραψε τίς ἀναμνήσεις του ἀπό τόν ἅγιο Γέροντά του σέ δακτυλογραφημένο τεῦχος, τό ὁποῖο διαδόθηκε φωτοτυπικά. (Τῶν δύο κειμένων ἀντίγραφα προμήθευσε στόν γράφοντα ἡ Ἱ. Μ. Ὁσίων Ἁγιορειτῶν Πατέρων Πανάκτου Βοιωτίας, πρός τούς ἀδελφούς τῆς ὁποίας ἐκφράζοντες θερμές εὐχαριστίες καί ἀπό τήν θέση αὐτή).
Τό 2002, ἡ ἀγγλικῆς καταγωγῆς Ὄλγα Moss (σύζυγος τοῦ γνωστοῦ Ἄγγλου Ἱστορικοῦ Βλαδιμήρου Moss), δημοσίευσε στό Διαδύκτιο ἐκτεταμένη βιογραφία τοῦ ἁγ. Ματθαίου, στήν ὁποία ἐπίσης περιλαμβάνονται θαύματα (http://uk.geocities.com/guilfordian2002%20/Biographies/ GlimpsesAnotherWorld.htm).
Τό 2009 ὁ Κων. Κουρῆς, ἀπό τό Βανκούβερ τοῦ Καναδᾶ, δημοσίευσε στό Διαδύκτιο μεγάλη ἀγγλόγλωσση ἐργασία του περί τοῦ ἁγ. Ματθαίου, («THE LIFE OF ST. MATTHEW THE NEW CONFESSOR (+ 1950) , Archbishop of Athens of the True Orthodox Church of Greece», Βανκούβερ Καναδᾶ 2009).
Στά προηγούμενα κείμενα ἔχουν καταχωρηθεῖ πολύ σημαντικά στοιχεῖα τοῦ πνευματικοῦ βίου τοῦ ἁγ. Ματθαίου (θαύματα καί σημεῖα), πολλά ἀπό τά ὁποῖα ὁ γράφων διασταύρωσε μέ τίς μαρτυρίες παλαιῶν μοναχῶν καί μοναζουσῶν, ἀλλά καί λαϊκῶν.
Σύντομος Βίος
Ὁ ἐν Ἁγίοις Πατήρ ἡμῶν Ματθαῖος γεννήθηκε στήν Πενέθυμο Κισσάμου Κρήτης τήν 1η Μαρτίου 1861 καί ἦταν γιός τοῦ Ἱερέως Χαραλάμπους Καρπαθάκη καί τῆς Πρεσβυτέρας Κυριακῆς. Δέκατο τέκνο τῆς εὐσεβοῦς Ἱερατικῆς οἰκογενείας, κατά τό Ἅγιο Βάπτισμα ὀνομάσθηκε Γεώργιος.
Προερχόταν ἀπό κατά παράδοση Ἱερατική οἰκογένεια (ὁ πατέρας του ἦταν ὁ 73ος γνωστός κληρικός τῆς οἰκογενείας του, ὁ πρεσβύτερος ἀδελφός του 74ος καί ὁ ἴδιος 75ος !). Ἤδη ἀπό τήν παιδική του ἡλικία ἐκδήλωσε ζωηρό τό ἐνδιαφέρον γιά τήν πνευματική ζωή. Ἔστι, ὅταν σέ ἡλικία 12 ἐτῶν ἔμεινε ὀρφανός ἀπό πατέρα, ἡ Πρεσβυτέρα μητέρα του καί ὁ μεγαλύτερος ἀδελφός του (ὁ ὁποῖος εἶχε ἤδη ἱερωθεῖ), κάμφηκαν μπροστά στήν ἐπιμονή του καί τόν ὁδήγησαν στήν Ἱερά Μονή Χρυσοπηγῆς Χανίων.
Στή Μονή Χρυσοπηγῆς τόν νεαρό Γεώργιο δέχθηκε ὁ Ἡγούμενος ἀρχιμ. Καλλίνικος. Ἀργότερα ὁ Ἡγούμενος, γοητευμένος ἀπό τά προσόντα καί τήν διάθεση τοῦ νεαροῦ, ἔλεγε στόν ἀδελφό του π. Κωνσταντῖνο: «Ποταμός ἀπό πίστι καί εὐσέβεια ξεχειλίζει μέσα ἀπό τά στήθη του. Ὁ ἀδελφός σου, μαθές, ἔχει ἄγρυπνα τά μάτια τῆς ψυχῆς του»!
Ὡς φιλομαθής ὅπου ἦταν, μαζί μέ τήν διακονία πού τοῦ ἀνατέθηκε, παρακολούθησε καί τό σχολείο τῆς Μονῆς καί ἡ καθημερινή του τέρψη καί ἐνασχόληση ἦταν ἡ μελέτη τῶν βιβλίων τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν βίων τῶν Ἁγίων, οἱ ὁποῖοι γέννησαν στήν ψυχή του τόν πόθο τῆς μοναχικῆς ἀφιερώσεως, ἀλλά καί τοῦ μαρτυρίου ὑπέρ Χριστοῦ!
Ὁ τότε Ἐπίσκοπος Κυδωνίας Γαβριήλ (Γρηγοράκης, 1869 – 1880), ἀδελφός καί Ἡγούμενος τῆς Μ. Χρυσοπηγῆς (βλ. Ν. Τωμαδάκη, «Ἐπισκοπή καί Ἐπίσκοποι Κυδωνίας», σελ. 25 - 26), βλέποντας τό ἦθος καί τόν ζῆλο τοῦ νεαροῦ δοκίμου, θέλησε νά τόν κρατήσει κοντά του καί νά τόν προετοιμάσει γιά τήν Ἱερωσύνη, ἀλλά ὁ πόθος τοῦ Γεωργίου γιά ἀνώτερες σπουδές τόν ὁδήγησε στήν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου.
Μετά τό πέρας τῶν σπουδῶν του στό Ἑλληνικό Γυμνάσιο Ἀλεξανδρείας πῆγε στά Ἱεροσόλυμα, ὅπου φοίτησε στή Θεολογική Σχολή τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, προστατευόμενος τοῦ Πατριάρχου Ἱεροσολύμων Ἱεροθέου, ὁ ὁποῖος τόν ἐκτίμησε ἰδιαίτερα. Στή σχολή φοίτησε ἐπί πενταετία καί εἶχε συσπουδαστές τούς μετέπειτα Οἰκουμενιστές καί καινοτόμους Μελέτιο Μεταξάκη καί Χρυσόστομο Παπαδόπουλο. Παράλληλα ἀσχολήθηκε μέ τήν ἁγιογραφία.
Ἀπό τήν Σχολή ἀποφοίτησε τό 1885 καί χειροτονήθηκε Διάκονος ἀπό τόν Πατριάρχη Ἱεροσολύμων Νικόδημο. Γιά ἕνα ἔτος ἐφημέρευσε στόν Πανάγιο Τάφο καί γεύθηκε τήν γλυκύτητα τῆς ἡσυχίας καί τῆς μονώσεως στό Ὄρος Σινᾶ (ὅπου κατέλειπε μία εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Μανδηλίου) καί στήν ἔρημο τῆς Παλαιστίνης.
Φλεγόμενος ἀπό τόν πόθο τῆς ἡσυχίας, τήν 30η Ἀπριλίου 1886 ἀνεχώρησε μέ τήν εὐλογία τοῦ Πατριάρχου Νικοδήμου γιά τό Ἅγιο Ὄρος, ὅπου ὑποτάχθηκε στόν ἐνάρετο καί αὐστηρό Γέροντα Νεκτάριο, στήν Σκήτη τῆς ἁγ. Ἄννης. Ὁ μακάριος αὐτός Γέροντας, ἐκτιμήσας τούς κόπους καί τήν ἄθληση τοῦ νεαροῦ δοκίμου, ἀλλά καί τίς συστάσεις τοῦ Πατριάρχου Νικοδήμου, τόν ἔκηρε Μεγαλόσχημο Μοναχό μέ τό ὄνομα Ματθαῖος, τήν 26η Σεπτεμβρίου τοῦ ἰδίου ἔτους 1886. Ἔκτοτε ὁ Μεγαλόσχημος Ἱεροδιάκονος Ματθαῖος ἐπιδόθηκε μέ μεγαλύτερο ζῆλο στήν ἀσκητική ζωή.
Τήν 26η Ἰουλίου 1893 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος στήν Ἱερά Μονή ὁσ. Γρηγορίου καί στή συνέχεια καί ἐπί πολλά χρόνια κατεστάθη Πνευματικός τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεγίστης Λαύρας καί τῶν ἐξαρτημάτων της στήν Ἀθωνιτική ἔρημο.
Ὑπῆρχε συνήθεια στόν Ἑλλαδικό χῶρο (ἀλλά καί εὑρύτερα) νά καλοῦνται ἀπό μονές ἤ ἐνορίες Ἁγιορείτες Πνευματικοί, γιά τήν στήριξη καί πνευματική κατάρτηση τῶν πιστῶν Χριστιανῶν. Ἔτσι τό 1910, πιστοί ἀπό τήν περιοχή τῆς Ἀργολίδας ἀπευθύνθηκαν στήν Ἱερά Κοινότητα τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί ζήτησαν τήν ἀποστολή Πνευματικοῦ. Τότε ἡ Κοινότητα στράφηκε στή Σιμωνόπετρα καί ζήτησε τήν ἀποστολή στήν Πελοπόννησο τοῦ ἐκεῖ ἀσκούμενου Ἱερομομάχου Ματθαίου. Μέ ὁρμητήριο τήν Ἱερά Μονή Ζωοδόχου Πηγῆς (Ἁγία Μονή) Πρόνοιας Ναυπλίου, ὁ Ἱερός Πατήρ περιώδευε ἱεραποστολικῶς τήν Πελοπόννησο, κηρύττων τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί ἐξομολογῶν τόν λαό τοῦ Θεοῦ.
Τήν ἴδια περίοδο γνωρίστηκε μέ τόν τότε Διευθυντή τῆς Ριζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς τῶν Ἀθηνῶν, ἅγ. Νεκτάριο Μητροπ. Πενταπόλεως, τοῦ ὁποίου ἡ φήμη τῆς ἁγιότητος ἦταν εὑρύτατα διαδεδομένη. Οἱ δύο ἄνδρες συνδέθηκαν ἔκτοτε μέ πνευματική φιλία, μεταξύ τους δέ ὑπῆρξε καί ἀλληλογραφία. Μάλιστα ὁ ἅγ. Νεκτάριος, ἐκτιμήσας τόν χαρακτῆρα του, τόν χειροθέτησε Ἀρχιμανδρίτη καί τοῦ χάρισε ἕνα ἐπιγονάτιό του (σήμερα φυλάσσεται στό Δεσποτικό τῆς Ἱ. Μ. Παναγίας Κερατέας).
Κατά τήν διάρκεια τῆς πρώτης αὐτῆς ἐξόδου του στόν κόσμο καί γιά 14 μῆνες, ἐπισκέφθηκε καί πάλι τά Πανάγια Προσκυνήματα τῆς Παλαιστίνης. Κατά τήν ἐκεῖ παραμονή του ἐγκαταστάθηκε στήν ἱστορική Λαύρα τοῦ ἁγ. Σάββα, τῆς ὁποῖας μελέτησε τό Τυπικό, τό ὁποῖο ἀργότερα καθιέρωσε στίς μονές του.
Στό Ἅγιο Ὄρος ἐπέστρεψε τό 1912 καί ἐγκαταβίωσε σέ κελλί τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σίμωνος Πέτρας (12η Σεπτεμβρίου), ὅπου πρόσθεσε ἄσκηση ἐπί τῆς ἀσκήσεως, προσευχή ἐπί τῆς προσευχῆς, νηστεία ἐπί τῆς νηστείας καί ἀσκλητικούς ἀγώνες ἐπί τῶν ἀγώνων καί κατέστη δοχεῖο τῆς Χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος.
Γιά τήν ἀρετή του τό 1916 ψηφίσθηκε Προϊστάμενος τοῦ Μετοχίου τῆς Ἀναλήψεως Βύρωνος, μέσῳ τοῦ ὁποίου μεταλαμπάδευσε τό πνευματικό ἰδεῶδες τοῦ Ἁγίου Ὄρους στήν Ἀθήνα. Ὁ πύρινος ζῆλος του καί ὁ χαρισματικός λόγος του σαγήνευσαν ψυχές καί τίς ὁδήγησαν στόν Χριστό. Οἱ ἀγρυπνίες στό μετόχι ἔμειναν ἱστορικές. Τότε δημιουργήθηκε γύρω του μία μικρή συνοδεία εὐλαβῶν νεανίδων, οἱ ὁποίες ἀργότερα ἀποτέλεσαν τόν πυρήνα τῆς Ἱ.Μ. Παναγίας Κερατέας (1927).
Τήν 27η Φεβρουαρίου 1921 τελέστηκαν στήν Ἀθήνα οἱ διπλοί γάμοι τῶν Διαδόχων τῶν Θρόνων Ἑλλάδος καί Ρουμανίας, Πριγκίπων Γεωργίου (ἔπειτα Βασιλέως τῶν Ἑλλήνων Γεωργίου Β’) καί Καρόλου (ἔπειτα Βασιλέως τῆς Ρουμανίας Καρόλου Β’). Οἱ δύο Πρίγκιπες νυμ-φεύθηκαν ἀντιστοίχως τίς ἀδελφές τους, ὁ μέν Γεώργιος τήν ἀδελφή τοῦ Καρόλου Πριγκίπισσα Ἐλισσάβετ τῆς Ρουμανίας (1894 – 1956), ὁ δέ Κάρολος τήν ἀδελφή τοῦ Γεωργίου Πριγκίπισσα Ἑλένη τῆς Ἑλλάδος (1896 - 1982).
Ὁ γάμος τοῦ Ἕλληνα Διαδόχου ἦταν παράνομος ἀπό ἐκκλησιαστικῆς πλευρᾶς καί ὁ Ἅγιος Πατέρας ἄσκησε κριτική, τόσο δημόσια, ὅσο καί προσωπική. Σύμφωνα μέ τήν μαρτυρία τοῦ Ἐπισκόπου Γαλακτίωνος, ἐπισκέφθηκε τόν Βασιλέα Κωνσταντίνο Α’ καί τοῦ ἐπέστησε τήν προσοχή. «Καί ἐσένα θά διώξουν - τοῦ εἶπε – καί τά παιδιά δέν θά προκόψουν»!
Πράγματι, μετά τήν Μικρασιατική Καταστροφή, τήν 11η Σεπτεμβρίου 1922 ἐκδηλώθηκε τό Κίνημα τῶν Νικ. Πλαστήρα – Στυλ. Γονατᾶ καί ὁ Βασιλεύς Κωνσταντῖνος ὑποχρεώθηκε σέ παραίτηση (τήν 27η Σεπτεμβρίου) καί ἐγκατέλειψε τήν Ἑλλάδα. Τόν διαδέχθηκε ὁ Πρίγκιπας Γεώργιος ὡς Βασιλεύς Γεώργιος Β’. Ἀπεβίωσε τήν 11η Ἰανουαρίου 1923 στό Παλέρμο τῆς Σικελίας καί ἐνταφιάστηκε στήν κρύπτη τοῦ Ρωσικοῦ Ναοῦ τῆς Φλωρεντίας. Τό 1936, μετά τήν παλινόρθωση τῆς Μοναρχίας στήν Ἑλλάδα, τά λείψανά του μεταφέρθηκαν στήν Ἑλλάδα (μαζί μέ τά λείψανα τῆς μητέρας του Βασιλίσσης Ὄλγας καί τῆς συζύγου του Βασιλίσσης Σοφίας, πού εἶχαν ἐπίσης ἀποβιώσει στήν ἐξορία) καί κατατέθηκαν στό Βασιλικό Κοιμητήριο τῶν Ἀνακτόρων Τατοΐου.
Σέ ὅτι ἀφορᾶ τό δεύτερο μέρος τῆς προρρήσεως τοῦ Ἁγίου Πατρός, «τά παιδιά δέν πρόκοψαν» καί οἱ γάμοι τους δέν εὐλογήθηκαν. Στή Ρουμανία, τό μόνο θετικό ἀπό τόν γάμο τοῦ Καρόλου καί τῆς Ἑλένης ἦταν ἡ γέννηση τοῦ ἔπειτα Βασιλέως Μιχαήλ, ὁ ὁποῖος τό 1927, σέ ἡλικία 6 ἐτῶν, διαδέχθηκε τόν παππού του Βασιλέα Φερδινάνδο, ἐπειδή ὁ πατέρας του Κάρολος εἶχε ἐρωτευθεῖ μία Ρουμάνα καί εἶχε πάει νά ζήσει μαζί της στό Παρίσι, ἐγκαταλείποντας τήν σύζυγό του Ἑλένη καί παραιτούμενος ἀπό τά διακιώματά του στόν Ρουμανικό Θρόνο!
Στήν Ἑλλάδα ἀπό τόν γάμο τοῦ Γεωργίου Β’ μέ τήν Ἐλισσάβετ δέν γεννήθηκαν παιδιά καί ἡ ἀτεκνία σφράγισε τήν ἀποτυχία τῆς συζυγικῆς τους ζωῆς. Ἡ δεύτερη ἐξορία ἔδωσε στόν Γεώργιο τήν εὐκαιρία νά γνωρίσει τήν γυναῖκα τῆς ζωῆς του, μία Ἀγγλίδα ἀγνώστων στοιχείων πού ἔμεινε ἐρωμένη του μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του. Τελικά τόν Ἰούλιο τοῦ 1935, ἕξι μῆνες μετά τήν παλινόρθωση τῆς Μοναρχίας στήν Ἑλλάδα καί τήν ἐπιστροφή τοῦ Γεωργίου, ἡ Βασίλισσα Ἐλισσάβετ κατέθεσε αἴτηση διαζυγίου καί ἡ ἴδια συνδέθηκε μέ ἕναν Ἕλληνα ἐπιχειρηματία!, μέ τόν ὁποῖο ἐγκαταστάθηκε στή Ρουμανία. Μετά τό τέλος τοῦ Β’ Παγκοσμίου Πολέμου καί τήν κατάργηση τῆς Μοναρχίας στή Ρουμανία, ἡ τ. Βασίλισσα τῆς Ἑλλάδος ἐγκατέλειψε τήν πατρίδα της καί τόν ἐραστή της Ἕλληνα ἐπιχειρηματία καί κατέφυγε στή Γαλλία. Ἐκεῖ ἐρωτεύθηκε ἕναν Γάλλο νεαρῆς ἡλικίας, τόν ὁποῖο υἱοθέτησε στά 60 της χρόνια, λίγο πρίν πεθάνει στίς Κάννες, τό 1947! (Ἕξι μῆνες ἀργότερα ἀπεβίωσε καί ὁ Γεώργιος Β’ στήν Ἑλλάδα, ἀπό συγκοπή καρδιᾶς).
Ἡ κριτική κατά τῶν Πριγκιπικῶν Γάμων εἶχε σάν ἀποτέλεσμα τήν ἐξορία τοῦ Ἁγίου Πατρός τό 1922, στήν Ἱερά Μονή Ζερμπίτσας Σπάρτης. Ἀνακτορικοί κύκλοι χρησιμοποίησαν ζηλόφθονους Ἱερεῖς καί διέβαλαν τόν ἀρχιμ. Ματθαῖο στόν τότε Μητροπ. Ἀθηνῶν Θεόκλητο (Μηνόπουλο), ὡς δῆθεν ἀναρχικό! Ὁ μακάριος ὅμως ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, εἶδε καί τήν ἐξορία σάν εὐκαιρία ἱεραποστολικῆς ἐργασίας. Ἔτσι χρησιμοποίησε τήν Μονή Ζερμπίτσας σάν κέντρο τῆς ἱεραποστολῆς του στήν Πελοπόννησο.
Στό Ἅγιο Ὄρος ἐπέστρεψε τό 1923 καί ἐγκαταβίωσε στό ἐρημητικό Ἡσυχαστήριο τοῦ ἁγ. Μηνᾶ, στήν περιοχή τῆς Βίγλας, ὅπου συνέχισε τήν ἄσκησή του μαζί μέ μικρή συνοδεία ἀδελφῶν. Κατά τήν περίοδο αὐτή συνήθιζε νά καταφεύγει γιά περισσότερη ἡσυχία καί μόνωση σέ ἕνα σπήλαιο, ὅπου προσηύχετο δεμένος μέ ἁλυσίδα ἀπό ἕνα δοκάρι πού εἶχε τοποθετήσει στήν ὀροφή, σέ μία προσπάθεια νά ὑπερνικήσει τήν ἀνάγκη τοῦ ὕπνου! Στό σπήλαιο αὐτό ἀγωνιζόμενος ἔγινε δέκτης πολλῶν ὑπεφυῶν ἀποκαλύψεων καί Ἁγιοπνευματικῶν ἐμπειριῶν, ἐλεήθηκε δέ μέ τό προορατικό καί διορατικό χάρισμα.
Ἀπό τό Ἅγιο Ὄρος ἔφυγε ὁριστικά τό 1926, μετά τήν ἐπιβολή τῆς Παπικῆς καινοτομίας τοῦ Νέου Ἡμερολογίου (1924), γιά νά στηρίξει τούς ἀγωνιζομένους πιστούς στήν γνησιότητα τῆς Ὀρθοδοξίας καί τήν πνευματική ζωή. Ὅμως τό Ἅγιο Ὄρος - ὅπως καί ἡ ἰδιαιτέρα του πατρίδα Κρήτη καί οἱ Ἅγιοι Τόποι - εἶχε σημαδέψει γιά πάντα τήν ψυχή του, ἔτσι καί σάν Ἱερομόναχος - Ἀρχιμανδρίτης, ἀλλά καί σάν Ἐπίσκοπος, ὑπέγραφε πάντα σάν «Κρής Ἁγιορείτης Προσκυνητής».
Τό 1927 ἵδρυσε στήν Κερατέα Ἀττικῆς τήν γυναικεία Ἱ. Μονή Παναγίας Πευκοβουνογιατρίσσης, πρός τιμήν τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου. Ἡ Μονή αὐτή ἔμελλε νά ἐξελιχθεῖ σέ πνευματικό καί διοικητικό (κατά τις πρώτες δεκαετίες) κέντρο τοῦ Ἱεροῦ Ἀγῶνος τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπί τῶν ἡμερῶν του ἡ ἀδελφότητα ἔφθασε τίς 400 μοναχές! Ἐκεῖ δημιουργήθηκε ἡ πρώτη κατακόμβη τῆς μετά τό 1924 ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας, τό ἱστορικό καί κατανυκτικό Παρεκκλήσιο τοῦ ἁγ. Μηνᾶ, στό ὁποῖο στή συνέχεια πραγματοποιήθηκαν πολλές Ἐπισκοπικές χειροτονίες τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ. Στήν Ἱερά Μονή Παναγίας καί στό Παρεκκλήσιο τῆς ἁγ. Μαρίνης, πραγματοποιήθηκαν τό 1935 οἱ πρῶτες Ἐπισκοπικές χειροτονίες τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ., ἀπό τούς Μητροπολίτες Δημητριάδος Γερμανό, πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομο καί Ζακύνθου Χρυσόστομο. Τότε, μεταξύ τῶν τεσσάρων νεοχειροτονηθέντων Ἐπισκόπων, χειροτονήθηκε καί ὁ ἀρχιμ. Ματθαῖος σέ Ἐπίσκοπο Βρεσθένης.
Τό 1934 ἵδρυσε τήν ἀνδρική Μονή Μεταμ. Σωτῆρος Κουβαρᾶ, ἡ ὁποία ἔμελλε νά ἀναδειχθεῖ πνευματικό Πανεπιστήμιο καί φυτώριο Κληρικῶν τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ. Ἀρχικά (πρίν τό 1935) βοηθούμενος ἀπό τόν ἀγωνιστή καί ζηλωτή κληρικό Ἰωακείμ Μπουρελάκη ἀπό τήν Ἄρτα καί στή συνέχεια ἀπό κληρικούς πού χειροτόνησε ὁ ἴδιος ἤ προσχώρησαν στήν Γνησία Ὀρθοδοξία ἐμπνεόμενοι ἀπό τό παράδειγμά του καί τόν ὁμολογιακό του λόγο, διεξήγαγε ἕναν πολυμέτωπο ἀγῶνα σέ ὅλη τήν Ἑλλάδα μέ σκοπό τήν διάδοση τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ὁμολογίας - Ἐκκλησιολογίας, στή διαμόρφωση καί διατύπωση τῆς ὁποίας εἶχε καί ὁ ἴδιος συντελέσει τά μέγιστα.
Συνεργαζόμενος μέ τούς κατά τόπους ὑπευθύνους τῶν ἐνοριῶν καί τῶν παραρτημάτων καί βοηθούμενος ἀπό τούς πιστούς Ὀρθοδόξους, ἵδρυσε περί τούς 35 Ἱερούς Ναούς, ἐνῶ ἐνθάρρυνε καί τήν ἵδρυση Μονῶν.
Ὁ ρόλος τοῦ Ἐπισκόπου Ματθαίου γιά τήν ἐξέλιξη τῶν ἱστορικῶν πραγμάτων τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὑπῆρξε μοναδικός, κυρίως μετά τήν κατά τό 1937 ἔκπτωση ἀπό τῆς Ὀρθοδόξου Ὁμολογίας τοῦ 1935 τῶν τριῶν ἐπιστρεψάντων ἀπό τῆς καινοτομίας Ἀρχιερέων, ἀλλά καί δύο ἀπό τούς νεοχειροτονηθέντες (τῶν Διαυλείας Πολυκάρπου καί Μεγαρίδος Χριστοφόρου), ἀλλά καί τήν ἐπίσης ἔκπτωση τό 1942 τοῦ μέχρι τότε συνεργάτη του Ἐπισκόπου Κυκλάδων Γερμανοῦ.
Τό ἱστορικό ἔτος 1948, «γέρων καί εἰς τάς δυσμάς τοῦ βίου του, διά νά μή παρακωλυθῆ τό ἔργον τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τήν ἔλλειψιν Ἐπισκόπων, ὅπως ἐπεδίωκον καί ὁ Νεοημερολογητισμός καί οἱ Φλωρινικοί», «ψήφῳ Κλήρου καί λαοῦ», προέβη μόνος, καθ’ ὑπέρβασιν τοῦ σχετικοῦ Κανόνος, στήν χειροτονία Ἐπισκόπου (τοῦ Τριμυθοῦντος Σπυρίδωνος γιά τήν Γνησία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία τῆς Κύπρου) καί στή συνέχεια μέ τήν σύμπραξή του στήν χειροτονία ἄλλων τριῶν (τῶν Πατρῶν Ἀνδρέου, Θεσσαλονίκης Δημητρίου καί Κορινθίας Καλλίστου), ἀνασυγκροτήσας τήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ. τήν Ὁποία εἶχε διαλύσει τό Σχίσμα τοῦ 1937.
Ἡ χειροτονία Ἐπισκόπων τό 1948 ἦταν μία πράξη ὕψιστης εὐθύνης καί ἀπόλυτης συνέπειας τοῦ Ἐπισκόπου Ματθαίου πρός τήν Γνησία Ὀρθόδοξο Ὁμολογία - Ἐκκλησιολογία καί ἐκ τῶν ὑστέρων κρινομένη μέ κριτήρια αὐστηρῶς ἱστορικῆς ἀντικειμενικότητος πράξη ἀπολύτως ἀναγκαία καί ἀπαραίτητη γιά τήν ἱστορική συνέχεια τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ.
Τό 1949 ὁ Ἐπίσκοπος Ματθαῖος ἀναδείχθηκε Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ. Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος, ὁ πρῶτος μετά τό Νεοημερολογητικό Σχίσμα τοῦ 1924. Τό ἴδιο ἔτος 1949 ἀναθεμάτισε Συνοδικῶς τήν Μασονία.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τήν 14η Μαΐου 1950, πλήρης ἡμερῶν καί ἔργων, σέ ἡλικία 89 ἐτῶν, στό ἱστορικό μετόχι τῆς ὁδοῦ Μεγ. Ἀλεξάνδρου 71 στήν Ἀθήνα, ὅπου ἐνοσηλεύετο λόγῳ ἡλικίας καί γήρατος. Τά τέλη του ὑπῆρξαν ὁσιακά. Πρίν παραδώσει τήν μακαρία του ψυχή στόν Νυμφίο του Χριστό, φάνηκε νά τελεῖ ἐπί τοῦ στήθους του τήν Θεία Λειτουργία καί νά κοινωνεῖ τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων!!! Στή συνέχεια καί ἀφοῦ τελείωσε τό κομποσχοίνι του, τό παρέδωσε στήν παρευρισκομένη Καθηγουμένη τῆς Μονῆς Παναγίας Γερόντισσα Μαριάμ καί ἐξέπνευσε.
Τό τίμιο Λείψανό του, καθαγιασμένο ἀπό τούς ἀσκητικούς ἀγώνες, τά δάκρυα καί τήν κακοπάθεια (μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του φοροῦσε κατάσαρκα γιά νά ὑποπιάζει τό σῶμα του ἕνα τρίχινο σάκκο καί τίς ἁλυσίδες πού χρησιμοποιοῦσε στό Ἅγιο Ὄρος!), ἐκτέθηκε σέ τριήμερο προσκήνυμα στό Δεσποτικό τῆς Μονῆς Παναγίας, ὅπου παρά τήν ζέστη παρέμεινε ἀνέπαφο, εὔκαμπτο καί εὐχάριστο στήν ὄψη. Μάλιστα τότε τελέστηκε Ἁγιασμός καί τό νερό εὐλογήθηκε μέ τό χέρι τοῦ τριημέρου κεκοιμημένου Ἀρχιερέως! (Ὁ Ἁγιασμός αὐτός σώζεται μέχρι τῶν ἡμερῶν μας, ἄσηπτος μετά ἀπό 60 χρόνια! καί θαυματουργός).
Τήν τρίτη ἡμέρα ἀπό τῆς κοιμήσεώς του παραχωρήθηκε ἀπό τόν Θεό ἡ μυροβλυσία τοῦ τιμίου του Λειψάνου. Θρόμβοι ἰδρώτα ἐμφανίστηκαν στό πρόσωπο καί τούς κροτάφους του! ἐνῶ τό ὑγρό αὐτό γέμισε καί τά παπούτσια του! (Παρόμοιο περιστατικό μαρτυρεῖται στόν Βίο τῆς ὁσ. Ἑλένης τοῦ Καυκάσου). Τό ὑγρό αὐτό θαυματούργησε καί συνεχίζει νά θαυματουργεῖ, σύμφωνα μέ τήν ἔγκυρη καί ἀναμφισβήτητη μαρτυρία αὐτοπτῶν μαρτύτων.
Τῆς κηδείας του προέστη ὁ Σεβ. Ἐπίσκοπος Τριμυθοῦντος Σπυρίδων, συνευχομένων τῶν Σεβ. Ἐπισκόπων Πατρῶν Ἀνδρέου καί Θεσσαλονίκης Δημητρίου, δεκάδων Κληρικῶν καί μοναχῶν καί κυριολεκτικῶς χιλιάδων πιστῶν ἀπό ὅλη τήν Ἑλλάδα. Τόν ἐπικήδειο λόγο ἐκφώνησε ὁ Πρωτοσύγκελλος Πρωθιερεύς Εὐγένιος Τόμπρος.
Ἐνταφιάστηκε στό κέντρο τοῦ Παρθενῶνος τῆς Μονῆς, ὅπου καί σήμερα ὁ τάφος του. Μετά τήν ἀνακομιδή του τά Λείψανά του κατατέθηκαν σέ λάρνακα καί φυλάσσονται στό Δεσποτικό τῆς Μονῆς, δεχόμενα ἐκεῖ τήν προσκύνηση τῶν εὐλαβῶν Χριστιανῶν.
Ὑπάρχουν σοβαρές καί ἀξιόπιστες μαρτυρίες γιά μετά θάνατον ἐμφανίσεις του (μέ τίς ὁποίες κυρίως ὁδήγησε καλοπροαίρετες ψυχές στή Γνησία Ἐκκλησία), ἀλλά καί γιά «διά πρεσβειῶν του» θεραπείες ἀσθενῶν.
Ἡ συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας δέχεται τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ματθαῖο ὡς Ἅγιο καί Ὁμολογητή καί ὡς Ἅγιο καί Ὁμολογητή τόν τιμᾶ, κατά τά προβλεπόμενα ἀπό τήν ἐκκλησιαστική παράδοση. Ἤδη ἐνῶ ἦταν στή ζωή, ὁ ἅγιος βίος του, τά ἁγιοπνευματικά του χαρίσματα, οἱ προφητικές του ρήσεις καί τά σημεῖα πού οἰκονομοῦσε δι’ εὐχῶν του ὁ Θεός, τοῦ προσέδωσαν τήν ἐπωνυμία τοῦ Ἁγίου Πατρός.
ΘΑΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΗΜΕΙΑ ΕΝ ΖΩΗ
Θεία πληροφόρησις περί τῆς ἁγιότητος τοῦ Μητροπ. Πενταπόλεως Νεκταρίου (1920)
Οἱ «ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι» ἐμπειρίες τοῦ ἁγ. Ματθαίου πού ἔχουν διασωθεῖ, γιά τήν περίοδο τῆς ἀσκήσεώς του στό Ἅγιο Ὄρος, εἶναι ἐλάχιστες. Ὁ ἴδιος δέν μιλοῦσε ποτέ γι’ αὐτό τό θέμα. Κάποιοι ὑποτακτικοί του μίλησαν ἀργότερα, μετά τήν κοίμησή του τό 1950 (κυρίως ὁ μ. Νεκτάριος, ἔπειτα Ἐπίσκοπος Βρεσθένης Ματθαῖος Β’, + 1963). Ἕνα χαρακτηριστικό περιστατικό ἀναφέρεται στήν προβληματική κάποιων Ἁγιορειτῶν πατέρων περί τῆς ἁγιότητος ἤ μή τοῦ Μητροπ. Πενταπόλεως Νεκταρίου Κεφαλᾶ.
Τό 1920, μετά τήν κοίμηση τοῦ Μητροπ. Πενταπόλεως Νεκταρίου, ὅταν τέθηκε τό θέμα ἄν εἶναι Ἅγιος ἤ ὄχι, ὁ ἅγ. Ματθαῖος (ἐνασκούμενος μέ μικρή συνοδεία στό Ἡσυχαστήριο τοῦ ἁγ. Μηνᾶ Βίγλας Ἁγίου Ὄρους, τήν περίοδο 1923 – 1926), ζήτησε ἀπό τούς συμμοναστές του προσευχή καί ὁ ἴδιος βγῆκε νά προσευχηθεῖ στήν ἔρημο. Ὅταν ἐπέστρεψε τό πρωϊ δήλωσε μέ βεβαιότητα «ναί, ὁ Νεκτάριος εἶναι Ἅγιος», χωρίς νά ἀναφέρει λεπτομέρειες γιά τήν οὐράνια ἀποκάλυψη πού εἶχε δεχτεῖ. (Προφορική μαρτυρία σέ διαφόρους τοῦ Ἐπισκόπου Βρεσθένης Ματθαίου Β’).
Ἀγγελική πληροφορία γιά τήν ὁλοκλήρωση τῶν Χαιρετισμῶν (1923/1926)
Τήν ἴδια περίοδο (τῆς ἀσκήσεως στό ἐρημητήριο τοῦ ἁγ. Μηνᾶ), ὁ ἅγ. Ματθαῖος συνήθιζε νά προσεύχεται «κατά μόνας» σέ ὑποκείμενο τοῦ ἡσυχαστηρίου του σπήλαιο, ὅπου εἶχε στερεώσει ἕνα δοκάρι, ἀπό τό ὁποῖο κρεμοῦσε τόν ἑαυτό του μέ ἁλυσίδες, σέ μία προσπάθεια νά νικήσει τόν ὕπνο! (Τίς ἁλυσίδες αὐτές φεύγοντας ἀπό τό Ἅγιο Ὄρος τίς πῆρε μαζί του καί τίς φοροῦσε κατάσαρκα, κάτω ἀπό τά ἐνδύματά του, κατά τίς περιόδους τῶν νηστειῶν, μαζί μέ ἕνα τρίχινο σάκκο! Σήμερα φυλάσσονται στό Δεσποτικό τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας).
Ἕνα βράδυ, δεμένος ἀπό τό δοκάρι, ἄρχισε τούς Χαιρετισμούς τῆς Παναγίας, ἡ ἀϋπνία ὅμως τόν κατέβαλε. Πολλές φορές τούς ἄρχισε μέ τό «Ἄγγελος πρωτοστάτης», ἀλλά κατέλειξε νά τό ἐπαναλαμβάνει πάλι καί πάλι, χωρίς νά μπορεῖ νά συνεχίσει. Τελικά, μετά ἀπό πολλές προσπάθειες, μία ὑπερκόσμια φωνή ἀκούστηκε νά λέγει τήν κατάληξη τῶν Χαιρετισμῶν, τό «Ὦ Πανύμνητε Μήτερ»! Ὁ Ἄγγελός του τόν εἶχε πληροφορήσει, ὅτι τούς εἶχε τελειώσει! (Προφορική μαρτυρία σέ διαφόρους τοῦ Ἐπισκόπου Βρεσθένης Ματθαίου Β΄ καί τοῦ Μοναχοῦ Παναρέτου στόν γράφοντα).
Ἐντολή τῆς Παναγίας «νά βγεῖ στόν κόσμο» (1926)
Τό 1926 καί ἐνῶ στήν Ἑλλάδα εἶχε διογκωθεῖ ἡ ἀντίδρασις κατά τῆς εἰσαγωγῆς τοῦ Νέου Ἡμερολογίου (στήν ὁποία εἶχε συντελέσει τά μέγιστα καί ὁ ἅγ. Ματθαῖος μέ ἐπιστολές πρός τά πνευματικά του τέκνα) καί παρά τό διαμορφούμενο διωκτικό κλίμα καί τά ἐπαπειλούμενα μέτρα κατά τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων ἀπό τόν καινοτόμο Ἀρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, ἡ Κοινότητα τῶν Γ.Ο.Χ. ἀποφάσισε νά ζητήσει τήν συνδρομή τῶν Ζηλωτῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων, γιά τήν στήριξη καί ἐξυπηρέτηση τῶν ἀγωνιζομένων πιστῶν. Ἔτσι ἀπεστάλη στό Ἅγιο Ὄρος ὁ Ἀλέξανδρος Συμεωνίδης (στέλεχος τῆς Κοινότητος), μέ τήν ἐντολή νά συναντήσει τόν ἅγ. Ματθαῖο στήν ἔρημο τῆς Βίγλας καί νά τόν πείσει νά ἔρθει μαζί του στήν Ἀθῆνα, «τό ταχύτερον». Ὁ Συμεωνίδης πράγματι «συνήντησε τόν Ματθαῖον καί ἀνέπτυξεν εἰς αὐτόν τήν γενικήν τῶν πιστῶν ἐπιθυμίαν καί τήν διακαῆ παράκλησιν καί ὁ Ὅσιος Πατήρ ὑπήκουσεν εἰς τήν φωνήν τοῦ ποιμνίου» (Πρωθ. Εὐγενίου, «Ματθαῖος…», σελ. 39).
Ὁ ἅγ. Ματθαῖος - ὁ ὁποῖος τότε ἐφησύχαζε στό ἐρημητήριο τοῦ ἁγ. Μηνᾶ, στή Βίγλα τοῦ Ἁγίου Ὄρους – προβληματίστηκε σοβαρά γιά τό ἄν ἔπρεπε ἤ ὄχι νά ἀφήσει τήν ἡσυχία τῆς Ἀθωνικῆς ἐρήμου καί νά κατέβει στόν κόσμο. Καί προβληματιζόμενος κατέφυγε σέ θερμή προσευχή πρός τήν Ἔφορο τοῦ Ὄρους καί Προστάτιδα τῶν ἐκεῖ ἐνασκουμένων πατέρων Ὑπεραγία Θεοτόκο. Καί ἡ Κυρία τοῦ Ἄθωνος δέν παρεῖδε τήν δέηση τοῦ δούλου Της, ἀλλά μέ ἐμφάνισή Της τοῦ ἔδωσε ἐντολή νά κατέβει στόν κόσμο καί νά στηρίξει τούς πιστούς στήν Ὀρθόδοξη Πίστι!
Μετά τήν Θεομητορική αὐτή ἐμφάνιση καί ἐντολή, ὁ Ἱερός Πατήρ ἐγκατέλειψε γιά πάντα τήν ἀγαπημένη του Ἀθωνική ἔρημο καί κατέβηκε στόν κόσμο. Ἔφθασε στήν Ἀθήνα τήν 1η Ὀκτωβρίου 1926 καί ἀμέσως ἐγκαταστάθηκε στήν πατρική οἰκία τῆς δοκίμου Μαρίνας Σουλακιώτου (ἔπειτα Γεροντίσσης Μαριάμ), ἐπί τῆς ὁδοῦ Μεγ. Ἀλεξάνδρου ἀριθμ. 71. Ὁ ἱστορικός αὐτός χῶρος ἀποτέλεσε ἀρχικά τό σημεῖο συγκεντρώσεως τῶν περί τόν ἀρχιμ. Ματθαῖο φιλομονάχων ψυχῶν καί μετά τήν ἵδρυση τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας τόν σταθμό ὑποδοχῆς τῶν πολυπληθῶν προσκυνητῶν της. (Προφορική μαρτυρία σέ διαφόρους τοῦ Ἐπισκόπου Βρεσθένης Ματθαίου Β’ καί γραπτή τοῦ ἀρχιμ. Καλλίστου Κατσούλη).
Ἡ ἀνάδειξις τῆς Καθηγουμένης Μαριάμ (1926)
Ἀναφέρθηκε προηγουμένως, ὅτι μετά τήν ἐμφάνιση καί ἐντολή τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ὁ μακάριος Ματθαῖος ἐγκατέλειψε γιά πάντα τήν ἀγαπημένη του Ἀθωνική ἔρημο καί κατέβηκε στόν κόσμο. Ἔφθασε στήν Ἀθήνα τήν 1η Ὀκτωβρίου 1926 καί ἀμέσως ἐγκαταστάθηκε στήν πατρική οἰκία τῆς δοκίμου Μαρίνας Σουλακιώτου (ἔπειτα Γεροντίσσης Μαριάμ), ἐπί τῆς ὁδοῦ Μεγ. Ἀλεξάνδρου ἀριθμ. 71.
Ἤδη ἀπό τόν καιρό τῶν ἐξοριῶν του (1910 καί 1922) καί κυρίως τῆς ἐφημερίας του στό Σιμωνοπετρίτικο Μετόχι τῆς Ἀναλήψεως Βύρωνος (1917 - 1923), εἶχε δημιουργηθεῖ γύρω του μία πνευματική ὁμήγυρις φιλομονάχων ψυχῶν, ἀνδρῶν καί γυναικῶν. Ἔτσι μέ τήν κάθοδό του στόν κόσμο συγκεντρώθηκαν στό ἔπειτα Μετόχι οἱ ἑπτά πρῶτες ἀδελφές, ἡ πρώτη ζύμη τῆς ἔπειτα πολυπληθούς ἀδελφότητος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας, διότι ἀπό τίς πρώτες προτεραιότητες τοῦ ἁγ. Ματθαίου ἦταν ἡ ἵδρυσις μονῶν, γιά τήν στήριξη τοῦ Ἀγῶνος τῆς Γνησίας Ὀρθοδοξίας.
Οἱ πρῶτες αὐτές ἑπτά ἀδελφές πού συγκεντρώθηκαν κάτω ἀπό τήν πνευματική καθοδήγηση του ἦσαν ἡ Μαρίνα Σουλακιώτου (Ἡγουμένη Μαριάμ, 1926 – 1953), ἡ Εἰρήνη Μενδρινοῦ (ἀρχικά Οἰκονόμος, 1926 - 1955, ἔπειτα Ἡγουμένη Εὐφροσύνη, 1955 – 1985), ἡ Μαρία Τσαγκάρη (μοναχή Μακαρία), ἡ Παναγιώτα Βουνισάκου (μοναχή Διονυσία), ἡ Μαρία Φαμέλη (μοναχή Μαρία), ἡ Ἀσημίνα Ταμπακάκη (μοναχή Ξένη) καί ἡ Ἑλένη Καρπαθάκη (μοναχή Συγκλητική, κατά σάρκα ἀνηψιά τοῦ ἁγ. Ματθαίου, κόρη τοῦ ἀδελφοῦ του Ἱερέως Κωνσταντίνου, Δασκάλα στό ἐπάγγελμα).
Οἱ ἀδελφές αὐτές ζοῦσαν κοινοβιακῶς, προετοιμαζόμενες μέ τήν προσευχή, τήν ἄσκηση καί τήν μεταξύ τους καί πρός τόν Γέροντά τους ὑπακοή, γιά τήν ἔπειτα ζωή τους στήν Ἱερά Μονή Παναγίας.
Ἔμπειρος στά πνευματικά, ἀλλά καί στά διοικητικά τῶν μονῶν ὁ ἅγ. Ματθαῖος, ἀπό τῆς συστάσεως τῆς ἀδελφότητος, προχώρησε στήν ἀνάδειξη τῆς πνευματικῆς μητέρας τῶν ἀδελφῶν, τῆς Καθηγουμένης. Συνήθως οἱ πνευματικοί προεστῶτες τῶν μονῶν ἐκλέγονται ἀπό τούς ἀδελφούς ἤ τίς ἀδελφές καί σπανίως διορίζονται ἀπό τούς ἐπιχωρίους Ἐπισκόπους. Ὁ ἅγ. Ματθαῖος μποροῦσε νά ὁρίσει Ἡγουμένη κατά τήν κρίση του μία τῶν ἀδελφῶν, ὅμως ἤθελε ἡ Ἡγουμένη νά ἀναδειχθεῖ μέσα ἀπό μία συγκεκριμένη πνευματική διαδικασία, ἀπό τήν ὁποία θά ἀποδεικνύονταν ἡ αὐταπάρνηση καί ἡ ἀγάπη της πρός τόν Γέροντα καί τίς ἐν Χριστῶ ἀδελφές της.
Κάποια στιγμή ζήτησε ἀπό τίς ὑποτακτικές του νερό. Ὅπως ἦταν φυσικό καί ἀναμενόμενο, ὅλες ἔσπευσαν νά τόν ἐξυπηρετήσουν, παρά τό γεγονός ὅτι τότε δέν ὑπῆρχε στά σπίτια τρεχούμενο νερό. Στή συνέχεια διευκρίνισε, ὅτι ἤθελε νερό ἀπό τήν πηγή τῆς ἱστορικῆς Μονῆς Καισαριανῆς, στόν Ὑμητό. Καί πάλι ὅλες ἔδειξαν προθυμία νά πᾶνε νά τοῦ φέρουν, ἡ δόκιμη ὅμως Μαρίνα Σουλακιώτου ἐπέμενε περισσότερο.
«Καλά παιδί μου - τῆς εἶπε ὁ Ἅγιος Πατήρ, φωτιζόμενος ἀπό τό Πανάγιο Πνεῦμα - πήγαινε ἐσύ».
Μόλις ἡ δ. Μαρίνα πῆρε τήν στάμνα, ὁ μακάριος Γέροντας τήν φώναξε κοντά του.
«Βγάλε, παιδί μου τό μαντήλι σου» τῆς εἶπε. Ἡ δ. Μαρίνα ἔκανε ὑπακοή.
«Βγάλε καί τά παπούτσια σου», συνέχισε ὁ ἅγ. Ματθαῖος. Ἡ δ. Μαρίνα ἔκανε ὑπακοή, χωρίς νά προβάλλει τήν παραμικρή ἀντίρρηση.
Στή συνέχεια ὁ Ἅγιος Πατέρας πῆρε τό μαυρισμένο ἀπό τήν καπνιά τῶν ξύλων τηγάνι καί μαύρισε τό πρόσωπο τῆς ὑποτακτικῆς του! «Τώρα μπορεῖ νά ξεκινήσεις - εἶπε στή δ. Μαρίνα - ἀλλά νά πᾶς ἀπό τήν Ὀμόνοια»!
Ἡ ἀπαλή κορασίδα δ. Μαρίνα ξεκίνησε γιά τήν Μονή Καισαριανῆς ξυπόλητη, χωρίς μαντήλι, μέ μουτζουρωμένο τό πρόσωπο καί μία στάμνα στόν ὥμο! Πέρασε τήν κεντρική πλατεία Ὀμονοίας καί ὅλη τήν Ἀθῆνα μέ τά πόδια, ἀπό χωματόδρομους μέ πέτρες καί χαλίκια (τότε δέν ὑπῆρχαν ἀσφαλτοστρωμένοι δρόμοι), δίνοντας τήν ἐντύπωση τοῦ ψυχικά διαταραγμένου ἀτόμου, μιᾶς τρελλῆς πού βγῆκε ξυπόλητη μέ μία στάμνα στό δρόμο! Ἀντιμετώπισε τά πειράγματα τοῦ κόσμου, τά σφυρήγματα τῆς ἀλητείας τῶν δρόμων, τά χαχανιτά τῶν γυναικῶν, τά γιουχαρίσματα τῶν παιδιῶν! Κι ὅμως συνέχισε τόν ἐπώδυνο δρόμο τῆς ὑπακοῆς της, μία διά Χριστόν Σαλή στούς Ἀθηναϊκούς δρόμους!
Μετά ἀπό ἀρκετή ὥρα ὁ ἅγ. Ματθαῖος κάλεσε τίς ὑπόλοιπες ἕξι δόκιμες ὑποτακτικές του καί τούς εἶπε:
«Τώρα πού θά ἔρθει ἡ ἀδελφή σας Μαρίνα, θά τῆς βάλετε μετάνοια, εἶναι ἡ Ἡγουμένη καί πνευματική σας μητέρα. Καί εἰδοποιῆστε ὅσους ἀδελφούς ἔχουν ἀρρώστους νά ἔρθουν, διότι τό νερό πού θά φέρει εἶναι τό νερό τῆς ὑπακοῆς καί θά κάνει θαύματα».
Ἔτσι ἀναδείχθηκε ἡ μαρτυρική Ἡγουμένη τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Γερόντισσα Μαριάμ καί ἔτσι ἐνθρονίσθηκε στίς συνειδήσεις καί τίς καρδιές τῶν ἀδελφῶν της, μέ τήν μέχρι θυσίας καί τελείας αὐταπαρνήσεως ὑπακοή. (Προφορική μαρτυρία στόν γράφοντα τῆς Ἡγουμένης Εὐφροσύνης, τῆς Ἡγουμένης Ἐπιστήμης, τῆς Μοναχῆς Ἰουλιανῆς καί τοῦ Μοναχοῦ Παναρέτου).
Θαυμαστή ἀπόκρυψις ἀπό τούς διώκτες ἀστυνομικούς (1927)
Τό 1927, δηλαδή τήν περίοδο ἀμέσως μετά τήν ἐπιβολή τῆς Παπικῆς καινοτομίας τοῦ Νέου Ἡμερολογίου στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος (1924), ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, ἡ ἐκκλησιαστική κατάστασις ἦταν ἔκρυθμη. Τήν καινοτομία δέν εἶχαν ἀποδεχθεῖ δεκάδες χιλιάδες Ὀρθοδόξων σέ ὅλη τήν Ἑλλάδα, οἱ ὁποῖοι ἐξυπηρετούμενοι καί ἐνισχυόμενοι ἀπό Ζηλωτές Ἁγιορείτες Ἱερομονάχους, καθώς καί ἐλάχιστους ἐγγάμους Ἱερεῖς, κατέθεταν καθημερινά τήν μαρτυρία τῆς Γνησίας Ὀρθοδοξίας.
Ἡ στάση τοῦ καινοτόμου Ἀρχιεπισκόπου καί τῶν συνεπισκόπων του ἀπέναντι στούς Γνησίους Ὀρθοδόξους πιστούς ἦταν ἐπιθετική. Οἱ καινοτόμοι Ἀρχιερεῖς προσπαθοῦσαν νά καλύψουν τήν ποιμαντική τους ἀνεπάρκεια καί νά ἐπιβάλουν τήν καινοτομία μέ τήν βοήθεια τοῦ Καίσαρος, δηλαδή τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας, τῆς ὁποίας τήν Ἀστυνομία – Χωροφυλακή, ἀκόμη καί τόν Στρατό, εἶχαν στή διάθεσή τους. «Ἐν τῆ περιπτώσει ταύτῃ (δηλαδή τῆς ἀντιμετωπίσεως τῶν Παλαιοημερολογητῶν) – γράφει ὁ Νεοημ. ἱστορικός ἀρχιμ. Θεόκλητος Στράγκας - ὁ χωροφύλαξ τῆς Πολιτείας ὑπῆρξεν ἡ σώτειρα δύναμις διά τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος» (ἀρχιμ. Θ. Στράγκα, «Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος Ἱστορία ἐκ πηγῶν ἀψευδῶν», τ. Γ’, σελ. 2042). Τό ἔτος 1927 στή Μάνδρα Ἀττικῆς, φάνηκε μέ τόν πλέον τραγικό τρόπο ἡ προηγούμενη ἀλήθεια, ὅταν ἡ Χωροφυλακή ἐπιτέθηκε κατά τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων καί ὑπῆρξαν θύματα.
Παρά τά διωκτικά μέτρα, τό 1927 καί ἐνῶ πλησίαζε ἡ μνήμη τῶν Ἁγίων Ταξιαρχῶν καί ἡ πανήγυρις τοῦ ὁμωνύμου Ναοῦ, οἱ Ὀρθόδοξοι τῆς Μάνδρας ἔστειλαν μία ἐπιτροπή στήν τότε Κοινότητα τῶν Ὀρθοδόξων (τό μοναδικό νομικό πρόσωπο τῆς Γνησίας Ὀρθοδοξίας τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, τό ὁποῖο συντόνιζε τήν δραστηριότητα τῶν λίγων Κληρικῶν πού ὑπῆρχαν) καί ζήτησαν Ἱερέα γιά τήν ἐξυπηρέτησή τους κατά τήν πανήγυρι. Ἡ Κοινότητα ἐξασφάλισε καί ἔστειλε τόν Ἱερομόναχο Χριστόφορο Ψαλίδα, ὁ ὁποῖος ἔφθασε στή Μάνδρα μέ μία σούστα καί ἔτυχε ἐνθουσιώδους ὑποδοχῆς ἀπό τούς κατοίκους. Ταυτόχρονα ἔφθασε στή Μάνδρα καί ὁ ἅγ. Ματθαῖος, ὁ ὁποῖος ἦταν σέ ποιμαντική περιοδία στήν περιοχή τῶν Θηβῶν. Ἔτσι ὁ Ἑσπερινός καί ἡ ἀγρυπνία ἄρχισαν μέ δύο Λειτουργούς καί μέ κάθε δυνατή μεγαλοπρέπεια.
«Ἐνῶ ὁ Ὅσιος Πατήρ ἐτέλει Λειτουργίαν μετ’ ἀγρυπνίας - σημειώνει ὁ Πρωθιερεύς Εὐγένιος Τόμπρος - ἐπέδραμε νύκτωρ κουστωδία ἐκ 30 χωροφυλάκων. Περιεκύκλωσε τά πέριξ καί διά πυροβολισμῶν ἐζήτει νά διαλύση βιαίως τό εὐσεβές ἐκκλησίασμα, ἐκτοοῦσα τούς ἐκ τῶν μελιρρύτων χειλέων τοῦ Πατρός Ματθαίου ἀποκρεμωμένους πιστούς ἀδελφούς. Οὐδείς ἐπτοήθη καί κανείς δέν ἀπεδυσπέτησεν ἐνώπιον τῆς ἐγκληματικῆς ἐνεργείας. Οἱ πάντες ἀκίνητοι, ἐν μυσταγωγικῆ ἀνατάσει πρός τόν Θεόν, παρέμειναν παρακολουθοῦντες τήν Ἱεράν Ἀκολουθίαν μέχρι πρωϊας. «Ὦ φίλοι, οὐδείς ὑμᾶς χωρίσει μου φόβος, ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ»!
Ἀκριβῶς ὡς οἱ μαθηταί τοῦ Κυρίου, οὕτως καί τά εὐσεβῆ τέκνα τοῦ Πνευματοφόρου Πατρός, οὐδ’ ἐσαλεύθησαν, οὐδ’ ἐκινήθησαν κἄν, ἀψηφοῦντες τήν βάναυσον καί ἱερόσυλον ἐπίθεσιν τῆς ἐκτραπείσης ἐξουσίας. Ἐπέπρωτο ἡ ἀγρυπνία ἐκείνη νά βαφῆ μέ αἷμα Μαρτύρων… Τό αἱματηρόν τοῦτο ἔναυσμα ἀπετέλεσε τόν πρόλογον σειρᾶς βδελυρῶν καί ἀποτροπαίων διώξεων κατά τῶν μαρτύρων Παλαιοημερολογιτῶν, ὥν καί ἡ ἁπλῆ ἀπαρίθμησις θά ἀπήτει πολύτομον βίβλον» (Πρωθιερέως Εὐγενίου Τόμπρου, «ΜΑΤΘΑΙΟΣ…», σελ. 90 – 91).
Οἱ ἀστυνομικές δυνάμεις πῆγαν στή Μάνδρα μέ ἐντολή τοῦ καινοτόμου Ἀρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, γιά νά διακόψουν τήν ἀγρυπνία καί νά συλλάβουν τούς Λειτουργούς. Μπροστά σ’ αὐτή τήν ἐξέλιξη οἱ πιστοί δέν εἶχαν ἄλλη ἐπιλογή ἀπό τό νά κλειδωθοῦν στό Ναό. Τότε οἱ χωροφύλακες ἐπιδόθηκαν σέ βιαιοπραγίες ἔξω ἀπό τόν ναό. Μαινόμενοι γιά τήν ἀποτυχία τους, μέ οὐρλιαχτά, βλαστήμιες καί αἰσχρολογίες, χτυποῦσαν τίς πόρτες τοῦ ναοῦ μέ τούς ὑποκοπάνους τῶν ὅπλων, ἔσπαγαν τά τζάμια τῶν παραθύρων καί πυροβολοῦσαν στόν ἀέρα γιά ἐκφοβισμό.
Μετά τήν Ἀπόλυση τῆς Θείας Λειτουργίας, ἄρχισε ἡ ἔξοδος τῶν πολιορκημένων Χριστιανῶν ἀπό τόν Ναό. Ἀνάμεσα στούς πρώτους πού βγῆκαν ἀπό τόν Ναό ἦταν ὁ Ἱερομ. Χριστόφορος, ὁ ὁποῖος - ἄν καί μεταμφιεσμένος μέ γυναικεία γεροντικά ἐνδύματα - ἔγινε ἀντιληπτός καί συνελήφθη, μαζί μέ πέντε πιστούς. Κατά τήν ἔξοδο τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου, ἀρκετές γυναίκες μέ προεξάρχουσα τήν Αἰκατερίνη Ρούτη, δημιούργησαν ἕνα ἀνθρώπινο τεῖχος γύρω του. Στήν ἀπαίτηση τῶν χωροφυλάκων νά τούς τόν παραδώσουν, στεντόρεια ἀκούστηκε ἡ φωνή τῆς Αἰκατερίνης: «Μόνο πάνω ἀπό τά πτώματά μας θά πάρετε τόν Ἱερέα μας»! Μία φωνή πού ἀποδείχθηκε προφητική καί μία ὁμολογία πού ἔμελε νά ὑπογραφεῖ μέ αἷμα.
Μή μπορῶντας οἱ χωροφύλακες νά διασπάσουν τόν ἀνθρώπινο κλοιό, ἄρχισαν νά πυροβολοῦν γιά ἐκφοβισμό. Τότε τραυματίστηκαν ἡ ἀείμνηστη Ἀγγελική Κατσαρέλλη (ἀπό σφαῖρα στόν κρόταφο), καθώς καί ἡ Χαρίκλεια Λούλη. Ἀλλά τό ἐπεισόδιο δέν τελείωσε ἐκεῖ. Κάποια στιγμή ἡ Αἰκατερίνη ἀντιλήφθηκε τήν κακούργο πρόθεση ἑνός χωροφύλακα, πού ἔχει ὑψώσει τόν ὑποκόπανο τοῦ ὅπλου του γιά νά κτυπήσει τόν ἅγ. Ματθαῖο. Ἀστραπιαῖα ἡ νεαρή γυναῖκα κάλυψε μέ τό σῶμα της τόν Λειτουργό τοῦ Ὑψίστου καί δέχεται ἐκείνη τό θανατηφόρο κτύπημα στό ἀριστερό μέρος τῆς κεφαλῆς της. Ἡ Αἰκατερίνη ἔπεσε αἱμόφυρτη στό ἔδαφος. Τά τελευταῖα της λόγια ἦταν μία ἐπίκληση τοῦ Θεομητορικοῦ ὀνόματος, «Παναγία μου».
Μετά τό φοβερό αὐτό γεγονός ὁ ἅγ. Ματθαῖος πέρασε μέσα ἀπό τόν κλοιό τῶν ἀστυνομικῶν δυνάμεων, χωρίς νά τόν δοῦν, καλυπτόμενος ἀπό τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος! Ἀρχικά τόν ἔκρυψαν σέ ἔμπιστο σπίτι καί τήν ἑπομένη τόν ὁδήγησαν μέ μία σούστα, «θαμμένο» κάτω ἀπό δεμάτια σανοῦ, στό ἐξωκκλήσι τοῦ ἁγ. Ἰωάννη τοῦ Φρυγανᾶ (ἰδιοκτησίας τοῦ Συνταγματάρχη Ἰω. Φρυγανᾶ), ὅπου τόν ἀνέμεναν ἄλλοι πιστοί γιά νά τόν ὁδηγήσουν στό Μετόχι τῆς ὁδοῦ Μεγ. Ἀλεξάνδρου 71.
Ἡ Νεομάρτυς Αἰκατερίνη ἀπεβίωσε τήν 15η Νοεμβρίου 1927 στό Νοσοκομεῖο «Εὐαγγελισμός» ὅπου ἐνοσηλεύετο καί ἐνταφιάστηκε στήν Μάνδρα. «Ἐπιζῶντες αὐτόπτες μάρτυρες τῆς κηδείας - γράφει ὁ ἐπ. Καλλιόπιος - μᾶς πληροφόρησαν, ὅτι αὐτό πού παρακολούθησαν τήν ἡμέρα ἐκείνη δέν ἦταν κηδεία, ἀλλά ἱερά τιτανεία Μαρτυρικοῦ Λειψάνου. Χιλιάδες πιστοί συνόδευσαν τήν πομπή, ἄλλοι κρατοῦντες ἄνθη, ἄλλοι λαμπάδες καί ἄλλοι φοίνικες».
Κατά τήν ἀνακομιδή τῶν Λειψάνων της, μέ ἀπαίτηση τοῦ ἁγ. Ματθαίου, ἡ τιμία της Κάρα μεταφέρθηκε στήν Ἱ. Μ. Παναγίας Κερατέας, ὅπου μέχρι σήμερα φυλάσσεται, «τιμωμένη ὡς Λείψανον Μαρτυρικόν». (Γραπτή μαρτυρία τοῦ ἀρχιμ. Καλλίστου Κατσούλη καί προφορική τοῦ Μοναχοῦ Χρυσάνθου Ἱεροψάλτου κ.ἄ. πιστῶν τῆς Μάνδρας στόν γράφοντα).
Θεραπεία λεπροῦ μέ τό Ἁγίασμα τῆς Ζωοδ. Πηγῆς (1927/1950)
Κάποτε ἕνας ἄνδρας πού εἶχε λέπρα στό κεφάλι καί στό πρόσωπο, ἐπισκέφθηκε τήν Ἱ. Μ. Παναγίας καί παρακάλεσε ἀπό τόν ἅγ. Ματθαῖο νά τόν θεραπεύσει. Ἦταν ἡ περίοδος πρίν τήν ἀνακάλυψη τοῦ φαρμάκου ἀπό τόν Ραούλ Φολερώ καί ἡ κατάστασις τῶν λεπρῶν ἦταν φοβερή. Συνήθως οἱ ἀσθενεῖς ἐκτοπίζονταν στή Σπιναλόγκα τῆς Κρήτης, ἐνῶ στήν περιοχή τῆς Ἀττικῆς «ρίχνονταν» στό Νοσοκομεῖο Λοιμωδῶν Νοσημάτων, στήν Ἁγία Βαρβάρα.
Ὁ ἅγ. Ματθαῖος σταύρωσε τόν λεπρό, τοῦ διάβασε τίς σχετικές εὐχές, τοῦ συνέστησε νά μετανοήσει καί νά εξομολογηθεῖ (κατά τό «μηκέτι ἁμάρτανε» τοῦ Εὐαγγελίου) καί τόν ἔστειλε νά πλυθεῖ στό Ἁγίασμα τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς, ὅπου ὁ ἀσθενής θαυματουργικά θεραπεύθηκε! «Τά λέπια ἔπεσαν στό νερό, ὅπως καθαρίζουμε τό ψάρι», μαρτυρεῖ ὁ μοναχός Ἄνθιμος. (Γραπτή μαρτυρία τοῦ μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Ἐμφανίσεις τοῦ ἁγ. Μεγαλομάρτυρος Μηνᾶ κατά τήν ἵδρυση τῆς Μονῆς Παναγίας (1927)
Ἀπό τίς πρῶτες προτεραιότητες τοῦ ἁγ. Ματθαίου, ἀμέσως μετά τήν ὁριστική ἔξοδό του στόν κόσμο (1926), γιά τήν στήριξη τοῦ Ἀγῶνος τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, ἦταν ἡ ἴδρυσις μονῶν. Ἤδη ἀπό τόν καιρό τῶν ἐξοριῶν του (1910 καί 1922) καί κυρίως τῆς ἐφημερίας του στό Σιμωνοπετρίτικο Μετόχι τῆς Ἀναλήψεως Βύρωνος (1917 - 1923) , εἶχε δημιουργηθεῖ γύρω του μία πνευματική ὁμήγυρις φιλομονάχων ψυχῶν, ἀνδρῶν καί γυναικῶν.
