Παρασκευή 1 Μαΐου 2009

Η ΡΩΣΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΩΝ ΚΑΤΑΚΟΜΒΩΝ
Πρόσωπα (1928 - '40)
κατά χρονολογική σειρά

Καθηγητοῦ Ἀντωνίου Μάρκου

Περιεχόμενα

Ἐπίσκοπος Νικόλαος τοῦ Βιάζνικι (+ 1928).
Ἐπίσκοπος Ἱερόθεος τοῦ Νικόλσκ (+ 1928).
Ἀρχιεπίσκοπος Βόρις τοῦ Ριαζάν (+ 1928).
Μητροπολίτης Ἀγαθάγγελος τοῦ Γιαροσλάβ (+ 1928).
Στάρετς Νεκτάριος τῆς Ὄπτινα (+ 1928).
Νεομάρτυρες Λυδία, Κύριλλος καί Ἀλέξιος τῆς Οὔφα (+ 1928).
Ἀρχιεπίσκοπος Πέτρος τοῦ Βορονέζ (+ 1929).
Ἀρχιεπίσκοπος Ἰλαρίων τοῦ Βερέϊ (+ 1929).
Πρωθιερεύς Ἀλέξανδρος (Andreyev, + 1929).
Πρωθιερεύς Συμεών (Mogilyev, + 1929).
Σέργιος Νεῖλος (+ 1929).
Οἱ 16 Μάρτυρες τοῦ Βορονέζ (+ 1929).
Ἐπίσκοπος Βασίλειος τοῦ Πριλοῦκι (+ 1930).
Ἐπίσκοπος Ἀλέξιος τοῦ Βορονέζ (+ 1930).
Ἐπίσκοπος Σέργιος τοῦ Μπουζουλούκ (+ 1930).
Ἐπίσκοπος Συνέσιος τοῦ Ἰζχέβσκ (+'30 ;), ὁ διά Χριστόν Σαλός.
Πρωθιερεύς Νικόλαος (Piskanovsky, + '30).
Πρωθιερεύς Πέτρος (Novosiltsev, + '30 ;).
Πρωθιερεύς Σέργιος (Gortinsky, + 1930).
Πρωθιερεύς Ἰωάννης (Steblin - Kamensky, + 1930).
Πρωθιερεύς Μιχαήλ (Chilikin, + '30 ;).
Ἱερεύς Στέφανος (Stepanov, + '30 ;).
Ἱερεύς Δημήτριος τοῦ Κιέβου (Ivanov, + '30 ;).
Νεομάρτυς Ἀλέξανδρος (Jacobson, + 1930).
Ὁσία Μαρία τῆς Γκατσίνα (+ 1930).
Ἡγούμενος Βαρσανούφιος τῆς Ἀλεξάνδρειας (+ '30 ;).
Μοναχός Σέργιος ὁ ἀσθενής (+ '30 ;).
Μοναχή Ὄλγα (Lektorskaya, + 1930 ;).
Οἱ 100 Ἱερομάρτυρες τοῦ Ἀγαθαγγέλου (+ 1930).
Οἱ 40 Ἱερομάρτυρες τῆς Πετρουπόλεως ('30).
Οἱ Ὁσιομάρτυρες τῆς Μονῆς Νέου Ἄθωνος (+ 1930).
Ἐπίσκοπος Μάξιμος τοῦ Σερπούχωφ (+ 1931).
Πρωθιερεύς Βλαδίμηρος (Bogdanov, + 1931).
Στάρετς Νίκων τῆς Ὄπτινα (+ 1931).
Οἱ Ἱερομάρτυρες τοῦ Ἐλισάβετγκραντ (+ '30 ;).
Ἐπίσκοπος Παῦλος τοῦ Σταρομπέλσκ (+ 1932).
Ἐπίσκοπος Βενιαμίν τοῦ Ριμπίνσκ (+ 1932).
Ἐπίσκοπος Στέφανος τοῦ Ἰζχέβσκ (+ 1933).
Ἐπίσκοπος Ἀμβρόσιος τοῦ Mster (+ 1933).
Οἱ 60 Ἱερομάρτυρες τοῦ Ἰρκούτσκ (+ 1933).
Ἐπίσκοπος Βίκτωρ τοῦ Γκλαζώφ (+ 1934).
Οἱ 120 Ἱερομάρτυρες τοῦ Ροστώφ (+ 1934).
Ἐπίσκοπος Βαρσανούφιος τοῦ Νικόλσκ (+ 1934).
Ἐπίσκοπος Ἀμβρόσιος τοῦ Ποντόλσκ (+ 1934).
Ἐπίσκοπος Βίκτωρ τῆς Βιάτκας (+ 1934).
Ἀρχιεπίσκοπος Ἰωάννης τῆς Ρίγας (+ 1934).
Ἀρχιεπίσκοπος Θεόδωρος τοῦ Βολοκολάμσκ (+ 1935).
Ἐπίσκοπος Ἰώβ τῆς Οὔφα (+ 1935).
Μητροπολίτης Ἀρσένιος τοῦ Νόβγκοροντ (+ 1936).
Ἀρχιεπίσκοπος Ἀρσένιος τοῦ Κίσενεφ (+ 1936).
Ἐπίσκοπος Ἀλέξιος τοῦ Ρίλσκ (+ 1936).
Ἐπίσκοπος Νικόλαος τοῦ Ἀκτάρ (+ 1936 ;).
Ἐπίσκοπος Ἰωάσαφ τοῦ Μπαχμούτ (+ 1937).
Ἐπίσκοπος Σέργιος τῆς Νάρβας (+ 1937).
Μητροπολίτης Πέτρος τοῦ Κρούτισκ (+ 1937).
Μητροπολίτης Κύριλλος τοῦ Καζάν (+ 1937).
Μητροπολίτης Ἰωσήφ τῆς Πετρουπόλεως (+ 1937).
Ἀρχιεπίσκοπος Εὐγένιος τοῦ Βλαγκοβενσένσκ (+ 1937).
Ἐπίσκοπος Ἀρκάδιος τοῦ Lubny (+ 1937).
Ἀρχιεπίσκοπος Ἀβέρκιος τοῦ Ζιτομίρ (+ 1937).
Ἀρχιεπίσκοπος Ἀνδρέας τῆς Οὔφα (+ 1937).
Ἀρχιεπίσκοπος Παχώμιος τοῦ Τσερνίκωφ (+ 1937).
Ἐπίσκοπος Σεραφείμ τοῦ Δημητρώφ (+ 1937).
Ἐπίσκοπος Ἰλαρίων τοῦ Πόρετς (+ 1937).
Ἐπίσκοπος Δαμασκηνός τοῦ Γκλούκωφ (+ 1937).
Ἐπίσκοπος Γρηγόριος τοῦ Σλίσελμπουργκ (+ 1937).
Ἐπίσκοπος Ἀββακούμ τῆς Παλαιᾶς Οὔφα (+ 1937).
Ἐπίσκοπος Λάζαρος (Lyubimov, + 1937).
Ἐπίσκοπος Μακάριος τοῦ Δνεπροπετρόβσκ (+ 1937).
Ἐπίσκοπος Νικήτας τοῦ Νίζνι Ταγκίλσκ (+1937).
Ἀρχιεπίσκοπος Ἀρσένιος τοῦ Σερπούχωφ (+ 1937).
Ἀρχιεπίσκοπος Νικόλαος τοῦ Βλαδιμήρ (+ 1937).
Ἀρχιεπίσκοπος Προκόπιος τῆς Χερσῶνας (+ 1937).
Ἀρχιεπίσκοπος Σεραφείμ τοῦ Οὔγκλις (+ 1937).
Ἐπίσκοπος Ἰωάσαφ τοῦ Chistopol (+ 1937).
Πρωθιερεύς Σέργιος (Sidorov, + 1937).
Ἱερεύς Μιχαήλ (Shik, + 1937).
Ἱερομόναχος Ἀνδρέας (Eldson, + 1937).
Μοναχή Βαλεντίνα (Zasyrkina, + 1937).
Πρωθιερεύς Ἠλίας (Pirizhenko, + 1937).
Πρωθιερεύς Παῦλος (Smirnsky, + 1937).
Ἱερεύς Ἀλέξανδρος (Dubina ἤ Dubinin, + 1937).
Νεομάρτυς Γρηγόριος (Pekhterev, + 1937 ;).
Ἐπίσκοπος Μάρκος τοῦ Σεργκέϊ Ποσάντ (+ 1938).
Ἐπίσκοπος Ὀνούφριος τοῦ Ἐλισάβετγκραντ (+ 1938 ;).
Ἀρχιεπίσκοπος Δημήτριος τοῦ Γκντώφ (+ 1938).
Ἐπίσκοπος Ἀθανάσιος τοῦ Skvrisk (+ 1938).
Ἐπίσκοπος Βασίλειος τοῦ Καργκοπόλ (+ 1938).
Ἀρχιεπίσκοπος Γαβριήλ τοῦ Βιτέμπσκ (+ 1938).
Ἀρχιεπίσκοπος Γουρίας τοῦ Ἰρκούτσκ (+ 1938).
Ἡγούμενος Ἰσαάκιος τῆς Ὄπτινα (+ 1938).
Ἱερομόναχος Παλλάδιος τῆς Σκήτης Vdubitsky (+ 1938).
Ἱερεύς Ἰωάννης τοῦ Ἀρζαμᾶς καί οἱ σύν αὐτῷ (+ 1938).
Πρωθιερεύς Ἀνατόλιος τοῦ Κιέβου (Zhurakovsky, + 1939).
Ἐπίσκοπος Ἀρκάδιος τῆς Πολτάβας ('40 ;).
Πρωθιερεύς Σέργιος τῆς Μόσχας (Mechiev, + 1941).
Ἡγουμένη Σοφία τοῦ Κιέβου (+ 1941).
Ἀρχιεπίσκοπος Βαρλαάμ τοῦ Πέρμ (+ 1942).
Ἐπίσκοπος Κλαύδιος (Savinsky, + 1942).
Ἱερεύς Ν. Η. Νοβοσέλτσεφ καί οἱ σύν αὐτῷ (1942 ἤ 1943).
Πρωθιερεύς Νικόλαος τοῦ Χαρκόβου (Sangushko - Zagorovsky, + 1943).
Ἐπίσκοπος Μακάριος τοῦ Malovishery (+ 1944).
Ἐπίσκοπος Βασίλειος τῆς Κινέσμα (+ 1945).
Ἐπίσκοπος Ἀμφιλόχιος τοῦ Κρασνογιάρσκ (+ 1946).
Ὅσιος Θεοδόσιος τοῦ Μινβόντι, ὁ Θαυματουργός (+ 1948).
Ἀρχιεπίσκοπος Ταυρίδος Ἀντώνιος (Abashidze, + 1952).
Ἁγία Ματρῶνα τῆς Μόσχας, ἡ Θαυματουργός (+ 1952).
Ἡγουμένη Ἁγνή τοῦ Βασιλσούρσκ (+ 1953).
Ἱερομόναχος Σεραφείμ τοῦ Χαρκόβου (+ 1955).
Ἐπίσκοπος Τύχων τοῦ Κυρίλωβσκ (+ 1955).
Ἀρχιεπίσκοπος Πέτρος τοῦ Γκλαζώφ (+ 1957).
Ἐπίσκοπος Βενιαμίν τοῦ Ἀκσίνσκ (+ 1959).
Πρωθιερεύς Ἀλέξανδρος (Philippenko, + '60 ;)
Ἐπίσκοπος Βενιαμίν τοῦ Στερλιταμάκ (+ 1961 ἤ 1963).
Μοναχός Ἰωάσαφ, ὁ διά Χριστόν Σαλός (+ 1968).
Ἐπίσκοπος Δομετιανός τοῦ Τιοῦμεν (+ '70).
Ἐπίσκοπος Μιχαήλ τοῦ Chistopol (+ '70).
Ἐπίσκοπος Σμολένσκ Σεραφείμ (Pozdeyev, + 1971).
Ἡγούμενος Ἀρσένιος τῶν Οὐραλίων (Melnikov, + 1975).
Διά Χριστόν Σαλή Ναταλία (+ 1975).
Ἀρχιμανδρίτης Θεόδωρος (Rafanovich, + 1975).
Ἐπίσκοπος Ἀντώνιος (Galinsky - Mikhailovsky, + 1976).
Μιχαήλ τοῦ Ὄρενμπουργκ (+ 1977).
Ὁσία Ἑλένη τοῦ Καυκάσου (+ 1977 ;).
Ἱερομόναχος Ἀλέξανδρος τοῦ Ὄμσκ (Orlov, + 1977).
Μαρία Βασίλιεβνα.
Ἐπίσκοπος Θεοδόσιος (Bahmetev, + 1986).
Μητροπολίτης Γεννάδιος (Sekach, + 1987).
Ἐπίσκοπος Βλαδίμηρος (Abramov, + 1987).
Ἀρχιεπίσκοπος Γρηγόριος (+ 1987).
Ἱερεύς Ἰωάννης (Balkov, + 1987).
Μοναχός Ἐπιφάνιος (Chernov, + 1994).

Ἐπίσκοπος Νικόλαος τοῦ Βέλσκ (+ 1927;).
Γιά τόν Ἐπίσκοπο Νικόλαο δέν ἔχουν σωθεῖ ἰδιαίτερες πληροφορίες. Εἶναι γνωστό, ὅτι τό 1923 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Βέλσκ, βοηθός τῆς Ἐπισκοπῆς Βολόγδας. Τό 1925 ἦταν φυλακισμένος στή φυλακή τῆς Βολόγδας. Δέν ἀναγνώρισε τήν Σοβιετοποίηση τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας. Ἀγνοεῖται ἀπό τό 1927.

Ἐπίσκοπος Ἰωσήφ τοῦ Βαλντάϊ (+ 1927;).
Γιά τόν Ἐπίσκοπο Ἰωσήφ εἶναι γνωστό, ὅτι ἦταν ἀπόφοιτος τοῦ Θεολογικοῦ Σεμιναρίου τοῦ Νόβγκοροντ καί Προϊστάμενος - Ἀρχιμανδρίτης τῆς Μονῆς Παναγίας Πορταϊτίσσης - Ἰβήρων τοῦ Βαλντάϊ. Τό 1921 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Βαλντάϊ, βοηθός τῆς Ἐπισκοπῆς τοῦ Νόβγκοροντ. Δέν ἀναγνώρισε τήν Σοβιετοποίηση τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας. Ἀρχιεράτευσε μέχρι τό 1927, ὁπότε συνελήφθη καί ἔκτοτε ἀγνοεῖται.

Ἐπίσκοπος Νικόλαος τοῦ Βιάζνικι (+ 1928).
Ὁ Ἐπίσκοπος Νικόλαος Nikolsky γεννήθηκε τό 1879. Πρίν τήν χειροτονία του σέ Ἐπίσκοπο Yeletz, βοηθό τῆς ἕδρας τοῦ Ὀρέλ (1921), ἦταν Πρωθιερεύς τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ τῆς Ἀναλήψεως στό Ὀρέλ. Κατά τήν περίοδο 6. 7. 1926 - Σεπτ. 1927, ἦταν κρατούμενος σέ στρατόπεδο (μᾶλλον στό Σολόβκι). Τό 1927 μετατέθηκε στήν Ἐπισκοπή Βιάζνικι. Ἀπό τούς σφοδρούς ἀντιπάλους τῆς Διακηρύξεως τοῦ Μητροπ. Σεργίου, ἀνῆκε στήν ὁμάδα τῶν λεγομένων Δανιηλιτῶν τῆς Μόσχας (τῆς ὁποίας ἡγεῖτο ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Θεόδωρος τοῦ Βολοκολάμσκ, Ἡγούμενος τῆς Μονῆς τοῦ ἁγ. Δανιήλ).
Σύμφωνα μέ μία πηγή, τό 1928 ἐξέφρασε τήν συμφωνία του μέ τήν Νομαδική Σύνοδο μέσῳ τοῦ Ἱερέως Θεοδώρου, ἀλλά δέν ὑπέγραψε τίς ἀποφάσεις της. Ἀπεβίωσε ἀπό τίς κακουχίες τήν 21. 4. 1928 στή Μόσχα.

Ἐπίσκοπος Ἱερόθεος τοῦ Νικόλσκ (+ 1928).
Ὁ Ἐπίσκοπος Ἱερόθεος Afonin γεννήθηκε τό 1891. Ζηλωτής Κληρικός, συγκρούσθηκε δυναμικά μέ τούς Ἀνακαινιστές τῆς "Ζωντανῆς Ἐκκλησίας". Χειροτονήθηκε μυστικά Ἐπίσκοπος Οὔστιουγκ - τό 1923 - ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀνδρέα τῆς Οὔφα, νέος στήν ἡλικία. Ἡ χειροτονία του ἀναγνωρίσθηκε ἀπό τόν Πατριάρχη Τύχωνα καί ὁ ζηλωτής Ἱεράρχης ἐντάχθηκε στό στενό Πατριαρχικό κύκλο. Τό 1924 μετατέθηκε ἀπό τόν Πατριάρχη στήν Ἐπισκοπή Νικόλσκ.
Τό 1925 συνελήφθη γιά πρώτη φορά. Τόπος ἐξορίας του ἦταν μία μικρή πόλη στίς στέππες τῆς βόρειας Ρωσίας. Τό 1927 ἀρνήθηκε νά ἀναγνωρίσει τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου καί νά μνημονεύσει τούς Σοβιετικούς Ἡγέτες κατά τήν Θεία Λειτουργία, μέ ἀποτέλεσμα νά συλληφθῆ καί πάλι. Μαζί του συνελήφθησαν - σέ μία νύχτα - 30 Κληρικοί του, οἱ ὁποῖοι ἐπίσης ἀρνήθηκαν νά ἀναγνωρίσουν τόν Σεργιανισμό.
Τόν Μάϊο τοῦ 1928 ἡ Μυστική Ἀστυνομία προσπάθησε νά τόν συλλάβει γιά τρίτη φορά, ἀλλά ὁ εὐσεβής λαός πού τόν ὑπεραγαποῦσε, ὑπερασπίστηκε τόν Ποιμενάρχη του μέ μεγάλη διαδήλωση. Ἔτσι οἱ διῶκτες του, μή μπορῶντας νά τόν συλλάβουν, τόν πυροβόλησαν ἀπό μακριά στό κεφάλι καί ὁ Ὁμολογητής Ἐπίσκοπος ἔπεσε νεκρός στά χέρια τῶν πνευματικῶν του τέκνων!
Τιμᾶται ὡς Ἱερομάρτυς τήν 31η Μαϊου.

Ἀρχιεπίσκοπος Βόρις τοῦ Ριαζάν (+ 1928).
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Βόρις Sokolov γεννήθηκε στήν περιφέρεια τῆς Καλοῦγας. Σπούδασε στή Θεολογική Ἀκαδημία τῆς Πετρουπόλεως καί διηύθυνε τίς Ἐκκλησιαστικές Σχολές τοῦ Ἀρζαμᾶς, τοῦ Βόλσκ καί τοῦ Σαράτωφ. Τό 1907 ἔγινε μοναχός, τό 1917 ἀναδείχθηκε Ἀρχιμανδρίτης καί τό 1919 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Γιούριεφ, βοηθός τῆς Ἐπισκοπῆς Βλαδιμήρ. Τό ἴδιο ἔτος (9η Δεκεμβρίου), μετατέθηκε στήν Ἐπισκοπή Στάριτσα τοῦ Τβέρ καί τό 1921 στήν Ἐπισκοπή Ρίμπινσκ.
Τόν Μάϊο τοῦ 1922 συνελήφθη καί ἐξορίστηκε γιά ἑπτά χρόνια, ἀλλά ἀπελευθερώθηκε τό ἑπόμενο ἔτος 1923 καί ὀνομάσθηκε ἀπό τόν Πατριάρχη Τύχωνα Ἀρχιεπίσκοπος Ριαζάν. Ἀγωνιζόμενος κατά τῶν Ἀνακαινιστῶν τῆς "Ζωντανῆς Ἐκκλησίας" συνελήφθη καί ἐκτοπίστηκε στή Μόσχα, χωρίς πολιτικά δικαιώματα, ὅπου τό 1925 πῆρε μέρος στήν κηδεία τοῦ Τύχωνος.
Τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1925 φυλακίσθηκε στίς φυλακές Butyrskaya τῆς Μόσχας καί στή συνέχεια στό Γιαροσλάβ. Ἀπεβίωσε ἐξόριστος στό χωριό Perlovka, τήν 8. 2. 1928.

Μητροπολίτης Ἀγαθάγγελος τοῦ Γιαροσλάβ (+ 1928)
Ὁ δεύτερος κατά σειρά ὑποδείξεως ἀπό τόν Πατριάρχη Τύχωνα Μητροπολίτης γιά τήν θέση τοῦ Τοποτηρητοῦ τοῦ Πατριαρχικοῦ Θρόνου (οἱ ἄλλοι δύο ἦσαν οἱ Μητροπολίτες Κύριλλος τοῦ Καζάν καί Πέτρος τοῦ Κρούτισκ).
Ὁ κατά κόσμον Ἀλέξανδρος Λαυρεντίεβιτς Preobrazensky, γεννήθηκε τό 1854 στό χωριό Mogila τῆς περιφερείας τῆς Τοῦλας, σέ οἰκογένεια Ἱερέως. Σπούδασε στό Σεμινάριο τῆς Τοῦλας καί στή Θεολογική Ἀκαδημία τῆς Μόσχας. Ὡς ἔγγαμος Ἱερεύς δίδαξε Λατινικά στό Θεολογικό Σεμινάριο τοῦ Rannenborg. Τό 1885, μετά τόν θάνατο τῆς συζύγου του, ἔγινε μοναχός. Τό 1889 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Κιρένσκ, βοηθός τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Βενιαμίν τοῦ Ἰρκούτσκ. Μέχρι τήν κατάστασή του στήν ἱστορική ἕδρα τοῦ Γιαροσλάβ, ὑπηρέτησε τήν Ρωσική Ἐκκλησία σέ πολλές ἕδρες, κατά τό ἰσχύον στή Ρωσία σύστημα τῶν μεταθέσεων - προαγωγῶν τῶν Ἀρχιερέων (στό Τομπόλσκ τό 1893, στή Ρίγα τό 1897 - ὅπου τό 1904 ὀνομάσθηκε Ἀρχιεπίσκοπος - στή Βίλνα τό 1910 καί στό Γιαροσλάβ τό 1913, ὅπου τό 1917 ὀνομάσθηκε Μητροπολίτης). Ἀπό τό 1917 ὑπῆρξε μόνιμο μέλος τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, συμμετεῖχε στήν Πανρωσική Σύνοδο τοῦ 1917 - 18 καί τό 1918 ὁ Πατριάρχης Τύχων τόν ὀνόμασε β' ὑποψήφιο Τοποτηρητή τοῦ Πατριαρχικοῦ Θρόνου.
Ὁ Μητροπ. Ἀγαθάγγελος συνελήφθη γιά πρώτη φορά καί ἐξορίσθηκε τό 1919. Τήν 3. 5. 1922, μετά τήν σύλληψη τοῦ Πατριάρχου Τύχωνος, ἀνέλαβε τήν διοίκηση τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας. Ἀπό τήν θέση αὐτή ἀντιμετώπισε τό σχίσμα τῆς "Ζωντανῆς Ἐκκλησίας", τῆς ὁποίας ὑπῆρξε ἀπό τούς πλέον σοβαρούς ἀντιπάλους. Γιά τήν ὁμολογιακή στάση του τέθηκε σέ περιορισμό στή Μονή τοῦ Σωτῆρος Γιαροσλάβ. Γιά δεύτερη φορά συνελήφθη τό Φθινόπωρο τοῦ 1922 καί κρατήθηκε στίς φυλακές τῆς GPU στή Μόσχα. Τήν 25. 11. 1922 καταδικάσθηκε σέ τρία χρόνια ἐξορία στήν περιοχή τοῦ Τόμσκ τῆς Σιβηρίας.
Τήν 25. 12. 1924 ὁ Πατριάρχης Τύχων τόν ὀνόμασε γιά δεύτερη φορά β' ὑποψήφιο γιά τήν θέση τοῦ Τοποτηρητή. Ὅταν ἀπελευθερώθηκε τό 1926, ἡ "διαδικασία" ἀναδείξεως τοῦ φιλο-Σοβιετικοῦ Μητροπ. Σεργίου εἶχε ἤδη ἀρχίσει καί ἔτσι ὁ Μητροπ. Ἀγαθάγγελος κρατήθηκε στή φυλακή τοῦ Πέρμ. Ὅταν οἱ Σοβιετικοί τοῦ ἔδωσαν τήν εὐκαιρία νά ἀποκαταστήσει τίς σχέσεις του μέ τό καθεστώς, ὁ ὁσ. Ξένια ἡ τυφλή τοῦ Ριμπίνσκ τόν ἀπέτρεψε λέγοντας, "ἄν συμφωνήσεις, θά χάσεις κάθε τι πού ἔχεις κερδίσει"!
Τήν Ἄνοιξη τοῦ 1928 συγκάλεσε Σύνοδο τῶν Ἱεραρχῶν τῆς μητροπολιτικῆς του περιφερείας, μέ τήν ὁποία καταδίκασε τόν Σεργιανισμό. Ἀπεβίωσε ἀπό τίς κακουχίες τήν 3. 10. 1928.
Τιμᾶται ὡς Ἱερομάρτυς καί Ὁμολογητής τήν 3η Ὀκτωβρίου.

Στάρετς Νεκτάριος τῆς Ὄπτινα (+ 1928)
Ὁ κατά κόσμον Νικόλαος Βασίλεβιτς Tychonov, γεννήθηκε τό 1853 στήν πόλη Γιελέτς τῆς ἐπαρχίας Ὀριόλ. Τό 1873, σέ ἡλικία 20 ἐτῶν, ἐντάχθηκε στή Μονή τῆς Ὄπτινα, ὅπου ἀσκήθηκε κάτω ἀπό τήν πνευματική καθοδήγηση τῶν μεγάλων πνευματοφόρων Γερόντων της - Στάρετς, τοῦ ὁσ. Ἀνατολίου Α' (+ 1894, τόν ὁποῖο εἶχε Πνευματικό) καί τοῦ ὁσ. Ἀμβροσίου (+ 1891, τόν ὁποῖο εἶχε Γέροντα) καί ἔζησε μέ τούς Στάρετς Ὁσίους Ἰωσήφ, Βαρσανούφιο καί Ἀνατόλιο Β'.
Τό 1876 χειροθετήθηκε μικρόσχημος Μοναχός, τό 1894 χειροτονήθηκε Διάκονος ἀπό τόν Ἐπίσκοπο Ἀνατόλιο καί τό 1898 Πρεσβύτερος ἀπό τόν Ἐπίσκοπο Καλούγας Μακάριο. Τό 1912 ἡ Ἀδελφότητα τόν ἀνέδειξε Στάρετς καί Πνευματικό καί τό 1920 Προϊστάμενο τῆς Σκήτης. Τότε δέχθηκε καί τό Μεγάλο καί Ἀγγελικό Σχῆμα.
Ἔζησε στήν Ὄπτινα 50 χρόνια (1873 - 1923), 25 χρόνια στό ἴδιο κελλί, ἄλλοτε ὡς ἔγκλειστος καί ἄλλοτε ὡς διά Χριστόν Σαλός. Ἐλεημένος μέ τά χαρίσματα τῆς προφητείας, καί τῆς πνευματικῆς κοθοδηγήσεως, στήριξε τούς πιστούς στήν ἀμέσως πρίν καί κατά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917 περίοδο, ἐνῶ κοντά του βρῆκαν τόν δρόμο πρός τήν πίστη καί τήν Ἐκκλησία πολλοί ἐκπρόσωποι τῆς Ρωσικῆς διανοήσεως καί τῆς "ἀργυρῆς ἐποχῆς" τῆς Ρωσικῆς λογοτεχνίας. Τό 1914 τόν ἐπισκέφθηκε ἡ Μεγ. Δούκισσα Ἐλισάβετ (ἔπειτα Νεομάρτυς, + 1918), ἡ ὁποία ἀπό σεβασμό συνομίλησε μαζί του ὄρθια! Μίλησε μέ θαυμαστή εὐκρίνεια γιά τήν Ἐπανάσταση, τήν δολοφονία τοῦ Τσάρου Νικολάου Β' καί τῆς οἰκογενείας του, τήν καταστροφή τῆς Ἁγίας Ρωσίας, ἀλλά καί τήν τελική νίκη τῆς Πίστεως ἐπί τοῦ Ἀθεϊσμοῦ. Ἐκτός ἄλλων προφήτευσε στόν Καθηγητή Ἰβάν Andreyev τήν σύλληψη καί τήν ἐξορία του.
Ἔζησε τήν διάλυση τῆς Ὄπτινα (1923) καί τήν διασπορά τῶν 250 μοναχῶν της. Τήν Μεγ. Πέμπτη τοῦ 1923 συνελήφθη καί καταδικάστηκε σέ θάνατο, ἀλλά τελικά ἐξορίστηκε, ἀρχικά στό Πλόχινο τῆς Καλούγας καί τελικά στό Χόλμισι τοῦ Μπριάνσκ.
Πρίν τήν Διακήρυξη τοῦ 1927, τόν ἐπισκέφθηκαν οἱ Καθηγητές Komorovich καί Anichkov. Κατά τήν συζήτησή τους ὁ Γέροντας ἀποκάλεσε τόν Μητροπ. Σέργιο νεωτεριστή. Ὅταν οἱ συνομιλητές του τοῦ ὑπενθύμισαν, ὅτι μετανόησε καί ἀποκαταστάθηκε ἀπό τόν Πατριάρχη Τύχωνα, ἐκεῖνος ἀπάντησε προφητικά: "Ναί, μετανόησε· ἀλλά τό δηλητήριο εἶναι ἀκόμη μέσα του"!
"Οἱ Σεργιανιστές - ἔλεγε - εἶναι χειρότεροι ἀπό τούς Ἀνακαινιστές τῆς "Ζωντανῆς Ἐκκλησίας", διότι ἐκεῖνοι μετανόησαν, ἐνῶ αὐτοί εἶναι ἀμετανόητοι, ἔχουν πορωθεῖ".
Πρίν κοιμηθεῖ ζήτησε ἀπό τά πνευματικά του τέκνα νά μήν τόν μεταφέρουν στήν ἐνορία τοῦ Κοζέλσκ, διότι ἐκεῖ μνημόνευαν τόν Μητροπ. Σέργιο!
Ἐνδεικτικό τῶν ἐκκλησιολογικῶν θέσεων καί τῆς Ὁμολογίας τοῦ Στάρετς Νεκταρίου εἶναι ὅτι ἀπαγόρευε στούς πιστούς νά κάνουν ἀκόμη καί τόν σταυρό τους περνῶντας ἔξω ἀπό Ναούς τῶν Σεργιανιστῶν, διότι θεωροῦσε τό Πατριαρχεῖο Μόσχας ἄμοιρο Χάριτος καί τά Μυστήριά του ἄκυρα!
Τίς τελευταῖες εὐχές δέχθηκε ἀπό τό πνευματικό του τέκνο π. Ἀδριανό Rymarenko (ἔπειτα Ἀρχιεπίσκοπο Ἀνδρέα τοῦ Νόβο Ντιβίγιεβο, τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς). Κοιμήθηκε εἰρηνικά τήν 29η Ἀπριλίου 1928 καί ἐνταφιάσθηκε ἀπό τόν ἔπειτα Ἱερομάρτυρα π. Σέργιο Mechien καί τέσσερεις ἄλλους Ἱερεῖς.
Μετά θάνατον ἀναδείχθηκε θαυματουργός. Δύο φορές στή ζωή του ἀξιώθηκε τῆς ἐμφανίσεως τῶν Ὁσίων Στάρετς τῆς Ὄπτινα (ἡ δεύτερη λίγο πρίν τήν κοίμησή του).
Τό 1935 ὁ τάφος τοῦ μακαρίου Γέροντος ἔγινε στόχος τυμβωρύχων. Ἄγνωστοι τόν ἄνοιξαν, ἔβγαλαν τό φέρετρο, ἐρεύνησαν γιά πολύτιμα ἀντικείμενα καί ἐπειδή δέν βρῆκαν τίποτα, ἄφησαν τό φέρετρο ἔξω ἀπό τήν γῆ καί ἔφυγαν! Τό ἑπόμενο πρωϊ κάποια παιδιά πού ἔφερναν τά ἄλογά τους ἀπό τήν νυκτερινή βοσκή, εἶδαν τό ἀνοικτό φέρετρο καί εἶπαν στούς χωρικούς, ὅτι "ἕνας μοναχός σηκώθηκε ἀπό τόν τάφο"! Τότε τό Λείψανο τοῦ Ἁγίου βρέθηκε ἄφθαρτο, μέ τό δέρμα στό χρῶμα τοῦ κεριοῦ καί τά χέρια εὐλύγιστα καί μαλακά! Οἱ χωρικοί, ἀφοῦ τίμησαν τό Λείψανο, τό ἔβαλαν καί πάλι στόν τάφο του.
Τό 1987 ἡ Μονή τῆς Ὄπτινα ἐπιστράφηκε στό Πατριαρχεῖο Μόσχας καί τήν 16. 7. 1989 ἀνοίχθηκε ὁ τάφος τοῦ Στάρετς Νεκταρίου. Τότε διαπιστώθηκε, ὅτι τό Λείψανο τοῦ Γέροντος εἶχε διαλυθεῖ καί τά ὀστά του εὐωδιαζαν! Σήμερα τά Λείψανά του φυλάσσονται στή Μονή τῆς Ὄπτινα.
Ἡ ἁγιότητά του (ὅπως καί τῶν ἄλλων Ὁσίων Στάρετς τῆς Ὄπτινα), διακηρύχθηκε τό 1990 ἀπό τήν ὑπό τόν Μητροπ. Βιτάλιο Σύνοδο τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς καί τήν 13/26. 6. 1996 ἀπό τό Πατριαρχεῖο Μόσχας.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 29η Ἀπριλίου.

Νεομάρτυρες Λυδία, Κύριλος καί Ἀλέξιος τῆς Οὔφα (+ 1928).
Ἡ ἁγία Νεομάρτυς Λυδία γεννήθηκε στήν Οὐφᾶ, τήν 20η Μαρτίου 1901. Ὁ πατέρας της ἦταν Ἱερεύς, ἔτσι μεγάλωσε μέσα σέ χριστιανικό καί πνευματικό οἰκογενειακό περιβάλλον. Τό 1920 παντρεύτηκε, ἀλλά σύντομα ἔχασε τόν σύζυγό της, ὁ ὁποῖος σκοτώθηκε κατά τόν Ρωσικό Ἐμφύλιο Πόλεμο. Τό 1926 ἔγινε ὑπάλληλος τῆς Δασικῆς Ὑπηρεσίας, ὅπου ὁ χαρακτήρας της τήν ἔκανε ἰδιαίτερα ἀγαπητή στούς συναδέλφους της.
Ἡ Λυδία ἦταν μέλος τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν ἀπό τήν ἐμφάνιση τοῦ Σεργιανισμοῦ. Μέ τήν εὐλογία τοῦ Πνευματικοῦ της, ἐργαζόταν στόν τομέα τῆς Ἱεραποστολῆς. Μέ τήν γραφομηχανή τοῦ γραφείου της ἔγραφε προσευχές, βίους Ἁγίων καί κηρύγματα καί τά κυκλοφοροῦσε μυστικά μεταξύ τῶν ἐργαζομένων. Ἡ Λυδία συνελήφθη τήν 9η Ἰουλίου 1928, ὅταν ἡ Μυστική Ἀστυνομία διαπίστωσε, ὅτι στά "ἔνοχα" κείμενα τό γράμμα “Κ” ἦταν σπασμένο στήν ἄκρη! καί ἡ ἐπίσης "ἔνοχη" γραφομηχανή ἦταν ἡ δική της!
Οἱ ἀνακριτές πίστευαν, ὅτι μέ τήν κατάλληλη "πίεση" ἡ Λυδία θά "ἔσπαζε" καί θά ἀποκάλυπτε καί ἄλλα μέλη τῶν Κατακομβῶν. Ἔτσι ἕνα ὁλόκληρο 10ήμερο τήν ἀνέκριναν, ὅμως - παρά τήν κόπωση, τήν ψυχολογική πίεση καί τίς ἀπειλές - δέν ἀποκάλυψε ἀπολύτως τίποτα. Αὐτό εἶχε σάν συνέπεια τήν ὑποβολή της σέ φοβερά βασανιστήρια (ξυλοδαρμό, κάψιμο, "βγάλσιμο" μελῶν, ἄνοιγμα ἀρθρώσεων!), ὅμως ἡ Μάρτυρας παρέμεινε ἀκλόνητη. Σέ κάποια ἀνάπαυλα τῶν βασανιστηρίων, ἕνας φρουρός, ὁ στρατιώτης Κύριλλος Ἀτάεφ, ἡλικίας 23 ἐτῶν, βοήθησε τήν αἱμόφυρτη Μάρτυρα νά σηκωθεῖ ἀπό τό πάτωμα. Βλέποντας τήν εὐσπλαχνία του ἡ Λυδία τοῦ εἷπε: "Εἶθε ὁ Κύριος νά σέ σώσει".
Μετά ἀπό αὐτή τήν ἀνάπαυλα, ἡ Λυδία ὑπέμεινε ἄλλη μιάμιση ὥρα φρικτῶν βασανιστηρίων. Στό τέλος οἱ βασανιστές ἀποφάσισαν νά τήν βιάσουν καί κάλεσαν τόν φρουρό νά τούς "βοηθήσει". Βλέποντας ὁ νεαρός Κύριλλος τίς προθέσεις τους ἄρχισε νά ὑπερασπίζεται τήν Μάρτυρα, ὁπότε κάποιος βασανιστής τόν πυροβόλησε καί ἔπεσε τραυματισμένος δίπλα στήν Λυδία. Μέ μεγάλη προσπάθεια εἶπε τίς τελευταῖες του λέξεις: "Ἁγία τοῦ Θεοῦ, πάρε με μαζί σου"! Καί αὐτή χαμογελώντας τοῦ ἀπάντησε: "Ναί, θά σέ πάρω"!
Ἀκούγοντας αὐτά τά λόγια οἱ ἄθεοι δήμιοι καί καταλαβαίνοντας τήν σημασία τους (τήν μεταστροφή, δηλαδή, τοῦ στρατιώτη - φρουροῦ, στήν Πίστη καί τήν ὁμολογία τῆς μετά θάνατον ζωῆς), καταλήφθηκαν ἀπό ἀμόκ. Μέ ἰδιαίτερη μανία ἄδειασαν τά περίστροφά τους πάνω στούς Μάρτυρες. Ὅταν βγῆκαν ἀπό τό δωμάτιο τοῦ τρόμου, ὁ ἕνας εἶχε ἤδη πάθει νευρικό κλονισμό καί ἕνας ἄλλος παραφρόνησε ἀργότερα! Λίγο πρίν πεθάνει, διηγήθηκε τίς λεπτομέρειες τῆς φοβερῆς αὐτῆς ἱστορίας στό φίλο του Ἀλέξιο Ἰκόνικωφ, λοχία τοῦ Ἑρυθροῦ Στρατοῦ. Ἡ διήγηση αὐτή ἔφερε στή θεογνωσία τόν Ἀλέξιο ὁ ὁποῖος ἔγινε διαπρύσιος κήρυκας τοῦ μαρτυρίου καί γιά τόν λόγο αὐτό ἀργότερα ἐκτελέστηκε καί ἑνώθηκε στή Βασιλεία τῶν Οὑρανῶν μέ τούς Ἁγίους Νεομάρτυρες.
Ἡ μνήμη τῶν Νεομαρτύρων Λυδίας, Κυρίλλου καί Ἀλεξίου τιμᾶται τήν 20ή Ἰουλίου.

Ἀρχιεπίσκοπος Πέτρος τοῦ Βορονέζ (+ 1929).
Γεννήθηκε τό 1878 καί σπούδασε Φιλολογία καί Ἱστορία στό Πανεπιστήμιο τῆς Μόσχας καί Θεολογία στήν Ἀκαδημία τοῦ Καζάν. Μετά τήν ἀποφοίτησή του χειροτονήθηκε Ἱερεύς καί 19 χρόνια ἀργότερα Ἐπίσκοπος. Ὑπηρέτησε ὡς βοηθός Ἐπίσκοπος στήν Ἐπισκοπή Τβέρ. Τό 1922 συνελήφθη καί ἐξορίστηκε στήν Κεντρική Ἀσία, ὅπου ἔμεινε μέχρι τό 1924.
Στό θέμα τῆς δημεύσεως τῶν Ἱερῶν Σκευῶν (1922), ὁ ἐπ. Πέτρος τήρησε μετριοπαθή καί σώφρονα στάση. Μέ Ἐγκύκλιό του πρός τόν Κλῆρο τῆς περιφερείας του εἶχε ζητήσει νά μήν ἀναμιγνύωνται οἱ Κληρικοί στήν πολιτική, νά εἶναι νομιμόφρονες ἀπέναντι στίς Ἀρχές καί νά κατευνάζουν τήν δυσαρέσκεια τῶν πιστῶν κατά τῆς Κυβερνήσεως!
Μετά τήν ἀπελευθέρωσή του ἀναδείχθηκε Ἀρχιεπίσκοπος Βορονέζ, παρενοχλούμενος συνεχῶς ἀπό τήν Μυστική Ἀστυνομία. Συνελήφθη τόν Νοέμβριο τοῦ 1926 καί ἐξορίστηκε στό Σολόβκι. Τό 1928 μεταφέρθηκε στό νησί Ἀνζέρ, ὅπου παρέδωσε τό πνεῦμα τό 1929, ἀπό τό φρικτό κρύο καί τήν ἔλλειψη κάθε ἀναγκαίου γιά τήν ζωή!

Ἀρχιεπίσκοπος Ἰλαρίων τοῦ Βερέϊ (+ 1929) .
Διακεκριμένος θεολόγος, συγγραφέας καί ἱεροκήρυκας, Καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Ἀκαδημίας τῆς Μόσχας, ὁ κατ' ἐξοχήν Ρῶσος ἐκκλησιολόγος τοῦ 20οῦ αἰ. "Τά συγγράμματα τοῦ Ἱλαρίωνος - γράφει ὁ Πρωθιερεύς Μιχαήλ Polsky - πού ἀναφέρονται κατά κύριο λόγο στό θέμα "Ἐκκλησία", χαρακτηρίζονται ἀπό τήν προσπάθεια τοῦ συγγραφέως νά διατηρήση ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία τήν καθαρότητά της, μένοντας πιστή στήν παράδοση τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐμφορούμενος ἀπό αἰσθήματα χριστιανικῆς ἀγάπης πρός τούς ἑτεροδόξους, δέν ἦταν ὡστόσο ἄνθρωπος τῶν συμβιβασμῶν. Τόνιζε σ' αὐτούς μέ κάθε τρόπο, ὅτι ἡ ἀλήθεια βρίσκεται στήν Ἐκκλησία, τήν Μόνη καί Ἀληθινή, καί ὄχι στίς "ἐκκλησίες", ὅπως πρεσβεύουν οἱ Προτεστάντες
" (Σολ. Νινίκα, "Οἱ Νέοι Μάρτυρες τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας", σελ. 55).
Ὁ κατά κόσμον Βλαδίμηρος Ἀλεξέγιεβιτς Troitsky γεννήθηκε τό 1886 στό χωριό Lipitsy τοῦ Σερπούχωφ, σέ οἰκογένεια Ἱερέως. Ἀδελφός του ἦταν ὁ Ἐπίσκοπος Δανιήλ τοῦ Μπριάνσκ. Ἱκανῆς ἀκαδημαϊκῆς παιδείας, σπούδασε Θεολογία στή Θεολογική Σχολή τῆς Τοῦλα καί στήν Ἀκαδημία τῆς Μόσχας. Ὅταν ἀποφοίτησε τό 1910, χαρακτηρίστηκε σάν ὁ καλύτερος φοιτητής τῆς τελευταῖας 50ετίας! καί ἀμέσως διορίσθηκε Καθηγητής στήν ἕδρα τῆς Καινῆς Διαθήκης.
Τό 1913 ἔγινε μοναχός καί ἐντάχθηκε στόν Ἱερό Κλῆρο. Τό ἴδιο ἔτος χειροθετήθηκε Ἀρχιμανδρίτης ἀπό τόν Μητροπ. Μόσχας Μακάριο. Συμμετεῖχε στήν ὑπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Βολόγδας Νίκωνα μικτή (Ἐκκλησιαστική καί Κρατική) Ἐπιτροπή πού ἐπισκέφθηκε τό Ἅγιο Ὄρος, γιά νά ἐπιλύσει τό θέμα τῶν Ὀνοματολατρῶν (ἕνα ἄλλο μέλος τῆς Ἐπιτροπῆς ἦταν ὁ τότε ἀρχιμ. Πιτιρίμ Λαντίγκιν, ἔπειτα Ἐπίσκοπος Γκλαζώφ, Μεγαλόσχημος Πέτρος, + 1957).
Ἀπό τούς πρώτους ἀντι - Οἰκουμενιστές σέ Πανορθόδοξο ἐπίπεδο, τόν Ἰανουάριο τοῦ 1917, σέ ἀλληλογραφία του μέ τόν Robert Gardiner, (Γραμματέα τῆς Διεθνούς Ἐπιτροπῆς "Πίστις καί Τάξις", προδρόμου τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν Ἐκκλησιῶν), διατύπωσε μέ σαφήνεια τίς Ὀρθόδοξες θέσεις σχετικά μέ τήν μοναδικότητα τῆς Ἐκκλησίας καί τό ὅτι Ὀρθόδοξοι καί ἑτερόδοξοι δέν ἀνήκουν στό ἴδιο σῶμα. (Τό 1975 ἐκδόθηκε στό Μόντρεαλ τό ἔργο του, "The Unity of the Church and the wοrd Conference of Christian Communities").
Τό 1917 ἀναγορεύθηκε Πρύτανις τῆς Θεολογικῆς Ἀκαδημίας τῆς Μόσχας. Μέ τήν ἰδιότητα αὐτή πῆρε ἐνεργό μέρος στήν Πανρωσική Σύνοδο τοῦ 1917 - 18, ὅπου ὑποστήριξε μέ θέρμη τήν ἐπανίδρυση τοῦ Πατριαρχείου. Μετά τήν ἐκλογή τοῦ Πατριάρχου Τύχωνος ἔγινε ἕνας τῶν πλέον στενῶν συνεργατῶν του καί προσωπικός του γραμματέας.
Κατά τήν περίοδο ἀπό 10. 3. μέχρι 7. 6. 1919, ἦταν φυλακισμένος στή φυλακή Butyrskaya τῆς Μόσχας.
Τό 1920 χειροτονήθηκε ἀπό τόν Πατριάρχη Τύχωνα βοηθός του, μέ τόν τίτλο τῆς Ἐπισκοπῆς Βερέϊ, ἀλλά τέσσερεις μῆνες ἀργότερα βρέθηκε καί πάλι φυλακισμένος στή Butyrskaya. Τό 1922 φυλακίσθηκε στίς ἐσωτερικές φυλακές τῆς GPU στή Μόσχα καί στή συνέχεια ἐξορίστηκε στήν παγωμένη περιοχή τοῦ Ἀρχαγγέλου, ὅπου ἐργάστηκε στά καταναγκαστικά ἔργα.
Τό 1923 ὁ Πατριάρχης Τύχων τόν ὀνόμασε Ἀρχιεπίσκοπο. Τό ἴδιο ἔτος (7η Δεκεμβρίου), καταδικάστηκε σέ τρία χρόνια ἐξορία στό φοβερό Σολόβκι, ἐπειδή ἀρνήθηκε νά δεχθεῖ σέ ἱεροπραξία ἕναν Διάκονο τῆς "Ζωντανῆς Ἐκκλησίας". Τόν Ἰανουάριο τοῦ 1924, κρατούμενος στό Σολόβκι, ὅταν πληροφορήθηκε τόν θάνατο τοῦ Λένιν, ἀρνήθηκε νά κρατήσει πρός τιμήν του σιωπή πέντε λεπτῶν! Τό 1925 μεταφέρθηκε στίς φυλακές Korovniki τοῦ Γιαροσλάβ, ὅπου τοῦ ἐπέτρεψαν νά δέχεται ταχυδρομεῖο καί νά γράφει.
Τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1926 μεταφέρθηκε καί πάλι στό Σολόβκι καί συμμετεῖχε στή σύνταξη τοῦ Ὑπομνήματος πρός τήν Σοβιετική Κυβέρνηση τῶν ἐκεῖ κρατουμένων Ἐπισκόπων (Ἰούλιος 1926· βλ. τό κείμενο σέ ἄλλο σημεῖο τῆς παρούσης ἐργασίας).
Ἀπό τό 1926 μέχρι καί τόν θάνατό του, τό 1929, ἦταν ἐξόριστος στήν Ἄλμα Ἄτα τοῦ Καζαξτάν. Ἐκεῖ, τόν ἴδιο χρόνο, προσβλήθηκε ἀπό τύφο καί τόν μετέφεραν στίς φυλακές τῆς Πετρουπόλεως, ὅπου ἀπεβίωσε, τήν 15. 12. 1929, σέ ἡλικία μόλις 40 ἐτῶν! Ὅταν οἱ συγγενεῖς του ἄνοιξαν τό φέρετρο διαπίστωσαν, ὅτι ἀπό τόν σωματώδη καί ὑγιέστατο ἄνδρα πού γνώριζαν, εἶχε μείνει ἀπό τίς κακουχίες καί τήν ἀσθένεια ἕνας σκελετός!
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἰλαρίων ἐνταφιάσθηκε στή Μονή Νόβο Ντεβίτσι, ἀπό τόν Σεργιανιστή Μητροπολίτη Σεραφείμ (ὁ ὁποῖος μάλιστα ἔντυσε τόν νεκρό μέ δικά του ἄμφια) καί ἄλλους πέντε Σεργιανιστές Ἐπισκόπους. Μέ τόν τρόπο αὐτό ὁ Μητροπ. Σέργιος καί τό Σοβιετοποιημένο "Πατριαρχεῖο" του, προσπάθησαν νά καπηλευθοῦν τήν μνήμη καί τήν φήμη τοῦ διακεκριμένου Ἱεράρχου καί νά τόν παρουσιάσουν σάν δεχόμενο τό "νέο ἐκκλησιαστικό σχῆμα" καί τήν Διακήρυξη τοῦ 1927. Ὅμως τά πράγματα ἀποδεικνύονται διαφορετικά. Ἀπό συγκρατουμένους τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἰλαρίωνος στό Σολόβκι (λ.χ. τοῦ Στρατηγοῦ Zaitsev) μαρτυρεῖται, ὅτι ὅταν βρισκόταν στίς φυλακές τοῦ Γιαροσλάβ, τόν ἐπισκέφθηκε ὁ Σοβιετικός Κυβερνητικός Ἐπίτροπος στή Σύνοδο τοῦ Μητροπ. Σεργίου - ὁ διαβόητος Tuchkov - καί προσπάθησε νά τόν πείσει νά προσυπογράψει τήν Διακήρυξη καί νά συνεργαστεῖ μέ τόν Μητροπ. Σέργιο, ἀλλά ὁ Ὁμολογητής Ἱεράρχης - διακεκριμένος ἐκκλησιολόγος ἄλλωστε - παρέμεινε ἀνένδοτος στήν ἀρνητική γιά τό "νέο σχῆμα" θέση του.
Σύμφωνα μέ ἐπιβεβαιωμένες μαρτυρίες πολλῶν αὐτοπτῶν μαρτύρων, τό 1994, ὁ σταυρός τοῦ τάφου τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἰλαρίωνος μυρόβλυσε!

Ἐπίσκοπος Εὐθύμιος τοῦ Ὄλονετς (+ 1929;)
Ὁ κατά κόσμον Εὐγένιος Νικολάγιεβιτς Lapin γεννήθηκε τό 1873 σέ οἰκογένεια Πρωθιερέως τοῦ Ταμπώφ. Φοίτησε στό Θεολογικό Σεμινάριο τοῦ Ταμπώφ καί στή Θεολογική Ἀκαδημία τῆς Μόσχας. Τό 1899 διορίστηκε Καθηγητής στό Γυμνάσιο θηλέων τοῦ Ταμπώφ καί τό 1902 στό Θεολογικό Σεμινάριο τοῦ Ταμπώφ. Τόν Ἰούνιο τοῦ 1908 χειροτονήθηκε Διάκονος καί τόν Αὔγουστο τοῦ ἰδίου ἔτους Πρεσβύτερος. Τό 1909 χειροθετήθηκε Ἀρχιμανδρίτης καί ἀναδείχθηκε Πρύτανις τοῦ Θεολογικοῦ Σεμιναρίου τοῦ Ταμπώφ. Τό 1919 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Μπαρνάουλ, Βικάριος τῆς Ἐπισκοπῆς τοῦ Τόμσκ. Τό 1916 μετατέθηκε στήν Ἐπισκοπή Γιακουτίας καί μέ αὐτή τήν ἰδιότητα συμμετεῖχε στήν Πανρωσική Σύνοδο τοῦ 1917 – 1918. Τόν Φεβρουάριο τοῦ 1919 τοῦ ἀνατέθηκε ἀπό τόν Πατριάρχη Τύχωνα ἡ προσωρινή διαποίμανση τῆς Ἐπισκοπῆς τῆς Οὔφα καί τόν Δεκέμβριο τοῦ ἰδίου ἔτους τῆς Ἐπισκοπῆς τοῦ Κούρσκ. Τό 1920 μετατέθηκε στήν Ἐπισκοπή τοῦ Ὄλονετς.
Τό 1922, λόγῳ τῆς ἀντιδράσεώς του στή δήμευση τῶν Ἱερῶν Σκευῶν, συνελήφθη καί ἐκτοπίστηκε ἀπό τούς Ἀνακαινιστές. Τό 1925 ἐξορίστηκε στήν περιοχή τοῦ Nazymsk. Τό 1927 δέν ἀναγνώρισε τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου, μέ ἀποτέλεσμα τό 1929 νά ἐξοριστεῖ στήν περιοχή τοῦ Τόμσκ. Ἔκτοτε ἀγνοεῖται ἡ τύχη του.

Πρωθιερεύς Θεόδωρος (Andreyev + 1929)
Γεννήθηκε τό 1888 σέ οἰκογένεια ἐμπόρων καί ἀρχικά σπούδασε Πολιτικός Μηχανικός. Στό 4ο ἔτος τῶν σπουδῶν του διέκοψε καί συνέχισε στή Θεολογική Ἀκαδημία τῆς Μόσχας. Μετά τίς σπουδές του ἀνέλαβε τήν ἕδρα τῆς Συστηματικῆς Φιλοσοφίας καί τῆς Λογικῆς, διαδεχόμενος τόν διαπρεπῆ Καθηγητή Ἱερέα Παῦλο Φλωρένσκυ.
Στό τέλος τοῦ 1921 ἐγκαταστάθηκε στήν Ἁγία Πετρούπολη, ὅπου δίδαξε Δογματική Θεολογία καί Λειτουργική στή Θεολογική Ἀκαδημία μέχρι τό 1928, ὁπότε οἱ Σοβιετικοί ἔκλεισαν τήν Σχολή. Συμμετεῖχε ἐνεργῶς στήν πνευματική κίνηση τῆς "Ἑστίας τῶν Διανοουμένων" καί τῆς "Ἑστίας τῶν Συγγραφέων" καί ἔδινε συνεχῶς διαλέξεις φιλοσοφικοῦ περιεχομένου, διαποτισμένες μέ τό γνήσιο Ὀρθόδοξο πνεῦμα.
Τό 1924 χειροτονήθηκε Ἱερεύς καί τοποθετήθηκε στόν Καθεδρικό Ναό τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως (τόν ὁποῖο ἀργότερα κατεδάφισαν οἱ Σοβιετικοί, γιά νά κτιστεῖ τό κτίριο τῆς Μυστικῆς Ἀστυνομίας). "Ὑπερασπιζόμενος τήν Ὀρθόδοξη Χριστιανική διδασκαλία μέ τίς διαλέξεις του - γράφει ὁ π. Μιχαήλ Polsky - ἀπευθύνετο κατά κύριο λόγο πρός τούς διανοουμένους, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἐπηρεασθῆ ἀπό τίς ἐπαναστατικές ἰδέες καί εἶχαν συμβιβασθῆ μέ τό νέο καθεστώς. Κατώρθωσε νά ἀναζωογονήση τήν πίστη καί τήν ἀγάπη πρός τήν Ἐκκλησία στίς ψυχές πολλῶν μορφωμένων τῆς ἐποχῆς του...
Ὁ νέος Ἱερεύς, μεγάλου ἀναστήματος καί ἀδύνατος, ζοῦσε ζωή αὐστηρή, πραγματικά ἀσκητική. Δέν δεχόταν τόν εὔκολο Χριστιανισμό καί ἀπαιτοῦσε ἀπό τά πνευματικά του τέκνα πραγματική μετάνοια, ἡ ὁποία νά μεταφράζεται σέ ἔργα. Χωρίς τίς προϋποθέσεις αὐτές δέν τούς ἐπέτρεπε νά κοινωνοῦν. Τά κηρύγματά του ἔκαναν μεγάλη ἐντύπωση καί προσύλκυαν μεγάλα πλήθη πιστῶν, εἰς τρόπον ὥστε ἡ ἐκκλησία νά μήν χωράη τούς προσερχομένους.
Πολλοί Καθηγητές τοῦ Πανεπιστημίου, φοιτητές καί ἄνθρωποι τῶν Γραμμάτων, ἔγιναν πνευματικά του τέκνα. Συνδέθηκε μέ μεγάλη φιλία μέ τόν διανοούμενο Καθηγητή Νοβοσιέλωφ, ἄνθρωπο σοφό καί σταθερό ὑπερασπιστή τῆς Ὀρθοδοξίας
" (Σολ. Νινίκα, "Οἱ Νέοι Μάρτυρες τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας", σελ. 117 - 118).
Ὁ π. Θεόδωρος δέν ἀναγνώρισε τήν "νέα πολιτική" τοῦ Μητροπ. Σεργίου (1927) καί ἐντάχθηκε στήν Ἐκκλησία τῶν Κατακομβῶν. Γιά τήν στάση του τόν συνέλλαβαν τό 1928 καί τόν φυλάκισαν, ὅμως εἶχε ἤδη προσβληθεῖ ἀπό φυματίωση καί ἔτσι τόν "ἄφησαν νά πεθάνει στό σπίτι του"! Ἀπεβίωσε τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1929, σέ ἡλικία μόλις 41 ἐτῶν. Κατά τήν κηδεία του, γύρω ἀπό τό φέρετρό του στάθηκαν πολλοί μέλλοντες Νεομάρτυρες, ὅπως ὁ Ἐπίσκοπος Δημήτριος τοῦ Γκντώφ, ὁ Πρωθιερεύς Σέργιος Τυχομίρωφ καί ὁ Ἱερεύς Νικόλαος Μπρόζωφ (πού ἐκτελέστηκαν τό 1938), ὁ ἀναγνώστης Κάρτσεφ (πού ἐκτελέστηκε τό 1931), κ.ἄ. Ὅπως εἶπε χαρακτηριστικά ὁ Καθηγητής Μπριλιάντσεφ (ὁ ὁποῖος ἀπεβίωσε σέ στρατόπεδο συγκεντρώσεως), "ἀπό τήν ἐποχή πού κηδεύτηκε ὁ Ντοστογιέφσκυ, δέν εἶχε ξαναγίνει τόσο μεγαλοπρεπής κηδεία στό Λένινγκραντ" (Μ. Polsky σὐτ. σελ. 230).

Πρωθιερεύς Συμεών (Mogilyov, + 1929)
Ὁ Πρωθιερεύς Συμεών Νικολάγιεβιτς Mogilyov γεννήθηκε τό 1874. Συνελήφθη τό 1929, κατά τήν ἑορτή τῆς Μεσοπεντηκοστῆς, στό χωριό Boldiryovka τῆς περιοχῆς Αἰκατερινιέφσκυ καί φυλακίσθηκε στό Ὄρενμπουργκ μέχρι τόν Σεπτέμβριο τοῦ ἴδιου χρόνου. Τήν 8η Σεπτεμβρίου τόν ἔβγαλαν ἀπό τήν φυλακή καί ἐπέτρεψαν στούς πιστούς νά μιλήσουν μαζί του.
"Σταθεῖτε - εἶπε στούς Χριστιανούς ὁ π. Συμεών - σταθεῖτε γενναῖοι στήν Ὀρθόδοξη Πίστη. Μήν ἔχετε κοινωνία μέ τήν Σεργιανιστική αἵρεση, μέ τήν αἱρετική της "Ἐκκλησία". Αὐτή ἡ αἵρεση ἀναγνωρίζει τήν ἀντιχριστιανική δύναμη σάν "ἀπό Θεοῦ"... Ὁποιοσδήποτε πέφτει σ' αὐτή τήν αἵρεση, οὔτε μαρτύριο δέν τόν σώζει ἀπό αὐτή τήν ἁμαρτία... Εὔχομαι νά μέ ἀκολουθήσετε καί νά ἔρθετε ἐκεῖ πού εἶμαι... Προσεύχομαι στόν Κύριο... νά μέ ἐνισχύσει, ὥστε ἐγώ ὁ ἀνάξιος νά λάβω τό ἅγιο μαρτύριο γι' Αὐτόν. Ἀλλά ἄν ἐπιστρέψω ἀπό τήν φυλακή, νά μήν μέ ἐμπιστευθεῖτε καί νά μήν ἔρθετε σέ μένα. Αὐτό θά σημαίνει, ὅτι θά ἔχω προδώσει τόν Χριστό".
Στή συνέχεια μετέφεραν τόν π. Συμεών στό Νοβοσιμπίρσκ καί ἔπειτα στό Abakan, ὅπου ἐκτελέστηκε.

Οἱ 16 Μάρτυρες τοῦ Βορονέζ (+ 1929)
Στό Βορονέζ ὑπῆρχε ἀκόμη τό 1929 ἕνας Χριστιανικός Σύλλογος, ἡ "Ὀρθόδοξη Ἀδελφότητα τοῦ Ἁγίου Μιχαήλ". Τό ἔτος αὐτό 41 μέλη τῆς Ἀδελφότητας συνελήφθησαν καί προσήχθησαν σέ δίκη. Ὅλοι ἔφεραν στά ἐνδύματά τους τό διακριτικό τους, ἕναν λευκό σταυρό, καί στίς ἐρωτήσεις τῶν δικαστῶν ἀπαντοῦσαν μόνο μέ τό "Χριστός Ἀνέστη". Ἀπ' αὐτούς οἱ 16 καταδικάσθηκαν σέ θάνατο καί οἱ ὑπόλοιποι σέ βαριές ποινές φυλακίσεως. (Περιοδικό "Ζωή", τ. 1930, σελ. 48).

Σέργιος Νεῖλος (+ 1929)
Ὁ Σέργιος Ἀλεξάντροβιτς Νεῖλος γεννήθηκε τό 1862 στή Μόσχα καί ἦταν γιός μικροκτηματία. Ἔκανε ἀνώτερες σπουδές καί ἀνῆκε στούς διανοουμένους. Γνώρισε τήν Ὀρθοδοξία σέ ὥριμη ἡλικία καί ἔκτοτε ἀφιερώθηκε στήν προάσπισή της. Πνευματικό ἀνάστημα τῶν Ὁσίων Στάρετς τῆς Ὄπτινα καί τοῦ ἁγ. Ἰωάννη τῆς Κροστάνδης ὁ Σέργιος Νεῖλος, εἶναι ὁ παγκόσμια γνωστός Ρῶσος συγγραφέας πού ἀπεκάλυψε τά σχέδια γιά παγκόσμια Σιωνιστική κυριαρχία, μέ τήν κυκλοφορία τοῦ βιβλίου "Τά Πρωτόκολλα τῶν Σοφῶν τῆς Σιών", τό 1905. Συνέγραψε ἀκόμη πολλά ἀξιόλογα βιβλία πνευματικοῦ περιεχομένου, τά ὁποῖα καθ' ὅλη τήν διάρκεια τοῦ κομμουνιστικοῦ καθεστῶτος βοήθησαν πολύ τόν Ρωσικό λαό.
Στίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰ. ἐγκαταστάθηκε στήν Ὄπτινα σάν ἔφορος τῶν ἀρχείων τῆς Μονῆς, ἀπό τά ὁποῖα ἐξέδωσε διάφορα ἀποσπάσματα μέ τήν εὐλογία τοῦ Στάρετς Βαρσανουφίου. Ἔμεινε στό σπίτι πού παλαιότερα κατοικοῦσε ὁ συγγραφέας Κωνσταντῖνος Λεόντιεφ, στήν ὄχθη τοῦ ποταμοῦ Ζίντρα. Ἐκεῖ ἔγραψε τό πολύτιμο ἡμερολόγιό του, ὅπου καταχώρησε τίς συναντήσεις του μέ τούς Ὁσίους Γέροντες τῆς Ὄπτινα καί ἄλλους πνευματικούς ἀνθρώπους. Τό ἡμερολόγιο αὐτό ἐκδόθηκε τό 1916 μέ τόν τίτλο "Στήν ὄχθη τοῦ ποταμοῦ Ζίντρα".
Ἡ σαφῶς ἀντισιωνιστική δράση του προκάλεσε μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917 τήν δίωξή του. Τό 1928, ἕνα χρόνο μετά τήν σοβιετοποίηση τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας ἀπό τόν Μητροπ. Σέργιο, ὁ Ἱερεύς Βασίλειος Σμερνώβ - πληροφορούμενος ὅτι ὁ Σέργιος Νεῖλος καί ἡ σύζυγός του Ἑλένη δέν εἶχαν στέγη - τούς πρόσφερε φιλοξενία στό σπίτι του, στό χωριό Κρουτέτς.
Ὁ Σέργιος Νεῖλος διεδραμάτισε σημαντικό ρόλο στή διαμόρφωση καί προβολή τῆς Ὁμολογίας - Ἐκκλησιολογίας τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν. Μεταξύ τῶν Ρώσων πιστῶν ὑπῆρχαν ἀρκετοί πού πίστευαν, ὅτι ὁ Μητροπ. Σέργιος ἐπεδίωκε τήν διατήρηση τῆς ἐξωτερικῆς ὀργανώσεως τῆς Ἐκκλησίας, μέσῳ τῆς συμφιλιώσεώς Της μέ τήν ἀθεϊστική ἐξουσία. Ἕνας ἀπό τούς ταλαντευομένους αὐτούς πιστούς ἦταν καί ὁ σύζυγος τῆς κόρης τοῦ Ἱερέως Βασιλείου Μαρίας, Λέβ Ἀλεξάντροβιτς. Ἡ ἀπάντηση τοῦ Σεργίου Νείλου στήν ἐπιστολή του σχετικά μέ τήν "νέα ἐκκλησιαστική πολιτική", εἶναι οὐσιαστικά ἡ Ὁμολογία τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν καί ἕνα πολύ σημαντικό ἱστορικό ντοκουμέντο τῆς ἐποχῆς. Ὁ Μητροπ. Γ.Ο.Χ. Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς Κήρυκος γράφει σχετικά:
«Περί τῆς προσωπικότητος τοῦ Σεργίου Νείλου… ἠκούσαμεν καί μίαν πολύ σημαντικήν μαρτυρίαν ἀπό τήν Μοναχήν τῶν Κατακομβῶν Μαριάμ, ἡ ὀποία ἐκάρη μοναχή ὑφ’ ἡμῶν τό 1996, ὅτε κατά τήν β’ ἐπίσκεψίν μας εἰς Μόσχαν, ἐφιλοξενήθημεν εἰς τήν οἰκίαν της. Αὕτη, λοιπόν, παρέσχεν εἰς ἡμᾶς τήν μαρτυρίαν, ὅτι ὁ Σέργιος Νεῖλος εἶναι μία μεγάλη προσωπικότης τῆς ἐν Ρωσίᾳ Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὄχι μόνον διότι ἐξέδωσε τά «Πρωτόκολλα τῶν Σοφῶν τῆς Σιών», ἀλλά καί διότι εἶναι καί ὁ πρῶτος Ὁμολογητής τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν. Εἶναι δηλαδή ἀπό τούς πρώτους πού διετύπωσε τήν Ὁμολογίαν τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν, ὅταν ὁ Μητροπ. Σέργιος παρέδωσε τήν Ἐκκλησίαν εἰς τό «κόκκινον θηρίον», ἤτοι εἰς τό ἀθεϊστικόν καθεστώς. Μᾶς ἐνεχείρησεν μάλιστα ἡ μ. Μαριάμ καί μίαν ἐπιστολήν τοῦ Σεργίου Νείλου πρός τόν σύζυγόν της, ἀντίγραφον τῆς ὁποίας ὑπάρχει εἰς χεῖρας τοῦ π. Ἀνδρέου (Σ.Σ. Ἀνδρέου Σίντιεβ, κληρικοῦ τοῦ ἐν λόγῳ Ἀρχιερέως), ὅπου εἰς ἀπάντησιν ἐπί τοῦ ἐρωτήματος τοῦ συζύγου της καί ἄλλων Ὀρθοδόξων, «τί θά κάνωμεν τώρα πού ὁ Μητροπολίτης Σέργιος ἐπρόδωσε τήν Ἐκκλησίαν καί ὅλοι ἐδῶ οἱ Ἱερεῖς τόν μνημονεύουν», ἔδωσε τήν ἑξῆς ὁμολογιακήν ἀπάντησιν:
«Εἰς τούς ναούς ὅπου μνημονεύουν τόν Σέργιο νά μήν πηγαίνετε, διότι αὐτοί πλέον συμπαρετάχθησαν μέ τήν μερίδα τοῦ προδότου Ἰοῦδα, τά δέ μυστήριά των δέν ἁγιάζονται. Προτιμότερον οἱ πιστοί, ὅπου δέν ὑπάρχουν Ὀρθόδοξοι ναοί, νά προσεύχωνται εἰς τάς οἰκίας των, διά νά φυλαχθοῦν ἀπό τήν αἵρεσιν καί τήν ἀποστασίαν, παρά νά κολάζωνται μαζί μέ αὐτούς πού μνημονεύουν τόν Μητροπ. Σέργιο»!
Κατά τήν μαρτυρίαν ἐπίσης τῆς μ. Μαριάμ, αὐτό τό ὁμολογιακόν φρόνημα ὁ Σέργιος Νεῖλος τό ἐγνώρισε καί ἐδιδάχθη παρά τῶν Γερόντων τῆς Ὄπτινα…
» (Περιοδικό «Γνώσεσθε τήν ἀλήθεια», φ. 21 Ἰαν. 2007, σελ. 1 - 2).
Ὁ Σέργιος Νεῖλος εἶχε ἰδιαίτερη εὐλάβεια στόν ὅσ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ (μέ τόν ὁποῖο ἔμοιαζε φυσιογνωμικά). Μάλιστα, κάποτε εἶχε πεῖ προφητικά: "Νά, ὁ Πατέρας μέ τό ραβδί ἔρχεται καί μοῦ δείχνει τόν δρόμο· θά εἶμαι ἐκεῖ πού θά μέ πάει". Τά λόγια αὐτά ἐπαληθεύθηκαν τό βράδυ τῆς 1ης πρός 2α Ἰανουαρίου 1929, ὅταν κοιμήθηκε - κρυπτόμενος στό σπίτι τοῦ Ἱερέως Βασιλείου - ἐνῶ εἶχε ἀρχίσει ὁ Ἑσπερινός τῆς ἑορτῆς τοῦ ὁσ. Σεραφείμ! Πολλοί πιστεύουν, ὅτι δηλητηριάστηκε ἀπό τούς Σοβιετικούς. (Βλ. "Ὅσιος Νεκτάριος - Ὁ τελευταῖος μεγάλος Στάρετς τῆς Ὄπτινα", ἔκδοσις Ἱ. Μ. ἁγ. Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου Καλάμου Ἀττικῆς, σελ. 48 - 49· καί Ἡμεροδείκτης 2002 Ἱ. Μητροπόλεως Γ.Ο.Χ. Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς).

Ἐπίσκοπος Βασίλειος τοῦ Πριλοῦκι (+ 1930)
Ὁ κατά κόσμον Βασίλειος Ἰβάνοβιτς Zelentsov γεννήθηκε τό 1870 (ἤ 1871 ἤ 1875) στό χωριό Zimarovo τοῦ Ριαζάν, σέ οἰκογένεια Πρωθιερέως. Σπούδασε Νομικά στό Πανεπιστήμιο τῆς Πετρουπόλεως καί Θεολογία στήν Ἀκαδημία τῆς ἴδιας πόλεως. Δίδαξε Ρωσική Γλῶσσα στό Θεολογικό Σεμινάριο τοῦ Αἰκατερινοσλάβ. Συμμετεῖχε στήν Πανρωσική Σύνοδο τοῦ 1917 - 18 σάν ἐκλεγμένος λαϊκός ἀντιπρόσωπος τῆς Ἐπισκοπῆς Ριαζάν. Συνδέθηκε μέ τόν διαπρεπή Ἀρχιεπίσκοπο Θεοφάνη τῆς Πολτάβας, ἀπό τόν ὁποῖο χειροτονήθηκε τό 1919.
Τό 1922, μέ ἀφορμή τήν ἀντίδρασή του κατά τῆς δημεύσεως τῶν ἐκκλησιαστικῶν σκευῶν, συνελήφθη καί φυλακίσθηκε στήν Πολτάβα. Ὅταν ἀπελευθερώθηκε τό 1925 πῆγε στό Χάρκοβο, ὅπου προστάτεψε τά τέσσερα ὀρφανά παιδιά μιᾶς συγρατουμένης του πού εἶχε πεθάνει στή φυλακή! Τό ἴδιο ἔτος χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Πριλοῦκι, ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Γρηγόριο Lisovsky καί τόν Ἐπίσκοπο Δαμασκηνό Tsedrik. Συνελήφθη καί πάλι τό 1926, φυλακίσθηκε στή φυλακή Butyrskaya τῆς Μόσχας καί ἐξορίστηκε στό Σολόβκι καί στά Βουνά τῆς Ἀρκοῦδας.
Ἡ Διακήρυξη τοῦ 1927 τόν βρῆκε ἐξόριστο στό Σολόβκι. Ἦταν ὁ πρῶτος ἀπό τούς ἐκεῖ κρατουμένους Ἐπισκόπους πού ἀντέδρασε ἀμέσως καί ἀρνήθηκε νά τήν ὑπογράψει, γι' αὐτό μεταφέρθηκε στή φυλακή Lubianka τῆς Μόσχας. Σύμφωνα μέ μία πηγή συμμετεῖχε στή Νομαδική Σύνοδο τοῦ 1928, ἀλλά δέν ὑπέγραψε τίς ἀποφάσεις της. Τό 1929 ἀποκήρυξε γραπτῶς τόν Μητροπ. Σέργιο, μέ κείμενο περίπου 100 σελίδων! Τήν 3. 2. 1930 καταδικάσθηκε σέ θάνατο καί ἐκτελέστηκε τήν 7. 2. 1930.

Ἐπίσκοπος Ἀλέξιος τοῦ Βορονέζ (+ 1930)
Ὁ κατά κόσμον Ἀλέξανδρος Βασίλιεβιτς Bui γεννήθηκε τό 1872 στό χωριό Nikolayevsky τῆς περιφερείας τοῦ Τόμσκ Σιβηρίας σέ οἰκογένεια μεταναστῶν χωρικῶν. Μέ πολλές δυσκολίες φοίτησε στά Σεμινάρια τοῦ Τόμσκ καί τοῦ Κρασνογιάρσκ καί γιά νά ζήσει ἔγινε διακονητής τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀνατολίου Kamensky, ἀπό τόν ὁποῖο χειροτονήθηκε Διάκονος τό 1915 καί Πρεσβύτερος τό 1917. Τό 1918 διορίσθηκε Κατηχητής στήν Κατηχητική Σχολή τοῦ Biisk τῶν Ἀλταϊων καί τό 1920 ἐντάχθηκε στήν ἀδελφότητα τῆς Μονῆς τοῦ ἁγ. Βλαδιμήρου, στό Ἰρκούτσκ.
Τό 1923 χειροτονήθηκε βοηθός Ἐπίσκοπος Bugulma, τῆς ἕδρας τοῦ Πετροπαυλόφσκ. Ὅταν ἀνέλαβε τήν διοίκηση τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας ὁ Μητροπ. Πέτρος τοῦ Κρούτισκ, ὑπηρέτησε σέ διάφορες Ἐπισκοπές, συνήθως γιά λίγους μῆνες, ὅσο τοῦ ἐπέτρεπαν οἱ διωγμοί (στό Akmolinsk τοῦ Καζαξτάν, στό Vitersk, στό Semipalatinsk, στό Αἰκατερίενμπουργκ, στό Kozlov, στό Ταμπώφ καί στό Kirsanovsk). Ἐπίσκοπος Βορονέζ διορίσθηκε τήν 16. 2. 1927 ἀπό τόν Ἀντιπρόσωπο τοῦ Τοποτηρητοῦ Ἀρχιεπίσκοπο Σεραφείμ τοῦ Οὔγκλιτς.
Ἱστορική παραμένει ἡ ἀπό 9. 1. 1928 Ἐγκύκλιός του πρός τόν Κλῆρο καί τόν λαό τῆς ἐπαρχίας τοῦ Βορονέζ, μέ τήν ὁποία καταδικάσθηκε ἡ Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου. "Μέ τίς πράξεις του ἐναντίον τοῦ πνεύματος τῆς Ὀρθοδοξίας - γράφει - ὁ Μητροπολίτης Σέργιος ἀπέκοψε τόν ἑαυτό του ἀπό τήν κοινωνία τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας καί στερήθηκε τοῦ δικαιώματος νά ἡγεῖται τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας".
Τό σημαντικό αὐτό ὁμολογιακό κείμενο μνημονεύει καί ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Μάξιμος τοῦ Σερπούχωφ, μέ τόν ὁποῖο ὁ Ἐπίσκοπος Ἀλέξιος συναντήθηκε στό Σολόβκι, ὅπου κρατήθηκαν καί οἱ δύο γιά τήν γνησιότητα τῆς Πίστεως. Τό κείμενο συνυπέγραψαν καί 9 ἐκπρόσωποι τοῦ Κλήρου τῆς Ἐπισκοπῆς (οἱ Πρωθιερεῖς Ἰωάννης Andreyevsky, Νικόλαος Piskanovsky, Πέτρος Novoseltsev, Ἠλίας Pirozhenko, Παῦλος Smirsky, Σέργιος Gortinsky, Ἀλέξανδρος Philippenko, Ἰωάννης Stelbin - Kamensky καί Μιχαήλ Chilikin), ἐνῶ στό Μητροπ. Ἰωσήφ τῆς Πετρουπόλεως τό μετέφερε ὁ Ἱερεύς Στέφανος Stepanov. Ὅλοι αὐτοί οἱ Κληρικοί πλήρωσαν τήν ὁμολογία τους μέ βαρύτατο τίμημα.
Πέντε ἡμέρες ἀργότερα, τήν 14. 1. 1927, ὁ Μητροπ. Σέργιος ἔθεσε τόν Ἐπίσκοπο Ἀλέξιο σέ ἀργία, μέ τήν κατηγορία τῆς σχισματικῆς δραστηριότητας. Τελειώθηκε τήν 12. 2. 1930, ἄγνωστο κάτω ἀπό ποιές συνθήκες.

Ἐπίσκοπος Σέργιος τοῦ Μπουζουλούκ (+ 1930)
Ὁ κατά κόσμον Μιχαήλ Ἀλεξάντροβιτς Nikolsky γεννήθηκε τό 1889 στό Σερπούχωφ, σέ οἰκογένεια Πρωθιερέως. Πρίν γίνει μοναχός, σπούδασε σέ κάποια Θεολογική Ἀκαδημία. Χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Ἐφραίμωβ ἀπό τόν Πατριάρχη Τύχωνα, κατά τήν τελευταῖα Λειτουργία του, τήν 23η Μαρτίου 1925, δύο ἡμέρες πρίν τήν δολοφονία του. Μάλιστα ὁ Πατριάρχης ἀποδείχθηκε προφητικός ὅταν ἀναφέρθηκε "στά μεγάλα βάσανα πού ἔχει ἡ Ἀρχιερωσύνη", δίνοντας τήν ἀρχιερατική ράβδο στόν νέο Ἱεράρχη.
Τό 1927 ὀνομάσθηκε Ἐπίσκοπος Μπουζουλούκ, βοηθός τῆς Ἐπισκοπῆς Σαμάρας. Ἀρνούμενος νά δεχθεῖ τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου, συνελήφθη μαζί μέ κάποιον Ἡγούμενο, τοῦ ὁποίου δέν σώθηκε τό ὄνομα. Κατά τήν ἀνάκρισή τους οἱ πράκτορες τῆς Μυστικῆς Ἀστυνομίας τούς ἔδειξαν τό δωμάτιο στό ὁποῖο σκόπευαν νά τούς κλείσουν, ἄν δέν δήλωναν συμφωνία μέ τό "νέο ἐκκλησιαστικό σχῆμα". Ἦταν ἕνα ἄθλιο κελλί, γεμάτο πεινασμένους ἀρουραίους ! Οἱ δύο Ἱερομάρτυρες, συνεπεῖς στίς ἀπόψεις τους, προτίμησαν τόν ἐγκλεισμό τους σ' αὐτό τόν φοβερό τόπο καί ἔτσι φαγώθηκαν ζωντανοί ἀπό τούς ἀρουραίους ! τήν 3. 5. 1930. Τίς πληροφορίες σχετικά μέ τόν μαρτυρικό τους θάνατο διέσωσε ὁ Μοναχός Ἐπιφάνιος.

Ἐπίσκοπος Συνέσιος τοῦ Ἰζχέβσκ ('30 ;), ὁ διά Χριστόν Σαλός
Γιά τήν ζωή του πρίν τήν χειροτονία του σέ Ἐπίσκοπο δέν ἔχουν διασωθεῖ πληροφορίες. Χειροτονήθηκε βοηθός Ἐπίσκοπος τῆς ἕδρας τοῦ Βορονέζ τό 1926 καί τό 1928 ἀνέλαβε τήν Ἐπισκοπή τοῦ Ἰζχέβσκ. Μετά τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου ἦρθε σέ ἀνοικτή ρήξη μαζί του καί ἔτσι τό 1930 ἀναγκάστηκε νά παραιτηθεῖ καί νά ζήσει ἔκτοτε σάν διά Χριστόν Σαλός καί προσκυνητής. Ταξίδευε ἀπό πόλη σέ πόλη τῆς ποτέ Ἁγίας Ρωσίας, μέ τά γένεια καί τά μαλλιά του ἀνακατεμένα, ἕνα σχοινί στό λαιμό του καί ἕνα σακκίδιο στήν πλάτη του! Ἐλεημένος μέ τό χάρισμα τῆς προφητείας, δίδασκε στούς πιστούς τήν μετάνοια, τήν νοερή προσευχή καί τήν ἐμμονή στήν γνησιότητα τῆς Πίστεως καί στήν κανονικότητα τῆς Ἐκκλησίας.
Ἀπεβίωσε - ἄγνωστο πότε - κυριολεκτικά "στό δρόμο" καί ἐνταφιάσθηκε ἀπό Κατακομβῖτες πιστούς στήν αὐλή ἑνός χωριατόσπιτου. "Πιθανῶς - γράφει ὁ Μοναχός Ἐπιφάνιος - κανείς δέν γνωρίζει πού εἶναι ὁ τάφος του, ὁ ὁποῖος εἶναι ἕνα σύμβολο τοῦ θανάτου καί ὁ τόπος ἀναπαύσεως ἑνός Ἐπισκόπου τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν".

Πρωθιερεύς Νικόλαος (Piskanovsky, + '30)
Ὁ Πρωθιερεύς Νικόλαος Ἰωακείμοβιτς Piskanovsky, γεννήθηκε τό 1887 στό χωριό Stepanovka τῆς περιφερείας Grondo. Σπούδασε σέ Θεολογικό Σεμινάριο καί μέχρι τό 1914 ἐφημέρευε στήν περιφέρειά του. Τό 1914 μετακινήθηκε στήν περιοχή τῆς Χερσῶνας. Τό κίνημα τῆς "Ζωντανῆς Ἐκκλησίας" τόν βρῆκε - τό 1922 - Προϊστάμενο τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ Κοιμ. Θεοτόκου Ἀλεξάνδρειας Κριμαῖας. Γιά τήν ἀντίδρασή του κατά τῆς "Ζωντανῆς Ἐκκλησίας", συνελήφθη τό 1923 καί μέχρι τό 1926 κρατήθηκε στό Σολόβκι. Γιά δεύτερη φορά συνελήφθη τήν 1. 10. 1926 καί ἐξορίσθηκε ἀρχικά στήν Πολτάβα καί ἔπειτα στό Κούρσκ καί στό Βορονέζ, ὅπου συνδέθηκε μέ τόν Ἐπίσκοπο Ἀλέξιο (Bui, + 1930). Μετά τήν Διακήρυξη τοῦ 1927, ὑπῆρξε ἀπό τούς ἡγέτες τῶν Ἰωσηφιτῶν στήν περιοχή του.
Τήν 9. 1. 1928 συνυπέγραψε μέ τόν Ἐπίσκοπο Ἀλέξιο καί ἄλλους 8 Πρωθιερεῖς τήν ἀποκήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου, μέ ἀποτέλεσμα νά συληφθεῖ γιά τρίτη φορά καί νά ἐξορισθεῖ στό Σολόβκι, ὅπου ἔγινε ὁ πνευματικός τῶν ἐκεῖ κρατουμένων Κληρικῶν. Ὅταν, τό 1931, ἀπελευθερώθηκε ἀπό τό Σολόβκι, ἐξορίστηκε στό Kotlas τοῦ Ἀρχαγγέλου, ὅπου ἔγινε γραμματέας τοῦ ἐπίσης ἐξορίστου Ἀρχιεπισκόπου Σεραφείμ τοῦ Οὔγκλις, μέχρι τό 1934.
Ἀπεβίωσε στά μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ '30 ἀπό φυματίωση, λόγῳ τῶν κακουχιῶν πού ὑπέστη.

Πρωθιερεύς Πέτρος (Novosiltsev, + '30 ;)
Ὁ Πρωθιερεύς Πέτρος Ἰβάνοβιτς Novosiltsev γεννήθηκε τό 1883 στό χωριό Smirnovo τοῦ Νίζνι Νόβγκοροντ, σέ οἰκογένεια Ἱερέως. Μετά τίς σπουδές του σέ κάποιο Θεολογικό Σεμινάριο, νυμφεύθηκε καί χειροτονήθηκε Ἱερεύς. Τό 1926 τόν συνέλαβαν γιά πρώτη φορά καί τόν ἐξόρισαν στό Βορονέζ.
Τήν 9. 1. 1928 συνυπέγραψε μέ τόν Ἐπίσκοπο Ἀλέξιο καί ἄλλους 8 Πρωθιερεῖς τοῦ Βορονέζ τήν ἀποκήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου, μέ ἀποτέλεσμα νά συληφθεῖ γιά δεύτερη φορά καί νά ἐξορισθεῖ στή Σιβηρία. Κατά τήν διάρκεια τῆς ἐξορίας του καί ἐνῶ περνοῦσε ἀπό τήν περιοχή τοῦ Γενισέϊ, συναντήθηκε μέ τόν ἐξόριστο Μητροπ. Κύριλλο τοῦ Καζάν. Τό 1930 ἦταν ἐξόριστος στό Turukhansk. Ἔκτοτε ἁγνοεῖται ἡ τύχη του.