Μέ τήν ἄφιξή του στήν Ἀθήνα ὁ ἀοίδημος Πατήρ ἐγκαταστάθηκε στήν οἰκία τῆς τότε δοκίμου Μαρίνας Σουλακιώτου (ἔπειτα Γεροντίσσης Μαριάμ), ἐπί τῆς ὁδοῦ Μεγ. Ἀλεξάνδρου 71 (ὅπου ἔκτοτε δημιουργήθηκε τό ἱστορικό Μετόχι τῆς Μονῆς Παναγίας), μαζί μέ τήν μικρή συνοδεία του. Ἡ ἀνεύρεση τῆς καταλλήλου τοποθεσίας γιά τήν ἵδρυση μονῆς ἀνατέθηκε στήν τότε δόκιμη Εἰρήνη Μενδρινοῦ (ἔπειτα Γερόντισσα Εὐφροσύνη).
«Μετά ἀπό πολλάς καί δεινάς ταλαιπωρίας - γράφει ὁ Πρωθιερεύς Εὐγένιος - ἐξῆλθε τῆς Ἀττικῆς μετά συνοδείας τινός, ἐξαντλήσασα ταύτην ἕως περάτων καί περιῆλθε τάς νήσους (Σπέτσας, Ὕδραν, Ἄνδρον, Σπετσοπούλαν), φθάσασα καί μέχρι τῆς Μεγαλοννήσου Κρήτης. Ἀλλά, θέλημα Θεοῦ ἦτο νά ὑποστρέψη ἐπί τῶν βημάτων ἡ εὐλαβής ἀνιχνεύτρια καί ἀναλάβη, ἔτι συντονωτέραν ἔρευναν, εἰς τάς τοποθεσίας τῆς Ἀττικῆς, γύρωθεν Ὑμηττοῦ καί Πεντέλης, περιχώρων Μονῆς Πετράκη, Ξυλοκερίζης, Πόρτο-Ράφτη, Πρασά, Βραώνας, Δασκαλιοῦ, Θορικοῦ, Πλάκας, κ.λ.π. Ἄφνω φωτισθεῖσα, ἔφερε τήν ζητητικήν ἔφεσιν ἕως τοῦ γραφικοῦ ὁρμίσκου τῆς Κακῆς Θαλάσσης, ἐντυπωσιασθεῖσα ἐκ τοῦ ἤρεμου τοπίου, τῆς προοπτικῆς, τοῦ δυσπροσίτου, τῆς σιγηλῆς ἐρημίας καί τῆς ὅλης συμβατότητος τοῦ μέρους πρός ἐναρμόνισιν μετά τῶν ψυχικῶν καταθυμιῶν τοῦ φιλερήμου Μοναχισμοῦ». (Πρωθ. Εὐγενίου Τόμπρου, «Ἡ Ἱ. Μ. Εἰσοδίων Θεοτόκου Πευκοβουνογιατρίσσης Κερατέας Ἀττικῆς», 1966, σελ. 12).
Μέ τήν ἀνεύρεση τῆς τοποθεσίας τῆς μονῆς ἀπό τήν δόκιμο Εἰρήνη Μενδρινοῦ (ἔπειτα Ἡγουμένη Εὐφροσύνη), συνδέεται καί ἕνα θαυμαστό σημεῖο τῆς περί αὐτῆς προνοίας τοῦ Θεοῦ. Ἡ νεαρή Εἰρήνη μέ τήν συνοδεία της ἔφθασαν στόν τόπο μέ ζῶα ἀπό τήν τότε κώμη τῆς Κερατέας - μέσῳ ἑνός μονοπατιοῦ, διότι δέν ὑπῆρχε δρόμος - ὅμως ὁ ἀγωγιάτης ἔφυγε γιά νά ἐπιστρέψει τό ἀπόγευμα νά τίς παραλάβει. Ἡ ὥρα περνοῦσε καί ἡ νεαρή Εἰρήνη ἄρχισε νά φοβᾶται. Τότε καί ἐνῶ περίμεναν τόν ἀγωγιάτη στή θέση πού στή συνέχεια κτίσθηκε ὁ Παρθενώνας τῆς Μονῆς, ἐμφανίσθηκε ἕνας γέροντας μέ κοντά λευκά γένια καί στρατιωτικό παράστημα. Στήν ἐρώτηση τῶν νεανίδων τί κάνει μέσα στήν ἐρημιά καί ἄν χρειάζεται κάποια βοήθεια, ἐκεῖνος ἀπάντησε πώς δέν χρειάζεται τίποτα καί πώς μένει ἐκεῖ!
Οἱ ἀδελφές δέν ἔδωσαν περισσότερη σημασία καί ἐπέστρεψαν στήν Ἀθήνα. Ὅταν συνάντησαν στό Μετόχι τόν ἅγ. Ματθαῖο καί τόν ἐνημέρωσαν σχετικά μέ τήν τοποθεσία, ἐκεῖνος τίς ρώτησε ἄν συνάντησαν ἐκεῖ κανένα ἄνθρωπο. Στή θετική ἀπάντησή τους (γιά τόν ἄγνωστο γέροντα), ὁ Ἱερός Πατήρ ἁπλᾶ χαμογέλασε, χωρίς νά πεῖ τίποτα περισσότερο.
Λίγο ἀργότερα, «ὁ ἀοίδημος Πατήρ Ματθαῖος, ἐλθών εἰς τόν τόπον, ἐμαγεύθη ἐξ’ αὐτοῦ καί ἐθέλχθη σφόδρα, ἐζήτησε δέ ὅπως ἡ Ἱερά Μονή ἐκεῖ πού, εἰς τά πρανῆ τοῦ ἔναντι τῆς θαλάσσης λόφου, ἀνιδρυθῆ εἰς δόξαν Θεοῦ» (Πρωθ. Εὐγενίου αὐτ. σελ. 12).
Ὅταν ὁ μακάριος Ματθαῖος ἔφθασε στό συγκεκριμένο σημεῖο, εὐλόγησε τόν τόπο καί εἶπε: «Ἐδῶ θά φτιάξουμε τό παρεκκλήσιο τοῦ προστάτου μας ἁγ. Μηνᾶ»! Τότε ἡ δόκιμη Εἰρήνη ἔφερε στή σκέψη της τήν συνάντηση μέ τόν ἄγνωστο γέροντα καί ἔντρομη ἀναγνώρισε στό πρόσωπό του τόν Μεγαλομάρτυρα ἅγ. Μηνᾶ (!), προστάτη τῆς Κρήτης, ἀλλά καί προσωπικά τοῦ ἁγ. Ματθαίου, ἀφοῦ στό πρός τιμήν του Ἡσυχαστήριο τῆς Βίγλας Ἁγίου Ὄρους, ἔζησε ἀσκητικά καί ἡσυχαστικά, προετοιμαζόμενος γιά τήν διακονία του στόν κόσμο.
Πράγματι, στό σημεῖο αὐτό διαμορφώθηκε ἡ πρώτη κατακόμβη τοῦ Ἀγῶνος τῶν Γνησίων Ὀρθοδόξων καί τό πρῶτο (χρονολογικά) Παρεκκλήσιο τῆς Μονῆς, πρός τιμήν τοῦ ἁγ. Μεγαλομάρτυρος Μηνᾶ. (Προφορική μαρτυρία στόν γράφοντα τῆς Ἡγουμένης Εὐφροσύνης).
Σημειώνεται ἐδῶ, ὅτι ὁ ἅγ. Ματθαῖος ἐκτιμοῦσε ἰδιαίτερα τήν ἔπειτα Ἡγουμένη Εὐφροσύνη. «Ἄν ἡ Παναγία δέν εἶχε στείλει τήν Εὐφροσύνη - ἔλεγε στίς ἄλλες μοναχές – καμμιά σας δέν θά ἦταν ἐδῶ καί ἐγώ θά ἦμουν στό βασίλειό μου», ἐννοῶντας τήν ἀγαπημένη του ἔρημο τοῦ Ἁγίου Ὄρους. (Προφορική μαρτυρία στόν γράφοντα τῆς Ἡγουμένης Μακρίνης).
Μία δεύτερη ἐμφάνισις τοῦ ἁγ. Μηνᾶ ἔγινε ὅταν οἱ πρῶτες μοναχές μέ κάποιους ἐργάτες, ἰσοπέδωναν τό ἔδαφος γιά τήν ἀνέγερση τοῦ Παρεκκλησίου τοῦ ἁγ. Μηνᾶ. Ἐνῶ ἐργάζονταν, εἶδαν νά ἔρχεται ἀπό τήν πλευρά τοῦ Ἁγιάσματος τῆς Ζωοδ. Πηγῆς, ἕνας ἄνδρας μέ στρατιωτική ἐνδυμασία.
«Τί κάνετε ἐδῶ;» τίς ρώτησε.
«Νά, φτιάχνουμε νά μείνουμε - τοῦ ἀπάντησαν – εἴμαστε 30 κοπέλλες, θέλουμε νά ζήσουμε παρθενικά, θά κάνουμε πλεκτά».
Ὁ στρατιωτικός χαμογέλασε καί τούς εἶπε: «Νά μοῦ φτιάξετε κι ἐμένα ἕνα κελλί ἐδῶ».
Ἀνήσυχες οἱ ἀδελφές τόν ρώτησαν: «Ποιός εἶστε ἄν ἐπιτρέπετε;».
«Τό Σάββατο νά ρωτήσετε τόν πνευματικό σας - τούς ἀπάντησε - πάντως μέ λένε Μηνᾶ» καί χάθηκε. Ὅταν τό Σάββατο οἱ ἀδελφές συνάντησαν τόν ἅγ. Ματθαῖο στό ἐκκλησάκι τοῦ ἁγ. Ἰωάννη τοῦ Φρυγανᾶ, ἐκεῖνος τούς εἶπε: «Εἴχατε ἐπισκέψεις, ἐ! Ἐκεῖ θά τοῦ φτιάξουμε τήν ἐκκλησία»! (Προφορική μαρτυρία στόν γράφοντα τῆς μοναχῆς Ἰουλιανῆς).
Λύσις ἀτεκνίας καί ἀπόκτησις τέκνου (1928)
Ἡ Ἱ. Μ. Παναγίας ἀμέσως μετά τήν ἵδρυσή της (1927), ἔγινε τόπος πανελληνίου προσκυνήματος. Καθημερινά ἔφταναν στή μονή προσκυνητές ἀπό ὅλη τήν Ἑλλάδα, συνοδεύοντας ἀσθενεῖς συγγενεῖς τους, μέ ἐλπίδα στίς θεοπειθεῖς εὐχές τοῦ ἁγ. Ματθαίου.
Τό πρῶτο θαῦμα πού ἔγινε στή Μονή, ἀφορᾶ τήν λύση τῆς ἀτεκνίας ἑνός ἀνδρογύνου. Ἀκούοντας ἡ σύζυγος γιά τήν ἁγιότητα τοῦ ἁγ. Ματθαίου, ἦρθε στό μοναστήρι καί τοῦ ζήτησε νά παρακαλέσει τήν Παναγία νά τῆς δώσει παιδί. Ἀνταποκρινόμενος στό αἴτημά της ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, τίς διάβασε κάποιες εὐχές καί τήν ἔστειλε νά πιεῖ νερό ἀπό τό Ἁγίασμα τῆς Ζωοδ. Πηγῆς. Λίγο καιρό ἀργότερα ἦρθε καί πάλι στό μοναστήρι καί γεμάτη χαρά ἔκανε σέ ὅλους γνωστό ὅτι ἦταν ἔγκυος!
Μόλις τό νέο τοῦ θαύματος κυκλοφόρησε, πολλές γυναίκες μέ τό ἴδιο πρόβλημα ἄρχισαν νά ἔρχονται στό μοναστήρι καί ἀναλόγως τῆς πίστεώς τους νά δέχονται τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, δι’ εὐχῶν τοῦ ἁγ. Ματθαίου.
Ἡ ἐμφανής χάρις τῆς Παναγίας στό χῶρο τῆς πηγῆς ὁδήγησε τόν μακάριο Πατέρα τό 1932 στήν ἀνοικοδόμηση τοῦ Παρεκκλησίου τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς. Τό Παρεκκλήσιο αὐτό χρησιμοποιοῦνταν γιά τίς λειτουργικές ἀνάγκες τῶν προσκυνητῶν πού φιλοξενοῦνταν στόν Ξενῶνα. Τό 1941, ζῶντος τοῦ ἁγ. Ματθαίου, τό Παρεκκλήσιο ἀνακαινίσθηκε ἐκ βάθρων καί διαμορφώθηκε σέ μεγάλο πετρόκτιστο ναό Βυζαντινοῦ ρυθμοῦ (ὁ ὁποῖος ὁλοκληρώθηκε μετά τήν κοίμησή του), ὅπου ἐκτός τῆς κεντρικῆς Ἁγίας Τραπέζης πρός τιμήν τῆς Ζωοδόχου πηγῆς, διαμορφώθηκαν καί τά Παρεκκλήσια τῆς Κοιμ. Θεοτόκου καί τῶν Ἁγίων Ἀναστασίας τῆς Φαρμακολυτρίας καί Ἀναστασίας τῆς Ρωμαίας. (Ἀπό τό κείμενο τοῦ Κων. Κουρῆ).
Ἀπαλλαγή ἀπό δαιμόνιο τῆς Μοναχῆς Ἄννας (μετά τό 1927)
Παράλληλα μέ τά θαύματα τοῦ Ἁγιάσματος τῆς Ζωπδ. Πηγῆς, ἄρχισε νά διαδίδεται καί ἡ φήμη τοῦ κατά τῶν πονηρῶν πνευμάτων χαρίσματος τοῦ ἁγ. Ματθαίου. Ἔτσι πολλοί συγγενεῖς πασχόντων ἄρχισαν νά φέρνουν δαμονιζομένους στό μοναστήρι, μέ τήν ἐλπίδα τῆς ἀπαλλαγῆς τους ἀπό τήν δαιμονική ἐπιρροή. Σεβόμενος ὁ Ἱερός Πατήρ τήν ἰδιαιτερότητα τοῦ προβλήματος, δέν κρατοῦσε τούς πάσχοντες «μέσα στόν κόσμο». Οἱ πάσχοντες καί οἱ συγγενεῖς τους διέμεναν στόν Ξενῶνα καί οἱ πιό ἐπικίνδυνοι ἀπό αὐτούς, μέχρι τήν θεραπεία τους, δένονταν στό Ἁγίασμα τῆς Ζωοδ. Πηγῆς μέ ἁλυσίδα (ἡ ὁποία σώζεται μέχρι σήμερα)!
Κατά τούς λόγους τοῦ Κυρίου καί τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἡ θεραπεία πασχόντων ἀπό δαιμονική ἐπιρροή ἀπαιτοῦσε πολύ προσευχή καί μεγάλη νηστεία. Καί ἐπειδή οἱ ἴδιοι οἱ πάσχοντες δέν μποροῦσαν νά προσευχηθοῦν καί νά νηστέψουν λόγῳ τῆς κατά στάσεώς τους, ἔπρεπε νά νηστέψουν καί νά προσευχηθοῦν οἱ συγγενεῖς, ἡ ἀδελφότητα τῆς Μονῆς, ἀλλά καί ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος τοῦ Θεοῦ, στή δύναμη τῶν εὐχῶν τοῦ ὁποίου προσέφευγαν οἱ πάσχοντες.
Παλαιές μοναχές τῆς Μονῆς ἔλεγαν, ὅτι τά «σαραντάρια» (40 ἡμέρες αὐστηρῆς νηστείας – ξηροφαγίας μέ ψωμί καί νερό μία φορά τήν ἡμέρα!), οἱ ἀγρυπνίες, τά κομποσχοίνια καί οἱ μετάνοιες, ἦταν κάτι συνηθισμένο στό μοναστήρι τήν ἐποχή τοῦ ἁγ. Ματθαίου, διότι πάντοτε ὑπῆρχαν πάσχοντες γιά τούς ὁποίους ζητοῦσαν τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Ἀπό τούς πρώτους δαιμοζόμενους πού ἀπαλλάχθηκαν ἀπό τήν σατανική ἐπιρροή δι’ εὐχῶν τοῦ ἁγ. Ματθαίου, ἦταν καί ἡ ἔπειτα ἀδελφή τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας μοναχή Ἄννα. (Κατά τήν περίοδο 1979 – 1981, τόσο ὁ γράφων, ὅσο καί οἱ λοιποί σπουδαστές καί σπουδάστριες τῶν Φροντιστηρίων Κατηχητῶν πού φιλοξενήθηκαν στήν Ἱερά Μονή Παναγίας, δεχθήκαμε τίς φιλόφρονες περιποιήσεις τῆς μοναχῆς Ἄννας, ἡ ὁποία τότε ἦταν διακονήτρια τοῦ Δεσποτικοῦ τοῦ ἁγ. Μοδέστου).
Κατά τήν διάρκεια τῶν ἐξορκισμῶν γιά τήν ἀπαλλαγή της, τελικά τό πονηρό πνεῦμα βγῆκε ἀπό τό μικρό δάκτυλο τοῦ δεξιοῦ της χεριοῦ, τό ὁποῖο ἀπό τότε ἔμεινε σπασμένο!!! (Προφορική μαρτυρία τῆς μοναχῆς Ἄννας στόν γράφοντα καί δεκάδες ἄλλους πιστούς καί γραπτή τοῦ ἀρχιμ. Καλλίστου Κατσούλη).
Ἐκτός λατρείας ἕνας ὑποβασταζόμενος γέροντας ! (1927/1950)
Ἕνας διαρκές θαῦμα καί καθημερινό σημεῖο τῆς ἁγιότητος τοῦ ἁγ. Ματθαίου, ἦταν καί ἡ φυσική του κατάστασις ἐντός καί ἐκτός λατρείας.
Ὁ μακάριος Ματθαῖος ὅταν ἵδρυσε τήν Ἱερά Μονή Παναγίας (1927) ἦταν ἤδη γέρων 66 ἐτῶν, καταβεβλημένος ἀπό τήν ἄσκηση στήν ἔρημο τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τίς μεγάλες νηστείες, τήν ἀγρυπνία, τήν κακοπάθεια καί τούς κόπους τῆς ἱεραποστολῆς. Αὐτό εἶχε σάν συνέπεια τήν μείωση τῶν σωματικῶν του δυνάμεων καί τήν γενική φυσική του ἀδυναμία. Γιά τόν λόγο αὐτό ἐπανέφερε γιά τίς ἐντός μονῆς λατρευτικές ἐκδηλώσεις τόν παλαιοχριστιανικό θεσμό τῶν Διακονισσῶν.
Ὁ θεσμός τῶν Διακονισσῶν ἐπανῆλθε γιά λίγο στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, κατά τό πρῶτο μισό τοῦ 20ου αἰ., ἀπό τόν ἅγ. Νεκτάριο Μητροπ. Πενταπόλεως, τόν Θαυματουργό (+ 1920), ἀλλά δέν ἔτυχε συνέχειας. Ὁ ἴδιος ὁ ἅγ. Νεκτάριος χειροθέτησε Διακόνισσα τήν Ἡγουμένη τῆς ἱστορικῆς Μονῆς Παναγίας Χρυσολεοντίσσης. Ἀπό τά πνευματικά του παιδιά τόν θεσμό συνέχισε ὁ ἀρχιμ. Ἀμφιλόχιος Μακρῆς, ὁ ὁποῖος τό 1946 χειροθέτησε Διακόνισσα τήν Ἡγουμένη τῆς Ἱ. Μ. Εὐαγγελισμοῦ Μητρός Ἡγαπημένου Πάτμου Γερόντισσα Εὐστοχία (Πάτμος, Μονή «Εὐαγγελισμός», 2002, σελ. 115).
Ὁ ἅγ. Ματθαῖος χειροθέτησε Διακόνισσες τήν Ἡγουμένη τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Γερόντισσα Μαριάμ καί τήν Οἰκονόμο Μοναχή Εὐφροσύνη. Ὑποβασταζόμενος ἀπό τίς Διακόνισσες αὐτές ἐφέρετο ἀπό τό κελλί του στό Δεσποτικό, στό Παρεκκλήσιο τοῦ ἁγ. Μηνᾶ (τούς χειμερινούς μῆνες) ἤ ἀπό τό θερινό του κελλί στόν ἐξώστη τῆς Ἁγίας Τριάδος στό Παρεκκλήσιο τῆς ἁγ. Μαρίνας (τούς θερινούς μῆνες).
Κατά κοινή ὁμολογία τῶν συμμετεχόντων στίς ἀκολουθίες τῆς Μονῆς, ἐκτός λατρείας ὁ ἅγ. Ματθαῖος ἦταν ἕνας καταβεβλημένος γέροντας, ἐντός λατρείας ὅμως ἦταν ἕνας γίγαντας τοῦ πνεύματος, μέ σχεδόν ἀπεριόριστες σωματικές δυνάμεις! Εἶναι χαρακτηριστική ἡ ἁπλοϊκή μαρτυρία τῆς Εἰρήνης Γιαννοπούλου, προσκυνήτριας ἀπό τό Κιάτο Κορινθίας, ἡ ὁποία εἶχε ἐπισκεφθεῖ μαζί μέ ἄλλους πιστούς τήν Ἱερά Μονή Παναγίας τό 1949.
«Ἡ ἀγρυπνία τελοῦνταν στό κατανυκτικό Παρεκκλήσιο τοῦ ἁγ. Μηνᾶ. Ὅταν ἦρθε ὁ Ἅγιος Πατέρας, οἱ καμπάνες χτυποῦσαν χαρμόσυνα, γιά τήν ὑποδοχή τοῦ Ἀρχιερέως. Ὅμως ὁ Ἅγιος Πατέρας δέν ἦρθε, τόν ἔφεραν ὑποβασταζόμενο οἱ Διακόνισσες. Ὅταν τόν εἶδα διερωτήθηκα: «Αὐτός ὁ ἄνθρωπος θά λειτουργήσει;» Ἦταν ἕνας κουρασμένος γέροντας, ἕνας μικρόσωμος ἀνθρωπάκος, χωρίς σωματικές δυνάμεις. Ὅμως, ὅταν ντύθηκε τά ἱερά ἄμφια, τά πράγματα ἄλλαξαν. Φάνηκε νά παίρνει δυνάμεις, σάν νά ψηλώνει, σάν νά τόν φούσκωσε μία ἀόρατη τρόμπα! Πού βρῆκε τό κουράγιο νά χοροστατήσει σέ ἀγρυπνία 10 ὡρῶν; Πῶς μπόρεσε καί κήρυξε ὄρθιος ἐπί δύο ὥρες; Ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἦταν φανερή πάνω του. Ὅταν τελείωσε ἡ Λειτουργία καί τοῦ ἔβγαλαν τά ἄμφια, σάν νά ξεφούσκωσε, ἔγινε πάλι ἕνας συνηθισμένος γέροντας, περισσότερο κουρασμένος ἀπ’ ὅτι στήν ἀρχή, ὅταν μπῆκε»! (Προφορική μαρτυρία Εἰρήνης Γιαννοπούλου στόν γράφοντα καί δεκάδων ἄλλων πιστῶν).
Ἐμφάνισις τοῦ ἁγ. Μεγαλομάρτυρος Μηνᾶ (1927/1935)
Ἐπρόκειτο ὁ ἅγ. Ματθαῖος νά λειτουργήσει σέ ἕνα ἐξωκκλήσιο τοῦ ἁγ. Μηνᾶ, στήν περιοχή τῶν Θηβῶν, συνοδευόμενος ἀπό κάποιους μοναχούς καί λαϊκούς. Ἦταν περίοδος διωγμῶν καί νύκτα. Ὁ ἀοίδημος Πατήρ πήγαινε καβάλα σ’ ἕνα γαϊδουράκι, στόν δρόμο ὅμως χάθηκαν. Τότε ὁ μακάριος - ὁ ὁποῖος ηὐλαβεῖτο ἰδιαιτέρως τόν Αἰγύπτιο Μεγαλομάρτυρα - ἄρχισε νά προσεύχεται μέ τό κομποσχοῖνι του καί ἀμέσως ὁ ἅγ. Μηνᾶς ἐμφανίστηκε ἔφιππος πάνω σέ ἄσπρο ἄλογο καί τούς ἔδειξε τόν δρόμο πρός τό ἐξωκκλήσιό του! (Γραπτή μαρτυρία ἀρχιμ. Καλλίστου Κατσούλη).
Τά τριαντάφυλλα τῆς Μοναχῆς Ἰουλιανῆς (1929)
Μέ τήν ἵδρυση τῆς Ἱ. Μ. Παναγίας (1927), ἡ φήμη τοῦ ἁγ. Ματθαίου ὡς ἐναρέτου Πνευματικοῦ Πατρός, ἀλλά καί δαιμονοδιώκτου, ἄρχισε νά διαδίδεται στήν περιοχή τῶν Μεσογείων. Τότε ἡ ἡλικίας 12 – 13 ἐτῶν Σταματίνα Σκοπελίτη, ἔπειτα Μοναχή Ἰουλιανή (μία τῶν πλέον γνωστῶν μοναζουσῶν τῆς Μονῆς Παναγίας), ζοῦσε μέ τήν οἰκογένειά της στό Μαρκόπουλο Ἀττικῆς. Ἔχοντας ἀκούσει γιά τόν ἅγ. Ματθαῖο, ἀλλά μή γνωρίζοντας αὐτόν προσωπικά, πῆγε μέ τήν ὑπηρέτριά τους Κλειώ Ἀναγνώστου Περιστέρη ἀπό τόν Κουβαρᾶ, νά ἀνάψουν τά καντήλια στό οἰκογενειακό τους παρεκκλήσιο τοῦ Προφήτη Ἠλία, πάνω ἀπό τό Μαρκόπουλο. Ἐκτός ἀπό τά ἀπαραίτητα, εἶχε μαζί της καί τρία τριαντάφυλλα ἀπό τόν κῆπο της, τά ὁποῖα τά πρόσφερε στήν εἰκόνα τοῦ Ἁγίου λέγοντας: «Προφήτη Ἠλία μου, αὐτά τά τριαντάφυλλα νά τά πᾶς στόν Ἅγιο Πατέρα»!
Μετά ἀπό καιρό, περί τό 1933 – 1934, ἀντιμετώπισε πρόβλημα μέ τίς ἀμυγδαλές της καί ἔπρεπε νά ἐγχειρισθεῖ. Πῆγε τότε μέ τόν ἀδελφό της Στυλιανό (ἔπειτα Ἱεροψάλτη καί τοπικό στέλεχος τῆς Ἐκκλησίας), στήν Ἱ. Μ. Παναγίας γιά νά γνωρίσει τόν ἅγ. Ματθαῖο καί νά πάρει τήν εὐχή του. Ἔτυχε σέ χειροτονία μοναχῆς.
«Καλῶς την», τήν ὑποδέχτηκε ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Καί σκύβοντας ἐμπιστευτικά τῆς εἶπε στό αὐτί: «Σ’ εὐχαριστῶ γιά τά τριαντάφυλλα, μοῦ τά ἔφερε ὁ Προφήτης Ἠλίας»!
«Ἅγιε μου Πατέρα - ἀπάντησε ἔκπληκτη ἡ νεαρή κοπέλλα - ἦρθα νά πάρω τήν εὐχή σας, νά ἐξομολογηθῶ καί νά κοινωνήσω, διότι θά ἐγχειρισθῶ στίς ἀμυγδαλές».
«Δέν θά ἐγχειρισθείς - τῆς προεῖπε – μόνο ἑτοιμάσου νά γίνεις νύμφη Χριστοῦ»!
Μετά τό περιστατικό αὐτό ἡ νεαρή κοπέλλα ἀφιερώθηκε στή Μονή Παναγίας, ἔγινε μοναχή μέ τό ὄνομα Ἰουλιανή καί ἔφθασε μέχρι τήν θέση τῆς παρα-ἡγουμένης, ἐπί τῶν ἡμερῶν τῆς Γεροντίσσης Εὐφροσύνης καί τῆς διαδόχου της Γεροντίσσης Ἐπιστήμης. (Προφορική μαρτυρία στόν γράφοντα τῆς Μοναχῆς Ἰουλιανῆς).
Προφητεία γιά τήν περιοχή τῶν Θηβῶν (1930)
Τό ἔτος 1930 καί ἐνῶ ὁ διωγμός ἐπό τόν καινοτόμο Ἀρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο Παπαδόπουλο ἦταν σέ ἔξαρση, ὁ Ἱερός Πατήρ ἦταν σέ ἱεραποστολική περιοδεία στά χωριά τῶν Θηβῶν, ὅπου ὑπῆρχαν πολλοί Ὀρθόδοξοι (Καπαρέλλι, Μελισσοχώρι, Λεύκτρα, κ.λ.π.).
Ἕνα βράδυ, ἐνῶ φιλοξενούνταν σέ μία Ὀρθόδοξη οἰκογένεια, ἀναστέναξε καί εἶπε μέ μεγάλη λύπη:
«Ἀχ, μεγάλο λιοντάρι βλέπω σ’ αὐτά τά χωριά»!
«Τί τρέχει κι ἀναστενάζεις;» τόν ρώτησε ἡ Γερόντισσα Μαριάμ, Ἡγουμένη τῆς Ἱ. Μ. Παναγίας, πού τόν συνόδευε. Ἡ ἀπάντηση τοῦ ἁγ. Ματθαίου ἦταν, ὅτι τά χωριά θά γίνουν στάχτη!
Ἡ προφητεία αὐτή ἐκπληρώθηκε τό 1944, ὅταν οἱ Γερμανοί ἔκαψαν τό Δίστομο κ. ἄ. χωριά τῆς εὑρύτερης περιοχῆς (τότε γλύτωσε ὁ Ὀρχομενός μέ θαῦμα τῆς Παναγίας). «Μία πιστολιά καί οἱ πέτρες τῶν σπιτιῶν γινόταν ἀσβέστης» γράφει ὁ μοναχός Ἄνθιμος. (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Θεραπεία δωδεκαετούς κόρης (1927/1950)
Κάποιος ὑπάλληλος Τραπέζης ὀνόματι Ζαχαρίας, κάτοικος Ἀθηνῶν (στήν περιοχή τοῦ Παγκρατίου, πίσω ἀπό τό Παναθηναϊκό Στάδιο), εἶχε μία κόρη 12 ἐτῶν σοβαρά ἀσθενή. Ὅταν τό παιδί ἔφθασε στά πρόθυρα τοῦ θανάτου, κάλεσαν τόν ἅγ. Ματθαῖο νά τοῦ διαβάσει τίς σχετικές εὐχές. Φωτιζόμενος ἀπό τόν Ἅγιο Πνεῦμα ὁ Ἱερός Πατήρ εἶπε στό ἀνδρόγυνο, ὅτι γιά νά γίνει καλά τό παιδί τους ἔπρεπε νά τό τάξουν στήν Παναγία, κάτι πού ἐκεῖνοι δέχθηκαν. Τότε ὁ Ἅγιος τοῦ Θεοῦ σταύρωσε ἕνα ποτήρι νερό καί μέ αὐτό ράντισε τό κοριτσάκι, ό ὁποῖο ἔγινε ἀμέσως καλά! (Γραπτή μαρτυρία ἀρχιμ. Καλλίστου Κατσούλη).
Σημεῖα στόν ἔπειτα ἀρχιμ. Κάλλιστο (1927/1934)
«Ὅταν ἦμουν λαϊκός - γράφει ὁ π. Κάλλιστος - ἄκουσα γιά τήν ἁγιότητα τοῦ Ἁγίου Πατρός καί τόν ἐπισκέφθηκα στό Μετόχι τῆς ὁδοῦ Μεγ. Ἀλεξάνδρου. Μόλις μέ εἶδε μέ προσφώνησε μέ τό ὄνομά μου, χωρίς νά μέ γνωρίζει. «Καλῶς τόν ἀδελφό Κωνσταντίνο - μοῦ εἶπε - σέ ζητάει ἡ Παναγία στήν Κερατέα»!
Ἔμεινα ἄναυδος καί ἀμέσως πῆγα γιά μοναχός. Μέ ἐξέπληξε τό κατανυκτικό περιβάλλον τοῦ μοναστηριοῦ. Ἀργότερα ἦρθαν συγγενεῖς μου νά μέ πάρουν, γιά νά μέ παντρέψουν μέ τό ζόρι, ἀλλά περνοῦσαν ἀπό μπροστά μου μέσα στήν ἐκκλησία καί δέν μέ ἔβλεπαν! Εἶχα τήν εὐλογία τῆς Κυρίας Θεοτόκου καί τοῦ Ἁγίου μας Πατρός, ἤθελαν νά μείνω στό μοναστήρι». (Γραπτή μαρτυρία ἀρχιμ. Καλλίστου Κατσούλη).
Ἡ θεραπεία τῆς δαιμονιζομένης Βασιλικῆς Κυριαζῆ (1933/1934)
Ἡ Βασιλική Κ. Κυριαζῆ ἀπό τό Ἀμπελοχώρι Θηβῶν, ἦρθε μέ τόν σύζυγό της στήν Ἱ. Μ. Παναγίας περί τό 1932/1933, ζητῶντας τήν ἀπαλλαγή της δι’ εὐχῶν τοῦ ἁγ. Ματθαίου ἀπό τό φοβερό δαιμόνιο πού τήν βασάνιζε ἀπό πολλῶν ἐτῶν. Ὁ αὐτόπτης μάρτυρας ἀρχιμ. Κάλλιστος γράφει τά ἐξῆς σχετικά:
«Στόν Ἑξάψαλμο ὁ διάβολος τήν ἔριχνε κάτω καί τήν σπάραζε, ἔβγαζε μία λεκάνη αἷμα! Τό γεγονός αὐτό εἶχε μαθευτεῖ καί ἔξω στόν κόσμο, τότε ἦρθε ἕνας δημοσιογράφος νά ἐξακριβώσει «ἰδίοις ὄμμασιν». Ἐνῶ εἶχε ξεκινήσει ἡ Ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου καί εἴχαμε φθάσει στόν Ἑξάψαλμο, ὁ δημοσιογράφος ἀπό τόν φόβο καί τήν ἔκπληξη γιά ὅσα ἔβλεπε λιποθύμησε. Τόν ἔπιασα ἐγώ πού παρακολουθοῦσα τήν Ἀκολουθία ἀκριβῶς πίσω του. Εἰδοποίησα τόν Ἅγιο Πατέρα καί αὐτός ζήτησε ἕνα ποτήρι νερό, τό σταύρωσε καί τό δώσαμε στό δημοσιογράφο πού συνῆλθε ἀμέσως. Μοῦ εἶπε πώς θά καταγράψει τά γεγονότα ὅπως ἀκριβῶς εἶχαν».
«Μία ἄλλη φορά - συνεχίζει ὁ ἀρχιμ. Κάλλιστος - ἔβαλαν πέντε μοναχές νά τήν φυλάνε, γιά νά μήν τήν ἀρπάξουν οἱ δαίμονες (διότι τήν ἄρπαζαν οἱ δαίμονες καί σηκωτή τήν ἔβγαζαν μέσα ἀπό τήν ἐκκλησία, τήν πήγαιναν στά πεύκα, τήν ἔριχναν κάτω καί χτύπαγε). Καί ἐκείνη τήν ἡμέρα παρά τήν φύλαξη («σιγά μή μπορέσουν νά τήν φυλάξουν οἱ μοναχές» εἶπε τό δαιμόνιο), τήν ἄρπαξαν οἱ δαίμονες ἀπό τό παρεκκλήσιο τοῦ ἁγ. Μηνᾶ πού γίνοταν ἡ Ἀκολουθία καί τήν πῆγαν στήν θάλασσα νά τήν πνίξουν!
Ἀμέσως οἱ μοναχές εἰδοποίησαν τόν Ἅγιο Πατέρα καί αὐτός γονάτισε καί παρακάλεσε τήν Κυρία τῶν Ἀγγέλων, τήν Παναγίας μας, νά τήν ἀπαλλάξει ἀπό τούς δαίμονες καί νά ἔρθει πίσω. Ἔτσι κι ἔγινε. Ἀκούσαμε ἕναν θόρυβο ἀπό πέσιμο. Ἦταν ἡ ἀδελφή πού ἀπαλλάχθηκε ἀπό τούς δαίμονες, χάρις στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Ὅταν τήν εἴδαμε ἦταν βρεγμένη ἀπό τόν λαιμό καί κάτω, σημεῖο ὅτι οἱ δαίμονες τήν εἶχαν ρίξει στή θάλασσα νά τήν πνίξουν! Γλύτωσε χάρις στήν ἐπέμβαση τῆς Θεοτόκου πού ζήτησε προσευχόμενος ὁ Ἅγιος Πατήρ»! (Γραπτή μαρτυρία ἀρχιμ. Καλλίστου Κατσούλη).
Ἡ πάσχουσα Βασιλική εἶναι ἡ ἔπειτα ἀδελφή τῆς Μονῆς Παναγίας μοναχή Μαύρα. Μετά τήν θεραπεία της ἀσπάστηκε τόν μοναχικό βίο καί ὁ σύζυγός της. Πρόκειται γιά τόν Γέροντα Κλήμη, ἀπό τούς πρώτους πατέρες τῆς Ἱ. Μ. Μεταμορφώσεως, ὁ ὁποῖος μετά τό 1950 πῆγε στό Ἅγιο Ὄρος, ὅπου δημιούργησε τήν ἡσυχαστική ἀδελφότητα τῆς Καλύβης Γενν. Χριστοῦ Κατουνακίων, μέ διακόνημα τήν ἁγιογραφία.
Θεραπεία δαιμονιζομένου παιδιοῦ (1935/1940)
Κατά τήν πανήγυρι τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς, πρίν τήν ἀνέγερση τοῦ Ναοῦ πρός τιμήν της, ἡ καθιερωμένη ἀγρυπνία γίνοταν στό Παρεκλήσιο τοῦ ἁγ. Μηνᾶ. Μετά τό τέλος τῆς ἀγρυπνίας, ἔγινε λιτανεία μέ τόν Τίμιο Σταυρό καί τά Ἑξαπτέρυγα πρός τήν πηγή πού ὑπῆρχε ἐκτός τοῦ περιβόλου τῆς Μονῆς, προεξάρχοντος τοῦ ἁγ. Ματθαίου. Ἐσωτερικῶς τοῦ περιβόλου ὑπῆρχε μία στέρνα, στήν ὁποία ἔφθανε τό ἁγίασμα τῆς πηγῆς.
Μεταξύ ἄλλων προσκυνητῶν εἶχε ἔρθει στή Μονή γιά τήν πανήγυρι καί μία κυρία μέ τό δαιμονιζόμενο παιδί της. Κατά τήν λιτανεία, τό δαιμόνιο σπάραξε τό παιδί καί τό ἔρριξε στή στέρνα γιά νά τό πνίξει. Ὅμως, μόλις ἔπεσε τό παιδί στό νερό, «σείστηκε ὁ τόπος – γράφει ὁ αὐτόπτης μάρτυρας ἀρχιμ. Κάλλιστος – βγῆκε τό δαιμόνιο, μέ τό πού ἔπεσε στό ἁγιασμένο νερό»! (Γραπτή μαρτυρία ἀρχιμ. Καλλίστου Κατσούλη).
Θεραπεία εἰκοσαετούς παραλύτου (1935/1950)
Κάποτε ἦρθε στή Μονή Παναγίας γιά νά προσκυνήσει μία οἰκογένεια ἀπό τόν Βόλο, μαζί μέ τόν παράλυτο γιό τους, ἡλικίας 20 ἐτῶν. Μόλις ἔφθασε τό αὐτοκίνητο στό μοναστήρι, ὁ ἅγ. Ματθαῖος - ἤδη Ἐπίσκοπος – βγῆκε στόν ἐξώστη τῆς Ἁγίας Τριάδος γιά νά δεῖ ποιός ἦρθε. Ὅταν ἔφεραν τόν παράλυτο μπροστά του καί τοῦ ζήτησαν νά τόν θεραπεύσει, ἐκεῖνος ἀπάντησε ταπεινά, «ὁ Θεός νά τόν θεραπεύσει». Ἀμέσως τόν σταύρωσε καί ὁ εἰκοσαετής παράλυτος ἔγινε ἀμέσως καλά!
«Ὅλοι οἱ μοναχοί κλαίγαμε ἀπό συγκίνηση», γράφει ὁ αὐτόπτης μάρτυρας ἀρχιμ. Κάλλιστος Κατσούλης. (Γραπτή μαρτυρία τοῦ ἰδίου).
Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ραντίζει τούς πιστούς μέ ἁγίασμα (1935/1950)
Κάποτε εἶχαν φέρει στή Μονή Παναγίας τέσσερεις δαιμονιζόμενες γιά νά θεραπευθοῦν, δι’ εὐχῶν τοῦ ἁγ. Ματθαίου. Σέ κάποια Λειτουργία, στό Παρεκκλήσιο τοῦ ἁγ. Μηνᾶ, οἱ πάσχουσες μάλωναν μεταξύ τους καί ἔκαναν μεγάλο θόρυβο. Ὅταν κατά τό Χερουβικό βγῆκε ὁ Ἅγιος Πατέρας γιά νά θυμιάσει τόν λαό, ἐντελῶς ξαφνικά ἔπεσε πάνω στό ἐκκλησίασμα ἁγίασμα ἀπό τήν πηγή τῆς Ζοωδ. Πηγῆς! καί «οἱ δαιμονιζόμενες ἔμειναν κόκκαλο - γράφει ὁ ἀρχιμ. Κάλλιστος - ὅπως λέμε στήν καθομιλουμένη».
Ὅλοι νόμισαν, ὅτι τό ἁγίασμα τό ἔρριξε ὁ Ἱερός Πατήρ, ἀλλά ἐκεῖνος τήν στιγμή ἐκείνη θυμίαζε. Ἔπειτα τό ἁγίασμα ἦρθε ἀπό ψηλά. Ὅταν οἱ δαιμονιζόμενες συνῆλθαν - μετά τό πέρας τῆς Θείας Λειτουργίας - ὁμολόγησαν, ὅτι ἡ Κυρία Θεοτόκος ράντισε τό ἐκκλησίασμα μέ ἁγίασμα τῆς Ζωοδ. Πηγῆς! καί εὐλόγησε τόν ἱερουργοῦντα ἅγ. Ματθαῖο! (Γραπτή μαρτυρία ἀρχιμ. Καλλίστου Κατσούλη).
Προφητεία περί τοῦ ἔπειτα Ἐπισκόπου Γαλακτίωνος Γκαμίλη (1935)
Ἡ οἰκογένεια τοῦ ἔπειτα ἀδελφοῦ τῆς Ἱ. Μ. Μεταμορφώσεως Ἱερομονάχου Γαλακτίωνος Γκαμίλη (ἀπό τό 1995 Ἐπισκόπου Περιστερίου), κατοικοῦσε στόν Ἀχλαδόκαμπο Ἀργολίδος. Τό 1924, κατά τήν ἡμερολογιακή ἀλλαγή, ὁ παππούς του Στυλιανός ἦταν ἐπίτροπος στήν ἐκκλησία τοῦ χωριοῦ καί ὅταν ὁ ἐφημέριος ἀνακοίνωσε, ὅτι θά ἀκολουθήσει τό νέο ἡμερολόγιο, ἐκεῖνος παρέδωσε βιβλία, χρήματα καί κλειδιά καί παραιτήθηκε. Ἔκτοτε ἡ οἰκογένεια Γκαμίλη ἀκολουθοῦσε τό παλαιό ἡμερολόγιο καί δέν πήγαινε στήν ἐκκλησία τοῦ χωριοῦ, παρά μόνον τό Πάσχα.
Τό 1935 κυκλοφόρησε ἡ φήμη, ὅτι ἦταν στό Ἄργος ἕνας Ἁγιορείτης Πνευματικός καί ὅτι θά ἔκανε ἀγρυπνία. Ὅλη ἡ οἰκογένεια ξεκίνησε καί μετά ἀπό 8 ὤρες πορείας μέ τά ζῶα ἔφθασαν. Στό κήρυγμά του κατά τήν Λειτουργία ὁ ἅγ. Ματθαῖος μεταξύ ἄλλων τόνισε, ὅτι ἦταν ἀπό τούς Ἱερούς Κανόνες ἀπαγορευμένο νά ἔχουν οἱ Ὀρθόδοξοι ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τούς Νεοημ/τες.
«Καλά, ἀλλά ὅταν πεθάνω ποιός θά μέ θάψει;» ρώτησε ὁ παππούς μετά τήν ἀγρυπνία.
«Αὐτός» εἶπα καί ὁ ἅγ. Ματθαῖος καί ἔδειξε τόν ἡλικίας 5 ἐτῶν Γεώργιο!
Ἡ προφητεία αὐτή ἀφοροῦσε τόσο τήν κηδεία τοῦ γέροντος Στυλιανοῦ, ὅσο καί τήν μετέπειτα πορεία τοῦ Γεωργίου. Ὅταν πέθαναν ὁ παππούς καί ἡ γιαγιά, ἐνταφιάστηκαν χωρίς Ἱερέα καί κατά τήν ἐκφορά τῆς κηδείας τους μπροστά πήγαινε ὁ νεαρός Γεώργιος, κρατῶντας μία εἰκόνα! Τό 1946, σέ ἡλικία 16 ἐτῶν, ὁ Γεώργιος ἐντάχθηκε στήν ἀδελφότητα τῆς Ἱ. Μ. Μεταμορφώσεως καί ἀργότερα δέχτηκε τήν Ἱερωσύνη καί τήν Ἀρχιερωσύνη, ὁπότε ὡς Κληρικός ἐνταφίασε πολλούς Χριστιανούς. (Προφορική μαρτυρία τοῦ Ἐπισκόπου Περιστερίου Γαλακτίωνος στόν γράφοντα).
Θεραπεία δαιμονιζομένης (1938)
Κατά τήν πανήγυρι τῆς Κοιμήσεως Θεοτόκου, τήν 15η Αὐγούστου 1938, ἔφεραν στή Μονή Παναγίας μία δαιμονιζόμενη γιά νά θεραπευθεῖ. Κατά τήν εἴσοδο τοῦ ἁγ. Ματθαίου στήν ἐκκλησία καί ἐνῶ κτυποῦσαν οἱ καμπάνες γιά τήν ἔναρξη τῆς ἀγρυπνίας, ἡ δαιμονιζόμενη ἄρχισε νά μουκρίζει καί νά θορυβεῖ. Τότε ὁ Ἅγιος τοῦ Θεοῦ πλησίασε, ἐπιτίμησε τό δαιμόνιο καί τοῦ εἶπε: «Διάβολε, θά σταματήσεις μέχρι τήν Δοξολογία»! Πράγματι ἡ δαιμονιζόμενη μούγκρισε γιά μία ἀκόμη φορά καί μετά σταμάτησε!
Ἀργότερα, κατά τήν περιφορά τοῦ Ἐπιταφείου τῆς Παναγίας, ἄρχισε νά φωνάζει τό δαιμόνιο: «Λάμπει δοξασμένη ἡμέρα σήμερα, λάμπει. Ὁ ζαρωμένος συνοδεύεται ἀπό 400 Ἀγγέλους καί δέν πατάει στή γῆ»!
Στή συνέχεια καί ἐνῶ ἡ λιτανεία εἶχε φθάσει στό Ἁγίασμα τῆς Ζωοδ. Πηγῆς, ὁ ἅγ. Ματθαῖος ἀκούμπησε πάνω στήν πάσχουσα τήν ποιμαντορική του ράβδο. Ἀμέσως ἀκούστηκε μία καταχθόνια φωνή νά λέει, «εἰκοσιπέντε εἴμαστε, φεύγουμε, φεύγουμε»! καί ἡ πάσχουσα ἀπαλλάχθηκε ἀπό τήν δαιμονική ἐπιρροή!!! (Γραπτή μαρτυρία Μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Διάσωσις δαιμονιζομένης ἀπό πνιγμό (1927/1950)
Σέ κάποια περίπτωση εἶχε ἔρθει στήν Μονή Παναγίας γιά νά θεραπευθεῖ, μία δαιμονιζόμενη νεαρή κοπέλλα. Κάποια στιγμή, ἐντελῶς ξαφνικά, ἡ πάσχουσα ἐξαφανίστηκε! Κάποια συγγενεῖς της πού ἦσαν μαζί της (εἶχε μία ἀδελφή μοναχή), πῆγαν ἀμέσως στόν ἅγ. Ματθαῖο καί τοῦ τό ἀνέφεραν. Ἀμέσως ἐκεῖνος ἔκανε θερμή προσευχή στόν Θεό καί ἔπειτα εἶπε ἐκφώνως: «Διάβολε, νά μήν πειράξεις τήν ἀδελφή, μέχρι νά ἔρθουν οἱ συγγενεῖς της νά τήν πάρουν»!
Ψάχνοντας οἱ συγγενεῖς της καί διάφορες μοναχές στήν περιοχή γιά νά τήν βροῦν, τελικά τήν βρῆκαν στήν ὑποκείμενη τῆς Μονῆς Κακιά Θάλασσα, σέ ἀπόσταση ἑνός μόλις μέτρου ἀπό τό νερό, «ἀκίνητη σάν ἄγαλμα»! Ἡ προσευχή τοῦ ἁγ. Ματθαίου εἰσακούστηκε ἀπό τόν Θεό καί ἔτσι ὁ διάβολος δέν μπόρεσε νά πνίξει τήν πάσχουσα! (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Θεραπεία δαιμονιζομένης ἀπό τήν Θῆβα (1927/1950)
Κάποτε ἔφεραν μία δαιμονιζόμενη νέα ἀπό τήν Θῆβα στήν Ἱ. Μ. Παναγίας, γιά νά θεραπευθεῖ ἀπό τόν ἅγ. Ματθαῖο. Κατά τήν διαδρομή, μέσα στό αὐτοκίνητο, τό πονηρό πνεῦμα τήν σπάραζε καί ἡ κοπέλλα φώναζε καί δημιουργοῦσε μεγάλη ταραχή. Ἑκατό μέτρα πρίν φτάσουν στή Μονή, ἐκεῖ πού βρίσκεται τό προσκυνητάρι τῆς Ἁγίας Ζώνης, τό δαιμόνιο φώναξε δυνατά:
«Φεύγω, φεύγω γιά τά ρέματα, φοβᾶμαι νά πάω, ἐκεῖ εἶναι ὁ ληστής πού κλέβει τίς ψυχές»!
Μέ τούς λόγους αὐτούς τό δαιμόνιο ἔφυγε καί ἡ νέα θεραπεύθηκε, πρίν κἄν πλησιάσει τήν Μονή καί τόν ἱερό Πατέρα! (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Ἡ θεραπεία τῆς δαιμονιζομένης Ἀλεξάνδρας ἀπό τήν Θῆβα (1927/1950)
Ὑπῆρχε μία κοπέλλα ἀπό τήν Θῆβα, ὀνόματι Ἀλεξάνδρα, Ὀρθοδόξων γονέων, ἡλικίας 22 ἐτῶν καί πολύ ὄμορφη. Αὐτή ἡ κοπέλλα δαιμονίστηκε κατά τήν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καί οἱ γονεῖς της τήν ἔφεραν στήν Ἱερά Μονή Παναγίας γιά νά θεραπευθεῖ, δι’ εὐχῶν τοῦ ἁγ. Ματθαίου. Μαζί τους ἔφεραν καί τήν ἄλλη κόρη τους, ἡλικίας 12 ἐτῶν.
Τά πονηρά πνεύματα πού τήν εἶχαν καταλάβει δέν ἦταν ἕνα, ἀλλά ἑπτά! Πιεζόμενα ἀπό τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ κατά τίς Ἀκολουθίες τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, ἔκαναν μεγάλο θόρυβο, σέ σημεῖο νά ἔχουν ὁριστεῖ τρεῖς χειροδύναμες μοναχές νά προσέχουν τήν πάσχουσα, γιά νά μή φύγει στούς γύρω λόφους!
Ὅταν ἡ Ἀλεξάνδρα ἦταν σέ κρίση, ἔβριζε μέ πολύ ἄσχημο τρόπο τόν ἅγ. Ματθαῖο. «Γεροξεκούτη – φώναζαν τά δαιμόνια – μαζεύεις τόσο κόσμο ἐδῶ, ἀνθρώπους πού πρῶτα ἦταν δικοί μας καί τώρα τούς παίρνεις ἐσύ»! Καί στούς ἀνθρώπους ἔλεγαν: «Τί θέλετε ἐδῶ; Ἔχετε τούς δικούς σας παπάδες στά χωριά σας, νά φύγετε. Ἐλέγχουμε (οἱ δαίμονες) τόν μισό κόσμο, ἐλέγχουμε τό μισό Ἅγιο Ὄρος, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος εἶναι κάτω ἀπό τό φῶς τοῦ Ἑωσφόρου»!
Κατά τόν Ὄρθρο τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Πέμπτης, τά δαιμόνια σπάραξαν τήν δύστυχη νέα περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη φορά. Κατά τήν ἀνάγνωση τῶν 12 Εὐαγγελίων ἡ πάσχουσα χτυπιόταν στό πάτωμα τῆς ἐκκλησίας, ἔτριζε τά δόντια καί ἀποκάλυπτε στούς παρισταμένους τίς προσωπικές τους ἁμαρτίες! Πιεζόμενα, ὅμως, τά δαιμόνια ἀπό τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τίς προσευχές τοῦ ἁγ. Ματθαίου καί τῶν παρισταμένων, ἀναγκάστηκαν νά ἀποκαλύψουν ὅτι θά ἔβγαιναν ἀπό τό πλάσμα τοῦ Θεοῦ. «Ὁ Μανώλης – φώναζαν – θά μᾶς βγάλει σέ τέσσερεις ἡμέρες μέ τήν Ἀνάστασή Του»!
Τό βράδυ τῆς Ἀναστάσεως καί ἐνῶ ἐψάλλετο τό «Χριστός Ἀνέστη», οἱ δαίμονες οὔρλιαζαν καί ἔλεγαν: «Φεύγουμε, ἀλλά πού νά πᾶμε;» Τότε ὁ ἅγ. Ματθαῖος, ἀφοῦ σταύρωσε τήν πάσχουσα τρεῖς φορές ψάλλοντας τό «Χριστός Ἀνέστη», τούς διέταξε: «Νά φύγετε καί νά πᾶτε στόν πατέρα σας τόν Ἐωσφόρο»! Τότε οἱ δαίμονες βγῆκαν ἀπό τό μικρό της δάχτυλο τοῦ ἀριστεροῦ χεριοῦ - τό ὁποῖο ἔσπασαν – καί ἡ κοπέλλα θεραπεύθηκε! (Ἀπό τό κείμενο τοῦ Κων. Κουρῆ).
Οἱ τέσσερεις δαιμονιζόμενες ἀπό τήν Ρόδο (1927/1950)
Κάποια φορά, μία Ὀρθόδοξη γυναῖκα ἀπό τήν Ρόδο, ξεκίνησε γιά προσκύνημα στήν Ἱ. Μ. Παναγίας. Στήν πόλη ὑπῆρχαν τότε τέσσερεις δαιμονιζόμενες, γνωστές σέ ὅλους γιά τό πρόβλημά τι. Ἔπεισε, λοιπόν, τούς συγγενεῖς τι νά πᾶνε ὅλοι μαζί στό μοναστήρι καί νά παρακαλέσουν τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο νά τίς ἀπαλλάξει ἀπό τήν σατανική ἐπιρροή, δι’ εὐχῶν τοῦ ἁγ. Ματθαίου, ὁ ὁποῖος εἶχε φήμη μεγάλου δαιμονοδιώκτου.
Οἱ συγγενεῖς τῶν πασχόντων συμφώνησαν καί ξεκίνησαν ὅλοι μαζί μέ τό πλοῖο τῆς γραμμῆς γιά τόν Πειραιᾶ. Κατά τήν διαδρομή ὅμως τά πονηρά πνεύματα σπάραζαν τίς πάσχουσες, οἱ ὁποίες προκαλοῦσαν μεγάλη ταραχή καί θόρυβο στό πλοῖο καί δυσκόλευαν τό ταξείδι τῶν ἄλλων ἐπιβατῶν καί τοῦ πληρώματος. Μή ξέροντας τι νά κάνει ἡ Ὀρθόδοξη ἀδελφή, σταύρωσε τίς δαιμονιζόμενες καί τούς εἶπε: «Στό ὄνομα τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου, σᾶς ἐπιτιμῶ νά μήν ξαναθορυβήσετε καθ’ ὅλη τήν διάρκεια τοῦ ταξειδιοῦ»! Καί μόνο στό ἄκουσμα τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἁγίου Πατρός, τά πειράζοντα δαιμόνια «δέθηκαν»! (Γραπτή μαρτυρία ἀρχιμ. Καλλίστου Κατσούλη).
Τό κακό τέλος ἀσεβούς καταστηματάρχου (1927/1950)
Στήν παραλία τῆς Κακῆς Θάλασσας, κάτω ἀπό τήν Μονή Παναγίας, κάποιος ἄνδρας ἀπό τήν Κερατέα εἶχε ἀνοίξει μία ψαροταβέρνα. «Ἔβαζε τόν φωνόγραφο - γράφει ὁ μ. Ἄνθιμος - καί ἔπαιζε δυνατά ἐπίτηδες». Ὁ ἅγ. Ματθαῖος τόν εἶχε εἰδοποιήσει πολλές φορές, νά μήν βάζει δυνατά τόν φωνογραφό, διότι ἐνοχλοῦσε μοναχές καί προσκυνητές στά πνευματικά καί λατρευτικά τους καθήκοντα, ὅμως αὐτός δέν ἔδωσε σημασία. Τελικά, ἕνα βράδυ πού ψάρευε μέ δυναμίτη στή θάλασσα, δέν πρόσεξε καί σκοτώθηκε! Αὐτό θεωρήθηκε θεῖα τιμωρία, διότι παρενόχλησε τόν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ ἅγ. Ματθαῖο καί τό ἔργο του. (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Πρόρρησις γιά τήν φυλάκιση τῆς Γεροντίσσης Μαριάμ (1932)
Τό ἔτος 1932, μόλις πενταετία μετά τήν ἵδρυση τῆς Ἱ. Μ. Παναγίας, ὁ ἅγ. Ματθαῖος προεῖπε «εἰς ἐπήκοον πάντων», ὅτι μετά τόν θάνατό του θά ξεσποῦσε μεγάλος διωγμός κατά τῆς Μονῆς καί ἡ Γερόντισσα Μαριάμ θά ἔμπαινε φυλακή! (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Ἡ πρόρρησις αὐτή ἐπαληθεύθηκε μέ τρόπο δραματικό τό 1950, ὅταν ἡ Ἑλληνική Πολιτεία – μετά ἀπό καταγγελίες φυγάδων μοναχῶν καί μοναζουσῶν περί δῆθεν σκανδάλων, πού ἀφοροῦσαν στή σωματική κακοποίηση μοναζουσῶν καί δή ἀνηλίκων, πού εἶχαν σάν ἀποτέλεσμα πολλούς θανάτους – μέ τήν ὑποκίνηση τῆς Νεοημ. Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἔστειλε στή Μονή τόν τότε Ἀντιεισαγγελέα Παπακαρυά μέ ἀστυνομική δύναμη, γιά νά διεξάγει ἔλεγχο. Συνελήφθησαν τότε ὁ Ἐπίσκοπος Πατρῶν Ἀνδρέας, ἡ Ἡγουμένη Γερόντισσα Μαριάμ, ἡ Οἰκονόμος μοναχή Εὐφροσύνη, ὁ ἀρχιμ. Κάλλιστος Κατσούλης, κ.ἄ. Τελικά ἡ γ. Μαριάμ ἀπεβίωσε τό 1953, κρατουμένη στίς φυλακές Ἀβέρωφ!
Προφητεία περί τῆς Ἱ. Μ. Μεταμορφώσεως (1934)
Πέραν ὅμως τῶν φιλομονάχων γυναικῶν, ἤδη ἀπό τήν περίοδο τῆς πρώτης ἐξόδου τοῦ ἁγ. Ματθαίου στόν κόσμο (1911), εἶχαν ἐλκυσθεῖ ἀπό τήν ὁσιακή του βιοτή στή μοναχική πολιτεία καί πολλοί εὐσεβεῖς ἄνδρες. Οἱ ἄνδρες αὐτοί, ἀπό τῆς ἱδρύσεως τῆς Ἱ. Μ. Παναγίας (1927), ἐγκαταβίωναν σέ πρόχειρα οἰκήματα ἐκτός τῆς Μονῆς, ἐργαζόμενοι σκληρά γιά τήν ἀνοικοδόμησή της.
Τό πλήρωμα τοῦ χρόνου γιά τήν ἵδρυση ἀνδρικῆς μονῆς ἦρθε τό 1934. Τότε ἀγοράσθηκαν 800 στρέμματα ἀγροτικῆς καί δασικῆς περιοχῆς, στή θέση Κρόνιζα τῆς κοινότητος Κουβαρᾶ (ἰδιοκτησίας τοῦ Βουλευτοῦ Ἀττικῆς Ἰω. Δροσοπούλου) καί ἱδρύθηκε ἡ Ἱ. Μ. Μεταμαμορφώσεως Σωτῆρος, κοντά σέ πηγή νεροῦ. Στίς πρῶτες πτωχές καί πενιχρές ἐγκαταστάσεις τῆς μονῆς (δύο παλαιά οἰκήματα πού προϋπῆρχαν μέσα στήν περιοχή), ἐγκαταβίωσαν ἀρχικά περί τούς 25 μοναχούς, οἱ ὁποῖοι γιά τίς καθημερινές ἀκολουθίες χρησιμοποιοῦσαν τό ἐξωκκλήσιο τοῦ ἁγ. Νικολάου (ὑπαγόμενο στήν ἐνορία Κουβαρᾶ).
Στό σημεῖο πού ἱδρύθηκε ἡ Μονή ἀρχικά ὑπῆρχε δάσος. Ὅταν ἦρθε ὁ ἅγ. Ματθαῖος, ζήτησε καί ἔφτιαξαν μία καλύβα ἀπό κλαδιά. Μέσα σ’ αὐτή τήν καλύβα ἔβαλε «Εὐλογητός», εἶπε τά Εἰρηνικά κ.λ.π. «Ἐδῶ πού εἶναι ἡ καλύβα - εἶπε προφητικά – θά γίνει ἡ ἐκκλησία τῆς Ἁγίας Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος». Ἡ προφητεία αὐτή ἐκληρώθηκε πολύ ἀργότερα, κατά τήν δεκαετία τοῦ 1980, μέ τήν ἀνέγερση τοῦ λαμπροῦ Καθολικοῦ πρός τιμήν τῆς Θείας Μεταμορφώσεως, ἐπί ἡγουμενίας τοῦ Ἐπισκόπου Βρεσθένης Λαζάρου (Ἀθανασίου, + 1989).
Γιά τήν ἀνδρική Μονή προφήτευσε ἐπίσης, ὅτι θά ἔρθουν 1.000 μοναχοί καί θά γίνει Λαύρα! (κατά τήν κοίμησή του ὑπῆρχαν περί τούς 170 μοναχούς) καί ὅτι μία καμπάνα της θά εἶναι ἑνός τόνου!
Στή θέση τῆς ταπεινῆς καλύβας ὁ ἀδελφός τῆς Μονῆς μοναχός Διονύσιος εἶδε σέ ὅραμα νά ὑψώνεται στήλος φωτός μέχρι τόν οὐρανό! (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Τά δαιμονικά… τσακάλια (1934/1950)
Σέ κάποια ἐπίσκεψη τοῦ ἁγ. Ματθαίου στήν Ἱ. Μ. Μεταμορφώσεως, κατά τήν διάρκεια τῆς Ἀκολουθίας, γύρω στά μεσάνυχτα, ἀκούστηκαν τσακάλια νά οὐρλιάζουν γύρω ἀπό τό μοναστήρι! «Νά ἔχετε τά μάτια τῆς ψυχῆς σας ἀνοιχτά - εἶπε στούς μοναχούς – νά ξέρατε τί τσακάλια εἶναι αὐτά πού οὐρλιάζουν! Εἶναι δαιμονική ἐνέργεια, γελοῦν τά δαιμόνια καί πλανοῦν τόν κόσμο»! (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Ἀτυχῶς τό 1950, μετά τήν κοίμηση τοῦ Ἁγίου Πατρός, νοητοί λύκοι ἐπέπεσαν πάνω στό ποίμνιό του καί οἱ μονές του - τόσο ἡ ἀνδρική, ὅσο καί ἡ γυναικεία - ἀντιμετώπισαν πολλοί σοβαρά προβλήματα. Στήν ἀνδρική μονή ἐκδηλώθηκε ἀνταρσία 30 περίπου μοναχῶν, μέ ἐπικεφαλῆς τόν Μοναχό Βίκτωρα Ματθαίου, οἱ ὁποῖοι προσχώρησαν στήν σχισματική Φλωρινική Παλαιοημερολογιτική Παράταξη καί οἰκειοποιήθηκαν ἐγκαταστάσεις καί περιουσιακά στοιχεῖα πού ἦσαν στό ὄνομά τους, μέ ἀποτέλεσμα οἱ ἐναπομείνατες 140 νομιμόφρονες μοναχοί νά περάσουν πολύ δύσκολα χρόνια.