Πρωθιερεύς Σέργιος (Gortinsky, + 1930)
Ὁ Πρωθιερεύς Σέργιος Δημήτριεβιτς Gortinsky γεννήθηκε τό 1889 στό Ριαζάν. Ὑπηρέτησε στήν περιοχή τῆς Σταυρουπόλεως, ὅπου βασανίσθηκε καί στή συνέχεια ἐξορίστηκε στό Βορονέζ. Ἐκεῖ συνδέθηκε μέ τόν Ἐπίσκοπο Ἀλέξιο, μέ τόν ὁποῖο συνυπέγραψε τήν 9. 1. 1928 - καθώς καί ἄλλους 8 Πρωθιερεῖς τοῦ Βορονέζ - τήν ἀποκήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου. Ἀπό τόν Μάϊο τοῦ 1928 ἦταν ὁ ἡγέτης τῶν Ἰωσηφιτῶν στήν περιφέρεια τοῦ Βορονέζ. Συνελήφθη τό 1930 καί ἐκτελέστηκε τήν 2α Αύγούστου, ἐνῶ ἔπασχε ἀπό φυματίωση.

Πρωθιερεύς Ἰωάννης (Steblin - Kamensky, + 1930)
Ὁ Πρωθιερεύς Ἰωάννης Γεώργιεβιτς Steblin - Kamensky γεννήθηκε τό 1887 στήν Πετρούπολη, σέ οἰκογένεια ἀξιωματικοῦ τοῦ Ναυτικοῦ. Σπούδασε στό Ναυτικό Κολλέγιο τῆς Πετρουπόλεως καί ὑπηρέτησε στήν Ὑπηρεσία Φάρων τοῦ Ρωσικοῦ Ναυτικοῦ.
Στόν Κλῆρο μπῆκε τό 1920 (Διάκονος χειροτονήθηκε τό 1920 καί Πρεσβύτερος τό 1923). Τό 1921 τόν συνέλαβαν γιά πρώτη φορά. Τό 1924 τόν συνέλαβαν γιά δεύτερη φορά καί τόν ἐξόρισαν στό Σολόβκι. Ὅταν ἀπελευθερώθηκε τό 1927 ἐγκαταστάθηκε στό Βορονέζ, ὅπου διορίσθηκε Ἀρχιερατικός Ἐπίτροπος ἀπό τόν Ἐπίσκοπο Ἀλέξιο, μέ τόν ὁποῖο συνυπέγραψε τήν 9. 1. 1928 τήν ἀποκήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου. Τήν 6. 5. 1928 συνελήφθη γιά τρίτη φορά καί φυλακίσθηκε. Τήν 16. 8. 1929 ἐξορίσθηκε στό Σολόβκι. Τήν 12. 2. 1930 συνελήφθη γιά τέταρτη φορά καί φυλακίσθηκε στό Βορονέζ. Ἐκτελέστηκε τήν 2. 8. 1930.

Πρωθιερεύς Μιχαήλ (Chilikin, + '30 ;)
Ὁ Πρωθιερεύς Μιχαήλ Νικολάγιεβιτς Chilikin γεννήθηκε τό 1869 στήν Kashira τῆς Μόσχας. Γιά τήν πρίν τό 1927 ἱερατική του δραστηριότητα δέν διασώθηκαν κάποιες πληροφορίες. Τό 1927 ἑνώθηκε μέ τούς Ἰωσηφίτες τοῦ Βορονέζ καί συνδέθηκε μέ τόν Ἐπίσκοπο Ἀλέξιο, μέ τόν ὁποῖο συνυπέγραψε τήν 9. 1. 1928 - καθώς καί ἄλλους 8 Πρωθιερεῖς τοῦ Βορονέζ - τήν ἀποκήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου. Τό 1930 τόν συνέλαβαν στό Κοζέλσκ καί τήν 27. 11. 1930 ἐξορίσθηκε γιά τρία χρόνια στόν παγωμένο Βορρᾶ. Ἔκτοτε ἁγνοεῖται ἡ τύχη του.

Ἱερεύς Στέφανος (Stepanov, + ' 30 ;)
Ὁ Ἱερεύς Στέφανος Νικολάγιεβιτς Stepanov γεννήθηκε τό 1904 στήν περιφέρεια τοῦ Ὄμσκ τῆς Σιβηρίας. Ὑπῆρξε διακονητής τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Πέτρου Sverev καί τό 1927 - 28 τοῦ Ἐπισκόπου Ἀλεξίου τοῦ Βορονέζ. Ἦταν ἐκεῖνος πού μετέφερε στόν Μητροπ. Πετρουπόλεως Ἰωσήφ τήν ἐπιστολή τῆς 9. 1. 1928, μέ τήν ὁποία ὁ Ἐπίσκοπος Ἀλέξιος καί 8 Πρωθιερεῖς τοῦ Βορονέζ ἀποκήρυξαν τόν Μητροπ. Σέργιο. Τόν 1930 τόν συνέλαβαν καί τόν καταδίκασαν σέ 5 χρόνια ἐγκλεισμό στό στρατόπεδο Σολόβκι. Ἔκτοτε ἁγνοεῖται ἡ τύχη του.

Ἱερεύς Δημήτριος τοῦ Κιέβου (Ivanov, +'30 ;)
Ὁ Ἱερεύς Δημήτριος Ἰβάνωφ ἡγήθηκε τῶν Ἰωσηφιτῶν τοῦ Κιέβου, μετά τήν σύλληψη τοῦ π. Ἀνατολίου, τό 1931. Ὅπως εἶχε διδαχθεῖ ἀπό τόν Στάρετς Νεκτάριο τῆς Ὄπτινα (+ 1927), θεωροῦσε τό Πατριαρχεῖο Μόσχας ἄμοιρο Χάριτος καί τά Μυστήριά του ἄκυρα καί ἀπαγόρευε στούς πιστούς νά κάνουν ἀκόμη καί τόν σταυρό τους, περνῶντας ἔξω ἀπό ναούς πού μνημόνευαν τόν Μητροπ. Σέργιο. Τό 1933 τόν συνέλαβαν, τόν βασάνισαν καί τόν ἐξόρισαν στήν περιοχή τοῦ Ἀρχαγγέλου. Στήν ἐξορία τόν συνόδευσε ἡ Πρεσβυτέρα του καί τόν βοήθησε ἕνα φιλάνθρωπος Ἑβραῖος γιατρός! Δέν εἶναι γνωστό πότε καί πού τελείωσε τήν μαρτυρική ζωή του.
Οἱ Ἰωσηφίτες τοῦ Κιέβου διαλύθηκαν μέ τήν βία τῆς Σοβιετικῆς κρατικῆς μηχανῆς, ὅταν τήν 15. 1. 1931 συνελήφθησαν ὅλοι οἱ "ἀντιφρονοῦντες" πρός τόν Μητροπ. Σέργιο Κληρικοί. Μέχρι τότε λειτουργοῦσαν στήν πόλη καί στά περίχωρά της 4 Ἰωσηφιτικές ἐνορίες:
Ἡ ἐνορία Irpen ἦταν ἕνα κοινόβιο μοναζουσῶν ὑπό τήν Ἡγουμένη Σοφία καί ἐφημέριο τόν π. Δημήτριο Ἰβάνωφ. Ἐκεῖ εἶχαν συγκεντρωθεῖ διωγμένες μοναχές ἀπό διάφορες περιοχές (ἡ Ἡγουμένη Ραφαέλα ἀπό τόν Κομέλ, ἡ Ἡγουμένη Βαλερία ἀπό τό Rzhishchen, μοναχές ἀπό τίς Μονές Ντιβίγιεβο τοῦ ἁγ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ καί Σαμορντῖνο τοῦ Στάρετς Ἀμβροσίου τῆς Ὄπτινα, ἀπό τό Ὄρενμπουργκ, κ.ἄ.).
Τῆς ἐνορίας τῆς Μεταμορφώσεως ἡγεῖτο ὁ ἀρχιμ. Σπυρίδων, μέ βοηθούς τόν π. Ἀνατόλιο (ἐφημέρευε ἐκεῖ ἀπό τό 1929), π. Εὐγένιο καί π. Ἀνδρέα.
Στήν ἐνορία τῆς Ἁγίας Σκέπης ἐφημέρευαν οἱ Ἱερεῖς π. Λεωνίδας Rokhlits, π. Ἀνατόλιος Bobrov καί π. Βόρις Kvasnitsky, πλαισιούμενοι ἀπό μοναχούς τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων καί δύο μοναστικές κοινότητες γυναικῶν. (Οἱ τρεῖς προηγούμενες ἐνορίες μνημόνευαν τόν Ἀρχιεπίσκοπο Δημήτριο τοῦ Γκντώφ).
Τέλος στήν ἐνορία τοῦ Προφ. Ἠλία ἐφημέρευε ὁ π. Βασίλειος Konsky, ὁ ὁποῖος μνημόνευε τόν Ἐπίσκοπο Παῦλο Kratitov τοῦ Starobela.
Σχετικά μέ τήν περιώνυμη Λαύρα τῶν Σπηλαίων, τό 1917 - κατά τήν Ἐπανάσταση - Προϊστάμενος ἦταν ὁ ἀρχιμ. Κλήμης Zheretienko. Τό 1920 ὁ π. Κλήμης συνελήφθη καί ἡ Λαύρα δόθηκε στούς Ἀνακαινιστές. Μετά τήν Διακήρυξη τοῦ 1927 ὁ π. Κλήμης ἑνώθηκε μέ τούς Ἰωσηφίτες καί λειτουργοῦσε μυστικά στό Χάρκοβο. Τό 1941, ὅταν οἱ Γερμανοί κατέλαβαν τήν Δυτική Ρωσία, ἐγκαταστάθηκε στό Κίεβο καί δημιούργησε μία μυστική ἐνορία. Ὅσοι μοναχοί δέν ἀναγνώριζαν τόν Μητροπ. Σέργιο, θεωροῦσαν κεφαλή τους τόν ἀρχιμ. Κλήμη.
Ὅταν οἱ Σοβιετικοί ἔκλεισαν τήν Λαύρα, πολλοί μοναχοί μέ ἐπικεφαλῆς τόν τότε Προϊστάμενο ἀρχιμ. Ἑρμογένη, δημιούργησαν μία ἀδελφότητα κοντά στόν Ναό τῆς ἁγ. Ὄλγας.

Νεομάρτυς Ἀλέξανδρος (Jacobson, + 1930)
Ὁ γιατρός Ἀλέξανδρος Jacobson ἦταν ἑβραϊκῆς καταγωγῆς καί σέ μικρή ἡλικία ἔμεινε ὀρφανός. Σπούδασε ἰατρική καί βαπτίσθηκε, κατηχημένος ἀπό ἕναν Ὀρθόδοξο γιατρό. Μέ τήν θέρμη τοῦ νεοφώτιστου φυλακίστηκε σέ στρατόπεδο, ὅπου παρότρυνε τούς κρατουμένους στήν πρωϊνή καί βραδυνή προσευχή! Μετά τήν ἀπελευθέρωσή του αὐτοεξορίστηκε στή Βιάτκα. Μετά τήν δεύτερη σύλληψή του ἐξορίστηκε στό Σολόβκι, ὅπου ἐργάστηκε στό νοσοκομεῖο τοῦ στρατοπέδου. Ἀρνούμενος νά ἀναγνωρίσει τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου (1927), ἐκτελέστηκε τό 1930.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 8η Σεπτεμβρίου.

Ὁσία Μαρία τῆς Γκατσῖνα (+ 1930)
Ἡ κατά κόσμον Λυδία Ἀλεξάντροβνα Lilyanova ζοῦσε στή μικρή πόλη Γκατσῖνα, 30 περίπου μίλλια ἀπό τήν Ἁγία Πετρούπολη, μαζί μέ τά ἀδελφία της Βλαδίμηρο καί Ἰουλία. Ἦταν μοναχή, ἐλεημένη μέ τό χάρισμα τῆς παραμυθίας τῶν θλιβομένων καί τῶν ἀσθενῶν, ἄν καί ἡ ἴδια ἦταν ἀπολύτως παράλυτη ἀπό τήν νόσο τοῦ Πάρκινσον. Ἀκόμη καί διωκόμενοι Ἱεράρχες τῶν Κατακομβῶν τήν εἶχαν ἐπισκεφτεῖ γιά νά ζητήσουν τίς προσευχές της (μεταξύ αὐτῶν καί ὁ Μητροπ. Πετρουπόλεως Ἰωσήφ, ὁ ὁποῖος τῆς εἶχε ἀφιερώσει καί μία φωτογραφία του). Ὁ Καθηγητής Ἰβάν Ἀντρέγιεφ πού τήν ἐπισκέφθηκε τό 1927, παρατήρησε πολλές φωτογραφίες διαφόρων εὐεργετηθέντων.
Γιά τό θέμα τῆς καταθλίψεως ἡ Ὁσία Μαρία δίδασκε: "Ἡ κατάθλιψη εἶναι ἕνας πνευματικός σταυρός πού στέλνεται σ' ἐκείνους πού ἔχουν μετανοήσει, ἀλλά δέν ἔχουν διορθωθεῖ. Δύο φάρμακα μποροῦν νά θεραπεύσουν τήν πνευματική αὐτή ὀδύνη, πού μερικές φορές εἶναι τρομερή: Ἤ θά παράγεις καρπούς μετανοίας ἤ θά ὑποφέρεις τόν σταυρό αὐτό μέ ταπείνωση, εἰρήνη, ὑπομονή καί εὐγνωμοσύνη πρός τόν Θεό, ἐνθυμούμενος ὅτι ἡ θλίψη αὐτή ἀντικαθιστᾶ τούς καρπούς τῆς τέλειας μετανοίας".
Τήν 8. 2. 1930 τήν συνέλλαβαν μαζί μέ τά ἀδέλφια της, γιά σύσταση ἀντισοβιετικῆς ὁμάδος! (δηλαδή γιά τήν συμμετοχή της στήν Ἐκκλησία τῶν Κατακομβῶν). Βίαια τήν ἔσυραν ἔξω ἀπό τό κατάλυμά της καί τήν φυλάκισαν γιά δύο μῆνες. Κοιμήθηκε στή φυλακή ἀπό τίς κακουχίες, τήν 5. 4. 1930. Τό Λείψανό της ἀρχικά στάθηκε ἀδύνατο νά ταφεῖ ἐκκλησιαστικά καί τελικά ἐνταφιάσθηκε στό Κοιμητήριο τοῦ Σμολένσκ (ὅπου καί ὁ τάφος τῆς ὁσ. Ξένης τῆς διά Χριστόν Σαλῆς).
Ἀπό τά ἀδέλφια της, ὁ Βλαδίμηρος καταδικάστηκε σέ ἐξορία πέντε ἐτῶν στή Σιβηρία καί ἡ Ἰουλία σέ ἐξορία δέκα ἐτῶν.

Ἡγούμενος Βαρσανούφιος τῆς Ἀλεξάνδρειας (+ '30 ;)
Ὁ κατά κόσμον Βαρσανούφιος Γρηγόριεβιτς Yurchenko γεννήθηκε περίπου τό 1880 στό χωριό Lozavtka τῆς Χερσῶνας, σέ οἰκογένεια χωρικοῦ. Φοίτησε σέ κάποιο Ἱεραποστολικό Σεμινάριο καί μέχρι τό 1905 ὑπηρετοῦσε σάν δάσκαλος στήν Ἀλεξάνδρεια τῆς Κριμαίας. Τό 1907 ἐντάχθηκε στήν ἀδελφότητα τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου. Κατά τήν περίοδο 1915 - 1920 δίδασκε στό σχολεῖο πού διατηροῦσε ἡ Μονή Birzyokov τῆς Χερσῶνας. Τό 1918 παρ' ὀλίγον νά ἐκτελεστεῖ, ὅταν μία ὁμάδα Μπολσεβίκων πῆγε στή μονή καί ζήτησε χρήματα, δέν ἀπέφυγε ὅμως τήν σύλληψη καί τήν φυλάκιση μέχρι τό 1921. Ὅταν ἀπελευθερώθηκε διορίστηκε ἀπό τόν Ἐπίσκοπο Ὀνούφριο Gagalyuk ἐφημέριος τοῦ χωριοῦ Verkhnitye Vairaki.
Ὑπῆρξε σφοδρός πολέμιος τῶν Ἀνακαινιστῶν στήν περιοχή τῆς Ἀλεξάνδρειας, ὅπου ὑπηρέτησε σάν Ἱεροκήρυκας μέ τήν εὐλογία τοῦ ἐπ. Ὀνουφρίου. Γιά τόν λόγο αὐτό συνελήφθη τό 1923, τό 1924 καί τό 1925 καί φυλακίσθηκε. Ὅταν ἀπελευθερώθηκε ἐπισκέφθηκε τόν Πατριάρχη Τύχωνα, συζήτησε μαζί του τήν ἐκκλησιαστική κατάσταση καί δέχθηκε τό ὀφίκκιο τοῦ Ἡγουμένου.
Μετά τήν Διακήρυξη τοῦ 1927 ὁ π. Βαρσανούφιος, ὁ Προϊστάμενος τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων ἀρχιμ. Κλήμης, οἱ Ἡγούμενοι Μακάριος, Εὐστράτιος καί Ἀγαπητός, ὁ Πρωθιερεύς Γρηγόριος Seletsky κ. ἄ. μοναχοί καί Κληρικοί πέρασαν στίς Κατακόμβες καί ἑνώθηκαν μέ τούς Ἰωσηφίτες τοῦ Χαρκόβου. (Ὅλοι αὐτοί οἱ Κληρικοί συνελήφθησαν· οἱ Ἡγούμενοι Μακάριος καί Εὐστράτιος καταδικάστηκαν σέ πέντε χρόνια ἐξορία καί ἀπεβίωσαν στά στρατόπεδα τοῦ Σβίρ· ὁ ἀρχιμ. Κλήμης ἀπεβίωσε τό 1930· ὁ Πρωθιερεύς Γρηγόριος καταδικάστηκε σέ 10 χρόνια ἐγκλεισμό στό Στρατόπεδο Temnikovsky).
Τήν 1.1.1931 ἔγιναν ὁμαδικές συλλήψεις Κατακομβιτῶν. Μεταξύ τῶν συλληφθέντων ἦσαν ὁ Ἐπίσκοπος Παῦλος Kratirov καί ὁ π. Βαρσανούφιος, οἱ ὁποῖοι καταδικάστηκαν σέ πέντε χρόνια ἐξορία στό Στρατόπεδο Temnikov. Ὁ π. Βαρσανούφιος συνελήφθη συνολικά 25 φορές! Τό 1936 βρισκόταν στήν Ὀδησσό. Τήν 21. 5. 1937 συνελήφθη καί καταδικάστηκε σέ πέντε χρόνια ἐξορία στήν Kolyma τῆς βορειο-ἀνατολικῆς Σιβηρίας. Σύμφωνα μέ μία πηγή δέν ἔφθασε ποτέ στόν προορισμό του.

Μοναχός Σέργιος ὁ ἀσθενής (+ '30;)
"Ὁ ἀσθενής ἀδελφός Σέργιος - γράφει ὁ Μοναχός Ἐπιφάνιος - κοίτονταν ἄρρωστος στό κρεββάτι καί μέχρι τήν τελευταία του ἡμέρα, τήν ἡμέρα τῆς συλλήψεώς του, κανείς ἐκτός ἀπό τήν μητέρα του δέν γνώριζε ὅτι ἦταν μοναχός"! Ὅλη του τήν ζωή τήν πέρασε στό κρεββάτι, ἀφοῦ ἔμεινε παράλυτος ἀπό τήν ἡλικία τῶν 12 ἐτῶν. Ἡ ὑπομονή του στήν ἀσθένεια ἦταν τέτοια, ὥστε ἐλεήθηκε ἀπό τόν Θεό μέ τό προορατικό χάρισμα καί πολλοί ἄνθρωποι ἀπό ὅλη τήν Ρωσία τόν ἐπισκέπτονταν ζητῶντας βοήθεια στά προβλήματά τους. "Σκανδαλωδῶς πτωχός - γράφει ὁ Μοναχός Ἐπιφάνιος - δέν ζήτησε ποτέ κι ἀπό κανέναν τίποτε".
Μετά τήν Διακήρυξη τοῦ 1927 καί τόν προβληματισμό πού ἀκολούθησε στόν ἁπλό λαό, ὁ Μοναχός Σέργιος δέν φοβόνταν νά μιλάει ἀνοικτά κατά τοῦ "νέου ἐκκλησιαστικοῦ σχήματος" καί φωτιζόμενος ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα νά κατευθύνει τούς πιστούς πρός τήν σωστή κατεύθυνση. Ἀναφέρεται, ὅτι μία Ἡγουμένη Μονῆς ἀπό τό Κίεβο, λόγῳ τοῦ προβληματισμοῦ της, ἔστειλε δύο μοναχές νά τόν ρωτήσουν σχετικά. Οἱ μοναχές ἦρθαν στόν ἀσθενῆ Σέργιο ἀφοῦ περπάτησαν ἑκατοντάδες χιλιομέτρων καί αὐτός ἄρχισε νά τούς μιλᾶ γιά τόν σκοπό τῆς ἐπισκέψεώς τους, πρίν αὐτές τοῦ τόν ἐκθέσουν!
"Πεῖτε στή Γερόντισσα - τούς εἶπε - ὅτι εἶναι τελείως ἀπαγορευμένο νά πᾶμε σ' αὐτήν τήν "Ἐκκλησία". Νά μήν ἔχει πλέον καμμία ἀμφιβολία. Ἐκεῖ, σ' ἐκείνη τήν "Ἐκκλησία", ὑπάρχει μία φοβερή αἴρεση. Ὅλοι οἱ Ἱερεῖς πού ἔχουν ὑπογράψει (ἐνν. τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου), ἔχουν συμφωνήσει καί κάνουν πλήρη ὑπακοή στόν Ἀντίχριστο... Τώρα πρέπει νά ζοῦμε ὅπως στούς ἐσχάτους καιρούς. Μποροῦμε νά στραφοῦμε μόνον σέ ἐκείνους τούς Ἱερεῖς πού δέν ἔχουν ὑπογράψει συμμαχία μέ τόν ἀνταγωνιστή τοῦ Χριστοῦ. Ἀλλά αὐτοί εἶναι πολύ λίγοι καί τούς καταδιώκουν καί τούς σκοτώνουν. Αὐτοί θά σᾶς διδάξουν τί νά κάνετε καί πώς νά πράξετε...".
Μία ἡμέρα τοῦ Φθινωπόρου, τήν παραμονή τῆς ἑορτῆς τῆς Ἁγίας Σκέπης, ἐντελῶς ξαφνικά φόρεσε ὅλα τά μοναχικά του ἐνδύματα! Τό ἴδιο ἀπόγευμα οἱ Ἀρχές τόν συνέλαβαν καί τόν ἔκλεισαν στό νοσοκομεῖο κάποιας φυλακῆς. Ἔμεινε ἐκεῖ μέχρι τό ἑπόμενο Πάσχα πού τόν ἐκτέλεσαν. Τό ἔτος τοῦ μαρτυρίου του δέν διασώθηκε.

Μοναχή Ὄλγα (Lektorskaya, + '30 ;)
Ἡ μυστική μοναχή Ὄλγα Ἰβάνοβνα Lektorskaya γεννήθηκε τό 1898 στήν Πολτάβα, σέ οἰκογένεια Ἱερέως. Πῆρε ἀνώτερη μόρφωση καί στόν κόσμο ἦταν τυπογράφος. Τό 1931 τήν συνέλαβαν, ὅταν ἐξαρθρώθηκε δύκτιο Κατακομβιτῶν στήν Πολτάβα, καί τήν 14. 12. 1931 καταδικάστηκε σέ τρία χρόνια ἐξορία στό Svirlag. Ἀπελευθερώθηκε τήν 14. 11. 1933 καί ἐπέστρεψε στήν Πολτάβα. Δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τό ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς της καί τόν θάνατό της.

Οἱ Ὁσιομάρτυρες τῆς Μονῆς τοῦ Νέου Ἄθωνος (+ 1930)
Τόν Φεβρουάριο τοῦ 1996 ἔγινε γνωστή ἡ τύχη τῶν 21 Μοναχῶν τῆς Μονῆς τοῦ Νέου Ἄθωνος στό Σουχούμι, οἱ ὁποῖοι ὅταν τό μοναστήρι τους ἔκλεισε, ἔφυγαν καί κρύφτηκαν στά βουνά τοῦ Καυκάσου.
Οἱ μοναχοί αὐτοί συνελήφθησαν τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1930 στό ὀροπέδιο τοῦ Πσχοῦ - ὅπου εἶχαν καταφύγει μετά τό κλείσιμο τῆς μονῆς τους, τό 1924, καί ζοῦσαν ἐρημητικά - καί ὁδηγήθηκαν στό Νοβοροσίσκ μέ τήν κατηγορία τῆς συστάσεως "μοναρχικῆς ἀνταρτικῆς ὀργανώσεως"! Κατά τήν σύλληψη ἐκτελέστηκε ἐπί τόπου ὁ Μοναχός Ματθαῖος.
Τήν 26η Ὀκτωβρίου 1930 ἐκτελέστηκαν οἱ Ἱερομόναχοι Βικτωρῖνος Μπελιάγιεφ καί Μακάριος Ντέμιν, οἱ Μεγαλόσχημοι Γεδεών Μάλισεφ καί Θεόδουλος Ντιατσένκο καί οἱ Μοναχοί Ἀλέξανδρος Ἀρτέμιεφ, Μεθόδιος Ντεμιντένκο, Βαρθολομαῖος Κοβαλέφσκι, Ὑπάτιος Ἀμπακούμωφ, Ἰωάννης Ρωμανόφσκι, Ἀντωνῖνος Γκολοφκώφ, Δημήτριος Ὀφσιούκ, Σωσθένης Ἀλεξέγιενκο, Ἱλαρίων Ποτάπωφ, Ἰωσήφ Τσουμπένκο, Ἰωάννης Μιχαηλένκο, Θαλλέλαιος Μπαλντέσωφ, Ἡσύχιος Κέτσκιν, Νέαρχος Ζολόμπωφ, Ἠλίας Μιρονένκο, Σίμων Κοτένκο καί Ἀλέξανδρος Τσικάνωφ.
Σύμφωνα μέ τίς πληροφορίες τοῦ Κεντρικοῦ Ἀρχείου τῆς Ὁμοσπονδιακῆς Ὑπηρεσίας Ἀσφαλείας τῆς Ρωσικῆς Ὁμοσπονδίας, τά νεκρά σώματα 12 ἐκτελεσθέντων Ὁσιομαρτύρων ρίχτηκαν σέ ἕνα παλιό λατομεῖο, πίσω ἀπό τό νεκροταφεῖο τοῦ Νοβοροσίσκ.
Τό 1990, μετά τήν κατάρρευση τοῦ Σοβιετικοῦ καθεστῶτος, οἱ ἐκτελεσθέντες μοναχοί τοῦ Νέου Ἄθωνος ἀποκαταστάθηκαν ἀπό τήν Ρωσική Δικαιοσύνη! (Βλ. μ. Μερκουρίου, "Τό μαρτυρικό τέλος Μοναχῶν τοῦ Νέου Ἄθωνος στόν Καύκασο τό 1930", ἔκδοσις "Ὀρθόδοξος Κυψέλη").

Οἱ 100 Ἱερομάρτυρες τοῦ Ἀρχαγγέλου (+ 1930)
Τό χειμῶνα τοῦ 1930, μαρτύρησαν ἀπό τίς κακουχίες περίπου 100 Ἱερεῖς, στήν πόλη τοῦ Ἀρχαγγέλου. Μία Χριστιανή κρατούμενη στήν ἴδια πόλη, ἔγραψε τίς ἐμπειρίες στό Ἀγγλικό Περιοδικό "Χριστιανική Ἀνατολή".
"Ἔξω ἀπό τίς πύλες τῆς ἐκκλησίας στέκονταν παγωμένοι ἀπό τό ψύχος πλήθη Ἱερέων. Εἶχαν ἔλθει ἀπό διάφορα μέρη τῆς Ρωσίας ἑκατοντάδες Ἱερεῖς, Μοναχοί, ἀκόμα καί Ἐπίσκοποι. Εἶχαν ἐξορισθεῖ στή Βόρεια Ρωσία, γιατί ὡμολόγησαν τήν θρησκευτική τους πίστη. Ὅταν ἔφθασαν ἐκεῖ, τούς ἐπέτρεψαν νά πηγαίνουν ὅπου ἤθελαν. Ἀλλά πού μποροῦσαν νά πᾶνε; Δέν γνώριζαν κανένα στήν ξένη αὐτή πόλη. γι'αὐτό περιεπλανῶντο στούς δρόμους. Μερικοί ἔβρισκαν καταφύγιο στά ἄδεια βαρέλια πού ἦσαν στήν παραλία...
Ἦταν Φεβρουάριος καί ἀκόμα τό ψύχος ἦταν δριμύ, ἀλλά πλησίαζε ἡ Ἄνοιξη... Πλησίαζε ὁ καιρός πού θά ἄνοιγε τό λιμάνι, ὁπότε θά ἔφθαναν οἱ ξένοι καί θά ἔκαναν ἐρωτήσεις πού δέν συνέφεραν τίς Ἀρχές... γι'αὐτό ἡ G.P.U. ἀποφάσισε νά ἀπομακρύνη τούς Ἱερεῖς, στήν Πετσχώρα, μία ἐκτεταμένη περιοχή πού ἀπεῖχε 800 μίλια ἀπό τόν Ἀρχάγγελο... Ἡ 15η Φεβρουαρίου βρῆκε τούς ἐξόριστους Ἱερεῖς ὄρθιους. Ἦταν 200 καί εἶχαν δεμένες τίς ἀποσκευές τους σ' ἕνα δέμα πάνω στούς ὤμους τους... Στίς 6 τό βράδυ τούς ἀπομάκρυναν κάτω ἀπό ἰσχυρή στρατιωτική συνοδεία, ἀλλά πολλοί ἀπό τούς στρατιῶτες ἐπέστρεψαν τό ἄλλο πρωϊ. Δέν ὑπῆρχε ἀνάγκη τόσο μεγάλης συνοδείας· οἱ ἐξόριστοι αὐτοί δέν θά δραπέτευαν. Βάδιζαν μέ κόπο, ἀλλά καί ὑπομονή. Πολλοί ἀπό αὐτούς ἦσαν γέροντες, ὅλοι δέ ἦσαν ἀδύνατοι καί ἐξαντλημένοι ἀπό τήν πεῖνα. Οἱ ἀποστάσεις ἀπό τό ἕνα χωριό στό ἄλλο εἶναι πολύ μεγάλες στόν Βορρᾶ. Πολλοί ἔπεφταν κάτω στόν δρόμο, ἀλλά δέν ἐπιτρεπόταν σέ κανένα νά σταματήσει γιά νά βοηθήσει. Μοῦ ἔλεγαν ἀργότερα οἱ χωρικοί, ὅτι συχνά ἔβρισκαν μισοπαγωμένους Ἱερεῖς στό δρόμο. Ποτέ δέν θά μάθουμε πόσοι πέθαναν στά δάση καί στά ἔλη. Τί θά ἀπογίνονταν αὐτοί; Τούς κατέτρωγαν πιθανῶς οἱ λύκοι! Εἶναι γνωστό ὅτι ἀπό τούς 200 Ἱερεῖς πού ξεκίνησαν ἀπό τόν Ἀρχάγγελο, μόλις οἱ μισοί ἔφθασαν στόν τόπο τοῦ προορισμοῦ τους
" (Περιοδικό "Ζωή", 1934, σελ. 308 κ. ἑξ.).

Οἱ 40 Ἱερομάρτυρες τῆς Πετρουπόλεως ('30)
Στήν Ἁγία Πετρούπολη οἱ πιστοί δείχνουν στούς ἐπισκέπτες μία τάφρο, πού λέγεται "τῶν 40 Μαρτύρων", καί διηγοῦνται τήν ἱστορία της:
"Ἡταν ἡ ἐποχή τοῦ ἀγῶνος μέ τούς Τροτσκιστές. 40 Ἱερεῖς ἔχουν ταφεῖ ἐδῶ. Τούς ἀπήγαγαν μέσα ἀπό τίς ἐκκλησίες, τήν ὥρα τῆς Ἀκολουθίας· τούς ἔφεραν ἐδῶ καί τούς ἔθαψαν ζωντανούς, ντυμένους ἀκόμα μέ τά ἄμφιά τους. Μέχρι σήμερα ἀκοῦμε τήν νύχτα ἀναστεναγμούς· καί τήν ἡμέρα τῆς μνήμης τοῦ μαρτυρίου τους, μία στήλη πυρός ὀρθώνεται πάνω ἀπό τόν τάφο τους μέχρι τόν οὐρανό, σηκώνεται καί φέγγει" (Νικήτα Στρούβ, "Οἱ Χριστιανοί εἰς τήν Σοβιετικήν Ἕνωσιν", σελ. 205).
Ἡ τάφρος αὐτή, βρίσκεται πολύ κοντά στό Κοιμητήριο τοῦ Σμολένσκ, ὅπου ὁ χαριτόβρυτος τάφος τῆς διά Χριστόν Σαλῆς ὁσίας Ξένης, καί πάνω της ὑψώνεται σήμερα ἕνας σταυρός πού γράφει: "40 Νεομάρτυρες πού καθαγιάσθηκαν στίς καρδιές τῶν πιστῶν" (Περιοδικό "Ὅσιος Γρηγόριος" Ἱ. Μονῆς Γρηγορίου, τ. 1990 - 91, σελ. 65 - 66).

Ἐπίσκοπος Μάξιμος τοῦ Σερπούχωφ (+ 1931)
Ὁ κατά κόσμον Μιχαήλ Ἀλεξάντροβιτς Ζχιζχιλένκο, γεννήθηκε τήν 2. 3. 1885 στήν Καλίσα τῆς Πολωνίας ἀπό γονεῖς Ρώσους. Ἦταν νεώτερος ἀδελφός τοῦ διάσημου Δικηγόρου καί Καθηγητοῦ τῆς Νομικῆς στό Πανεπιστήμιο τῆς Πετρουπόλεως Ἀλεξάνδρου Ζχιζχιλένσκο, ὁ ὁποῖος ὑπερασπίσθηκε τόν Ἱερομάρτυρα Μητροπ. Πετρουπόλεως Βενιαμίν κατά τήν "δίκη" του, τό 1922.
Μετά τίς ἐγκύκλιες σπουδές του φοίτησε στήν Ἰατρική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Μόσχας. Τό 1911 νυμφεύθηκε μία συμφοιτήτριά του, τήν ὁποία ὅμως ἔχασε τόν ἴδιο χρόνο, ἀπό ἐπιπλοκή στόν τοκετό. Τό γεγονός αὐτό τόν ἐπηρέασε σημαντικά στήν ὑπόλοιπη ζωή του.
Μετά τίς σπουδές του ἐργάστηκε σάν Ψυχίατρος στήν περιοχή τοῦ Σακόλνικι τῆς Μόσχας. Κατά τήν διάρκεια τοῦ Πολέμου τοῦ 1914 ὑπηρέτησε σάν στρατιωτικός γιατρός στό Αὐστριακό μέτωπο, στήν περιοχή τοῦ Κουμπάν, ὅπου προσβλήθηκε ἀπό τύφο πού μετέφεραν Αὐστριακοί αἰχμάλωτοι. Γιά ἕνα μικρό διάστημα δίδαξε σέ ἕνα ἐπαρχιακό Πανεπιστήμιο καί γιά μεγάλο διάστημα ὑπῆρξε ἱατρικῶς προϊστάμενος τῶν Φυλακῶν Ταγκάνκα τῆς Μόσχας.
Πολύ νωρίς συνδέθηκε πνευματικά μέ τόν Πατριάρχη Τύχωνα καί μία μεγάλη φιλία συνέδεσε τούς δύο ἄντρες. Ὁ Τύχων ἐκτιμῶντας τά πνευματικά καί ἄλλα προσόντα τοῦ Μιχαήλ, ἄρχισε νά τοῦ ἀναπτύσσει λεπτά διοικητικά καί πνευματικά ἐκκλησιαστικά θέματα. Κάποτε, σέ κάποια σηζήτηση, τοῦ εἶπε γιά τίς πιέσεις πού δεχόταν ἀπό τούς ἀθεϊστές σχετικά μέ τήν ὑποταγή τῆς Ἐκκλησίας, καί ἄλλοτε τοῦ μίλησε γιά τήν ἀνάγκη τῶν Κατακομβῶν καί κρίνοντάς τον ἄξιο γιά ἡγετικό ρόλο, τόν εὐλόγησε νά δεχτεῖ μυστικά τήν μοναχική κουρά καί τήν Ἱερωσύνη καί ἀκόμη - στήν περίπτωση πού στό μέλλον ἡ Ἱεραρχία πρόδιδε τόν Χριστό καί συνεργάζοταν μέ τούς ἀθεϊστές - νά χειροτονηθεῖ μυστικός Ἐπίσκοπος!
Τό 1921 ἡ ἀδελφή του - αὐτοεξόριστη στό Βελιγράδι - πῆρε τό τελευταῖο γράμμα τοῦ Μιχαήλ. Ἕνα - δύο χρόνια ἀργότερα ἀπό κάποιο οἰκογενειακό φίλο πληροφορήθηκε ὅ,τι εἶχε χειροτονηθεῖ μυστικά Ἱερεύς, χωρίς νά ἀφήσει τήν Ἰατρική. Αὐτό ἔγινε γνωστό στίς Ἀρχές μετά ἀπό τρία περίπου χρόνια, ὁπότε ὁ π. Μιχαήλ συνελήφθη καί ἐξορίστηκε.
Τό 1925 ὁ Πατριάρχης Τύχων ἀπεβίωσε δηλητηριασμένος, σύμφωνα μέ τήν μαρτυρία τοῦ ἴδιου τοῦ π. Μιχαήλ. Ὅταν ὁ Μητροπ. Σέργιος σοβιετοποίησε τό Πατριαρχεῖο, τό 1927, ὁ π. Μιχαήλ συντάχθηκε μέ τούς ὀρθοφρονοῦντες Ἐπισκόπους καί σύντομα χειροτονήθηκε μυστικά Ἐπίσκοπος Σερπούχωφ ἀπό τόν Ἐπίσκοπο Δημήτριο τοῦ Γκντώφ καί πῆρε τό ὄνομα Μάξιμος.
Ὅταν ἐμφανίστηκε στήν Ἐπίσκοπή του, στήν περιοχή τῆς Μόσχας, οἱ πιστοί κατάπληκτοι ἀναγνώρισαν στό πρόσωπο τοῦ νέου Ἐπισκόπου τόν γνωστό γιατρό τῆς φυλακῆς. Τό γεγονός αὐτό εἶχε μεγάλη ἀπήχηση. Μόνο στήν περιοχή τοῦ Σερπούχωφ τόν ἀκολούθησαν 18 ἐνορίες. Τό ἴδιο συνέβη στίς περιοχές Κολόμνας, Ζβενίγκοροντ, Βολοκολάμσκ, Περεγιασλάβλ καί Ζαντόσκ. Τήν 30. 12. 1927 Κλῆρος καί λαός τοῦ Σερπούχωφ καταδίκασαν τόν Σεργιανισμό.
Γιά τό καθεστώς ἡ καταδίκη τοῦ Σεργιανισμοῦ ἀποτελοῦσε ἀντισοβιετική δραστηριότητα, ἔτσι ὁ ἐπ. Μάξιμος συνελήφθη καί ἐξορίστηκε στό Στρατόπεδο Σολόβκι. Γιά τήν ἐκεῖ παραμονή του εἶναι σημαντικά ὅσα γράφει ὁ Καθηγητής Ἰβάν Ἀντρέγιεφ:
"Ὅταν τόν ἔφεραν στό κελλί μας, ἀντικρύσαμε ἕναν ἄνθρωπο ψηλό σάν ἄγαλμα, μέ ἡράκλειο ὕφος, ἄγρια γενειάδα, δασιά φρύδια καί γαλανά εὐγενικά μάτια. Στό στρατόπεδο πῆρε ἀμέσως σημαντική θέση καί ὅλοι οἱ γιατροί, ἀκόμη καί οἱ μεγαλύτεροι στήν ἡλικία, ζητοῦσαν τήν γνώμη καί τίς συμβουλές του.
Τά ἀποτελέσματα τῆς παρουσίας του στό στρατόπεδο φάνηκαν σύντομα. Στό Σολόβκι ὑπῆρχαν τήν ἐποχή ἐκείνη περίπου 18.000 κρατούμενοι. Ἀπό αὐτούς περίπου 5.000 ἦσαν ἀσθενεῖς! Ἡ θνησιμότητα κυμαινόταν μεταξύ τοῦ 20 - 30 %. Στό τμῆμα ὅμως τοῦ ἐπ. Μαξίμου εἶχε μειωθεῖ στό 8 -10 %...
Λίγο πρίν φτάσει στό στρατόπεδο ὁ ἐπ. Μάξιμος, ὑπῆρχαν ἐκεῖ οἱ Ἐπίσκοποι τῶν Κατακομβῶν Βίκτωρ τοῦ Γκλαζώφ, Νεκτάριος τοῦ Τρεζίν καί ὁ Τοποτηρητής τοῦ Σμολένσκ Ἰλαρίων... Ἐνῶ ἄλλοι φοβοῦνταν νά κάνουν ἀκόμη καί τόν σταυρό τους, ὁ ἐπ. Μάξιμος ὄχι μόνο εἶχε συλλειτουργήσει μέ τούς ἄλλους Ἐπισκόπους στίς "κατακόμβες" τοῦ νησιοῦ, ἀλλά εἶχαν χειροτονήσει καί ἄλλους Ἐπισκόπους...
Τήν 5. 7. 1930, ἕνας φίλος μου τῆς Ὑγειονομικῆς Ὑπηρεσίας μέ εἰδοποίησε, ὅτι τήν νύκτα θα μέ συνελάμβαναν καί θά μέ ἔστελναν μέ εἰδική συνοδεία στό Λένινγκραντ, σέ "νέα θέση". Προετοίμασα τόν ἑαυτό μου, ἀποχαιρέτησα τούς φίλους μου καί χωρίς νά κοιμηθῶ περίμενα τήν σύλληψη. Στίς 2 τό πρωϊ ἀκούστηκαν φωνές καί βήματα στόν κάτω ὄροφο. Ἔπεσα μέ λυγμούς στά πόδια τοῦ ἐπ. Μαξίμου καί τοῦ ζήτησα νά μέ εὐλογήσει νά ἀντέξω τίς ἐπερχόμενες θλίψεις καί κακουχίες καί ἴσως τά βασανιστήρια καί τόν θάνατο. Ὁ Ἐπίσκοπος μέ σήκωσε, μέ εὐλόγησε σιωπηλά, μέ ἀσπάσθηκε τρεῖς φορές καί μοῦ εἶπε: "Θά ἔχεις πολλές θλίψεις καί δύσκολες δίκες, ἀλλά ἡ ζωή σου θά διαφυλαχθεῖ καί στό τέλος θά φύγεις ἔξω, στήν ἐλευθερία. Ἐμένα ὅμως μετά ἀπό λίγους μῆνες θά μέ συλλάβουν καί θά μέ ἐκτελέσουν. Νά προσεύχεσαι γιά μένα καί ὅσο ζῶ καί ἰδιαίτερα μετά τόν θάνατό μου
".
Πράγματι, τά λόγια τοῦ ἐπ. Μαξίμου ἐκπληρώθηκαν. Ὁ Καθηγητής Ἀντρέγιεφ διέφυγε στή Δύση, ἐντάχθηκε στή Ρωσική Ἐκκλησία τῆς Διασπορᾶς καί ἔγραψε σημαντικά ἔργα γιά τήν Ἐκκλησία τῶν Κατακομβῶν. Ὁ ἐπ. Μάξιμος πράγματι συνελήφθη τόν Δεκέμβριο τοῦ 1930 καί μεταφέρθηκε στήν Μόσχα, ὅπου ἐκτελέστηκε τό 1931.
Σύμφωνα μέ μία πληροφορία ὑπέγραψε τίς ἀποφάσεις τῆς Νομαδικῆς Συνόδου, τό 1928.

Πρωθιερεύς Βλαδίμηρος (Bogdanov, + 1931)
Ὁ Πρωθιερεύς Βλαδίμηρος Ἀνατόλιεβιτς Bogdanov - Μεγαλόσχημος Σεραφείμ, γεννήθηκε τό 1865 στή Μόσχα. Ἦταν γιός τοῦ φημισμένου Ἀνθρωπολόγου A. P. Bogdanov, Διευθυντοῦ τοῦ Ζωολογικοῦ Μουσείου τῆς Μόσχας. Σπούδασε Φυσική καί Μαθηματικά στό Πανεπιστήμιο τῆς Μόσχας. Κατά τήν περίοδο 1900 - 1917 ἦταν μέλος πολλῶν ἐπιστημονικῶν ἑνώσεων. Ἦταν μαθητής τοῦ Στάρετς Ἀμβροσίου τῆς Ὄπτινα καί πνευματικό τέκνο τοῦ φημισμένου Πρωθιερέως Βαλεντίνου Ἀμφιθεάτρωφ.
Τό 1917 χειροτονήθηκε Ἱερεύς καί ἐφημέρευσε σέ σημαντικούς ναούς τῆς Μόσχας. Ὁ Πατριάρχης Τύχων πολλές φορές τοῦ πρότεινε νά χειροτονηθεῖ Ἐπίσκοπος, ἀλλά ὁ π. Βλαδίμηρος προτιμοῦσε τήν ἡσυχία, γι' αὐτό συχνά κατέφευγε στή Σεραφείμια Μονή τοῦ Ντιβίγιεβο καί στήν ἔρημο Anosina. Τό 1923 συνελήφθη, φυλακίσθηκε στίς Φυλακές Butyrskaya τῆς Μόσχας καί ἐξορίστηκε στήν περιοχή τῶν Ζυριανῶν. Στό Ust Sysolsk βρῆκε ἐξόριστο τόν Μητροπ. Κύριλλο τοῦ Καζάν καί τόν Ἐπίσκοπο Ἀθανάσιο Sakhrov. Τό 1927 δέν δέχτηκε τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου. Ἀπεβίωσε τήν 10. 11. 1931 στό Pushkino τῆς Μόσχας.

Στάρετς Νίκων τῆς Ὄπτινα (+ 1931)
Ὁ κατά κόσμον Νεκτάριος Belyaev γεννήθηκε τό 1888 στή Μόσχα, σέ οἰκογένεια ἐμπόρου. Στήν ἡλικία τῶν ὀκτώ ἐτῶν προσβλήθηκε ἀπό διφθερίτιδα καί ἐνῶ πέθαινε, σώθηκε μέ θαῦμα τοῦ ἁγ. Νικολάου! Μετά τόν θάνατο τοῦ πατέρα του, ἀποφάσισε μαζί μέ τόν ἀδελφό του Ἰωάννη νά γίνουν μοναχοί καί ἔριξαν κλήρο γιά νά τούς δείξει ὁ Θεός τήν κατά τό θέλημά Του μονή τῆς μετανοίας τους. Ὁ κλῆρος ἔπεσε στήν Ὄπτινα.
Ἐντάχθηκε στήν ἀδελφότητα τῆς Ὄπτινα τόν Φεβρουάριο τοῦ 1907, μέ τήν εὐλογία τοῦ ἐπιχωρίου Ἐπισκόπου Τρύφωνος. Τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1908 τόν διόρισαν γραμματέα τοῦ Στάρετς Βαρσανουφίου. Ὅταν τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1912 ὁ μακάριος Στάρετς ἀπομακρύνθηκε ἀπό τήν Μονή (κοιμήθηκε τό ἑπόμενο ἔτος 1913), στό μ. Νεκτάριο ἀνατέθηκαν ἄλλα διακονήματα.
Τό 1915 δέχθηκε τό Μεγάλο καί Ἀγγελικό Σχῆμα μέ τό ὄνομα Νίκων, τό 1916 χειροτονήθηκε Διάκονος καί τό 1917 Πρεσβύτερος. Τό 1919 συνελήφθη γιά πρώτη φορά καί φυλακίσθηκε στό Κοζέλσκ. Τό 1923, ὅταν οἱ Σοβιετικοί ἔκλεισαν τήν Ὄπτινα, μέ εὐλογία τοῦ Ἡγουμένου Ἰσαακίου, συνέχισε νά ἱερουργεῖ στό Ναό τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν καί νά δέχεται προσκυνητές. Τότε δέχθηκε ὑπό τήν πνευματική του πατρότητα μία ὁμάδα μοναζουσῶν τῆς Μονῆς τοῦ Σαμορντῖνο ὑπό τήν ἐνάρετη Γερόντισσα Ἀμβροσία.
Τό 1924, ὅταν ἔκλεισε καί ὁ τελευταῖος ναός τῆς Ὄπτινα, ὑποχρεώθηκε νά ζήσει στό Κοζέλσκ μαζί μέ τόν Διάκονο Κύριλλο Zlenko. Γιά δεύτερη φορά συνελήφθη τόν Ἰούνιο τοῦ 1927, φυλακίσθηκε καί τόν Ἰανουάριο τοῦ 1928 ἐξορίστηκε γιά τρία χρόνια στό Στρατόπεδο Kemperpunkt. Τό 1929 τόν μετέφεραν στό νησί Ποπώφ τῆς Καρελίας καί ἀργότερα στήν Πίνεγκα τοῦ Ἀρχαγγέλου. Ἀπεβίωσε ἀπό τίς κακουχίες τήν 25. 6. 1931. Προηγούμενως τοῦ ἐμφανίσθηκαν οἱ Ὅσιοι Στάρετς τῆς Ὄπτινα καί τόν κάλεσαν στήν οὐράνια μακαριότητα.
Ἡ ἁγιότητά του (ὅπως καί τῶν ἄλλων Ὁσίων Στάρετς τῆς Ὄπτινα), διακηρύχθηκε τό 1990 ἀπό τήν ὑπό τόν Μητροπ. Βιτάλιο Σύνοδο τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς καί τήν 13/26. 6. 1996 ἀπό τό Πατριαρχεῖο Μόσχας.

Οἱ Ἱερομάρτυρες τοῦ Ἐλισάβετγκραντ (+ '30)
Τόν Ἰανουάριο τοῦ 1931 ἐξαρθρώθηκε δύκτιο τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν στήν περιοχή τοῦ Ἐλισάβετγκραντ τῆς Ὀδησσοῦ. Μεταξύ τῶν Κληρικῶν πού συνελήφθησαν, δικάστηκαν, καταδικάστηκαν καί ἐκτοπίστηκαν εἷναι:
Πρωθιερεύς Νικόλαος Βασίλιεβιτς Vinogradov. Γεννήθηκε τό 1868 στό Tiraspol, σέ οἰκογένεια Ἱερέως. Σπούδασε σέ Θεολογικό Σεμινάριο, χειροτονήθηκε καί ἐφημέρευσε στόν Ναό ἁγ. Ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου Ἐλισάβετγκραντ. Τό 1926 συνελήφθη γιά πρώτη φορά καί κρατήθηκε γιά δύο μῆνες. Συνελήφθη καί πάλι τό 1931 καί τήν 14. 12 καταδικάστηκε σέ τρία χρόνια ἐξορία στόν παγωμένο Βορρᾶ.
Πρωθιερεύς Μιχαήλ Ἰβάνοβιτς Romanovsky. Γεννήθηκε τό 1870 στό χωριό Chashino τῆς περιοχῆς τοῦ Κασίν, σέ οἰκογένεια Ἀναγνώστη. Τό 1894 ὁλοκλήρωσε τίς σπουδές του στό Θεολογικό Σεμινάριο τοῦ Τβέρ καί τό 1897 χειροτονήθηκε. Τό 1922 συνελήφθη γιά πρώτη φορά καί καταδικάστηκε σέ 6 μῆνες ἐγκλεισμό σέ στρατόπεδο ἐργασίας. Συνελήφθη καί πάλι τό 1931 καί τήν 14. 12 καταδικάστηκε σέ τρία χρόνια ἐξορία στόν παγωμένο Βορρᾶ.
Πρωθιερεύς Βασίλειος Πέτροβιτς Sokolov. Γεννήθηκε τό 1883 στό χωριό Drapino τοῦ Ταμπώφ. Σπούδασε στή Θεολογική Ἀκαδημία τοῦ Κιέβου καί κατά τήν περίοδο 1914 - 20 ἐργάστηκε σάν Καθηγητής. Χειροτονήθηκε τό 1920. Συνελήφθη τό 1931 καί τήν 14. 12 καταδικάστηκε σέ τρία χρόνια ἐξορία στόν παγωμένο Βορρᾶ.
Πρωθιερεύς Συμεών Παντελεημόνοβιτς Kovalev. Γεννήθηκε τό 1876 στό Ἐλισάβετγκραντ, σέ οἰκογένεια Ἱερέως. Σπούδασε σέ Θεολογικό Σεμινάριο. Τό 1921 συνελήφθη γιά πρώτη φορά. Τήν 10. 3. 1931 συνελήφθη γιά πρώτη φορά, σάν ἡγέτης τῶν Κατακομβιτῶν τ·ῆς περιοχῆς. Τήν 14. 12 καταδικάστηκε σέ τρία χρόνια ἐξορία στόν παγωμένο Βορρᾶ.
Ἱερεύς Πλάτων Θεοδώροβιτς Kupchevsky. Γεννήθηκε τό 1866 στό χωριό Orzhipol τῆς Ὀδησσοῦ, σέ οἰκογένεια Ἱερέως. Σπούδασε στή Θεολογική Σχολή τῆς Ὀδησσοῦ. Συνελήφθη τό 1931 καί τήν 14. 12 καταδικάστηκε σέ τρία χρόνια ἐξορία στόν παγωμένο Βορρᾶ.
Ἱερεύς Παῦλος Γρηγορίεβιτς Dashkevsky. Γεννήθηκε τό 1870 στό Μπέλγκοροντ, σέ οἰκογένεια Διακόνου. Σπούδασε σέ Θεολογικό Σεμινάριο. Συνελήφθη τό 1931 καί τήν 14. 12 καταδικάστηκε σέ τρία χρόνια ἐξορία στόν παγωμένο Βορρᾶ.
Ἱερεύς Ἰωάννης Νικολάγιεβιτς Lyubansky. Γεννήθηκε τό 1863 στό χωριό Φιλίπποβο τοῦ Ριαζάν, σέ οἰκογένεια Ἀναγνώστη. Σπούδασε σέ Θεολογικό Σεμινάριο. Συνελήφθη τό 1931 καί τήν 14. 12 καταδικάστηκε σέ τρία χρόνια ἐξορία στόν παγωμένο Βορρᾶ.
Ἱερεύς Γαβριήλ Γιακόβλεβιτς Gubarevsky. Γεννήθηκε τό 1878 στό χωριό Zaitsevo τῆς Ὀδησσοῦ. Σπούδασε σέ Θεολογικό Σεμινάριο. Τό 1929 συνελήφθη καί ἐξορίστηκε γιά πέντε χρόνια στήν περιοχή τοῦ Ἀρχαγγέλου. Ἀπελευθερώθηκε τό 1931, ἀλλά τοῦ ἀπαγορεύθηκε νά κατοικεῖ στίς ἕξι μεγάλες Σοβιετικές πόλεις. Συνελήφθη καί πάλι τό 1931 καί τήν 14. 12 καταδικάστηκε σέ τρία χρόνια ἐξορία στόν παγωμένο Βορρᾶ.
Διάκονος Μιχαήλ Δημήτριεβιτς Donne. Γεννήθηκε τό 1883 στό χωριό Molo Rovnoye τοῦ Ἐλισάβετγκραντ. Δέν ἔτυχε κάποιας ἰδιαίτερης παιδείας, ἀλλά ἦταν εὐσεβής. Συνελήφθη τό 1931 καί τήν 14. 12 καταδικάστηκε σέ τρία χρόνια ἐξορία στόν παγωμένο Βορρᾶ.
Οἱ προηγούμενοι Κληρικοί δέν εἶναι γνωστό πότε καί πού τελειώθηκαν.

Ἐπίσκοπος Παῦλος τοῦ Σταρομπέλσκ (+ 1932)
Ὁ κατά κόσμον Παῦλος Θεοδώροβιτς Kretirov γεννήθηκε τό 1871 στό χωριό Pokrovskoye τῆς Βολόγδας, στήν οἱκογένεια τοῦ ἔπειτα Ἐπισκόπου Ἰωάννη τοῦ Σαρατώφ. Σπούδασε στό Θεολογικό Σεμινάριο τῆς Βολόγδας καί στήν Ἀκαδημία τοῦ Κιέβου καί δίδαξε στό Θεολογικό Σεμινάριο τοῦ Χαρκόβου.
Τό 1921 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Σταρομπλέσκ, βοηθός τῆς Ἐπισκοπῆς Χαρκόβου. Τό 1922 ὑποχρεώθηκε νά ζήσει στό Χάρκοβο, χωρίς πολιτικά δικαιώματα. Τό ἴδιο χρόνο συνελήφθη καί ἐξορίσθηκε γιά τρία χρόνια ἔξω ἀπό τήν περιφέρεια Χαρκόβου. Τό 1923 ὀνομάσθηκε ἀπό τόν Πατριάρχη Τύχωνα Ἐπίσκοπος Γιάλτας. Τό 1925 ὑπέγραψε μαζί μέ ἄλλους Ἀρχιερεῖς τήν ἐγκαθίδρυση τοῦ Μητροπ. Κρουτίτσης Πέτρου στή θέση τοῦ Τοποτηρητοῦ τοῦ Πατριαρχικοῦ Θρόνου.
Κατέκρινε τόν Μητροπ. Σέργιο ἤδη ἀπό τό 1926 (διότι σφετερίσθηκε τά δικαιώματα τοῦ Μητροπ. Ἀγαθαγγέλου τοῦ Γιαροσλάβ) καί τιμωρήθηκε μέ ἀργία. Τό 1927 δέν ἀναγνώρισε τήν Διακήρυξη καί γραπτῶς συντάχθηκε μέ τόν Μητροπ. Ἀγαθάγγελο. Τήν 3. 4. 1928 ἀπηύθυνε σέ ἕνα Σεργιανιστή Ἐπίσκοπο, τήν "Α' Ἐπιστολή πρός ἕναν Ἐπίσκοπο", ἕνα ὁμολογιακό κείμενο "κατά τοῦ φοβεροῦ ἔργου τοῦ Μητροπ. Σεργίου".
Τόν Ἰούνιο τοῦ 1928 ἑνώθηκε μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο Δημήτριο τοῦ Γκντώφ, ἀπό τόν ὁποῖο ζήτησε Ἅγιο Μῦρο καί Ἀντιμήνσια καί στόν ὁποῖο ἔστελνε ὑποψηφίους του γιά χειροτονία. Μετά τήν σύλληψη τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Δημητρίου συνεργάσθηκε μέ τόν Ἐπίσκοπο Σέργιο τῆς Νάρβας.
Σύμφωνα μέ μία πηγή τό 1928 ὑπέγραψε τίς ἀποφάσεις τῆς Νομαδικῆς Συνόδου, μέσῳ τοῦ Ἐπισκόπου Βαρσανουφίου.
Τήν 16. 1. 1931 συνελήφθη σάν ἡγέτης τῶν Ἰωσηφιτῶν τοῦ Χαρκόβου καί καταδικάστηκε σέ δέκα χρόνια ἐγκλεισμό σέ στρατόπεδο ἐργασίας. Ἀπεβίωσε στό νοσοκομεῖο τῶν φυλακῶν τοῦ Χαρκόβου ἀπό καρκῖνο τῶν λεμφαδένων, τήν 5. 1. 1938.

Ἐπίσκοπος Βενιαμίν τοῦ Ριμπίνσκ (+ 1932)
Ὁ κατά κόσμον Βασίλειος Κωνσταντίνοβιτς Voskresensky γεννήθηκε τό 1871 στήν περιφέρεια τοῦ Αἰκατερίενμπουργκ. Σπούδασε στό Θεολογικό Σεμινάριο τοῦ Γιαροσλάβ καί στήν Ἀκαδημία τῆς Μόσχας. Τό 1896 χειροτονήθηκε καί δίδαξε στό Σεμινάριο τοῦ Γιαροσλάβ. Τό 1921 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Ρωμάνοβο, βοηθός τῆς ἕδρας τοῦ Γιαροσλάβ.
Μή δεχόμενος τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου, συνελήφθη τήν 11. 6. 1927 γιά... φιλομοναρχική στάση! καί ἐξορίστηκε στό Καζαξτάν. Τήν περίοδο 1927 - 30 ἦταν Ἐπίσκοπος Ριμπίνσκ. Τό 1929 ἀποκήρυξε γραπτῶς τόν Μητροπ. Σέργιο καί ἐξορίστηκε. Τό 1931 καί ἐνῶ ἦταν ἐξόριστος, καταδικάστηκε σέ δέκα χρόνια ἐγκλεισμό σέ στρατόπεδο. Ἀπεβίωσε τήν 5. 10. 1932 στήν φυλακή τοῦ Κρασνοβόνσκ τοῦ Τουρκεστάν.

Ἐπίσκοπος Στέφανος τοῦ Ἰζχέβσκ (+ 1933)
Ὁ κατά κόσμον Βαλέριος Στεφάνοβιτς Bekh γεννήθηκε τό 1872 στό Ζιτομίρ. Σπούδασε Νομικά στό Πανεπιστήμιο τῆς Μόσχας καί Θεολογία στήν Ἀκαδημία της. Τό 1903 ἔγινε μοναχός καί τό 1906 δέχθηκε τήν Ἱερωσύνη. Ἀκολούθησε ἀκαδημαϊκή σταδιοδρομία. Τό 1911 χειροθετήθηκε Ἀρχιμανδρίτης καί τό 1914 διορίστηκε Πρωθιερεύς τῶν Ρωσικῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων. Τήν περίοδο 1918 - 20 ἦταν Προϊστάμενος τῆς Λαύρας τοῦ ἁγ. Ἀλεξάνδρου Νέβσκι.
Γιά πρώτη φορά συνελήφθη τό 1919. Τό 1921 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Ἰζχέβσκ, βοηθός τῆς Ἐπισκοπῆς Σαράπουλ. Τήν 9. 11. 1922 συνελήφθη γιά δεύτερη φορά καί ἐξορίστηκε στήν περιοχή τοῦ Narymsk. Τό 1924 φυλακίστηκε στίς φυλακές Taganka τῆς Μόσχας. Στή συνέχεια καί μέχρι τό 1926 ἦταν ἐξόριστος στό Σολόβκι.
Τό 1927 δέν ἀναγνώρισε τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου. Σύμφωνα μέ μία πηγή τό 1928 συμμετεῖχε στήν Νομαδική Σύνοδο μέσῳ τοῦ μοναχοῦ Ὀβαδία.
Τό 1929 συνελήφθη στήν Πετρούπολη καί ἐξορίστηκε γιά τρία χρόνια στό χωριό Pomozdino τῆς περιφερείας τοῦ Κόμι. Τήν 7. 9. 1932 συνελήφθη καί πάλι καί καταδικάστηκε σέ θάνατο, ἀλλά ἡ ποινή του μετετράπηκε σέ 10 χρόνια ἐξορία. Ἀπεβίωσε τήν 13. 3. 1933 στήν φυλακή.
Ἐξαιρετικά ἐνάρετος Κληρικός, κάποτε ἐνῶ λειτουργοῦσε μέ τόν Στάρετς Σαμψών (von Sivers), ἡ Θεία Κοινωνία μετατράπηκε σέ ἀνθρώπινη σάρκα!

Ἐπίσκοπος Ἀμβρόσιος τοῦ Mster (+ 1933)
Ὁ κατά κόσμον Ἀνδρέας Ἰβάνοβιτς Sosnovtsev, γεννήθηκε τό 1868. Ἡ Ἐπανάσταση τοῦ 1917 τόν βρῆκε Προϊστάμενο τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν στή Σαμάρα. Μέ τήν ἰδιότητα αὐτή συμμετεῖχε στήν Πανρωσική Σύνοδο τοῦ 1917 - 18. Τό 1918 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Mster, βοηθός τῆς Ἐπισκοπῆς Βλαδιμήρ. Τό 1926 συνελήφθη, φυλακίσθηκε στό Βλαδιμήρ καί στή φυλακή Butyrskaya τῆς Μόσχας καί ἀργότερα ἐξορίστηκε στό Τουρκεστάν.
Ἡ Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου (1927) τόν βρῆκε στήν ἐξορία, παρά τήν δύσκολη κατάστασή του ὅμως δέν τήν ἀναγνώρισε. Σύμφωνα μέ μία πηγή τό 1928 ὑπέγραψε τήν καταδίκη τοῦ Σεργιανισμοῦ ἀπό τήν Νομαδική Σύνοδο. Τό 1930 συνελήφθη καί ἐξορίστηκε. Ἀπεβίωσε στήν ἐξορία ἀπό τίς κακουχίες, τό 1933.

Ἐπίσκοπος Βίκτωρ τοῦ Γκλαζώφ (+ 1934)
Ὁ Ἐπίσκοπος Βίκτωρ Ostrovidov σπούδασε στή Θεολογική Ἀκαδημία τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως καί σάν Ἱερομόναχος ὑπηρέτησε στή Ρωσική Ἀποστολή τῶν Ἱεροσολύμων. Μετά τήν ἐπιστροφή του στή Ρωσία, διορίστηκε Προϊστάμενος τῆς Λαύρας ἁγ. Ἀλεξάνδρου Νέβσκι. Γνώριζε τόν Μητροπ. Σέργιο προσωπικά καί ἤδη ἀπό τό 1911 εἶχε ἐπισημάνει, ὅτι στό μέλλον ὁ Σέργιος θά δημιουργοῦσε προβλήματα στήν Ἐκκλησία. "Οἱ πλάνες του σχετικά μέ τήν Ἐκκλησία - ἔγραφε στό φίλο του Ἐπίσκοπο Αβραάμ τοῦ Urzhumsk - καί σχετικά μέ τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ἐκτός Αὐτῆς, φαίνονταν καθαρά σέ μένα ἤδη ἀπό τό 1911 καί ἔγραψα γι' αὐτόν σέ ἕνα περιοδικό Παλαιοπίστων, ὅτι θά ἔρθει καιρός πού θά ταράξει τήν Ἐκκλησία".
Ὅταν ἐμφανίσθηκε ἡ "Ζωντανή Ἐκκλησία", ὁ ἐπ. Βίκτωρ ἀναδείχθηκε στῦλος Ὀρθοδοξίας, τήν στιγμή πού ὁ Μητροπ. Σέργιος συμμετεῖχε στό "νέο ἐκκλησιαστικό σχῆμα". Ὅταν ὁ Μητροπ. Σέργιος δημοσίευσε τήν Διακήρυξή, τό 1927, ὁ Ἐπίσκοπος Βίκτωρ ἦταν ὁ πρῶτος μέσα στή Ρωσική Ἱεραρχία πού τόν ἀποκήρυξε, μέ ἀποτέλεσμα νά συλληφθεῖ τό 1928 καί νά ἐξοριστεῖ στό Σολόβκι. Ἐκεῖ συνδέθηκε ἰδιαίτερα μέ τόν ἔπειτα Ἱερομάρτυρα Ἐπίσκοπο Μάξιμο τοῦ Σερπούχωφ (+ 1931). Ἀπεβίωσε ἐξόριστος στό Σολόβκι τήν 19. 4. 1934.

Ἱερεύς Τιμόθεος (Strelkov, + 1930)
Ὁ Ἱερεύς Τιμόθεος εἶναι ἴσως ὁ δεύτερος μετά τόν ἅγ. Λάζαρο τόν Τετραήμερο ἄνθρωπος πού πέθανε ἀποδεδειγμένα δύο φορές, μία γιά νά ἀναστηθεῖ "εἰς δόξαν Θεοῦ" καί μία γιά νά πληρώσει τό κοινόφλητο χρέος τοῦ θανάτου!
Ὁ Ἱερεύς Τιμόθεος Πορφυρίεβιτς Stelkov ζοῦσε στό χωριό Μιχαήλοβκα τῶν Οὐραλίων, 12 χιλιόμετρα ἀπό τό περιφερειακό κέντρο τοῦ Duvan. Κατά τήν ἑορτή τῆς Ἁγίας Τριάδος τοῦ 1918, ὁ π. Τιμόθεος συνελήφθη ἀπό Μπολσεβίκους καί καταδικάστηκε σέ θάνατο. Τό ἴδιο βράδυ τόν ὁδήγησαν μέ ἔνοπλη συνοδεία ἔξω ἀπό τό χωριό, πρός τήν κατεύθυνση τοῦ Duvan. Τόν κατάδικο Ἱερέα συνόδευε ἡ Πρεσβυτέρα του καί γιά κάποια ἀπόσταση πολλοί χωρικοί, ἄλλοι γεμάτοι λύπη καί ἄλλοι γεμάτοι ἀθεϊστικό μένος καί φανατισμό. Τρία χιλιόμετρα πρίν τό Duvan, ἕνας ἔφιππος Μπολσεβίκος χτύπησε μέ τό ξίφος του τόν Ἱερέα καί τόν ἀποκεφάλισε! Ὅταν ἡ Πρεσβυτέρα ἐπέστρεψε στό χωριό καί ἐνημέρωσε τούς χωρικούς, κάποιοι εὐσεβεῖς ἑτοίμασαν ἕνα φέρετρο γιά νά τοποθετήσουν τό σῶμα του. Ὅταν ὅμως πῆγαν στόν τόπο τοῦ μαρτυρίου, ἔκπληκτοι βρῆκαν τόν Ἱερέα αἱμόφυρτο, ἀλλά ζωντανό, μέ μία κόκκινη γραμμή γύρω ἀπό τόν λαιμό του, στό σημεῖο πού τό κεφάλι του εἶχε ἀποκοπεῖ ἀπό τό ὑπόλοιπο σῶμα!
Οἱ χωρικοί μετέφεραν τόν ἀναστημένο Ἱερέα σάν νεκρό, σκεπασμένο μέ κλαδιά, στό σπίτι τοῦ πατέρα του Πορφυρίου πού ἦταν ἔξω ἀπό τό χωριό. Ἐκεῖ ὁ π. Τιμόθεος κρύφτηκε γιά ἑνάμιση μῆνα καί μετά ἔφυγε ἀπό τήν περιοχή καί ἔζησε κρυπτόμενος ἄλλα 12 χρόνια, μέχρι τήν δεύτερη ἐκτέλεσή του, τό 1930.
Κατά τήν περίοδο αὐτή ὁ Θεός παραχώρησε καί ἕνα ἄλλο θαυμαστό γεγονός στό δίκαιο Ἱερέα Του. Κάποτε ὁ π. Τιμόθεος ζήτησε καταφύγιο σέ ἕνα μοναστήρι στά Οὐράλια. Ὅταν διέρρευσε ἡ ἐκεῖ παρουσία ἑνός ξένου μοναχοῦ, οἱ τοπικές Ἀρχές ἔκαναν ἔρευνα, ἐξέτασαν προσωπικά τούς 32 μοναχούς τῆς μονῆς καί ἐνῶ ὁ π. Τιμόθεος ἦταν παρών, δέν τόν εἶδαν καί δέν τόν μέτρησαν! Μετά τό περιστατικό αὐτό ὁ π. Τιμόθεος κατέφυγε στό σταθμό τοῦ Sim, ὅπου ἱερουργοῦσε σέ μία "κατ' οἶκον ἐκκλησία".
Τό 1930 ὁ π. Τιμόθεος συνελήφθη καί φυλακίσθηκε. Μάρτυρας τοῦ μαρτυρίου του ὑπῆρξε ὁ εὐσεβής κρατούμενος Ἀλέξανδρος Bogdanov. Κάποια νύκτα οἱ φρουροί ἔβγαλαν στήν αὐλή τῆς φυλακῆς τόν π. Τιμόθεο καί ἄλλους δύο Ἱερεῖς, φιμωμένους γιά νά μήν ἀκούγωνται οἱ κραυγές τους! Τό πρωϊ τά πτώματα τῶν τριῶν Ἱερέων βρέθηκαν κρεουργημένα καί τεμαχισμένα!
Εἷναι χαρακτηριστικό, ὅτι ὁ ἀξιωματικός πού ἔδωσε διαταγή νά ἐκτελεστεῖ ὁ π. Τιμόθεος τό 1918, μετά τό θαῦμα τῆς ἀναστάσεώς του, πῆγε μυστικά καί ζήτησε νά τόν συγχωρήσει!

Ἐπίσκοπος Βαρσανούφιος τοῦ Νικόλσκ (+ 1934)
Ὁ κατά κόσμον Βασίλειος Vikhvelin γεννήθηκε τό 1864 στήν περιοχή τῆς Πετρουπόλεως. Σπούδασε στή Θεολογική Ἀκαδημία τῆς Πετρουπόλεως, ὅπου χειροτονήθηκε Ἱερομόναχος, καί δίδαξε στίς Θεολογικές Σχολές τοῦ Σλούτς καί τοῦ Ἀρχαγγέλου. Τό 1907 χειροθετήθηκε Ἀρχιμανδρίτης. Τό 1910 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Κόμι, βοηθός τῆς Μητροπόλεως τοῦ Ἀρχαγγέλου. Τό 1913 μετατέθηκε στήν Ἐπισκοπή Πινέγκας καί τό ἴδιο ἔτος στήν Ἐπισκοπή Καργκοπόλ. Τό 1921 μετατέθηκε στήν Ἐπισκοπή Νικόλσκ. Γιά τήν ἀντίδρασή του κατά τῶν Ἀνακαινιστῶν τῆς "Ζωντανῆς Ἐκκλησίας" συνελήφθη τό 1923 καί ἐξορίστηκε στή Μόσχα, μέχρι τό 1925.
Τήν 10.12. 1925 συνελήφθη στή Μόσχα καί καταδικάστηκε σέ τρία χρόνια ἐξορία. Κατά τήν περίοδο 1926 - 29 ἦταν ἐξόριστος στήν περιοχή τοῦ Ἰρκούτσκ. Τό 1927 δέν ἀναγνώρισε τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου καί τό 1929 πῆγε στήν Πετρούπολη, ὅπου συναντήθηκε μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο Δημήτριο τοῦ Γκντώφ καί δραστηριοποιήθηκε ὡς Ἐπίσκοπος Νικόλσκ στήν περιοχή τῆς Βολόγδας. Σύμφωνα μέ μία πηγή, συμμετεῖχε στή Νομαδική Σύνοδο, ὡς ἐκπρόσωπος τοῦ Ἐπισκόπου Παύλου τοῦ Σταρομπέλσκ. Τό 1930 συνελήφθη καί ἐξορίστηκε στήν περιοχή τοῦ Ἀρχαγγέλου, ὅπου ἀπεβίωσε ἀπό τίς κακουχίες τήν 6. 8. 1934.

Ἐπίσκοπος Ἀμβρόσιος τοῦ Ποντόλσκ (+ 1934)
Ὁ κατά κόσμον Ἀλέξανδρος Ἀλεξέγιεβιτς Polyansky γεννήθηκε τό 1878 στό χωριό Petelino τῆς περιφερείας Ταμπώφ, σέ οἰκογένεια Ἱερέως. Σπούδασε στό Θεολογικό Σεμινάριο τοῦ Ταμπώφ καί στή Θεολογική Ἀκαδημία τοῦ Καζάν. Τό 1901 ἔγινε μοναχός στή Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου καί χειροτονήθηκε Διάκονος. Τό 1902 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος καί διορίσθηκε Καθηγητής τοῦ Θεολογικοῦ Σεμιναρίου τοῦ Κιέβου. Τό 1906 ἀναδείχθηκε Πρύτανις καί Ἀρχιμανδρίτης.
Τό 1918 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Vinnitsa, βοηθός τῆς Ἐπισκοπῆς Ποντόλσκ. Τό 1922 μετατέθηκε στό Bratslav. Ἀγωνιζόμενος κατά τῆς "Ζωντανῆς Ἐκκλησίας", συνελήφθη τό 1923 καί ἐξορίσθηκε στό Χάρκοβο. Τό 1924 ἐξορίσθηκε στή Μόσχα καί τό 1925 φυλακίσθηκε στή φυλακή Butyrskaya. Ἀπό τόν Ἰούνιο τοῦ 1926 μέχρι τόν Μάρτιο τοῦ 1929, ἦταν ἐξόριστος στό Σολόβκι. Τό 1926 ὑπέγραψε τό Ὑπόμνημα τῶν ἐξορίστων Ἐπισκόπων πρός τήν Σοβιετική Κυβέρνηση. Τό 1930 ἦταν ἐξόριστος στήν Ἄλμα Ἄτα. Κατά τόν Πρωθιερέα Μιχαήλ Polsky, ἀπεβίωσε τό 1934 ἀπό ἡλίαση, στήν ἄνυδρη στέππα τοῦ Καζαξτάν.

Ἐπίσκοπος Βίκτωρ τῆς Βιάτκας (+ 1934)
Ὁ Ἐπίσκοπος Βίκτωρ Ἀλεξάντροβιτς Ostrovidov γεννήθηκε τό 1875 στό χωριό Zolotoye τοῦ Σαράτωφ, σέ οἰκογένεια Ἱερέως. Σπούδασε στό Θεολογικό Σεμινάριο τοῦ Σαράτωφ καί στή Θεολογική Ἀκαδημία τοῦ Καζάν. Τό 1903 ἔγινε μοναχός καί δέχθηκε τήν Ἱερωσύνη. Τό 1904 διορίσθηκε στή Ρωσική Ἀποστολή τῶν Ἱεροσολύμων. Τό 1909 διορίσθηκε Προϊστάμενος τοῦ Θεολογικοῦ Σεμιναρίου τοῦ Σαράτωφ καί ἐντάχθηκε στήν ἀδελφότητα τῆς Λαύρας τοῦ ἁγ. Ἀλεξάνδρου Νέβσκι Ἁγίας Πετρουπόλεως.
Τό 1919 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Urzhuma, βοηθός τῆς Ἐπισκοπῆς Βιάτκας. Τό 1920 ὀνομάσθηκε Ἐπίσκοπος Sloboda, ἀλλά τόν ἴδιο χρόνο συνελήφθη καί φυλακίσθηκε στή Βιάτκα. Τό 1921 μετατέθηκε στό Τόμσκ τῆς Σιβηρίας καί ἀργότερα στό Γκλαζώφ. Κατά τήν κρίση πού προκλήθηκε μέ τήν δήμευση τῶν ἐκκλησιαστικῶν σκευῶν (τό 1922) ἦταν Ἐπίσκοπος Ὀρέλ, ὅπου 41 κληρικοί καί λαϊκοί ἐκτελέστηκαν γιά τήν ἀντίδρασή τους στή δήμευση.
Λόγῳ τῆς ἀντιδράσεώς του πρός τούς Ἀνακαινιστές τοῦ σχίσματος τῆς "Ζωντανῆς Ἐκκλησίας", συνελήφθη τό 1923 καί ἐξορίστηκε γιά τρία χρόνια. Τό 1926 ἐπέστρεψε στή Βιάτκα καί ὀνομάσθηκε Ἐπίσκοπος Izhevsk, ἀλλά συνελήφθη καί πάλι καί φυλακίστηκε στή φοβερή φυλακή Butyrskaya τῆς Μόσχας.
Μετά τήν Διακήρυξη τοῦ 1927, ἀπηύθυνε ἀνοικτή καταδικαστική ἐπιστολή πρός τόν Μητροπ. Σέργιο (Ὀκτ. 1927), μέ ἀποτέλεσμα νά τεθεῖ σέ ἀργία, τόν Δεκέμβριο τοῦ ἴδιου ἔτους. Τήν 16. 12. 1927 ἀπηύθυνε δεύτερη καταδικαστική ἐπιστολή πρός τόν Σέργιο καί τήν 4. 4. 1928 συνελήφθη καί φυλακίσθηκε καί πάλι στή Butyrskaya. Στήν συνέχεια ἐξορίστηκε γιά τρία χρόνια στόν παγωμένο Βορρᾶ, στό Στρατόπεδο Σολόβκι.
Σύμφωνα μέ μία πηγή ὑπέγραψε τίς ἀποφάσεις τῆς Νομαδικῆς Συνόδου, μέσῳ τοῦ Ἀναγνώστη Ἀθανασίου Beregovny.
Ἀπελευθερώθηκε τό 1931 γιά νά συληφθεῖ τόν Μάρτιο τοῦ ἴδιου ἔτους καί νά ἐξορισθεῖ στήν Ὀνέγκα τῆς περιοχῆς Ἀρχαγγέλου μέχρι τό 1934. Ἀπεβίωσε ἀπό πνευμονία τήν 2. 5. 1934, ἐπειδή συνήθιζε νά προσεύχεται στό ὕπαιθρο, στήν παγωμένη τάϊγκα. Ἐνταφιάσθηκε ἀπό τήν μυστική Μοναχή Μαρία, ἡ ὁποία τόν εἶχε ἀκολουθήσει στήν ἐξορία του, στή Neritsa.
Τήν 1. 7. 1997 τό Λείψανο τοῦ Ἱερομάρτυρος Ἐπισκόπου βρέθηκε ἀδιάφθορο καί εὐωδιαστό. Πολλοί ἀπό τούς ἀπίστους πού ἦσαν παρόντες στήν ἀνακομιδή του, συγκλονίστηκαν τόσο πολύ ἀπό τήν θέα τοῦ Λειψάνου του, ὥστε μεταστράφηκαν στήν πίστη καί βαπτίσθηκαν! Τήν 2. 12. 1998 τό Λείψανο κατατέθηκε στόν Ναό τοῦ ἁγ. Ἀλεξάνδρου Νέβσκι τῆς Μονῆς Ἁγίας Τριάδος - ἁγ. Μακαρίου Βιάτκας, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται.

Ἀρχιεπίσκοπος Ἰωάννης τῆς Ρίγας (+ 1934)
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἰωάννης Ἀντρέγιεβιτς Pommer γεννήθηκε τό 1876 στό Venden τῆς Λιθουανίας, σέ οἰκογένεια Λιθουανῶν Ὀρθοδόξων. Σπούδασε στό Θεολογικό Σεμινάριο τῆς Ρίγας καί στήν Ἀκαδημία τοῦ Κιέβου καί ἐργάστηκε σάν δάσκαλος. Τό 1903 ἔγινε μοναχός στή Μονή τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ Κιέβου, μέ ὑπόδειξη τοῦ ἁγ. Ἰωάννη τῆς Κροστάνδης, καί χειροτονήθηκε Διάκονος. Τό 1904 χειροτονήθηκε Ἱερεύς καί τό 1906 τοῦ ἀνατέθηκε διοικητική θέση στή Θεολογική Σχολή τῆς Βολόγδας.
Τό 1912 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Σλούτσκ, ἀπό τόν Μητροπολίτη Μόσχας Βλαδίμηρο (ἔπειτα Μητροπ. Κιέβου, Ἱερομάρτυρα, + 1918). Ἀργότερα μετατέθηκε στήν Ὀδησσό, τό 1917 στή Στάριτσα, στίς ἀρχές τοῦ 1918 στό Πέρμ καί ἀμέσως (τήν 9. 4. 1918) στήν Πέζνα. Ἡ ποιμαντική του ἐπιτυχία ἦταν τόση, ὥστε οἱ τοπικές Σοβιετικές Ἀρχές ὀργάνωσαν τό Πάσχα τοῦ 1918 τήν δολοφονία του. Πράκτορες τῆς Cheka, ὁ πρ. Ἀξιωματικός Rudakov καί ὁ ἐργάτης Dubovkin, ἐπεχείρησαν νά τόν δολοφονήσουν, ἀλλά ἀπέτυχαν.
Τήν 23. 8. 1920 ἡ τοπική Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Λιθουανίας τόν ἐξέλεξε Ἀρχιεπίσκοπο Ρίγας, ἀλλά μόνον τήν 6. 6. 1921 ὁ Πατριάρχης Τύχων εὐλόγησε τήν ἐκλογή του καί τοῦ παραχώρησε καθεστώς αὐτονομίας.
Στή Ρίγα ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἰωάννης ἐγκαταστάθηκε στό ὑπόγειο τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ, τόν ὁποῖο κατέστησε κέντρο πνευματικῆς ζωῆς καί φιλανθρωπικῶν, ἀλλά καί ἐθνικῶν δραστηριοτήτων. Μεταξύ ἄλλων κατέβαλλε προσπάθειες γιά τήν ἐπιστροφή ἀπό τήν Σοβιετική Ἕνωση ἐκκλησιαστικῶν κειμηλίων τῆς Λιθουανίας. Τό 1926 ἐκλέχθηκε στή Λιθουανική Βουλή.
Τήν 2. 11. 1927, μέ ἐπιστολή του πρός τόν Ἀρχιεπίσκοπο Λιθουανίας Ἐλευθέριο, ἀνέλυσε τούς κανονικούς - δογματικούς λόγους πού δέν τοῦ ἐπέτρεπαν νά ἀναγνωρίσει τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπολίτου Σεργίου. Γιά τήν ὁμολογιακή στάση του καί τήν ποιμαντική του ἐπιτυχία ἀντιμετώπισε σκάνδαλα καί συκοφαντίες καί τελικά δολοφονήθηκε μέ φρικτό τρόπο. Τήν 12. 10. 1934, "ἄγνωστοι" τοῦ ἐπετέθηκαν στό μικρό ξύλινο σπιτάκι του στήν ὄχθη τῆς λίμνης Kish (πού χρησιμοποιοῦσε, ὅταν οἱ πόνοι ἀπό τούς ρευματισμούς στό ὑπόγειο τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ γίνονταν ἀνυπόφοροι), τόν βασάνισαν καί τελικά τόν ἔκαψαν μέ βενζίνη!
Τό ἔγκλημα αὐτό δέν ἐξιχνιάστηκε ποτέ. Στήν κηδεία του συμμετεῖχαν πλέον τῶν 100. 000 πιστῶν, τό 1/4 τοῦ πληθυσμοῦ τῆς πόλεως!

Οἱ 60 Ἱερομάρτυρες τοῦ Ἰρκούτσκ (+ 1933)
Τό μαρτύριο τῶν 60 Ἱερομαρτύρων τοῦ Ἰρκούτσκ, διέσωσε μέλος ἐπιστημονικῆς ἀποστολῆς, πού συνέπεσε νά ἐργάζεται σ'αὐτή τήν περιοχή τῆς Σιβηρίας, χωρίς νά γνωρίζει τήν ὕπαρξη τοῦ στρατοπέδου. Τόν Ἰούλιο τοῦ 1933 τά μέλη τῆς ἀποστολῆς ἔγιναν μάρτυρες τῆς ἐκτλέσεως 60 Ἱερέων, οἱ ὁποῖοι "εἶχαν καταδικασθεῖ νά ἐκτελεσθοῦν, ὡς στοιχεῖα ἀλλότρια πρός τήν Σοβιετική ἐξουσία". "Ἕνα χαντάκι εἶχε ἑτοιμασθεῖ γιά τούς 60, γράφει ὁ αὐτόπτης μάρτυρας. Ἕνας ἀπό τούς δημίους ρωτοῦσε ἕναν - ἕναν τούς Ἱερεῖς, πού τώρα στέκονταν κοντά στό χαντάκι:"Εἶναι ἡ τελευταῖα σου πνοή· πές μας ὑπάρχει Θεός ἤ ὄχι;" Ἡ ἀπάντηση τῶν Ἁγίων Μαρτύρων ἦταν σταθερή καί σίγουρη: "Ναί, ὑπάρχει Θεός". Ἀκούστηκε ὁ πρῶτος πυροβολισμός· ἕνας δεύτερος ἀντήχησε, ἕνας τρίτος καί μετά περισσότεροι... Εἴμαστε αὐτόπτες μάρτυρες, εἴδαμε μέ τά μάτια μας καί ἀκούσαμε μέ τά αὐτιά μας, πῶς τόσοι ἄνθρωποι μπροστά στόν θάνατο, ὡμολόγησαν τήν πίστι τους στό Θεό".
"Ἴσως περάσουν ἀκόμα χρόνια - καταλήγει ὁ μάρτυρας - δεκαετίες. ὅμως αὐτός ὁ τάφος πάνω στόν δρόμο Κατσούγκ - Νίζνιε Οὐστίνγκ, πρέπει νά βρεθεῖ. Κανείς Ὀρθόδοξος Χριστιανός, πουθενά, δέν πρέπει νά ξαχάσει αὐτούς τούς Ἁγίους Μάρτυρες, πού ἔδωσαν τήν ζωή τους γιά τήν πίστη τους" (Περιοδικό "Ἁγιορειτική Μαρτυρία" Ἱ. Μονῆς Ξηροποτάμου, φ. Σεπτ.- Ὀκτ. 1988, σελ. 44 - 45).