Οἱ…φασολιές τῆς ἀνυπακοῆς (1934/1950)
Κατά τήν διάρκεια μιᾶς ἐπισκέψεως τοῦ ἁγ. Ματθαίου στήν ἀνδρική Ἱ. Μ. Μεταμορφώσεως, εἰδοποιήθηκαν ὅλοι οἱ μοναχοί νά ἔρθουν στό Παρεκκλήσιο τοῦ Προφήτη Ἠλία, γιά νά ἀκούσουν τόν κατηχητικό του λόγο καί νά πάρουν τήν εὐλογία του. Ἦρθαν ὅλοι ἐκτός ἀπό τόν περιβολάρη μοναχό Σπυρίδωνα, ὁ ὁποῖος εἶχε νά περιποιηθεῖ τίς φασολιές του. Παραδόξως τήν ἄλλη ἡμέρα οἱ φασολιές ξεράθηκαν. (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Προφητεία περί μοναχοῦ πού ἀπέβαλε τό σχῆμα (1934/1950)
Ὁ ἅγ. Ματθαῖος συνήθιζε νά πηγαίνει συχνά στήν Ἱ. Μ. Μεταμορφώσεως, γιά νά ἐπιμελεῖται τῆς πνευματικῆς καλλιεργείας τῶν ἐκεῖ ἐνασκουμένων πατέρων. Σέ κάποια ἐπίσκεψη, μετά τήν διδαχή, φωτιζόμενος ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, προεῖδε τήν πορεία καί ἐξέλιξη τῶν ὑποτακτικῶν του καί ἔδωσε σέ πολλούς διάφορες συμβουλές. Ἦρθε τότε καί κάποιος μοναχός ὀνόματι Βαρνάβας καί τόν ρώτησε: «Ἐγώ τί ἔχω;» «Ἄθλιε καί τρισάθλιε - τοῦ ἀπάντησε ὁ Ἅγιος Πατέρας - ἐσύ κάποτε θά παντρευτεῖς»!
Ἡ προφητεία αὐτή ἐκπληρώθηκε μετά ἀπό δέκα χρόνια. Ὁ μ. Βαρνάβας ἀπέβαλε τό μοναχικό σχῆμα, παντρεύτηκε καί ἔκανε παιδιά! Ἀλλά τό τέλος του (ἀναμενόμενο ἄλλωστε), δέν ἦταν καλό. Ὁ διάβολος τοῦ ἔβαλε τήν ἰδέα, ὅτι ἡ σύζυγός του δέν ἦταν ἐντάξει καί ἔτσι τήν ἐγκατέλειψε. Τό ἀποτέλεσμα ἦταν νά πεθάνει μόνος του, «στούς πέντε δρόμους, μή ἔχοντας παρηγοριά ἀπό κανέναν» (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Θεραπεία τοῦ Ἱερομονάχου Ἰωαννικίου (1934/1945)
Ὁ Ἱερομόναχος Ἰωαννίκιος Μενιδιάτης (ἐπί σειρά δεκαετιῶν ἐφημέριος τοῦ Ἱ. Ν. Εὐαγγελιστρίας Μεγάρων), ὡς δόκιμος τῆς Ἱ. Μ. Μεταμορφώσεως, παρουσίασε κάποια στιγμή ἕνα μεγάλο ἀπόστημα μεγέθους πορτοκαλιοῦ στή δεξιά του μασχάλη. Ὁ δόκιμος ὑπέφερε πολύ, ἀλλά δέν ἤθηλε νά πάει στό γιατρό. «Θά πάω στόν Ἅγιο Πατέρα», ἔλεγε μέ τόν λογισμό του.
Κάποια φορά τοῦ ἀνέθεσαν μαζί μέ ἕναν ἄλλο μοναχό, νά μεταφέρει κάποια ἐφόδια μέ μία σούστα ἀπό τήν ἀνδρική στή γυναικεία μονή. «Εὐκαιρία νά πάρω τήν εὐχή τοῦ Ἁγίου Πατέρα», σκέφθηκε. Ὅμως ὅταν ἔφθασαν στή Μονή Παναγίας καί ξεφόρτωσαν τήν σούστα στό χῶρο τοῦ ξενῶνος, ὁ ἄλλος μοναχός ξεκίνησε νά φύγει, χωρίς νά τόν περιμένει. Περίλυπος ὁ π. Ἰωαννίκιος πῆρε τόν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς. Τότε - ἐντελῶς ξαφνικά - ἦρθε μία μοναχή ἀπό τό Δεσποτικό, κρατῶντας ἕνα ποτήρι νερό!
«Ποιός ἀπό σᾶς εἶναι πονεμένος;» ρώτησε.
«Ἐγώ» ἀπάντησε ὁ π. Ἰωαννίκιος.
Τότε ἡ μοναχή χωρίς νά τοῦ πεῖ τίποτα, ἄδειασε τό ποτήρι στό σβέρκο του! Μόλις τό εὐλογημένο ἀπό τόν ἅγ. Ματθαῖο νερό ἔφθασε στή μασχάλη του, το ἀπόστημα ἔσπασε καί ὁ μοναχός θεραπεύθηκε!!!
Ὁ μακάριος Ματθαῖος, φωτιζόμενος ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, προεῖδε ὄχι μόνον τήν ἀσθένεια τοῦ μοναχοῦ, ἀλλά καί τόν πόθο του νά τόν συναντήσει γιά νά θεραπευθεῖ, τόν θεράπευσε δέ μ’ αὐτό τόν ἁπλό καί παράδοξο τρόπο. (Προφορική μαρτυρία ἀρχιμ. Ἰωαννικίου Μενιδιάτη στόν γράφοντα).
Ἀποκάλυψις λογισμῶν τοῦ μοναχοῦ Ἀριστόβουλου (1934/1950)
Κάποτε ὁ ἅγ. Ματθαῖος συνταξίδευε μέ ἕναν ἀδελφό τῆς Ἱ. Μ. Μεταμορφώσεως, τόν Μοναχό Ἀριστόβουλο. Εἶχαν μαζί τους καί ἕνα γαϊδουράκι. Κάποια στιγμή σκέφθηκε ὁ μ. Ἀριστόβουλος μέ τό λογισμό του:
«Ἄν εἶναι πράγματι Ἅγιος ὁ Ἅγιος Πατέρας, θά γυρίσει νά μέ κοιτάξει»!
Ὅλως παραδόξως ὁ ἅγ. Ματθαῖος γύρισε καί τόν κοίταξε!
Ὁ μ. Ἀριστόβουλος συνέχισε μέ τόν λογισμό του: «Ἄν εἶναι Ἅγιος ἄς μέ ξανακοιτάξει»! Καί ὁ ἅγ. Ματθαῖος τόν ξανακοίταξε!
Ὅταν γιά τρίτη φορά ὁ μοναχός σκέφθηκε τό ἴδιο πράγμα, ὁ ἅγ. Ματθαῖος γύρισε καί τοῦ εἶπε: «Πάτερ Ἀριστόβουλε, δέν λές καλύτερα τήν εὐχή, παρά κάθεσαι καί σκέφτεσαι ἄλλα πράγματα; Νά λές τό «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ» καί νά μήν σκέφτεσαι ἄν εἶμαι Ἅγιος ἤ ὄχι»!!! (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Πρόρρησις γιά τόν θάνατο τοῦ Ἱερομονάχου Ζωσιμᾶ (1938)
Τό ἔτος 1938, ὁ Ἱερομόναχος Ζωσμᾶς ἀπό τήν Εὐαγγελίστρια Θηβῶν, ἐπισκέφθηκε τόν ἅγ. Ματθαῖο στή Μονή Παναγίας. Ὅταν ἐπρόκειτο νά ἐπιστρέψει στή Θῆβα, φωτιζόμενος ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα ὁ Ἅγιος τοῦ Θεοῦ, προεῖδε τήν ἀπώλειά του σέ δυστύχημα καί «τόν προειδοποίησε νά μήν φύγει, διατί δέν θά φθάσει ποτέ, αὐτός ὅμως δέν ἔδωσε σημασία καί σκοτώθηκε»! Ὅταν ἔφθασε στό μοναστήρι του, ἔπεσε ἀπό τήν σκάλα, τραυματίστηκε θανάσιμα καί πέθανε! (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Θεραπεία τοῦ δαιμονιζομένου μέ τό…σκυλάκι (1938)
Ἔφεραν κάποτε στή Μονή Παναγίας ἕναν δαιμονιζόμενο ἄνδρα. Ὅταν κατά τήν διάρκεια τῆς Θείας Λειτουργίας στό Παρεκκλήσιο τοῦ ἁγ. Μηνᾶ, ξάπλωσε καί αὐτός μαζί μέ ἄλλους ἀσθενεῖς στό Χερουβικό, γιά νά περάσουν ἀπό πάνω του τά Τίμια Δῶρα. Μόλις ἄρχισε ἡ Μεγάλη Εἴσοδος ὁ δαιμονιζόμενος ἄρχισε νά… γαυγίζει!
«Σκυλάκι ἔχει, Ἅγιε Πατέρα», εἶπε τότε ἡ Γερόντισσα Μαριάμ, ἡ ὁποία κρατοῦσε τό θυμιατό.
Μόλις πέρασε πάνω ἀπό τόν πάσχοντα ὁ ἅγ. Ματθαῖος μέ τά Ἅγια, ἐκεῖνος ἀπαλλάχθηκε ἀπό τήν ἐπιρροή τοῦ πονηροῦ πνεύματος! (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Δαιμονισμός Ὀρθοδόξου πού ἔγινε Εὐαγγελικός (1938)
Τήν 20ή Ἰουλίου 1938, ἕνας γέροντας 70 ἐτῶν ἀπό τά Βάγια Θηβῶν, μεταστράφηκε ἀπό τήν Ὀρθοδοξία στήν Προτεσταντική αἵρεση τῶν Εὐαγγελικῶν! Ὁ ἄνθρωπος αὐτός μετά τήν ἀποστασία του δαιμονίσθηκε καί φώναζε λέγοντας δαιμονικά λόγια, ὅπως ὅλοι οἱ πάσχοντες ἀπό ἐπιρροή πονηρῶν πνευμάτων.
Ὅταν τό ἀνέφεραν στόν ἅγ. Ματθαῖο καί τοῦ ζήτησαν νά προσευχηθεῖ γιά τήν ἀπαλλαγή αὐτῆς τῆς ψυχῆς, ἐκεῖνος ἀπάντησε ὄτι δέν μπορεῖ νά κάνει τίποτα, διότι μέ τήν ἄρνηση τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως ἐβλασφήμισε κατά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος! Ἔτσι ὁ ἀρνητής παρέμεινε ἀμετανόητος καί εἶχε κακό θάνατο. (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Πρόρρησις γιά τόν Ἑλληνο - Ἀλβανικό Πόλεμο (1939)
Τό ἔτος 1939, κατά τήν διάρκεια μιᾶς ἀγρυπνίας στό Παρεκκλήσιο τοῦ ἁγ. Μηνᾶ, φωτιζόμενος ἀπό τό Πανάγιο Πνεῦμα ὁ Ἱερός Πατήρ Ματθαῖος, προεῖδε τήν ἔκρηξη τοῦ Ἑλληνο - Ἀλβανικοῦ Πολέμου καί τίς ναυτικές πολεμικές ἐπιχειρήσεις στή θάλασσα, στήν εὑρύτερη περιοχή γύρω ἀπό τήν Μονή Παναγίας.
«Ἔρχεται ὀργή ἀπό τήν Χαλκίδα - εἶπε - ἀκοῦτε; Ἔρχεται ὀργή. Δῶστε ἀκρόαση νά ἀκούσετε βουή ἀπό τόν οὐρανό, πέρα ἀπό τήν θάλασσα τοῦ Κάβο Ντόρο»! (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Ἀποκάλυψις ἐπισκέψεως σέ μάγισσα (1940/1950)
Κάποτε ὁ Ἅγιος τοῦ Θεοῦ Ματθαῖος βρισκόταν στήν ἐκκλησία τῆς Ζωοδ. Πηγῆς καί δίδασκε στούς παρισταμένους τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Συνέβη τότε νά ἐπισκεφθεῖ τήν Μονή Παναγίας γιά πρώτη φορά, μία γυναῖκα. Μόλις τήν εἶδε ὁ Ἅγιος, σταμάτησε τήν ὁμιλία του καί τῆς εἶπε: «Κυρία μου, γιατί πῆγες στήν μάγισσα; Εἶναι γραμμένο στό μέτωπό σου»!
Πράγματι ἡ γυναῖκα ἐκείνη εἶχε πάει σέ μία μάγισσα γιά προσωπική της ὑπόθεση καί δέν τό εἶχε ἐξομολογηθεῖ ποτέ! Μετά τήν δημόσια αὐτή ἀποκάλυψη, θαύμασε τό προορατικό τοῦ Ἁγίου Πατρός, μάλιστα ζαλίστηκε ἀπό τήν ταραχή της καί ἔπεσε κάτω! (Μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Διάσωση οἰκογενείας ἀπό πνιγμό (1940/1950)
Κάποτε μία οἰκογένεια Ὀρθοδόξων ἀπό τήν Εὔβοια, ταξίδευε μέ καϊκι στή θάλασσα τοῦ Νοτίου Εὐβοϊκοῦ, γιά νά συμμετάσχει σέ μία ἀγρυπνία στήν Ἱ. Μ. Παναγίας, κατά τήν διαδρομή ὅμως τούς βρῆκε μεγάλη τρικυμία καί κινδύνεψαν. Ὁ ἅγ. Ματθαῖος προσευχόμενος κατά τήν Ἀκολουθία, εἶδε «ἐν πνεύματι» τόν κίνδυνο καί δεήθηκε τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου γιά τήν σωτηρία τους. Ἀργότερα εἶπε στίς ἀδελφές: «Σᾶς παρακαλῶ πηγαίνετε στό λιμανάκι, γιά νά πάρετε μία οἰκογένεια πού σώθηκε ὡς ἐκ θαύματος μέ τήν βοήθεια τῆς Παναγίας»! (Μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Προφητεία γιά τούς ἐπιστρατευμένους μοναχούς (1940)
Ἡ 28η Ὀκτωβρίου 1940 (15η κατά τό παλαιό ἡμερολόγιο), βρῆκε τόν τότε Ἱεροδιάκονο Ἀθανάσιο - ἔπειτα Ἐπίσκοπο Πατρῶν (1948) καί Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν (1972) Ἀνδρέα – «νά κάνει χωράφι» κάπου στήν περιοχή τῶν Μεσογείων, μαζί μέ ἄλλους πατέρες τῆς Ἱ. Μ. Μεταμορφώσεως. Μόλις κηρύχθηκε ἡ ἐπιστράτευση ὅλοι οἱ πατέρες τῆς Μονῆς (πλέον τῶν 100), συγκεντρώθηκαν στή Μονή Παναγίας, γιά νά πάρουν τήν εὐχή τοῦ Γέροντος καί Πνευματικοῦ τους Ἁγίου Βρεσθένης Ματθαίου.
Ὁ μακαριστός Ἱεράρχης τούς ἀπηύθυνε μία ὑψηλοῦ πνευματικοῦ καί πατριωτικοῦ περιεχομένου ὁμιλία (ἦταν ἄλλωστε ἐξαιρετικά φιλόπατρις). Ἀπό τό Δεσποτικό πού τούς δέχθηκε, ἐμψύχωσε ὅσους ἐπιστρατεύθηκαν λέγοντας:
«Θά πολεμήσετε, ἀλλά συγχρόνως θά κηρύξετε»!
«Ἐ ! καλά – πρόσθεσε καί ἡ Γερόντισσα Μαριάμ - καί ἄν κάποιος πάθει τίποτα, θά τόν πάρει ὁ Χριστός».
«Ὄχι, ὄχι, δέν θά πάθει κανείς τίποτα - συνέχισε ὁ Ἅγιος τοῦ Θεοῦ – τό ὑπόσχομαι ἐγώ διότι θά εἶμαι μαζί σας. Ἀλλά θά μοῦ κάνετε μία χάρη. Δέν θά φάει κανένας σας κρέας, ὅσο καιρό θά λείπετε. Ὅποιος τολμήσει καί φάει, θά φύγει ἀπό τό μοναστήρι»! (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Σύμφωνα μέ τήν δημόσια μαρτυρία τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀνδρέου, τότε Ἱεροδιακόνου Ἀθανασίου (σέ προσφώνησή του κατά τήν διάρκεια ἑορταστικῆς ἐκδηλώσεως μέ τήν εὐκαιρία τῆς Ἐθνικῆς Ἑορτῆς τῆς 28ης Ὀκτωβρίου, στό Πνευματικό Κέντρο Περιστερίου, τό 1990), ὁ Ἱερός Πατέρας ἀπό ὅσους μοναχούς κλήθηκαν στόν Στρατό ζήτησε:
Α. Νά μήν ἀμελοῦν τά μοναχικά τους καθήκοντα (ἀκόμα καί κάτω ἀπό τίς ἄσχημες συνθῆκες τοῦ πολέμου).
Β. Νά μήν σκοτώσουν ἄνθρωπο καί
Γ. Νά μήν καταλύσουν κρέας!
Μέ τήν τήρηση αὐτῶν τῶν ἐντολῶν ὁ Κύριος καί ἡ Παναγία μητέρα Του θά φρόντιζαν γιά τήν ἐπιβίωση καί τήν ἀσφάλειά τους καί θά ἐπέτρεφαν σῶοι στό μοναστήρι.
Μετά τήν κατάρρευση τοῦ μετώπου (τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1941), ἀπό τούς 60 πατέρες πού ἐπιστρατεύθηκαν, οἱ 59 πού τήρησαν τίς ἐντολές τοῦ Πνευματικοῦ τους Πατρός ἐπέστρεψαν ἀσφαλεῖς στήν μετάνοιά τους! Μόνον ἕνας Πνευματικός, ἐπειδή ἦταν κάποιας ἡλικίας, θεώρησε ἀναγκαῖο νά καταλύσει κρέας. Κατά τήν πρόρρηση τοῦ Ἁγίου ἦταν ὁ μόνος πού ἔφυγε ἀπό τό μοναστήρι (μάλιστα ἔφυγε καί ἡ σύζυγός του πού ἦταν μοναχή στή Μονή Παναγίας)! (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Ἀόρατοι στά ἀεροπλάνα τῶν Ἰταλῶν (1940)
Διηγεῖται ὁ μοναχός Ἄνθιμος: «Στόν πόλεμο τῆς Ἀλβανίας ἦμουν στά μεταγωγικά. Μεταφέραμε βλήματα. Τά πηγαίναμε τά βράδυα στ΄ κανόνια στά βουνά καί τά χαράματα ἐπιστρέφαμε. Ἕνα πρωϊ καθώς γυρνούσαμε, συνέβη νά πηγαίνω ἐγώ μπροστά καί πίσω μου νά ἀκολουθοῦν περίπου 200 ζῶα. Ἐκείνη τήν ὥρα ἐμφανίστηκαν πάνω ἀπό τά βουνά, δύο βομβαρδιστικά ἀεροπλάνα τῶν Ἰταλῶν. Ὁ κίνδυνος ἦταν μεγάλος καί ἄμεσος. «Δι’ εὐχῶν τοῦ Ἁγίου Πατρός ἡμῶν» εἶπα καί ἔκανα τόν σταυρό μου. Ἀμέσως τά ἀεροπλάνα ἔκαναν στροφή καί ἄρχισαν νά βομβαρδίζουν τόν κάμπο. Ἐμᾶς μᾶς σκέπασε ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καί δέν μᾶς εἶδαν»!
Διάσωσις ἀπό βέβαιο θάνατο τοῦ μοναχοῦ Ἀνθίμου (1941)
Ἦταν ἡ περίοδος ἀνεγέρσεως τοῦ μεγάλου Ναοῦ τῆς Ζωοδ. Πηγῆς (1941), ἔξω ἀπό τόν περίβολο τῆς Μονῆς Παναγίας, στήν πηγή τοῦ Ἁγιάσματος. Οἱ χωματουργικές ἐργασίες πού ἔπρεπε νά γίνουν εἶχαν τέτοιες διαστάσεις, ὥστε δημιουργήθηκε ἕνα πραγματικό νταμάρι. Γιά τήν αὔξηση τῆς παροχῆς νεροῦ στήν πηγή τοῦ Ἁγιάσματος, εἶχε ἀνοιχθεῖ μία μεγάλη γαλαρία σέ βάθος ἱκανό μέσα στό βουνό. Σέ κάποια στιγμή ὁ μοναχός Ἄνθιμος ἐργαζόταν μέσα στή γαλαρία, ἐνῶ ἄλλοι μοναχοί ἦσαν ἀπ’ ἔξω καί ἔβγαζαν τά χώματα.
Ξαφνικά ἕνας μοναχός παρατήρησε μία μεγάλη πέτρα ἑνός περίπου τόνου, νά εἶναι ἕτοιμη νά πέσει στή γαλαρία. Δημιουργήθηκε πανικός καί ἀμέσως φώναξαν στόν π. Ἄνθιμο νά βγεῖ ἔξω διότι κινδύνευε. Ὑπάκουσε ὁ μοναχός καί ἐπικαλούμενος τήν εὐχή τοῦ Γέροντός του ἁγ. Ματθαίου βγῆκε ἐγκαίρως. Τήν ἑπόμενη στιγμή ὁ ὀγκόλιθος ἔπεσε καί ἔφραξε τήν γαλαρία! Ἄν δέν εἶχε προλάβει νά βγεῖ ὁ μοναχός, ἀσφαλῶς θά εἶχε σκοτωθεῖ! (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Ἡ θαυμαστή θεραπεία τοῦ Μοναχοῦ Ἀνθίμου (1941)
Ἐργαζόμενος γιά τήν διαμόρφωση τοῦ χώρου ἀνεγέρσεως τοῦ Ἱ. Ν. Ζωοδ. Πηγῆς ὁ Μοναχός Ἄνθιμος μαζί μέ ἄλλους πατέρες, ἔπεσε ἀπό ὕψος 40 περίπου μέτρων καί ἔσπασε στήν σπονδυλική του στήλη. Παράλυτο τόν μετέφεραν τότε μέ φορεῖο στό νοσοκομεῖο, ὅπου οἱ γιατροί «σήκωσαν τά χέρια», ἀφοῦ ἀνθρωπίνως δέν μποροῦσαν νά κάνουν τίποτα.
Τήν περίοδο ἐκείνη ὁ ἅγ. Ματθαῖος βρισκόταν στό Μετόχι τῆς ὁδοῦ Μεγ. Ἀλεξάνδρου 71, ὅπου καί μετέφεραν τόν τραυματία.
«Τί εἶπαν οἱ γιατροί;» ρώτησε ἡ Γερόντισσα Μαριάμ.
«Δέν ὑπάρχει θεραπεία» ἦταν ἡ ἀπάντηση.
Ὅταν τό ἄκουσε ὁ Ἅγιος ζήτησε νά φέρουν κοντά του τόν τραυματία μοναχό.
«Τήν εὐχή σου, Ἅγιε μου Πατέρα», εἶπε ὁ μοναχός. Τότε ὁ μακάριος Ματθαῖος πῆρε ἕνα ποτήρι νερό, τό σταύρωσε μέ τό ἐγκόλπιό του καί τοῦ εἶπε: «Σκύψε, αὐτό εἶναι τό φάρμακό σου»! Καί τοῦ ἄδειασε τό ποτήρι στό σβέρκο, μέχρι νά φτάσει τό νερό στήν ταυματισμένη σπονδυλική στήλη!
Ὁ Μοναχός Ἄνθιμος θεραπεύθηκε ἀμέσως. Ἔζησε ἐργαζόμενος γιά τήν μονή καί τήν ἀδελφότητα πολλά ἀκόμη χρόνια καί κοιμήθηκε εἰρηνικά περί τοῦ ἔτος 2000. (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Θαυμαστή μεταστροφή τῶν Γερμανῶν κατακτητῶν (1941)
Ἀμέσως μετά τήν κατάληψη τῆς Ἀττικῆς ἀπό τούς Γερμανούς καί ἐνῶ ἦταν σέ ἐξέλιξη ἡ Μάχη τῆς Κρήτης, ἦρθαν Γερμανοί ἀξιωματικοί στήν Ἱ. Μ. Παναγίας καί ζήτησαν ἀπό τόν Ἐπίσκοπο Ματθαῖο τήν ἐκκένωση τῆς μονῆς ἀπό τίς ἀδελφές, διότι ἦθελαν νά ἐγκαταστήσουν τραυματίες ἀπό τήν Μεγαλόνησο.
«Ἀδύνατον - ἀπάντησε ὁ Ἅγιος Πατέρας – τό χέρι μου νά κόψετε δέν ὑπογράφω».
Ἔφυγαν τότε οἱ Γερμανοί θυμωμένοι μέ τήν προοπτική νά ἐπιστρέψουν δριμύτεροι. Ἔδωσε τότε ἐντολή ὁ ἅγ. Ματθαῖος στούς μοναχούς καί τίς μοναχές τῶν μοναστηριῶν του, νά κάνουν τριήμερο, δηλαδή θερμή προσευχή μέ τριήμερη νηστεία. Μόλις τελείωσε ἡ νηστεία, «μᾶς κάλεσε κοντά του – γράφει ὁ μοναχός Ἄνθιμος – χαμογέλασε λίγο, μᾶς ἔδωσε ἀντίδωρο καί εἶπε: «Ἦρθε ἐντολή ἄνωθεν, οἱ Γερμανοί δέν θά κάνουν τίποτα». (Δέν διευκρίνησε, ἄν τό «ἄνωθεν» σήμαινε «ἀπό Θεοῦ» ἤ ἀπό τήν ἀνωτάτη Γερμανική Διοίκηση).
Πράγματι τήν ἑπομένη οἱ Γερμανοί ἀξιωματικοί ἦρθαν καί πάλι στήν Μονή Παναγίας, ὅμως αὐτή τήν φορά γιά νά ζητήσουν συγγνώμη! (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Ἀφλογισία Ἰταλικοῦ πυροβόλου (1941/1944)
Μία νύχτα, κατά τήν περίοδο τῆς Κατοχῆς, περνοῦσε σέ ἀπόσταση ἑνός περίπου χιλιομέτρου ἀπό τήν Μονή Παναγίας, ἕνα Ἰταλικό στρατιωτικό ἀπόσπασμα. Μόλις εἶδαν κάποιο φῶς στό χῶρο τῆς Μονῆς - παρά τήν σχετική ἀπαγόρευση, λόγῳ τῶν βομβαρδισμῶν τῶν Συμμάχων - ἑτοιμάστηκαν νά βάλουν μέ τό πυροβόλο πού εἶχαν μαζί τους, χωρίς νά ξέρουν περί τίνος πρόκειται, ἀλλά κατά τρόπο παράδοξο τό πυροβόλο δέν λειτούργησε!
Ὅταν ξημέρωσε οἱ Ἰταλοί εἶδαν ὅτι ἐπρόκειτο γιά μοναστήρι καί ἀναστατώθηκαν γιά τό κακό πού παρ’ ὀλίγο νά προκληθεῖ, πῆγαν λοιπόν στή Μονή καί ζήτησαν τόν ὑπεύθυνο. Ὅταν παρουσιάστηκε ὁ ἅγ. Ματθαῖος ὁ ἐπικεφαλής ἀξιωματικός ζήτησε συγγνώμη καί τοῦ ἀσπάστηκε τό ἐγκόλπιο!
Τό παράξενο στήν ὑπόθεση εἶναι, ὅτι τό πρωϊ τό πυροβόλο λειτουργοῦσε κανονικά! (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Θαυμαστή ἀπομάκρυνσις ἀνταρτῶν (1941/1944)
Κατά τήν τήν περίοδο τῆς ξενικῆς Κατοχῆς, ἦρθαν στή Μονή Παναγίας δύο Γερμανοί ἀξιωματικοί καί ἔκαναν ἐπιθεώρηση στίς ἐγκαταστάσεις τοῦ μοναστηριοῦ. Ἐνῶ εἶχαν ἀνέβει στόν ἐξώστη πού βρίσκεται τό Παρεκκλήσιο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἔντρομη ἡ μοναχή Σαλώμη πού τούς συνόδευε εἶδε ἀντάρτες κρυμμένους στό δάσος, πάνω ἀπό τό Ἁγίασμα τῆς Ζωοδ. Πηγῆς, ἕτοιμους νά πυροβολήσουν ἐναντίον τους!
«Δι’ εὐχῶν τοῦ Ἁγίου μας Πατρός» ψιθύρισε - ἀναλογιζομένη τίς συνέπειες πού θά εἶχε ἡ μονή, ἄν οἱ ἀντάρτες σκότωναν τούς Γερμανούς ἀξιωματικούς μέσα στό χώρο της - καί ἀμέσως κατέβηκε γιά νά τούς συναντήσει. «Βρέ παιδιά μου - τούς εἶπε - ἁμαρτία δέν εἶναι νά καταστρέψετε δύο μοναστήρια καί ὅλη τήν Ὀρθοδοξία; Γιά ὄνομα τοῦ Θεοῦ». Παραδόξως οἱ ἀντάρτες πῆραν τά ὅπλα τους καί ἀπομακρύνθηκαν! (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Θαυματουργική ἀπόδοσις τῶν σιτηρῶν τῆς Μονῆς Παναγίας (1941/1944)
Κατά τήν Γερμανική Κατοχή, Ὀρθόδοξοι τῆς περιφερείας τοῦ χωριοῦ Ἅγιοι Ἀνάργυροι Λαρίσης, εἶχαν διαθέσει στήν Ἱ. Μ. Παναγίας πολλά χωράφια γιά τήν καλλιέργεια τῶν ἀπαραίτητων γιά τήν συντήρηση τῶν μονῶν τοῦ ἁγ. Ματθαίου σιτηρῶν. Ὑπεύθυνη γιά τήν καλλιέργεια καί τήν συγκομιδή εἶχε ὁρισθεῖ ἡ μοναχή Ἰουλιανή.
Μία χρονιά, μετά τόν θερισμό καί τό ἁλώνισμα καί ἐνῶ ἡ συγκομιδή εἶχε συγκεντρωθεῖ, ἕνα ἀπόσπασμα τοῦ Δημοκρατικοῦ Σταρτοῦ κατάσχεσε 16.000 ὀκάδες σταριοῦ, γιά τίς ἀνάγκες τῶν δυνάμεων τῶν ἀνταρτῶν! Ἡ ἐνέργεια αὐτή ἰσοδυναμοῦσε μέ καταδίκη σέ θάνατο ἀπό τήν πεῖνα τῶν μοναχῶν, μοναζουσῶν καί προσκυνητῶν τῶν Μονῶν Μεταμορφώσεως καί Παναγίας. Ἡ μ. Ἰουλιανή, εὑρισκομένη στό χωριό τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων (ὅπου Ναός τῶν Γ.Ο.Χ. πρός τιμήν τοῦ ἁγ. Γεωργίου), ἔκανε τόν σταυρό της ἐπικαλουμένη τήν εὐχή τοῦ ἁγ. Ματθαίου καί ξεκίνησε μέ τά πόδια γιά τά Τρίκαλα, μέ σκοπό νά συναντήσει τόν Στρατηγό Σαράφη καί νά ζητήσει τήν ἀποκατάσταση τῆς ἀδικίας. Ὁ Στρατηγός πράγματι τήν δέχθηκε καί ἀφοῦ θαύμασε τό θάρρος καί τήν τόλμη της, ἔδωσε ἐντολή νά ἐπιστραφεῖ τό σιτάρι πού εἶχε κατασχεθεῖ! Ἔτσι, δι’ εὐχῶν τοῦ ἁγ. Ματθαίου, ἀποφεύχθηκε ἡ λιμοκτονία τῶν μονῶν του. (Προφορική μαρτυρία στόν γράφοντα τῆς μοναχῆς Ἰουλιανῆς).
Διάσωσις τῶν ὀρφανῶν τῆς Μονῆς Παναγίας ἀπό πυρκαγιά (1941/1944)
Κατά τήν περίοδο τῆς ξενικῆς Κατοχῆς (1941 – 1944), εἶχαν καταφύγει στή Μονή Παναγίας πολλές ἐμπερίστατες γυναίκες μέ τά παιδιά τους, πολλά ἀπό τά ὁποῖα ἦταν ὀρφανά πατρός (λ.χ. ἡ ἔπειτα Μοναχή Μυροφόρα Καραγκούνη ἀπό τήν Πηγή Τρικάλων μέ τά δύο ἀνήλικα ἀγόρια της, τούς ἔπειτα Ἱερομονάχους καί τελικά Ἐπισκόπους Παῦλο καί Ταράσιο). Ἀπό τά παιδιά αὐτά, ἄλλα εἶχαν στεγαστεῖ σέ καλύβες καί χαμόσπιτα στήν περιοχή γύρω ἀπό τό μοναστήρι (κυρίως στό δάσος κοντά στό Ἁγίασμα τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς) καί ἄλλα στίς τότε πενιχρές ἐγκαταστάσεις τοῦ ἁγ. Μοδέστου.
Κάποια φορά, μέσα στήν Κατοχή, ἐκδηλώθηκε πυρκαγιά καί ἡ φορά τοῦ ἀνέμου ἔφερε τήν φωτιά σέ ἀπόσταση ἑνός χιλιομέτρου ἀπό τό μοναστήρι. Ὁ κίνδυνος γιά τά παιδιά ἀρχικά καί τήν μονή στή συνέχεια ἦταν πλέον ὁρατός. Μόλις εἰδοποιήθηκε ὁ ἅγ. Ματθαῖος γιά τήν κατάσταση, βγῆκε στόν ἐξώστη τῆς Ἁγίας Τριάδος μέ τόν Τίμιο Σταυρό καί προσευχήθηκε δυνατά στήν ἔφορο τῆς Μονῆς Ὑπεραγία Θεοτόκο. «Παναγία μου - εἶπε - λυπήσου τά παιδιά μου»! Ἀμέσως ἡ φορά τοῦ ἀνέμου ἄλλαξε, ἡ φωτιά κινήθηκε πρός τήν ἀντίθετη κατεύθυνση καί πῆγε στά καμμένα, ὅπου καί ἔσβησε! (Μαρτυρία παλαιῶν μοναζουσῶν τῆς Ἱ. Μ. Παναγίας, στό κείμενο τοῦ μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Ἡ θαυμαστή ἀλιεία πού ἔσωσε τίς Μονές (1942)
Τό 1942, κατά τήν Γερμανική Κατοχή, οἱ μονές τοῦ ἁγ. Ματθαίου – στίς ὁποίες εἶχαν συγκετρωθεῖ πολλοί ἄνθρωποι, γιά νά ἀποφύγουν τήν πεῖνα - ἀντιμετώπιζαν πρόβλημα ἐπιβίωσις. Παρ’ ὅλα ταῦτα ἡ Μονή Παναγίας «συντηροῦσαν 70 οἰκογένειες στήν Ἀθήνα καί ἄλλες 70 στήν περιοχή τῶν Μεσογείων, μέ ὅτι οἰκονομοῦσε ἡ Παναγία, μέ ἕνα σακουλάκι ἀλεύρι πού ἔφτανε καί περίσσευε!» (προφορική μαρτυρία στόν γράφοντα τῆς μοναχῆς Ἰουλιανῆς).
Γιά νά βοηθηθεῖ ἡ κατάστασις οἱ πατέρες τῆς Ἱ. Μ. Μεταμορφώσεως ἔβγαιναν μέ ἕνα μικρό καϊκι γιά ψάρεμα στό Νότιο Εὐβοϊκό Κόλπο, ὅμως «ὑπῆρχε μαγάλη φτώχεια καί τά ψάρια πού ἔπιαναν δέν εἶχαν λάδι νά τά τηγανίσουν, γι’ αὐτό τά ἅπλωναν στόν ἥλιο καί τά κατανάλωναν λιαστά»! (προφορική μαρτυρία στόν γράφοντα τοῦ Ἐπισκόπου Μεσσηνίας Γρηγορίου).
Κάποια φορά, παρά τίς προσπάθειές τους, οἱ πατέρες δέν ἔπιασαν τίποτα. Προσωρμήσθηκαν τότε στόν ὅρμο τῆς Κακιᾶς Θάλασσας πού βρίσκεται κάτω ἀπό τήν Μονή Παναγίας καί ἀνέβη-καν στό μοναστήρι γιά νά πάρουν τήν εὐχή τοῦ ἁγ. Ματθαίου. «Θά ἔρθω κι εγώ μαζί σας» τούς εἶπε ἐκεῖνος καί τούς ἀκολούθησε στό καϊκι. Ὅταν ἀνοίχθηκαν στό πέλαγος, σταύρωσε εὐχόμενος τήν θάλασσα καί ἐπαναλήφθηκε δι’ εὐχῶν του τό θαῦμα πού περιγράφεται στό Εὐαγγέλιο: Τά ψάρια πού πιάστηκαν ἦταν τόσα πολλά, πού δέν μποροῦσαν νά τά σηκώσουν οἱ ἀλιεῖς μοναχοί! Ἔτσι οἰκονομήθηκε «πρός καιρόν» τό ἐπισιτιστικό πρόβλημα τῶν Μονῶν Παναγίας καί Μεταμορφώσεως. (Ἀπό τό κείμενο τοῦ Κων. Κουρῆ).
Ἀποτροπή ἐπιτάξεως τοῦ αὐτοκινήτου τῆς Ἱ. Μ. Παναγίας ἀπό τούς Ἰταλούς (1943)
Κατά τήν ἑορτή τοῦ Ἁγίου Μανδηλίου τοῦ ἔτους 1943 καί ἐνῶ ὁ ἅγ. Ματθαῖος λειτουργοῦσε στό Παρεκκλήσιο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἦρθαν δύο Ἰταλοί στρατιῶτες γιά νά ἐπιτάξουν τό μοναδικό αὐτοκίνητο τῆς Μονῆς. Ἀμέσως οἱ παριστάμενες μοναχές, ἀλλά καί προσκυνητές, ἄρχισαν νά κλαῖνε γιά τήν ἀπώλεια τοῦ αὐτοκινήτου. Γεμάτοι περιέργεια οἱ Ἰταλοί ρώτησαν γιατί ἔκλαιγαν καί αὐτές ἀπάντησαν, ὅτι αὐτό τό παλιό αὐτοκίνητο ἐξυπηρετοῦσε δύο μοναστήρια. Τότε ὁ Ἅγιος τοῦ Θεοῦ βγῆκε στόν ἐξώστη τῆς Ἁγίας Τριάδος καί εἶπε δυνατά: «Τί κλαίετε, ἀδελφές, γιά τό αὐτοκίνητο αὐτό; Σέ μία ὥρα θά ἐπιστρέψει πίσω! Κάψτε γιά τήν ἐπερχόμενη ὀργή τοῦ Θεοῦ πού ἔρχεται»!
Πράγματι, δέν πέρασε μία ὥρα καί οἱ Ἰταλοί ἐπέστρεψαν τό αὐτοκίνητο καί οἱ ἀδελφές πῆραν τόση χαρά πού χτύπησαν τίς καμπάνες! (Μαρτυρία τοῦ Ἱεροψάλτου τοῦ Ἱ. Ν. Κοιμ. Θεοτόκου Καλλιθέας Ἀριστείδου Μαλέση καί τῆς συζύγου του Θεοδώρας).
Ἀποκάλυψις λογισμοῦ τοῦ Μοναχοῦ Ἰωνᾶ (1944/1950)
Ὁ ἀδελφός τῆς Μονῆς Μεταμορφώσεως μοναχός Ἰωνᾶς, πρίν ἐνταχθεῖ στήν ἀδελφότητα, εὑρισκόμενος στήν πατρίδα του Μακεδονία, χρειάστηκε νά κρύψει στό σπίτι του κάποιους ἀνθρώπους πού τούς κυνηγοῦσαν οἱ ἀντάρτες. Τότε σκέφτηκε μέ τόν λογισμό του νά τούς σκοτώσει!
Ὅταν ἀργότερα πῆγε στή Μονή Μεταμορφώσεως καί συναντήθηκε μέ τόν ἅγ. Ματθαῖο, ἐκεῖνος τοῦ ἀποκάλυψε δημόσια τόν λογισμό του! «Καλῶς τόν φονιά - τοῦ εἶπε - πού ἤθελε νά σκοτώσει μέ τόν λογισμό του»! (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Τιμωρία ἀνταρτῶν ἐπιβουλευομένων τήν Ἱ. Μ. Μεταμορφώσεως (1944/1948)
Κατά τήν περίοδο τοῦ ἐπαράτου Ἐμφυλίου Πολέμου, μία ὁμάδα ἀνταρτῶν πού κινοῦνταν στήν περιοχή τῶν Μονῶν συνέλαβε τόν μοναχό Ἄνθιμο.
«Πόσοι μοναχοί εἶστε στό Μοναστήρι;» τόν ρώτησαν.
«Κάπου διακόσιοι» τούς ἀπάντησε αὐτός.
«Ἐ ! τότε αὔριο θά πάρουμε καμμιά ἑκατοστή μέ τό ζόρι», τόν ἀπείλησαν ἐκεῖνοι.
Ἦταν ἡ περίοδος τῶν βιαίων καί ἀναγκαστικῶν στρατολογήσεων, γιά τήν ἐνίσχυση τῶν δυνάμεων τοῦ Δημοκρατικοῦ Στρατοῦ καί ἡ ἀπειλή δέν στεροῦνταν βάσεως. Ἔντρομος ὁ μοναχός Ἄνθιμος πῆγε στόν ἅγ. Ματθαῖο καί τόν ἐνημέρωσε. «Καλά», τοῦ ἀπάντησε ἁπλᾶ ἐκεῖνος καί ἄρχισε νά προσεύχεται στόν ἔφορο τῆς ἀνδρικῆς Μονῆς Σωτῆρα Χριστό.
Τό ἄλλο πρωϊ ἦρθε διαταγή ἀπό τήν ἀνωτέρα διοίκηση τῶν ἀνταρτῶν, νά ἀπομακρυνθοῦν μέ πλοῖο, ὅπως καί ἔγινε. Ὅταν ὅμως τό πλοῖο τους ἦταν στή θάλασσα τοῦ Κάβο Ντόρο, βομβαρδίσθηκε ἀπό δύο ἀεροπλάνα τοῦ Ἐθνικοῦ Στρατοῦ καί βυθίσθηκε αὔτανδρο! (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Ἡ ἐν Πνεύματι ἐπικοινωνία μετά τοῦ διά Χριστόν Σαλοῦ Λεοντίου (1947/1948)
Στά σημεῖα τοῦ ἁγ. Ματθαίου περιλαμβάνεται ἡ ἐν Πνεύματι, «ἐν πνεύματι καί ἐκτός σώματος» ἐπικοινωνία μέ τόν διά Χριστόν Σαλό Λεόντιο τῆς Σάμου (+ 1993).
Ὁ κατά κόσμον Λεωνίδας Μαυροθαλασσίτης γεννήθηκε τό 1912 στό χωριό Πλάτανος τῆς Σάμου καί ἦταν γιός τοῦ Ἐφημερίου τοῦ χωριοῦ Ἱερέως Ἰωάννη, τόν ὁποῖο διαδέχθηκε στήν Ἱερωσύνη. Πρίν τήν χειροτονία του νυμφεύθηκε τήν Μαρία Λοΐζου, μέ τήν ὁποία ἀπέκτησε ἕνα γιό, τόν Ἰωάννη.
Τό ἀκριβές ἔτος τῆς χειροτονίας του δέν ἔχει ἐξακριβωθεῖ, πρέπει πάντως νά χειροτονήθηκε πρός τό τέλος τῆς δεκαετίας τοῦ ’30, διότι ὁ Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος καί ἡ κατοχή τῆς Σάμου ἀπό τούς Ἰταλούς τόν βρῆκε Ἱερέα.
Συμμετῖχε ἐνεργά στήν Ἐθνική Ἀντίσταση κατά τῶν Ἰταλῶν κατακτητῶν τῆς Σάμου. Ὁ συναγωνιστής του στήν Ἐθνική Ἀντίσταση Ἰωάννης Ἀ. Ζαφείρης σέ βιβλίο του («Ἡ Κατοχή καί ἡ Ἐθνική Ἀντίσταση στή Σάμο, χρονικό 1941 – 1944»), ἀναφέρεται πολλές φορές στόν π. Λεωνίδα καί τήν ἐθνική του δράση (σελ. 50, 56, 82, 83 καί 99). Ἐπίσης ἡ Θάλεια Ζαϊμη, σύζυγος τοῦ Ἰπποκράτη Ζαϊμη, συναγωνιστή τοῦ π. Λεωνίδα, σέ βιβλίο της («Ὁ Ἰπποκράτης Ζαϊμης καί ἡ ἐποχή του»), ἀναφέρεται πολλές φορές στόν π. Λεωνίδα καί στή διακεκριμένη συμμετοχή του στήν Ἀντίσταση (σελ. 234, 289, 349, 351, 364, 380 καί 403). Σύμφωνα μέ τίς μαρτυρίες τῶν συναγωνιστῶν, ὁ π. Λεωνίδας «βγῆκε στήν παρανομία» τόν Νοέμβριο τοῦ 1942 καί συμμετεῖχε σέ πολεμικές ἐπιχειρήσεις μέχρι καί τό 1944.
Ὅταν ἄρχισε ὁ ἐπάρατος Ἐμφύλιος (Νοέμβριος 1944), ὁ πατριώτης καί ἰδεολόγος π. Λεωνίδας ἐγκατέλειψε τήν Σάμο καί τήν οἰκογένειά του καί πῆγε στά Ἱεροσόλυμα (εἶναι γνωστές καί μέ βαθειές ἱστορικές ρίζες οἱ σχέσεις τῆς Σάμου μέ τό Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων) καί ὑπηρέτησε σάν ἐφημέριος στόν Πανάγιο Τάφο, «δεόμενος ὑπέρ τῶν δεινοπαθούντων ἐκ νέου συμπατριωτῶν του καί ὑπέρ ὁλοκλήρου τοῦ κόσμου».
Ὁ π. Λεωνίδας ἐπέστρεψε στήν Ἑλλάδα μετά τό τέλος τοῦ Ἐμφυλίου Πολέμου (1947 ἤ 1948), ἀλλά δέν ἐπέστρεψε στό νησί καί τήν οἰκογένειά του. Οἱ ἐπιλογές του ἦταν ἄλλες, πνευματικοῦ καί ἀγωνιστικοῦ χαρακτῆρος. «Κατηύθυνε τά διαβήματά του» στή Μονή Παναγίας Κερατέας, γιά νά συναντήσει τόν Ἅγιο Πατέρα Ματθαῖο, τότε Ἐπίσκοπο Βρεσθένης, μετά ἀπό συμβουλή τοῦ Ρουμανικῆς καταγωγῆς Ἱερομονάχου ὁσ. Ἰωάννου τοῦ Χοζεβίτου (+ 1960), ὁ ὁποῖος εὐλαβοῦνταν ἰδιαιτέρως τόν ἅγ. Ματθαῖο καί τό πνευματικό καί ὁμολογιακό του ἔργο.
Ἡ γνωριμία αὐτή ἄλλαξε ριζικά τήν ζωή τοῦ π. Λεωνίδα. Κατ’ ἀρχήν ἀποκηρύσσει τήν Νεοημερολογιτική Ἐκκλησία καί ἐντάσσεται στή Γνησία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, κατά τά προβλεπόμενα ἀπό τούς Ἱερούς Κανόνες (γενόμενος δεκτός ἀπό τόν Ἐπίσκοπο Ματθαῖο δι’ Ὁμολογίας Πίστεως καί Χειροθεσίας). Στή συνέχεια δέχεται τό Μεγάλο καί Ἀγγελικό Σχῆμα μέ τό ὄνομα Λεόντιος καί τό ἀξίωμα τῆς πνευματικῆς πατρότητος καί μέ ἐντολή του πηγαίνει στό Ἅγιο Ὄρος, γιά περισσότερη ἄσκηση πλησίον τῶν Ζηλωτῶν Πατέρων. Τότε ὁ Ἅγιος Πατήρ τοῦ δίνει μία ἐπιπλέον εὐλογία: Νά σηκώσει τόν σταυρό τῆς διά Χριστόν σαλότητος.
Στόν Ἄθωνα ὁ Ἱερομ. Λεόντιος ἐπιδόθηκε σέ μεγάλη ἄσκηση ὡς σπηλαιώτης καί ἀπέκτησε φήμη μεγάλου Πνευματικοῦ, μάλιστα ἔγινε ἐξομολόγος τῶν περιωνύμων ἀοράτων ἤ γυμνῶν ἀσκητῶν, τῶν ὁποίων γνώριζε τά κατοικητήρια καί παρ’ ὅλο πού ἦταν Ἱερεύς, δέχοταν τίς συμβουλές καί τίς γνῶμες τους καί τούς τιμοῦσε ὡς Ἁγίους. Γιά τήν παραμονή του στό Ἅγιο Ὄρος ὁ Ἁγιορείτης Μοναχός Βλάσιος, σέ βιβλίο του («Οἱ ἀόρατοι ἐρημίτες τοῦ Ἄθωνα», 2006), διασώζει τά ἀκόλουθα, στήν ἀναφορά του στόν Ἱερομόναχο Σεραφείμ καί τήν συνοδεία του, τῆς Σκήτης τοῦ ἁγ. Δημητρίου, τήν λεγομένη Σκήτη τοῦ Λάκκου (σύμφωνα μέ μαρτυρία τοῦ μ. Τρύφωνος στό μ. Διονύσιο, πρ. Ἁγιοπαυλίτη, + 2002):
«Ὅταν κατοίκησαν στή Σκήτη τοῦ Λάκκου ὁ παπᾶ Σεραφείμ καί ἡ συνοδεία του, ἐξομολογοῦντο σέ κάποιον Πνευματικόν ὀνόματι Λεόντιον Ἱερομόναχον. Ὁ παπα-Λεόντιος ἔμενε ἕνα διάστημα σέ μία σπηλιά τοῦ Ἄθωνα, γι’ αὐτό καί ὠνομάσθη Σπηλαιώτης. Ἐπειδή ἦταν καλός καί ἀσκητικός μοναχός, ἐξομολογοῦντο κοντά του ἀρκετοί μοναχοί. Μεταξύ αὐτῶν πού ἐξομολογοῦντο ἦσαν καί δώδεκα ἀνώνυμοι Ἀναχωρητές, οἱ ὁποῖοι ἔμεναν σέ σπηλιές στά βουνά τοῦ Ἄθωνα. Ὅταν πήγαιναν στόν παπα-Λεόντιο μεταξύ ἄλλων τοῦ ἐπεξηγοῦσαν θεῖα μυστήρια, τοῦ ἔλεγαν γιά τό μέλλον τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τοῦ ἑρμήνευαν τά κάλλη τοῦ Παραδείσου καί ποία ἡ δόξα τῶν δικαίων μετά θάνατον…
Οἱ δώδεκα ἀνώνυμοι ἀσκητές τοῦ συνέστησαν νά πάει ἤ τόν ἔστειλαν στό νησί τῆς Σάμου, γιά νά βοηθήσει πνευματικά τόν λαό. Ἔκανε ὑπακοή καί πῆγε καί ἔμεινε ἐκεῖ μέχρι τῆς τελευτῆς του…Οἱ κάτοικοι τοῦ νησιοῦ πού τόν γνώρισαν, διηγοῦνται θαυμαστά γεγονότα γιά τήν ζωή του. Ἔλεγχε Στρατηγούς, Δημάρχους καί ἄλλα ἐξέχοντα πρόσωπα τά ὁποῖα δέν ἔδιναν τό καλό παράδειγμα στό λαό, ἀλλά ζοῦσαν ὡς ἀποστάτες τῆς Ὀρθοδοξίας καί τῆς κατά Χριστόν ζωῆς. Ποτέ δέν εἰσῆλθε σέ αὐτοκίνητο, ἦταν ἕνας πεζοπόρος κήρυκας τῆς Πίστεως καί τοῦ Εὐαγγελίου. Ἔζησε ὡς ἀκτήμων καί διά Χριστόν Σαλός, σεβόμενος ὑπό τοῦ λαοῦ ὡς Ἅγιος. Ἀκολουθοῦσε τό Παλαιό Ἑορτολόγιο, ὡς εἶναι καί στό Ἅγιον Ὄρος» (σελ. 111).
Γράφεται σχετικά μέ τήν παρουσία τοῦ Ἱερομ. Λεοντίου στή Σάμο: «Ἀρχίζει ἔντονον ἀσκητικήν ζωήν. Περιφέρεται ἀνυπόδητος, ρακένδυτος, φορτωμένος τά βιβλία τά ἐκκλησιαστικά - ἐνῶ στό χέρι του εὑρίσκεται ἡ εἰκών τῆς Θεοτόκου, μικρός ξύλινος σταυρός καί τό κομβοσχοίνιον - ἕτοιμος νά δώσει ἐρμηνείαν τοῦ θείου λόγου παντί τῶ αἰτοῦντι. Τό κήρυγμά του ἔχει ἐκκλησιαστικόν κυρίως περιεχόμενον, εἰς ἄπταιστον καθαρεύουσαν καί σύνταξιν, χωρίς χειρόγραφον. Τά θέματά του ἦταν κυρίως τό ἡμερολογιακόν καί ἡ μέλλουσα κρίσις, ἀλλά καί ὁ δημόσιος ἔλεγχος δημοσίων ἰσχυρῶν καί μή προσώπων, τά ὁποῖα ἐλέγχονται ἀκόμη καί ὀνομαστικῶς διά ὁτιδήποτε παράνομον, ἀκόμη καί οἰκογενειακῆς φύσεως.
Μισεῖ τά χρήματα, κοιμᾶται εἰς τό πάτωμα, ὅταν τόν φιλοξενοῦν φίλοι, γνωστοί ἤ συναγωνισταί του. Δέν φοβεῖται τίποτε καί μάχεται ἀμειλίκτως κατά τῆς ἁμαρτίας, ἐνῶ κηρύττει ὅπου εὑρεθεῖ (λ.χ. εἰς τήν Ὀμόνοιαν διακόπτει τήν κυκλοφορίαν πεζῶν καί ὀχημάτων). Μέ αὐτοκίνητο ὅταν θελήσει νά ταξιδεύσει, ἄν εἶναι γνωστοί του οἱ ἐπιβαίνοντες, κάθεται στό τελευταῖο σημεῖο τοῦ πατώματος τοῦ λεωφορείου!».
Μέ τούς ὑπερφυεῖς ἀγῶνες του ὁ Ἱερομ. Λεόντιος ἐλεήθηκε ἀπό τόν Θεό μέ τά Ἁγιοπνευματικά χαρίσματα τῆς διδασκαλίας, τῆς ἀδιαλείπτου προσευχῆς, τῆς πρό θανάτου εὐωδίας, τῆς προοράσεως, τῆς «ἐν πνεύματι» ἀρπαγῆς σέ μακρυνούς τόπους, τῆς ἐκτός χρονικῶν ὁρίων κινήσεως, τῶν μετά θάνατον ἐμφανίσεων, τῆς εὐωδίας τῶν Λειψάνων του καί ἄλλων θαυμαστῶν σημείων.
Σχετικά μέ τήν «ἐν πνεύματι ἀρπαγή» μαρτυρεῖται, ὅτι μέχρι τήν κοίμηση τοῦ ἁγ. Ματθαίου (1950), οἱ δύο ἄνδρες διατηροῦσαν στενή «ἐν Πνεύματι» ἐπικοινωνία, χωρίς νά ἀπομακρυνθοῦν σωματικῶς ποτέ, ὁ μέν ἐπ. Ματθαῖος ἀπό τήν μονή του, ὁ δέ Ἱερομ. Λεόντιος ἀπό τήν ἔρημο τοῦ Ἄθωνα!
Ἀκόμη, στή βιβλιογραφία σχετικά μέ τήν Ρωσική Ἐκκλησία τῶν Κατακομβῶν, στή βιογραφία τοῦ Ἐπισκόπου Βλαδιμήρου Ἀμπράμωφ (+ 1987), ἀναφέρεται ὅτι τήν χειροτονία του σέ Ἐπίσκοπο εἶχε προεῖπει «ὁ διά Χριστόν Σαλός Ἱερομόναχος Λεόντιος τῆς Σάμου, στήν πηγή τοῦ ἁγ. Βασιλίσκου, στόν Καύκασο»! Γιά τήν συνάντηση τοῦ π. Λεοντίου μέ τόν π. Βλαδίμηρο δέν ἀναφέρονται περισσότερες πληροφορίες, ἕνα πάντως εἶναι ἀπολύτως βέβαιο καί ἐξακριβωμένο: Ὁ π. Λεόντιος δέν βγῆκε ποτέ ἔξω ἀπό τά σύνορα τῆς Ἑλλάδος! Ἄρα στήν πηγή τοῦ ἁγ. Βασιλίσκου (ὅπου ὁ ὁμώνυμος ναός στόν ὁποῖο κοιμήθηκε ἐξόριστος ὁ Ἱερός Χρυσόστομος), βρέθηκε «ἐκτός σώματος, ἐν πνεύματι».
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τήν 5η Μαρτίου 1993 καί ἐνταφιάστηκε ὀρθοδόξως στό χωριό του. Κατά τόν ἐνταφιασμό του ὁ Ἅγιος Θεός οἰκονόμησε «σημεῖον μέγα», γιά νά δείξει τήν ἁγιότητα τοῦ δούλου Του: Ἀπό ἀστοχία τῶν κηδευτῶν, ὁ τάφος πού θά δέχονταν τό ὁσιακό του σῶμα εἶχε ἀνοιχθεῖ μικρός. Τότε κάποιος ἀπό τούς παρισταμένους φώναξε: «Ἄντε ρέ Λεόντιε, καί στόν τάφο λειψός θά πᾶς». Καί ἐκεῖνος, σάν νά ἦταν ζωντανός, μάζεψε τά πόδια του καί χώρεσε! (Μαρτυρία τοῦ κ. Ἰωάννη Κουτσούκου, δημοσιευμένη στήν ἐφημερίδα τῆς Κορίνθου «ΣΗΜΕΡΑ», φ. 26. 10. 1997).
Κατά τήν ἀνακομιδή του τά Λείψανά του ἀνακομίσθηκαν εὐωδιάζοντα. Σήμερα ἡ τιμία Κάρα του καί τά περισσότερα τῶν Λειψάνων του φυλάσσονται ἀπό συγγενή του στόν Πλάτανο Σάμου, ἐνῶ ἀρκετά ἔχουν ἴδη διασπαρεῖ καί ἡ εὐλογία τους χαριτώνει μακρυνές περιοχές (ὅπως τήν Κύπρο).
Ἡ διά Χριστόν Σαλή Ταρσώ (1949)
Ἡ κατά κόσμον Ταρασία Ζαγοραίου, γεννήθηκε τό 1910 στήν Ἄνδρο καί ἔτυχε ἀρτίας μορφώσεως. Ἀπό τήν ἡλικία τῶν 14 ἐτῶν παρουσίασε δείγματα τῆς μελλοντικῆς της ἐξελίξεως καί ἄρχισε νά ἐκδηλώνει τό χάρισμα τῆς διοράσεως. Αὐτό ὅμως θεωρήθηκε ἀπό τούς δικούς της, ἀλλά καί ἀπό τήν ψυχιατρική ἐπιστήμη τῆς ἐποχῆς της, ψυχική νόσος. Ἔτσι τό 1942 τήν πῆγαν "μέ τό ζόρι" σέ ψυχιάτρους καί ἐκείνοι διέγνωσαν σχιζοφρένεια καί τήν ὑπέβαλαν σέ χειρουργική ἐπέμβαση (λοβοτομή)!
"Γιά τούς ψυχιάτρους - γράφει ὁ Καθηγητής τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Ἰω. Κορναράκης - ἡ Ταρσώ εἶχε κάποια πειστικά εὑρήματα μιᾶς τέτοιας ψυχοπαθολογίας. Ἰσχυρίζετο, ὅτι ἄκουγε φωνές κεκοιμημένων, εἶχε τό στοιχεῖο τῆς ἐπίμονης καί ἄλογης φυγῆς ἀπό τίς κοινωνικές σχέσεις, ζητοῦσε τήν μόνωση. Ἀλλά οἱ ψυχίατροι δέν μποροῦσαν φυσικά νά ἀντιληφθοῦν τίς πνευματικές ἀφετηρίες τῆς, κατ' αὐτούς, παράλογης συμπεριφορᾶς".
Ψυχασθενής μέ ἰατρική βεβαίωση ἡ Ταρσώ, ὁδηγήθηκε τό 1949 ἀπό τήν μητέρα της (ἡ ὁποία οἰκογενειακῶς ἀκολουθοῦσε τό Παλαιό Ἑορτολόγιο) στή Μονή Παναγίας, γιά νά θεραπευθεῖ ἀπό τόν Ἅγιο Πατέρα Ματθαῖο. «Ἐκείνη τήν ἐποχή πού ἡ Ταρσώ ἐθεωρεῖτο ἄρρωστη - συνεχίζει ὁ Ἰω. Κορναράκης - μέ ψυχιατρική βεβαίωση, κυκλοφοροῦσε ἡ φήμη ὅτι ὁ Ματθαῖος, κτήτωρ καί Ἐπίσκοπος τῆς Μονῆς, ἔκανε θαύματα καί ἰδιαιτέρως θεραπείες. Γιά τόν λόγο αὐτό ἡ μητέρα τῆς Ταρσώς σκέφθηκε νά συνοδεύει τήν κόρη της καί νά φιλοξενηθοῦν γιά κάποιο διάστημα στή Μονή, μήπως γίνει τό θαῦμα καί θεραπευθεῖ ἡ Ταρσώ. Ἔτσι κάποια μέρα τοῦ 1949 τήν πῆρε - ἀπογοητευμένη ἀπό κάθε ἀνθρώπινη βοήθεια – καί τήν ἔφερε, χωρίς νά τό γνωρίζει, στό ὁριστικό στάδιο τῆς ἀθλήσεώς της.
Φαίνεται ὅτι ἐκεῖ ἔμειναν περίπου τρεῖς μῆνες, χωρίς ὅμως τό ἀποτέλεσμα πού ἔλπιζαν καί ἐπιθυμοῦσαν. Ἔτσι ἡ μητέρα τῆς Ταρσώς ἀποφάσισε νά τήν πάρει νά γυρίσουν στό σπίτι τους. Ἡ Ταρσώ ὅμως δέν ἤθελε νά φύγει ἀπό τό μοναστήρι μέ κανένα τρόπο. Γι’ αὐτό παρεκάλεσε ἡ μητέρα της νά τήν φιλοξενήσουν γιά κάποιο ἀκόμη διάστημα. Τό διάστημα αὐτό ἦταν τελικά ὅλη της ἡ ζωή» (Ἰω. Κορναράκη, «Ταρσώ, ἡ διά Χριστόν Σαλή», 2003, σελ. 41).
Ἀπό τό προηγούμενο ἀπόσπασμα τοῦ Βίου τῆς διά Χριστόν Σαλῆς Ταρσώς, προκύπτουν δύο σημαντικά στοιχεῖα: Πρῶτον ὁμολογεῖται ἡ ἁγιότητα καί τό θαυματουργικό χάρισμα τοῦ ἁγ. Ματθαίου καί «ἐξ’ ἀντιθέτων» (τόσο ὁ συγγραφέας τοῦ Βίου, ὅσο καί οἱ ἐκδότες του - Ἁγιορειτική συνοδεία μνημονευτῶν – δέν ἀνήκουν στήν Γνησία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία), ἔστω καί ὡς φήμη. Καί δεύτερον ἡ ἀλήθεια γιά τήν πραγματική κατάσταση τῆς Ταρσώς δέν ἔγινε ποτέ γνωστή, διότι ὑπῆρχε σοβαρός πνευματικός λόγος νά μήν γνωστοποιηθεῖ.
Σύμφωνα μέ τήν ἀδιαμφίσβητη μαρτυρία τῆς ἤδη μακαριστῆς ἀδελφῆς τῆς Μονῆς μ. Μαρίνας (ἡ ὁποία στάθηκε πολύ κοντά στήν ἀγωνίστρια μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς της) καί ἄλλων σεβαστῶν προσώπων, ὁ ἅγ. Ματθαῖος διεῖδε μέ τήν χάρη τοῦ Παναγίου Πεύματος, ὅτι ἡ νεαρή Ταρασία ἔχαιρε ἄκρας πνευματικῆς καί ψυχικῆς ὑγείας καί ὅτι εἶχε κληθεῖ ἀπό τόν Θεό στό ἐπώδυνο ἄθλημα τῆς διά Χριστόν μωρίας καί σαλότητος. Γιά τόν λόγο αὐτό τήν εὐλόγησε νά συνεχίσει νά ὑποκρίνεται τήν διανοητικά διαταραγμένη καί τῆς ζήτησε νά μήν φύγει ἀπό τό μοναστήρι, ἀλλά οὔτε καί νά ἐνταχθεῖ στήν ἀδελφότητα, διότι ἡ πνευματική της ζωή καί ἄθλησις δέν μποροῦσε νά συμφωνήσει μέ τό μοναχικό πρόγραμμα. Ἔτσι ἡ μακαρία Ταρσώ δέν ἔφυγε ποτέ ἀπό τήν Μονή Παναγίας, ἀλλά ἔζησε ἔξω ἀπ’ αὐτήν 38 ἀκριβῶς χρόνια, μέχρι τό 1987 πού λόγῳ γήρατος καί καταστάσεως ὑγείας, δέχθηκε νά γηροκομηθεῖ μέχρι τήν μακαρία της κοίμηση (1989).