Οἱ 120 Ἱερομάρτυρες τοῦ Ροστώφ (+ 1934)
120 Ἱερεῖς καί Ἱερομόναχοι τῶν ὁποίων τά στοιχεία δέν διασώθηκαν, ἐκτελέστηκαν στήν περιοχή τοῦ Ροστώφ, τό 1934.

Ἀρχιεπίσκοπος Θεόδωρος τοῦ Βολοκολάμσκ (+ 1935)
Μία τῶν θεολογικῶν κορυφῶν τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας, μαθητής τοῦ ὁσ. Γαβριήλ τοῦ Πσκώφ καί τοῦ Μητροπ. Ἀντωνίου Κραποβίτσκυ.
Ὁ κατά κόσμον Ἀλέξανδρος Βασίλιεβιτς Pozdeyevsky γεννήθηκε τό 1876 στό χωριό Makareyevskoe Κοστρόμας, σέ οἰκογένεια Πρωθιερέως μέ ἑννέα παιδιά. Ἡ ἐπισκοπική του διακονία προφητεύθηκε κατά τήν παιδική του ἡλικία ἀπό ἕνα διά Χριστόν Σαλό. Σπούδασε στό Θεολογικό Σεμινάριο τῆς Κόστρομας καί στήν Ἀκαδημία τοῦ Καζάν. Τό 1900 ἔγινε μοναχός καί χειροτονήθηκε ἀπό τόν Ἐπίσκοπο Ἀντώνιο Κραποβίτσκυ. Ὑπηρέτησε σάν Καθηγητής στό Θεολογικό Σεμινάριο τῆς Καλοῦγας καί Ἐπιθεωρητής Ἐκκλησιαστικῶν Σχολῶν. Τό 1906 διορίστηκε στό Θεολογικό Σεμινάριο τῆς Μόσχας καί τό 1909 στήν Ἀκαδημία της.
Τό 1909 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Βολοκολάμσκ, ἀπό τόν ἔπειτα Ἱερομάρτυρα Μητροπ. Μόσχας Βλαδίμηρο (+ 1918). Κατά τήν περίοδο 1909 - 14 ἐξέδιδε τόν "Θεολογικό Κήρυκα", ἕνα ἔγκριτο ἐκκλησιαστικό – θεολογικό περιοδικό τῆς ἐποχῆς του. Μέ τήν ἔκρηξη τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1917 ἐφησύχασε στή Μονή Ντανίλωφ καί ἀνέλαβε τήν ἡγουμενεία της καί τήν πρυτανεία τῆς Ἀκαδημίας τῆς Μόσχας πού στεγαζόταν ἐκεῖ.
Ὑπῆρξε πολέμιος τῆς "Ζωντανῆς Ἐκκλησίας" καί μεταξύ τῶν πρώτων Ἐπισκόπων πού καταδίκασαν τόν Σεργιανισμό. Συγκεκριμένα μέ Ἐγκύκλιό του ἀπαγόρευσε στούς μοναχούς τῆς Μονῆς καί στούς σπουδαστές τῆς Ἀκαδημίας τό μνημόσυνο τοῦ Μητροπ. Σεργίου. Γιά τήν στάση του αὐτή συνελήφθη, ἐξορίστηκε στό βορρᾶ καί τελικά ἐκτελέστηκε τό 1935, μαζί μέ ἄλλους Κληρικούς τῶν Κατακομβῶν.
Τό 1935, μαζί μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο Σεραφείμ τοῦ Οὔγκλις κ. ἄ. ἐξορίστους Ἀρχιερεῖς, συμμετεῖχε στή λεγόμενη "Μικρή Σύνοδο" τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν.

Ἐπίσκοπος Ἰώβ τῆς Οὔφα (+ 1935)
Ὁ κατά κόσμον Ἰάκωβος Ἰβάνοβιτς Grechishkin γεννήθηκε τό 1895 στήν περιοχή τοῦ Ροστώβ καί ἦταν Κοζακικῆς καταγωγῆς. Τό 1913 ἔγινε μοναχός καί τό 1920 ἐντάχθηκε στόν Κλῆρο ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀνδρέα τῆς Οὔφα.
Σφοδρός πολέμιος τῶν Ἀνακαινιστῶν τῆς "Ζωντανῆς Ἐκκλησίας", τό 1924 συνελήφθη καί ἐξορίστηκε στήν Κεντρική Ἀσία. Τό 1926 χειροτονήθηκε μυστικά Ἐπίσκοπος στήν ἐξορία, ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀνδρέα τῆς Οὔφα κ. ἄ. Ἀρχιερεῖς. Μετά τήν Διακήρυξη τοῦ 1927 δραστηριοποιήθηκε στίς Κατακόμβες, σέ πολλές γωνιές τῆς Ρωσικῆς γῆς.
Σύμφωνα μέ μία πηγή, τό 1928 συμμετεῖχε στή Νομαδική Σύνοδο.
Τό 1930 συνελήφθη στήν Οὔφα καί καταδικάστηκε σέ ἐγκλεισμό σέ στρατόπεδο συγκεντρώσεως. Ἐκτελέστηκε τό 1935 στή φυλακή τοῦ Ροστώβ (σύμφωνα μέ ἄλλη πηγή, ἐπιβίωσε μέχρι τήν δεκαετία τοῦ '40).

Μητροπολίτης Ἀρσένιος τοῦ Νόβγκοροντ (+ 1936)
Ὁ κατά κόσμον Αὐξέντιος Γεώργιεβιτς Stadnitsky γεννήθηκε τό 1862 στήν περιφέρεια τοῦ Κίσενεφ, σέ οἰκογένεια Ἱερέως. Σπούδασε στό Θεολογικό Σεμινάριο τοῦ Κίσενεφ καί στή Θεολογική Ἀκαδημία τοῦ Κιέβου. Τό 1895 ἀναγορεύθηκε Διδάκτωρ Θεολογίας καί ἔγινε μοναχός. Τό 1896 δέχθηκε τήν Ἱερωσύνη καί διορίσθηκε Προϊστάμενος τῆς Μονῆς τοῦ ἁγ. Ἀντωνίου τοῦ Ρωμαίου στό Νόβγκοροντ.
Τό 1899 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Βολοκολάμσκ, Βικάριος τῆς ἐπαρχίας Μόσχας. Κατά τήν περίοδο 1903 - 1910 ὑπηρετοῦσε στήν Ἐπισκοπή Πσκώφ. Τό 1907 ὀνομάσθηκε Ἀρχιεπίσκοπος καί ἔγινε Συνοδικός. Τό 1910 ἀναγορεύθηκε Διδάκτωρ Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας. Τό 1910 μετατέθηκε στήν ἱστορική ἕδρα τοῦ Νόβγκοροντ. Συμμετεῖχε στήν Πανρωσική Σύνοδο τοῦ 1917 - 18 καί ὑπῆρξε ὑποψήφιος γιά τόν Πατριαρχικό Θρόνο, ὅπου ἔλαβε 27 ψήφους κατά τήν τελική ἐκλογή. Μητροπολίτης ὀνομάσθηκε ἀπό τόν Πατριάρχη Τύχωνα, τήν 28. 11. 1917.
Συνελήφθη τό 1919, ἐξορίστηκε καί ἐπέστρεψε τό 1921. Τό 1922 συνελήφθη γιά δεύτερη φορά καί ἔμεινε 11 μῆνες στίς φυλακές τῆς GPU, πρίν ἐξοριστεῖ στό Τουρκεστάν. Τό 1927 ὑποστήριξε τόν Μητροπ. Σέργιο καί συμμετεῖχε στήν Σύνοδό του, ἀπό τήν ὁποία τό 1933 διορίστηκε Μητροπολίτης Τασκένδης. Παρά τήν συμμετοχή του στό ἐλεγχόμενο ἀπό τήν Σοβιετική ἐξουσία σχῆμα, συνελήφθη καί πάλι καί ἐξορίστηκε στό Τουρκεστάν. Τό γεγονός αὐτό μᾶλλον τόν βοήθησε νά ἀντιληφθεῖ τήν πραγματικότητα καί - ὅπως γράφει ὁ συγκρατούμενός του Πρωθιερεύς Μιχαήλ Polsky - νά τελειωθεῖ στήν καλή ὁμολογία τῆς Πίστεως. Ἄν καί κρατούμενος, ἀποκήρυξε γραπτῶς τόν Μητροπ. Σέργιο καί τόν ἔλεγξε γιά τίς ἐνέργειές του. Τότε ὁ Σέργιος ἀνέθεσε στόν Ἀρχιεπίσκοπο Εὐδόκιμο Meshcersky νά τόν μεταπείσει, ἀλλά χωρίς ἐπιτυχία.
Ἀπεβίωσε ἐξόριστος στό Τουρκεστάν τήν 28. 1. 1936.

Ἀρχιεπίσκοπος Ἀρσένιος τοῦ Κίσενεφ (+ 1936)
Γεννήθηκε στό Κίσενεφ, τήν πρωτεύουσσα τῆς Μολδαβίας, τήν 22. 1. 1862. Σπούδασε στήν τοπική Ἐκκλησιαστική Σχολή καί στήν Ἀκαδημία τοῦ Κιέβου. Μετά τήν χειροτονία του σέ Πρεσβύτερο, ἀναγορεύθηκε Πρύτανις τῆς Θεολογικῆς Ἀκαδημίας τῆς Μόσχας. Τό 1889 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος καί τό 1910 ἀναδείχθηκε Ἀρχιεπίσκοπος Κίσενεφ. Μετά τήν ἐκλογή τοῦ Πατριάρχου Τύχωνος, ἔγινε ἕνας τῶν πλέον στενῶν συνεργατῶν του.
Ἡ πνευματικότητα καί ἡ θεολογική του κατάρτιση ἦσαν στοιχεῖα ἐπικίνδυνα γιά τό καθεστώς, γιά τοῦτο τόν συνέλαβαν καί τόν ἐξόρισαν στήν Κεντρική Ἀσία καί ἀργότερα στή Σιβηρία. Ἀπό τήν ἐξορία του ἔγραφε συχνά κατά τῶν "ψευδεπισκόπων τοῦ Μητροπ. Σεργίου" (ὁ χαρακτηρισμός εἶναι τοῦ ἰδίου) καί ἡ ἄρνησή του νά συνεργαστεῖ μαζί τους τοῦ στοίχισε μία ἐπώδυνη μετακίνηση στήν "θερμή ἔρημο" τῆς Κεντρικῆς Ἀσίας, ὅπου ἔζησε σάν ἀσκητής. Ἀπεβίωσε στήν Τασκένδη, τόν Φεβρουάριο τοῦ 1936.

Ἐπίσκοπος Ἀλέξιος τοῦ Ρίλσκ (+ 1936)
Ὁ Ἐπίσκοπος Ἀλέξιος Gorovtsev γεννήθηκε τό 1891 σέ οἰκογένεια Ἱερέως. Σπούδασε στή Θεολογική Ἀκαδημία τοῦ Κιέβου καί τό 1916 ἔγινε μοναχός στήν περιώνυμη Λαύρα τῶν Σπηλαίων καί δέχθηκε τήν Ἱερωσύνη. Τό 1920 ἀναδείχθηκε Ἀρχιμανδρίτης τῆς ἱστορικῆς Μονῆς Μπάρσκυ. Τό 1921 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Σβενίγκοροντ, βοηθός τῆς ἕδρας τοῦ Κιέβου. Κατά τήν περίοδο 1923 - 27 ὑπηρέτησε στήν Ἐπισκοπή Σερπούχωφ. Τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1927 διορίσθηκε στήν Ἐπισκοπή Ρίλσκ, τῆς ἕδρας τοῦ Κούρσκ.
Ὁ Ἐπίσκοπος Ἀλέξιος συνελήφθη γιά πρώτη φορά τό 1922 καί φυλακίσθηκε στό Κίεβο. Μετά τήν Διακήρυξη τοῦ 1927 προσχώρησε στούς Ἰωσηφίτες. Τό 1932 τόν συναντᾶμε στή Μόσχα, ὅπου γιά νά ζήσει ἔκανε κάποια πολιτική ἐργασία. Ἀπεβίωσε τό 1936 καί ἐνταφιάσθηκε στό Κοιμητήριο Pyatnitsky.

Ἐπίσκοπος Νικόλαος τοῦ Ἀκτάρ (+ 1936 ;)
Ὁ κατά κόσμον Βλαδίμηρος Parfenov γεννήθηκε τό 1879 στό Σαρατώφ, σέ οἰκογένεια εὐγενῶν. Σπούδασε στό Πανεπιστήμιο καί στή Θεολογική Ἀκαδημία τοῦ Καζάν. Ἐπίσκοπος Ἀκτάρ χειροτονήθηκε μυστικά τήν 5. 3. 1923, ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Οὔφα Ἀνδρέα. Τό 1925 παραιτήθηκε τῶν καθηκόντων του καί ἐγκαταβίωσε στή Σκήτη τοῦ Σαράτωφ. Γιά δύο χρόνια ἦταν ἐντελῶς ἔγκλειστος, διαρκῶς προσευχόμενος! Τό ἐργόχειρό του ἦταν νά πλέκει κάλτσες! Διακονητής του ἦταν ὁ Διάκονος Πιτιρίμ. Εἶχε ἐλεηθεῖ μέ τά χαρίσματα τῆς προφητείας καί τῆς διακρίσεως τῶν πνευμάτων!
Ὅταν οἱ Ἀρχές τοῦ ζήτησαν νά ἀπομακρυνθεῖ, μέ πρόταση τοῦ Πατριάρχου Τύχωνος ἐγκατστάθηκε στό Κίεβο, στό σπίτι τῆς οἰκογενείας Ποπώφ, ὅπου ἤδη κατοικοῦσε ἡ μοναχή Μαριάμνη (Πριγκίπισσα Ἀλεξάνδρα Lyovna Shakhovskaya).
Τό 1927 δέν δέχτηκε τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου. Τό 1933 συνελήφθη καί ἐκτοπίστηκε στή Μόσχα. Τό 1936 ἦταν στή φυλακή τοῦ Σούζνταλ, μαζί μέ τόν Κατακομβίτη Ἐπίσκοπο Ἀντώνιο Abashidze. Ἀργότερα μεταφέρθηκε στή Φυλακή Butyrskaya τῆς Μόσχας, ὅπου ἀπεβίωσε τό 1936. Σύμφωνα μέ ἄλλη πηγή ἐκτελέστηκε στήν δεκαετία τοῦ '40.

Ἐπίσκοπος Ἰωάσαφ τοῦ Μπαχμούτ (+ 1937)
Ὁ κατά κόσμον Πέτρος Δημήτριεβιτς Popov γεννήθηκε τό 1874 στήν περιφέρεια τοῦ Αἰκατερίενμπουργκ, σέ οἰκογένεια Διακόνου. Σπούδασε στό Θεολογικό Σεμινάριο τοῦ Αἰκατερινοσλάβ. Ἐπίσκοπος Μπαχμούτ χειροτονήθηκε τό 1924, βοηθός τῆς Ἐπισκοπῆς Χαρκόβου. Τό 1925, ὅταν ὁ Ἐπίσκοπος πού τόν χειροτόνησε - ὁ Ἰωαννίκιος Sokolsky - προσχώρησε στό Σχίσμα τοῦ Lubenk, ὁ ἐπ. Ἰωάσαφ παραιτήθηκε καί ἐγκαταβίωσε στό Νοβομοσκόβσκ.
Τό 1927 δέν ἀναγνώρισε τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου καί τόν Νοέμβριο τοῦ 1928 - μετά ἀπό συνάντησή του μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο Δημήτριο τοῦ Γκντώφ - ἑνώθηκε μέ τούς Ἰωσηφίτες καί τοῦ ἀνατέθηκε ἡ διαποίμανση 60 ἐνοριῶν Κατακομβιτῶν στόν Καύκασο καί τό Βορονέζ. Χειροτόνησε 10 περίπου μυστικούς Ἱερεῖς.
Σύμφωνα μέ μία πηγή τό 1928 ὑπέγραψε τίς ἀποφάσεις τῆς Νομαδικῆς Συνόδου, μέσῳ τοῦ Ἱερέως Ἀλεξίου Shishkin.
Τήν 16. 1. 1931 συνελήφθη σάν ἡγέτης τῶν Κατακομβιτῶν τῆς Οὐκρανίας καί καταδικάσθηκε σέ πέντε χρόνια ἐγκλεισμό στό Στρατόπεδο Vishlag. Τό 1935 συνελήφθη καί πάλι καί καταδικάστηκε σέ νέα 5ετή ἐξορία. Ἐκτελέστηκε τό 1937.

Ἐπίσκοπος Σέργιος τῆς Νάρβας (+ 1937)
Ὁ κατά κόσμον Ἰωάννης Προκόποβιτς Druzhinin γεννήθηκε τό 1853 στήν περιφέρεια τῆς Πετρουπόλεως (ἤ τό 1863 στό χωριό Novoe Selo τοῦ Τβέρ). Τό 1894 ἔγινε μοναχός καί χειροτονήθηκε Διάκονος καί τό 1898 Πρεσβύτερος, στό πρός τιμήν τῆς Ἁγίας Τριάδος Ἐρημητήριο Sergiev πού εἶχε ἱδρύσει ὁ ἅγ. Ἰγνάτιος Brianchaninov. Τό 1904 ἔγινε Ἀρχιμανδρίτης. Γιά πρώτη φορά συνελήφθη τό 1922. Τό 1924 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Νάρβας, βοηθός τῆς ἐπαρχίας Πετρουπόλεως. Προηγουμένως 30.000 περίπου πιστοί εἶχαν ὑπογράψει σχετικό αἴτημα πρός τόν Πατριάρχη Τύχωνα!
Τήν 14. 12. 1927 διέκοψε κοινωνία μέ τόν Μητροπ. Σέργιο, λόγῳ τῆς γνωστῆς Διακηρύξεώς του, μαζί μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο Δημήτριο τοῦ Γκντώφ. Τρεῖς ἡμέρες ἀργότερα τέθηκε σέ ἀργία ἀπό τόν Σέργιο καί τόν Ἰανουάριο τοῦ 1928 καθαιρέθηκε.
Σύμφωνα μέ μία πηγή, τό 1928 ὑπέγραψε τίς ἀποφάσεις τῆς Νομαδικῆς Συνόδου.
Ἀνῆκει στούς Ἀρχιερεῖς πού ὑποστήριζαν τήν μαρτυρική ἰδιότητα καί ἁγιότητα τοῦ Τσάρου Νικολάου Β' καί τῆς οἰκογενείας του, οἱ ὁποῖοι δολοφονήθηκαν ἀπό τούς Μπολσεβίκους τό 1918.
Τόν Νοέμβριο τοῦ 1929, μετά τήν σύλληψη τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Δημητρίου τοῦ Γκντώφ, ὁ Μητροπ. Ἰωσήφ τοῦ ἀνέθεσε τήν διοίκηση τῆς ἐπαρχίας Πετρουπόλεως. Τήν 7. 12. 1930 συνελήφθη μαζί μέ τόν Ἐπίσκοπο Βασίλειο τοῦ Καργκοπόλ καί ἄλλους 75 Ἰωσηφίτες καί τό 1931 καταδικάστηκε σέ ἐξορία. Τό 1935 κρατοῦνταν στό νοσοκομεῖο τῶν Φυλακῶν Butyrskaya τῆς Μόσχας καί στή συνέχεια στό Yoshkar Olu. Ἐκτελέστηκε τήν 4. 9. 1937.

Μητροπολίτης Πέτρος τοῦ Κρούτισκ (+ 1937)
Ὁ κατά κόσμον Πέτρος Θεοδώροβιτς Polyansky γεννήθηκε τό 1862 στό χωριό Storozhevov τοῦ Βορονέζ, σέ οἰκογένεια Ἱερέως. Σπούδασε στό Θεολογικό Σεμινάριο τοῦ Βορονέζ καί στήν Ἀκαδημία τῆς Μόσχας. Τό 1892 χειροτονήθηκε Διάκονος. Ὑπηρέτησε πολλά χρόνια ὡς Καθηγητής καί Ἐπιθεωρητής τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Σχολῶν καί συνετέλεσε στή βελτίωση τῶν θεολογικῶν σπουδῶν στή Ρωσία.
Συμμετεῖχε στήν Πανρωσική Σύνοδο τοῦ 1917 - 18 καί μετά τήν ἐκλογή τοῦ Πατριάρχου Τύχωνος ἔγινε ἕνας τῶν πλέον στενῶν συνεργατῶν του. Τό 1920 ἔγινε μοναχός ἀπό τόν Μητροπ. Σέργιο καί τό ἴδιο ἔτος χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος καί Ἐπίσκοπος Ποντόλσκ ἀπό τόν Πατριάρχη Τύχωνα. Μέχρι τό 1923 πού ὀνομάσθηκε Ἀρχιεπίσκοπος, συνελήφθη καί ἀπελευθερώθηκε πολλές φορές. Τό 1924, μετά τήν σύλληψη τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἰλαρίωνος Troitsky, ὁ Τύχων τόν ὀνόμασε Μητροπολίτη Κρουτίτσης καί τόν ἀνέδειξε πρῶτο τῶν συνεργατῶν του.
Μετά τήν δολοφονία τοῦ Τύχωνος (25. 3. 1925), ἀνέλαβε τήν διοίκηση τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας σάν Τοποτηρητής τοῦ Πατριαρχικοῦ Θρόνου, σύμφωνα μέ τήν διαθήκη τοῦ Τύχωνος, διότι οἱ δύο πρίν ἀπό αὐτόν Μητροπολίτες πού ὑποδείχτηκαν (Κύριλλος τοῦ Καζάν καί Ἀγαθάγγελος τοῦ Γιαροσλάβ), ἦσαν ἐξόριστοι.
Ἀπό τήν θέση τοῦ Τοποτηρητή ὁ Μητροπ. Πέτρος ὑπερασπίσθηκε μέ σθένος τήν ἀνεξαρτησία τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας ἀπέναντι στό Σοβιετικό καθεστώς καί ὑποστήριξε τά δικαιώματά Της. Ἡ μόνιμη ἄρνησή του γιά συνεργασία (δηλαδή ὑποταγή τῆς Ἐκκλησίας), ὁδήγησαν στή σύλληψή του, τήν 10η Δεκεμβρίου 1925, καί στή φυλάκισή του. Ἕνα χρόνο ἀργότερα, τόν Δεκέμβριο τοῦ 1926, ἐξορίστηκε στόν παγωμένο βορρᾶ, ὅπου ἔζησε σέ μία ξύλινη καλύβα, σέ μία ἰδιαίτερα ἀφιλόξενη περιοχή, ὅπου ὁ χειμῶνας ἦταν μεγάλος σέ διάρκεια καί μέ πολύ χαμηλές θερμοκρασίες καί ἡ ἄνοιξη γεμάτη ὑγρασία, ἔντομα καί θύελλες.
Παρά τήν σύλληψη καί τήν ἐξορία του, ὁ Μητροπ. Πέτρος θεωροῦσε τόν ἑαυτό του κανονική κεφαλή τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας, μέχρι τήν σύγκληση μιᾶς ἐλεύθερης Συνόδου γιά τήν ἐκλογή Πατριάρχη. Π.χ. σέ ἐπιστολή του τῆς 17/30. 4. 1926 πρός τόν Μητροπ. Γιαροσλάβ Ἀγαθάγελο ἔγραφε, ὅτι "ἀναμφηρίστως ὑπολαμβάνει καθῆκον του νά παραμείνη Τοποτηρητής, ἀκόμη καί ἄν ἐπρόκειτο νά φυλακισθῆ" (Πρωτ. Γεωργίου Grabe, "Ἡ Κανονική καί Νομική θέσις τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας", σελ. 14).
Λίγο πρίν τήν σύλληψή του, τήν 5η Δεκεμβρίου 1925, ὑπέδειξε μέ ἐπιστολή του τέσσερεις Μητροπολίτες γιά τήν θέση τοῦ Ἀντιπροσώπου τοῦ Τοποτηρητοῦ, κλείνοντας ἔτσι τόν δρόμο σέ κάθε κρατική αὐθαιρεσία. Ὑπέδειξε καί πάλι τούς Μητροπολίτες Κύριλλο τοῦ Καζάν καί Ἀγαθάγγελο τοῦ Γιαροσλάβ (πού εἶχε ὑποδείξει καί ὁ Πατριάρχης Τύχων) καί ὁ ἴδιος πρόσθεσε τόν Μητροπολίτη Ἀρσένιο τοῦ Νοβγκοροντ (ὑποψήφιο κατά τήν Πατριαρχική ἐκλογή τοῦ 1917) καί τόν Μητροπολίτη Σέργιο τοῦ Νίζνι Νόβγκοροντ.
Οἱ Σοβιετικοί στήν προσπάθειά τους νά βροῦν συνεργάτη στά σχέδιά τους μεταξύ τῆς Ρωσικῆς Ἱεραρχίας, πρόσφεραν διαδοχικά τήν διοίκηση τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας στά περισσότερα μέλη τῆς πρεσβυτέρας Ἱεραρχίας, ἀλλά ὅλοι ἀρνήθηκαν κάθε συνεργασία μέ συνέπεια τήν ἐξορία τους. Ὅταν ἡ διοίκηση ἦρθε στά χέρια τοῦ Μητροπ. Σεργίου, αὐτός - ὅπως εἶναι γνωστό - κυκλοφόρησε τήν γνωστή Διακήρυξή του τό 1927 μέ τά προηγουμένως μνημονευόμενα ἐπακόλουθα.
Ὁ Πρωθιερεύς Μιχαήλ Polsky διέσωσε κάποια σημαντικά στοιχεῖα γιά τούς συνεργάτες τοῦ Μητροπ. Σεργίου. Λ. χ. ὁ Ἐπίσκοπος Θεόφιλος τοῦ Αἰκατερίενμπουργκ, σύμφωνα μέ ἔκθεση τῆς ἴδιας τῆς Μυστικῆς Ἀστυνομίας, παρέδωσε κατάλογο τῶν μυστικῶν μοναχῶν τῆς περιφερείας του καί μετά τήν σύλληψή τους αὐτοκτόνησε ! (1936).
Τήν 6η Δεκεμβρίου 1929 ὁ Μητροπ. Πέτρος κυκλοφόρησε ἀπό τήν ἐξορία του μία δήλωση, σύμφωνα μέ τήν ὁποία θεωροῦσε τήν μημόνευση τοῦ ὀνόματός του ὡς Πατριαρχικοῦ Τοποτηρητοῦ ὑποχρεωτική! Τήν ἴδια περίοδο ὁ Μητροπ. Σέργιος, ἐνῶ μέχρι τότε ὑπέγραφε "διά τόν Πατριαρχικόν Τοποτηρητήν", ἄρχισε νά τιτλοφορεῖται "Τοποτηρητής" καί τήν 14η Ἀπριλίου 1934 πῆρε ἐντελῶς αὐθαίρετα τόν τῖτλο τοῦ "Μακαριωτάτου Μητροπολίτου Κρουτίτσης καί Κολόμνας".
Ὁ Μητροπ. Πέτρος ἀπελευθερώθηκε ἀπό τήν ἐξορία τό 1935 καί ἀμέσως πῆγε στή Μόσχα. Ἕνα χρόνο μετά τόν θάνατό του, τήν 3η Ἀπριλίου 1937, ἡ Ρωσόφωνη Ἐφημερίδα τῶν Παρισίων "Vozrozdentye" ἔγραψε:
"Ὁ χρόνος ἐξορίας τοῦ Μητροπ. Πέτρου συμπληρώθηκε τό 1935, ὁπότε ἐπέστρεψε ἀπό τήν Ἀρκτική καί συναντήθηκε μέ τόν Μητροπ. Σέργιο (ὁ τελευταῖος ἤθελε νά ἐνημερώσει τόν πρῶτο γιά τήν "νέα κατάσταση" στήν διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας καί νά ἀποσπάσει τήν συγκατάθεσή του γιά συζήτηση στή Σύνοδο (Σ. Σ. ἐννοεῖ τήν Σεργιανιστική "Σύνοδο"). Ἄλλες πληροφορίες ἔλεγαν, ὅτι οἱ Συνοδικοί πρόσφεραν ὑπό ὅρους τόν Πατριαρχικό Θρόνο στόν Μητροπ. Πέτρο, ὁ ὁποῖος ἔπρεπε νά συμφωνήσει σέ ὡρισμένες ρητές προϋποθέσεις τῶν Κομμουνιστῶν. Ἀλλά ὁ Μητροπ. Πέτρος ἦταν ἀδαμάντινου χαρακτήρα καί σεβόταν βαθειά τούς Κανόνες καί τήν πατροπαράδοτη τάξη τῆς Ἐκκλησίας, γι' αὐτό ἀρνήθηκε νά ἔρθει σέ ὁποιαδήποτε συμφωνία, μέ ἀποτέλεσμα νά ἐξοριστεῖ γιά δεύτερη φορά".
Τήν ἴδια πληροφορία δημοσίευσε γιά δεύτερη φορά ἡ ἐπίσης Ρωσόφωνη ἐφημερίδα τῶν Παρισίων "Rouskaya Mills", τήν 16. 11. 1951, μέ τήν ἀκόλουθη προσθήκη: "Ὁ Μητροπ. Πέτρος ἀξίωσε ἀπό τόν Μητροπ. Σέργιο νά τοῦ παραδώσει τά καθήκοντα καί τήν θέση τοῦ Τοποτηρητοῦ, ἀλλά ὁ Σέργιος ἀρνήθηκε".
Ὁ Μητροπ. Πέτρος ἐκτελέστηκε τήν 28.9/10.10.1937. Πρίν τόν θάνατό του, παρά τήν ἀσθένεια καί τό γῆρας του, συναντήθηκε μέ ἄλλους ἐξορίστους Ἀρχιερεῖς καί τόν Μητροπολίτη Ἰωσήφ τῆς Πετρουπόλεως καί στήριξε τήν Ἐκκλησία τῶν Κατακομβῶν. Ὁ θάνατός του γιά λόγους σκοπιμότητας τηρήθηκε μυστικός, ἡ εἴδηση ὅμως διέρρευσε καί ἡ Σύνοδος τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς κατέφυγε σέ διπλωματικά μέσα γιά τήν ἐπιβεβαίωσή της. Συγκρικριμένα ὁ διάδοχος τοῦ Μητροπ. Ἀντωνίου Κραποβίτσκυ Μητροπ. Ἀναστάσιος, ζήτησε ἀπό τόν Ἀγγλικανό Ἀρχιεπίσκοπο τοῦ Καντέρμπουρυ νά παρέμβει. Ἔτσι, ὁ Βρεττανός Πρεσβευτής στή Μόσχα πληροφόρησε τήν Κυβέρνησή του, ὅτι τόν Ἰανουάριο τοῦ 1938 εἶχε τελεσθεῖ Μνημόσυνο γιά τόν Μητροπ. Πέτρο, στήν Πύλη Ντραγκομίλ τῆς Μόσχας.

Μητροπολίτης Κύριλλος τοῦ Καζάν (+ 1937)
Ὁ πρῶτος ἀπό τούς τρεῖς Μητροπολίτες πού ὑπέδειξε γιά τήν θέση τοῦ Τοποτηρητοῦ τοῦ Πατριαρχικοῦ Θρόνου ὁ Πατριάρχης Τύχων (οἱ ἄλλοι δύο ἦσαν οἱ Μητροπολίτες Ἀγαθάγγελος τοῦ Γιαροσλάβ καί Πέτρος τοῦ Κρούτισκ). Στά νεανικά του χρόνια εἶχε συνδεθεῖ μέ τόν ἅγ. Ἰωάννη τῆς Κροστάνδης. Τό γεγονός αὐτό ἐπηρέασε σημαντικά τήν μετέπειτα πνευματική του πορεία.
Μετά τόν θάνατο τοῦ Τύχωνος, προτάθηκε γιά τήν θέση τοῦ Πατριάρχου ἀπό μυστική Σύνοδο ἐξορίστων Ἱεραρχῶν. Τήν ἀπόφαση τῆς Συνόδου πληροφορήθηκε ὁ Μητροπ. Σέργιος τό 1927, μετά τήν σοβιετοποίηση τοῦ Πατριαρχείου, καί ἐκδικούμενος τούς Ἀρχιερεῖς πού ὑπέγραψαν, παρέδωσε στή Μυστική Ἀστυνομία τόν κατάλογο τῶν Ἀρχιερέων αὐτῶν καί ζήτησε τήν ἐξουδετέρωσή τους. Ὅταν τοῦ ἔγιναν προτάσεις νά συνεργαστεῖ μέ τόν Μητροπ. Σέργιο καί τό καθεστώς ἀπό εἰδικούς πράκτορες, ὁ ὁμολογητής Ἱεράρχης ἀπάντησε: "Δέν εἶστε τό πυροβόλο, οὔτε ἐγώ ἡ ὀβίδα πού θά καταστρέψει τήν Ρωσική Ἐκκλησία". Ταυτόχρονα κυκλοφόρησε καί ἔγγραφο διαχωρισμοῦ ἀπό τούς Σεργιανιστές.
Ὁ Μητροπ. Κύριλλος ἔζησε ἐξόριστος στίς παγωμένες περιοχές κάτω ἀπό ἰδιαίτερα δυσμενεῖς συνθῆκες. Ἐκτελέστηκε στό Chimkent τήν 7/20. 11. 1937, μαζί μέ τόν Μητροπολίτη Ἰωσήφ τῆς Πετρουπόλεως.

Μητροπολίτης Ἰωσήφ τῆς Πετρουπόλεως (+ 1937)
Ὁ κατά κόσμον Ἰωάννης Συμεώνοβιτς Petrovsky γεννήθηκε τό Ustyuzhna τῆς περιφερείας τοῦ Νόβγκοροντ σέ κατώτερη οἰκογένεια. Προικισμένος μέ ἐξαιρετικά διανοητικά προσόντα φοίτησε στήν τοπική ἐκκλησιαστική σχολή τῆς πατρίδας του, τό Θεολογικό Σεμινάριο τοῦ Νόβγκοροντ καί τήν Θεολογική Ἀκαδημία τῆς Μόσχας (1895 – 99). Τό 1900 ἀνακηρύχθηκε Λέκτορας τῆς Ἀκαδημίας τῆς Μόσχας, στήν ἕδρα τῆς Βιβλικῆς Ἱστορίας. Τό 1901 ἔγινε μοναχός καί δέχθηκε τήν Ἱερωσύνη. Τό 1903 ὁλοκλήρωσε τό διδακτορικό του στή Θεολογία καί ἀναδείχθηκε Καθηγητής τῆς Ἀκαδημίας τῆς Μόσχας. Κατά τήν περίοδο 1905 – 1910 συμπλήρωσε τό «Ἡμερολόγιο ἑνός Μοναχοῦ», ἕνα μεγάλης πνευματικῆς ἀξίας ἔργο 12 τόμων!
Τό 1904 χειροθετήθηκε Ἀρχιμανδρίτης. Τό 1906 διορίστηκε Προϊστάμενος τῆς Μονῆς τοῦ ἁγ. Ὀνουφρίου τῆς Ἐπισκοπῆς Χόλμ καί τό 1907 τῆς Μονῆς Γιούριεφ τοῦ Νόβγκοροντ. Τό 1909 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Οὔγκλιτς, βοηθός τῆς Ἐπισκοπῆς Γιαροσλάβ, ὑπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Τύχωνα (ἔπειτα Πατριάρχη) καί τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀγαθάγγελο (ἔπειτα Πατριαρχικό Τοποτηρητή). Κατά τήν περίοδο 1909 – 1923 ἦταν ἀρχιερατικός προϊστάμενος τῆς Μονῆς Γιακοβλέβσκυ στό Ροστώβ, στήν ὁποία πρόσθεσε πολλά κτίρια καί τέσσερεις ναούς. Συμμετεῖχε στήν Πανρωσική Σύνοδο τοῦ 1917 - 1918. Τήν περίοδο 1. 12. 1917 – 20 . 1. 1918 ποίμανε τήν Ἐπισκοπή Ρίγας. Τήν 22. 1. 1920 ὀνομάσθηκε Ἀρχιεπίσκοπος Ροστώφ. Τήν 8. 6. 1920 συνελήφθη λόγῳ τῆς ἀντιδράσεώς του στή βεβήλωση τῶν Λειψάνων τῶν Ἁγίων τῆς περιφερείας του καί φυλακίσθηκε στό Γιαροσλάβ. Τήν 18. 7. 1920 μεταφέρθηκε στίς ἐσωτερικές φυλακές τῆς Μυστικῆς Ἀστυνομίας στή Μόσχα καί τήν 26. 7. 1920 καταδικάστηκε σέ ἕνα ἔτος καταναγκαστικά ἔργα.
Κατά τήν περίοδο 1920 – 1925 εἶχε τήν ποιμαντική εὐθύνη τῆς ἕδρας τοῦ Νόβγκοροντ. Ἐπίσης κατά τήν περίοδο 1923 - 1926 ποίμανε ὡς Τοποτηρητής τήν Ἐπισκοπή Γιαροσλάβ, λόγῳ τῶν προβλημάτων πού εἶχε μέ τίς Σοβιετικές Ἀρχές ὁ Μητροπ. Ἀγαθάγγελος. Κατά τήν διάρκεια τοῦ σχίσματος τῶν Ἀνακαινιστῶν διοίκησε τήν Ἐπισκοπή αὐτοτελῶς, μέ ἕδρα καί διαμονή τήν Μονή τοῦ Οὔγκλιτς. Τόν Μάϊο τοῦ 1922 συνελήφθη μέ ἀφορμή τήν ἀντίδραση κατά τῆς δημεύσεως τῶν Ἱερῶν Σκευῶν καί τήν 19. 6. 1922 καταδικάστηκε σέ φυλάκιση τεσσάρων ἐτῶν.
Τήν 21. 5. 1924 κλήθηκε ἀπό τόν Πατριάρχη Τύχωνα νά συμμετάσχει στήν Ἱερά Σύνοδο. Μετά τόν θάνατο τοῦ Τύχωνος (25. 3. 1925), ὑπέγραψε τήν 12. 4. 1925 γιά τήν ἀνάληψη τῆς τοποτηρητείας ἀπό τόν Μητροπ. Πέτρο. Τήν 6. 12. 1925 ὁ Μητροπ. Πέτρος τόν ὅρισε τρίτο ὑποψήφιο γιά τήν θέση τοῦ Ἀντιπροσώπου τοῦ Τοποτηρητοῦ. Τόν Αὔγουστο τοῦ 1926 ὀνομάσθηκε Μητροπ. Πετρουπόλεως, ἀπό τόν ἀσκοῦντα χρέη Ἀντιπροσώπου τοῦ Τοποτηρητοῦ Μητροπ. Σέργιο.
Τήν 13. 9. 1926 συνελήφθη ἀπό τήν Μυστική Ἀστυνομία γιά νά διευκολυνθεῖ ἡ ἐπικράτηση στήν πετρούπολη νεωτεριστικῶν – φιλοσοβιετικῶν στοιχείων, ἀπό τά ὁποῖα τοῦ ζητήθηκε νά ὁρίσει Ἀντιπρόσωπό του τόν Ἐπίσκοπο Ἀλέξιο Simansky (ἔπειτα Πατριάρχη τοῦ Σοβιετοποιημένου Πατριαρχείου), νά ἐκλέξει βοηθούς Ἐπισκόπους ἀποδεκτούς ἀπό τήν Σοβιετική Κυβέρνηση καί νά ἀναφέρεται ὡς Μητροπ. Λένινγκραντ καί ὄχι Μητροπ. Πετρουπόλεως.
Τήν περίοδο 25. 11. 1926 – 16. 12. 1926, μέ τήν σύλληψη τοῦ Μητροπ. Σεργίου, ἄσκησε τά καθήκοντα τοῦ Ἀντιπροσώπου τοῦ Τοποτηρητοῦ Μητροπ. Πέτρου. Τήν 16. 12. 1926 συνελήφθη καί περιορίστηκε στή Μονή Μοντένσκυ, κοντά στήν γεννέτειρά του Ustyuzhna.
Τόν Ἰούλιο τοῦ 1927 καταδίκασε τήν Διακήρυξη νομιμοφροσύνης πρός τό Σοβιετικό καθεστώς τοῦ Μητροπ. Σεργίου καί τόν Φεβρουάριο τοῦ 1928 ὑπέγραψε τήν ἐπίσης καταδικαστική ἀπόφαση τῆς ὑπό τόν Μητροπ. Ἀγαθάγγελο Συνόδου τοῦ Γιαροσλάβ. Προηγουμένως ἡ ὑπό τόν Μητροπ. Σέργιο Σύνοδος τόν μετέθεσε στήν Ὀδησσό (17. 9. 1927, πράξη πού ὁ Μητροπ. Ἰωσήφ δέν ἀναγνώρισε), τόν συνταξιοδότησε (27. 1. 1927) καί τελικά κήρυξε τά Μυστήριά του ἄκυρα (6. 4. 1929).
Ὅταν ὁ Σεργιανιστής ἀρχιμ. Λέβ Yegorov τόν κατηγόρησε ὅτι ἦταν σχισματικός, ὁ Μητροπ. Ἰωσήφ ἀπάντησε: «Δέν εἶμαι καθόλου σχισματικός καί δέν καλῶ σέ σχίσμα, ἀλλά στό νά διατηρηθεῖ ἡ Ἐκκλησία ἁγνή ἀπό αὐτούς πού προκαλοῦν πραγματικό σχίσμα… Οὔτε ἔχουμε φύγει, φεύγουμε ἤ θά φύγουμε ποτέ ἀπό τήν ὁδό τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀλλά θεωροῦμε ὅτι οἱ ἔχθροί Της, προδότες καί δολοφόνοι εἶναι ἐκείνοι πού δέν εἶναι μαζί μας, ἀλλά ἐναντίον μας.
Δέν εἴμαστε ἐμεῖς πού κάνουμε σχίσμα, μέ τό νά μήν δεχώμεθα τόν Μητροπ. Σέργιο, ἀλλά ἐσεῖς πού τοῦ κάνετε ὑπακοή καί τόν ἀκολουθεῖτε στήν ἄβυσσο τῆς καταδίκης
».
Τήν 12. 9. 1930 ὁ Μητροπ. Ἰωσήφ συνελήφθη στή Μονή πού εἶχε περιοριστεῖ καί τήν 3. 9. 1931 καταδικάστηκε σέ τέσσερα χρόνια ἐγκλεισμό σέ στρατόπεδο στό Καζαξτάν.
Ὁ Μητροπ. Ἰωσήφ ὀργάνωσε τήν Ἐκκλησία τῶν Κατακομβῶν χωρίς ἐξωτερική - διοικητική ἑνότητα, λόγῳ τῶν εἰδικῶν συνθηκῶν πού ἐπικρατοῦσαν τότε στή Σοβιετική Ρωσία. Οἱ Ἐπισκοπές Της ἐκτείνονταν σέ μεγάλη γεωγραφική ἔκταση καί ἀποτελοῦνταν ἀπό μεγάλο συνήθως ἀριθμό ἐνοριῶν - "κατ' οἶκον ἐκκλησιῶν" τῶν 10 - 25 ἀτόμων, ὀργανωμένες ἀπό τόν Ἐπίσκοπο πού ποίμαινε μυστικά τήν Ἐπισκοπή. Τίς ἐνορίες αὐτές ἐξυπηρετοῦσαν μυστικοί Ἱερεῖς - χειροτονημένοι ἀπό τόν συγκεκριμένο Ἐπίσκοπο - καί περιοδεύοντες Πνευματικοί, κυρίως ἐκείνοι τῶν ὁποίων τό πολιτικό ἐπάγγελμα ἐπέτρεπε τίς συνεχεῖς μετακινήσεις, λ.χ. σιδηροδρομικῶν ὑπαλλήλων. Πολλές φορές σέ μία καί τήν αὐτή περιοχή ὑπῆρχαν περισσότερες ἀπό μία Ἐπισκοπές, χωρίς οἱ Ἐπίσκοποί τους νά γνωρίζονται κἄν μεταξύ τους. Σέ κάποιες ἄλλες περιπτώσεις Ἐπίσκοποι τῶν Κατακομβῶν γνωρίζονταν μεταξύ τους, τουλάχιστον ἀνά δύο (χειροτονήσας καί χειροτονηθείς) καί μέ ἀπόλυτη μυστικότητα συνέρχονταν σέ Συνόδους καί ἐπιλαμβάνονταν θεμάτων Πίστεως καί ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν.
Γιά τήν δραστηριότητα τοῦ Μητροπ. Ἰωσήφ εἶναι ἰδιαιτέρως ἀποκαλυπτική σχετική ἀναφορά τοῦ Πρωθιερέως Μιχαήλ Polsky πού ἀναφέρεται στόν Κατακομβίτη ἀρχιμ. Ἀρσένιο. (Ὁ ἀρχιμ. Ἀρσένιος κατά τήν περίοδο 1923 - 1927 ἀσκοῦνταν ἐρημητικά σέ κάποιο βουνό τοῦ Καζαχτάν. Τό 1927 αὐτός καί οἱ 14 συνασκητές του συνελήφθησαν καί καταδικάστηκαν σέ 8 χρόνια ἐγλεισμό σέ στρατόπεδο στή Σιβηρία. Κατά τήν περίοδο 1935 - 1937 ἦταν ἐξόριστος στό Ἀκτιουμπίνσκ καί ἀργότερα στήν Ἄλμα Ἄτα).
"Τόν Αὔγουστο τοῦ 1938 - γράφει ὁ π. Μιχαήλ - ζοῦσε στήν Ἄλμα Ἄτα ἕνας νέος σχετικά Κληρικός, ὁ ἀρχιμ. Ἀρσένιος. Ἀπό αὐτόν ἄκουσα γιά πρώτη φορά, ὅτι ὑπῆρχε μία μυστική Ἐκκλησία τῶν Κατακομβῶν, ὑπό τόν Μητροπ. Πετρουπόλεως Ἰωσήφ, ὁ ὁποῖος τήν εἶχε ὀργανώσει μέ τήν εὐλογία τοῦ Μητροπ. Πέτρου τοῦ Κρούτισκ.
Τήν περίοδο ἐκείνη ὁ Μητροπ. Ἰωσήφ ἦταν ἐξόριστος στό Χεμκέτ, 100 περίπου χιλιόμετρα ἀπό τήν Ἄλμα Ἄτα καί βρισκόταν συνεχῶς σέ μυστική ἐπικοινωνία μέ τόν Πρωθιεράρχη Μητροπ. Πέτρο. Ὁ ἀρχιμ. Ἀρσένιος εἶχε χειροτονηθεῖ ἀπό τόν Μητροπ. Ἰωσήφ καί εἶχε τήν εὐχέρεια νά τόν ἐνισχύει οἰκονομικά (ἦταν κατασκευαστής παιχνιδιῶν καί ἐκμαγίων). Εἶχε κατασκευάσει ἕνα ναό κάτω ἀπό τήν γῆ, τόν ὁποῖο εἶχε ἐγκαινιάσει ὁ Μητροπ. Ἰωσήφ καί στόν ὁποῖο λειτουργοῦσε.
Ὁ ναός εἶχε σκαφτεῖ μέ πολύ κόπο κάτω ἀπό τό δωμάτιο τοῦ π. Ἀρσενίου. Στό διπλανό δωμάτιο ὑπῆρχε μία καταπακτή, μόνιμα σκεπασμένη μέ ἕνα χαλί, ἀπό τήν ὁποία μία σκάλα ὁδηγοῦσε σέ ἕνα κελλάρι. Σέ μία γωνία τοῦ κελλαριοῦ ὑπῆρχε μία τρύπα φραγμένη μέ πέτρες. Ἀπό αὐτό τό σημεῖο μποροῦσε κανείς νά μπεῖ ἔρποντας στόν ναό, τοῦ ὁποίου τά μοναδικά στολίδια ἦταν φτωχικά καντήλια καί κάποιες εἰκόνες.
Κατά τήν διάρκεια τῶν Ἀκολουθιῶν στό ναό αὐτό, ἐπικρατοῦσε μία ἰδιαίτερα κατανυκτική ἀτμόσφαιρα καί δέν κρύβω τό γεγονός, ὅτι ὁ φόβος ἦταν διάχυτος, ἰδιαίτερα τήν νύκτα. Ὅταν π.χ. κάπου μακρυά ἄρχιζε νά γαυγίζει κάποιος σκύλος, ὅλοι περιμέναμε νά ἀκουστοῦν τά βήματα καί τά χτυπήματα τῶν πρακτόρων τῆς Μυστικῆς Ἀστυνομίας.
Ἀπό τό 1936 μέχρι καί τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1937, ὅλα ἐξελίσσοντο καλά. Ὁ γιός μου ἔψαλλε σ' αὐτό τόν ναό μέ μία μοναχή. Τήν 26η Αὐγούστου 1937, ὁ Μητροπ. Ἰωσήφ μᾶς ἔκανε μία ἐπίσκεψη, μέ τήν εὐκαιρία τῆς ἑορτῆς μου. Τί θαυμάσιος καί ἀκλόνητος ἄνθρωπος πού ἦταν! Ἄνθρωπος τῆς προσευχῆς. Πολύ ψηλός, μέ μεγάλη λευκή γενειάδα καί ἀσυνήθιστα ὡραῖο πρόσωπο. Κυκλοφοροῦσε πάντα κρύβοντας τά μοναχικά του ἐνδύματα καί τά μαλλιά του. Σέ ἄλλη περίπτωση θά εἶχε συλληφθεῖ, ἐνῶ θά ἦταν ἀκόμη στόν δρόμο.
Ὁ Μητροπ. Ἰωσήφ μοῦ εἶχε ἀναφέρει ἐμπιστευτικά, ὅτι ὁ Πατριάρχης Τύχων τόν εἶχε προτείνει γιά διάδοχό του. Γιά διάφορους λόγους αὐτό τό γεγονός δέν ἀναφέρεται στήν Ἱστορία
".
Ὁ Μητροπ. Ἰωσήφ συνελήφθη γιά τελευταῖα φορά τήν 23. 9. 1937, μαζί μέ ὅλους τούς Κατακομβίτες Κληρικούς τῆς περιοχῆς. Ἀπεβίωσε ὡς Ἡγέτης τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας, ἀφοῦ ὁ Μητροπ. Πέτρος τόν ὅρισε Τοποτηρητή, τήν 9. 10. 1937 (σύμφωνα μέ μία ὄχι πολύ γνωστή ἀπόφαση τοῦ Πατριάρχου Τύχωνος καί τῆς Πανρωσικῆς Συνόδου τοῦ 1917 – 1918). 42 ἡμέρες μετά, τό βράδυ τῆς 20ης πρός 21η Νοεμβρίου 1937, ἐκτελέστηκε στό Chimkent, μαζί μέ τόν Μητροπ. Κύριλλο τοῦ Καζάν καί τόν Ἐπίσκοπο Εὐγένιο Kobzanov.