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τήν 24η Σεπτεμβρίου/7η Ὀκτωβρίου 1989 καί ἐνταφιάσθηκε στή μονή. Κατά τήν ἀνακομιδή της τά Λείψανά της εὐωδίασαν! Μέρος τοῦ δέρματός της πού φυλάσσεται στό Παρεκκλήσιο τῆς ὁσ. Ξένης τῆς διά Χριστόν Σαλῆς Μάνδρας Ἀττικῆς, παραμένει ἀδιάφθορο! Τό ἔτος 2010, μέ ἀπόφαση τοῦ Σεβ. Μητροπ. Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς κ. Κηρύκου (ἐντός τῶν ὁρίων τῆς ἐπισκοπικῆς δικαιοδοσίας τοῦ ὁποίου ἀσκήθηκε καί τελειώθηκε ἡ μακαρία), ἁγιογραφήθηκε εἰκόνα της ἀπό τήν Πρεσβυτέρα Ἀντωνία Σίντνιεβα καί καθιερώθηκε ἡ τιμή τῆς μνήμης της τοπικῶς, τήν 24η Σεπτεμβρίου, ἡμέρα τῆς κοιμήσεώς της.
Ἀποκάλυψις λογισμοῦ σέ προσκυνήτρια (1949)
Τό ἔτος 1949, μία ὁμάδα ἐνοριτῶν τοῦ Ἱ. Ν. ἁγ. Τριῶν Ἱεραρχῶν Κίατου Κορινθίας, ἐπισκέφθηκε γιά πρώτη φορά τήν Ἱ. Μ. Παναγίας, γιά νά συμμετάσχει στίς ἀκολουθίες καί νά πάρει τήν εὐχή τοῦ ἁγ. Ματθαίου. Μεταξύ αὐτῶν ἦταν καί ἡ Εἰρήνη Γιαννοπούλου, τό γένος Μπακόλια, μέ τόν σύζυγό της Παναγιώτη, ἔπειτα Μοναχό Πανάρετο.
Κατά τήν διάρκεια μιᾶς Θείας Λειτουργίας στό Παρεκκλήσιο τοῦ ἁγ. Μηνᾶ, ἡ Εἰρήνη - ἡ ὁποία μέχρι τότε δέν εἶχε δεῖ Ἀρχιερέα νά λειτουργεῖ - βλέποντας τήν βραδύτητα μέ τήν ὁποία ὁ Ἱερεύς καί οἱ Διακόνισσες ἔντυναν τόν γέροντα ἅγ. Ματθαῖο μέ τά ἀρχιερατικά του ἄμφια, ἄρχισε νά λέει μέ τόν λογισμό της: «Γιατί τοῦ τά διαβάζουν τόση ὥρα τά ροῦχα τοῦ Δεσπότη; Γιατί δέν τόν ντύνουν γρήγορα, νά βγεῖ νά τόν δεῖ ὁ κόσμος»;
Ἀργότερα, κατά τήν διάρκεια τῆς Θείας Λειτουργίας, ὁ ἅγ. Ματθαῖος στό κήρυγμά του εἶπε σέ κάποια στιγμή, ἑστιάζοντας τό βλέμμα του πάνω στήν προσκυνήτρια Εἰρήνη: «Ἴσως τινός ἐξ ὑμῶν, ἀγαπητοί ἀδελφοί, νά τοῦ εἶπε ὁ λογισμός: «Γιατί τοῦ τά διαβάζουν τόση ὥρα τά ροῦχα τοῦ Δεσπότη; Γιατί δέν τόν ντύνουν γρήγορα, νά βγεῖ νά τόν δεῖ ὁ κόσμος»; Νά ὁ Δεσπότης, ἀδελφοί, ἀλλά αὐτή εἶναι ἡ τάξις τῆς Ἐκκλησίας μας»! (Μαρτυρία Εἰρήνης Γιαννοπούλου στόν γράφοντα).
Ἀποκάλυψις λογισμοῦ σέ προσκυνητή (1949)
Στήν ἴδια ὁμάδα προσκυνητῶν ἀπό τό Κιάτο Κορινθίας, ἦταν καί ἕνας εὐλαβής γέροντας ἀπό τό χωριό Μούλκι, ὀνόματι Χρήστος Σαλάτας. Ὁ πιστός αὐτός, ἐνθουσιασμένος ἀπ’ ὅσα ἔβλεπε καί ἄκουγε καί κυρίως ἀπό τήν καταλυτική παρουσία τοῦ ἁγ. Ματθαίου, ἔλεγε συνεχῶς μέ τόν λογισμό του: «Κύριε, θά μέ ἀξιώσεις ἄραγε τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν;»
Ὅταν κατά τό Χερουβικό βγῆκε ὁ Ἐπίσκοπος Ματθαῖος γιά νά θυμιάσει τόν λαό, στάθηκε δίπλα στόν γέροντα Χρήστο (τόν ὁποῖο δέν γνώριζε καί δέν εἶχε συναντήσει ποτέ προηγουμένως), ἔσκυψε στό αὐτί του καί τοῦ εἶπε: «Μπάρμπα Χρήστο, ὅλοι ὀνειρευόμαστε τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, ἀλλά πρέπει νά εἴμαστε καί ἐντάξει»! (Μαρτυρία Εἰρήνης Γιαννοπούλου στόν γράφοντα).
Ἀποκάλυψις ἐξομολογήσεως σέ προσκυνητή (1949)
Στήν ἴδια ὁμάδα προσκυνητῶν ἀπό τό Κιάτο Κορινθίας, συμμετεῖχε καί ὁ Παναγιώτης Γιαννόπουλος, κουρέας στό ἐπάγγελμα, σύζυγος τῆς Εἰρήνης Μπακόλια πού ἀναφέρθηκε προηγουμένως. Ὅταν ἡ ὁμάδα ὁλοκλήρωσε τό προσκύνημά της καί πῆγε στό Δεσποτικό γιά νά πάρει τήν εὐχή τοῦ Ἁγίου Πατρός, ὁ οὐρανοπολίτης καί προορατικός Ματθαῖος κράτησε εὐγενικά ἀπό τό χέρι τόν Παναγιώτη (τόν ὁποῖο δέν γνώριζε καί δέν εἶχε συναντήσει ποτέ προηγουμένως) καί τόν ρώτησε:
«Ἀδελφέ Παναγιώτη, εξομολογηθήκατε;»
«Μάλιστα - ἀπάντησε ἐκεῖνος – στόν πατέρα Λουκᾶ».
«Ἀδελφέ – τοῦ εἶπε τότε ἐμπιστευτικά - ὁ πονηρός σᾶς σκότισε τόν λογισμό καί ξεχάσατε νά πεῖτε μία μεγάλη ἁμαρτία»! Καί τοῦ ἀνέφερε ἀναλυτικά ἕνα πολύ σοβαρό γεγονός πού τοῦ εἶχε συμβεῖ σέ ἡλικία 9 ἐτῶν!
Ὁ Παναγιώτης Γιαννόπουλος εἶχε γεννηθεῖ στήν Πάτρα καί δέν γνώρισε γονεῖς. Μεγάλωσε κυριολεκτικά στόν δρόμο, κάνοντας θελήματα στίς σταφιδαποθήκες τοῦ λιμανιοῦ καί τά βράδυα ἔμενε σέ μία ἀποθήκη, ἀνάμεσα στά τσουβάλια μέ τήν σταφίδα!
Ἕνα βράδυ χειμῶνα πού ἔκανε πολύ κρύο, ὁ ἡλικίας 9 ἐτῶν Παναγιώτης - πεινασμένος καί παγωμένος, σκεπασμένος μέ τσουβάλια – εἶπε χωρίς κυριολεκτικά νά καταλαβαίνει τί λέει:
«Ἐ! ρέ διάβολε, νά ἐρχόσουν καί νά μέ ἔκανες πλούσιο! Ἀλλά νά μήν ἔρθεις ὅπως εἶσαι καί σέ δῶ καί φοβηθῶ! Νά ἔρθεις σάν ἄνθρωπος καί νά μοῦ χτυπήσεις τήν πόρτα»!
Ἀμέσως ὁ πονηρός τοῦ χτύπησε τήν πόρτα δύο φορές («ποτέ τρεῖς - ἔλεγε ἀργότερα μεγάλος πιά ὁ Παναγιώτης - ποτέ στόν τύπο τῆς Ἁγίας Τριάδος»!). Ὁ μικρός φοβισμένος ρώτησε ποιός εἶναι καί ὁ «ἐπισκέπτης» δήλωσε, ὅτι μόλις τόν εἶχε καλέσει!!! Πανικόβλητο τό παιδί ἔφτιαξε ἕναν πρόχειρο σταυρό ἀπό δύο ξυλαράκια πού βρῆκε καί μή ξέροντας οὔτε τό «Πάτερ ἡμῶν», ἄρχισε νά φωνάζει δυνατά «Πάτερ, Πάτερ, Πάτερ»!
Τά χρόνια πέρασαν, ὁ μικρός Παναγιώτης μεγάλωσε καί ἄνοιξε κουρεῖο στό Κιάτο, ὅπου νυμφεύθηκε τήν Εἰρήνη Μπακόλια. Ὅμως ὁ διάβολος ἐπέμενε. Πολλές φορές τόσο ὁ ἴδιος, ὅσο καί ἡ σύζυγός του, ἄκουγαν μία ὑπεροκόσμια φωνή νά τόν καλεῖ μέ τό ὄνομα τῶν παιδικῶν του χρόνων, «Τάκη, Τάκη»! Ἦταν ὁ διάβολος πού ἤθελε νά τόν κάνει πλούσιο!!!
Τήν ἱστορία αὐτή περιέγραψε στό ἔκπληκτο Παναγιώτη ὁ ἅγ. Ματθαῖος. «Ἀδελφέ μου - τοῦ εἶπε στό τέλος – χωρίς νά τό θέλετε, λόγῳ τῆς παιδικῆς ἀνωριμότητος, ἀρνηθήκατε τόν Χριστό μας. Πρέπει νά τό πεῖτε στόν Πνευματικό. Ἐγώ σᾶς συνιστῶ πρός τό τέλος τῆς ζωῆς σας, νά γίνετε μοναχός, νά πάρετε τό Μεγάλο καί Ἀγγελικό Σχῆμα. Μόνον ἔτσι θά πάψει νά σᾶς πειράζει ὁ διάβολος»!
Εἴκοσι χρόνια μετά, περί τό 1960, ὁ Παναγιώτης – γέροντας καί ἄρρωστος - μέ τήν σύμφωνη γνώμη τῆς συζύγου του καί τοῦ Ἐπισκόπου Κορινθίας Καλλίστου, ἔγινε μοναχός στήν Ἱ. Μ. Εὐαγγελιστρίας Ἀθηκίων Κορινθίας. Ὅμως, ἀκόμη κι ἐκεῖ ὁ διάβολος πήγαινε καί ζητοῦσε νά ἐκπληρώσει τό αἴτημά του. Πολλοί ἀξιόπιστοι μάρτυρες (ὅπως ὁ Ἐπίσκοπος Κάλλιστος, ὁ ἀδελφός καί ἐφημέριος τῆς μονῆς Ἱερομ. Ἰωάσαφ Ροζαλῆς, ὁ μοναχός Φιλάρετος, κ.ἄ.), εἶχαν ἀκούσει τήν ὑπερκόσμια φωνή τοῦ διαβόλου νά τόν καλεῖ μέ τό ὄνομα τῶν παιδικῶν του χρόνων («Τάκη, Τάκη»), ὁ Ἐπίσκοπος Κάλλιστος μάλιστα ἀπάντησε κάποια στιγμή: «Ἐσύ πᾶρε τόν Τάκη, ἡ Παναγία θά πάρει τόν Παναγιώτη»!!!
Πρός τό τέλος τῆς ζωῆς του ὁ Παναγιώτης δέν ἄκουγε ἁπλᾶ τήν φωνή τοῦ πονηροῦ, ἀλλά τόν ἔβλεπε ὀφθαλμοφανῶς. Μάλιστα στό κελλί του, εἶχε μετατρέψει τό κρεββάτι του σέ φέρετρο καί εἶχε στερεώσει μικρούς σταυρούς ἀπό καλάμι στίς ἐξωτερικές σανίδες. Ὅπως ἔλεγε, «μέχρι ἐκεῖ ἔφθανε ὁ πονηρός»! Ὁ Παν. Γιαννόπουλος κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1962, ὡς Μεγαλόσχημος Πανάρετος Μοναχός. (Μαρτυρία Ἐπισκόπου Κορινθίας Καλλίστου καί Εἰρήνης Γιαννοπούλου στόν γράφοντα).
Προφητεία γιά τόν σεισμό τῆς Χίου (1949)
Τό ἔτος 1949, ἐπισκέφθηκε τήν Μονή Παναγίας μία γυναῖκα ἀπό τήν Χίο. Ὅταν τήν δέχθηκε ὁ ἅγ. Ματθαῖος, ἀρχικά τήν προσφώνησε μέ τό ὄνομά της ἐνῶ δέν τήν ἤξερε («καλῶς τήν Μαρία» τῆς εἶπε).
«Ἀπό πού εἶσαι;» τήν ρώτησε στή συνέχεια.
«Ἀπό τήν Χίο» ἀπάντησε ἡ γυναῖκα.
«Καλά - τῆς ἀνταπάντησε – σέ παρακαλῶ πρίν φύγεις νά μέ συναντήσεις, διότι θέλω νά σοῦ πῶ κάτι».
Πράγματι, πρίν φύγει ἡ γυναῖκα, πέρασε νά τοῦ βάλει μετάνοια. Τότε ἐκεῖνος τῆς εἶπε: «Ὅταν θά ἐπιστρέψεις στή Χίο, νά πεῖς στούς ἀνθρώπους νά μετανοήσουν, διότι θά γίνει μεγάλος σεισμός»!
Ἡ γυναῖκα φαίνεται πώς δέν ἔδωσε σημασία στήν πρόρρηση καί δέν εἶπε τίποτα καί σέ κανένα. Ὅμως ὁ σεισμός ἔγινε καί τό σπίτι της γκρεμίστηκε ἐκ θεμελίων! (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Ὁ σεισμός ἔγινε τήν 26η Ἰουλίου 1949 καί κατέστρεψε τά βόρεια μέρη τοῦ νησιοῦ. Μάλιστα ἦταν τόσο ἰσχυρός, ὥστε ἕνα παλιρροιακό κύμα («τσουνάμι»), ὕψους δύο μέτρων, χτύπησε τά Καρδάμυλα! Ὁ τίτλος τῆς ἀνταποκρίσεως τῶν «ΝΕΩΝ» τῆς 27.7.1949, «Θέαμα νεκρουπόλεως εἰς τήν Χίον», εἶναι χαρακτηριστικός τῆς καταστροφῆς!
Ἡ θαυμαστή προγνώρησις τῆς κοιμήσεώς του (1950)
Ὁ Ἅγιος Πατήρ προεῖδε τήν κοίμησή του πέντε περίπου μῆνες πρίν συμβεῖ, τήν 6η Ἰανουαρίου 1950. Τήν ἡμέρα αὐτή καί ἐνῶ εἶχε ἐπιστρέψει στή Μονή Παναγίας ἀπό τό Φαληρικό Δέλτα, ὅπου εἶχε χοροστατήσει στόν Ἁγιασμό τῶν Ὑδάτων, παρά τήν ἡλικία του (ἦταν ἤδη 87 ἐτῶν), χοροστατοῦσε στό Παρεκκλήσιο τοῦ ἁγ. Μηνᾶ, στήν Ἀκολουθία πρός τιμήν τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα νά ψαλλεῖ ὁ Κανόνας τοῦ Ἁγίου καί ἡ κανονάρχης μοναχή ἄρχισε νά κανοναρχεῖ τό α΄ Τροπάριο τῆς α' Ὠδῆς ("Τῶ τήν ἄβατον, κυμαινομένην θάλασσαν..."), ὁ Ἅγιος Πατέρας ἄρχισε νά ψάλλει τόν Κανόνα τῆς Πεντηκοστῆς. Στήν προσπάθεια τῆς μοναχῆς νά τόν διορθώσει ἐκεῖνος ἀπάντησε προφητικά: «Λέγε ἐσκοτισμένη καί θά καταλάβεις»! Λίγους μῆνες ἀργότερα ὅλοι κατάλαβαν. Ὁ Ἅγιος Πατήρ κοιμήθηκε στό Μετόχι τῆς ὁδοῦ Μεγ. Ἀλεξάνδρου 71, τήν ὥρα πού στή Μονή Παναγίας ἔψαλλαν τόν Κανόνα τῆς Πεντηκοστῆς! (Προφορική μαρτυρία τῆς Ἡγουμένης Μακρίνης στόν γράφοντα).
Σημεῖο προγνωρήσεως τῆς ἐκδημίας του (1950)
Μετά τά Θεοφάνεια τοῦ ἔτους 1950, ὁ ἅγ. Ματθαῖος ἔδειχνε νά ἑτοιμάζεται γιά τήν ἀναχώρησή του ἀπό τόν φθαρτό τοῦτο κόσμο καί γιά τήν εἴσοδό του στήν μακαριότητα τῆς Οὐρανίου Βασιλείας. Συνήθιζε νά λέει, ὅτι πρόκειται νά φύγει γιά τήν Κρήτη! Σέ κάποια περίπτωση ἡ μοναχή Πατρικία πού ἦταν κοντά του καί τόν ἄκουσε τοῦ εἶπε: «Τώρα, Ἅγιε μου Πατέρα; Τώρα πού γέμισες τά βουνά καλογήρους καί καλογριές; Τώρα θά πᾶς στήν Κρήτη;» Ὅμως ὁ Ἱερός Πατήρ δέν ἐννοοῦσε τήν ἐπίγειο πατρίδα του, τήν ἐπίγειο Ἱερουσαλήμ, ἀλλά τήν οὐράνια καί μένουσα πατρίδα, τήν οὐράνια Ἱερουσαλήμ, τήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν! (Προφορική μαρτυρία μοναχῆς Πατρικίας στόν γράφοντα).
Τό ὁσιακό τέλος – Θεία Λειτουργία ἐπί τοῦ στήθους του (1950)
Ὁ μακάριος Πατήρ μετά ἀπό ἀσκητικούς ἀγῶνες δεκαετιῶν (στούς Ἁγίους Τόπους, στό Ἅγιο ῎Ορος Ἄθω καί στίς μονές του, Παναγίας Κερατέας καί Μεταμορφώσεως Κουβαρᾶ), ἐπλήρωσε τό κοινόφλητο χρέος τοῦ θανάτου τήν 14η Μαϊου 1950, πλήρης ἡμερῶν καί ἔργων, σέ ἡλικία 89 ἐτῶν, νοσηλευόμενος λόγῳ ἡλικίας καί γήρατος στό ἱστορικό Μετόχιο τῆς ὁδοῦ Μεγ. Ἀλεξάνδρου 71.
Τά τέλη του ὑπῆρξαν ὁσιακά. Πρίν παραδώσει τήν μακαρία του ψυχή στόν Νυμφίο του Χριστό, φάνηκε νά τελεῖ ἐπί τοῦ στήθους του τήν Θεία Λειτουργία καί νά κοινωνεῖ τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων!!! Στή συνέχεια καί ἀφοῦ τελείωσε τό κομποσχοίνι του, τό παρέδωσε στήν παρευρισκομένη Καθηγουμένη τῆς Μονῆς Παναγίας Γερόντισσα Μαριάμ καί ἐξέπνευσε! (Προφορική μαρτυρία Γεροντίσσης Μακρίνας καί μοναχῶν Ἰουλιανῆς καί Πατρικίας).
ΘΑΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΗΜΕΙΑ ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΟΝ
Ἁγιασμός μέ τό νεκρό του χέρι! (1950)
Μετά τήν κοίμηση τοῦ ἁγ. Ματθαίου καί τήν μεταφορά τοῦ σκηνώματός του στήν Ἱ. Μ. Παναγίας, τελέστηκε Ἁγιασμός, ὁ ὁποῖος εὐλογήθηκε μέ τό νεκρό του χέρι! Ὁ Ἁγιασμός αὐτός παραμένει μέχρι σήμερα ἄσηπτος, 60 χρόνια μετά τήν ὁσιακή του κοίμηση, σάν νά εὐλογήθηκε τήν προηγουμένη ἡμέρα! Ποσότητες αὐτοῦ τοῦ Ἁγιασμοῦ βρίσκονται στήν κατοχή διαφόρων κληρικῶν καί ἀναλόγως τῶν ἀναγκῶν, διατίθενται σέ ἀσθενεῖς πού εὐεργετοῦνται ἀπό τόν Θεό, δι’ εὐχῶν τοῦ ἁγ. Ματθαίου.
Ἡ μυροβλυσία τοῦ Λειψάνου του (1950)
Τό γεγονός τῆς μυροβλυσίας τοῦ Λειψάνου τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ματθαίου, ἐνῶ ἀποτελεῖ γεγονός βεβαιομένο καί μαρτυρημένο, ἐν τούτοις πολεμήθηκε καί πολεμεῖται μέχρι σήμερα. Τό γεγονός τότε ἀμφισβητήθηκε καί πολεμήθηκε ἀπό τούς Φλωρινικούς (ἀπό τούς ὁποίους καί σήμερα πολεμεῖται), ἀλλά καί ἀπό τούς ψευδομάρτυρες πού χρησιμοποιήθηκαν κατά τήν δίκη τῆς μακαριστῆς Γεροντίσσης Μαριάμ τό 1950, μέ ἀφορμή τά δῆθεν σκάνδαλα τῆς Μονῆς Παναγίας πού ἀποκαλύφθηκαν.
Σέ δημοσίευμα τῆς Ἀθηναϊκῆς ἐφημερίδος «Ἐλευθερία» (φ. Κυριακῆς 19.11.1950), γράφονται τά ἀκόλουθα: «Ἡ Ἡγουμένη Μαριάμ μετά τόν θάνατο τοῦ Ἐπισκόπου Ματθαίου Καρπαθάκη, διέδωσε ἐπίτηδες ὅτι τό πτῶμα του «μυρόβλησε»! Διά τοῦ τρόπου αὐτοῦ προσέλκυσαν ἑκατοντάδες ἁπλοϊκούς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἔπσυσαν ἐκεῖ ἀπό πολλά μέρη τῆς Ἑλλάδος, γιά νά δοῦν τό θαῦμα τοῦ ἁγ. Ματθαίου, τοῦ ὁποίου τό πτῶμα ἔβγαζε δῆθεν μῦρο. Στήν πραγματικότητα ὅμως ἡ πονηρή Ἡγουμένη, εἶχε ραντίσει τό πτῶμα του μέ ἄρωμα, γιά νά παραπλανήσει τούς εὐσεβεῖς καί νά δημιουργήσει θρύλο πέριξ τοῦ ὀνόματος τοῦ Ματθαίου».
Τί ὅμως ἀκριβῶς συνέβη καί πότε; Μετά τήν ὁσιακή του κοίμηση, τό Λείψανο τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ματθαίου, ἐνδεδυμένο τά ἀρχιερατικά ἄμφια καί εὐπρεπισμένο σέ θρόνο/πολυθρόνα, ἐκτέθηκε σέ τριήμερο λαϊκό προσκύνημα, στό Δεσποτικό τῆς Μονῆς Παναγίας. Τήν Τρίτη ἡμέρα καί πρίν τήν ἔναρξη τῆς ἐξοδίου Ἀκολουθίας, τό Λείψανο – τό ὁποῖο δέν παρουσίαζε κανένα σημεῖο φθορᾶς καί ἀποσυνθέσεως, ἀκόμη καί τήν φυσιολογική νεκρική ἀκαμψία - ἵδρωσε ἀπό κεφαλῆς μέχρι ποδῶν! Στό μέτωπο καί τούς κροτάφους τοῦ Ἁγίου Πατρός ἐμφανίστηκαν θρόμβοι ὑδρώτος! Τό ἴδιο συνέβη ἐσωτερικῶς τῶν ἀμφίων στό σῶμα του, σέ σημεῖο νά γεμίσουν τά παπούτσια του!
Οἱ μάρτυρες τοῦ γεγονότος αὐτοῦ ἦσαν ἑκατοντάδες, ὑπῆρξε μάλιστα καί σχετική δημοσίευση στόν «Κήρυκα Ἐκκλησίας Ὀρθοδόξων». Ὁ γράφων - πέραν τῆς μαρτυρίας παλαιῶν μοναζουσῶν τῆς Μονῆς Παναγίας, οἱ ὁποίες μέ ἀξιόλογη διαφορά χρόνου βεβαίωσαν τό γεγονός – ἀλλά καί λαϊκῶν (ὅπως ἀγωνιστῶν Ὀρθοδόξων τῆς Κρήτης), κατέχει καί τήν μαρτυρία τριῶν κεκοιμημένων ἤδη Κληρικῶν, τῶν Ἐπισκόπων Τρίκκης καί Σταγῶν Βησσαρίωνος καί Κρήτης Εὐμενίου καί τοῦ Ἱερομονάχου Θωμᾶ Γκαραγκούνη, αὐτοπτῶν μαρτύρων τοῦ γεγονότος. (Ὁ μακαριστός Ἐπίσκοπος Βησσαρίων, τότε Ἱερομόναχος Βασίλειος, διακρίνεται στίς φωτογραφίες πού ἔχουν διασωθεῖ νά σηκώνει μαζί μέ ἄλλους Κληρικούς τήν πολυθρόνα μέ τό Λείψανο τοῦ κεκοιμημένου Ἀρχιεπισκόπου. Στήν ἴδια φωτογραφία δύο χέρια προσπαθοῦν νά συγκρατήσουν τήν κεφαλή του, ἡ ὁποία «πέφτει» πρός τά ἐμπρός, ἐπειδή δέν ὑπῆρχε νεκρική ἀκαμψία! Ὁ δέ Ἐπίσκοπος Εὐμένιος, τότε Ἱερομόναχος, «ἄγγιξε» τό σημεῖο, μαζί μέ τήν κατά σάρκα ἀνηψιά τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου μοναχή Συγκλητική, ἡ ὁποία στεκόταν δίπλα του).
Ὅλοι οἱ αὐτόπτες μάρτυρες περιέγραψαν στόν γράφοντα τόν γεγονός ὅπως ἀκολουθεῖ: Τό πρόσωπο τοῦ Ἁγίου Πατρός ἵδρωσε κατά τήν τρίτη ἡμέρα. Θρόμβοι ἰδρῶτα ἐμφανίσθηκαν στό μέτωπο καί τούς κροτάφους καί ἄρχισαν νά κυλοῦν πρός τά κάτω. Σύντομα διαπιστώθηκε, ὅτι εἶχε ἰδρώσει ὅλο του τό σῶμα καί εἶχαν γεμίσει τά παπούτσια του! Ἀμέσως οἱ παριστάμενοι ἀρχίσαν νά μαζεύουν τό ἐκχεόμενο μύρο μέ ὅ,τι μπορούσαν (οἱ περισσότεροι μέ τά μαντήλια τους, κάποιοι κληρικοί μέ τά ἄμφιά τους, μοναχοί καί μοναχές μέ τά ράσα τους). Κατά τήν ἐκφορά, ὅπου ἔσταζε τό μύρο, οἱ πιστοί ἔσπευδαν νά μαζέψουν τό χῶμα! Ἀμέσως ἀποδείχθηκε, ὅτι τό μῦρο εἶχε θεραπευτικές ἰδιότητες (ἡ μ. Πατρικία πού εἶχε πρόβλημα στό μάτι της, μόλις σταυρώθηκε μέ αὐτό θεραπεύθηκε!).
Παρόμοιο περιστατικό μεταθανάτιας ἐφυδρώσεως μαρτυρεῖται στό Βίο τῆς μεγάλης Ἁγίας τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν, ὁσ. Ἑλένης τοῦ Καυκάσου (+ 1977). Στήν περιοχή τοῦ Βατούμ, ὅπου ὑπῆρχαν πολλά καί ἀκμάζοντα μοναστήρια, κοιμήθηκε στά μέσα τοῦ 19ου αἰ. ἕνας ἐνάρετος Ἐπίσκοπος, τοῦ ὁποίου – δυστυχῶς - τά στοιχεῖα δέν ἔχουν διασωθεῖ.Κατά τήν ὥρα τῆς κηδείας τό μέτωπο τοῦ κεκοιμημένου Ἀρχιερέως ἵδρωσε καί ἔτρεξε ἄφθονος ἰδρῶτας, τόν ὁποῖο μέ εὐλάβεια συγκέντρωσαν οἱ παριστάμενοι πιστοί. Αὐτό τό ἰδιότυπο ἁγίασμα/μύρο ἡ ὁσ. Ἑλένη τό εἶχε λάβει ὡς εὐλογία ἀπό τήν οἰκογένειά της. Ἔμεινε στά χέρια της 75 χρόνια καί ἐπετέλεσε πολλές θεραπείες καί θαύματα.
Στό σημεῖο αὐτό θά πρέπει νά διευκρινισθεῖ, ὅτι στήν ἐκκλησιαστική γλῶσσα ἡ λέξις «μῦρο», δέν σημαίνει ἀπαραιτήτως ἄρωμα, ἀλλά ὑγρό (στά Λατινικά sanctus liquor – oleum – θεῖο μῦρο ἤ ὑγρό). Λ.χ. κατά τήν ἀνακομιδή τῶν ἱερῶν Λειψάνων τοῦ ἁγ. Νικολάου Ἀρχιεπισκόπου Μύρων τό 1953 (ὁ τάφος του στή Ρωμαιοκαθολική Βασιλική τοῦ Μπάρι ἀνοίχθηκε ἀναγκαστικά, κατά τήν διάρκεια ἀναστηλωτικῶν ἐργασιῶν στό ναό, τήν νύκτα τῆς 5ης πρός 6η Μαϊου 1953), τά Λείψανα μέσα στή λάρνακα βρέθηκαν μέσα σέ ἕνα διαυγές, ἄχρωμο καί ἄοσμο ὑγρό, τό ὁποῖο εἶχε βάθος τρία περίπου ἑκατοστά! Ἡ ἐξέταση τοῦ ὑγροῦ αὐτοῦ ἀπό τά Ἰνστιτοῦτα Χημείας καί Ὑγιεινῆς τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Μπάρι ἀπέδειξε, ὅτι ἐπρόκειτο γιά καθαρό νερό, ἐλεύθερο ἀπό ἅλατα καί στεῖρο ἀπό μικροοργανισμούς!!! Ἡ ἔρευνα ἀπέδειξε ἀκόμη, ὅτι τό ὑγρό προήρχετο ἀπό τίς μυελοκυψέλες τῶν σπογγωδῶν ὀστῶν!!!
Οἱ διαπιστώσεις αὐτές ἀποτελοῦν τήν ἐπιστημονική ἐπιβεβαίωση τῆς μυροβλυσίας τῶν Λειψάνων τοῦ ἁγ. Νικολάου. Τό γεγονός αὐτό δέν ἔγινε βεβαίως γνωστό στούς Δυτικούς τό 1953. Λατινικά κείμενα τοῦ 11ου καί 12ου αἰ. μαρτυροῦν ὅτι οἱ Βαριανοί ναῦτες, ὅταν παραβίασαν τήν λάρνακα τοῦ Ἁγίου στά Μῦρα, βρῆκαν τά Ἱερά Λείψανα μέσα σέ «θεῖο μῦρο ἤ ὑγρό» (sanctus liquor – oleum). Ἀκόμη, ἡ συνέχεια καί στό Μπάρι τοῦ ἐξαισίου αὐτοῦ θαύματος, ἀποδεικνύεται ἀφ’ ἑνός μέν ἀπό τήν κοινή παράδοση τῶν Παπικῶν, ἀφ’ ἑτέρου δέ ἀπό τήν ὕπαρξη τεσσάρων ὀπῶν (στή λάρνακα καί τίς τρεῖς πλάκες πού τήν κάλυπταν), ἀπ’ ὅπου μέ τήν βοήθεια ράβδου καί βάμβακος ἤ ὑφάσματος, ἦταν δυνατή ἡ ἐξαγωγή τοῦ μύρου, τό ὁποῖο ἀπ’ ἀρχῆς καί μέχρι σήμερα ὀνομάζεται «Μάννα – Manna». (Ἀντ. Μάρκου, "Περί τῶν Λειψάνων τοῦ ἁγ. Νικολάου Ἀρχιεπισκόπου Μύρων", 1994· Ἔκδοσις Κέντρου Παραδοσιακῶν Ὀρθοδόξων Σπουδῶν Ἔτνας Καλιφορνίας· στήν Ἀγγλική).
Ἐμφάνισις σέ πολιτική κρατούμενη (1950)
Κατά τόν μεγάλο διωγμό κατά τῶν Μονῶν τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου τοῦ 1950 (ὁ ὁποῖος προκλήθηκε ἀπό τά δῆθεν σκάνδαλα πού ἀποκαλύφθηκαν στήν Ἱ. Μ. Παναγίας), ὁ ἀρχιμ. Κάλλιστος κρατοῦνταν στό Τμῆμα Μεταγωγῶν Καλιθέας, μαζί μέ τόν Ἐπίσκοπο Πατρῶν Ἀνδρέα καί μοναχές τῆς Μονῆς. Στό ἴδιο Τμῆμα κρατοῦνταν καί πολιτικοί κρατούμενοι (ἦταν τό τέλος τοῦ ἐμφυλίου σπαραγμοῦ).
Κάποια στιγμή ἡ κρατούμενη μοναχή Ἄννα ἀρρώστησε καί οἱ ὑπεύθυνοι τοῦ Τμήματος ζήτησαν ἐθελοντικά μία μοναχή ἀπό τίς κρατούμενες, νά τήν συνοδεύει στό γιατρό καί στό νοσοκομεῖο, ὅμως καμμία δέν προσφέρθηκε! Μόνο μία πολιτική κρατούμενος κομμουνίστρια προσφέρθηκε νά βοηθήσει τήν ἀδελφή! Μία ἀπό τίς ἑπόμενες νύχτες εἶδε ἡ κρατουμένη στόν ὕπνο της ἕναν μικροῦ ἀναστήματος Γέροντα, ὁ ὁποῖος κρατοῦσε ἕνα βιβλίο καί ξεχώριζε ἀνθρώπους, ποιοί ἦταν γιά τόν Παράδεισο καί ποιοί γιά τήν κόλαση!!! Μόλις ἡ γυναῖκα προχώρησε γιά τήν τελική ἐπιλογή, ὁ Γέροντας τήν σταμάτησε καί τῆς εἶπε: «Ἐσύ εἶσαι γιά τόν Παράδεισο, διότι φροντίζεις τό πνευματικό μου τέκνο, τήν ἀδελφή Ἄννα»!!!
Μετά τό ὄνειρο αὐτό ἡ κρατούμενη ξύπνησε, χωρίς νά μπορεῖ νά δώσει κάποια ἐξήγηση. Ἀργότερα, ἐνῶ οἱ κρατούμενοι τῆς Μονῆς εἶχαν μεταφερθεῖ στίς Φυλακές Ἀβέρωφ, σέ ἕνα ἐπισκεπτήριο πῆγε καί ἡ συγκεκριμένη πολιτική κρατούμενος νά ἐπισκεφθεῖ τήν μοναχή Ἄννα. Εἶδε τότε τόν Ἐπίσκοπο Ἀνδρέα νά φοράει μία κονκάρδα μέ τήν μορφή τοῦ ἁγ. Ματθαίου καί ἀμέσως φώναξε: «Αὐτός εἶναι ὁ Γέροντας πού εἶδα»!!! Ἡ θαυμαστή αὐτή ἐμφάνισις τήν ἔφερε στήν Γνησία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, ἔκανε Ὁμολογία Πίστεως καί μυρώθηκε. (Γραπτή μαρτυρία ἀρχιμ. Καλλίστου Κατσούλη).
Διάσωσις ἀπό θάνατο λόγῳ ψύχους (μετά τό 1950)
Ὁ Σταμάτιος Μπενέτας, Ἕλληνας μετανάστης στήν Ἀμερική, εἶχε βγεῖ μέ τό αὐτοκίνητό του ἔξω ἀπό τήν πόλη πού ἔμενε, σέ περίοδο μεγάλης κακοκαιρίας, δέν ὑπολόγισε ὅμως τήν βενζίνη καί ὅταν αὐτή τελείωσε, τό αὐτοκίνητό του ἀκινητοποιήθηκε μέσα στά χιόνια. Μόνος καί χωρίς καλοριφέρ, ὁ ἀτυχής ὁδηγός εἶχε ἀρχίσει νά παγώνει. Κατέφυγε τότε σέ θερμή προσευχή στόν ἅγ. Ματθαῖο, χρησιμοποιῶντας τό κομποσχοῖνι πού τοῦ εἶχε δώσει ὁ ἴδιος πρίν φύγει γιά τήν Ἀμερική!
Κάποια στιγμή εἶδε ἕνα χέρι νά καθαρίζει τό παρμπρίζ ἀπό τά χιόνια! Ἦταν ἕνας Γέροντας μέ γυαλιά!
«Τί ἔπαθες;» τόν ρώτησε.
«Ἔμεινα ἀπό βενζίνη» τοῦ ἀπάντησε ἐκεῖνος.
«Βάλε ἐμπρός - τόν διέταξε ὁ Γέροντας – στό Ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος, τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» καί σταύρωσε τό αὐτοκίνητο!
Ἀμέσως τό αὐτοκίνητο πῆρε μπρός καί ἄρχισε νά λειτουργεῖ καί τό καλοριφέρ! Μέ τρόπο θαυματουργικό τό ὄχημα κινήθηκε πολλά χιλιόμετρα, χωρίς βενζίνη! Ὅταν κάποιο στιγμή ἔφθασε σέ ἕνα πρατήριο καυσίμων, ὁ ὑπάλληλος τοῦ εἶπε ἔκπληκτος: «Βλέπω τό ρεζερβουάρ ξερό, μέ τί ἦρθες; μέ νερό ἤ μέ ἀέρα;».
Ὁ Στ. Μπενάτας δέν εἶπε τίποτα στόν Ἀμερικανό γιά τό θαῦμα τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου πού ἔζησε (διότι αὐτός ἦταν ὁ Γέροντας πού τοῦ ἐμφανίσθηκε), ἐπειδή «αὐτοί δέν πιστεύουν καί θά θεωροῦσε τρελλό ἤ μάγο»! (Μαρτυρία Σταματίου Μπενέτα).
Ἀπόδειξις ἁγιότητος σέ ἄπιστη Καθηγήτρια (μετά τό 1950)
Μία Καθηγήτρια συνέβη νά ἔχει μία φωτογραφία τοῦ ἁγ. Ματθαίου, ἀλλά δέν ἐδέχετο τήν ἁγιότητά του. Ἔτσι κάποια στιγμή πέταξε τήν φωτογραφία, ἄγνωστο πού. Μετά τό γεγονός αὐτό παρουσίασε ἕνα πρόβλημα στίς φωνητικές χορδές! Μιλοῦσε πολύ βραχνά καί δύσκολα καί δέν μποροῦσε νά διδάξει! Ὅταν ἡ κατάστασή της χειροτόρεψε μίλησε γιά τό πρόβλημά της στόν ἀρχιμ. Ἰωάσαφ Τσολάκη (ἐφημέριο ἁγ. Ἀνδρέου Λιπασμάτων Πειραιῶς) καί ἐκεῖνος ἀμέσως συνέδεσε τό πρόβλημά της μέ τήν ἀπιστία της στήν ἁγιότητα τοῦ Ἱεροῦ Πατρός, πού εἶχε σάν ἀποτέλεσμα νά πετάξει τήν φωτογραφία του. Ὁ π. Ἰωάσαφ (ἀπό τούς παλαιούς πατέρες τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ.), τῆς μίλησε γιά τήν ἁγία ζωή τοῦ Ἐπισκόπου Ματθαίου, τήν πρόσφορά του στόν Ἀγῶνα τῆς Γνησίας Ὀρθοδοξίας καί τά θαύματά του, ἐν ὅσῳ ζοῦσε καί μετά θάνατον.
Μετά ἀπό αὐτό ἡ ἀσθενής Καθηγήτρια ἐπισκέφθηκε τήν Μονή Παναγίας, προσκύνησε τόν τάφο τοῦ ἁγ. Ματθαίου καί τά χαριτόβρυτα Λείψανά του καί ζήτησε ταπεινά συγγνώμη γιά τήν ἀπιστία της. Ὅταν ἐπέστρεψε στό σπίτι της, μέ τρόπο ὁλοκληρωτικά παράδοξο καί ἀνεξήγητο, ἡ φωτογραφία τοῦ ἁγ. Ματθαίου πού εἶχε πετάξει ἦταν στή θέση της!!! Ἡ δέ ὑγεία της ἀποκαταστάθηκε σέ λίγες ἡμέρες καί ἐνῶ ἔπινε ἁγίασμα τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς! (Προφορική μαρτυρία τοῦ ἀρχιμ. Ἰωάσαφ Τσολάκη στόν γράφοντα καί γραπτή τοῦ ἀρχιμ. Καλλίστου Κατσούλη).
Θεραπεία καρκινοπαθούς νέας ἀπό τά Ἰωάννινα (μετά τό 1950)
Μία κοπέλλα ἀπό τά Ἰωάννινα εἶχε προσβληθεῖ ἀπό καρκίνο. Ἐνῶ βρισκόταν σέ ἐξαιρετικά δύσκολη κατάσταση, τῆς ἐμφανίστηκε ἕνας Γέροντας μικροῦ ἀναστήματος.
«Τί ἔχεις, παιδί μου;», τήν ρώτησε.
«Ἔχω καρκίνο, Γέροντα» τοῦ ἀπάντησε.
«Μή φοβᾶσαι, θά σέ θεραπεύσω ἐγώ», τῆς ἀπάντησε ὁ ἄγνωστος Κληρικός.
«Ποιός εἶσαι; Πού βρίσκεσαι;» τόν ρώτησε ἡ ἀσθενής.
«Εἶμαι στό μοναστήρι τῆς Πευκοβουνογιάτρισσας - ἀπάντησε ὁ ἅγ. Ματθαῖος (διότι αὐτός ἦταν) - ἀλλά οἱ καλογέροι καί οἱ καλογριές πηγαίνουν στούς γιατρούς καί δέν ἔρχονται σ’ ἐμένα!»
Μετά τήν ἐμφάνιση αὐτή ἡ κοπέλλα θεραπεύθηκε θαυματουργικά καί ὅταν ἐπισκέφθηκε τήν Μονή Παναγίας, ἀναγνώρισε στίς φωτογραφίες καί τίς εἰκόνες τοῦ ἁγ. Ματθαίου τόν κληρικό πού τῆς εἶχε ἐμφανιστεῖ! (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Θυμιᾶ τόν λαό κατά τήν διάρκεια ἀγρυπνίας, 18 χρόνια μετά τήν κοίμησή του! (1968)
Τό ἔτος 1968, κατά τήν διάρκεια τῆς ἀγρυπνίας τῆς ἁγ. Μαρίνης (ἡ ὁποία κατά τήν τάξη καί τό τυπικό τῆς Μονῆς Παναγίας, τελεῖται στήν ἐσωτερική αὐλή τοῦ Παρθενώνος, ὅπου ὑπάρχει τό ὁμώνυμο Παρεκκλήσιο τῶν Χειροτονιῶν), μεταξύ τῶν ἄλλων προσκυνητῶν πού συμμετεῖχαν, ἦταν καί ὁ εὐλαβής Π. Θ. ἀπό τήν Μῆλο (ἔπειτα μοναχός).
Κατά τό Χερουβικό, στό σημεῖο πού ὁ Ἀρχιερεύς θυμιᾶ τόν λαό, ἀντί τοῦ προεξάρχοντος Ἐπισκόπου Πατρῶν Ἀνδρέου, ὁ προσκυνητής Π. Θ. εἶδε τόν ἅγ. Ματθαῖο νά βγαίνει ἀπό τό Παρεκκλήσιο καί νά θυμιᾶ τόν λαό, τίς μοναχές καί τόν τάφο του! (Προφορική μαρτυρία Π. Θ. στόν γράφοντα).
Ἐμφάνισις «ἐν ὁράματι» σέ προβληματιζόμενη νέα (1974)
Τό ἔτος 1973 ἡ Μαρία Τζ. ἡλικίας τότε 20 ἐτῶν, καταγομένη ἀπό τό Ρέθυμνο, ζοῦσε καί ἐργαζόταν στά Κ. Πετράλωνα Ἀθηνῶν. Κάποιο ἀπόγευμα ἐπισκέφθηκε στό σπίτι της τήν θεία της Κυριακή Μπανασάκη. Ἡ τελευταῖα εἶχε γνωρίσει τόν ἅγ. Ματθαῖο καί εὐλαβοῦνταν ἰδιαίτερα τήν μνήμη του. Μάλιστα στό εἰκονοστάσι της, ἀνάμεσα στίς διάφορες εἰκόνες, εἶχε καί μία φωτογραφία του!
Ἡ ἀνηψιά της Μαρία κατά τήν ἐπίσκεψή της, ὅταν διαπίστωσε ὅτι ἀνάμεσα στίς εἰκόνες ὑπῆρχε καί μία φωτογραφία κληρικοῦ τῆς εἶπε: «Καλά θεία μου, τό νά θυμιάζεις τίς εἰκόνες τῶν Ἁγίων τό καταλαβαίνω, ἀλλά τήν φωτογραφία αὐτοῦ τοῦ παπά;»! Ἀμέσως ἡ εὐλαβής Κυριακή ἄρχισε νά ἐξηγεῖ στήν ἀνηψά της γιά τόν «παπά», ὅτι ἦταν μεγάλος ἀσκητής, ἱδρυτής τοῦ μοναστηριοῦ τῆς Κερατέας καί πρόμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας, ἕνας μεγάλος Ἅγιος καί τόν εἶχε γνωρίσει προσωπικά.
Ὅταν ἐπέστρεψε ἡ νεαρή Μαρία στό σπίτι της ἦταν βράδυ. Ἀκολούθησε τό συνηθισμένο της πρόγραμμα καί ἔπεσε νά κοιμηθεῖ. Κάποια στιγμή μέσα στή νύχτα, ξύπνησε ἀπό τό ἄνοιγμα τῆς πόρτας τοῦ δωματίου της! Ὀφθαλμοφανῶς εἶδε νά μπαίνει ὁ κληρικός τῆς φωτογραφίας! Διέκρινε μάλιστα λεπτομέρεις πού δέν διακρίνονται στήν φωτογραφία (μικρό ἀνάστημα, μοναχικό κουκούλι, γυαλιά χωρίς σκελετό)! Ὁ ἅγ. Ματθαῖος τήν πλησίασε, τήν χτύπησε ἀπαλά στό μπράτσο καί τῆς εἶπε: «Μαρία, νά ἀκολουθήσεις πιστά τήν σωστή θρησκεία τοῦ Ναζωραίου»!!!
Τό ὅραμα αὐτό ἐπαναλήφθηκε καί τά δύο ἑπόμενα βράδυα, ὁπότε ἡ Μαρία μέ τήν βοήθεια τῆς θείας της Κυριακῆς, ἀναζήτησε τήν πλησιέστερη πρός τά Κ. Πετράλωνα ἐνορία τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ. (ἦταν τοῦ Ἱ. Ν. Τιμίου Προδρόμου Ροῦφ Ἀθηνῶν, στόν ὁποῖο τότε ἐφημέρευε ὁ Ἐπίσκοπος Πειραιῶς καί Νήσων Νικόλαος) καί ἔγινε δεκτή στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας κατά τά προβλεπόμενα, διά Μύρου καί Ὁμολογίας Πίστεως. Ὅταν τό 1975 ἐπισκέφθηκε μέ τόν μνηστήρα της τήν Ἱ. Μ. Παναγίας, γιά νά προσκυνήσει τά Ἱερά Λείψανα τοῦ μακαρίου Πατρός, κατέθεσε στή λάρνακά του τόν σταυρό της. (Προφορική μαρτυρία Μαρίας Τζανιδάκη στόν γράφοντα).
Μαρτυρία περί τῆς ἁγιότητός του ἀπό τούς Ἁγίους Ἀρχαγγέλους (περί τό 1990)
Σέ μία πανήγυρη τοῦ Ἱ. Ν. Ἁγίων Ταξιαρχῶν Θηβῶν (8η Νοεμβρίου), συμμετεῖχε καί ἡ διακονήτρια τοῦ γέροντος ἀρχιμ. Καλλίστου μοναχή Μαριάμ. Προσευχομένη ἡ μοναχή ἐνώπιον τῆς εἰκόνος τῶν Ἀρχαγγέλων, γιά τήν ἀποκατάσταση τῆς ὑγείας μιᾶς γνωστῆς της γυναῖκας, εἶδε τό ἀκόλουθο ὅραμα:
Ἐμφανίσθηκε ἕνα τεθωρακισμένο ὄχημα τοῦ στρατοῦ, τοῦ ὁποίου ὅμως τό πλήρωμα δέν φοροῦσε κράνη, ἀλλά ἔφερε φωτοστέφανα! (ἦταν οἱ Ἅγιοι Ἀρχάγγελοι). «Τό μοναστήρι τῆς Κερατέας - τῆς εἶπαν - ἔχει δύο πολύ μεγάλους Ἁγίους τῶν ἐσχάτων καιρῶν, τόν ἅγ. Νεκτάριο καί τόν ἅγ. Ματθαῖο τόν Μυροβλήτη, αὐτούς νά παρακαλέσεις»! (Γραπτή μαρτυρία ἀρχιμ. Καλλίστου Κατσούλη).
Θεραπεία ἀπό δισκοπάθεια (1980/1990)
Μία οἰκογένεια ἀπό τό ἐξωτερικό (δέν διευκρινίζεται ἄν ἦταν Ἑλληνικῆς ἤ ἄλλης καταγωγῆς), ἔπρόκειτο νά κάνει διακοπές στήν Ἑλλάδα. Τήν παραμονή τῆς ἀναχώρησής της, ἡ μητέρα τῆς οἰκογένειας πού εἶχε πρόβλημα δισκοπάθειας στήν σπονδυλική της στήλη, ἔνοιωσε ἕναν ὀξύ πόνο καί κυριολεκτικά καθηλώθηκε. Ὅταν τήν ἔπιανε αὐτός ὁ πόνος παρά, τήν φαρμακευτική ἀγωγή, συνήθως κρατοῦσε δύο ἑβδομάδες, ἐνῶ ἔπρεπε νά κοιμᾶται στό πάτωμα, γιά νά εἶναι τελείως ἴσια καί ἀκίνητη!
Ὁ σύζυγός της – καί αὐτός μέ προβλήματα ὑγείας – δέν μποροῦσε νά τῆς προσφέρει οὐσιαστική βοήθεια καί ἡ ἴδια δέν ἤθελε μέ κανένα τρόπο νά ἀκυρώσει τίς διακοπές τῆς οἰκογενείας της, λόγῳ τοῦ δικοῦ της προβλήματος. Ἔτσι μέ πολύ δυσκολία κατάφερε νά μπεῖ στό ἀεροπλάνο, πονοῦσε μέ κάθε κραδασμό, ἀλλά τελικά ἔφτασε στήν Ἑλλάδα – μαζί μέ τόν σύζυγό της, τόν γιό της, τήν νύφη της καί τόν ἐγγονό της – καί πῆγαν στό ξενοδοχεῖο πού εἶχαν κλείσει, στήν παραθαλάσσια περιοχή τῆς Ἀνατολικῆς Ἀττικῆς.
Ὅμως καί ἐκεῖ τούς περίμενε ἄλλο πρόβλημα. Οἱ ὑπεύθυνοι τοῦ ξενοδοχείου, μή γνωρίζοντας τό πρόβλημά της, «δέν τήν ἔβλεπαν μέ καλό μάτι»! Βαθύτατα στενοχωρημένη ἡ ἐπισκέπτρια, θυμήθηκε πώς κάπου ἐκεῖ κοντά ἦταν τό μοναστήρι τῆς Παναγίας, ὅπου ἔζησε καί κοιμήθηκε ὁ ἅγ. Ματθαῖος. «Εἶχα διαβάσει – γράφει ἡ ἴδια – γιά τόν ἱδρυτή τῆς μονῆς Ἐπίσκοπο Ματθαῖο, ἕναν μεγάλο θαυματουργό καί Ὁμολογητή τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως ὁ ὁποῖος ἀπεβίωσε τό 1950 καί τοῦ ὁποίου τά Λείψανα ἐλέγετο πῶς εὐωδίαζαν καί τελοῦσαν ἰάσεις».
Μέ ἐλπίδα στήν θαυματουργό δύναμη τοῦ ἁγ. Ματθαίου ἡ ἀσθενής ζήτησε ἀπό τόν σύζυγό της νά τήν μεταφέρει ἐκεῖ. Πράγματι, ἐκεῖνος νοίκιασε αὐτοκίνητο καί μέ πολύ προσοχή τήν ἔφερε στή Μονή Παναγίας. Ἡ ἀσθενής μεταφέρθηκε στό Δεσποτικό μέ πολλή προσοχή, ὑποβασταζόμενη ἀπό δύο ἄτομα. Μέ κόπο καί πόνο ἔσκυψε νά προσκυνήσει τήν χαριτόβρυτο Κάρα τοῦ μακαρίου Πατρός καί μόλις τήν ἄγγιξε μέ τά χειλη της, ἀμέσως ὁ πόνος τήν ἄφησε καί ἡ ὑγεία της ἀποκαστάθηκε!
«Ἀμέσως ὁ πόνος ἐξαφανίστηκε – γράφει - καί μπόρεσα νά σταθῶ ἴσια. Ἡ οἰκογένειά μου ἔμεινε ἔκπληκτη. Τήν ἑπόμενη ἡμέρα ἔπαιζα τένις, κάτι ἀνήκουστο γιά κάποιον μέ πρόβλημα δικοσπάθειας. Ὅταν ἐπιστρέψαμε στό ξενοδοεχεῖο οἱ ὑπάλληλοι δέν μέ γνώριζαν, μέ κοιτοῦσαν σάν ξένη. «Δέν ξέρετε ποιά εἶμαι; – τούς ρώτησα - ἐδῶ μένω». Δέν ἔνοιωθα πόνο καί περπατοῦσα γρήγορα καί στητά. Τούς εἶπα τί μοῦ εἶχε συμβεῖ καί καθώς ἦταν ἀπό Ὀρθόδοξη χώρα, δέν εἶχαν δυσκολία νά καταλάβουν τήν ἐξήγησή μου». (Ἀπό τό κείμενο τῆς Ὄλγας Moss).
Ἀπαλλαγή παιδιοῦ ἀπό δαιμονική ἐπιρροή (1988)
Ἡ μικρή Χ. Χ. ἀπό τό Ρέθυμνο, τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1988 (ἡμέρα Τετάρτη πρίν τήν Κυριακή μετά τήν Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ), ἐνῶ ἦταν στό σχολεῖο της ἄρχισε νά τρέμει. Ἀμέσως ἡ δασκάλα της εἰδοποίησε τήν μητέρα της (φαρμακοποιό στό ἐπάγγελμα), νά ἔρθει νά τήν πάρει. Στό φαρμακεῖο ἡ μικρή ἔβλεπε δύο ἄγνωστα πρόσωπα πού τῆς προκαλοῦσαν τρόμο, γι’ αὐτό καί ἔκλαιγε ζητῶντας τήν θεῖα Κ.Μ. ἡ ὁποία ἐργάζεται σέ μεγάλο νοσοκομεῖο τῶν Ἀθηνῶν.
Στή συνέχεια τό παιδί μεταφέρθηκε στό νοσοκομεῖο, ἐνῶ εἶχε χάσει τήν ἐπαφή του μέ τό περιβάλλον. Ἐκεῖ οἱ ἐφημερεύοντες γιατροί τοῦ ἔκαναν μία ἡρεμιστική ἔνεση καί συνέστησαν νά παρα-κολουθεῖται ἀπό ψυχίατρο! Συνεπείᾳ τῆς ἐνέσεως τό παιδί κοιμήθηκε σπίτι του, ὅταν ὅμως ξύπνησε ἄρχισε νά λέγει παράξενα πράγματα, ὅπως «βλέπω τόν Χριστό» καί «βλέπω τόν κακό μέ τά κέρατα»!
Τό βράδυ τῆς ἴδιας ἡμέρας (Τετάρτης), τό παιδί μεταφέρθηκε στήν Ἱ. Μ. Τιμίου Σταυροῦ Ρεθύμνου, ὅπου ἔγινε Ἁγιασμός καί τοῦ διαβάστηκαν οἱ Ἐξορκισμοί. Τό παιδί διανυκτέρευσε ἐκεῖ στήν ἴδια κατάσταση.
Ἡ θεία του Κ. Μ. τήν ὁποία ζητοῦσε διαρκῶς, ἔφτασε ἀεροπορικῶς στήν Κρήτη τό πρωϊ τοῦ Σαββάτου. Ὅταν ἔφτασε σπίτι, ἔδωσε στή μικρή ἀνηψιά της νά προσκυνήσει τίς εἰκόνες τῆς Παναγίας καί τοῦ ἁγ. Ἰωάννη τοῦ Θεολόγου καί μία φωτογραφία τοῦ ἁγ. Ματθαίου. Στή θέα τῆς φωτογραφίας τοῦ Ἁγίου Πατρός τό παιδί τινάχτηκε λέγοντας: «Ὁ κακός διώχνει τόν Ἄγγελό μου»!
Αὐθημερόν τό παιδί μεραφέρθηκε ἀεροπορικῶς στήν Ἀθήνα, συνοδευόμενο ἀπό τήν μητέρα του, τήν θεία του καί τήν γιαγιά του Ξ. Ἀργά βράδυ Σαββάτο ἔφτασαν στή Μονή Παναγίας, στήν ὁποία εἶχε ἤδη ἀρχίσει ἡ Ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου τῆς Κυριακῆς. Τό παιδί προσκύνησε στό Καθολικό καί στό Παρεκκλήσιο τοῦ ἁγ. Μηνᾶ καί ἔμεινε καθηλωμένο προστά στήν ὁλόσωμη καί φυσικοῦ μεγέθους εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Πατρός Ματθαίου, χωρίς νά μπορεῖ νά ἐπικοινωνήσει μέ τό περιβάλλον. Ἀνοιγόκλεινε μόνο τό στόμα του καί ἔκανε ἀσυνάρτητα νοήματα.
Κάποια στιγμή ἡ γιαγιά του, θορυβημένη ἀπό τήν κατάσταση, τό κούνησε δυνατά καί ἐκεῖνο σάν νά συνῆλθε, στράφηκε στή μητέρα του καί εἶπε:
«Μαμά μήν κλαῖς, εἶμαι καλά»!
Ἔπειτα στράφηκε στή γιαγιά του καί εἶπε: «Γιαγιά, ὅταν μέ κούνησες ἦταν δίπλα μου, τώρα εἶναι στήν εἰκόνα του καί φτάνω μόνον τά ροῦχα του»!
Τότε ἡ θεῖα του Κ. διαπίστωσε, ὅτι τό παιδί εἶχε κάτι στό στόμα του.
«Τί ἔχεις στό στόμα σου», ρώτησε ἡ θεῖα.
«Δέν ξέρω - ἀπάντησε ἡ μικρή – μοῦ ἔδωσε κάτι μέ ἕνα χρυσό κουταλάκι»!
«Τότε κατάπιε το», τήν παρότρυνε ἡ θεία.
Μόλις ἡ μικρή κατάπιε τήν θεῖα δωρεά, εὐωδίασε ἡ εἰκόνα τοῦ ἁγ. Ματθαίου καί ὁ χῶρος τοῦ Παρεκκλησίου τοῦ ἁγ. Μηνᾶ! Παρόντες τήν στιγμή ἐκείνη ἦσαν πολλοί καί ἀξιόπιστοι μάρτυρες (ὅπως ἡ μοναχή Μαγδαληνή Μητροπούλου, τοῦ Ἱ. Ἡσυχαστηρίου ἁγ. Σπυρίδωνος Κερατέας). Ἀμέσως διακόπηκε ἡ Ἀκολουθία, χτύπησαν οἱ καμπάνες καί οἱ μοναχές ἄρχισαν νά ψάλλουν τροπάρια ἀπό τήν Ἀκολουθία τοῦ ἁγ. Ματθαίου. Μάλιστα ἀπό τόν συνωστισμό πού δημιουργήθηκε, μία μοναχή ἔσπασε τό πόδι της!
Κάποια στιγμή τό παιδί φώναξε, «νάτος, ἔρχεται πάλι νά μέ κοινωνήσει»! καί ἔκανε κινήσεις σάν νά χάϊδευε τά ἄμφια τοῦ ἁγ. Ματθαίου!
Ὅταν ἀργότερα τηλεφώνησαν στό Ρέθυμνο, στόν πατέρα τῆς μικρῆς, διαπιστώθηκε ὅτι καί ἐκεῖνος εἶχε αἰσθανθεῖ μία ἐξαίσια εὐωδία!
Διάσωσις ἀπό ἐπικείμενο τροχαῖο δυστύχημα (1991)
Τήν 21η Δεκεμβρίου 1991, στίς 4 τό πρωϊ, 3 - 4 Ὀρθόδοξοι ταξίδευαν μέ τό αὐτοκίνητό τους πρός τήν Σπάρτη. Μετά τήν Τρίπολη, λόγῳ τοῦ χειμῶνος καί τῆς κακοκαιρείας πού εἶχε προηγηθεῖ, ὁ δρόμος εἶχε πιάσει πάγο καί ξαφνικά ὁ ὁδηγός ἔχασε τόν ἔλεγχο τοῦ ὀχήματος. Καθώς τό ὄχημα κατευθύνονταν ἀκυβέρνητο ἔξω ἀπό τό δρόμο καί κινδύνευε νά ἀνατραπεῖ, ἕνας τῶν ἐπιβατῶν ἐπικαλέστηκε «μέ συστολή» τό ὄνομα τοῦ ἁγ. Ματθαίου. «Δι’ εὐχῶν τοῦ Ἁγίου μας Πατρός – εἶπε – Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ βοήθησέ μας». Ἀμέσως τό αὐτοκίνητο σταθεροποιήθηκε καί σταμάτησε ἀφοῦ προσέκρουσε στό διαχωριστικό κιγκλίδωμα, χωρίς ὅμως νά πάθει κάποια ζημιά!
Οἱ θεοπειθεῖς πρεσβείες τοῦ ἱεροῦ Πατρός εἶχαν ἐλκύσει τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ στήν κατάλληλη στιγμή, διότι 100 μέτρα πιό πέρα ὑπῆρχε μία ἀπότομη στροφή 90ο καί ἀπό κάτω γκρεμός καί ἀσφαλῶς ἄν τό αὐτοκίνητο δέν σταματοῦσε ἐκεῖ πού σταμάτησε, θά εἶχε ἀνατραπεῖ καί θά εἶχε πέσει στό γκρεμό! (Γραπτή μαρτυρία μοναχοῦ Ἀνθίμου).
Ἐπίλογος
Οἱ προηγούμενες περιπτώσεις σημείων καί θαυμάτων ὡς ἐπιβεβαιωμένα καί μαρτυρημένα στοιχεῖα ἀποδεικνύουν, ὅτι ὁ ἀγωνοθέτης Χριστός ἐνέκρινε καί ἐπιβράβευσε τόν ἀγῶνα τοῦ μακαρίου Πατρός Ματθαίου καί τόν ὁποῖο ἐλέησε μέ τά εἰδικά χαρίσματα πού δίδει μόνο στούς Ἁγίους Του, ὅπως τῆς διοράσεως, τῆς προοράσεως, τῆς προφητείας, τῆς θαυματουργίας, τῶν θεραπειῶν καί τῆς μυροβλυσίας. Γιά τοῦτο καί ἡ ἁγιότητά του ἀναγνωρίζεται ἀπ’ ἀρχῆς ἀπό τό πλήρωμα τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, ἐντός τοῦ πνευματικοῦ χώρου τῆς Ὁποίας ἀναδείχθηκε, δηλαδή τῆς οἰκουμενικῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀφοῦ «Ἁγιοπατερική, συνεχής καί ἀμετάβλητη συνείδηση εἶναι, ὅτι ἡ ἁγιότητα ἀναγνωρίζεται μέ βάση τήν φανέρωσή της ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό, μέσῳ τῆς διενεργείας αὐθεντικῶν θαυμάτων (καί) αὐτό τό κριτήριο εἶναι ἐκκλησιαστικό, τό ἀσφαλέστερο καί ἐπικρατέστερο στό χῶρο τῆς Ὀρθόδοξης Ἁγιολογίας» (Πρωτ. Γ. Μεταλληνοῦ, «Ἁγιότης Μαρτυρουμένη», Λευκωσία 1989, σελ. 4).
Διά πρεσβειῶν τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν ΜΑΤΘΑΙΟΥ,
τοῦ Νέου Ὁμολογητοῦ,
Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ὁ Θεός, ἐλέησον καί σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.