Ἀρχιεπίσκοπος Εὐγένιος τοῦ Βλαγκοβενσένσκ (+ 1937)
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Εὐγένιος ἦταν ἕνας ἀγαπητός καί λαοφιλής Ἱεράρχης τῆς μικρῆς πόλεως Βλαγκοβενσένσκ, τῆς Ρωσοκινεζικῆς μεθορίου. Ὅταν οἱ Μπολσεβίκοι κατέλαβαν τήν περιοχή - κατά τήν διάρκεια τοῦ Ρωσικοῦ Ἐμφυλίου Πολέμου - καί ἄρχισαν σφαγές καί βιαιοπραγίες, ὁ ἀρχιεπ. Εὐγένιος δέν σιώπησε, ἀλλά κήρυττε ἀνοικτά τήν Εὐαγγελική ἀγάπη καί τό ἔλεος καί τόνιζε τήν εὐθύνη τῶν ἀξιωματικῶν γιά τήν σκληρότητα τῶν στρατιωτῶν τοῦ Ἑρυθροῦ Στρατοῦ.
Κατά τήν Ἑορτή τῆς Κοιμ. Θεοτόκου τοῦ 1923, ἔκανε ὁλονύκτιο ἀγρυπνία στόν Καθεδρικό Ναό καί τό πρωϊ εὐλόγησε γιά τελευταῖα φορά τό ποίμνιό του. Τήν ἴδια νύκτα τόν συνέλαβαν καί τόν φυλάκισαν. Ὅταν οἱ πιστοί ἔμαθαν τίς ἐξελίξεις, διοργάνωσαν μία μεγάλη διαδήλωση συμπαραστάσεως, στήν ὁποία συμμετεῖχαν ἀκόμη καί ἀλλόθρησκοι τῆς περιοχῆς! Ἡ διαδήλωση προκάλεσε τήν ἐπέμβαση τοῦ Ἑρυθροῦ Στρατοῦ κατά τήν ὁποία 54 λαϊκοί συνελήφθησαν καί φυλακίστηκαν (χωρίς νά βγοῦν ζωντανοί ἀπό τήν φυλακή) καί 5 Ἱερεῖς ἐξορίστηκαν.
Καθ' ὅλο τό διάστημα τῆς φυλακίσεως τοῦ Ἀρχιεπισκόπου, μία ἅμαξα μέ τήν ἐπιγραφή "ψωμί γιά τόν φυλακισμένο Ἀρχιεπίσκοπο", περνοῦσε ἀπό τούς δρόμους τῆς πόλις. Καθημερινά μαζεύονταν τόσα τρόφιμα, ὥστε σιτίζονταν ὅλοι οἱ κρατούμενοι!
Τελικά ὁ Ἀρχιεπ. Εὐγένιος μεταφέρθηκε σέ ἄλλη πόλη, ἔπειτα στή Μόσχα καί στή συνέχεια στό Στρατόπεδο Σολόβκι, ὅπου κρατήθηκε μέχρι τό 1929. Ἀρνούμενος νά δεχθεῖ τήν Διακήρυξη τοῦ 1927 καί νά ἀναγνωρίσει τόν Μητροπ. Σέργιο, ἐξορίστηκε γιά δεύτερη φορά καί τελικά δολοφονήθηκε στήν ἐξορία, τό 1937.

Ἐπίσκοπος Ἀρκάδιος τοῦ Lubny (+ 1937).
Ὁ κατά κόσμον Ἀνδρέας Ἰωσήφοβιτς Ostalsky γεννήθηκε τό 1888 στό χωριό Yanovats τῆς Βολυνίας, σέ οἰκογένεια Ἱερομάρτυρος Ἱερέως (πού συνελήφθη τό 1919 καί πέθανε ἀπό τῦφο). Σπούδασε στό Θεολογικό Σεμινάριο τῆς Βολυνίας καί χειροτονήθηκε ἔγγαμος Ἱερεύς στό Ζιτομίρ. Ὅταν ἡ σύζυγός του τόν ἐγκατέλειψε γιά νά παντρευτεῖ ἕνα Μπολσεβίκο ἀξιωματικό, ἀσπάσθηκε τόν μοναχικό βίο καί διοργάνωσε στό Ζιτομίρ τήν λαϊκή Ἀδελφότητα κοινωφελοῦς ἐργασίας πρός τιμήν τοῦ ἁγ. Νικολάου.
Τό 1919 συνελήφθη καί κρατήθηκε μαζί μέ τόν Ἱερέα πατέρα του στήν ἴδια φυλακή. Κατά τήν δήμευση τῶν ἐκκλησιαστικῶν σκευῶν (1922) συνελήφθησαν 35 γυναίκες καί 17 ἄνδρες τῆς Ἀδελφότητας καί ὁ π. Ἀρκάδιος φυλακίσθηκε γιά πέντε χρόνια στό Ζιτομίρ. Τό 1925 ἔγινε Μεγαλόσχημος μέ τό ὄνομα Ἀντώνιος.
Γιά τήν χειροτονία του σέ Ἐπίσκοπο ἐπικρατοῦν δύο ἐκδοχές. Σύμφωνα μέ τήν πρώτη - πού εἶναι καί ἡ ἐπικρατέστερη - χειροτονήθηκε τήν 15. 9. 1926 ἀπό τόν Μητροπ. Ἰωσήφ τῆς Πετρουπόλεως Ἐπίσκοπος Lubny, βοηθός τῆς Ἐπισκοπῆς Πολτάβας. Κατά τήν δεύτερη ἄποψη χειροτονήθηκε τήν 15. 9. 1926 ἀπό τόν Μητροπ. Σέργιο.
Συνελήφθη τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1927, δέν ἀναγνώρισε τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου καί τό 1928 ἐξορίστηκε στό Σολόβκι. Τό 1931 συνελήφθη καί πάλι καί καταδικάσθηκε σέ πέντε χρόνια ἐξορία. Τό 1937 ἀπελευθερώθηκε, ἀλλά τοῦ ἀπαγορεύθηκε νά κατοικήσει σέ 16 μεγάλες Σοβιετικές πόλεις! Ἐκτελέστηκε στό Butovo τῆς Μόσχας, τήν 29. 12. 1937.

Ἀρχιεπίσκοπος Ἀβέρκιος τοῦ Ζιτομίρ (+ 1937 ;).
Ὁ κατά κόσμον Πολύκαρπος Πέτροβιτς Kendrov γεννήθηκε τό 1879 στό Γιαράνσκ, τῆς περιφερείας τῆς Βιάτκας, σέ οἰκογένεια Ἱερέως. Ἀδελφοί του ἦσαν ὁ Ἱερομάρτυρας Ἀρχιεπίσκοπος Παχώμιος τοῦ Τσερνίκωφ καί ὁ Ἐπίσκοπος Μιχαήλ τῆς Βρέστης Πολωνίας. Σπούδασε στό Σεμινάριο τῆς Βιάτκας καί στή Θεολογική Ἀκαδημία τῆς Πετρουπόλεως. Πρίν ἐνταχθεῖ στόν Ἱερό Κλῆρο ἀκολούθησε ἀκαδημαϊκή καριέρα καί δίδαξε Ἁγία Γραφή στό Θεολογικό Σεμινάριο τῆς Λιθουανίας.
Τό 1910 δέχθηκε τήν Ἱερωσύνη καί τό 1911 ἀναδείχθηκε Πρύτανις τοῦ Θεολογικοῦ Σεμιναρίου τοῦ Ζιτομίρ. Τό 1915 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Ὄστρογκ, βοηθός τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Βολυνίας Εὐλογίου. Πῆρε μέρος στήν Πανρωσική Σύνοδο τοῦ 1917 - 18, τό 1922 ὀνομάσθηκε ἀπό τόν Πατριάρχη Τύχωνα Ἐπίσκοπος Βολυνίας καί τό 1926 Ἀρχιεπίσκοπος Ζιτομίρ. Τό 1925 συμμετεῖχε στήν κηδεία τοῦ Πατριάρχου Τύχωνος καί συνυπέγραψε μέ τούς ἄλλους Ἀρχιερεῖς τήν τοποτητητεία τοῦ Μητροπ. Πέτρου τοῦ Κρούτισκ.
Ὁ ἀρχιεπ. Ἀβέρκιος συνελήφθη γιά πρώτη φορά τό 1922 καί ἐξορίσθηκε στό Οὐζμπεκιστάν. Γιά δεύτερη φορά συνελήφθη τό 1926 καί φυλακίσθηκε στό Ζιτομίρ καί στίς φυλακές Butyrskaya τῆς Μόσχας. Ἀντέδρασε κατά τῆς Διακηρύξεως τοῦ Μητροπ. Σεργίου καί ἐξορίσθηκε στό Khodzheili τῆς Karakalpakia. Γιά τρίτη φορά συνελήφθη τό 1929, φυλακίσθηκε στίς φυλακές Butyrskaya καί ἐξορίσθηκε στήν Τότμα (1932 - 33) καί στόν Ἀρχάγγελο (1933 - 34). Γιά τέταρτη καί τελευταῖα φορά συνελήφθη τό 1934 καί ἐξορίσθηκε στό Birsk τῆς Μπασκιρίας (1935 - 38).
Γιά τό τέλος του ὑπάρχει διαφωνία τῶν πηγῶν. Κατ' ἄλλους ἀπεβίωσε τό 1937 ἐξόριστος στόν Ἀρχάγγελο ἤ τό 1945 στήν ἴδια περιοχή ἀπό τύφο ἤ τό 1949 ἐξόριστος στό Biysk τοῦ Νοβοσιμπίρσκ. Μᾶλλον ἐκτελέστηκε τήν 27η Νοεμβρίου 1937.

Ἀρχιεπίσκοπος Ἀνδρέας τῆς Οὐφᾶ ( + 1937).
Περί τοῦ Ἱερομάρτυρος Ἀρχιεπισκόπου Ἀνδρέα τῆς Οὔφα βλέπε σχετικό αὐτοτελές ἄρθρο.
Ἀρχιεπίσκοπος Παχώμιος τοῦ Τσερνίκωφ (+ 1937)
Ὁ κατά κόσμον Πέτρος Πέτροβιτς Kedrov γεννήθηκε. τό 1876 (ἤ 1877) στό Γιαράνσκ, σέ Ἱερατική οἰκογένεια. Ὁ πατέρας του ἦταν Ἱερεύς καί δύο ἀδελφοί του Ἐπίσκοποι (ὁ Ἱερομάρτυς Ἀρχιεπίσκοπος Ἀβέρκιος τοῦ Ζιτομίρ καί ὁ Ἐπίσκοπος Μιχαήλ τῆς Βαρσοβίας).
Σπούδασε στή Θεολογική Ἀκαδημία τοῦ Καζάν, τό 1898 ἔγινε μοναχός καί τό 1899 δέχθηκε τήν Ἱερωσύνη, ἀπό τόν Πρύτανη τῆς Ἀκαδημίας Ἐπίσκοπο Ἀντώνιο Κραποβίτσκυ (ἔπειτα Μητροπολίτη Κιέβου καί Πρωθιεράρχη τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς). Ἀρχιμανδρίτης χειροθετήθηκε τό 1905. Τό 1911 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Νόβγκοροντ – Σεβέρσκυ, τό 1916 μετατέθηκε στό Σταρορούμπ καί τό 1917 στήν Ἐπισκοπή Τσερνίκωφ. Στήν ἕδρα του πρόλαβε τόν διά Χριστόν Σαλό Μιχαήλ (+ 1922). Συμμετεῖχε στήν Πανρωσική Σύνοδο τοῦ 1917 - 18, ὅπου ὑποστήριξε μέ θέρμη τήν ἀνάγκη παλινοθρώσεως τοῦ Πατριαρχικοῦ θεσμοῦ.
Κατά τήν διάρκεια τῆς ἀρχιερατείας του συνελήφθη καί ἀπελευθερώθηκε πολλές φορές. Ὅταν τό 1922, μέ τήν εὐκαιρία τῆς δημεύσεως τῶν ἐκκλησιαστικῶν σκευῶν, οἱ Σοβιετικοί ἄρχισαν περιπαικτικές "ἐξετάσεις" ἀδιαφθόρων λειψάνων διαφόρων Ἁγίων, μέ σκοπό τήν διακωμώδιση τῆς Πίστεως καί τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ἐπ. Παχώμιος προχώρησε ὁ ἴδιος στήν ἐξέταση τοῦ ἀφθάρτου σκηνώματος τοῦ ἁγ. Θεοδοσίου τοῦ Τσερνίκωφ, παρουσίᾳ καί Σοβιετικῶν ἐπιστημόνων. Κατά τήν ἐξέταση αὐτή ἀποδείχθηκε, ὅτι τό λείψανο ἦταν γνήσιο καί δέν εἶχε ταριχευθεῖ. Ἡ θαρραλέα στάση τοῦ Ἐπισκόπου ἔσωσε τό λείψανο ἀπό τήν καταστροφή, ὄχι ὅμως καί ἀπό τήν βελήλωση, διότι ἐκτέθηκε στό Μουσεῖο Ἀθεϊσμοῦ καί Θρησκείας τοῦ Λένινγκραντ (προηγουμένως Ναό τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν), μαζί μέ μούμιες διαφόρων ζώων!, ὁ ἴδιος ὅμως συνελήφθη καί φυλακίσθηκε.
Ἀπελευθερώθηκε τό ἑπόμενο ἔτος 1923 καί ὀνομάσθηκε Ἀρχιεπίσκοπος ἀπό τόν Πατριάρχη Τύχωνα. Τό 1927 δέν δέχθηκε τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου. Τό 1932 ἐξορίστηκε στήν Kuzema, ἐνῶ ἔπασχε ἀπό παράλυση τῶν νεύρων τοῦ προσώπου. Κακουχήθηκε στήν ἐξορία ὑποκρινόμενος τόν Σαλό, μέχρι τόν θάνατό του, τό 1937. Φονεύθηκε τήν 15η Μαϊου (ἤ σύμφωνα μέ ἄλλη πηγή τήν 11η Νοεμβρίου) τοῦ 1937.

Ἐπίσκοπος Σεραφείμ τοῦ Δημητρώφ (+ 1937).
Ὁ κατά κόσμον Νικόλαος Ἰβάνοβιτς Zvezdinsky γεννήθηκε τό 1883 σέ οἰκογένεια Παλαιοπίστων πού εἶχαν ἐνταχθεῖ στή δικαιοδοσία τοῦ Πατριαρχείου. Ὁ πατέρας του ἦταν Ἱερεύς. Μεγάλωσε μέ αὐστηρές ἀρχές. Κατά τήν παιδική του ἡλικία ἀσθένησε σοβαρά καί θεραπεύθηκε μέ θαῦμα τοῦ ἁγ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ. Σε ἔνδειξη εὐγνωμοσύνης πρός τόν Ἅγιο, ὁ πατέρας του συνέθεσε τό Ἀπολυτίκιο καί τό Κοντάκιο πού χρησιμοποιήθηκαν κατά τήν ἀνακομιδή τῶν Λειψάνων του καί τήν διακήρυξη τῆς ἁγιότητός του (1903).
Σπούδασε στή Θεολογική Ἀκαδημία τῆς Μόσχας καί ὡς φοιτητής συνδέθηκε μέ τόν διορατικό Ἱερομόναχο Ἀλέξιο τοῦ Ἐρημητηρίου τοῦ ἁγ. Ζωσιμᾶ. Τότε ἀποφάσισε νά ἀφιερωθεῖ στήν Ἐκκλησία καί ἔδωσε τίς ὑποσχέσεις του ἐνώπιον τῆς λάρνακος τοῦ ὁσ. Σεργίου τοῦ Ραντονέζ. Τό 1908 ἔγινε μοναχός καί χειροτονήθηκε Διάκονος καί τό 1909 Πρεσβύτερος. Ἀπό τόν Μητροπ. Μόσχας Βλαδίμηρο (ἔπειτα Μητροπ. Κιέβου, Ἱερομάρτυρα, + 1918), διορίστηκε Καθηγητής τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας στό Σεμινάριο τῆς Βηθανίας. Τό 1912 διορίστηκε Καθηγητής τῆς Ὁμιλιτικῆς στό Θεολογικό Σεμινάριο τῆς Μόσχας καί τό 1914 Προϊστάμενος τῆς ἱστορικῆς Μονῆς Τσουντώφ καί Ἐπιθεωρητής τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Σχολῶν τῆς Μόσχας. Ὅταν τό 1918 ἔκλεισε ἡ Μονή Τσουντώφ, βρῆκε καταφύγιο σέ κάποιο ἐρημητήριο.
Τό 1919 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Δημητρώφ, βοηθός τῆς ἕδρας τῆς Μόσχας, ἀπό τόν Πατριάρχη Τύχωνα. Ἡ περιοχή εὐθύνης του περιλάμβανε 100 περίπου ἐνορίες μέ 300 ἐφημερίους, 250 Διακόνους καί τρεῖς μοναστικές κοινότητες. Τήν 12. 12. 1921 συνελήφθη, ἀλλά ἀπελευθερώθηκε. Τόν Ἰανουάριο τοῦ 1922 ἵδρυσε - μέ τήν εὐλογία τοῦ Πατριάρχου Τύχωνος - τήν Ἀδελφότητα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Τόν Νοέμβριο τοῦ 1922 συνελήφθη καί φυλακίσθηκε. Τήν 30. 3. 1923 ἐξορίστηκε στήν περιοχή τῶν Ζυριανῶν. Τήν 16. 5. 1923 συνάντησε στό Ust Sysolsk τόν ἐπίσης ἐξόριστο Μητροπ. Καζάν Κύριλλο. Τήν 13. 6. 1926 ἐξορίστηκε στό Ἀρζαμᾶς.
Τό 1927 δέν δέχθηκε τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου, τόν ὁποῖο θεωροῦσε ἐκτός Ἐκκλησίας. Σύμφωνα μέ μία πηγή τό 1928 ὑπέγραψε τίς ἀποφάσεις τῆς Νομαδικῆς Συνόδου, μέσῳ τοῦ Πρωθιερέως Παύλου Borotinsky. Τό 1932 κρατήθηκε στή Φυλακή Butyrskaya τῆς Μόσχας καί στή συνέχεια ἐξορίστηκε. Τό 1935 ἦταν ἐξόριστος στό Ἰσίμ τῆς Σιβηρίας. Ἐκτελέστηκε τήν 26. 8. 1937.

Ἐπίσκοπος Ἰλαρίων τοῦ Πόρετς (+ 1937) .
Ὁ Ἐπίσκοπος Ἰλαρίων Belsky γεννήθηκε τό 1893 στήν Πετρούπολη, σέ οἰκογένεια Πρωθιερέως. Σπούδασε Θεολογία στό Σεμινάριο τοῦ Ὄλονετς καί στήν Ἀκαδημία τῆς Πετρουπόλεως καί τό 1915 ἐντάχθηκε στήν Ἀδελφότητα τῆς Λαύρας τοῦ ἁγ. Ἀλεξάνδρου Νέβσκι. Διάκονος χειροτονήθηκε τό 1919 καί Πρεσβύτερος τό 1922. Λόγῳ τῆς σφοδρῆς ἀντιδράσεώς του κατά τῶν Ἀνακαινιστῶν καί τῆς "Ζωντανῆς Ἐκκλησίας", συνελήφθη γιά πρώτη φορά τό 1922.
Τό 1924 ὀνομάσθηκε Ἡγούμενος καί τήν 1η Ὀκτωβρίου τοῦ ἴδιου ἔτους χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Καργκοπόλ, βοηθός τῆς Ἐπισκοπῆς Ὄλονετς, ἀπό τόν Πατριάρχη Τύχωνα. Ἀμέσως μετά τήν χειροτονία ἐξορίσθηκε στό Σμολένσκ. Κατά τήν περίοδο 1926 - 27 ἦταν Ἐπίσκοπος Πόρετς, βοηθός τῆς Ἐπισκοπῆς Σμολένσκ.
Μετά τήν Διακήρυξη τοῦ 1927, συγκρούσθηκε ἀνοικτά μέ τόν Μητροπ. Σέργιο καί τήν 20. 2. 1928 ἑνώθηκε μέ τούς λεγόμενους Βικτωριανούς ἀντι - Σεργιανιστές (τούς περί τόν Ἱερομάρτυρα Ἐπίσκοπο Βίκτωρα τῆς Βιάτκας). Τό 1929 συνελήφθη γιά δεύτερη φορά καί καταδικάστηκε σέ 5 χρόνια ἐξορία στό Σολόβκι. Τό 1931 ἦταν συγκρατούμενος σέ στρατόπεδο τῆς Λευκῆς Θάλασσας μαζί μέ τούς Ἀρχιεπισκόπους Σεραφείμ τοῦ Οὔγκλιτς καί Παχώμιο τοῦ Τσερνίκωφ.
Τό 1933 ἐξορίστηκε στό Kosmodemyask. Τήν περίοδο 1935 - 37 ἦταν ἐξόριστος στό Cheboksary, ὅπου ἱερουργοῦσε μυστικά σέ κοινότητες Κατακομβιτῶν.
Δέν ἀναγνώριζε τά Μυστήρια τοῦ Σεργιανισμοῦ καί ἐπαναλάμβανε τό Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος. Ἐκτελέστηκε τήν 31. 8. 1937.

Ἐπίσκοπος Δαμασκηνός τοῦ Γκλούκωφ (+ 1937).
Ὁ κατά κόσμον Δημήτριος Δημήτριεβιτς Tsedrik γεννήθηκε τό 1877 στήν πόλη Mayak τῆς Ὀδησσοῦ καί ἦταν γιός πτωχοῦ ταχυδρομικοῦ ὑπαλλήλου. Σπούδασε σέ Ἀγρονομικό Ἰνστιτοῦτο καί σέ ἕνα Ἰνστιτοῦτο Ἀνατολικῶν Γλωσσῶν (γιά τόν λόγο αὐτό ὅταν ἔγινε μοναχός, ἐργάστηκε ἱεραποστολικά στό Πεκίνο). Ὁ ἀδελφός του Πρωθιερεύς Νικόλαος ἐκτελέστηκε ἀπό τούς Μπολσεβίκους. Σπούδασε ἀκόμη στή Θεολογική Ἀκαδημία τοῦ Καζάν, ὅπου συνδέθηκε μέ τόν διευθυντή της ἐπ. Ἀντώνιο Κραποβίτσκυ (ἔπειτα Μητροπολίτη Κιέβου καί Πρωθιεράρχη τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς). Κατά τόν Α' Παγκόσμιο Πόλεμο ὑπηρέτησε στό μέτωπο τοῦ Καυκάσου. Τό 1917 (ἤ 1918) συνελήφθη στήν Τοῦλα καί καταδικάσθηκε σέ θάνατο, ἀλλά διέφυγε τήν ἐκτέλεση.
Τό 1919 διορίστηκε Ἱεραποστολικός Ἱερέας τῆς ἐπαρχίας Κιέβου, μόνασε στή Μονή τοῦ ἁγ. Μιχαήλ καί ταυτόχρονα σπούδασε στήν ἐκεῖ Θεολογική Ἀκαδημία, κάτω ἀπό τήν προστασία τοῦ ἐπ. Ἀντωνίου, πού εἶχε ἤδη ἀναλάβει τήν Μητρόπολη Κιέβου. Διακρινόταν γιά τό ἦθος, τήν ἀσκητική ζωή καί τόν ἱεραποστολικό του ζῆλο.
Κατά τήν διάρκεια τοῦ Ρωσικοῦ Ἐμφυλίου Πολέμου, ὑπηρετοῦσε στή Μονή ἁγ. Γεωργίου Κριμαίας, ὅπου τόν συνέλαβαν οἱ Μπολσεβίκοι καί τόν ἐξόρισαν. Μετά τήν ἀπελευθέρωσή του χειροτονήθηκε ἀπό τόν Πατριάρχη Τύχωνα Ἐπίσκοπος Γκλούκωφ καί τοῦ ἀνατέθηκε ἡ διαποίμανση τῆς ἱστορικῆς Ἐπισκοπῆς τοῦ Τσερνίκωφ.
Τό 1922 - 23 διώχθηκε ἀπό τούς Ἀνακαινιστές τῆς «Ζωντανῆς Ἐκκλησίας», τό 1924 ἐξορίστηκε στό Χάρκοβο καί τό 1925 στή Μόσχα, ὅπου κατά τήν περίοδο ἀπό τόν Δεκέμβριο τοῦ 1925 μέχρι τόν Ἰούνιο τοῦ 1926 κρατήθηκε στίς φυλακές τῆς GPU, μέ μόνη παρηγοριά μία ἀγγλική Βίβλο!
Στήν ἐκτέλεση τῶν ἐπισκοπικῶν του καθηκόντων ὑπῆρξε ἄψογος καί γι' αὐτό τό 1926 τόν συνέλαβαν καί τόν ἐξόρισαν. Ἡ πιό σημαντική περιπέτειά του ἦταν ἡ ἐξορία του στό Τουραχάν (περιοχῆς Γενισέϊ), ὅπου τόν πῆγαν μέ ἔλκυθρο, μετά ἀπό πορεία ἕξη ἑβδομάδων! Ἐκεῖ ἡ ὑγεία του κλονίστηκε, σέ σημεῖο πού δέν μποροῦσε νά σταθεῖ ὄρθιος!
Τό 1927 ἔφθασαν στόν τόπο τῆς ἐξορίας του τά νέα τῆς Διακηρύξεως τοῦ Μητροπ. Σεργίου. Ὁ ἐπ. Δαμασκηνός ἀντέδρασε μέ σφοδρότητα καί ἀπό τήν ἐξορία του ἔστειλε 150 περίπου ὁμολογιακές ἐπιστολές καταδίκης τοῦ Σεργιανισμοῦ, κείμενα πού τόν ἔκαναν γνωστό σ' ὅλη τήν Ρωσία. Τό 1928 πέτυχε νά συναντηθεῖ μέ τό Μητροπ. Κύριλλο τοῦ Καζάν (ἐνῶ μετέφεραν τόν τελευταῖο στήν ἐξορία του στόν παγωμένο Βορρᾶ) καί νά ταυτιστεῖ ἔκτοτε μαζί του στά θέματα πού ἀπασχολοῦσαν τήν Ρωσική Ἐκκλησία.
Ὅταν ἀπελευθερώθηκε τό 1928, ζήτησε καί τοῦ ἐπιτράπηκε νά πάει στήν Μόσχα, γιά νά συναντήσει τόν Σέργιο, ἐκεῖ ὅμως διαπίστωσε ὅτι ἡ "νέα πολιτική" ἦταν προδοσία τῆς Ἐκκλησίας καί γι' αὐτό ἀντέδρασε σάν πραγματικός Ἐπίσκοπος.
Τό 1929 πέτυχε νά ἐπικοινωνήσει μέ τόν Μητροπ. Πέτρο τοῦ Κρούτισκ - τόν ὁποῖο ἀναγνώριζε σάν κεφαλή τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας - νά τοῦ γνωρίσει τίς ἀπόψεις του γιά τά ἐκκλησιαστικά πράγματα καί τήν ἀνάγκη τῶν Κατακομβῶν καί νά τοῦ προμηθεύσει ὅλα τά μέχρι τότε κείμενα καί τίς ὁμιλίες τοῦ Σεργίου. Ὁ Μητροπ. Πέτρος συμφώνησε μαζί του καί μέ τήν εὐλογία του ὁ ἐπ. Δαμασκηνός ἄρχισε νά ὀργανώνει μυστικές ἐνορίες στήν περιοχή τῆς ἐξορίας του.
Τόν Νοέμβριο τοῦ 1929 ἐξορίστηκε στό Στρατόπεδο Σολόβκι, ὅπου συναντήθηκε μέ ἄλλους Ἐπισκόπους καί κληρικούς τῶν Κατακομβῶν καί ἐπέζησε τρώγοντας μούσκλια καί ὡμά σαλιγκάρια! Δέν εἶναι γνωστό πότε ἀπελευθερώθηκε ἀπό τό Σολόβκι, στό προσκήνιο πάντως ἐμφανίζεται καί πάλι τό 1934, ὅταν ἀναγκάζεται νά διακηρύξει τήν ἀνάγκη σωτηρίας μέσῳ τῶν Κατακομβῶν ἑνός μικροῦ ἔστω μέρους τοῦ ποιμνίου, παρά τήν ἀπώλεια ὅλου τοῦ λαοῦ.
Τόν ἴδιο χρόνο συλλαμβάνεται καί ἐξορίζεται, αὐτή τήν φορά στό Καζαχτάν καί τό 1935 στή βόρεια Σιβηρία, ὅπου μέσα σέ ἕνα ἄθλιο κελλί φυλακῆς, χωρίς παράθυρα καί φῶς, μέ τούς τοίχους σκεπασμένους ἀπό πάγο καί μέ ἐλάχιστη τροφή, πεθαίνει ἀπό γάγγραινα πού τοῦ προκάλεσαν τά κρυοπαγήματα, τήν 10. 9. 1937.

Ἐπίσκοπος Γρηγόριος τοῦ Σλίσελμπουργκ (+ 1937).
Ὁ κατά κόσμον Ἀλέξανδρος Ἀλεξέγιεβιτς Lebedev γεννήθηκε στήν Κολόμνα τό 1878, σέ οἰκογένεια Ἱερέως. Τό 1885 ἀπεβίωσε ἡ μητέρα του ἀφήνοντας ὀκτώ ὀρφανά, ἡλικίας 1,5 - 16 ἐτῶν. Ἀπό τά παιδιά αὐτά τέσσερα ἀγόρια ἔγιναν Ἱερεῖς καί δύο κορίτσια Πρεσβυτέρες!
Ἡ Ἱερατική καί Ἀρχιερατική διακονία τοῦ ἔπειτα Ἐπισκόπου Γρηγορίου προφητεύθηκε ἀπό μία διορατική μοναχή. Κατά τήν διάρκεια τῶν σπουδῶν του στό τοπικό Θεολογικό Σεμινάριο, συνήθιζε κάθε καλοκαίρι νά πηγαίνει στή Λαύρα τῆς Ἁγίας Τριάδος - ἁγ. Σεργίου. Ἐκεῖ διδάχθηκε τά τῆς μοναχικῆς πολιτείας καί ἔτσι τό 1898 ἔγινε μοναχός στή Μονή Bobrinev τῆς Κολόμνας.
Τό 1903 ἀποφοίτησε ἀπό τήν Θεολογική Ἀκαδημία τοῦ Καζάν, προστατευόμενος τοῦ Πρυτάνεως Ἐπισκόπου Ἀντωνίου Κραποβίτσκυ (ἔπειτα Μητροπολίτου Κιέβου καί Πρωθιεράρχου τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς) καί διορίσθηκε Καθηγητής τῆς Ὁμιλητικῆς - Λειτουργικῆς στό Θεολογικό Σεμινάριο τοῦ Σιμπίρσκ. Δίδαξε ἀκόμη σέ Γυμνάσια τῆς Μόσχας.
Τό 1920 ἐντάχθηκε στήν ἀδελφότητα τῆς Μονῆς Ντανίλωφ τῆς Μόσχας καί δέχθηκε τήν Ἱερωσύνη ἀπό τόν Ἡγούμενό της Ἀρχιεπίσκοπο Θεόδωρο τοῦ Βολοκολάμσκ (ἔπειτα Ἱερομάρτυρα). Τό 1923 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Σλίσελμπουργκ (βοηθός τῆς Μητροπόλεως Πετρουπόλεως), ἀπό τόν Πατριάρχη Τύχωνα καί διορίσθηκε Προϊστάμενος τῆς Λαύρας τοῦ ἁγ. Ἀλεξάνδρου Νέβσκι.
Ὅταν ἐκδηλώθηκε τό σχίσμα τῆς "Ζωντανῆς Ἐκκλησίας", ἀγωνίσθηκε γιά τήν γνησιότητα τῆς Πίστεως καί τήν τήρηση τῆς κανονικῆς τάξεως στό πλευρό τοῦ Πατριάρχου Τύχωνος, σέ ἀποτέλεσμα νά συληφθεῖ τό 1925. Τήν 31. 3. 1927 συνελήφθει καί πάλι μέ τήν κατηγορία τῆς "ὀργανώσεως κύκλων ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας"! Ὅταν ἀπελευθερώθηκε τήν 19. 11. 1927, ὁ Μητροπ. Σέργιος εἶχε ἤδη δημοσιεύσει τήν Διακήρυξή του καί ὁ ἐπ. Γρηγόριος συνέπραξε μέ τόν Μητροπ. Ἰωσήφ τῆς Πετρουπόλεως, ὁ ὁποῖος τήν 12. 2. 1928 τόν ὀνόμασε βοηθό του, ὑπεύθυνο γιά τήν Λαύρα Νέβσκι. Ὅμως οἱ πιέσεις ἀπό τήν πλευρά τοῦ Μητροπ. Σεργίου καί τῶν Σοβιετικῶν Ἀρχῶν ἦσαν τόσο ἰσχυρές, ὥστε τήν 28. 1. 1928 ὁ ἐπ. Γρηγόριος μέ ἐπιστολή του πρός τόν Σέργιο τοῦ ἔκανε γνωστή τήν παραίτησή του ἀπό τήν ἕδρα, διότι δέν μποροῦσε νά συνεργαστεῖ μαζί του. Τόν Μάϊο τοῦ 1928 ὁ Μητροπ. Σέργιος τοῦ πρόσφερε τήν ἕδρα τῆς Ἐπισκοπῆς Θεοδοσίας στήν Κριμαῖα, ἀλλά ὁ ἐπ. Γρηγόριος ἐπέμεινε στήν παραίτησή του καί ἐφησύχασε στήν Κολόμνα. Στήν μόνωση τοῦ κελλιοῦ του βρῆκε τόν χρόνο νά συγκεντρώσει τίς ὁμιλίες του καί νά γράψει ἕνα ὑπόμνημα στό κατά Μάρκον Εὐαγγέλιο.
Σύμφωνα μέ μία πηγή τό 1928 ὑπέγραψε τίς ἀποφάσεις τῆς Νομαδικῆς Συνόδου.
Τό 1931 ἀσθένησε καί φιλοξενήθηκε στό σπίτι ἑνός συγγενούς του στή Μόσχα. Τόν Μάρτιο τοῦ 1933 τόν δέχτηκε στό σπίτι του ἕνας ἀδελφός του στό Κασίν. Ἐκεῖ ὁ λόγιος Ἱεράρχης ἔγραψε ὑπομνήματα στό Μεγάλο Κανόνα τοῦ ἁγ. Ἀνδρέα ἀρχιεπ. Κρήτης καί στήν Εὐχή τοῦ ὁσ. Ἰσαάκ τοῦ Σύρου.
Συνελήφθη τό 1933 στό Κασίν καί καταδικάσθηκε σέ φυλάκιση 10 ἐτῶν. Ἀπελευθερώθηκε τό 1934 γιά νά συληφθεῖ καί πάλι τήν 16η Ἀπριλίου τοῦ ἴδιου χρόνου καί νά φυλακισθεῖ στό Καλίνιν. Ἐκτελέστηκε στή φυλακή τοῦ Τβέρ τήν 17. 9. 1937, μαζί μέ 50 Κληρικούς καί λαϊκούς τῶν Κατακομβῶν.

Ἐπίσκοπος Ἀββακούμ τῆς Παλαιᾶς Οὔφα (+ 1937).
Ὁ κατά κόσμον Γρηγόριος Ἀντώνιεβιτς Borovkov γεννήθηκε τό 1892 καί ἦταν Καθηγητής Φυσικῆς στήν Οὔφα τῆς Σιβηρίας. Ἀναρχικός στή νεότητά του, γνώρισε τήν Χριστιανική Πίστη μέσῳ τοῦ Ἱερομάρτυρος Ἀρχιεπισκόπου Ἀνδρέα τῆς Οὔφα καί τό 1922, κατά τήν κρίση πού προκάλεσε τό Σχίσμα τῆς "Ζωντανῆς Ἐκκλησίας", χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Παλαιᾶς Οὔφα, ἀπ' εὐθείας ἀπό τήν τάξη τῶν λαϊκῶν, ἀπό τόν ἀρχιεπ. Ἀνδρέα καί τόν ἐπ. Νικόλαο Ipatov. Ἕνα μῆνα μετά τήν χειροτονία του συνελήφθη καί ἐξορίστηκε στό Ust Sysolk.
Ἐπέστρεψε στήν Οὔφα τόν Ἰούλιο τοῦ 1926 καί δραστηριοποιήθηκε κατά τῶν Ἀνακαινιστῶν καί τοῦ "νέου ἐκκλησιαστικοῦ σχήματος" τοῦ Μητροπ. Σεργίου (1927). Τήν Ἄνοιξη τοῦ 1928 συνελήφθη καί ἐξορίσθηκε στό Τσελιάμπινσκ. Τό 1930 συνελήφθη καί πάλι καί ἐξορίστηκε γιά πέντε χρόνια στήν περιοχή τῆς Λευκῆς Θάλασσας, ἀλλά ἡ ποινή του παρατάθηκε μέχρι τό 1937, ὁπότε καί ἐκτελέστηκε, τήν 2α Ὀκτωβρίου.

Ἐπίσκοπος Λάζαρος (Lyobimov, + 1937).
Ὁ κατά κόσμον Μιχαήλ Ἰβάνοβιτς Lyobimov γεννήθηκε τό 1887 στό χωριό Litvinovo τῆς περιφερείας τῆς Μόσχας, σέ οἰκογένεια Ἱερέως. Σπούδασε στό Θεολογικό Σεμινάριο καί στήν Ἀκαδημία τῆς Μόσχας.
Δέν ἀναγνώρισε τήν Διακήρυξη τοῦ 1927 καί τό 1928 ἦταν ἐφημέριος τοῦ Ναοῦ ἁγ. Νικολάου "τοῦ Μεγάλου Σταυροῦ" Μόσχας. Τό 1930 χειροτονήθηκε μυστικά Ἐπίσκοπος. Μαζί μέ τόν Ἰωσηφίτη γιατρό V. P. Proshkov, πῆγε ἀρκετές φορές στήν Πετρούπολη καί συναντήθηκε μέ γνωστούς Ἰωσηφίτες, ὅπως τόν Πρωθιερέα Φιλόθεο Polyarov καί τόν G. B. Petkevch.
Μετά τήν σύλληψη τῶν Ἰωσηφιτῶν Ἐπισκόπων τῆς Πετρουπόλεως καί τήν ἀνάληψη τῆς ἡγεσίας ἀπό τόν Ἐπίσκοπο Γαβριήλ τοῦ Κλίν (ἐξόριστο ἀπό τήν Ἄνοιξη τοῦ 1927 στήν Κριμαῖα), ὁ Ἐπίσκοπος Λάζαρος τόν ἐπισκέφθηκε - τόν Δεκέμβριο τοῦ 1931 - καί μέ τήν εὐλογία του ἀνέβαβε τήν ἡγεσία τῶν Ἰωσηφιτῶν τῆς Μόσχας.
Τήν 15. 4. 1932 συνελήφθη καί φυλακίσθηκε καί τήν 7. 7. 1932 καταδικάστηκε σέ τρία χρόνια ἐγκλεισμό σέ στρατόπεδο ἐργασίας, ἀπ' ὅπου ἀπελευθερώθηκε τό 1935. Τήν 15. 12. 1937 συνελήφθη καί τήν 22. 12. 1937 ἐκτελέστηκε στό Butovo τῆς Μόσχας, ὅπου καί ἐνταφιάσθηκε.

Ἐπίσκοπος Μακάριος τοῦ Δνεπροπετρόβσκ (+ 1937).
Ὁ Ἐπίσκοπος Μακάριος Karmazinov γεννήθηκε τό 1875 στήν πόλη Medzhibozh τῆς Βίνιτσα. Ἦταν στρατιωτικός Ἱερεύς. Τό 1922 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Uman, βοηθός τῆς Μητροπόλεως Κιέβου. Κατά τήν περίοδο 1924 - 25 διοίκησε τήν Μητρόπολη Κιέβου καί τό 1925 - 27 τήν Ἐπισκοπή Δνεπροπετρόβσκ.
Στήν προσπάθειά του νά ὀργανώσει μία μυστική Ἐκκλησία, χειροτόνησε μαζί μέ τόν Ἐπίσκοπο Παρθένιο τοῦ Ἀνανίεφ τρεῖς μυστικούς Ἐπισκόπους (τούς Σέργιο Kuminsky, Ἀθανάσιο Molchanovsky καί Θεόδωρο Vyshgorodsky). Οἱ μυστικοί αὐτοί Ἐπίσκοποι χειροτονήθηκαν ὑπό τόν ὅρο νά ἱερουργοῦν ὡς Ἱερεῖς καί νά ἐμφανισθοῦν ὡς Ἐπίσκοποι ὅταν χρειαζόταν.
Κατά τήν περίοδο 1924 - 27 ἦταν ἐξόριστος (ἀπό τόν Μάρτιο τοῦ 1927 στό Τόμσκ τῆς Σιβηρίας). Τήν 30. 9. 1934 συνελήφθη μέσα στό τραίνο πού τόν μετέφερε στή Μόσχα καί τήν 25. 12. 1934 καταδικάσθηκε σέ ἐξορία. Ἀπεβίωσε τό 1937, ἐξόριστος στήν Karaganda.

Ἐπίσκοπος Νικήτας τοῦ Νίζνι Ταγκίλσκ (+ 1937).
Ὁ κατά κόσμον Θεόδωρος Πέτροβιτς Delektorsky γεννήθηκε τό 1876. Σπούδασε στό Θεολογικό Σεμινάριο τοῦ Βλαδιμήρ καί στήν Ἀκαδημία τῆς Μόσχας καί κατά τήν περίοδο 1897 - 1908 ἐργάσθηκε σάν Καθηγητής. Τό 1898 ἐντάχθηκε στόν Ἱερό Κλῆρο. Ἡ Ἐπανάσταση τοῦ 1917 τόν βρῆκε Προϊστάμενο τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ τῶν ἁγ. Ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου στό Πέρμ.
Τήν 29. 4. 1924 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Buguma, ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀνδρέα τῃς Οὔφα (+ 1937). Τό ἴδιο ἔτος τόν συνέλαβαν, ὅπως καί τό ἑπόμενο (1925). Τό 1926 ὀνομάσθηκε Ἐπίσκοπος Orekhovo - Zuyevo καί τήν 3. 9. 1927, μετά τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου, Ἐπίσκοπος Νίζνι Ταγκίλσκ. Τό 1930 συνελήφθη καί πάλι καί τό 1937 γιά τελευταῖα φορά πέρασε τίς πύλες τῶν Φυλακῶν Taganka τῆς Μόσχας, μέ τήν κατηγορία τῆς συμμετοχῆς σέ παράνομη θρησκευτική ὀργάνωση (ἐνν. ἡ Ἐκκλησία τῶν Κατακομβῶν). Ἐκτελέστηκε τήν 19. 11. 1937 στό Butovo τῆς Μόσχας.
Καθ' ὅλη τήν διάρκεια τῆς δράσεώς του στίς Κατακόμβες, διευκόλυνε τήν ποιμαντική του δραστηριότητα ὑποκρινόμενος τόν Σαλό.

Ἀρχιεπίσκοπος Ἀρσένιος τοῦ Σερπούχωφ (+ 1937).
Ὁ κατά κόσμον Ἀλέξανδρος Ἰβάνοβιτς Zhadanovsky, γεννήθηκε τό 1874 στό χωριό Pisarevka τοῦ Χαρκόβου, σέ οἰκογένεια Πρωθιερέως. Σπούδασε στό Θεολογικό Σεμινάριο τοῦ Χαρκόβου καί στή Θεολογική Ἀκαδημία τῆς Μόσχας καί διορίστηκε Προϊστάμενος τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Σουχοῦμι. Ἡ Ἱερατική καί Ἐπισκοπική του διακονία προφητεύθηκε ἀπό τόν διορατικό Ἐπίσκοπο Ἀμβρόσιο τοῦ Χαρκόβου. Τό 1899 ἔγινε μοναχός μέ εὐλογία τοῦ ἁγ. Ἰωάννη τῆς Κροστάνδης καί χειροτονήθηκε Διάκονος. Τό 1902 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος καί διορίστηκε Καθηγητής τῆς Ὁμιλητικῆς στό Θεολογικό Σεμινάριο τῆς Τιφλίδος καί Σκευοφύλακας τῆς ἱστορικῆς Μονῆς Τσουντώφ.
Ἀπό τό 1912 ὑπῆρξε ἐκδότης τοῦ Περιοδικοῦ "Ἡ Φωνή τῆς Ἐκκλησίας". Τό 1914 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Σερπούχωφ καί τό 1916 διορίστηκε τέταρτος βοηθός Ἐπίσκοπος τῆς ἐπαρχίας τῆς Μόσχας.
Ὅταν τό 1918 οἱ Μπολσεβίκοι ἔκλεισαν τήν Μονή Τσουντώφ, ὁ ἐπ. Ἀρσένιος βρῆκε καταφύγιο στή γυναικεία Σκήτη τοῦ Seraphimo Znamenesky, ὅπου ἡ Ἡγουμένη Θάμαρ - μέ ἐντολή τοῦ Πατριάρχου Τύχωνος - τοῦ πρόσφερε ἀσφαλές ἄσυλο. Στή Σκήτη ὁ εὐλαβής Ἱεράρχης λειτουργοῦσε καθημερινά καί ἀσχολοῦνταν μέ τήν ἁγιογραφία.
Τό 1920 ἐγκαταστάθηκε στό Σερπούχωφ, ὅπου ἵδρυσε τήν Ἀδελφότητα τοῦ ἁγ. Ἰωάννη τοῦ Θεολόγου, μέ σκοπούς πνευματικούς καί κοινωνικούς – φιλανθρωπικούς.
Τό 1923 ὑποχρεώθηκε ἀπό τίς Ἀρχές νά ἐφησυχάσει καί ὅταν τό 1924 ἔκλεισε Σκήτη, κατέφυγε μέ τίς μοναχές Ἀλεξάνδρα καί Ματρῶνα στό χωριό Kuzmenki. Τό ἴδιο ἔτος ὁ Πατριάρχης Τύχων τόν ὀνόμασε Ἀρχιεπίσκοπο. Τό 1926 συνελήφθη καί ἐξορίστηκε στό Νίζνι Νόβγκοροντ καί ἀργότερα στό Ἀρζαμᾶς. Τό 1927 δέν ἀναγνώρισε τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου.
Σύμφωνα μέ μία πηγή τό 1928 ὑπέγραψε τίς ἀποφάσεις τῆς Νομαδικῆς Συνόδου, μέσῳ τοῦ Ἱερομονάχου Ἀνδρέα Eldson.
Τό 1929 ἐξορίστηκε στό Σβενίγκοροντ καί τό 1931 στό Σολόβκι, ὅπου τόν κούρεψαν μέ ψιλή μηχανή, τοῦ ἔβγαλαν τά ράσα, τοῦ φόρεσαν κουρέλια καί τόν ἔκλεισαν σέ μία παράγκα μέ 300 ἄλλους κρατουμένους!
Τήν 21. 4. 1932 τόν συνέλαβαν στό Σερπούχωφ καί τόν φυλάκισαν στίς φυλακές τῆς GPU. Τό 1937 συνελήφθη στό Kotelniki καί φυλακίσθηκε στή φυλακή Butyrskaya τῆς Μόσχας.
Ἐκτελέστηκε τήν 10. 12. 1937 στό Butovo τῆς Μόσχας, μαζί τόν Ἀρχιεπίσκοπο Νικόλαο τοῦ Βλαδιμήρ καί ἄλλα μέλη τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν, μέ τήν κατηγορία τῆς συμμετοχῆς σέ φιλομοναρχική ὀργάνωση μέ τήν ἐπωνυμία "Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία"! Ὑπάρχουν μαρτυρίες, ὅτι μετά τόν θάνατό του ἐμφανίσθηκε πολλές φορές σέ διωκόμενους πιστούς!

Ἀρχιεπίσκοπος Νικόλαος τοῦ Βλαδιμήρ (+ 1937) .
Ὁ κατά κόσμον Κωνσταντῖνος Παύλοβιτς Dobronravov γεννήθηκε τό 1861 στήν περιοχή τῆς Μόσχας, σέ οἰκογένεια Ἱερέως. Σπούδασε στό Θεολογικό Σεμινάριο καί στήν Ἀκαδημία τῆς Μόσχας. Τό 1885 διορίστηκε Καθηγητής στό Θεολογικό Σεμινάριο τῆς Βιθανίας. Τό 1889 χειροτονήθηκε ἔγγαμος Ἱερεύς τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ τοῦ Πέρμ. Τό 1890 διορίστηκε Καθηγητής Θεολογίας στή Στρατιωτική Σχολή τοῦ Ἀλεξαντρώφσκυ. Συμμετεῖχε στήν Πανρωσική Σύνοδο τοῦ 1917 - 18.
Μετά τήν χηρεία του ἔγινε μοναχός καί χειροθετήθηκε Ἀρχιμανδρίτης. Τό 1918 συνελήφθη γιά πρώτη φορά, ἀλλά ἀπελευθερώθηκε. Τό 1921 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Σβενίγκοροντ. Τό 1923 μετατέθηκε στήν Ἀρχιεπισκοπή Βλαδιμήρ - Σούζνταλ. Τό ἴδιο ἔτος συνελήφθη γιά δεύτερη φορά καί ἐξορίστηκε γιά πέντε χρόνια στήν Σιβηρία. Τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1925 φυλακίσθηκε στή Φυλακή Butyrskaya τῆς Μόσχας, μαζί μέ ἄλλους Ἱεράρχες ὑποστηρικτές τῆς τοποτηρησίας τοῦ Μητροπ. Κρουτίτσης Πέτρου. Τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1926 ἐξορίστηκε στό Turukhansk.
Ὑπῆρξε ἀπό τούς κάθετα ἀντίθετους Ἱεράρχες πρός τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου. Σέ ἐπιστολή του τῆς 7. 4. 1929 ἔγραφε σχετικά: "Ὑπογράφοντας ὁ Μητροπ. Σέργιος τήν Διακήρυξή του, ὑπέγραψε κατά τῆς Ἀποστολικότητος τῆς Ἐκκλησίας, εἰσάγωντας σ' Αὐτήν γήϊνες καί κοσμικές ἀρχές· κατά τῆς Ἁγιότητός Της, βλασφημόντας κατά τῆς ὁμολογίας Της· καί κατά τῆς Καθολικότητός Της, μέ τήν ἀπό μέρους του μονομερή διοίκησή Της".
Τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1929 μεταφέρθηκε στή Βολόγδα καί στή συνέχεια στή Μόσχα, ὅπου ὑποχρεώθηκε σέ παραίτηση. Μέχρι καί τήν συλληψή του, τήν 7. 12. 1937, ἀξιοποίησε τόν ἀναγκαστικό ἐφησυχασμό του γιά τήν συγγραφή θεολογικῶν ἔργων. Ἐκτελέστηκε τήν 10. 12. 1937 στό Butovo τῆς Μόσχας, μαζί μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀρσένιο τοῦ Σερπούχωφ, τόν ἀρχιμ. Κρονίδη Lyubomov, τόν Ἁγιογράφο V. A. Komarovsky καί τόν φοιτητή Y.A. Orsufyev.

Ἀρχιεπίσκοπος Προκόπιος τῆς Χερσῶνας (+ 1937) .
Ὁ κατά κόσμον Πέτρος Συμεώνοβιτς Titov γεννήθηκε τό 1877 στό χωριό Kuzminsk τοῦ Τόμσκ, σέ οἰκογένεια Ἱερέως. Σπούδασε στή Θεολογική Ἀκαδημία τοῦ Καζάν. Στόν Κλῆρο ἐντάχθηκε τό 1901 καί τό 1909 χειροθετήθηκε Ἀρχιμανδρίτης. Τό 1914 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Ἐλισάβετγκραντ, βοηθός τῆς Ἐπισκοπῆς Χερσῶνας. Συμμετεῖχε στήν Πανρωσική Σύνοδο τοῦ 1917 - 18.
Κατά τήν περίοδο 1923 - 26 ἦταν ἐξόριστος στό Σολόβκι καί ἀργότερα στό Τόμσκ τῆς Σιβηρίας. Τό 1924 ὀνομάσθηκε Ἐπίσκοπος Χερσῶνας καί τό 1925 Ἀρχιεπίσκοπος. Τήν 27. 11. 1925, ἄν καί ἐξόριστος, συνελήφθη καί καταδικάσθηκε σέ νέα ἐξορία. Τό 1927 ἦταν ἐξόριστος στό Turtkul. Δέν δέχθηκε τήν Διακήρυξη τοῦ 1927, ὑπέγραψε μάλιστα καί κείμενο κατά τοῦ Μητροπ. Σεργίου, ἔτσι τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1928 ὁ Σέργιος τοῦ ἀφαίρεσε τήν ἐπισκοπική ἕδρα. Τό 1929 ἦταν ἐξόριστος στό Σολόβκι καί ἔπειτα στό Τομπόλσκ.
Δραστηριοποιήθηκε στίς Κατακόμβες στίς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ '30. Τήν Ἄνοιξη τοῦ 1932 συνέπραξε μέ τόν Κατακομβίτη Ἐπίσκοπο Ἀμβρόσιο τοῦ Ζιτομίρ (Polyansky), στή χειροθεσία τοῦ Ἡγουμένου Θεαγένη σέ Ἀρχιμανδρίτη. Τό 1935 ἦταν στήν Τασκένδη, ὅπου τήν 28η Μαϊου συναντήθηκε μέ τόν Κατακομβίτη Πρωθιερέα Ἰωάννη Sadovsky. Ἐκτελέστηκε τό 1937.

Ἀρχιεπίσκοπος Σεραφείμ τοῦ Οὔγκλις (+ 1937).
Ὁ κατά κόσμον Συμεών Νικολάγιεβιτς Samoilovich γεννήθηκε τό 1881 (ἤ 1885) στήν περιφέρεια τῆς Πολτάβας. Σπούδασε στό Θεολογικό Σεμινάριο τῆς Πολτάβας. Τό 1905 ἔγινε μοναχός καί δέχθηκε τήν Ἱερωσύνη. Ὑπηρέτησε σάν δάσκαλος - ἐφημέριος στό νησί Σίτκα τῆς Ἀλάσκας καί τό 1907 - 08 σάν Καθηγητής στό Σεμινάριο τῆς Σίτκας, ἐπί ἀρχιερατείας Τύχωνος, τοῦ ἔπειτα Πατριάρχου Μόσχας. Ὅταν ὁ Τύχων μετατέθηκε στό Γιαροσλάβ, πῆρε μαζί του καί τόν π. Σεραφείμ καί τόν διόρισε Ἡγούμενο στήν ἱστορική Μονή τῆς Τόλγας. Ἐκεῖ δημιούργησε νοσοκομεῖο γιά τούς τραυματίες τοῦ Α' Παγκοσμίου Πολέμου καί ἔγραψε τήν ἱστορία τῆς Μονῆς (1314 - 1914). Τό 1918 μετατέθηκε στό Οὔγκλις, ὅπου διορίστηκε Ἡγούμενος τῆς Μονῆς τῆς Ἁγίας Σκέπης καί χειροθετήθηκε Ἀρχιμανδρίτης.
Τό 1920 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Οὔγκλις ἀπό τόν Πατριάρχη Τύχωνα. Κατά τήν περίοδο 1922 - 25 ἦταν φυλακισμένος στό Γιαροσλάβ. Τό 1924 ὀνομάσθηκε Ἀρχιεπίσκοπος ἀπό τόν Πατριάρχη. Κατά τήν περίοδο 30. 11. 1926 - 27. 3. 1927 ἄσκησε τήν ἀνωτάτη διοίκηση τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας ἀπό τήν θέση τοῦ Ἀντιπροσώπου τοῦ Τοποτηρητοῦ τοῦ Πατριαρχικοῦ Θρόνου. Ἀρνούμενος νά συνεργαστεῖ μέ τίς ἀθεϊστικές Ἀρχές, ἐκτοπίστηκε γιά νά ἀνοίξει ὁ δρόμος πρός τόν ἐνδοτικό Μητροπ. Σέργιο.
Τό 1928 συμμετεῖχε στήν ὑπό τόν Μητροπ. Ἀγαθάγγελο Σύνοδο τοῦ Γιαροσλάβ καί τό 1935 στήν ὑπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Θεόδωρο τοῦ Βολοκολάμσκ "Μικρή Σύνοδο" τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν, μαζί μέ ἄλλους ἐξορίστους Ἀρχιερεῖς στόν Ἀρχάγγελο. Σύμφωνα μέ μία πηγή συμφώνησε μέ τήν Νομαδική Σύνοδο - μέσῳ τοῦ Ἱερομονάχου Ἀλεξίου - ἀλλά δέν ὑπέγραψε τίς ἀποφάσεις της.
Τήν 17. 2. 1928 συνελήφθη καί ἐξορίστηκε στό Μογκίλεφ. Τήν 17. 2. 1929 ἐξορίστηκε γιά πέντε χρόνια στό Σολόβκι. Τό 1932 ἐξορίστηκε στό Κόμι, βόρεια τῆς Βιάτκας καί τό 1934 στό Στρατόπεδο Kemerovo τῆς Σιβηρίας. Ἐκτλέστηκε στό στρατόπεδο αὐτό τήν 9. 11. 1937.

Ἐπίσκοπος Ἰωάσαφ τοῦ Chistopol (+ 1937).
Ὁ κατά κόσμον Ἰωάννης Ἰβάνοβιτς Udalov γεννήθηκε τό 1886 στήν Οὔφα, σέ οἰκογένεια ὠρολογοποιοῦ. Σπούδασε στό Θεολογικό Σεμι- νάριο τῆς Οὔφα καί στήν Ἀκαδημία τοῦ Καζάν. Διάκονος χειροτονήθηκε ἀπό τόν Ἐπίσκοπο Γαβριήλ τοῦ Ὄστρογκ καί Πρεσβύτερος ἀπό τόν Πρύτανη τῆς Ἀκαδημίας Ἀρχιεπίσκοπο Βολυνίας Ἀντώνιο Κραποβίτσκυ (ἔπειτα Μητροπολίτη Κιέβου καί Πρωθιεράρχη τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς). Τό 1910 ἔγινε μοναχός στή Μονή Θεοφανίων τοῦ Ζιτομίρ. Ὑπηρέτησε σάν Καθηγητής καί Ἐπιθεωρητής Ἐκκλησιαστικῶν Σχολῶν. Τό 1912 ἔγινε Ἡγούμενος τῆς Μονῆς τοῦ Σωτῆρος Καζάν καί ἀνέλαβε τήν ἱεραποστολή πρός τούς Τατάρους. Τό 1915 ἔγινε Ἀρχιμανδρίτης καί διορίσθηκε Καθηγητής Παιδαγωγικῆς καί Οἰκονομίας.
Ὅταν τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1918 καταλήφθηκε τό Καζάν ἀπό τούς Μπολσεβίκους καί τό ἱστορικό Κρεμλίνο τῆς πόλεως μετατράπηκε σέ στρατιωτική βάση, πέτυχε τήν μεταφορά τῶν ἀφθάρτων Λειψάνων τῶν ἁγίων Γουρία καί Βαρσανουφίου, μιᾶς θαυματουργοῦ εἰκόνος τῆς ἁγ. Βαρβάρας κ. ἄ. κειμηλίων σέ ἀσφαλή θέση.
Τό 1920 χειροτονήθηκε ἀπό τόν Μητροπολίτη Κύριλλο τοῦ Καζάν Ἐπίσκοπος Mamadysh. Τό 1921 οἱ Σοβιετικές Ἀρχές ἔκλεισαν τήν Ἀκαδημία τοῦ Καζάν καί συνέλαβαν ὅλο τό διδακτικό προσωπικό. Τό 1922, κατά τήν δήμευση τῶν ἐκκλησιαστικῶν σκευῶν, 34 Κληρικοί τῆς περιοχῆς Καζάν ἐκτελέστηκαν. Κατά τό Σχίσμα τῶν Ἀνακαινιστῶν τῆς "Ζωντανῆς Ἐκκλησίας", μόνο δύο ναοί τῆς πόλεως ἔμειναν στήν πατριαρχική δικαιοδοσία.
Ἐξαιρετικά δυναμικός ὁ Ἐπίσκοπος Ἰωάσαφ, ἀπό τό 1923 καί μετά ἦταν μέλος τῶν ἀντι - Ἀνακαινιστικῶν (ἀρχικά) καί ἀντι - Σεργιανιστικῶν (στή συνέχεια) ὁμάδων τῶν Δανιηλιτῶν τῆς Μόσχας (ὑπό τόν Ἡγούμενο τῆς Μονῆς τοῦ ἁγ. Δανιήλ Ἀρχιεπίσκοπο Θεόδωρο τοῦ Βολοκολάμσκ) καί τῶν Ἀνδρεϊτῶν τῆς Σιβηρίας (ὑπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀνδρέα τῆς Οὔφα). Γιά μεγάλο διάστημα ὑπῆρξε ὁ ἐκπρόσωπος τοῦ Μητροπ. Κυριλλου στήν περιοχή τοῦ Καζάν. Τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας τοῦ 1924 ἀναθεμάτισε δημόσια τούς Ἀνακαινιστές.
Γιά πρώτη φορά συνελήφθη τήν 20. 4. 1924 ἀπό τήν GPU καί μεταφέρθηκε στή Μόσχα, ὅπου - πρίν ἐγκλεισθεῖ στή Φυλακή Butyrskaya - συναντήθηκε στή Μονή Ντόνσκοϊ μέ τόν Πατριάρχη Τύχωνα. Ἀπελευθερώθηκε μετά τόν θάνατο τοῦ Τύχωνος (25. 3. 1925), ὑπέγραψε τήν πράξη ἀναλήψεως τῶν καθηκόντων τοῦ Πατριαρχικοῦ Τοποτηρητοῦ ἀπό τόν Μητροπ. Κρουτίτσης Πέτρο καί συμμετεῖχε στίς συνομιλίες του μέ τίς Σοβιετικές Ἀρχές γιά τό θέμα τῶν σχέσεων Ρωσικῆς Ἐκκλησίας - Σοβιετικοῦ Κράτους. Τό Φθινόπωρο τοῦ 1925 συνέταξε ἕνα σχέδιο διακηρύξεως σχετικά μέ τό θέμα αὐτό, ἀλλό αὐτό δέν ἱκανοποίησε τήν Σοβιετική πλευρά καί ἔτσι συνελήφθη τήν 18. 11. 1925 στή Μονή Ντανίλωφ, κρατήθηκε στίς διαβόητες ἐσωτερικές φυλακές τῆς GPU καί τήν 21. 5. 1926 ἐξορίστηκε γιά τρία χρόνια στό Turukhansk.
Τό 1927 δέν ἀναγνώρισε τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου, μέ ἀποτέλεσμα νά "συνταξιοδοτηθεῖ". Ἀπελευθερώθηκε τό καλοκαίρι τοῦ 1929 καί ἐγκαταστάθηκε στό χωριό Kozmodemyansk τῆς περιοχῆς Mari. Τό 1930 (ἤ '31), συνελήφθη μαζί μέ ἄλλους 33 Κληρικούς καί λαϊκούς τῶν Κατακομβῶν, κατά τήν διάρκεια ἐπιχειρήσεων ἐξαρθρώσεως δυκτίων μυστικῶν ἐνοριῶν. Τήν 5. 1. 1932 καταδικάστηκε σέ τρία χρόνια καταναγκαστικά ἔργα στά ὀρυχεῖα τοῦ Aralichev. Τήν 28. 1. 1934 ἡ ποινή του αὐξήθηκε κατά δύο ἀκόμη χρόνια.
Ἀπελευθερώθηκε τό 1936 καί ἐπέστρεψε στό Καζάν, ὅπου δημιούργησε μία μυστική ἐνορία μόλις 14 Κατακομβιτῶν πιστῶν (ἑνός Πρωθιερέως, δύο μοναζουσῶν καί τῶν λοιπῶν λαϊκῶν). Τήν 30. 11. 1937 συνελήφθη γιά τελευταῖα φορά, μέ τήν κατηγορία τῆς ὀργανώσεως μυστικῆς ἀντι- Σοβιετικῆς Ἐκκλησίας, μαζί μέ τόν Πρωθιερέα Νικόλαο Troitsky, τίς Μοναχές Εὐδοκία Dvinskikh καί Στεφανίδα Makarova, κ. ἄ. Χριστιανούς. Ἐκτελέστηκε στό Καζάν τήν 19. 11. 1937. Μαζί του ἐκτελέστηκε καί ὁ Πρωθιερεύς Νικόλαος.

Πρωθιερεύς Σέργιος (Sidorov, + 1937).
Ὁ Πρωθιερεύς Σέργιος Ἀλεξέγιεβιτς Sidorov γεννήθηκε τό 1895 στό χωριό Klimovo τοῦ Νίζνι Νόβγκοροντ. Σπούδασε σέ Θεολογικό Σεμινάριο καί Θεολογική Ἀκαδημία καί τό 1920 χειροτονήθηκε Ἱερεύς γιά τήν ἐπαρχία τῆς Μόσχας. Δέν ἀναγνώρισε τήν Διακήρυξη τοῦ 1927 καί συνέχισε τήν ἱερατική του δρατηριότητα στήν Ἐκκλησία τῶν Κατακομβῶν. Τό 1930, ὅταν ἐξαρθρώθηκε δύκτιο Κατακομβιτῶν συνελήφθη καί καταδικάσθηκε σέ τρία χρόνια ἐξορία στή Σιβηρία. Τόν συνέλαβαν τήν 13. 4. 1937 καί τόν ἐκτέλεσαν τήν 14. 9. 1937 στό Bukovo τῆς Μόσχας, μαζί μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀρσένιο τοῦ Σερπούχωφ καί ἄλλους Κατακομβίτες, μέ τήν κατηγορία τῆς συμμετοχῆς σέ φιλομοναρχική ὀργάνωση μέ τήν ἐπωνυμία "Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία"!
Σημειώνεται, ὅτι μετά τήν κατάρρευση τοῦ Σοβιετικοῦ καθεστῶτος γνωστοποιήθηκε, ὅτι μόνο κατά τήν περίοδο 8. 8. 1937 - 19. 12. 1938 ἡ NKVD ἐκτέλεσε στό Butovo 20. 726 ἀνθρώπους, ἀπό τούς ὁποίους οἱ 370 ἦταν ἐκκλησιαστικοί.

Ἱερεύς Μιχαήλ (Shik, + 1937).
Ὁ Ἱερεύς Μιχαήλ Βλαδιμήροβιτς Shik γεννήθηκε τό 1887 στή Μόσχα, σέ οἰκογένεια Ἑβραίων προσυλήτων στήν Ὀρθοδοξία. Σπούδασε στή Θεολογική Ἀκαδημία τῆς Μόσχας καί χειροτονήθηκε Ἱερεύς γιά τήν ἴδια ἐπαρχία. Τό 1927 δέν ἀναγνώρισε τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου καί ἄρχισε νά δραστηριοποιεῖται στίς Κατακόμβες, ἱερουργῶντας σέ διάφορα σπίτια καί διαμερίσματα. Συνελήφθη τήν 15. 2. 1937 καί ἐκτελέστηκε τήν 14. 9. 1937 στό Bukovo τῆς Μόσχας, μαζί μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀρσένιο τοῦ Σερπούχωφ καί ἄλλους Κατακομβίτες, μέ τήν κατηγορία τῆς συμμετοχῆς σέ φιλομοναρχική ὀργάνωση μέ τήν ἐπωνυμία "Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία"!

Ἱερομόναχος Ἀνδρέας (Eldson, + 1937).
Ὁ κατά κόσμον Βόρις Γιακόβλεβιτς Edson γεννήθηκε στή Μόσχα τό 1896, σέ οἰκογένεια Γερμανικῆς (ἤ σύμφωνα μέ ἄλλη πηγή Σουηδικῆς) καταγωγῆς. Ὑπῆρξε πνευματικό ἀνάστημα τοῦ Στάρετς Νεκταρίου τῆς Ὄπτινα (+ 1928) καί σάν Κληρικός ὑπηρέτησε στή Μόσχα, τό Μούρωμ καί τό Kirzhach. Τό 1920 τόν συνέλαβαν γιά πρώτη φορά καί τόν ἐξόρισαν. Δέν δέχθηκε τήν Διακήρυξη τοῦ 1927 καί δραστηριοποιήθηκε στίς Κατακόμβες. Τό 1928 ὑπέγραψε τίς ἀποφάσεις τῆς Νομαδικῆς Συνόδου ὡς ἐκπρόσωπος τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀρσενίου τοῦ Σερπούχωφ. Συνελήφθη τήν 23. 2. 1937 καί ἐκτελέστηκε τήν 14. 9. 1937 στό Bukovo τῆς Μόσχας, μαζί μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀρσένιο καί ἄλλους Κατακομβίτες, μέ μέ τήν κατηγορία τῆς συμμετοχῆς σέ φιλομοναρχική ὀργάνωση μέ τήν ἐπωνυμία "Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία"!

Μοναχή Βαλεντῖνα (Zasyrkina, + 1937).
Ἡ Μοναχή Βαλεντῖνα Κωνσταντίνοβα Zasyrkina γεννήθηκε τό 1897 στήν Τοῦλα. Ἦταν μυστική μοναχή, στέλεχος τῆς Ἐκκλησίας τῶν Kατακομβῶν, καί ταυτόχρονα τεχνικός τοῦ ἐργοστασίου VIAM τῆς Μόσχας. Συνελήφθη τήν 14. 4. 1937 καί ἐκτελέστηκε τήν 14. 9. 1937 στό Bukovo τῆς Μόσχας, μαζί μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀρσένιο τοῦ Σερπούχωφ καί ἄλλους Κατακομβίτες, μέ μέ τήν κατηγορία τῆς συμμετοχῆς σέ φιλομοναρχική ὀργάνωση μέ τήν ἐπωνυμία "Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία"!

Πρωθιερεύς Ἠλίας (Pirizhenko, + 1937).
Ὁ Πρωθιερεύς Ἠλίας Ἰβάνοβιτς Pirizhenko, γεννήθηκε τό 1888 στό χωριό Πόποβκα τῆς περιφερείας τοῦ Χαρκόβου, σέ οἰκογένεια ἐμπόρου. Χειροτονήθηκε Ἱερεύς μετά τόν γάμο του καί τήν ἀποφοίτησή του ἀπό τό Θεολογικό Σεμινάριο. Γιά πρώτη φορά τόν συνέλαβαν τό 1923 καί τόν καταδίκασαν σέ ἐγκλεισμό σέ στρατόπεδο. Τήν περίοδο 1923 - 26 κρατήθηκε στό Σολόβκι. Ὅταν ἀπελευθερώθηκε τό 1926 ἐγκαταστάθηκε στό Βορονέζ, ὅπου συνδέθηκε μέ τόν Ἐπίσκοπο Ἀλέξιο. Τήν 9. 1. 1928 συνυπέγραψε μέ τόν Ἐπίσκοπο Ἀλέξιο καί ἄλλους 8 Πρωθιερεῖς τήν ἀποκήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου. Τό 1935, μετά ἀπό διάφορες πιέσεις, καταδικάσθηκε σέ 10 χρόνια ἐγκλεισμό σέ στρατόπεδο. Γιά τελευταῖα φορά τόν συνέλαβαν στό Magadan τό 1937, ὁπότε καί ἐκτελέστηκε.

Πρωθιερεύς Παῦλος (Smirnsky, + 1937).
Ὁ Πρωθιερεύς Παῦλος Βασίλιεβιτς Smirnsky γεννήθηκε τό 1873 στό χωριό Anoshkino τῆς περιφερείας τοῦ Βορονέζ, σέ οἰκογένεια Ἱερέως. Σπούδασε στό Θεολογικό Σεμινάριο τοῦ Βορονέζ, ὅπου καί ὑπηρέτησε μετά τήν χειροτονία του. Τήν 9. 1. 1928 συνυπέγραψε μέ τόν Ἐπίσκοπο Ἀλέξιο καί ἄλλους 8 Πρωθιερεῖς τήν ἀποκήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου, μέ ἀποτέλεσμα νά συληφθεῖ. Τό 1931 ἦταν ἐξόριστος στήν Κοστρόμα. Ἐκτελέστηκε τήν 25. 9. 1937.

Ἱερεύς Ἀλέξανδρος (Dubina ἤ Dubinin, + 1937).
Ὁ Ἱερεύς Ἀλέξανδρος Παύλοβιτς Dubina ἤ Dubinin, γεννήθηκε τό 1897 στό χωριό Βασίλιεβο τῆς Πολτάβας, σέ οἰκογένεια Ἱερέως. Πρίν χειροτονηθεῖ πῆρε ἀνώτατη μόρφωση. Ἀνῆκε στόν κύκλο τοῦ Ἱερομάρτυρος Ἐπισκόπου Βασιλείου τοῦ Πριλοῦκι (+ 1930). Τό 1927 δέν ἀναγνώρισε τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου καί τό 1930 συνελήφθη καί ἐξορίσθηκε. Τό 1933 συνελήφθη γιά δεύτερη φορά καί καταδικάστηκε σέ θάνατο, ἀλλά ἡ ποινή του μετατράπηκε σέ 10 χρόνια ἐξορία. Κατά τήν περίοδο 1933 - 37 κρατοῦνταν στό Σολόβκι. Τήν 25. 11. 1937 καταδικάσθηκε γιά δεύτερη φορά σέ θάνατο καί ἐκτελέστηκε τήν 8. 12. 1937.

Νεομάρτυς Γρηγόριος (Pekhterev, + 1937 ;).
Ὁ Γρηγόριος Ἰβάνοβιτς Pekhterev γεννήθηκε σέ οἰκογένεια Λευκορώσων χωρικῶν καί κατοικοῦσε στό χωριό Posyelki τοῦ Κόμελ, ὅπου ἀσκοῦσε τό ἐπάγγελμα τοῦ ξυλουργοῦ. Ἦταν ἔγγαμος Κατακομβῖτης πιστός μέ σύζυγο καί πέντε παιδιά. Ὅταν οἱ ἀθεϊστικές Ἀρχές ἀποφάσισαν νά κλείσουν τήν ἐνορία τοῦ κοντινοῦ χωριοῦ Novoyele, ὁ Γρηγόριος ἔκρυψε τό κλειδί τοῦ ναοῦ μέ τέτοιο τρόπο, ὥστε τό βρῆκαν 10 χρόνια ἀργότερα!
Γιά τήν καλή του ὁμολογία καί ἐπειδή στό σπίτι συγκεντρώνονταν γιά προσευχή πολλοί πιστοί, τόν συνέλαβαν τρεῖς φορές. Τήν πρώτη - τό 1930 ἤ 1931 - τόν ἐξόρισαν στό Σολόβκι καί τήν Novaya Zelmya. Τήν δεύτερη - περίπου τό 1934 - τόν ἐξόρισαν καί ἐπέστρεψε ἀπό τήν ἐξορία τό 1936. Τήν τρίτη φορά - τό 1937 - τόν μετέφεραν στό Μογκίλεβ, ἀπ' ὅπου δέν ἐπέστρεψε ποτέ.

Ἐπίσκοπος Μάρκος τοῦ Σεργκέϊ Ποσάντ (+ 1938).
Ἕνας τῶν πλέον σημαντικῶν Ρώσων Ὀρθοδόξων διανοητῶν τοῦ 20οῦ αἰ., Πανεπιστημιακός Καθηγητής καί ἴσως ὁ πρῶτος τῶν μυστικῶν Ἐπισκόπων.
Ὁ κατά κόσμον Μιχαήλ Ἀλεξάντροβιτς Novoselov, γεννήθηκε τό 1864 στό χωριό Babya τοῦ Τβέρ, σέ οἰκογένεια μέ ἱερατικές ρίζες. Ὁ πατέρας του ἦταν Καθηγητής, εὐγενούς καταγωγῆς. Σπούδασε Ἱστορία καί Φιλολογία στό Πανεπιστήμιο τῆς Μόσχας. Ἀρχικά συνδέθηκε μέ τόν Ρῶσο κλασσικό συγγραφέα Λέοντα Τολστόϊ, τοῦ ὁποίου ὑπῆρξε φίλος καί μαθητής. Τό 1887 συνελήφθη μέ τήν κατηγορία τοῦ ἀναρχισμοῦ καί θά εἶχε ἐξοριστεῖ στή Σιβηρία, ἄν δέν εἶχε καταθέσει ὑπέρ του ὁ ἴδιος ὁ Τολστόϊ. Τό 1888 ἀπελευθερώθηκε, ἀλλά δέν τοῦ ἐπιτράπηκε νά ζήσει στίς ἱστορικές πρωτεύουσες Μόσχα καί Ἁγία Πετρούπολη.
Στή συνέχεια συνδέθηκε μέ τόν ἅγ. Ἰωάννη τῆς Κροστάνδης καί τούς Στάρετς τῆς Ὄπτινα. Σάν Καθηγητής τῆς Κλασσικῆς Φιλολογίας στό Πανεπιστήμιο τῆς Μόσχας καί τῶν Ἑλληνικῶν στό 4ο Γυμνάσιο, ὑπῆρξε ἐκδότης τῆς "Ἠθικο - Θρησκευτικῆς Βιβλιοθήκης".
Τό 1907 δημιούργησε τόν Θρησκευτικό Κύκλο τῆς Χριστιανικῆς Διαφωτίσεως, ὁ ὁποῖος περιλάμβανε προσωπικότητες ὅπως τόν Παῦλο Florensky καί τόν Σέργιο Bulgakov.
Γιά τήν δραστηριότητά του τό 1912 ἀναδείχθηκε μέλος ἐπί τιμῇ τῆς Θεολογικῆς Ἀκαδημίας τῆς Μόσχας καί διορίσθηκε μέλος τοῦ Ἐκπαιδευτικοῦ Συμβουλίου τῆς Ἱερᾶς Συνόδου.
Ὁ Φιλόσοφος Νικόλαος Berdyaev τόν περιγράφει σάν ἕνα "πολύ πιστό ἄνθρωπο, πλήρως ἀφοσιωμένο στίς ἰδέες του, πολύ δραστήριο, ἀκούραστο, πολύ συμπαθῆ στόν λαό, πάντα ἕτοιμο γιά βοήθεια, εἰδικά μέ πνευματικό τρόπο, πού ἤθελε νά μεταστρέψει τούς πάντες καί ἔδινε τήν ἐντύπωση ἑνός μυστικοῦ μοναχοῦ".
Ἀπό τήν Πανρωσική Σύνοδο τοῦ 1917 - 18 κλήθηκε νά συνεισφέρει στήν Ἐπιτροπή Θεολογικῶν Σπουδῶν τῆς Συνόδου. Τήν 30. 1. 1918 ἔγινε μέλος τῆς Ἑνώσεως Ἐνοριῶν τῆς Μόσχας καί στή συνέχεια μέ εὐλογία τοῦ Πατριάρχου Τύχωνος, δίδασκε Πατερική Θεολογία στό διαμέρισμά του.
Τό 1920 χειροθετήθηκε μυστικά Μοναχός καί τό 1923 χειροτονήθηκε ἐπίσης μυστικά Ἐπίσκοπος Σερκγέϊ Ποσάντ μέ τό ὄνομα Μάρκος, ἀπό τούς ἔπειτα Ἱερομάρτυρες Ἐπισκόπους Θεόδωρο τοῦ Βολοκολάμσκ (μέ τόν ὁποῖο συνδεόταν καί συμερίζοταν τίς ἀπόψεις του), Ἀρσένιο τοῦ Σερπούχωφ καί Σεραφείμ τοῦ Δημητρώφ.
Τό 1922, ὅταν ἐκδηλώθηκε τό Σχίσμα τῆς "Ζωντανῆς Ἐκκλησίας", ἔγινε μέλος τῆς "Ἀδελφότητος τῶν Ζηλωτῶν τῆς Ὀρθοδοξίας". Αὐστηρός στίς ἀπόψεις του, ἀσκοῦσε κριτική στόν Πατριάρχη Τύχωνα, γιά τήν - κατά τήν γνώμη του - μετριοπαθῆ στάση του!
Τό 1927, ὅταν δημοσιεύθηκε ἡ Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου, ἡ ἀντίδρασή του ἦταν τέτοια, ὥστε ἀμέσως θεωρήθηκε ἡγέτης τῶν Κατακομβιτῶν τῆς Μόσχας. Τό ἴδιο ἔτος συνελήφθη, ἀλλά ἀπελευθερώθηκε. Τό 1928 φέρεται σάν πρόεδρος τῆς λεγομένης Νομαδικῆς Συνόδου. Τήν 23. 3. 1929 συνελήφθη καί καταδικάστηκε σέ τρία χρόνια φυλάκιση, τήν ὁποία ἔκτισε στή φυλακή τοῦ Σούζνταλ. Τό 1930 μεταφέρθηκε στή φυλακή Butyrskaya τῆς Μόσχας καί τό 1931 στό Γιαρασλάβ. Τό 1937 ἦταν στίς φυλακές τῆς Βολόγδας, ὅπου ἐκτελέστηκε τήν 17. 1. 1938.

Ἐπίσκοπος Ὀνούφριος τοῦ Ἐλισάβετγκραντ (+ 1938 ;).
Μία τῶν μεγαλυτέρων προσωπικοτήτων τῆς Ρωσίας τοῦ 20οῦ αἰ. Ἀπό τά νεανικά του χρόνια συνδέθηκε μέ τόν Στάρετς Νεκτάριο τῆς Ὄπτινα (+ 1928), γι' αὐτό ἀκολούθησε τόν ἀσκητικό βίο - σέ σημεῖο νά ἀποκαλεῖται " Ἅγιος " - καί ἐλεήθηκε ἀπό τόν Θεό μέ τό χάρισμα τῶν θαυμάτων!
Ὡς Ἐπίσκοπος Ἐλισάβετγκραντ ὑπῆρξε ἀπό τούς σπουδαιοτέρους ἀντιπάλους τοῦ Σεργιανισμοῦ καί γι' αὐτό φυλακίστηκε. Ἐνδεικτικό τῆς πνευματικότητάς του εἶναι τό ἀκόλουθο γεγονός: Κάποτε, ἐνῶ ἦταν στήν φυλακή, ἕνας φανατικός κομμουνιστής ἔσπασε τήν πόρτα τοῦ κελλιοῦ του, μέ σκοπό νά τόν σκοτώσει. Ὅταν ὅμως ἄκουσε τήν ἤρεμη φωνή τοῦ Ἐπισκόπου νά τοῦ λέει, "προχώρησε καί σκότωσέ με", κλονίστηκε καί μετανοημένος ἔμεινε στό κελλί γιά νά ὑποφέρει μαζί του.
Ὁ Ἐπίσκοπος Ὀνούφριος ἐξαφανίστηκε ἀπό τήν περιοχή τοῦ Μαγκαντάν, τό 1938.

Ἀρχιεπίσκοπος Δημήτριος τοῦ Γκντώφ (+ 1938) .
Ὁ Ἐπίσκοπος Δημήτριος Liubimov προέρχοταν ἀπό τόν ἔγγαμο Κλῆρο. Γεννήθηκε τό 1857 καί φοίτησε στή Θεολογική Ἀκαδημία τῆς Πετρουπόλεως. Χήρευσε τό 1926 καί ἀπό τόν Μητροπολίτη Πετρουπόλεως Ἰωσήφ ἔγινε μοναχός καί χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Γκντώφ, βοηθός τῆς Μητροπόλεως Πετρουπόλεως. Ἀπό τόν ἴδιο ἀναδείχθηκε Ἀρχιεπίσκοπος καί ὁρίστηκε ἀντικαταστάτης του. Ὑπῆρξε ἀπό τούς σπουδαιότερους συνεργάτες τοῦ Μητροπ. Ἰωσήφ, στόν ἀγῶνα κατά τοῦ Σεργιανισμοῦ.
Ὅταν τόν συνέλλαβαν τό 1929 ἦταν 76 ἐτῶν. Τό 1930 βρισκόταν στίς φυλακές τῆς Πετρουπόλεως. Ἐκτελέστηκε στίς φυλακές τοῦ Γιαροσλάβ, τήν 6. 8. 1938, σέ ἡλικία 81 ἐτῶν.
Ἀπό τούς Κληρικούς τοῦ Ἀρχιεπ. Δημητρίου μαρτυρική πορεία εἶχαν καί οἱ κάτωθι:
Πρωθιερεύς Σέργιος Tikhomirov. Γεννήθηκε τό 1872. Ἐκτελέστηκε τήν 8. 8. 1930.
π. Νικόλαος Strelnikov. Γεννήθηκε τό 1891. Ἐκτελέστηκε στήν Ἄλμα Ἄτα τήν 16. 11. 1937.
Πρωθιερεύς Nikitin. Γεννήθηκε τό 1880. Ἀπεβίωσε ἐξόριστος στό Στρατόπεδο Belbaltlag, τήν 4. 11. 1938.
Πρωθιερεύς Ἀλέξανδρος Tikhomirov. Γεννήθηκε τό 1870. Ἀπεβίωσε ἐξόριστος στό Κρασνογιάρσκ, τήν δεκαετία τοῦ 1940.
Ἀρχιμ. Ἀνατόλιος Zemlyanitsyn. Γεννήθηκε τό 1865. Δέν εἶναι γνωστό τό τέλος του.
Ἱερομόναχος Μακάριος Klishin. Γεννήθηκε τό 1877. Τήν 3. 8. 1930 καταδικάστηκε σέ 10 χρόνια ἐγκλεισμό σέ στρατόπεδο συγκεντρώσεως.
π. Νικόλαος Prozorov. Γεννήθηκε τό 1897. Ἐκτελέστηκε τήν δεκαετία τοῦ 1930.
π. Βασίλειος Vertosky καί
Ἱερομόναχος Γαβριήλ. Τό 1930 καταδικάστηκαν σέ 10 χρόνια ἐγκλεισμό σέ στρατόπεδο.

Ἐπίσκοπος Ἀθανάσιος τοῦ Skvirsk (+ 1938).
Ὁ κατά κόσμον Ἰάκωβος Ἀθανασιεβιτς Molcheanovsky γεννήθηκε τό 1887 στό χωριό Yaranachei τοῦ Κιέβου, σέ οἰκογένεια Ἀναγνώστη. Σπούδασε στή Θεολογική Ἀκαδημία τοῦ Κιέβου καί χειροτονήθηκε ἔγγαμος Ἱερεύς γιά τήν ἴδια ἐπαρχία. Τό 1924 ἔγινε μοναχός, ἀφοῦ διαζεύχθηκε – μετά ἀπό κοινή συμφωνία - τήν σύζυγό του. Τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1924 συνελήφθη καί φυλακίσθηκε στό Κίεβο.
Ὁ ἐπ. Ἀθανάσιος ἀνῆκει στούς Ἀρχιερεῖς πού χειροτονήθηκαν μυστικά πρίν τήν Σοβιετοποίηση τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας. Χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Skvirsk τό 1925 στή Λαύρα τῶν Σπηλαίων, ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Μακάριο τοῦ Uman καί τόν Ἐπίσκοπο Παρθένιο τοῦ Ἀνανίεφ. Τήν ἐπισκοπική του ἰδιότητα ἀποκάλυψε μετά τήν Διακηρύξη τοῦ 1927.
Σύμφωνα μέ μία πηγή ὑπέγραψε τίς ἀποφάσεις τῆς Νομαδικῆς Συνόδου μέσῳ τοῦ μοναχοῦ Παϊσίου.
Τό 1929 συνελήφθη στό Ὄμσκ καί καταδικάσθηκε τρία χρόνια ἐκλεισμό σέ στρατόπεδο. Κατά τήν περίοδο 1929 - 30 κρατήθηκε στό Σολόβκι. Τό 1933 συνελήφθη καί πάλι καί κρατήθηκε γιά τρία ἀκόμη χρόνια στό Σολόβκι. Τό 1934 συνελήφθη γιά τελευταῖα φορά καί καταδικάστηκε σέ πέντε χρόνια ἐξορία. Ἐκτελέστηκε τήν 23. 9. 1938.

Ἐπίσκοπος Βασίλειος τοῦ Καργκοπόλ (+ 1938).
Ὁ κατά κόσμον Βλαδίμηρος Ἰβάνοβιτς Doktorov γεννήθηκε τό 1872 στό χωριό Gubachevo τοῦ Γιαροσλάβ, σέ οἰκογένεια χωρικοῦ. Σέ ἡλικία 14 ἐτῶν ἔγινε μοναχός στό ἐρημητήριο τοῦ ἁγ. Νικάνδρου στό Πσκώφ. Τό 1901 ἄρχισε τήν φοίτησή του στήν Θεολογική Ἀκαδημία τοῦ Καζάν, ἀπό ὅπου ἀποφοίτησε τό 1905 καί διορίσθηκε στήν Ἱεραποστολή τοῦ Σεμοπαλατίνσκ, ὅπου ὑπηρέτησε ἀρκετά χρόνια.
Τό 1923 δέχθηκε τήν Ἱερωσύνη, ἀλλά ἀμέσως ἐξορίστηκε στά Ἀλτάϊα, λόγῳ τῆς ἀντιδράσεώς του πρός τήν "Ζωντανή Ἐκκλησία". Τό 1924 χειροτονήθηκε στήν ἐξορία Ἐπίσκοπος Καργκοπόλ, μᾶλλον ἀπό τόν Πατριάρχη Τύχωνα. Τό 1925 μετατέθηκε στήν Πίνεγκα καί τό 1926 στό Γιαράνσκ. Κατά τήν περίοδο 1925 - 27 ἦταν ἐξόριστος στό Μπαρνάουλ.
Τό 1927 δέν ἀναγνώρισε τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου καί ἔτσι τήν 19. 5. 1928 ὁ Σέργιος τοῦ ἀφαίρεσε τήν ἕδρα. Τότε βρῆκε καταφύγιο στήν Πετρούπολη, στό σπίτι ἑνός φίλου του ἀρτοποιοῦ καί ἔγινε μυστικά μοναχός. Τό 1928 χειροτόνησε μυστικά στό σπίτι αὐτό 4 πρ. Ἰωαννίτες Ἱερομονάχους.
Σύμφωνα μέ μία πηγή τό 1928 ὑπέγραψε τίς ἀποφάσεις τῆς Νομαδικῆς Συνόδου.
Τό 1929, μετά τήν σύλληψη τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Δημητρίου τοῦ Γκντώφ, ὁ Μητροπ. Ἰωσήφ τόν εὐλόγησε νά ἀναλάβει ἡγετικό ρόλο. Συνελήφθη τήν 7. 12. 1937 μαζί μέ τόν Ἐπίσκοπο Σέργιο Druzhinin, τόν Πρωθιερέα Νικηφόρο Strelnikov, τόν π. Βίκτωρα Dobronravov καί ἄλλους 73 Ἰωσιφῖτες. Τήν 8. 10. 1931 καταδικάστηκε σέ 5 χρόνια φυλάκιση καί ἔκτισε τήν ποινή του στό Γιαροσλάβ καί τό Σολόβκι. Ἀπελευθερώθηκε τήν 7. 12. 1935 καί ἐγκαταστάθηκε στήν ἑλληνική Μαριούπολη. Γιά τελευταῖα φορά συνελήφθη τό 1938, ὁπότε καί ἐκτελέστηκε.

Ἀρχιεπίσκοπος Γαβριήλ τοῦ Βιτέμπσκ (+ 1938).
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Γαβριήλ Δημήτριεβιτς Voyevodin γεννήθηκε τό 1871 στήν πόλη Luga τῆς Πετρουπόλεως, στήν Θεολογική Ἀκαδημία τῆς ὁποίας σπούδασε. Τό 1893 ἔγινε μοναχός καί χειροτονήθηκε Διάκονος. Τό 1894 χειροτονήθηκε Ἱερομόναχος καί διορίσθηκε Καθηγητής στήν Θεολογική Σχολή τοῦ Βλαντικαυκάζ. Μέχρι τόν διορισμό του στήν θέση τοῦ Ἀρχιμανδρίτου - Προϊσταμένου τῆς Μονῆς Κοιμ. Θεοτόκου Ufimsky (1901), δίδαξε στά Σεμινάρια τοῦ Ἀλεξαντρώφσκυ τῆς Ὀσετίας (1895) καί τοῦ Μογκίλεφ (1896). Μέχρι τό 1910 ὑπηρέτησε σάν Προϊστάμενος διαφόρων μονῶν.
Τό 1910 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Ὄστρογκ, βοηθός τῆς Ἐπισκοπῆς Βολυνίας, ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀντώνιο Κραποβίτσκυ (ἔπειτα Μητροπολίτη Κιέβου καί Πρωθιεράρχη τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τῆς Διασπορᾶς). Τό 1915 μετετέθηκε στό Τσελιάμπινσκ καί τό 1916 στό Μπαρνάουλ. Συμμετεῖχε στήν Πανρωσική Σύνοδο τοῦ 1917 - 18. Τό 1919 μετατέθηκε στό Ἀκμολίνσκ καί τήν 14. 9. 1921 συνταξιοδοτήθηκε.
Τό 1922 παρασύρθηκε στό σχίσμα τῆς "Ζωντανῆς Ἐκκλησίας" καί διορίσθηκε Ἐπίσκοπος Τόσμκ, τό 1923 ὑπέγραψε τήν καθαίρεση τοῦ Πατριάρχου Τύχωνος. Τόν ἴδιο χρόνο ἡ καλή του προαίρεση τόν ἔφερε σέ μετάνοια, ἀποκαταστάθηκε ἀπό τόν Πατριάρχη καί ὀνομάσθηκε Ἀρχιεπίσκοπος Yamburg.
Τό 1925 συνελήφθη γιά πρώτη φορά καί ἐξορίστηκε στή Μόσχα, χωρίς δικαίωμα μετακίνησης. Τήν 19. 4. 1927 συνελήφθη γιά δεύτερη φορά. Κατά τήν περίοδο 1927 - 28 ἦταν Ἀρχιεπίσκοπος Βιτέμπσκ. Τό 1927 δέν ἀναγνώρισε τήν Διακήρυξη τοῦ Μητροπ. Σεργίου, ἀλλά δέν ἑνώθηκε μέ τούς Ἰωσηφίτες, δραστηριοποιούμενος ἀνεξαρτήτως τῶν ἄλλων. Τήν 17. 2. 1932 συνελήφθη καί καταδικάστηκε σέ πέντε χρόνια ἐξορία. Κατά τήν περίοδο 1932 - 37 κρατήθηκε στό Στρατόπεδο Mari. Τό 1938 συνελήφθη στό Μποροβίτσι καί ἐκτελέστηκε.

Ἀρχιεπίσκοπος Γουρίας τοῦ Ἰρκούτσκ (+ 1938).
Ὁ κατά κόσμον Ἀλέξιος Ἰβάνοβιτς Stepanov γεννήθηκε τό 1880 στό χωριό Cheboksary, σέ οἰκογένεια χωρικοῦ. Σπούδασε στό Θεολογικό Σεμινάριο καί τήν Ἀκαδημία τοῦ Καζάν. Τό 1905 ἔγινε μοναχός. Κατά τήν περίοδο 1910 - 12 δίδαξε στήν Θεολογική Ἀκαδημία τοῦ Κιέβου καί τό 1915 ἀνέλαβε τήν ἕδρα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας. Προηγουμένως, τό 1912, εἶχε χειροθετηθεῖ Ἀρχιμανδρίτης καί τοῦ εἶχε ἀνατεθεῖ ἡ διεύθυνση τῆς Ἀκαδημίας. Μέ τήν ἰδιότητα αὐτή πῆρε μέρος στήν Πανρωσική Σύνοδο τοῦ 1917 - 18 καί στήν ἐνθρόνιση τοῦ Πατριάρχου Τύχωνος.
Εἶχε εἰδικευθεῖ στά θέματα τοῦ Βουδισμοῦ καί συνέγραψε ἀρκετά σχετικά ἔργα.
Τήν 2. 10. 1919 συνελήφθη γιά πρώτη φορά, ἀλλά ἀπελευθερώθηκε σύντομα. Τό 1920 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Ἀλατύρ, βοηθός τῆς ἕδρας τοῦ Σιμπίρσκ. Τήν 27. 6. 1920 συνελήφθη γιά δεύτερη φορά, στήν Μονή Ντανίλωφ, φυλακίσθηκε στήν φυλακή Butyrskaya τῆς Μόσχας καί καταδικάστηκε σέ ἐγκλεισμό σέ στρατόπεδο. Τό 1923 πιεζόμενος ἀπό τίς ἀθεϊστικές Ἀρχές κατέφυγε στήν Μονή τῶν Σπηλαίων τοῦ Πσκώφ, ὅπου συνελήφθη γιά τρίτη φορά.
Τόν Φεβρουάριο τοῦ 1924 ὀνομάσθηκε Ἀρχιεπίσκοπος Ἰρκούτσκ καί ἀμέσως μετά συνελήφθει γιά τέταρτη φορά καί φυλακίσθηκε καί πάλι στήν Butyrskaya. Γιά πέμπτη φορά συνελήφθη τήν 19. 11. 1925 καί ἐξορίστηκε στήν Γιακουτία. Κατά τήν περίοδο 1926 - 27 ἦταν ἐξόριστος στό Σολόβκι.
Δέν ἀναγνώρισε τήν Διακήρυξη τοῦ 1927 καί σύμφωνα μέ μία πηγή τό 1928 ὑπέγραψε τίς ἀποφάσεις τῆς Νομαδικῆς Συνόδου, μέσῳ τοῦ μοναχοῦ Ἀγάθωνος.
Ἀπό τό Σολόβκι ἀπελευθερώθηκε τήν 28. 6. 1930 καί ἀμέσως ὁ Μητροπ. Σέργιος τοῦ πρόσφερε τήν Ἀρχιεπισκοπή Κολόμνας καί ἀργότερα τήν ἕδρα τοῦ Σούζνταλ, ἀλλά ὁ Ὁμολογητής Ἱεράρχης δέν δέχτηκε νά συνεργαστεῖ μαζί του.
Τόν Μαϊο τοῦ 1931 ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Γουρίας ἐπέλεξε τόν "παράνομο" γιά τίς Ἀρχές καί τόν Μητροπ. Σέργιο τρόπο ζωῆς καί ἄρχισε νά δραστηριοποιεῖται στίς Κατακόμβες. Τόν ἴδιο χρόνο συνελήφθη γιά τελευταῖα φορά, ὅταν ἐξαρθρώθηκε δύκτιο Κατακομβιτῶν καί ἐξορίστηκε γιά τρία χρόνια. Κατά τήν περίοδο 1932 - 37 ἦταν κρατούμενος στό Στρατόπεδο τοῦ Νοβοσιμπίρσκ καί τό 1938 ἐκτελέστηκε.

Ἡγούμενος Ἰσαάκιος τῆς Ὄπτινα (+ 1938).
Ὁ κατά κόσμον Ἰωάννης Νικολάγιεβιτς Bobrikov γεννήθηκε τό 1865 στό χωριό Ostrov τοῦ Ὀρέλ, σέ οἰκογένεια χωρικοῦ. Τό 1884 ἔγινε δεκτός σάν Δόκιμος στή Μονή τῆς Ὄπτινα. Τό 1898 ἔγινε ρασοφόρος καί δέχτηκε τήν Ἱερωσύνη. Τό 1913 ἀναδείχθηκε Προϊστάμενος καί Ἀρχιμανδρίτης. Ἦταν ὁ τελευταῖος Ἡγούμενος τῆς Ὄπτινα, ἄνθρωπος μεγάλης ἡρεμίας, προσευχῆς καί δακρύων.
Ὅταν τό 1923 οἱ Σοβιετικοί ἔκλεισαν τήν Ὄπτινα, οἱ γέροντες, ἀσθενεῖς καί ἀνίκανοι γιά ἐργασία μοναχοί (ἀπό τούς περίπου 250), βρῆκαν καταφύγιο μαζί μέ τόν ἀρχιμ. Ἰσαάκιο στό χωριό Κοζέλσκ καί χρησιμοποίησαν τόν Ναό τοῦ ἁγ. Γεωργίου. Ἀπό τούς νέους στήν ἡλικία μοναχούς παρέμειναν μόνον ὁ Ἱερομόναχος Γερόντιος καί ὁ μοναχός Ραφαήλ.
Τόν Αὔγουστο τοῦ 1929 συνελήφθησαν ὁ ἀρχιμ. Ἰσαάκιος καί ὅλοι οἱ μοναχοί τῆς Ὄπτινα πού ζοῦσαν στό Κοζέλσκ (τήν σύλληψη διέφυγε ὁ γέροντας μοναχός Ἰωσήφ Polevov, + 1932 ἤ 33), πολλοί δόκιμοι, ὅλοι οἱ κληρικοί τῆς περιοχῆς καί ἡ γερόντισσα μητέρα τοῦ Στάρετς Ἀμβροσίου. Ὅλοι φυλακίσθηκαν στή φυλακή Sukhinichi καί στό Σμολένσκ.
Τόν Ἰανουάριο τοῦ 1930 ὁ ἀρχιμ. Ἰσαάκιος, ὁ πρ. Ταμίας π. Δοσίθεος, ὁ Ἱερομόναχος Παντελεήμων κ. ἄ. ἐξορίστηκαν στή Σιβηρία. Τό 1932 ὁ ἀρχιμ. Ἰσαάκιος συνελήφθη στό Μπέλεφ, ἀλλά ἀπελευθερώθηκε. Τό 1937 συνελήφθη, λόγῳ τῆς ἀντι-Σεργιανιστικῆς στάσεως τοῦ Ἐπισκόπου Μπέλεφ Νικήτα. Ἐκτελέστηκε τήν 8. 1. 1938 στό δάσος Tesnitsky τῆς Τοῦλα, μαζί μέ ἄλλους μοναχούς.
Ὁ πρ. Ταμίας τῆς Ὄπτινα Ἱερομόναχος Δοσίθεος Chugryukin καταγόταν ἀπό τό Ὀρέλ. Ἦταν ἕνας ἰδιαίτερα καλλιεργημένος μοναχός, ἐλεημένος μέ τό προφητικό χάρισμα. Ἦταν μαθητής τοῦ Στάρετς Ἀνατολίου Zertsalov καί τοῦ ἀρχιμ. Ἀγαπητοῦ Belovidov. Στήν Ὄπτινα εἶχε τό διακόνημα τοῦ βοηθοῦ γιατροῦ στό νοσοκομεῖο τῆς μονῆς. Ἀπεβίωσε στήν ἐξορία.
Ὁ Ἱερομόναχος Παντελεήμων Arzhanykh (κατά κόσμον Παῦλος Τιμοθίεβιτς), γεννήθηκε τό 1882 στό χωριό Zalipayevka τοῦ Ὀρέλ. Ἦταν ἀπόφοιτος τῆς Στρατιωτικῆς Ἰατρικῆς Σχολῆς τῆς Βολυνίας. Τό 1908 ἐντάχθηκε στήν ἀδελφότητα τῆς Ὄπτινα, τό 1909 χειροτονήθηκε Διάκονος καί τό 1911 Πρεσβύτερος. Τό 1914 ἀνέλαβε Ταμίας τῆς Μονῆς καί ὑπεύθυνος τοῦ νοσοκομείου της. Τό 1930 καταδικάσθηκε σέ δέκα χρόνια ἐγκλεισμό σέ στρατόπεδο. Ἐκτελέστηκε μαζί μέ δύο Ἱερεῖς στό χωριό Klykovo, λίγα χιλιόμετρα μακρυά ἀπό τήν Μονή Σαμορντῖνο, μετά τό 1930.
Ὁ Ἱερομόναχος Βαρνάβας γεννήθηκε σέ οἰκογένεια χωρικῶν, ἀλλά ἔτυχε ἱκανῆς παιδείας. Στή νεότητά του ἐργάστηκε σέ ὀρυχεῖο καί ἔγινε μοναχός ὅταν διασώθηκε θαυματουργικά μόνον αὐτός, μετά τήν κατάρρευση τῶν στοῶν! Μετά τό ἀτύχημα αὐτό ἔμεινε χωλός γι' ὅλη του τήν ζωή. Στήν Ὄπτινα ὑπῆρξε διακονητής τοῦ Στάρετς Ἀνατολίου Potapov. Ὅταν οἱ Σοβιετικοί ἔκλεισαν τήν Ὄπτινα (1923), συνελήφθη, βασανίστηκε καί ἐξορίστηκε. Τό 1932 χειροτονήθηκε Ἱερεύς καί λειτουργοῦσε σέ ἕνα ἀπομακρυσμένο ξύλινο ναό στήν περιοχή τῆς Πετρουπόλεως, τόν ὁποῖο εἶχε κτίσει ὁ ἅγ. Ἰγνάτιος Brianchaninov. Ἀπό τούς πιστούς ἀναγνωρίζοταν σάν ὁ τελευταῖος φορέας τοῦ πνεύματος καί τῆς παραδόσεως τῆς Ὄπτινα. Τό 1932 συνελήφθη καί ἐξορίστηκε. Ὅταν ἀπελευθερώθηκε τό 1934, ἐντάχθηκε στήν Ἐκκλησία τῶν Κατακομβῶν. Τό 1938 συνελήφθη γιά τελευταῖα φορά καί ἀπό τότε χάθηκαν τά ἴχνη του.
Ἡ Μοναχή Αὐγοῦστα (κατά κόσμον Λυδία Βασίλιεβνα Zashuk), γεννήθηκε τό 1867. Ἦταν ὑψηλῆς μορφώσεως δημοσιογράφος, μιλοῦσε ἕξη γλῶσσες καί εἶχε λογοτεχνικό ταλέντο. Γνώρισε τήν Ὄπτινα λίγο πρίν τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917 καί ἀμέσως ἐντάχθηκε στόν πνευματικό της κύκλο. Ζῶντας σάν μοναχή στόν κόσμο, τό 1922 δέχτηκε μυστικά τό Μεγάλο καί Ἀγγελικό Σχῆμα ἀπό τόν Στάρετς Ἀνατόλιο Potapov. Ὅταν ἔκλεισε ἡ Ὄπτινα τό 1923, μέ τήν ἐπιρροή της πέτυχε νά μετατραπεῖ ἡ Μονή σέ μουσεῖο, τό ὁποῖο διηύθυνε ἡ ἴδια, μέ τήν εὐλογία τοῦ Στάρετς Νεκταρίου. Μέ τόν τρόπο αὐτό ἡ Μονή σώθηκε, τουλάχιστον κτηριακῶς. Συνελήφθη τήν 16. 12. 1937 μαζί μέ τόν Ἡγούμενο Ἰσαάκιο, μέ τήν κατηγορία τῆς συμμετοχῆς σέ παράνομη μονή. Ἐκτελέστηκε τήν 8. 1. 1938. Προηγουμένως ἀνακρίθηκε γιά 16 ἡμέρες ἄϋπνη καί ὄρθια!

Ἱερομόναχος Παλλάδιος τῆς Σκήτης Vdubitsky (+ 1938).
Ὁ γ. Παλλάδιος ἦταν ὑποτακτικός τοῦ Στάρετς Ἰωνᾶ τοῦ Κιέβου, ἀπό τόν ὁποῖο ἔγινε μοναχός καί ὀνομάσθηκε Παλλάδιος. Διέσωσε μία πολύ ἐνδιαφέρουσα ἱστορία, σχετικά μέ τίς προσπάθειες τῶν Σοβιετικῶν Ἀρχῶν νά στηρίξουν τόν Μητροπ. Σέργιο καί τήν "Ἐκκλησία" του.
"Συγκέντρωσαν - γράφει - περίπου 200 Κληρικούς στόν τρίτο ὄροφο ἑνός κτιρίου τοῦ Κιέβου, τό ὀποῖο χρησιμοποιοῦσε ἡ GPU. Μᾶς εἶπαν, ὅτι ἔπρεπε νά ὑπογράψουμε τήν "Διακήρυξη" τοῦ Μητροπ. Σεργίου, στόν ὁποῖο οἱ Σοβιετικές Ἀρχές ἔχουν ἐμπιστευθεῖ τήν διακυβέρνηση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στήν Ε.Σ.Σ.Δ. Αὐτή ἦταν ἡ λεγόμενη ὑπογραφή νομιμότητας. Ὅποιος ὑπέγραφε θά προσλαμβάνονταν ἀπό τόν "Ἐπίσκοπο" καί θά διορίζοταν ἐκεῖ πού ἔπρεπε νά ὑπηρετεῖ. Ὅποιος θά ἀρνεῖτο, ἡ ἄρνηση αὐτή θά θεωροῦνταν ἀντισοβιετική δραστηριότητα"!
Ὅσοι ἀρνήθηκαν νά ὑπογράψουν πρίν τόν π. Παλλάδιο, συνολικά 17 Κληρικοί, ρίχτηκαν ἀπό τό παράθυρο τοῦ τρίτου ὀρόφου στήν παρακείμενη πλατεία καί σκοτώθηκαν! Στή συνέχεια ὅσοι ἀρνήθηκαν καταδικάστηκαν σέ ἐξορία πέντε καί δέκα ἐτῶν! Ὁ π. Παλλάδιος καταδικάστηκε σέ ὀκτώ χρόνια ἐξορία καί ἀφοῦ ἔκτισε τήν ποινή του, καταδικάστηκε σέ ἄλλα τρία χρόνια ἐξορία στήν Κιργισία. Τόν Φεβρουάριο τοῦ 1938, ἕνα μῆνα πρίν λήξει ἡ ποινή του, τόν συνέλλαβαν καί τόν ἐκτέλεσαν.

Ἱερεύς Ἰωάννης τοῦ Ἀρζαμᾶς καί οἱ σύν αὐτῷ (+ 1938).
Ὁ Ἱερεύς Ἰωάννης συνελήφθη ὡς λαϊκός τό 1921 καί ἐξορίστηκε σέ στρατόπεδο. Στήν ἐξορία χειροτονήθηκε μυστικά Ἱερεύς καί ὅταν κατάφερε νά δραπετεύσει, βρῆκε ἄσυλο στό Ἀρζαμᾶς, στό σπίτι τῆς μυστικῆς Μοναχῆς Τερέντιεβα. Τόν συνέλλαβαν τό 1938 μαζί μέ ἀρκετές μυστικές Μοναχές καί τούς ἐκτέλεσαν, μέ τήν κατηγορία τῆς συμμετοχῆς στήν "ὀργάνωση τοῦ Μητροπ. Ἰωσήφ τῆς Πετρουπόλεως" (δηλαδή στήν Ἐκκλησία τῶν Κατακομβῶν).

Πρωθιερεύς Ἀνατόλιος τοῦ Κιέβου (Zhurakovsky, + 1939).
Ὁ κατά κόσμον Ἀνατόλιος Εὐγένιεβιτς Zhurakovsky γεννήθηκε τό 1897 στή Μόσχα, σέ πολύτεκνη οἰκογένεια Καθηγητοῦ. Τά πρῶτα γράμματα τά ἔμαθε στήν Τιφλίδα, ὅπου εἶχε μετακομίσει ἡ οἰκογένειά του. Τό 1911 ἡ οἰκογένειά του ἐγκαταστάθηκε στό Κίεβο καί ὁ Ἀνατόλιος σπούδασε Ἱστορία καί Φιλολογία στό ἐκεῖ Πανεπιστήμιο. Κατά τόν Α' Παγκόσμιο Πόλεμο στρατεύθηκε καί μετά τήν ἐπιστροφή του ἀπό τό μέτωπο, ἐντάχθηκε στήν Ἀδελφότητα τοῦ ἀρχιμ. Σπυρίδωνος Kislyakov. Τό 1918 χειροτονήθηκε ἔγγαμος Ἱερεύς στή Λαύρα τῶν Σπηλαίων.
Τό 1920 διαπιστώθηκε, ὅτι εἶχε προσβληθεῖ ἀπό φυματίωση, παρά τήν κατάσταση τῆς ὑγείας του ὅμως τόν συνέλαβαν τό 1923, τόν φυλάκισαν στή φυλακή Butyrskaya τῆς Μόσχας καί τελικά τόν ἐξόρισαν στό Yoshkar Olu τῆς Κεντρικῆς Ἀσίας, ὅπου ὀργάνωσε μυστική ἐνορία. Τό 1924 βρισκόταν ἐξόριστος στό Καζάν. Ὅταν ἀπελευθερώθηκε ἐπέστρεψε στό Κίεβο. Τό 1927 ἀντέδρασε μέ σφοδρότητα κατά τῆς Διακηρύξεως τοῦ Μητροπ. Σεργίου. Εἶναι ὁ συντάκτης δύο σημαντικῶν κειμένων σχετικά μέ τήν θέση τῆς Ἐκκλησίας ἀπέναντι στό διάβημα τοῦ Μητροπ. Σεργίου. Μία ἀπό αὐτές, ἡ "Ἔκληση τοῦ Κιέβου", ὑπογράφτηκε καί ἀπό ἄλλους Κληρικούς, ὅπως τόν π. Ἀνδρέα Boichuk, τόν π. Δημήτριο Ivanov, τόν π. Βόριδα Kvasnitsky, τόν π. Εὐγένιο Lukyanov καί τόν ἀρχιμ. Σπυριδωνα Kislyakov. Ὅλοι αὐτοί οἱ Κληρικοί, πλήν τοῦ ἀρχιμ. Σπυρίδωνος, ἐξορίστηκαν.
Σύμφωνα μέ μία πηγή ὁ π. Ἀνατόλιος ὑπέγραψε τίς ἀποφάσεις τῆς Νομαδικῆς Συνόδου, ὡς ἐκπρόσωπος τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀντωνίου Abashidze.
Τό 1928 μετακινήθηκε στήν Πετρούπολη καί ἐντάχθηκε στούς Ἰωσηφίτες, ὑπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Δημήτριο τοῦ Γκντώφ. Ὅταν ἐπέστρεψε στό Κίεβο ἀναδείχθηκε ἡγέτης τῶν Ἰωσηφιτῶν καί μέ τήν ἐπιρροή του συντέλεσε στήν ἔξοδο ἀπό τήν Λαύρα (πού ἀναγνώριζε τόν Μητροπ. Σέργιο) ἀρκετῶν μοναχῶν. Γιά τήν δραστηριότητά του τόν συνέλαβαν τό 1930 καί τόν φυλάκισαν στίς φυλακές Lubyanka καί Butyrskya τῆς Μόσχας. Τό 1931 καταδικάστηκε σέ θάνατο, ἀλλά ἡ ποινή του μετατράπηκε σέ 10 χρόνια ἐγκλεισμό σέ στρατόπεδο. Κρατήθηκε στά στρατόπεδα τοῦ Σολόβκι, τοῦ Σβίρ καί τῆς Λευκῆς Θάλασσας. Τόν ἴδιο χρόνο συνέλαβαν καί τήν Πρεσβυτέρα του Νίνα Σεργκέγιεβα. Ἀπεβίωσε ἀπό φυματίωση ἐξόριστος, τήν 10. 10. 1939.

Ἐπίσκοπος Ἀρκάδιος τῆς Πολτάβας ('40 ;) .
Ὁ Ἐπίσκοπος Ἀρκάδιος (σύμφωνα μέ τήν διήγηση τῆς πνευματικῆς του θυγατέρας Εἰρήνης Mashin), γεννήθηκε τόν Ἰανουάριο τοῦ 1898. Ὁ πατέρας του Ἱερεύς Ἰωσήφ Ostaisky, συνελήφθη καί φυλακίσθηκε το 1919. Ἡ μητέρα του Σοφία Παύλοβα ἦταν ἄνθρωπος πνευματικός καί μεγάλωσε τόν Ἀρκάδιο μέ εὐσέβεια καί προσευχή.
Ἔχοντας προετοιμάσει κατάλληλα τόν ἑαυτό του ὁ Ἀρκάδιος, νυμφεύθηκε καί στή συνέχεια χειροτονήθηκε Ἱερέας. Ἀρχικά ὑπηρέτησε στήν πόλη Παλαιό Κωνσταντίνοβο καί ἀργότερα (πρός τό 1917) στό Ζιτομίρ, ὅπου δημιούργησε μία ἀδελφότητα λαϊκῶν μέ πρωτοχριστιανικό ζῆλο καί ἀγάπη. Αὐτή τήν περίοδο ἡ κοσμικοῦ φρονήματος σύζυγός του τόν ἐγκατέλειψε καί παντρεύτηκε ἕναν Μπολσεβίκο! Μετά τήν ἐξέλιξη αὐτή ὁ π. Ἀρκάδιος ἔζησε μέ τήν μητέρα του καί ἀφοσιώθηκε στά ἱερατικά του καθήκοντα.
Μέ τήν ἔκρηξη τῆς Ἐπαναστάσεως τοῦ 1917 καί τόν διωγμό κατά τῆς Ἐκκλησίας, ὁ π. Ἀρκάδιος ἔκρινε πώς ἡ ἵδρυση λαϊκῶν ἀδελφοτήτων ἦταν μία κατά Θεόν κίνηση, ἐπιβεβλημένη ἀπό τά πράγματα. Ἡ βιογράφος του Εἰρήνη Mashin, μέλος τῆς Ἀδελφότητος τοῦ ἁγ. Νικολάου, διέσ-σε πληροφορίες σχετικές μέ τήν Ἀδελφότητα. Κατ' ἀρχήν γιά νά γίνει κανείς μέλος, ἔπρεπε νά δέχεται τούς σκοπούς τῆς Ἀδελφότητας. Ἕνας πρωταρχικός σκοπός ἦταν ἡ διαφύλαξη τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, ἔστω καί μέ θάνατο. Ἄλλος σκοπός ἦταν ἡ ἀπόκτηση τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, μέ τήν ἄσκηση τῶν διαφόρων ἀρετῶν.
Στήν Ἀδελφότητα ὑπῆρχαν διάφορα τμήματα, ὅπως τῆς Ἱεραποστολῆς (τό ὁποῖο διηύθυνε προσωπικά ὁ π. Ἀρκάδιος, μέ σκοπό τήν προστασία τῶν πιστῶν ἀπό τήν "Ζωντανή Ἐκκλησία" ἀρχικά καί τόν Σεργιανισμό στή συνέχεια), τῶν Ψαλτῶν (μέ καθήκοντα λειτουργικά), τό Κοινωνικό (μέ ἀντικείμενο τήν περίθαλψη καί ἀνακούφιση τῶν ἀσθενῶν στά νοσοκομεῖα, καθώς καί τῶν πτωχῶν πολυτέκνων) καί τό "Νεκρικό" (τό ὁποῖο φρόντιζε γιά τήν τέλεση τῆς Νεκρωσήμου Ἀκολουθίας, τήν μεταφορά τοῦ νεκροῦ καί σέ πολλές περιπτώσεις καί γιά τό ἄνοιγμα τοῦ τάφου).
Ὅταν οἱ Μπολσεβίκοι ἔκλεισαν τόν ναό τοῦ π. Ἀρκαδίου, ἡ Ἀδελφότητα ἄρχισε νά χρησιμοποιεῖ ἕναν ναό Παλαιοπίστων καί ἀργότερα (μετά τό κλείσιμο καί αὐτοῦ τοῦ ναοῦ, τό 1937), ναούς κοιμητηρίων. Τήν περίοδο αὐτή ἡ Ἀδελφότητα εἶχε δύο Ἱερεῖς, τόν π. Ἰουλιανό Krasitsky (ὁ ὁποῖος ἀργότερα ἀποστάτησε) καί τόν π. Ἰωάννη Sirov (ὁ ἐξυπηρέτησε τούς πιστούς μέχρι τό τέλος).
Τό 1921 ὁ Πατριάρχης Τύχων ἔδωσε ἐντολή νά μήν παραδίδονται στίς Ἀρχές τά ἐκκλησιαστικά σκεύη. Ὁ π. Ἀρκάδιος συνεπής πρός τήν πατριαρχική ἐντολή, δέν ἔδωσε τά σκεύη καί ἔτσι τήν Διακαινήσιμο Ἑβδομάδα τοῦ 1922, συνελήφθη μετά τήν Θεία Λειτουργία. Ὅταν τό ποίμνιό του τόν συνόδευσε στό Ἀστυνομικό Τμῆμα καί δέν ἀποχώρησε κανείς, παρά τήν ἀπειλή ὅ,τι ἡ Ἀστυνομία θά ἄνοιγε πῦρ, μία μοναχή μέ τό ὄνομα Σεραφείμα ἀπάντησε ἐξ' ὀνόματος ὅλων: "Δέν θά φύγουμε, ἄν δέν ἀπελευθερωθεῖ ὁ πνευματικός μας πατέρας Ἀρκάδιος. Σέ ἄλλη περίπτωση νά συλλάβετε κι ἐμᾶς"!
Γιά ἐκφοβισμό ἡ Ἀστυνομία συνέλαβε 17 ἄνδρες καί 35 γυναῖκες καί τούς φυλάκισε στά ὑπόγεια τοῦ Τμήματος. Ὅταν κάποια στιγμή οἱ ἀστυνομικοί ἔβγαλαν τούς κρατουμένους στόν δρόμο καί τούς διέταξαν νά φύγουν, καί πάλι δέν ἔφυγε κανείς! Τότε ἡ Ἀστυνομία ζήτησε νά ὑπογράψουν δηλώσεις ὅ,τι οἰκειοθελῶς ἀκολουθοῦν τόν π. Ἀρκάδιο καί ἀνάμεσα σ' αὐτούς πού ὑπέγραψαν ἦσαν καί ἔφηβοι 16 ἐτῶν!
Ἐνῶ στόν π. Ἀρκάδιο δέν ἀπαγγέλθηκε συγκεκριμένη κατηγορία, ἐν τούτοις κάποιος νεαρός "δικαστής" τόν καταδίκασε σέ θάνατο! ποινή πού στή συνέχεια μετατράπηκε σέ 10 χρόνια φυλάκιση.
Τήν πρώτη 5ετία τῆς ποινῆς του ὁ π. Ἀρκάδιος τήν πέρασε στίς φυλακές τοῦ Ζιτομίρ, ὁπότε ἡ ἐπικοινωνία του μέ τήν ἀδελφότητα δέν διακόπηκε. Μετά τήν ἀπελευθέρωσή του τό 1927 (διότι ἡ ποινή του εἶχε μειωθεῖ στό μισό), πῆγε στήν Πετρούπολη γιά νά συναντήσει τούς Ἐπισκόπους πού δέν κοινωνοῦσαν μέ τόν Μητροπ. Σέργιο. Στή συνέχεια, μετά ἀπό ἕνα προσκύνημα στή Μονή τοῦ Σάρωφ καί τόν θαυματουργό ὅσ. Σεραφείμ, χειροτονήθηκε ἀπό τόν Πρωθιεράρχη τῶν Κατακομβῶν Μητροπ. Πετρουπόλεως Ἰωσήφ Ἐπίσκοπος καί διορίστηκε Τοποτηρητής Πολτάβας, ἀλλά δέν εἶδε ποτέ τήν Ἐπισκοπή του. Ἐνῶ πήγαινε στό ποίμνιό του τόν συνέλαβαν στό Λουμπίν καί τόν ἐξόρισαν στό Καζάν, ἀπ' ὅπου δραπέτευσε καί ἔζησε στήν Πετρούπολη, κρυμμένος στό ἐκεῖ Μετόχι τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου. Ἀργότερα πῆγε στή Μόσχα, ἀλλά τόν συνέλαβαν καί πάλι καί τόν φυλάκισαν στή διαβόητη φυλακή Μπουτίρσκαγια καί στή συνέχεια τόν ἔκλεισαν σέ κάποιο στρατόπεδο συγκεντρώσεως.
Μετά τήν ἀπελευθέρωσή του ὁ Ἐπίσκοπος Ἀρκάδιος ἔζησε χωρίς πολιτικά δικαιώματα, συνέχισε ὅμως νά περιοδεύει κρυφά καί νά στηρίζει τά μέλη τῶν λαϊκῶν Ἀδελφοτήτων. Τό 1934 συναντήθηκε κρυφά στό Κίεβο μέ ἕναν Ἐπίσκοπο τῶν Κατακομβῶν μέ τό ὄνομα Ἀντώνιος. Ἀκόμη, εἶχε ἐπαφές μέ πιστούς τῶν Κατακομβῶν στή Σιβηρία καί τήν Γεωργία. Ἀρκετά πρίν τήν τελευταῖα του σύλληψη, τό 1938, πῆρε τό μεγάλο καί Ἀγγελικό Σχῆμα στή Μονή τοῦ ἁγ. Ἀρκαδίου τῆς Βιάζμα. Κάποια φορά καί ἦταν κρυφά στή Μόσχα, προσπάθησε καί πέτυχε νά συναντηθεῖ μέ τόν Μητροπ. Σέργιο. Ὁ Σέργιος τόν δέχτηκε στό γραφεῖο του καί πρίν κἄν τόν ἀκούσει τοῦ εἶπε: "Ἔχεις γραφτεῖ στή Μυστική Ἀστυνομία; Μέχρι νά γραφτεῖς, δέν θά μιλήσω μαζί σου". Ἀπογοητευμένος ὁ Ἐπίσκοπος Ἀρκάδιος βγῆκε ἀπό τό γραφεῖο τοῦ "ἰσχυροῦ ἄνδρα". Ὅταν εἶδε τούς φτωχοντυμένους κληρικούς πού περίμεναν, θυμήθηκε τήν ἐμφάνιση τοῦ Σεργίου καί τῶν "κληρικῶν" του καί κατάλαβε, ὅτι ὁ δρόμος του ἦταν τελείως διαφορετικός. Δέν τοῦ ἔμενε τίποτα ἄλλο ἀπό τά ἐπιστρέψει στίς γνωστές του συνθῆκες διαβίωσης, τήν "παρανομία" καί τήν καταδίωξη.
Ὁ Ἐπίσκοπος Ἀρκάδιος συνελήφθη γιά τελευταῖα φορά τό 1938 στήν Κοστρόμα. Ἀπό τότε κανείς δέν ἄκουσε τίποτα γι' αὐτόν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου