Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2009

ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ

Καθηγητοῦ Ἀντωνίου Μάρκου


Σύντομος Βίος.Ὁ μεγαλύτερος τῶν Προφητῶν Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης. "Ἀνεδείχθη γάρ καί Προφητῶν σεβασμιώτερος, ὅτι καί ἐν ρύθροις βαπτῖσαι κατηξιώθη τόν κηρυττόμενον".
Κατά τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἦταν καρπός προσευχῆς τῶν δικαίων γονέων του, τοῦ Ἱερέως καί Προφήτου Ζαχαρία καί τῆς ἁγ. Ἐλισσάβετ, "γεννηθείς διά θείας ἐπαγγελίας καί ὑποσχέσεως". Πρίν τήν γέννησή του, προσκύνησε "διά σκιρτήματος ἐν τῇ κοιλίᾳ τῆς μητρός αὐτοῦ", τόν κυοφορούμενο Χριστό, κατά τήν συνάντηση τῆς Παρθένου Μαρίας μέ τήν ἐξαδέλφη της Ἐλισσάβετ, στήν Ὀρεινή τῆς Ἰουδαίας· καί κατά τήν γέννησή του ἔλυσε τήν ἀφωνία τοῦ πατέρα του!
Κατά τόν διωγμό τοῦ Ἡρώδη καί τήν σφαγή τῶν 14.000 Νηπίων, ἡ μητέρα του διέφυγε στήν ἔρημο, μαζί μέ τόν μικρό Ἰωάννη. Ἐκεῖ ὁ Ἰωάννης ἔζησε μέχρι τό 30ό ἔτος τῆς ζωῆς του, ντυμένος μέ τρίχες καμήλου καί τρεφόμενος μέ μέλι ἄγριο καί ἀκρίδες (βλαστάρια τῶν φυτῶν). Προετοίμασε τήν ἐμφάνιση καί τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ, μέ τό κήρυγμα "μετανοεῖτε, ἤγγικε γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν" καί Τόν βάπτισε στόν ποταμό Ἰορδάνη.
Ὁπλισμένος μέ τά προσόντα τοῦ ἐπιβλητικοῦ κήρυκα πού καθήλωνε μέ τήν ἐντυπωσιακή του μορφή καί τήν θερμότητα τῶν λόγων του τά πλήθη, κατακεραύνωνε τήν φαρισαϊκή "ἁγιότητα" τῶν συγχρόνων του, ἡ ὁποία πίσω ἀπό τήν τυπολατρεία ἔκρυβε κοινωνικές πληγές καί ἠθική ἀκαθαρσία. Αὐτή ἡ παρρησία τοῦ στοίχισε τήν ζωή του, ἀφοῦ τελειώθηκε μαρτυρικά μέ ἀποκεφαλισμό, ἀπό τόν Τετράρχη τῆς Γαλιλαίας Ἡρώδη, ἐπειδή ἔλεγχε τόν παράνομο δεσμό του μέ τήν σύζυγο τοῦ ἀδελφοῦ του Ἡρωδιάδα.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τήν Σύλληψη τοῦ Τιμίου Προδρόμου τήν 23η Σεπτεμβρίου, τήν Γέννησή του τήν 24η Ἰουνίου, τήν Ἀποτομή τῆς Κεφαλῆς του τήν 29η Αὐγούστου, τήν Α' καί Β' Εὕρεση τῆς Κεφαλῆς του τήν 24η Φεβρουαρίου, τήν Γ' Εὕρεσή της τήν 25η Μαϊου καί τήν Σύναξη τήν 7η Ἰανουαρίου ("ἐπειδή οὖτος ὑπηρέτησεν εἰς τό Μυστήριον τῆς Βαπτίσεως τοῦ Κυρίου").

Τά Λείψανα τοῦ Τιμίου ΠροδρόμουΤό Λείψανο τοῦ Τιμίου Προδρόμου κήδευσαν οἱ μαθητές του (Μάρκ. 6, 21 - 29). Δέν εἶναι γνωστό πότε ἀνακομίσθηκε, κατά τήν ἀνακομιδή πάντως βρέθηκε ἀδιάφθορο, ἀφοῦ κατά τόν διωγμό τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτη, κάηκε ὁλόκληρο στή Σεβαστούπολη. Ἀπό τήν καταστροφή αὐτή διασώθηκαν μόνο τά χέρια του καί βέβαια ἡ τιμία του Κεφαλή, ἐπειδή δέν φυλάσσονταν μαζί μέ τό σῶμα.

Περί τῆς Τιμίας Κεφαλῆς τοῦ Τιμίου ΠροδρόμουΚατά τόν Ἱστορικό Δοσίθεο Πατριάρχη Ἱεροσολύμων, ἀδιάφθορη διαφυλάχθηκε καί ἡ Τιμία Κάρα τοῦ Βαπτιστοῦ.
Γιά πρώτη φορά ἡ Κάρα βρέθηκε στά Ἀνάκτορα τοῦ Ἡρώδη ἀπό δύο μοναχούς, "δι' ἐπιφανείας καί ἀποκαλύψεως τοῦ ἰδίου τοῦ Βαπτιστοῦ" καί μεταφέρθηκε στήν Ἔμεσσα τῆς Συρίας, ὅπου ἀλληλοδιαδόχως ἔφθασε στά χέρια τοῦ Ἀρειανοῦ Ἱερομονάχου Εὐσταθίου.
Γιά δεύτερη φορά ἡ Κάρα βρέθηκε κρυμμένη σέ σπήλαιο, "ἐντός ὑδρίας", καί ἀνακομίσθηκε στήν ΚΠολη, ὅπου κατατέθηκε στόν πρός τιμή τοῦ Προδρόμου Ναό, στό Ἕβδομο.
Γιά τήν τρίτη Εὕρεση τῆς Κάρας δέν σώθηκαν ἰδιαίτερες λεπτομέρειες. Εἶναι γνωστό μόνο, ὅτι βρέθηκε στά Κόμμανα τῆς Καππαδοκίας, "ὑπό τινος Ἱερέως, ἐντός ἀργυροῦ ἀγγείου καί εἰς τόπον ἱερόν" καί ἀπό ἐκεῖ ἀνακομίσθηκε καί πάλι στήν ΚΠολη.
Ἀπό Ἐγκώμιο τό ὁποῖο ἔγραψε ὁ ὅσ. Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, πιθανολογεῖται ὅτι ἴσως ὑπῆρχε στή Μονή τοῦ Στουδίου μέρος ἤ καί ὅλη ἡ ἁγία Κάρα. Στήν ἱστορική συνέχεια ἡ Κάρα διαφυλάχθηκε στή Βλαχία (ἄγνωστο ἀπό ποιόν καί πότε δωρήθηκε), διότι τόν 16ο αἰ. μέρος της δωρήθηκε στή Μονή Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους, ἀπό τόν Ἡγεμόνα τῆς Βλαχίας Νεάγκο Μπασαράμπη (1512 - 1521), ὁ ὁποῖος πλήρωσε καί τήν δαπάνη κατάσκευῆς τῆς χρυσῆς λειψανοθήκης της. Τό 1765, ἐνῶ Διονυσιάτες μοναχοί τήν μετέφεραν στό μετόχι τους στό νησί τοῦ ἁγ. Εὐστρατίου, γιά τήν σωτηρία τῶν κτημάτων ἀπό καταστροφική ἀκρίδα, τό πλοῖο τους λαφυραγωγήθηκε ἀπό πειρατές καί ἡ Προδρομική Κάρα κατέλειξε στό Μεγάλο Τζαμί τῆς Δαμασκοῦ, ὅπου φυλάσσεται σέ εἰδικό κουβούκλιο. (Σωτ. Ν. Καδᾶ, "Ἡ Ἱερά Μονή ἁγ. Διονυσίου - Προσκυνηματικός Ὁδηγός - Ἱστορία - Τέχνη - Κειμήλια", 2002, σελ. 130).
Ἄλλο μέρος τῆς Κάρας διαφυλάχθηκε στή Μονή Καλούτι τῆς Βλαχίας (Μετόχιο τοῦ Παναγίου Τάφου). Τό τμῆμα ἐκεῖνο "ἔνεκα τῶν περιστάσεων", μετέφερε στά Ἱεροσόλυμα ὁ Πατριάρχης Δοσίθεος, χωρίς νά εἶναι γνωστό πού βρίσκεται σήμερα. Ὁ ἴδιος γράφει στήν Ἱστορία του: "Ἀπεδημήσαμεν ἀπό ΚΠόλεως εἰς Βλαχομπογδανίαν, ὅτε καί τά Μοναστήρια Καλούη καί Οὐγκρέη ἐλάβομεν· ἐν δέ τῷ Καλούῃ μοναστηρίῳ, ἦν μέρος τῆς Τιμίας Κάρας τοῦ Προδρόμου, ὅπερ - τό ἀμφίβολον τοῦ τόπου κατανοήσαντες - ἀνηνέγκαμεν εἰς Ἱερουσαλήμ" (σελ. 1216).
Μετά τίς Σταυροφορίες ἐμφανίσθηκε στή Δύση τό  εμπρόσθιο τμήμα κάρας πού ἀποδόθηκε στόν Τίμιο Πρόδρομο, γιά τήν διαφύλαξή της μάλιστα κτίσθηκε ὁ Καθεδρικός Ναός τῆς Ἀμμιένης, ὁ μεγαλύτερος Γοτθικοῦ ρυθμοῦ Ναός τῆς Εὐρώπης.

Περί τῶν χειρῶν τοῦ Τιμίου ΠροδρόμουἩ ἀδιάφθορη δεξιά τοῦ ἁγ. Ἰωάννη ὑπέστη καί αὐτή ἀνάλογες μέ τήν Κάρα ἱστορικές περιπέτειες. Κατά τήν συναξαριστική παράδοση τήν δεξιά τοῦ Προδρόμου ἔλαβε ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς καί τήν κατέθεσε στήν πατρίδα του Ἀντιόχεια. Μεταφέρθηκε στήν ΚΠολη κατά τήν βασιλεία τῶν Αὐτοκρατόρων Κωνσταντίνου Ζ' καί Ρωμανοῦ Β'.
Τό 1403, ὁ Ρούϊ Γκονζάλες Ντέ Καλβίχο (Ἰσπανός ἀπεσταλμένος στήν Αὐλή τοῦ Ταμερλάνου), τήν προσκύνησε στήν Μονή Περιβλέπτου ΚΠόλεως (κτίσμα Ρωμανοῦ Γ, 1031 - 1034). "Ἦταν τό δεξί του χέρι - γράφει - ἀπό τόν ἀγκῶνα ὡς τήν παλάμη, πολύ γερό καί νωπό, ἄν καί λένε πώς ὅλο τό σῶμα τοῦ εὐλογημένου Ἰωάννη στέγνωσε, ἐκτός ἀπό τό δάκτυλο τοῦ δεξιοῦ του χεριοῦ, μέ τό ὁποῖο ἔδειξε ὅταν εἶπε, "ἰδού ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ". Καί τό χέρι αὐτό ἔμοιαζε νά εἶναι ζωντανό· ἦταν πλαισιομένο ἀπό ἕνα λεπτό χρυσό σύρμα, ἔλειπε ὅμως τό μεγάλο δάκτυλο». (Ρούϊ Γκονζάλες Ντέ Καλβίχο, "Ταξείδι στήν Αὐλή τοῦ Ταμερλάνου", σελ. 101 - 102· καί Νικ. Κοντάκωφ, "Βυζαντινές Ἐκκλησίες καί μνημεία τῆς ΚΠόλεως", Ὀδησσός 1886, σελ. 69).
Ὁ λόγιος Ἁγιορείτης Γεράσιμος Σμυρνάκης σημειώνει γιά τήν δεξιά τοῦ Ἁγίου, ὅτι, "ἡ χείρ αὕτη ὡς καί ἡ Κάρα τοῦ Τιμίου Προδρόμου, κομισθεῖσαι εἰς ΚΠολιν, ἐπί πέντε ἑκατονταετηρίδας εὑρίσκοντο ἐν τῷ Μοναστηρίῳ τοῦ Πετρίου, κατά δέ τήν Ἅλωσιν τῆς ΚΠόλεως μετά τοῦ Ἀκανθίνου Στεφάνου, τῆς Λόγχης καί τοῦ Σπόγγου, κατετέθησαν ἐν τῷ Σουλτανικῷ Θησαυροφυλακίῳ... Κατά Σεπτέμβριον τοῦ 1482 ὁ Σουλτάνος Βαγιαζήτ συνωμολόγησε συνθήκην μετά τοῦ Μεγάλου Ταξιάρχου τῆς Ρόδου, ἐπί τοῖς ὅροις, ἵνα εἰρήνη κρατῆ κατά ξηράν καί θάλασσαν, ἐμπορική ἐλευθερία, κ.λ.π. - ἔτι δέ μυστικήν συνθήκην ἀφορῶσαν εἰς τόν ἀδελφόν αὐτοῦ Τζέμ, τόν διεκδικοῦντα τόν Θρόνον, δι' ἧς ἀνεδέχετο νά πληρώση 45.000 δουκάτα τῷ Μεγάλῳ Ταξιάρχῃ, ἄν τό Τάγμα αὐτοῦ καθείργνυε τόν Τζέμ. Μαθών δέ ὅτι ὁ Ταξιάρχης ἐξεπλήρωσεν τήν ἀφορῶσαν αὐτόν ὑποχρέωσιν, ἀπέστειλε καί αὐτός - κατά Μάϊον τοῦ 1438 - τό συνομολογηθέν ποσόν τῶν δουκάτων, συγχρόνως δέ βαρυτιμότατον δῶρον ἐντός κυπαρρισίνης θήκης, τήν δεξιάν χεῖρα τοῦ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ, ἐπιμελῶς ἐν σηρικῷ ὑφάσματι ἐνειλημένην". (Γερασίμου Σμυρνάκη, "Τό Ἅγιον Ὄρος", σελ. 511).
Ἡ δεξιά τοῦ Ἁγίου φυλάχθηκε στή Μάλτα, ὅπου ἡ ἕδρα τῶν Ἰωαννιτῶν Ἰπποτῶν, μέχρι τό 1799. Τότε, μέ τήν κατάληψη τῆς νήσου ἀπό τούς Γάλλους, οἱ Ἰππότες στράφηκαν γιά βοήθεια πρός τήν Ρωσία καί τήν 12η Ὀκτωβρίου 1799 πρόσφεραν στόν Τσάρο Παῦλο Α' τεμάχιο τοῦ Τιμίου Ξύλου, τήν Εἰκόνα τῆς Παναγίας Φιλερήμου καί τήν δεξιά τοῦ Προδρόμου. Τά κειμήλια κατατέθηκαν στό Παρεκκλήσιο τοῦ Χειμερινοῦ Ἀνακτόρου. Ἡ Ρωσική Ἐκκλησία ἀπό τό 1800, τιμᾶ τό γεγονός τήν 12η Ὀκτωβρίου. (Βλ. Ἰστοσελίδα "Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἀμερικῆς" - METROPOLIA). Δέν εἶναι γνωστές οἱ συνθῆκες κάτω ἀπό τίς ὁποίες ἡ Προδρομική δεξιά ἔφθασε στήν Μονή Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους.
Ἐπίσης δέν εἶναι γνωστές οἱ συνθῆκες κάτω ἀπό τίς ὁποίες τό κειμήλιο βρέθηκε στήν ΚΠολη. Ἤδη ἀπό το 1878, ὁ Μητροπολίτης πρ. Βελεγράδων Ἰερεμίας ὁ ὁποῖος κοινοβίασε στήν Μονή Διονυσίου, κατέβαλε προσπάθειες γιά τήν ἐπανάκτηση τοῦ κειμηλίου. Στίς ἀρχές τοῦ 19ου αἰ. τό κειμήλιο ἦταν στήν κατοχή τοῦ μυστικοσύμβουλου τῆς Πρωσίας στήν ΚΠολη Ἰωάννη Φραγκόπουλου, ὁ ὁποῖος καί τό εἶχε διακοσμήσει. Ἐπεστράφη στήν Μονή Διονυσίου τήν 10. 3. 1802, χάρις στίς προσπάθειες τοῦ Προηγουμένου Ἰωακείμ Ἁγιοστρατίτη (σέ ἀνάμνηση τελεῖται ἀγρυπνία τήν Δ' Κυριακή τῶν Νηστειῶν).
Στό ἴδιο ἔργο του ὁ Καλβίχο σημείωνει γιά τήν ἐπίσκεψη τῆς Ἰσπανικῆς Ἀποστολῆς στόν Ναό τοῦ Προδρόμου. Πρόκειται γιά Ναό πού ἔκτισε ὁ Θεοδόσιος Α' ὁ Μέγας, κοντά στά Ἀνάκτορα τῶν Βλαχερνῶν. Εἶχε μορφή βαπτιστηρίου καί ἦταν διακοσμημένος μέ ἐξαίρετα ψηφιδωτά. Ὁ ψηλός θόλος του στηριζόταν σέ τέσσερεις κίονες ἀπό πράσινο ἴασπι! Οἱ θύρες του ἦσαν ἀργυρές ἐπιχρυσωμένες! "Κοντά στίς πόρτες - γράφει - βλέπεις τέσσερεις μικρές κολόνες ἀπό ἴασπι, μέ ἀργυρές καί ἐπίχρυσες γραμμές, οἱ ὁποίες συμπλέκονται σέ σχῆμα σταυροῦ μέ πολλά πετράδια"!. Ἐκεῖ φυλάσσονταν ἡ ἀδιάφθορη ἀριστερά τοῦ Ἁγίου. "Τήν ἴδια ἡμέρα - γράφει - μᾶς ἔδειξαν τό ἀριστερό χέρι (ἀπό τόν ὤμο ὡς τήν παλάμη) τοῦ ἁγ. Ἰωάννη τοῦ Βαπτιστή. Εἶχε τόσο στεγνώσει, πού ἔβλεπες μόνο δέρμα καί ὀστά· ἡ ἄρθρωση τοῦ ἀγκῶνα ἦταν ἀπό χρυσό καί πολύτιμα πετράδια" (αὐτ. σελ. 97 - 98). Ἡ Προδρομική ἀριστερά σήμερα σώζεται στό Μουσεῖο τῶν Ἀνακτόρων Τόπ Καπί ΚΠόλεως.

Ἀπό τά Λείψανα τοῦ Τιμίου Προδρόμου σήμερα σώζονται:
Μέρος τῆς Κάρας του στή Μονή Δοχειαρίου Ἁγίου Ὄρους·
Μέρος τῆς Κάρας του στό Μεγάλο Τζαμί τῆς Δαμασκοῦ·
Τό ἐπάνω μέρος τῆς Κάρας του στό Μουσεῖο τῶν Ἀνακτόρων Τόπ Καπί ΚΠόλεως·
Μέρος τῆς σιαγόνας "μετά τριῶν ὀδόντων" στήν Μονή Σταυρονικήτα Ἁγίου Ὄρους·
Ἡ ἀδιάφθορη δεξιά του στή Μονή Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους·
Ἡ ἀδιάφθορη ἀριστερά του στό Μουσεῖο τῶν Ἀνακτόρων Τόπ Καπί ΚΠόλεως·
Μέρος τῆς ἀριστερᾶς στή Μονή Μεγάλου Μετεώρου·
Δάκτυλος στή Μονή Βατοπεδίου Ἁγίου Ὄρους·
Ἀποτμήματα τῆς ἀριστερᾶς στή Μονή ἁγ. Ἰωάννη Μακρυνοῦ Μεγάρων, στό Ἱ. Ν. Γενν. Τιμίου Προδρόμου Λαρίσης καί στό Παρεκκλήσιο ὁσ. Ξένης τῆς διά Χριστόν Σαλῆς Μάνδρας Ἀττικῆς·
Ἀποτμήματα στίς Μονές Ἰβήρων, Παντοκράτορος καί ἁγ. Παντελεήμονος Ἁγίου Ὄρους.
Ἀκόμη στή Μονή Ταξιαρχῶν Αἰγιαλείας σώζεται ἡ "πλεξίδα" του.

ΠΕΡΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΠΟΙΜΕΝΟΣ

Καθηγητοῦ Ἀντωνίου Μάρκου

Κείμενο Λειτουργικοῦ κηρύγματος τῆς 23.11.2002, στήν Ἱερά Μονή Ἁγίων Ἀποστόλων Ραψάνης Λαρίσης, κατά τήν μνήμη τοῦ ἁγ. Ἀμφιλοχίου Ἐπισκόπου Ἰκονίου καί τήν Ὀνομαστική Ἑορτή τοῦ Προϊσταμένου τῆς Μονῆς Ἱερομονάχου π. Ἀμφιλοχίου Ταμπουρᾶ, κατόπιν προσκλήσεως καί παρουσίᾳ τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Λαρίσης κ. Παναρέτου, παρουσίᾳ καί τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Μεσογαίας κ. Κηρύκου.
Ἐπανελήφθη μετά τῶν ἀναγκαίων ἀλλαγῶν, κατά τήν διάρκεια μεθεόρτου ἑορταστικῆς Συνάξεως στόν Ἱ. Ν. ἁγ. Δημητρίου Ἀχαρνῶν, μέ τήν εὐκαιρία τῆς ὀνομαστικῆς ἑορτῆς τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς κ. ΚΗΡΥΚΟΥ, τό ἑσπέρας τοῦ Σαββάτου 18/31.7.2004, παρουσίᾳ αὐτοῦ καί συνεργατῶν του. Στή συνέχεια καταχωρεῖται τό κείμενο τῆς δεύτερης ὁμιλίας.

Ἡ ὀνομαστική ἑορτή τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου μας κ. ΚΗΡΥΚΟΥ, μᾶς συγκέντρωσε στήν παρούσα ἑορταστική Σύναξη, μία σύναξη κατά τήν ὁποία ἐμεῖς μέν ἐκφράζουμε τίς εὐχές, τήν ἀγάπη καί τόν σεβασμό μας πρός τόν ἑορτάζοντα Ποιμανάρχη μας, ἐκείνος δέ ἐπιδαψιλεύει πρός ὅλους τήν ἀρχιερατική του εὐλογία.
Ἡ ἑορτή ἑνός συγχρόνου Πατρός τῆς Ἐκκλησίας, Ἐπισκόπου ἤ Πνευματικοῦ, καί μάλιστα κάτω ἀπό τίς παρούσες πολύ ἄσχημες συνθήκες τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μας βίου, πρέπει νά φέρνει στήν σκέψη μας τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας περί Ἐκκλησιαστικοῦ Ποιμένος. Μόνον ὅταν μελετοῦμε Βίους Ἁγίων Πατέρων, προβάλει μπροστά μας ἀνάγλυφο τό πρότυπο τοῦ ποιμένος, τοῦ Πνευματικοῦ δηλαδή Πατρός, ἐκείνου πού δέν ἀναλαμβάνει μόνος του αὐθαίρετα, ἀλλά δέχεται ἀπό τήν Ἐκκλησία μέσῳ τοῦ Ἐπισκόπου, τήν διακονία τοῦ "ἀφιέναι ἁμαρτίας" καί "ποιμαίνειν" τόν λαό τοῦ Θεοῦ (ἤ - ἄν πρόκειται γιά Ἐπίσκοπο - τοῦ κανονικῶς ἐκλεγέντος καί Ὀρθοδόξως φρονοῦντος Ἐπισκόπου)
Τονίζεται τό "αὐθαίρετα", διότι στήν πονηρή ἐποχή μας ὑπάρχουν πολλοί πού αὐτοτιτλοφοροῦνται "Γέροντες" (χωρίς ὅμως νά ἔχουν ὑπάρξει ὑποτακτικοί), "Ἡγούμενοι" (χωρίς νά ἔχουν ὑπάρξει ὑφιστάμενοι) καί "Πνευματικοί" (χωρίς νά ἔχουν ἐξαρτήσει ποτέ τήν πνευματική τους πορεία, μέσῳ τῆς ἁγίας ὑπακοῆς καί τῆς ὑψοποιοῦ ταπεινώσεως, ἀπό κάποιον Πνευματικό Πατέρα).
Ἀκόμη, πολύ χειρότερα, ὑπάρχουν καί Ἀρχιερεῖς οἱ ὁποῖοι προτιμοῦν τόν ἀπαράδεκτο τίτλο καί ρόλο τοῦ "Δεσπότη" (ὁ ὁποῖος δεσπόζει τοῦ λογικοῦ ποιμνίου), ἀπό τόν παραδεδομένο τίτλο καί τήν κατά τό πρότυπο τοῦ Χριστοῦ διακονία τοῦ Ἐπισκόπου (ὁ ὁποῖος ἐπίσταται τοῦ ποιμνίου). Ὁ σύγχρονος πιστός "ἐν πολλοῖς" ἔχει μπροστά του αὐτή τήν θλιβερή πραγματικότητα.
Τί εἶναι ὅμως ὁ ποιμένας - Ἐπίσκοπος γιά τήν Ἐκκλησία; Τό διατυπώνει ἄριστα ὁ ἅγ. Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος: "Ὅπου ἄν φανῇ ὁ Ἐπίσκοπος, ἐκεῖ τό πλῆθος ἔστω, ὥσπερ ὅπου ἄν ἦ Ἰησοῦς Χριστός, ἐκεῖ ἡ Καθολική Ἐκκλησία" (Σμυρναίοις). Διότι, "αὐτός ὤν θύρα τοῦ Πατρός, δι' ἧς εἰσέρχονται Ἀβραάμ καί Ἰσαάκ καί Ἰακώβ καί οἱ Προφήται καί οἱ Ἀπόστολοι καί ἡ Ἐκκλησία· πάντα ταῦτα εἰς ἑνότητα Θεοῦ".
Ὁ Ἐπίσκοπος, δηλαδή, κατά τόν ἅγ. Ἰγνάτιο εἶναι τύπος - εἰκόνα τοῦ Θεοῦ Πατέρα (Τραλ. ΙΙΙ, 1· Μαγν. ΙΙΙ, 1-2) καί ταυτόχρονα τύπος - εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ (Ἐφ. VI, 1· Τραλ. ΙΙ, 1) καί κατά συνέπεια ὁρατή κεφαλή τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας (Ἐφ. V, 1-2· Τραλ. ΙΙ, 1· Σμυρν. VIII, 2).
Σάν "τύπος", λοιπόν, καί "εἰς τόπον" Χριστοῦ ὁ Ἐπίσκοπος:
· Ἐπισκοπεῖ τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας (Ἐφ. IV, 1-2) καί τήν κατάλυση τῶν σχισμάτων (Φιλαδ. ΙΙΙ) καί
· Ἱερουργεῖ τήν εὐχαριστιακή καί βαπτισματική ἐγκυρότητα (Φιλαδ. IV, 1· Σμυρν. VIII, 1-2).
Μέ ἄλλα λόγια, ὅλο τό Μυστήριο καί ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας συγκροτοῦνται καί διασφαλίζονται "διά τοῦ Ἐπισκόπου, ὄχι ἐπειδή ἔχει αὐτοτελῶς κάποια προσωποπαγῆ ἰδιότητα, ἀλλά ἐπειδή εἶναι ὁ προεστώς τῆς Ἐκκλησίας, περιβαλλόμενος ἀπό τό συνέδριο τῶν Πρεσβυτέρων, τόν ὅμιλο τῶν Διακόνων καί βεβαίως ὅλη τήν λοιπή σύναξη... μέ τούς πιστούς πού ἔχουν προκαθήμενο τόν Ἐπίσκοπο καί συγκαθήμενο τό Πρεσβυτέριο καί τούς Διακόνους" (Περιοδικό "ΕΠΑΓΓΕΛΙΑ" Ἱ. Μητροπόλεως Γουμενίσσης, φ. Φεβρ. 2002, σελ. 2).
Ἀπό τά προηγούμενα τοῦ ἁγ. Ἰγνατίου προκύπτει, ὅτι Ἐπίσκοπος δέν ἀντλεῖ τά δικαιώματα καί τίς ὑποχρεώσεις τοῦ ἀξιώματός του "αὐτοτελῶς" (ἀπό μόνος του), ἀλλά ἀπό τόν Χριστό, ὁ Ὁποῖος εἶναι "ἡ πηγή, τό κέντρον καί τό περιεχόμενον τῆς Ἱερωσύνης καί τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας (ἀφοῦ), οὐσιαστικῶς ἡ Ἱερωσύνη Του ὡς Αἰωνίου Ἀρχιερέως, εἶναι ἡ Ἱερωσύνη τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ θεανθρώπινη ἐξουσία Του εἶναι ἡ ἱεραρχική ἐξουσία τῆς Ἐκκλησίας", ὅπως ἔγραψε μεγάλος θεολόγος τοῦ 20οῦ αἰ. (ἀρχιμ. Ἰουστίνου Πόποβιτς, "Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία καί Οἰκουμενισμός", 1974, σελ. 117/8).
Πέραν τοῦ Ἐπισκόπου, τί εἶναι ὁ ποιμένας - Πνευματικός Πατέρας; "Ἀκούσωμεν" τοῦ ἁγ. Ἰωάννου τῆς Κλίμακος, ἀπό τόν 31ο Λόγο του "Πρός Ποιμένα":
"Ποιμένας κυρίως καί ἡγούμενος ἀγαθός, εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος μπορε{ νά ἀναζητήση μέ προθυμία καί ἐπιείκεια καί προσευχή καί νά βρῆ τό "ἠσθενημένον καί ἀπολωλός πρόβατον" καί νά τό γιατρέψη καί νά τό ἀπαλλάξη ἀπό τίς ἀσθένειες καί τίς κακίες του.
Κυβερνήτης ἄριστος εἶναι ἐκεῖνος πού πῆρε ἀπό τήν ἐλεημοσύνη τοῦ Θεοῦ, γιά τούς κόπους του, μία ψυχική δύναμι νά φυλάττη τό πλοῖο, ὄχι μόνον ἀβλαβές καί ἀζημίωτο ἀπό τήν μεγάλη τρικυμία καί τόν κλυδωνισμό τῆς θάλασσας, ἀλλά καί νά μπορεῖ, ἄν αὐτό βυθιζόταν, νά τό ἀποσπάση ἀπό τό βάθος τῆς ἀβύσσου".
Καί ὁ Πνευματικός ὅμως, ὅπως καί ὁ Ἐπίσκοπος, δέν ἀντλεῖ τήν ἐξουσία του "αὐτολελῶς" (ἀπό μόνος του), ἀλλά καί πάλι ἀπό τόν Χριστό. Διότι, ὅπως συνεχίζει ὁ ἅγ. Ἰωάννης, "ὁ καλός ποιμένας γνωρίζεται ἀπό τήν ἀληθινή καί κατά Θεόν ἀγάπη, τήν ὁποία χρεωστῆ νά ἔχη πρός ὅλους, καί ἀπό τούς λόγους καί τούς κόπους πού κάνει γιά νά ἀξιωθοῦν τῆς σωτηρίας τους. Διότι καί ὁ Μέγας καί Ἀληθινός Ποιμένας Χριστός, ἐφανέρωσε τήν πολλή καί μεγάλη ἀγάπη πού ἔχει γιά μᾶς, μέ τό νά καταδεχτῆ νά ὑποστῆ τόσα δεινά καί τελευταῖα τήν ἑκούσια Σταύρωσι, γιά νά σωθοῦμε ὅλοι".
Τί καταλήγει νά εἶναι ὁ Ἐπίσκοπος πού "ξεπέφτει" ἀπό τήν θέση τοῦ "τύπου Χριστοῦ, εἰς τόπον Χριστοῦ" προεστώτος τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, στή θέση τοῦ Δεσπότη; Τί καταλήγει νά εἶναι ὁ Πνευματικός Πατέρας πού "ξεπέφτει" ἀπό τήν διακονία τῆς πνευματικῆς πατρότητος, στήν ἰδιοκτησία πάνω στούς πιστούς; Καταλήγουν νά εἶναι καταχραστές ἐκκλησιαστικῆς καί πνυματικῆς ἐξουσίας.
Ἀπό καιροῦ εἰς καιρόν" ἐκτός ἀπό τά περιστατικά καταχρήσεως ἐξουσίας ἀπό πρόσωπα τῆς δημόσιας καί τῆς λεγομένης κοινωνικῆς ζωῆς, γίνονται γνωστά ἀνάλογα περιστατικά μερικῶν φορέων ἐκκλησιαστικῆς ἐξουσίας.
· Πρόκειται γιά ἐκείνους βασίζονται στό σεβασμό τοῦ λαοῦ πρός τήν ἱερότητα τοῦ ἀξιώματός τους καί οἰκοδομοῦν πάνω σ' αὐτό τόν σεβασμό τήν παντοειδή ἰδιοτέλειά τους.
· Πρόκειται γιά ἐκείνους πού βάζουν πάνω ἀπό τόν Χριστό τόν ἑαυτό τους καί πασχίζουν νά κρατηθοῦν μέ διάφορους τρόπους στήν ἐπιφάνεια καί τήν ἐπικαιρότητα.
Ὁ Κύριος εἶπε γιά τούς Μαθητές καί Ἀποστόλους Του καί κατ' ἐπέκταση γιά τούς διαδόχους τους Ἐπισκόπους καί ποιμένες: "Οὔτω λαμψάτω τό φῶς ἡμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ἡμῶν τά καλά ἔργα καί δοξάσωσι τόν Πατέρα ἡμῶν τόν ἐν τοῖς οὐρανοῖς". Ὅσοι στεροῦνται τοῦ ἀναμμένου λύχνου τῆς ἀρετῆς, προσπαθοῦν νά ἀντισταθμίσουν τήν ἔλλειψη αὐτή μέ τά μεγαλόπρεπα κτίρια, τά πολυτελή ἄμφια, τούς πομπῶδεις τίτλους καί τό ἀπαραίτητο πλέον, "εὐλόγησον" καί "νά εἶναι εὐλογημένο". (βλ. σχ. Περιοδικό "ΕΠΑΓΓΕΛΙΑ" Ἱ. Μητροπόλεως Γουμενίσης, φ. Φεβρ. 2002).
Βεβαίως, ναί, θά πεῖ ὁ πιστός "εὐλόγησον" καί "νά εἷναι εὐλογημένο", σέ ὅσα εἶναι καλά καί εὐλογημένα καί προβλεπόμενα ἀπό τήν Ἐκκλησία· ὄχι σέ αὐθαίρετες προσωπικές γνῶμες τῶν ποιμένων, πόσο μᾶλλον σέ παράνομες, ἀντικανονικές καί κολάσιμες ἀπό τούς Ἱερούς Κανόνες πράξεις τους.
Μέ τήν παχυλή "ἐν πολλοῖς" ἀμαθεία πού διακρίνει τήν ἐποχή μας, συνήθως ἀκοῦμε ὅτι:
· "Ἡ Ἐκκλησία ἀποφάσισε γιά τό Α ἤ Β θέμα" καί νά ἐννοοῦμε μία σύναξη 2 - 3 ἤ καί περισσοτέρων Ἐπισκόπων καί συνήθως μόνον ἕνα, τόν Πρῶτο (Ἀρχιεπίσκοπο ἤ Πατριάρχη) καί τό περιβάλλον του ἤ
· "Οἱ Μητροπολίτες ὑπάγονται στή δικαιοδοσία τῆς Συνόδου" (δηλαδή τοῦ Προέδρου της).
Ὅμως, ἐπικαλούμενοι "τήν ὁροθεσία τῆς ἁγίας μας Παραδόσεως", πρέπει νά ἀπευθύνουμε τό ἐρώτημα:
· Ἐκκλησία εἶναι Κλῆρος καί λαός ἤ μόνον οἱ Ἐπίσκοποι; καί
· Κάθε Μητροπολίτης εἶναι Ποιμενάρχης - Προκαθήμενος τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας - Μητροπόλεως, ὁρατή εἰκόνα τοῦ Μεγάλου Ἀρχιερέως Χριστοῦ, ἤ ἐντολοδόχος ἀνώτερος ὑπάλληλος κάποιας Ἐκκλησιαστικῆς Ἀρχῆς - Συνόδου γιά τήν συγκεκριμένη περιοχή;
Α. Ἐκκλησία εἶναι τό ὅλο Σῶμα, Κλῆρος καί λαός, "μέ τίς πνευματικές διαβαθμίσεις πού ὁρίζει ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία, ἀναγνωρίζουσα τήν προτεραιότητα τῆς θεοπτικῆς θεολογίας τῶν τελείων καί ὄχι τήν τυπική διατύπωση της ἀπό τούς τιτλούχους καί μή θεόπτας". Δηλαδή, ἡ ἀλήθεια μπορεῖ νά ἐκφράζεται ἀπό ἕναν ἁπλό, ἀλλά θεόπτη - θεωμένο μοναχό (π.χ. τόν ἅγ. Μάξιμο τόν Ὁμολογητή) καί ὄχι ἀπό Ἐπισκόπους οἱ ὁποῖοι ἔχουν τούς τίτλους, ἀλλά δέν εἶναι θεόπτες - φορεῖς τῆς ἀληθείας (λ.χ. οἱ σύγχρονοι τοῦ ἁγ. Μαξίμου Πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς).
Αὐτό τό Σῶμα, τήν Ἐκκλησία, ἐκφράζουν οἱ Ἐπίσκοποι "ἐν Συνόδῳ· ἡ Σύνοδος (ὅμως) ὀφείλει νά ἐκφράζει τήν φωνή τοῦ ὅλου Σώματος, τῆς ὁλότητος νοουμένης καί χρονικῶς (ὅλων τῶν ἀπ' αἰῶνος ἐν Θεῷ τελειωθέντων) καί τοπικῶς. Ἡ συμφωνία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, διά τῶν ἐν αὐτῷ Ἁγίων καί Δικαίων, καταφάσκει ἤ ἀπορρίπτει ὅ,τι προέκυψε ἀπό τό Συνοδικό γεγονός, εἴτε ὡς ἀπλανή, εἴτε ὡς μή ἀπλανή διατύπωση τῆς Πίστεως καί τῶν Κανόνων τῆς Ἐκκλησίας".
Δηλαδή, κάθε Σύνοδος ὀφείλει νά ἐκφράζει ὄχι μόνον τούς ζῶντες πιστούς, ἀλλά καί κεκοιμημένους (τόσο πιστούς, ὅσο καί κυρίως Ἁγίους - Διδασκάλους). Μία Σύνοδος, δηλαδή, γιά νά εἶναι γνησία Σύνοδος καί ὄχι ληστρική, ὀφείλει νά βρίσκεται σέ συμφωνία μέ τίς προηγούμενες Συνόδους (Οἰκουμενικές, Τοπικές καί Πανορθοδόξους).
Β. Οἱ κατά τόπους Ἀρχιερεῖς δέν εἶναι φορεῖς αὐτόνομης ἐξουσίας, ἀλλά ἐκφραστές τῶν τοπικῶν τους Ἐκκλησιῶν. Τό δηλώνει καί τό ὄνομά τους. Λ.χ. ὁ Σεβ. Ποιμενάρχης μας δέν ὀνομάζεται "Μητροπολίτης Κήρυκος", ἀλλά "Μητροπολίτης Μεσογαίας Κήρυκος", Προκαθήμενος, δηλαδή, τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας τῆς Μεσογαίας.
"Ἡ Ἀποστολική ἐξουσία - ἔγραψε σύγχρονος Θεολόγος - δέν εἶναι ἐξουσία προσωπική τῶν ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι ἐκλήθησαν ἀπό τόν Χριστόν νά γίνουν ὄργανα τῆς Χαριτός Του, ἀλλά ἐξουσία λειτουργική, ἡ ὁποία σχετίζεται ἐσωτερικῶς μέ τήν Ἐκκλησίαν, ἡ Ὁποία εἶναι ὁλόκληρος ὁ Χριστός, ἡ Κεφαλή καί τά μέλη" (Πρωτ. Ἀντ. Ἀλεβιζοπούλου, "Ἐφόδιον Ὀρθοδοξίας", 1993, σελ. 206).
"Οἱ ἀποφάσεις τῶν Συνόδων - γράφει ἄλλος Θεολόγος - οὔτε ἐπιβάλλονται ἀπό μία ἐξουσία μοναρχική, οὔτε ἐπιτυγχάνονται μέ μία ψηφοφορία δημοκρατική, ἀλλά εἶναι πάντοτε ex consensus Ecclesiae, σύμφωνες μέ τήν ὁλική πίστη τῆς Ἐκκλησίας... Τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἐκεῖνο πού κάνει μία Σύνοδο ἀληθινά καθολική καί τό Σῶμα τό μαρτυρεῖ κατά τήν ἠθελημένη ἀπό τόν Θεό στιγμή" (Π. Εὐδοκίμωφ, "Ἡ Ὀρθοδοξία", 1972, σλ. 216, 219).
"Ἡ ἔκφραση τῆς ἐκκλησιαστικῆς συνειδήσεως - γράφει Καθηγητής Πανεπιστημίου - γιά τήν ἀποδοχή ἤ τήν ἀπόρριψη τῆς οἰκουμενικότητας μιᾶς Συνόδου, ἡ ὁποία ἔχει συγκληθῆ ὡς Οἰκουμενική, ἦταν ἀπόλυτο κριτήριο καί ἐκδηλωνόταν μέ ποικίλους τρόπους, ἤτοι μέ τοπικές Συνόδους, μέ θεολογικές πραγματείες, μέ κινητοποιήσεις τοῦ Κλήρου, τῶν μοναχῶν, τοῦ λαοῦ, κ.ἄ... Τό κατοχυρωμένο κανονικό δικαίωμα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος νά διακρίνη μεταξύ τῆς αὐθεντικῆς καί τῆς νοθευμένης δογματικῆς διδασκαλίας ὁποιασδήποτε Συνόδου, διαμόρφωνε καί τό περιεχόμενο τοῦ ἀγώνα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, τό ὁποῖο ἐνεργοῦσε ὡς ὁ ἀστασίαστος φορέας τῆς ἐκκλησιαστικῆς συνειδήσεως" (Βλασίου Φειδᾶ, "Ἐκκλησιαστική Ἱστορία", 1, σελ. 863, 868).
Δηλαδή, πιό ἁπλᾶ:
· Ἄν ἡ ἀποδοχή ἤ ἀπόρριψη τῆς οἰκουμενικότητας μιᾶς Συνόδου, ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ἐκκλησιαστική συνείδηση, δηλαδή τόν Κλῆρο καί τόν λαό·
· Ἄν χωρίς αὐτήν, χωρίς τήν ἀποδοχή δηλαδή τῶν Συνοδικῶν ἀποφάσεων ἀπό τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας συνολικά (τούς Ποιμένες καί τούς ποιμενομένους), οἱ Σύνοδοι πού τίς ἀποφάσισαν εἶναι ληστρικές καί ὄχι κανονικές (ὅπως συνέβη μέ τήν Μονοφυσιτική Σύνοδο τῆς Ἐφέσου τοῦ 449, τήν Εἰκονομαχική τῆς Ἱέρειας τοῦ 754 καί τήν ψευδενωτική τῆς Φερράρας - Φλωρεντίας τοῦ 1449)·
τότε εὔκολα ἀντιλαμβανόμεθα ποιά πρέπει νά εἶναι ἡ στάση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος ἀπέναντι σέ παράνομες, ἀντικανονικές ἤ ἄδικες ἀποφάσεις μιᾶς Συνόδου, στίς ὁποίες καλεῖται τό ἐκκλησιαστικό πλήρωμα νά ὑπακούσει.
"Ἡ ἀπάντηση τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν στήν Παπική Ἐγκύκλιο τοῦ Πίου Θ', τό 1848 - γράφει ἄλλος Πανεπιστημιακός Καθηγητής - δείχνει πειστικά τό πνεῦμα τῆς Ὀρθόδοξης Θεολογίας. Στήν ἀπαίτηση τοῦ Πάπα ὅλες οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες νά ἐπιστρέψουν στήν Δυτική Ἐκκλησία, ἀπαντοῦν πώς τοῦτο εἶναι ἀνέφικτο, γιατί ἡ Ἐκκλησία στόν ὀρθόδοξο χῶρο εἶναι ὁ ἴδιος ὁ λαός καί αὐτός δέν ἐγκρίνει καμμία καινοτομία. Ἡ Ἐγκύκλιος αὐτή τῶν Ὀρθοδόξων Πατριαρχῶν, ἔχει σπουδαία ἐκκλησιολογική βάση" (Ν. Ματσούκα, "Δογματική καί Συμβολική Θεολογία", τ. 2ος, σελ. 446· βλ. σχ. "Ἐκκλησιολογική Ὁροθεσία", Περιοδικό "ΕΠΑΓΓΕΛΙΑ" Ἱ. Μητροπόλεως Γουμενίσσης, φ. Σεπτ. 2001, σελ. 1 - 3).
Αὐτές οἱ ταπεινές σκέψεις ἀποτελοῦν τήν ἐλαχίστη συνεισφορά τοῦ ὁμιλοῦντος στόν ἑορτασμό τῆς ὀνομαστικῆς ἑορτῆς τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου μας. Ὁ Θεός μᾶς ἐλέησε νά ζοῦμε τήν "ἐν Χριστῷ" πνευματική μας ζωή μέσα στό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, "ὑπό τό ὠμοφόρειον" ἑνός γνησίως Ὀρθοδόξου Ἐπισκόπου, εὐαισθήτου σέ θέματα Πίστεως καί κανονικότητος. Καί ἐπειδή διερχόμεθα μία πολύ σοβαρή ἐκκλησιαστική κρίση, ἐπιβάλλεται νά ἑνώσουμε τίς προσευχές μας καί νά ζητήσουμε ἀπό τήν Κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας, τόν Μέγα Ἀρχιερέα Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, νά σκέπει, νά φωτίζει καί νά καθογηγεῖ τόν Σεβ. Ποιμανάρχη μας καί νά τηρεῖ αὐτόν "σῶον, ἔντιμον, ὑγιᾶ, μακροημερεύοντα καί ὀρθοτομοῦντα τόν λόγον τῆς ἀληθείας".





ΣΤΗΝ ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΠΑΣΧΑ
μέ ὁδηγό τόν ἅγ. Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ καί τούς Ἁγίους τοῦ Τριωδίου

Καθηγητοῦ Ἀντωνίου Μάρκου

Κείμενο ὁμιλίας σέ ἑσπερινή ἐκδήλωση τῆς Β' Κυριακῆς τῶν Νηστειῶν 2003, στόν Ἱερό Ναό ἁγ. Δημητρίου Ἀχαρνῶν, κατόπιν προσκλήσεως καί παρουσίᾳ τοῦ Σεβ. Μητροπ. Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς κ. ΚΗΡΥΚΟΥ.

Ἐπιθυμῶ κατ' ἀρχήν νά ἐκφράσω τήν εὐχαριστία μου πρός τόν "ἐν Τριάδι" προσκυνούμενο Ἅγιο Θεό, διότι ἐπέτρεψε νά πραγματοποιοῦμε σήμερα αὐτή τήν πνευματική ἐκδήλωση, "ὑπό τήν σκέπην" τοῦ ἁγ. Δημητρίου, ὁ ὁποῖος μᾶς φιλοξενεῖ στό Ναό του.
Ἐπιθυμῶ στή συνέχεια νά εὐχαριστήσω τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη μας, διότι μοῦ ἔκανε τήν τιμή νά μοῦ ἀναθέση γιά τέταρτη συνεχή χρονιά τήν ὁμιλία τῆς Ἑορταστικῆς Συνάξεως γιά τόν ἅγ. Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ.
Ἐπιθυμῶ, ἀκόμη, νά εὐχαριστήσω τούς Σεβαστούς Πατέρες πού παρίστανται, ἀλλά καί ὅλους ἐσᾶς, ἀγαπητοί ἀδελφοί καί ἀδελφές, τούς "ἐγγύς καί μακράν", διότι προσθέσατε κόπο στόν κόπο σας καί συμμετέχετε σ' αὐτή τήν πνευματική τράπεζα.
Κατά τήν Α' Κυριακή τῶν Νηστειῶν, κατά τήν ὁποία τιμᾶται ἡ νίκη τῆς Ὀρθοδοξίας κατά τῶν παντοειδῶν αἱρέσεων καί ἡ ἀναστήλωσις τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων, ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ νά τοποθετηθοῦμε ἀπέναντι στόν ἀγῶνα Της καί ἀπέναντι στήν εὐθύνη τῆς συμμετοχῆς μας στόν ἀγῶνα αὐτό.
Σέ κάθε ἐποχή ἡ Ἐκκλησία δίδει τόν ἀγῶνα Της: Λ.χ.
· Τόν 1ο, 2ο καί 3ο αἰ. κατά τῶν διωκτῶν εἰδωλολατρῶν, μέ προμάχους τῆς Πίστεως τούς Ἁγίους Μάρτυρες καί Ὁμολογητές·
· Τόν 4ο αἰ. κατά τοῦ Ἀρειανισμοῦ, μέ προμάχους τόν Μέγα Ἀθανάσιο καί τούς Καππαδόκες Πατέρες·
· Τόν 5ο αἰ. κατά τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ, μέ πρόμαχο τόν ἅγ. Κύριλλο Ἀρχιεπ. Ἀλεξανδρείας·
· Τόν 7ο καί τόν 8ο αἰ. κατά τῆς Εἰκονομαχίας, μέ προμάχους τόν Ἱερό Δαμασκηνό, τόν ἅγ. Ταράσιο Πατριάρχη ΚΠόλεως καί τούς Στουδίτες Πατέρες·
· Τόν 9ο αἰ. κατά τῶν ἐπεκτατικῶν τάσεων τῆς Ρωμαϊκῆς ἔναντι τῶν ἄλλων τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, μέ πρόμαχο τόν Μέγα Φώτιο·
· Τόν 14ο αἰ. κατά κακοδοξιῶν τῆς Παπικῆς Ἐκκλησίας, μέ πρόμαχο τόν ἅγ. Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ·
· Τόν 15ο αἰ. κατά τοῦ ἑνωτικοῦ λεγομένου πνεύματος μέ τήν αἱρετική Παπωσύνη, μέ πρόμαχο τόν ἅγ. Μάρκο τόν Εὐγενικό·
· Στούς τέσσερεις αἰῶνες τῆς Τουρκοκρατίας κατά τοῦ κινδύνου τοῦ ἐξισ-λαμισμοῦ, μέ προμάχους τούς Ἁγίους Νεομάρτυρες καί Διδασκάλους τοῦ Γένους, τόν ἅγ. Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό καί τήν ὁσ. Φιλοθέη τήν Ἀθηναία·
· Τόν 20ο αἰ. κατά τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, μέ πρόμαχο τόν ἅγ. Ματθαῖο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν.

Ἕνας ἀγώνας ὅμως, ὅπως εἶναι εὐνόητο, γιά νά διεξαχθεῖ, δέν χρειάζεται μόνο Στρατηγούς (αὐτοί σέ κάθε ἐποχή εἶναι Ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι)· οὔτε μόνο Συνταγματάρχες καί Λοχαγούς (αὐτοί εἶναι οἱ Ὀρθόδοξοι Πρεσβύτεροι καί Διάκονοι)· χρειάζεται κυρίως στρατιώτες (καί αὐτοί εἶναι ὅλοι οἱ πιστοί, ἀνεξαρτήτως θέσεως στήν ἱεραρχία τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας). Οἱ στρατιώτες λοιπόν τῶν ὁμολογιακῶν ἀγώνων τῆς Ἐκκλησίας, ὅλοι μας δηλαδή, ἔχουμε ἐκπαιδευτές τούς Ἁγίους πού ἀγωνίσθηκαν γιά τήν Πίστι, οἱ ὁποῖοι ὅμως προηγουμένως ἀγωνίσθηκαν γιά τήν πνευματική τους τελείωση.
Ἄς μήν λησμονοῦμε, ὅτι στήν "ἐν Χριστῷ" ζωή τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καί τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, προηγήθηκε ἡ ἄσκησις στό σπήλαιο τοῦ Πόντου καί ἀκολούθησαν οἱ ἀγῶνες κατά τῶν Ἀρειανῶν καί τῶν Πνευματομάχων. Τό ἴδιο ἰσχύει καί στόν ἅγ. Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ· προηγήθηκε ἡ βίωση καί ἐργασία τῆς νοερᾶς προσευχῆς καί μετά ἀκολούθησε ὁ ἀγῶνας γιά τήν ὑπεράσπισή της.
Γιά τόν λόγο αὐτό διάλεξα γιά θέμα τῆς σημερινῆς πτωχῆς μου παρουσίας ἐνώπιόν σας, τήν "Πορεία πρός τό Πάσχα μέ ὁδηγούς τόν ἅγ. Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ καί τούς Ἁγίους τοῦ Τριωδίου".

Τό Τριώδιο μέ τούς Ἁγίους του μοιάζει μέ ἕναν ἀνθισμένο κήπο· καί ὅπως εἶναι δύσκολο νά διαλέξει κανείς τό ὡραιότερο ἄνθος, ἔτσι εἶναι δύσκολο νά ξεχωρίσει κανείς τόν μεγαλύτερο Ἅγιο. Ἐπειδή, ὅμως, ὁ χρόνος μιᾶς ὁμιλίας εἶναι ἀσφαλῶς περιορισμένος, θά ἀκολουθήσω τήν διάκριση πού ἔκανε ἡ Ἴδια ἡ Ἐκκλησία, ἀφιερώνοντας τρεῖς Κυριακές τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς σέ ἱσάριθμους Ἁγίους (στούς ἅγ. Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, ἅγ. Ἰωάννη τῆς Κλίμακος καί ἁγ. Μαρία τήν Αἰγυπτία), κάνοντας μία μικρή προσθήκη εὐλαβείας, μιά ἀναφορά στούς Ἁγίους 40 Μάρτυρες (διότι ἡ μνήμη τους συμπίπτει πάντα μέσα στήν Τεσσαρακοστή).
Εἰσαγωγικά θά ἤθελα νά ἐπαναλάβω αὐτό πού κατ' ἐπανάληψη ἔχω πεῖ στό παρελθόν. "Ἕναν Ἅγιο, μόνον ἕνας ἄλλος Ἅγιος μπορεῖ νά τόν παρουσιάσει· διότι οἱ Ἅγιοι ἀντιλαμβάνονται τούς Ἁγίους, ὅπως οἱ μαθη-ματικοί τούς μαθηματικούς, οἱ γιατροί τούς γιατρούς καί οἱ νομικοί τούς νομικούς. Λ.χ. τόν Μέγα Ἀντώνιο βιογραφεῖ ὁ Μέγας Ἀθανάσιος· τόν Μέγα Βασίλειο ὁ Ἱερός Γρηγόριος, ὁ ἅγ. Ἀμφιλόχιος καί ὁ ὅσ. Ἐφραίμ ὁ Σύρος· καί τόν ἁγ. Παλαμᾶ ὁ ἅγ. Φιλόθεος ὁ Κόκκινος, Πατριάρχης ΚΠόλεως. Αὐτό εἶναι φυσικό, διότι οἱ Ἁγιοπνευματικές ἐμπειρίες τῶν Ἁγίων εἶναι κοινές καί οἱ ἁγιαστικές μέθοδοι ἴδιες, ἀνεξάρτητα ἀπό τήν ἐποχή" (κατά τόν Μητροπ. Ναυπάκτου Ἱερόθερο Βλάχο). Ἔτσι σήμερα ἐγώ ἁπλᾶ θά μεταφέρω στήν ἀγάπη σας, ὅσα ἔγραψαν Ἅγιοι γιά τούς Ἁγίους στούς ὁποίους θά ἀναφερθοῦμε.

Οἱ Ἅγιοι 40 Μάρτυρες
Ἄς ἀρχίσουμε τήν περιήγησή μας στό Ἁγιολόγιο τοῦ Τριωδίου μέ τούς Ἁγίους 40 Μάρτυρες, τῶν ὁποίων τήν μνήμη ἑορτάσαμε χθές.
Οἱ Ἅγιοι 40 Μάρτυρες (4ος αἰ.) ἦσαν στρατιώτες κατά τήν βασιλεία τοῦ Λικινίου καί μαρτύρησαν στή Σεβάστεια τῆς Ἀρμενίας. Ἀρχικά φυλακίσθηκαν, στή συνέχεια τούς συνέτριψαν τά στόματα μέ πέτρες καί τελικά καταδικάστηκαν νά διανυκτερεύσουν στά παγωμένα νερά τῆς παρακείμενης λίμνης. (Ἡ λίμνη ἦταν - σήμερα ἔχει ἀποξηρανθεῖ - σέ ὑψόμετρο 940 μ. καί ἡ πόλη σέ ὑψόμετρο 1.300· τόν χειμῶνα ἡ μέση θερμοκρασία στήν περιοχή εἶναι -25 βαθμοί !). Μάλιστα, γιά νά γίνει τό μαρτύριό τους πιό φοβερό, ὑπῆρχε ἀναμμένη φωτιά στήν ὄχθη καί ζεστό λουτρό, γιά νά προκαλεῖ τήν ἀνθρώπινη φύση τους.
Οἱ Μάρτυρες μπῆκαν στήν λίμνη μέ τό σύνθημα, "δριμύς ὁ χειμών, γλυκύς ὁ Παράδεισος". Ὅλοι ἄντεξαν τό μαρτύριο ἐκτός ἀπό ἕνα πού ὑπέκυψε στόν πειρασμό καί βγῆκε, ἀλλά ἐνῶ βάδιζε πρός τό λουτρό ξεψύχησε. Ὁ Μέγας Βασίλειος νά πῶς περιγράφει τά αἰσθήματα τῶν λοιπῶν 39 στρατιωτῶν: "Μία ἧν πάντων εὐχή: "Τεσσαράκοντα εἰσήλθομεν εἰς τό στάδιον, οἱ τεσσαράκοντα στεφανωθείημεν, Δέσποτα· μή λείψῃ τῷ ἀριθμῷ μηδέ εἷς· τίμιος ἔστιν, ὅν ἐτίμησας τῇ νηστείᾳ τῶν τεσσαράκοντα ἡμερῶν, δι' οὗ νομοθεσία εἰσῆλθεν εἰς τόν κόσμον" (Πατρολογία Μιγνίου· 31, 520). Ταυτό-χρονα ὁ δεσμοφύλακας Ἀγλάϊος εἶδε θέαμα ἐξαίσιο καί φοβερό: 40 στεφάνια νά κατεβαίνουν ἀπό τόν οὐρανό· καί τά μέν 39 στάθηκαν στίς κεφαλές τῶν Ἁγίων, τό δέ 40ό "αἰωρεῖτο εἰς τόν ἀέρα καί ἐφαίνετο μή ἔχων τόπον νά σταθῆ". Τό ὅραμα αὐτό τόν ἔπεισε γιά τήν ἀλήθεια τῆς πίστεως τῶν Μαρτύρων καί μπῆκε μαζί τους στήν λίμνη.
Τό ἑπόμενο πρωϊ διέταξε ὁ Ἡγεμόνας Ἀγρίκολας νά βγάλουν ἀπό τήν λίμνη τά σώματα τῶν Μαρτύρων, νά τούς συντρίψουν τά σκέλη καί νά τά κάψουν στήν ὄχθη τοῦ ποταμοῦ Ἅλυ. Ἐκτελῶντας τήν διαταγή του οἱ στρατιῶτες, βρῆκαν τό μ. Μελίτωνα ζωντανό καί ἐπειδή ἦταν νεαρός καί γιός μονογενής μιᾶς χήρας, λυπήθηκαν τήν μητέρα του καί τῆς τόν ἔδωσαν "μήπως ζήσει". Καί ἐνῶ μετέφεραν μέ ἅμαξες τά Μαρτυρικά Λείψανα γιά νά καοῦν, εἶδαν - ὦ τοῦ ψυχικοῦ μεγαλείου τῆς Χριστιανῆς μητέρας! - τήν χήρα νά τρέχει μέ τόν γιό της φορτωμένο στήν πλάτη λέγοντας: "Πήγαινε καί σύ, παιδί μου, μέ τούς συστρατιώτες σου, γιά νά μήν μείνεις ἀστεφάνωτος"!

Κυριακή Β' Νηστειῶν
Ὁ Ἱερός Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς γεννήθηκε στήν ΚΠόλη τό 1296, ἀπό γονεῖς εὐγενεῖς (ὁ πατέρας του Κωνσταντῖνος ἦταν Συγκλητικός τοῦ Αὐτοκράτορα Ἀνδρονίκου Β' τοῦ Παλαιολόγου, ἀλλά "πρωτίστως καί προηγουμένως" ἕνας ἐργάτης τῆς καρδιακῆς προσευχῆς μέσα στόν κόσμο"). Ἦταν μόλις 7 ἐτῶν ὅταν κοιμήθηκε ὁ πατέρας του καί τήν ἀνατροφή καί παιδεία του ἀνέλαβε ὁ ἴδιος ὁ Αὐτοκράτορας. Παρακολούθησε ἀνώτερες σπουδές Γραμματικῆς, Ρητορικῆς, Φυσικῆς καί Λογικῆς (μέ εἰδίκευση στόν Ἀριστοτέλη), ἀλλά ἀντί νά ἀκολουθήσει τό πολιτικό στάδιο καί νά διαπρέψει στόν στίβο τῶν κρατικῶν ὑποθέσεων, μόνασε σέ ἡλικία 20 ἐτῶν μέ ὅλη του τήν οἰκογένεια. Τήν Ἄνοιξη τοῦ 1317 ἔφθασε στό Ἅγιο Ὄρος καί ὑποτάχθηκε στόν ἀσκητή Νικόδημο, ἀπό τόν ὁποῖο διδάχθηκε τήν νοερά προσευχή. Ἀσκούμενος δέχθηκε τό δῶρο τῆς θεολογίας καί ἀξιώθηκε Ἁγιοπνευματικῶν καταστάσεων. Γιά ἕνα διάστημα ἡγουμένευσε στήν Μονή Ἐσφιγμένου.
Ἀναδείχθηκε Πρόμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅταν ὁ αἱρετικός Βαρλαάμ ὁ Καλαβρός, μέ τήν πολεμική του κατά τοῦ Ἡσυχασμοῦ, προσπάθησε νά νοθεύσει τήν Ὀρθόδοξη Πίστη μέ Παπικές δοξασίες. Γιά τίς Ὀρθόδοξες θέσεις του διώχθηκε ἀπό τόν ἀθεολόγιτο Πατριάρχη Ἰωάννη ΙΔ' τόν Καλέκα (γιά τόν ὁποῖο ἔγραψε,"πᾶς ὁ περί τοῦ δόγματος λόγος, σκήψίς ἐστιν, ἐξευρημένη πρός ἐπίκρυψιν τοῦ μισεῖν τούς τήν εἰρήνην ποθοῦντας"· Ἐπιστολή πρός Φιλόθεον, φ. 172 β), "καταδικάσθηκε" ἀπό "Σύνοδο" καί φυλακίσθηκε. Ὅταν ἀναγνωρίσθηκε ἡ Ὀρθοδοξία τῶν θέσεών του, ἀποκαταστάθηκε καί χειροτονήθηκε Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης. Κατέλειπε σημαντικό θεολογικό συγγραφικό ἔργο, τό ὁποῖο τόν κατατάσει στήν χορεία τῶν Μεγάλων τῆς Ἐκκλησίας Ἱεραρχῶν καί Θεολόγων.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1359, ἀφοῦ ἀξιώθηκε ἐμφανίσεως τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου, ὁ ὁποῖος τόν κάλεσε "πρός αὐτόν, ὡς ὁμότροπον καί ἀγαπητόν καί συγκάτοικον". Ἡ ἁγιότητά του διακηρύχθηκε Συνοδικά ἐπί πατριαρχείας τοῦ μαθητή του ἁγ. Φιλοθέου τοῦ Κόκκινου, ἑννέα μόλις χρόνια μετά τήν ὁσιακή του κοίμηση. Τά Λείψανά του φυλάσσονται στόν πρός τιμή του Μητροπολιτικό Ναό τῆς Θεσσαλονίκης. Ἡ ἁγιότητα τῆς μακαρίας του ψυχῆς φαίνεται καί ἀπό τήν "Ἐξομολογητική Εὐχή πρός τήν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον", τῆς ὁποίας παραθέτουμε ἀπόσπασμα:
"Παρθένε, Δέσποινα Θεοτόκε, ἡ τόν Θεόν Λόγον κατά σάρκα γεννήσασα. Οἶδα μέν, ὅτι οὐκ ἔστιν εὐπρεπές, οὐδέ ἄξιον, ἐμέ τόν οὕτω πανάσωτον, εἰκόνα καθορᾶν Σοῦ τῆς Ἁγνῆς, Σοῦ τῆς Ἀειπαρθένου· Σοῦ τό σῶμα καί ψυχήν ἐχούσης καθαρά καί ἀμόλυντα, ὀφθαλμοῖς μεμολυσμένοις ὁρᾶν καί χείλεσιν ἀκαθάρτοις καί βεβήλοις περιπτύσεσθαι ἤ παρακαλεῖν. Δίκαιον γάρ ἔστιν, ἐμέ τόν ἄσωτον, μισεῖσθε ὑπό τῆς Σῆς καθαρότητος. Πλήν, ἐπειδήπερ γέγονεν ὁ Θεός, Ὅν ἐγέννησας, ἄνθρωπος, ὅπως καλέση τούς ἁμαρτωλούς εἰς μετάνοιαν, θαρρῶν κἀγώ προσέρχομαί Σοι, μετά δακρύων δεόμενος.
Δέξαι μου τήν παροῦσαν τῶν πολλῶν καί χαλεπῶν πταισμάτων ἐξαγόρευσιν καί ταύτην προσάγαγε τῷ Μονογενεῖ Σου Υἱῷ καί Θεῷ, ἱκεσίαν ποιοῦσα, ὅπως γένηται ἵλεως τῇ ἀθλίᾳ μου καί ταλαιπώρῳ ψυχῇ. Διά γάρ τό πλῆθος τῶν ἀνομιῶν μου, κωλύομαι πρός Αὐτόν ἀτενῆσαι καί αἰτῆσαι συγχώρησιν. Διά τοῦτο Σέ προβάλλομαι πρέσβυν καί μεσίτην. Ὅτι πολλῶν ἀπολαύσας καί μεγάλων δωρεῶν παρά τοῦ πλαστουργήσαντός με Θεοῦ, ἀμνήμων τε πασῶν φανείς ὁ ἄθλιος καί ἀχάριστος, εἰκότως παρεσυνεβλήθην τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καί ὡμοιώθην αὐτοῖς.
Πτωχεύων ταῖς ἀρεταῖς· πλουτῶν τοῖς πάθεσι· αἰσχύνης πεπληρωμένος· παρρησίας θείας ἐστερημένος κατακεκριμένος ὑπό τοῦ Θεοῦ· θρηνούμενος ὑπό Ἀγγέλων· γελώμενος ὑπό δαιμόνων· μισούμενος παρά ἀνθρώπων· ἐλεγχόμενος ὑπό τοῦ συνειδότος· ὑπό τῶν πονηρῶν μου καταισχυνόμενος ἔργων· καί πρό θανάτου νεκρός ὑπάρχων· καί πρός τῆς Κρίσεως αὐτοκατάκριτος ὤν· καί πρό τῆς ἀτελευτήτου κολάσεως, αὐτοτιμώρητος τυγχάνων ὑπό τῆς ἀπογνώσεως.
Δι' ὅ δή, εἰς τήν Σήν καί μόνην καταφεύγω ἀντίληψιν, Δέσποινα Θεοτόκε, ὁ τῶν μυρίων ταλάντων ὀφειλέτης, ὁ ἀσώτως μετά πορνῶν τήν πατρικήν δαπανήσας οὐσίαν, ὁ πορνεύσας ὑπέρ τήν πόρνην, ὁ παρανομήσας ὑπέρ τόν Μανασσῆν, ὁ ὑπέρ τόν πλούσιον ἄσπλαχνος γεγονώς, ὁ λαίμαργος δοῦλος, τό τῶν πονηρῶν λογισμῶν δοχεῖον, ὁ τῶν αἰσχρῶν καί ρυπαρῶν λογισμῶν θησαυροφύλαξ, ὁ πάσης ἀγαθῆς ἐργασίας ἀλλότριος..."

Κυριακή Δ' Νηστειῶν
Ὁ ὅσ. Ἰωάννης τῆς Κλίμακος γεννήθηκε στήν Παλαιστίνη, περίπου τό ἔτος 523. Σέ ἡλικία 16 ἐτῶν ἀσπάσθηκε τόν μοναχικό βίο στήν Μονή Σινᾶ, "γενόμενος εἰς τόν Θεόν θυσία ἱερωτάτη". Μετά ἀπό κοινοβιακή ζωή 19 ἐτῶν καί ἀφοῦ ἀναδείχθηκε Ἡγούμενος τῆς Μονῆς, ἀναχώρησε στήν Σκήτη τοῦ Θωλᾶ καί ἔμεινε ἐκεῖ ἀγωνιζόμενος ἄλλα 40 ἔτη. Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό ἔτος 603. Στήν Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας ἔμεινε μέ τήν προσωνυμία "τῆς Κλίμακος", τῶν τριάντα δηλαδή λόγων πού ἔγραψε "περί Μοναχικῆς Πολιτείας, ἕκαστος τῶν ὁποίων ἀναφέρεται εἰς μίαν ἀρετήν καί ἀπό τῶν πρακτικῶν ἐπί τάς θεωρητικάς προχωρῶν, ἀναβιβάζει τόν ἄνθρωπον, ὡς διά βαθμίδων τινῶν, εἰς τόν οὐρανόν".
Τό πλῆθος τῶν σωζομένων καλλιτεχνικῶν χειρογράφων τῆς "Κλίμακος" πού ἔφθασαν μέχρι τήν ἐποχή μας καί οἱ ἀλλαπέλληλες ἐκδόσεις της "διά τοῦ τύπου", μαρτυροῦν τήν ἀξία της καί τό ἐνδιαφέρον τοῦ ἀναγνωστικοῦ κοινοῦ. Διότι, ἄν καί ἀπευθύνεται κυρίως στούς μοναχούς, ἀνέκαθεν ὑπῆρξε ἀγαπημένο ἐντρύφημα καί τῶν "ἐν τῷ κόσμῳ" ἀγωνιζομένων Χριστιανῶν, ἀφοῦ τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ ἰσχύει γιά ὅλους, οἱ ἐντολές Του ἀπευθύνονται σέ ὅλους καί ἡ μετοχή στήν Βασιλεία Του εἶναι ὁ κοινός στόχος καί ὁ τελικός σκοπός καί προορισμός ὅλων τῶν μελῶν τοῦ Ἑνός καί Μόνου Σώματός Του, τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας Του.

Κυριακή Ε' Νηστειῶν
Ἡ ὁσ. Μαρία ἦταν Αἰγυπτιακῆς καταγωγῆς καί ἀπό τήν ἡλικία τῶν 12 ἐτῶν ἐργάσθηκε στήν Ἀλεξάνδρεια τό "θεομίσητον ἐπάγγελμα" τῆς πόρνης. Μετά ἀπό 17 χρόνια ἀσώτου βίου, ἀπό περιέργεια ἦρθε στά Ἱεροσόλυμα, κατά τήν Ἑορτή τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ὅμως ἐκεῖ "ἐδόθη εἰς πᾶν εἶδος ἀκολασίας καί ἀτοπημάτων καί πολλούς ἔσυρεν εἰς τόν βυθόν τῆς ἀπωλείας". Ὅταν ὅμως θέλησε νά μπεῖ στόν Ναό τῆς Ἀναστάσεως, αἰσθάνθηκε "τρίς καί τετράκις" ἀόρατη δύναμη νά τήν ἐμποδίζει καί τότε πῆρε τήν ἀπόφαση τῆς μετανοίας καί - ἀφοῦ ἐξομολογήθηκε - ἔφυγε στήν ἔρημο "πέραν τοῦ Ἰορδάνου". Ἐκεῖ τήν βρῆκε, κατ' οἰκονομία Θεοῦ, μετά ἀπό 47 χρόνια ἀσκήσεως καί μετανοίας ὁ Ἀββᾶς Ζωσιμᾶς. Στόν εὐλογημένο αὐτό Ἱερομόναχο (ὁ ὁποῖος τήν κοινώνησε καί τήν κήδευσε), ὀφείλεται ἡ διάσωση τοῦ Βίου της, τόν ὁποῖο κατέγραψε ὁ ἅγ. Σωφρόνιος Πατριάρχης Ἱερο-σολύμων.Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τήν μνήμη της τήν 1η Ἀπριλίου καί τήν Ε' Κυριακή τῶν Νηστειῶν. Ἡ δεύτερη αὐτή ἡμέρα μνήμης τοποθετήθηκε στό τέλος τῆς ἀγωνιστικῆς περιόδου τῆς Νηστείας, διότι τό παράδειγμα τῆς μετανοίας της πρέπει νά ἠχήσει σάν "κώδων πνευματικοῦ συναγερμοῦ", στίς συνειδήσεις τῶν ἀμελῶν καί ραθύμων ἁμαρτωλῶν.
"Ἄριστα ἐντεταγμένη εἰς τόν κύκλον τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς - γράφει ὁ Καθηγητής Εὐάγγ. Θεοδώρου - ἡ ἰδιαιτέρως ἐπισημαινομένη ὑπό τῶν ἀσμάτων Ε' Ἑβδομάς τῶν Νηστειῶν, εἰς τήν ὁποίαν ἡ μετάνοια καί ἡ ἐξ' αὐτῆς κατάνυξις, ἐξυμνεῖται κατ' ἀριστοτεχνικόν ὄντως τρόπον...Ἡ ἐκδήλωσις τοῦ πνεύματος τῆς μετανοίας, δέν κορυφοῦται μόνον κατά τόν Ὄρθρον τῆς Πέμπτης διά τοῦ Μεγάλου Κανόνος, ἀλλά καί κατά τήν Ε' Κυριακήν τῶν Νηστειῶν, ἥτις εἶναι ἀφιερωμένη εἰς τήν μετάνοιαν τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας. Τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ - τό ὁποῖον, ὅπως τονίζει τό Ἀποστολικόν ἀνάγνωσμα τῆς ἡμέρας (Ἑβρ. 9, 11 - 14), καθαρίζει "τήν συνείδησιν ἡμῶν ἀπό νεκρῶν ἔργων" - ὡς καί τό λουτρόν τῶν δακρύων τῆς μετανοίας, ἀνέδειξαν ἐκ τῆς πρώην ἁμαρτωλῆς τήν ἀξιοθαύμαστον ἀσκήτριαν, λιποῦσα ἡμῖν ἐξαίρετον παράδειγμα μετανοίας".

Συμπεράσματα
Ἀπό τά προηγούμενα προκύπτει, ὅτι ὁ "προκείμενος" ἀγώνας τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν, εἶναι δύο κατευθύνσεων, ἐσωτερικός καί ἐξωτερικός. Προηγεῖται ὁ ἐσωτερικός ἀγώνας γιά τήν κάθαρση τοῦ "ἔσω ἀνθρώπου" ἀπό τά πάθη, ἕπεται ὁ φωτισμός τῆς ψυχῆς ἀπό τήν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἀκολουθεῖ ὁ ἐξωτερικός ἀγώνας κατά τῶν αἱρέσεων (καί ὄχι κατά τῶν αἱρετικῶν), ὅταν χρειασθεῖ καί ὅποτε ζητηθεῖ. Λέγεται αὐτό διότι πολλοί ἐμφανίζονται αὐτόκλητοι στόν ἀγῶνα αὐτό. Ὅμως λ.χ. ὁ ἅγ. Γρηγόριος ὁ Σιναϊτης, ὁ μεγάλος αὐτός διδάσκαλος τῆς νοερᾶς προσευχῆς κατά τόν 14ο αἰ., ἄφησε στόν Ἱερό Παλαμᾶ τόν ἀγώνα "ὑπέρ τῶν ἱερῶς ἡσυχαζόντων" καί ὁ ἴδιος ἔφυγε ἀπό τό Ἅγιο Ὄρος καί πῆγε στήν Βουλγαρία, ὅπου ἀντί νά πολεμήσει γιά τήν ὑπεράσπιση τῆς νοερᾶς προσευχῆς, πολέμησε γιά τήν διάδοσή της. Τό ζητούμενο λοιπόν εἶναι ἄν εἴμεθα ὅπως μᾶς θέλει ὁ Θεός ἤ ὅπως μᾶς θέλει τό θέλημά μας. Δηλαδή, γιά νά ἀκολουθήσουμε τήν διδακτική δομή τοῦ Τριωδίου:
· Κατέχουμε στό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας τήν θέση τοῦ Τελώνη ὁ ὁποῖος θρηνεῖ γιά τίς ἁμαρτίες του ἤ τοῦ Φαρισαίου ὁ ὁποῖος καυχᾶται γιά τίς ἀρετές του;
· Κατέχουμε τήν θέση τοῦ μετανοοῦντος καί ἐπιστρέφοντος στόν Θεό Πατέρα Ἀσώτου ἤ τήν θέση τοῦ πρεσβυτέρου ἀδελφοῦ, ὁ ὁποῖος θεωρεῖ τόν ἑαυτό του "ριγμένο" ἀπό τήν ἐπιστροφή τοῦ ἀδελφοῦ του;
· Θρηνοῦμε κρούοντες τήν θύρα τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ, γιά νά μᾶς φωτίσει τό σκότος ἤ ἐπιδιδόμεθα στόν... διαφωτισμό τῶν ἄλλων;
· Μήπως ἀσχολούμεθα περισσότερο μέ τά "Μυστήρια" τῶν ἄλλων καί καθόλου ἤ ἐλάχιστα μέ τήν συμμετοχή μας στά Μυστήρια τῆς Μητρός μας Ἐκκλησίας καί δή στό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας;...
· Μήπως ἡ σχέση μας μέ τήν Ἐκκλησία εἶναι προσωπολατρεία ἑνός πνευματικοῦ πατέρα; Καταδικάζοντας αὐτή τήν νοσηρή κατάσταση ὁ Ἱερός Παλαμᾶς γράφει: "Μηδέ προσώποις τόν Χριστιανισμόν, ἀλλ' ἀληθείᾳ καί ἀκριβείᾳ Πίστεως χαρακτηρίζεσθαι μεμυήμεθα".
· Μήπως, τέλος, ἔχουμε τήν ἐντύπωση, ὅτι τό μέλλον τῆς Ἐκκλησίας βρίσκεται στά μέγαρα καί τήν ἐπισημότητα; Σ' αὐτό τό σημεῖο κρίνεται ἀναγκαία ἡ παράθεση τῆς σκέψεως τοῦ π. Γεωργίου Φλωρόφσκυ, κορυφαίου θεολόγου τοῦ 20ου αἰ. καί Πανεπιστημιακοῦ Καθηγητή.
"Πολύ συχνά τό μέτρο τῆς ἀληθείας εἶναι ἡ μαρτυρία τῆς μειοψηφίας. Εἶναι δυνατό νά εἶναι Καθολική Ἐκκλησία τό "μικρόν ποίμνιον". Ἴσως ὑπάρχουν περισσότεροι ἑτερόδοξοι παρά Ὀρθόδοξοι. Εἶναι δυνατό νά ἐξα-πλωθοῦν οἱ αἱρετικοί παντοῦ καί νά καταλήξη ἡ Ἐκκλησία στό περιθώριο τῆς Ἱστορίας ἤ νά ἀποσυρθῆ στήν ἔρημο. Αὐτό συνέβη κατ' ἐπανάληψι στήν Ἱστορία καί εἶναι πολύ πιθανό νά συμβῆ καί πάλι...
Τήν Ἐκκλησία μέσα στούς αἰώνες τήν γνωρίσαμε ὀργανωμένη σέ Πατριαρχεία, σέ Συνόδους· τήν ταυτήσαμε μέ τήν ὀργάνωσή Της αὐτή, ξεχνῶντας ὅτι κατά τήν διάρκεια τῶν αἱρέσεων, ἡ ὀργάνωση αὐτή χανόταν γιά τούς Ὀρθοδόξους καί γινόταν τό ὅπλο τῆς κακοδοξίας ἐναντίον τους. Ὅμως στούς ἀποκαλυπτικούς καιρούς πού ζοῦμε, ἔχουμε ἀφήσει πιά πίσω τήν Ἱστορία καί μπήκαμε στήν ἐσχατολογία. Ἡ πνευματική μας ἐπιβίωση ἐξαρτάται ἀπό τήν συνειδητοποίηση αὐτοῦ τοῦ γεγονότος. Ἔπεσαν πιά ὅλα τά ἱστορικά μας ἀντερείσματα. Ἡ ἀποστασία ἄλλαξε τούς ποιμένες σέ λύκους καί ἡ ὀργανωμένη Ἐκκλησία πού ξέραμε εἶναι πιά σήμερα ἀγέλη λύκων καί θάνατος προβάτων. Ὁ διάβολος εἶναι πιά λυμένος. Γιά νά ἐπιβιώσουμε πρέπει νά δοῦμε τήν Ἐκκλησία στήν μυστική Της καί μυστηριακή Της οὐσία, γυμνωμένη ἀπό τήν διοικητική Της ὀργάνωση πού γνωρίσαμε στήν Ἱστορία...
Ἡ διαδικασία αὐτή εἶναι ἤδη ἀπά δεκαετίες γνωστή στήν Ρωσία. Ἡ λεγόμενη "Ἐκκλησία τῶν Κατακομβῶν", δέν εἶχε καμμία ἐξωτερική ὁμοιότητα μέ τίς ὀργανωμένες Ἐκκλησίες πού ξέρουμε καί μόνον μέ τίς Ἐκκλησίες τῶν μεγάλων διωγμῶν ἔμοιαζε μέχρι τήν ἀπό λίγα χρόνια. Ἡ κατάστασις αὐτή πού ἐπικρατοῦσε στήν Ρωσία σιγά - σιγά γενικεύεται παντοῦ... Ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι ἐλάχιστοι, διάσπαρτοι στόν κόσμο, κρυμμένοι καί ἄγνωστοι στούς πολλούς. Ἱερεῖς μετρημένοι θά ἐκτελοῦν ἀποστολικές περιοδείες ἀπό πόλη σέ πόλη, ἀπό ἐνορία σέ ἐνορία, ἀπό χώρα σέ χώρα, ἀνακουφίζοντας τίς πνευματικές ἀνάγκες τῶν πιστῶν καί ἑνώνοντάς τους ὅλους, γνωστούς καί ἀγνώστους μεταξύ τους, μέ τούς ἄφθαρτους δεσμούς τοῦ Ἀναστημένου Σώματος καί Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, μνημονεύοντας "πάσης Ἐπισκοπῆς Ὀρθοδόξων", γιά νά μήν προδίδεται ὁ πλησιέστερος ἀληθινός Ἐπίσκοπος ἤ καί ἀπό πραγματική ἄγνοια γιά τό πού βρίσκεται ἀληθινός Ἐπίσκοπος...
Τό συνηθισμνένο λοιπόν ἐρώτημα, "καλά, νά φύγουμε ἀπό τόν Οἰκουμενισμό, ἀλλά σέ ποιά Ἐκκλησία νά πᾶμε;" δέν ἔχει τήν θέση του σήμερα. Γιατί δέν πρόκειται νά πᾶμε πουθενά, ἀλλά νά μείνουμε στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, στήν Ἐκκλησία τῶν Πατέρων· νά ἀρνηθοῦμε τίς παραποιήσεις καί νά μείνουμε στήν ἀλήθεια πού ἀπό ἀπαλῶν ὀνύχων γνωρίσαμε, ἀλλά δυσκολευόμεστε πιά ν' ἀναγνωρίσουμε σ' αὐτό πού μᾶς λέγουν ὅτι εἶναι δῆθεν Ἐκκλησία. Αὐτή τήν ἄρνηση τοῦ ψεύδους καί τῶν παραποιήσεων, θά τήν πραγματοποιήσουμε ἐκεῖ πού βρισκόμαστε, διακόπτοντας ἁπλᾶ κάθε κοινωνία μαζί της...
Τό καθῆκον τῆς ὑπακοῆς παύει, ὅταν ὁ Ἐπίσκοπος παρεκκλίνη ἀπό τόν καθολικό κανόνα καί ὁ λαός ἔχει δικαίωμα νά τόν κατηγορήση, ἀκόμη δέ καί νά τόν καθαιρέση..." (Γ. Φλωρόφσκυ, "Ἁγία Γραφή, Ἐκκλησία καί Παράδοσις", Θεσσαλονίκη 1977, σελ. 71, 75).
Γιά τήν ταύτιση ἀληθείας καί Ἐκκλησίας ὁ Ἱερός Παλαμᾶς λέγει: "Καί γάρ οἱ τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας τῆς ἀληθείας εἰσί· καί οἱ μή τῆς ἀληθείας ὄντες, οὐδέ τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας εἰσί...Μηδέ γάρ προσώποις τόν Χριστιανισμόν, ἀλλ' ἀληθείᾳ καί ἀκριβείᾳ Πίστεως χαρακτηρίζεσθαι μεμυήμεθα" (ΕΠΕ, τ. 3, σελ. 308).
Κατά τόν Ἅγιο δηλαδή, χαρακτηριστικό γνώρισμα τῆς παρουσίας τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι τά πρόσωπα, ἀλλά ἡ ἀλήθεια καί ἡ ἀκρίβεια τῆς Πίστεως. Ἐκεῖ πού εἶναι ἡ ἀλήθεια, ἐκεῖ εἶναι καί ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.














ΤΑ ΛΕΙΨΑΝΑ ΤΟΥ ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΜΥΡΩΝ
ΚΑΙ ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ

Καθηγητοῦ Ἀντωνίου Μάρκου

Ἡ μελέτη περί τῶν ἱερῶν Λειψάνων τοῦ ἁγ. Νικολάου ἐπ. Μύρων, δημοσιεύθηκε ἀρχικά στό Περιοδικό «Ὀρθόδοξη Μαρτυρία» Λευκωσίας (φ. 44, 1994, σελ. 97 – 106). Τό ἴδιο ἔτος ἐκδόθηκε σέ ἰδιαίτερη μονογραφία, μεταφρασμένο στήν ἀγγλική γλῶσσα, ἀπό τό Κέντρο Παραδοσιακῶν Ὀρθοδόξων Σπουδῶν Ἔτνας Καλιφορνίας (“Concerning the relics of St. Nisholas Archbishop of Myra”).

Ἀπό τήν κοίμηση τοῦ ἁγ. Νικολάου στήν ἀνακομιδή τοῦ 1087
Σύμφωνα μέ τίς συναξαριστικές πηγές ὁ ἅγ. Νικόλαος κοιμήθηκε στά Μῦρα τό ἔτος 330. «Ἀμέσως μετά τόν θάνατό του – δέχεται ὁ Ἀπόστ. Τζαφερόπουλος – κτίστηκε κατά τήν ἐπικρατοῦσα τότε συνήθεια γύρω ἀπό τήν σαρκοφάγο του ἕνα Μαρτύριο, δηλαδή ἕνας μικρός ναός τῆς πρωτοχριστιανικῆς περιόδου, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε ὁ ἀρχικός πυρήνας ὅλων τῶν λοιπῶν οἰκοδομικῶν φάσεων ὡς τίς μέρες μας» (Ἀπ. Μ. Τζαφερόπουλου, «Ὁ Ἅγιος Νικόλαος Μύρων Λυκίας», ΤΕΡΤΙΟΣ 1990, σελ. 23).
Τό Μαρτύριο διαδέχθηκε στό τέλος τοῦ 5ου αἰ. μία μεγάλη Βασιλική, ἡ ὁποία ὅμως καταστράφηκε ἀπό σεισμό, τό 529. Ἀπό τότε καί μέχρι τίς ἡμέρες μας οἱ ἐργασίες ἀνοικοδομήσεως διαδέχονται τίς καταστροφές. Σήμερα στά Μῦρα (Τουρκιστί Ντεμρέ – Demre), ὑπάρχει ὁ ἀναστηλωμένος μεταξύ τῶν ἐτῶν 1858 – 1868 ἀπό τούς Ρώσους ναός (μία ἑξάκλιτη Βασιλική μέ τροῦλλο, σήμερα μουσεῖο). Ἐκεῖ διασώζεται καί ἡ κενή λάρνακα τοῦ Ἁγίου.
Κατά τήν ἐκκλησιαστική παράδοση ὁ ἅγ. Νικόλαος ἀναδείχθηκε Μυροβλύτης. Ὁ Κωνσταντῖνος Πορφυρογέννητος ἀναφέρει σχετικά τά ἑξῆς, στό Περί Θεμάτων ἔργο του: «Εἶτα (συναντῶμεν) τήν Λυκίων πόλιν, τήν μυρίπνουν τε καί τρισόλβιον. Ἐν ἧπερ ὁ Μέγας Νικόλαος, ὁ τοῦ Θεοῦ θεράπων, ἀναβλύζει τά μῦρα κατά τό τῆς πόλεως ὄνομα».
Τό γεγονός τῆς μυροβλυσίας τῶν Λειψάνων τοῦ ἁγ. Νικολάου - ἀναφερόμενο σ’ ὅλες τίς συναξαριστικές πηγές - ὑπῆρξε ἀφορμή συγγραφῆς ἀξιόλογων ἔργων (ὅπως ἀπό τόν Αὐτοκράτορα Λέοντα Στ’ τόν Σοφό, τόν ἅγ. Ἀνδρέα Ἀρχιεπίσκοπο Κρήτης καί τόν ἅγ. Συμεών τόν Μεταφραστή), ἀλλά καί ἀφορμή περιπετειῶν. Τό 808 λ.χ. ὁ Ἄραβας Χουμίδ, στρατηγός τοῦ Χαλίφη Ἐλ Ρασίντ, ἐνῶ πολιορκοῦσε τήν Ρόδο κατέπλευσε στά Μῦρα, μέ σκοπό νά καταστρέψει τά Λείψανα, ἐξαπατήθηκε ὅμως καί κατέστρεψε ἄλλη λάρνακα! Κατά τόν Χρονογράφο Θεοφάνη, ἡ φοβερή τρικυμία πού συνάντησε κατά τήν ἐπιστροφή καί ἡ καταστροφή τοῦ στόλου του, ἀποδόθηκαν σέ θαῦμα τοῦ ἁγ. Νικολάου.

Ἡ Ἀνακομιδή τοῦ 1087
Τό σημαντικώτερο γεγονός μετά ἀπό αὐτό τῆς μυροβλυσίας τῶν Λειψάνων, εἶναι ἐκεῖνο τῆς Ἀνακομιδῆς τους, τό 1087. Ὁ Μητροπ. Ἠλείας Γερμανός παρατηρεῖ σχετικά, ὅτι «ἡ ἑορτή τῆς Ἀνακομιδῆς ἤ Μετακομιδῆς τῶν ἁγίων Λειψάνων…παρουσιάζει πρόβλημα ὡς πρός τό ποῖον γεγονός ἑορτάζεται» (Μητροπ. Ἠλείας Γερμανοῦ, «Ἡ εἰς τήν Μητρόπολιν Ἠλείας ἑορτή τῆς Ἀνακομιδῆς τῶν Λειψάνων τοῦ ἁγ. Νικολάου». Βλ. Συμπόσιον Πνευματικόν ἐπί Χρυσῶ Ἰωβηλαίῳ Ἱερωσύνης τοῦ Μητροπ. Πατρῶν Νικοδήμου», 1989, σελ. 14).
Ἐνδεικτικά τό γεγονός μνημονεύεται ὅπως ἀκολουθεῖ στίς ἐξῆς πηγές:
Μηναῖο μηνός Μαϊου, ἐκδόσεως Ἀποστολικῆς Διακονίας: «Τῃ 20η ἡ ἀνακομιδή καί μετακομιδή τοῦ Λειψάνου…».
Μικρό Εὐχολόγιο ἤ Ἁγιασματάριο, ἐκδόσεως Ἀποστολικῆς Διακονίας: «Ἡ ἀνακομιδή καί μετακομιδή τοῦ ἱεροῦ Λειψάνου». Ὁμοίως τήν 20η Μαϊου, βλ. Μηνολόγιο, σελ. 436).
Πανάγιο, στό λῆμμα «Νικόλαος Μύρων»: Ἀναφορά 6ης Δεκεμβρίου, 10ης καί 20ης Μαϊου, σελ. 445, 485).
Ὡρολόγιο τό Μέγα, ἐκδόσεως Ἀποστολικῆς Διακονίας: Ἀναφορά ὅπως προηγουμένως.
ἁγ. Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, «Συναξαριστής…»: «20η Μαϊου, ἡ ἀνακομιδή καί μετακομιδή…».
Βίκτωρος Ματθαίου, «Ὁ Μέγας Συναξαριστής…»: Ἀναφορά ὅπως προηγουμένως.
Πρωτ. Κων. Πλατανίτου, «Ἑορτολόγιον…». Μνημονεύει τήν 10η Μαϊου «ἀνάμνησιν τῆς εἰς Ρώμην προόδου» καί τήν 20η «ἀνακομιδήν».
Ἀπό τά προηγούμενα προκύπτει, ὅτι τήν 9η, 10η καί 20η Μαϊου τιμᾶται ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τό γεγονός τῆς Ἀνακομιδῆς ἤ Μετακομιδῆς ἤ Προόδου τῶν Λειψάνων τοῦ ἁγ. Νικολάου. Ἐπιβάλλεται, λοιπόν, ἡ ἀναφορά στό συγκεκριμένο γεγονός καί ἡ ἀναζήτηση τοῦ λόγου τῆς ἡμερολογιακῆς διαφορᾶς στόν ἑορτασμό του.

Τό ἱστορικό τῆς Ἀνακομιδῆς τοῦ 1087
Κατά τόν Μεγάλο Συναξαριστή, «τό ἱερόν Λείψανον τοῦ ἁγίου Ἱεράρχου Νικολάου, ἀνακομισθέν κατά τήν περίοδον τῆς Σταυροφορίας, μετηνέχθη ἐκ Μύρων τῆς Λυκίας εἰς τήν Βάρην (Μπάρι) τῆς Ἰταλίας» (Βίκτωρος Ματθαίου, «Ὁ Μέγας Συναξαριστής τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας», τ. Μαϊου, σελ. 225).
Ὁ Ἀπ. Τσαφερόπουλος σημειώνει, ὅτι «τό 1087, ἐπί Αὐτοκράτορος Ἀλεξίου τοῦ Κομνηνοῦ (1081 – 1118), ἡ ἐπαρχία τῆς Λυκίας καί ἡ μητρόπολίς της, τά Μῦρα, δεινοπαθοῦσαν ἀπό τούς Ἀγαρηνούς καί τό τίμιο Λείψανο βρίσκεται σέ ἀνασφάλεια. Γι’ αὐτό οἱ μοναχοί πού διακονοῦν στό προσκύνημα τοῦ ἁγ. Νικολάου, συναινοῦν στήν πρόταση «ἐμπόρων» ἀπό τό Μπάρι τῆς Ἰταλίας, πού στήν πραγματικότητα ἦταν κληρικοί, νά πραγματοποιήσουν τήν ἀνακομιδή τῶν Λειψάνων καί τήν μετακομιδή στήν πατρίδα τους, ὥσπου νά περάσει ὁ κίνδυνος» (Ἀπ. Τζαφερόπουλου αὐτ., σελ. 17 – 18).
Τήν ἄποψη αὐτή, τῆς ἀνακομιδῆς γιά διάσωση, δέχεται καί ὁ καθηγητής Ἀρ. Πανώτης. «Ἀπό τούς τέσσερεις μοναχούς - γράφει – οἱ δύο συνοδεύουν τό λείψανο στή Δύση, ὡς ἐγγυητές τῆς γνησιότητάς του καί τῶν δικαιωμάτων τους ἐπ’ αὐτοῦ, ἐνῶ οἱ δύο ἄλλοι παρέμειναν στόν προσκυνηματικό ναό, ἕως ὅτου οἱ καιροί ἐπιτρέψουν τήν πλήρη ἐπαναλειτουργία του. Τά τραγικά ὅμως γεγονότα πού ἔφθασαν στήν ἀποκορύφωσή τους τό 1090 – 1091, παράτειναν ἐπ’ ἀόριστον τήν παραμονή τῶν Λειψάνων στό Μπάρι» (Ἐφημερίδα «Ἐκκλησιαστική Ἀλήθεια», φ. 1. 5. 1987).
Κατά τόν ἅγ. Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη, «ἔγινε ἡ ἀνακομιδή αὕτη μέ τοιοῦτον τρόπον. Εἰς ἕνα Ἱερέα εὐλαβῆ τῆς ρηθείσης πόλεως ἐφάνη ὁ ἅγ. Νικόλαος καθ’ ὕπνον καί λέγει νά ὑπάγει ὁμοῦ μέ τόν Κλῆρον εἰς τά Μῦρα καί παραλαβών ἀπό ἐκεῖ τό Λείψανόν του νά τό φέρει εἰς τήν Μπάρ» (ἁγ. Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, «Συναξαριστής τῶν Δώδεκα Μηνῶν τοῦ ἑνιαυτοῦ», τ. 2ος, σελ. 161).
Ὁ ἴδιος ὁ ἅγ. Νικόδημος δικαιολογεῖ τό γεγονός ὡς ἐξῆς: «Εὐδόκησεν ὁ Θεός νά σηκωθῶσιν ἀπό ἐκεῖ τά Ἅγια Λείψανα τοῦ μεγάλου Πατρός ἡμῶν Νικολάου καί νά μεταφερθῶσιν εἰς τήν πολυάνθρωπον πολιτείαν τήν ὀνομαζομένην Μπάρ, ἥτις εὑρίσκεται εἰς τήν Ἰταλίαν, καί διά νά μή μείνωσι τά Λείψανα τοιούτου Ἁγίου ἄτιμα καί ἄδοξα καί διά νά ἀπολαύση καί ἡ Δύσις τά τούτου θαυμάσια, ἥτις ἀκόμη δέν εἶχε πέση εἰς τάς αἱρέσεις καί κακοδοξίας, ἀλλ’ ἦτο Ὀρθόδοξος καί ἡνωμένη μέ τήν Ἀνατολικήν Ἐκκλησίαν».
Ἤδη παρατηρεῖται μία ἱστορική ἀνακρίβεια: Ὁ χρόνος τοῦ γεγονότος, τό 1087, βρίσκεται σαφῶς μετά τό Σχίσμα τοῦ 1054. Συνεπῶς οἱ Δυτικοί δέν εἶναι Ὀρθόδοξοι καί ἑνωμένοι μέ τήν Ἐκκλησία. Δέν μπορεῖ νά γίνει δεκτό - ἑπομένως - ὅτι ὁ ἅγ. Νικόλαος ἐμφανίσθηκε στούς ἤδη ἀποκομμένους ἀπό τήν Ἐκκλησία Παπικούς καί τούς προέτρεψε νά «μετακομίσουν» τά Λείψανά του. Οὔτε ἐπίσης μπορεῖ νά γίνει ἀποδεκτό, ὅτι οἱ ἐμπερίστατοι – τότε – Βυζαντινοί, δέχθηκαν καί παρέδωσαν τά Λείψανα τοῦ κορυφαίου Ἁγίου. Οἱ μοναχοί – φύλακες ἤ ἐξαπατήθηκαν ἤ ἐξανασκάσθηκαν νά προχωρήσουν στήν ἀνακομιδή. Ὑποθέτουμε, ὅτι συνέβησαν καί τά δύο.Ὁ Μουσουλμανικός κίνδυνος καί ἴσως ἤ μή φιλικές διαθέσεις τῶν Βαριανῶν τούς ἀνάγκασαν νά ἐνδώσουν στίς «προτάσεις» καί οἱ πιθανές διαβεβαιώσεις τους γιά τό προσωρινό τῆς μετακομιδῆς, ἴσως τούς ἐμπόδισαν νά διακρίνουν τίς πραγματικές τους προθέσεις.
Ἰδιαίτερα ἀποκαλυπτική εἶναι ἡ ὁμολογία τῶν ἴδιων τῶν Παπικῶν. Μεταγενέστερα κείμενα ἀντί θείων ὀπτασιῶν καί ἀνακομιδῆς, ἀναφέρονται σέ ληστρική ἐπιδρομή καί κοινή κλοπή. Ἀναφέρουμε δύο χαρακτηριστικά:
Τό «Δελτίο τοῦ ἁγ. Νικολάου», πού ἐκδίδεται ἀπό τό παράρτημα τῶν Δομινικανῶν τοῦ Μπάρι στήν Ἑλλάδα, γράφει τά ἑξῆς: «Στίς 9 Μαϊου 1087, τρία ἐμπορικά καράβια ἀπό τό Ἰταλικό Μπάρι ἔμπαιναν ξανά στό λιμάνι τους, ὕστερα ἀπό ἕνα ταξείδι στήν Ἀντιόχεια τῆς Κοίλης Συρίας. Ἕνα ἀπό αὐτά ἔφερνε κάποιο «παράξενο φορτίο» πού προκάλεσε τήν συγκίνηση τῆς πόλης πού τό ὑποδέχθηκε μέ ἰδιαίτερο ἐνθουσιασμό καί εἶχε τόν λόγο της. Τό εἶχε παραλάβει ἀπό τά Μῦρα τῆς Μικρασιατικῆς Λυκίας, ὅπου προσέγγισε μαζί μέ τά ἄλλα δύο κατά τήν ἐπιστροφή τους στό Μπάρι. Τό φορτίο αὐτό δέν ἦταν ἄλλο ἀπό τά ἱερά Λείψανα τοῦ ἁγίου Ἐπισκόπου Μύρων Νικολάου τοῦ Θαυματουργοῦ. Τά εἶχαν ἀρπάξει οἱ ναῦτες τους ἀπό τόν τάφο του, σ’ ἕνα ληστρικό τους ἐγχείρημα κατά τῆς Βασιλικῆς τοῦ Ἁγίου, ὅπου ἀναπαύονταν ἐπί αἰῶνες» (φ. 5, Μαϊου 1989).
Ἀκόμη, οἱ Βενεδικτῖνοι Μοναχοί τοῦ Ἀββαείου τοῦ ἁγ. Αὐγουστίνου στό Ράμσγκεϊτ τῆς Βρεττανίας, βασιζόμενοι στίς ἐγκυρότερες ἁγιολογικές πηγές, δέχονται ὅτι τά Λείψανα «ἐκλάπησαν ἀπό Ἰταλούς ναυτικούς» (“The Book of the Saints”, 1948, σελ. 441).
Ἐκτός ἀπό τά προηγούμενα, τήν ἀρπαγή ἀποδεικνύουν καί κάποια ἄλλα στοιχεῖα. Στό κείμενο τοῦ Μεγ. Συναξαριστοῦ λ. χ. γράφεται, ὅτι οἱ Βαριανοί «ἀκούσαντες ἐκεῖ (στήν Ἀντιόχεια) ἀπό ἄλλους πραγματευτάς Ἑνετούς, ὅτι καί αὐτοί ἔχουν σκοπό νά μεταβούν εἰς τήν Λυκίαν καί δή είς τήν Μυραίων πόλιν, διά νά λάβουν τά ἱερά Λείψανα τοῦ ἁγ. Νικολάου, ἔσπευσαν οὗτοι οἱ Βαριανοί νά προλάβουν» («Ὁ Μέγας Συναξαριστής…» αὐτ., σελ. 505).
Βεβαίως, δέν εὐσταθεῖ κἄν ὑποψία, ὅτι ὁ ἅγ. Νικόλαος ἐμφανίσθηκε καί στούς Ἑνετούς καί τούς προέτρεψε νά λάβουν τά Λείψανά του, ἀλλά μᾶλλον ἐπρόκειτο περί «ἀγῶνος δρόμου» μέ ἔπαθλο τά ἱερά Λείψανα, μεταξύ Ἑνετῶν, Βαριανῶν καί πιθανῶς καί ἄλλων Δυτικῶν.
Ἀκόμη, κραυγαλέα λεπτομέρεια πού ἐποιβεβαιώνει τήν ἀρπαγή εἶναι ἡ ἴδια ἡ λάρνακα τοῦ Ἁγίου. «Ἡ κενή σαρκοφάγος τοῦ Ἁγίου – γράφει ὁ Ἀπ. Τζαφερόπουλος - ἔχει ἕνα ἀρκετά μεγάλο, βίαιο ἄνοιγμα, σέ μία ἀπό τίς ἐπιμήκεις πλευρές…Ὁ κενός τάφος τοῦ ἁγ. Νικολάου, βρίσκεται παραβιασμένος ἐντός τοῦ ναοῦ του, στά Μῦρα τῆς Λυκίας» (Ἀπ. Τζαφερόπουλου αὐτ., σελ. 19 – 200.
«Ἡ σπουδή τῶν ναυτικῶν – γράφουν οἱ Δομηνικανοί στό «Δελτίο…» - δέν εὐνόησε, ὅπως ἦταν φυσικό, τήν περισυλλογή τῶν Λειψάνων στό ἀκέραιο. Ἡ παρατήρηση αὐτή μπορεῖ νά ἐξηγήσει πῶς βρίσκονται σήμερα στό μουσεῖο τῆς Ἀττάλειας δύο ὀστᾶ τοῦ ἁγ. Νικολάου» («Δελτίον…», σελ. 9). Τά ὀστᾶ αὐτά εἶναι κατά τόν Τζαφερόπουλο, «κάποια ὑπολείμματα πού στή βιασύνη τους προφανῶς οἱ μοναχοί δέν πρόλαβαν νά περιμαζέψουν κι ἔτσι παρέμειναν στή σαρκοφάγο, γιά νά καταλήξουν μέ τόν καρό ἀξιοθέατο μουσειακό ὑλικό» (Ἀπ. Τζαφερόπουλου αὐτ., σελ. 19 – 20).
Μετά τά προηγούμενα, τά ὁποῖα ἀποδεικνύουν ἐπαρκέστατα τό γεγονός τῆς ἀρπαγῆς τῶν Λειψάνων, τίθεται εὔλογα τό ἐρώτημα, γιατί ἀναφέρεται σέ ὀπτασία καί «εὐδοκία Θεοῦ» ὁ ἅγ. Νικόδημος. Ἡ ἀπάντηση ὑπάρχει στό κείμενο τοῦ ἰδίου τοῦ Ὁσίου. «Σημειοῦμεν – γράφει - ὅτι τό συναξάριον τοῦτο μετεφράσθη ἐκ τοῦ Σλαβονικοῦ» («Ὁ Μέγας Συναξαριστής…» αὐτ., σελ. 504).
Ἔχουμε τήν γνώμη, ὅτι τό Σλαβονικό συναξάριο πού μετέφρασε ὁ Ἱερός Νικόδημος, εἶναι μετάφραση ἀντίστοιχου Λατινικοῦ (μέ δεδομένη τήν πώληση μέρους τῶν Λειψάνων τοῦ ἁγ. Νικολάου ἀπό τούς Λατίνους στούς Ὀρθόδοξους Ρώσους καί Ρουμάνους) καί γι’ αὐτό ἀκριβῶς περιέχει τήν προσπάθεια τῶν Λατίνων νά ἐξωραϊσουν τήν ἀρπαγή καί νά τήν ἐμφανίσουν σάν θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τοῦ ἁγ. Νικολάου.

Ὁ ἑορτασμός τῆς Ἀνακομιδῆς τοῦ 1087
Μετά τά προηγούμενα τίθεται τό ἐρώτημα: Τόν Μάϊο (τήν 9η, 10η καί 20η), ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τιμᾶ μία ἀρπαγή; Εἶναι ἀφορμή ἑορτῆς ἡ ἀρπαγή τῶν Λειψάνων κορυφαίου καί οἰκουμενικά γνωστοῦ καί τιμωμένου Ἁγίου;
Ἔχουμε τήν γνώμη, ὅτι ἡ Ἐκκλησία στήν περίπτωση αὐτή πράγματι τιμᾶ τήν μία καί μοναδική ἀνακομιδή τῶν Λειψάνων τοῦ μεγάλου Ἁγίου Της, ἀνεξαρτήτως τῶν συνθηκῶν κάτω ἀπό τίς ὁποίες ἔγινε. Στήν ὅλη προβληματική τοῦ ζητήματος πρέπει νά ἐντάξουμε ἐπίσης καί κάποιες ἄλλες παραμέτρους, ὅπως:
Ὁ ἑορτασμός τῆς ἀνακομιδῆς εἶχε ἀρχικά τοπικό χαρακτῆρα (στίς παράκτιες περιοχές τῆς νότιας καί δυτικῆς Πελοποννήσου, τά Ἑπτάνησα καί ὅπου γενικά προσέγγισε τό πλοῖο πού μετέφερε τά Λείψανα).
Οἱ Βαριανοί ἐμφανίσθηκαν σάν σωτῆρες τῶν Λειψάνων ἀπό τήν καταστροφική μανία τῶν Μωαμεθανῶν. Σέ ἄλλη περίπτωση δέν μπορεῖ νά δικαιολογηθεῖ ἡ δημόσια ἔκθεση τῶν Λειψάνων (ὅπως λ. χ. στήν Κέρκυρα, ὅπου «προσεκυνήθησαν ὑφ’ ὅλου τοῦ εὐσεβοῦς Κλήρου καί τοῦ λαοῦ»). Αὐτό, βεβαίως, πρέπει νά ἔγινε προηγουμένως καί σέ ἄλλες παράλιες πόλεις τῆς Πελοποννήσου καί τῶν Ἑπτανήσων.
Ὁ Μητροπ. Ζακύνθου Παντελεήμων παρατηρεῖ σχετικά, ὅτι «ἡ Ἀνακομιδή ἤ Μετακομιδή τοῦ 1087 ἑορτάζεται καί σάν Πάροδος ἤ Διέλευσις τοῦ Ἱεροῦ Λειψάνου, τήν 9η Μαϊου στήν Ἀρκαδία καί ἄλλες περιοχές τῆς Πελοποννήσου, τήν 10η στή Ζάκυνθο καί τήν Κεφαλληνία, Ἠλεία καί Ἀχαϊα καί τήν 20η στήν Ἤπειρο, Εὐρυτανία καί Κέρκυρα» («Ἀκολουθία εἰς τήν Πάροδον…», ἔκδοσις Ἱ. Μητροπ. Ζακύνθου, 1980. Βλ. προλεγόμενα Μητροπ. Ζακύνθου Παντελεήμονος).
Ὁ Μητροπ. Ἠλείας Γερμανός δέχεται, ὅτι «ἡ ἑρτή αὕτη ἑορτάζεται εἰς τήν Ἠλείαν τήν 10ην Μαϊου (μία περίπτωσις), τήν 9ην Μαϊου (πέντε περιπτώσεις) καί τήν 8ην Μαϊου (μία περίπτωσις). Εἰδικώτερα διαπιστοῦται, ὅτι ὁ ἅγ. Νικόλαος Μύρων ἑορτάζεται τήν 9ην Μαϊου εἰς νοτιο-δυτικήν Ἠλείαν, τήν γειτνιάζουσαν – δηλαδή - πρός τήν Μεσσηνίαν καί τήν Ἀρκαδίαν), ἐνῶ τήν 10ην εἰς τήν βόρειο-δυτικήν τοιαύτην (περιοχή Ἀμαλιάδος καί ἁγ. Νικολάου Σπάτα), τήν εὑρισκομένην δηλαδή ἔναντι τῶν νήσων Ζακύνθου καί Κεφαλληνίας. Ἔτσι θεμελιώνεται καί ἡ διαφορετική παράδοσις τοῦ χρόνου ἑορτασμοῦ τῆς ἑορτῆς. Ὅτι, δηλαδή, ἡ ἡμερομηνία τοῦ ἑορτασμοῦ τοπικῶς συσχετίζεται μέ τόν χρόνο διελεύσεως ἤ προσεγγίσεως τοῦ φέροντος τό Ἱερόν Λείψανον πλοίου, ἐκ τῶν ἀκτῶν τῶν περιοχῶν αὐτῶν» (Μητροπ. Ἠλείας Γερμανοῦ αὐτ., σελ. 216).
Τό αὐτό δέχεται καί ὁ Μητροπ. Ζακύνθου Παντελεήμων. «Ἡ ἀνάμνησις – γράφει – τῆς Παρόδου τοῦ Ἱεροῦ Λειψάνου τοῦ ἁγ. Νικολάου ἑορτάζεται κατά περιοχάς εἰς διαφορετικάς ἡμέρας τοῦ μηνός Μαϊου, ἡ τοιαύτη δέ διαφορά - κατά παράδοσιν εὐσεβῆ - συσχετίζεται μέ τόν χρόνον προσεγγίσεως τοῦ φέροντος τό Ἱερόν Λείψανον πλοίου εἰς τούς διαφόρους τόπους» («Ἀκολουθία εἰς τήν Πάροδον…», σελ. 8).
Μέ τήν εὐκαιρία αὐτή σημειώνεται, ὅτι ἡ παρατήρηση τοῦ Μητροπ. Ἠλείας, ὅτι «εἰς τήν Ἠλείαν δέν τιμᾶται ἡ κυρίως ἑορτή τῆς Ἀνακομιδῆς ἤ Μετακομιδῆς τῶν τιμίων Λειψάνων τοῦ ἁγ. Νικολάου, ἀλλά ἡ Πρόοδος αὐτῶν ἐκ τῶν Μύρων τῆς Λυκίας εἰς τό Μπάρι τῆς Ἰταλίας» («Ἀκολουθία εἰς τήν Πάροδον…», σελ. 9), μᾶλλον ἰσχύει καί γιά τίς λοιπές περιοχές τῆς Δυτικῆς Ἑλλάδος.
Μέ δεδομένο, ὅτι ἡ ἡμερομηνία ἑορτασμοῦ σχετίζεται μέ τήν ἀντίστοιχη διεύλευση τοῦ πλοίου, ἡ μελέτη τῆς τοπικῆς πρός τόν ἅγ. Νικόλαο τιμῆς μπορεῖ νά ὁδηγήσει μᾶλλον ἀσφαλῶς στό ἄν διῆλθε ἤ ὄχι τό πλοῖο ἀπό κάποιες συγκεκριμένες περιοχές. Λαμβάνοντας ὑπ’ ὄψη τίς ἐπιχειρησιακές δυνατότητες τῶν πλοίων τῆς ἐποχῆς ἐκείνης (11ος αἰ.) ὑποθέτουμε, ὅτι ἐκεῖνο πού μετέφερε τά Λείψανα πρέπει νά ἀκολούθησε τήν διαδρομή Μῦρα – Ρόδος – βόρεια Κρήτη – νότια καί δυτική Πελοπόννησος - Ἑπτάνησα – Μπάρι. Σ’ αὐτό ὁδηγούμεθα ἀπό τόν ἀριθμό τῶν πρός τιμήν τοῦ ἁγ. Νικολάου ἐνοριακῶν ναῶν στίς περιοχές αὐτές (κύριο βοήθημα τά ἐτήσια Δίπτυχα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος):
Ρόδος. ὑπάρχουν 5 ναοί, ἐπί συνόλου 74).
Βόρεια Κρήτη. Ὑπάρχει πιθανότητα προσέγγισις τοῦ πλοίου στό Χάνδακα - Ἡράκλειο (13 ναοί ἐπί συνόλου 193) καί στά Χανιά (8 ἐπί 102), ἐνῶ ἡ διαδρομή Κάρπαθος – νότια Κρήτη πρέπει μᾶλλον νά ἀποκλεισθεῖ (Κάρπαθος 0 πρός 20, νότια Κρήτη γενικά 13 ἐπί 345).
Πελοπόννησος. Ὑπάρχει μεγάλη πιθανότητα προσεγγίσεως στά Λακωνικά παράλια (13 ναοί ἐπί 141 στή Μητρόπολη Σπάρτης, 7 ἐπί 101 στή Μητρόπολη Γυθείου). Πιθανή εἶναι ἐπίσης ἡ προσέγγιση στά νότια καί δυτικά παράλια τῆς Μεσσηνίας (16 ναοί ἐπί 222 στή Μητρόπολη Μεσσηνίας, 17 ἐπί 151 στή Μητρόπολη Τριφυλλίας). Βέβαιη εἶναι ἡ προσέγγιση στά παράλια τῆς Ἠλείας (37 ναοί ἐπί 215 καί ἀκόμη 26 παρεκκλήσια, συνολικά 63. Βλ. Μητροπ. Ἠλείας Γερμανοῦ, «Τά Ναϊκά τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἠλείας καί Ὠλένης», στά Πρακτικά τοῦ Β’ Τοπικοῦ Συνεδρίου Ἠλειακῶν Σπουδῶν, 1989).
Παρά τό γεγονός, ὅτι ἡ μνήμη τοῦ ἁγ. Νικολάου εἶναι εὑρύτατα διαδεδομένη στήν Ἀχαϊα (14 ναοί ἐπί 170 στή Μητρόπολη Πατρῶν, 16 ἐπί 144 στή Μητρόπολη Καλαβρύτων), ὅπως καί στήν Αἰτωλοακαρνανία (30 ναοί ἐπί 208), εἶναι πιθανό ἡ ἀνάμνηση τοῦ γεγονότος νά μεταφέρθηκε ἀπό τήν Ἠλεία καί τήν Ζάκυνθο, παρά τό πλοῖο νά προσέγγισε στίς περιοχές αὐτές.
Ἑπτάνησα. Τό πλοῖο προσέγγισε στή Ζάκυνθο (12 ναοί ἐπί 60), πιθανῶς καί στήν Κεφαλληνία (18 ναοί ἐπί 87) καί βεβαίως στήν Κέρκυρα (25 ναοί ἐπί 171 κ. ἄ. Μαρτυρίες). Ἡ μεγάλη διάδοση τῆς ἀναμνήσεως τοῦ γεγονότος στήν Ἥπειρο (λ.χ. 17 ναοί ἐπί 102 στή Μητρόπολη Ἄρτας), θά πρέπει μᾶλλον νά μεταδοθεῖ σέ μεταφορά ἀπό τά Ἑπτάνησα.

Ὑμνογραφικά τῆς Ἀνακομιδῆς, Μετακομιδῆς ἤ Παρόδου
Πρός τιμήν τῆς Ἀνακομιδῆς ἤ Μετακομιδῆς ἤ Προόδου τῶν Λειψάνων τοῦ ἁγ. Νικολάου ὑπάρχουν οἱ ἑξῆς Ἀκολουθίες:
1. «Διδασκάλου τινός», ψαλλομένη τήν 20η Μαϊου. Κατά τόν ἅγ. Νικόδημο τόν Ἁγιορείτη, «ὁ βουλόμενος ἑορτάζειν τόν Ἅγιον, ζητησάτω ταύτην ἥτις εὑρίσκεται ἔν τινι κελλίῳ τοῦ ἁγ. Νικολάου, ἐπικαλουμένῳ τῶν Μπαρμπεράδων, πλησίον τῶν Καρυῶν».
Ὁ Μητροπ. Ἠλείας Γερμανός παρατηρεῖ, ὅτι ἡ Ἀκολουθία αὐτή «εἶναι χειρόγραφος ἐξ 67 σελίδων καί κατά βάσιν εἶναι ἡ αὐτή Ἀκολουθία τῆς 9ης Μαϊου τοῦ Λειμωναρίου καί ὑπό Πρωτοπρεσβυτέρου Μάρκου Ἀρμακόλα ἀνατυπωθεῖσα, δαπάνῃ τοῦ Ἱ. Ν. Εὐαγγ. Λουκᾶ Ὀρχομενοῦ Βοιωτίας (1955)» (Μητροπ. Ἠλείας Γερμανοῦ, «Ἡ εἰς τήν Μητρόπολιν…», σελ. 215).
Τό ἀναφερόμενο Λειμωνάριο εἶναι ἐκεῖνο τοῦ ἁγ. Μακαρίου τοῦ Νοταρᾶ, τό ὁποῖο ἐκδόθηκε στή Σῦρο τό 1855. Ἀκόμη εἶναι χαρακτηριστικό, ὅτι ὁ τρίτος στῖχος τοῦ μετά τό Συναξάριο τριστίχου λέγει, «Νικόλαος ἑνάτη εἰσήλθεν ἄστυ Πάροιο», ἐνῶ κατά τόν ἅγ. Νικόδημο ἡ Ἀκολουθία ψάλλεται τήν 20η Μαϊου!
2. Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου. Ἐκδόθηκε στήν Κεφαλληνία τό 1851. Ἄγνωστο πῶς ὁ Μέγας Συναξαριστής τήν ταυτίζει μέ ἐκείνη τοῦ Κελλίου τῶν Μπαρμπεράδων.
3. Ἱερέως Ἰωάννου Ἰωαννούλη, ψαλλομένη τήν 10η Μαϊου. Ἐκδόθηκε στή Βεμετία τό 1797 καί ἐπανεκδόθηκε ἀπό τήν Ἱ. Μητρόπολη Ζακύνθου τό 1980. Ὁ Μητροπ. Ἠλείας Γερμανός σημειώνει, ὅτι «ἡ Ἀκολουθία αὕτη ψάλλεται ἀπαραλάκτως εἰς τήν Ἱ. Μονήν ἁγ. Νικολάου Φραγκοπηδήματος, ἐκ καλλιγράφου χειρογράφου, ἀντιγραφεῖσα ἐν Ἱ. Μ. Σκαφιδιᾶς, παρά τοῦ ἐκ Ζατούνης Ἀρκαδίας Ἱερομονάχου Γρηγορίου Πετροπούλου, τήν 3η Ἰουλίου 1833» (Μητροπ. Ἠλείας Γερμανοῦ, «Ἡ εἰς τήν Μητρόπολιν…», σελ. 215).
4. Ἀνωνύμου. Σώζεται χειρόγραφη στόν Κώδικα τῆς Σκήτης τῶν Καυσοκαλυβίων Ἁγίου Ὄρους.
5. «Στεφάνου τινός». Σώζεται στόν Κώδικα Β 6 IV τῆς Μονῆς Κρυπτοφέρης Ρώμης.
6. Βίκτωρος Κλαπατζαρᾶ, Ἱεροκήρυκος. Ἐκδόθηκε στή Βενετία τό 1719.
7. Ἀλεξάνδρου Κωνσταντίνου, τοῦ Πελοποννησίου. Ἐκδόθηκε στήν Τρίπολη τό 1851. Ἀποτελεῖ διόρθωση καί συμπλήρωση παλαιότερης τῆς Μονῆς ἁγ. Νικολάου Καλτεζῶν Ἀρκαδίας.
8. Ἀριστείδη Σωτ. Καρβέλα. Ἐκδόθηκε ἀπό τό Ησυχαστήριο ἁγ. Φανουρίου Κανδηλίου Μεγάρων, τό 1988.

Ἀπό τήν Ἀνακομιδή τοῦ 1087 στήν Ἀνακομιδή τοῦ 1953
Σύμφωνα μέ ὅλες τίς πηγές τό Μπάρι ὑποδέχθηκε τά Λείψανα τοῦ ἁγ. Νικολάου μέ ἰδιαίτερη λαμπρότητα καί ἐπισημότητα, μᾶλλον τήν 20η Μαϊου τοῦ 1087. Τά Λείψανα ἀρχικά κατατέθηκαν στό Ναό τοῦ ἁγ. Ἰωάννη καί μετά τριετία, τό 1090, ὁ Πάπας Οὐρβανός Β’ τά κατέθεσε πανηγυρικά κάτω ἀπό τήν μαρμάρινη Τράπεζα τῆς Βασιλικῆς πού κτίσθηκε πρός τιμήν του (βλ. γενικά G. Gioffari, “Storia de la Basilica di S. Nicola di Bari”, 1984).
Γιά τήν ἱστορική συνέχεια ὁ ἅγ. Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης σημειώνει, ὅτι «τό ἱερόν Λείψανον τοῦ ἁγ. Νικολάου δέν εὑρίσκεται εἰς τήν πόλιν Μπάρι, καθώς πληροφορούμεθα παρά τῶν ἐκεῖσε ἀπελθόντων» («Ὁ Μέγας Συναξαριστής…» αὐτ., σελ. 509). Δέν εἶναι γνωστό πῶς ὁ Ὅσιος κατέλειξε στό συμπέρασμα αὐτό. Μία σχετική πληροφορία τῶν χειρογράφων τοῦ Β. Δ. Ζώτου – Μολοσσοῦ γράφει, ὅτι «ἐπειδή λειτοργοῦντος τοῦ Λατίνου δέν ἐθαυματουργοῦσε ὁ Ἅγιος, ὁ Πάπας ἐπώλησε τήν μέν δεξιάν αὐτοῦ εἰς τόν Ἡγεμόνα τῆς Βλαχίας Γκίκαν, ἀντί 3.000 φλωρίων, τό δέ σῶμα αὐτοῦ εἰς τούς Ρώσους, ἀντί 10.000 φλωρίων»! («Ὁ Μέγας Συναξαριστής…» αὐτ., σελ. 506).
Πράγματι ἡ δεξιά παλάμη τοῦ ἁγ. Νικολάου βρίσκεται στή Ρουμανία, στόν Ἱ. Ν. ἁγ. Γεωργίου τοῦ Νέου Βουκουρεστίου (ὅπου ὁ γράφων εἶχε τήν ἰδιαίτερη εὐλογία καί τιμή νά τήν προσκυνήσει, τόν Νοέμβριο τοῦ 2000), γιά τήν Ρωσία ὅμως ἡ πληροφορία τοῦ Ζώτου – Μολοσσοῦ εἶναι μᾶλλον ἀνακριβῆς. Παρά τήν μεγάλη διάδοση τῆς μνήμης τοῦ ἁγ. Νικολάου στή Ρωσία, δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν παρουσία Λειψάνων του στή μεγάλη αὐτή κατά παράδοσιν Ὀρθόδοξη χώρα. Ἐάν ἐπρόκειτο γιά ἄλλο ἅγιο, θά ἔπρεπε νά τηρηθοῦν ἴσως κάποιες ἐπιφυλάξεις, ὁ ἅγ. Νικόλαος ὅμως εἶναι ὁ προστάτης Ἅγιος τῆς Ρωσικῆς γῆς καί ἡ διάδοση τῆς μνήμης του ἐξαιρετικά ἐκτεταμένη. Γιά τούς Ρώσους ὁ ἅγ. Νικόλαος εἶναι ὁ Φωτιστής. Ἔχει ἀντικαταστήσει τόν Τίμιο Πρόδρομο στήν παράσταση τῆς Μεγάλης Δεήσεως. Στή Ρωσία δέν ὑπάρχει πόλη χωρίς ναό πρός τιμήν του καί μεγάλη μονή χωρίς παρεκκλήσιο ἀφιερωμένο στή μνήμη του. Μία ἀπό τίς μεγάλες πύλες τοῦ Κρεμλίνου τῆς Μόσχας φέρει τό ὄνομά του. Θεωρεῖται προστάτης τῶν πτωχῶν, ἀλλά καί τῶν ἐμπόρων (γι’ αὐτό καί οἱ ναοί του κτίζονται συνήθως στίς ἀγορές τῶν πόλεων).
Ὑπάρχουν τεκμηριωμένες πληροφορίες καί ἱστορικές μαρτυρίες γιά πολλές θαυματουργές εἰκόνες τοῦ ἁγ. Νικολάου (ὅπως ἐκείνης τοῦ Ζαράϊσκ, τήν ὁποία μετέφερε ἀπό τήν ΚΠολη στό Ριαζάν τό 1225 ἡ Βυζαντινή Πριγκίπισσα Εὐπραξία, σύζυγος τοῦ Ἡγεμόνος Θεοδώρου). Τό ὄνομα τοῦ ἁγ. Νικολάου ἔφεραν δέκα Ἅγιοι τῆς Ρωσικῆς Ὀρθοδοξίας καί πολλοί Ἡγεμόνες (μεταξύ αὐτῶν καί ὁ τελευταῖος Τσάρος Νικόλαος Β’, ὁ Νεομάρτυρας).
Ἡ τέτοιου μεγέθους διάδοση τῆς μνήμης τοῦ ἁγ. Νικολάου στή Ρωσία ἴσως ὀφείλεται στό γεγονός, ὅτι Νικόλαος ὀνομάσθηκε ὁ πρῶτος Χριστιανός Ἡγεμόνας τοῦ Κιέβου, ὁ Ἄσκολντ, ὅταν βαπτίσθηκε ἀπό τόν Μεγάλο Φώτιο, τό 866. Μάλιστα ἡ ἁγ. Ἰσαπόστολος Ὄλγα (945 – 962), ἔκτισε τόν τόν πρῶτο ναό πρός τιμήν τοῦ ἁγ. Νικολάου πάνω στόν τάφο τοῦ Ἄσκολντ. Ἐάν, λοιπόν, ὑπῆρχαν στή Ρωσία τά Λείψανα τοῦ ἁγ. Νικολάου, αὐτό θά ἦταν ἀσφαλῶς εὑρύτατα γνωστό. Ἀντίθετα εἶναι γνωστό, ὅτι μικρά ἀποτμήματα αὐτῶν φυλάσσονται στόν Καθεδρικό Ναό τοῦ Σωτῆρος Μόσχας, στόν ὁμώνυμο Ναό Ἁγίας Πετρουπόλεως καί στή Λαύρα ἁγ. Ἀλεξάνδρου Νέβσκι, ἐπίσης στήν Ἁγία Πετρούπολη.
Γιά τήν κάλυψη τοῦ θέματος τῆς διασπορᾶς τῶν Λειψάνων τοῦ ἁγ. Νικολάου ἀναφέρουμε, ὅτι σήμερα Λείψανα τοῦ Ἁγίου φυλάσσονται:
· Ἡ δεξιά στόν Ἱ. Ναό ἁγ. Γεωργίου τοῦ Νέου Βουκουρεστίου.
· Ὁ ἀριστερός βραχίονας στόν ὁμώνυμο Ρωμαιοκαθολικό Ναό τοῦ Ρίμινι Ἰταλίας.
· Ἀπότμημα τοῦ ἀριστεροῦ βραχίονος στό Μητροπολιτικό Ναό Βόλου.
· Μέρος τῶν Λειψάνων στήν ὁμώνυμη Ρωμαιοκαθολική Βασιλική τοῦ Μπάρι Ἰταλίας.
· Μέρος τῶν Λειψάνων στό Μουσεῖο τῆς Ἀττάλειας.
· Ἀποτμήματα στίς Μονές Ἁγ. Νικολάου Ἄνω Βάθειας Εὐβοίας καί Φανερωμένης Σαλαμίνος, στόν Καθεδρικό Ναό τοῦ Σωτῆρος Μόσχας, στόν ὁμώνυμο Ναό Ἁγίας Πετρουπόλεως καί στή Λαύρα ἁγ. Ἀλεξάνδρου Νέβσκι Ἁγίας Πετρουπόλεως.
· Ἕνας τῶν ὁδόντων στή Μονή Ἁγίας Λαύρας Καλαβρύτων.
Κρίνουμε χρήσημη τήν μεταφορά ἐδῶ τῆς πληροφορίας, ὅτι στή Μονή ἁγ. Εἰρήνης Χρυσοβαλάντου Λυκοβρύσεως Ἀττικῆς, φυλάσσεται ἡ δεξιά τοῦ ἁγ. Νικολάου, χωρίς ἄλλες μαρτυρίες σχετικά μέ τόν χρόνο καί τόν τρόπο ἀποκτήσεώς της (Ἀρχιμ. Καλλιοπίου Γιαννακουλοπούλου, «Ὁδηγός Ἱερῶν Μονῶν καί Ἡσυχαστηρίων τῆς Ἐκκλησίας Γ.Ο.Χ. Ἑλλάδος», 1978, σελ. 28).
Σημειώνουμε ἀκόμη, ὅτι στό Ἅγιο Ὄρος δέν μνημονεύεται ὕπαρξη Λειψάνων τοῦ ἁγ. Νικολάου. Ἀκόμη καί ἡ πρός τιμή του Μονή Σταυρονικήτα, «κέκτηται – κατά τόν μ. Ἀνδρέα Σιμωνοπετρίτη - μῦρο τοῦ ἁγ. Νικολάου» καί τίποτα περισσότερο (μ. Ἀνδρέου Σιμωνοπετρίτου, «Τό Ἅγιον Ὄρος – Προπύργιον Ὀρθοδοξίας καί Ἔθνους», 1977, σελ. 132).

Ἡ Ἀνακομιδή τοῦ 1953 –
Ἐπιβεβαίωση τῆς μυροβλυσίας τῶν Ἱερῶν Λειψάνων
Ὁ τάφος τοῦ ἁγ. Νικολάου στή Βασιλική τοῦ Μπάρι ἀνοίχθηκε ἀναγκαστικά τό 1953, κατά τήν διάρκεια ἀναστηλωτικῶν ἐργασιῶν στό ναό, τήν νύκτα τῆς 5ης πρός 6η Μαϊου (ἀπό τήν Ρωμαιοκαθολική Ἀρχιεπισκοπή τοῦ Μπάρι δέν ἔχουν δοθεῖ κάποιες ἐξηγήσεις γιά τόν λόγο πού ἡ ἀνακομιδή ἔγινε νύκτα. Γιά τόν σκοπό αὐτό εἶχε συγκροτηθεῖ ἀπό τόν Πάπα ἐπιτροπή, μέ πρόεδρο τόν τότε Ρωμαιοκαθολικό Ἀρχιεπίσκοπο τοῦ Μπάρι Enrico Nicodemo, γιά τήν κανονική ἀναγνώριση τῶν λειψάνων τοῦ τάφου. Παράλληλα ὁ ἀναγνωριστικός ἔλεγχος καί ἡ καταμέτρηση τῶν ὀστῶν ἀνατέθηκε στόν Καθηγητή τῆς Ἀνατομίας στό Πανεπιστήμιο τοῦ Μπάρι Luigi Martino καί στό βοηθό του Γιατρό Alfredo Ruggiery.
Τά ἱερά Λείψανα τοῦ μεγάλου Πατρός τῆς Ἐκκλησίας βρέθηκαν μέσα σέ μονολιθική λάρνακα ἀπό σκληρή πέτρα. Ἀπό τήν ἐποχή τῆς καταθέσεως (τό 1090), ἡ λάρνακα εἶχε καλυφθεῖ μέ τρεῖς ἀλεπάλληλες λίθινες πλάκες.
Τά Λείψανα μέσα στή λάρνακα ἔπλεαν σέ ἕνα διαυγές, ἄχρωμο καί ἄοσμο ὑγρό, τό ὁποῖο εἶχε βάθος τρία περίπου ἑκατοστά! Ἡ ἐξέταση τοῦ ὑγροῦ αὐτοῦ ἀπό τά Ἰνστιτοῦτα Χημείας καί Ὑγιεινῆς τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Μπάρι ἀπέδειξε, ὅτι ἐπρόκειτο γιά καθαρό νερό, ἐλεύθερο ἀπό ἅλατα καί στεῖρο ἀπό μικροοργανισμούς!!! Ἡ ἔρευνα ἀπέδειξε ἀκόμη, ὅτι τό ὑγρό προήρχετο ἀπό τίς μυελοκυψέλες τῶν σπογγωδῶν ὀστῶν!!!
Οἱ διαπιστώσεις αὐτές ἀποτελοῦν τήν ἐπιστημονική ἐπιβεβαίωση τῆς μυροβλυσίας τῶν Λειψάνων τοῦ ἁγ. Νικολάου. Τό γεγονός αὐτό δέν ἔγινε βεβαίως γνωστό στούς Δυτικούς τό 1953. Λατινικά κείμενα τοῦ 11ου καί 12ου αἰ. μαρτυροῦν ὅτι οἱ Βαριανοί ναῦτες, ὅταν παραβίασαν τήν λάρνακα τοῦ Ἁγίου στά Μῦρα, βρῆκαν τά Ἱερά Λείψανα μέσα σέ «θεῖο μῦρο ἤ ὑγρό» (sanctus liquor – oleum). Ἀκόμη, ἡ συνέχεια καί στό Μπάρι τοῦ ἐξαισίου αὐτοῦ θαύματος, ἀποδεικνύεται ἀφ’ ἑνός μέν ἀπό τήν κοινή παράδοση τῶν Παπικῶν, ἀφ’ ἑτέρου δέ ἀπό τήν ὕπαρξη τεσσάρων ὀπῶν (στή λάρνακα καί τίς τρεῖς πλάκες πού τήν κάλυπταν), ἀπ’ ὅπου μέ τήν βοήθεια ράβδου καί βάμβακος ἤ ὑφάσματος, ἦταν δυνατή ἡ ἐξαγωγή τοῦ μύρου, τό ὁποῖο ἀπ’ ἀρχῆς καί μέχρι σήμερα ὀνομάζεται «Μάννα – Manna».
Μετά τήν ἱστορικά δεύτερη αὐτή ἀνακομιδή, ἐξέταση καί ἀναγνώριση, τά Ἱερά Λείψανα τοῦ ἁγ. Νικολάου τοποθετήθηκαν σέ γυάλινη θήκη καί ἐκτέθηκαν σέ προσκύνηση.

Ἡ ἀνατομική καί ἀνθρωπομετρική ἐξέταση τοῦ 1957
Ἡ γυάλινη θήκη τῶν Ἱερῶν Λειψάνων τοῦ ἁγ. Νικολάου ἄνοιξε τό βράδυ τῆς 7ης πρός 8η Μαίου 1957, μέ σκοπό νέα ἀναγνώριση, καταμέτρηση τῶν ὀστῶν καί ἀνατομική καί ἀνθρωπολογική τους μελέτη, πρίν τήν ὁριστική τους κατάθεση στήν ἀρχική λάρνακα, κάτω ἀπό τήν Τράπεζα τῆς Βασιλικῆς, μετά τό πέρας τῶν ἀναστηλωτικῶν ἐργασιῶν. Στήν ἰατρική ὁμάδα τήν φορά αὐτή συμμετεῖχε - ἐκτός τοῦ Καθηγητοῦ Martino καί τοῦ βοηθοῦ του Ruggiery – καί ὁ Γιατρός Venezia Luigi. Τά τελικά ἀποτελέσματα τῶν ἐξετάσεων - ἀναγνωρίσεων τοῦ 1953 καί τοῦ 1957 εἶναι τά ἀκόλουθα:
Στή λάρνακα τοῦ Ἁγίου βρέθηκαν ἡ Κάρα, σπόνδυλοι, λίγα τεμάχια πλευρικῶν ὀστέων καί ὠμοπλάτης, μεγάλα τμήματα τῶν ἀντιβραχιωνίων καί ἑνός βραχίονος, πολλά ὀστάρια τῶν καρπῶν, τῶν μετακαπρίων καί τῶν φαλάγγων, ἑνός λαγονίου, τῶν μηριαίων, τῶν ἐπιγονατίδων καί τῶν περονῶν καί τμήματα τῶν ὀστῶν τῶν κνημῶν, τῶν ταρσῶν, τῶν μεταταρσίων καί τῶν φαλάγγων. Ἄν καί ὑπῆρχαν καί θρυμματισμένα ὀστᾶ, συγκεντρωμένα σέ δύο ἀργυρά κύπελλα, εὔκολα γίνεται ἀντιληπτό, ὅτι πολλά ὀστᾶ ἔλειπαν.
Οἱ Δομηνικανοί τοῦ Μπάρι δέχονται, ὅτι «ἡ ἐμφάνιση αὐτή τῶν ὀστῶν τοῦ Ἁγίου (ἄλλα νά λείπουν, ἄλλα νά εἶναι κατασπασμένα καί ἄλλα θρυμματισμένα), σχετίζεται ὄχι μόνο μέ τόν χρόνο πού πέρασε ἀπό πάνω τους, ἀλλά πιο πολύ μέ τήν μεγάλη περιπέτεια τῆς ἀρπαγῆς καί μεταφορᾶς τους στό Μπάρι» («Δελτίο…», σελ. 8).
Δέχονται ἀκόμη, ὅτι «ἡ σπουδή τῶν ναυτικῶν καί ἡ ὑπερκάλυψή τους ἀπό τό μῦρο μέσα στόν ἀρχικό τάφο τους, δέν εὐνοοῦσαν - ὅπως εἶναι φυσικό – τήν περισυλλογή τους στό ἀκέραιο, πέρα ἀπό τό ἐνδεχόμενο τῆς ὑπεξαίρεσης ἤ μή κάποιων ἀπό αὐτά κατά τήν μεταφορά τους καί πρίν τήν ὁριστική τους τοποθέτηση στή λάρνακα τῆς Βασιλικῆς τοῦ Ἁγίου στό Μπάρι» («Δελτίο…» σελ. 9).
Τά ἀποτελέσματα τῆς ἀνθρωπολογικῆς ἐξετάσεως τῶν Ἱερῶν Λειψάνων τοῦ ἁγ. Νικολάου - ἀπό τήν ὑπό τόν Καθηγητή Martino ἐπιτροπή – ὑπῆρξαν ἐντυπωσιακά. «Ὅλα τά ὀστᾶ - γράφεται στό σχετικό Πόρισμα - ἀνῆκαν σέ ἕνα καί τό αὐτό ἄτομο, σέ ἄνδρα πού ἀνῆκε στή λευκή Ἰνδοευρωπαϊκή φυλή, εἶχε ὕψος περίπου 1,67 μ., τρέφοταν κυρίως μέ φυτικά προϊόντα καί ἀπεβίωσε σέ ἡλικία μεγαλύτερη τῶν 70 ἐτῶν…
Ἡ κατάσταση ὁρισμένων ὀστῶν ἔδειξε ἀκόμη, ὅτι τό ἄτομο στό ὁποῖο ἀνῆκαν, πρέπει νά εἶχε ὑποφέρει πολύ κάτω ἀπό ἰδιαίτερα δυσμενεῖς συνθῆκες διαβίωσης. Ἡ ἀγκυλωτική σπονδυλοαθρίτιδα καί ἡ διάχυτη ἐνδοκρανιακή ὑπερόστωση πού ἐπισημάνθηκαν στά ἀνάλογα ὀστᾶ, πρέπει νά κληρονομήθηκαν ἀπό κάποια ὑγρή φυλακή, ὅπου πέρασε ἀρκετά χρόνια τῆς ζωῆς του καί μάλιστα σέ προχωρημένη ἡλικία».
Ἡ ἰχνογραφική ἀνάπλαση τοῦ προσώπου ἀπό τόν ἴδιο Καθηγητή, μέ τήν μέθοδο τῆς ὑπερσκελετικῆς ἀναπλάσεως τῶν μαλακῶν μερῶν τῆς κεφαλῆς, ἀπέδωσε ἐπίσης θεαματικά ἀποτελέσματα. «Ἡ ἀναπλασμένη μέ αὐτό τόν τρόπο μορφή – γράφουν οἱ Δομηνικανοί – δείχνει ἕνα πρόσωπο ἀσκητικό, εὐγενικό, μέ ἁρμονικές ἀναλογίες, μέ ψηλό καί πλατύ μέτωπο, μέ μεγάλα μάτια - ἐλαφρά βαθουλωτά – γλυκά μαζί καί αὐστηρά, μάτια ἀνθρώπου σκεπτικοῦ καί βασανισμένου» («Δελτίο…» σελ. 9).
Τά σχετικά ἰχνογραφήματα πού δημοσίευσε ὁ Καθηγητής Martino ἀποδεικνύουν, ὅτι ἡ πάροδος τοῦ χρόνου δέν ἄμβλυνε τήν μνήμη τῶν βασικῶν χαρακτηριστικῶν τῆς μορφῆς τοῦ ἁγ. Νικολάου, ὅπως διασώθηκαν ἀπό τήν Ὀρθόδοξη εἰκονογραφική παράδοση (μεγάλο μέτωπο, κοντά χωρισμένα γέννια, κάπως ἔντονα ζυγωματικά καί φαλάκρα). Μάλιστα, βρίσκονται σέ συμφωνία μέ τίς παλαιότερες γνωστές ἀπεικονίσεις τοῦ Ἁγίου, ἐκείνη τῆς Santa Maria Antiqua τῆς Ρώμης (8ος ἤ 9ος αἰ.) καί τοῦ Παρεκκλησίου τοῦ ἁγ. Ἰσιδώρου, στόν Καθεδρικό Ναό τοῦ ἁγ. Μάρκου Βενετίας ( ψηφιδωτό τοῦ 12ου αἰ.). (Βλ. γενικά G. Gioffari, “La antica iconografia de S. Nicola”, 1988 καί P. Saceardo, “la capellia di S. Isidoro nella Bassilica di S. Marko”, 1987).

Ἐπιλογή Βιβλιογραφίας.
Ἐκτός τῶν ἀναφερομένων στό κείμενο πηγῶν λάβαμε ὑπ’ ὄψη καί τά ἀκόλουθα ἔργα:
G. Gioffari, “Storia nella critica storica”, 1987.
D. Bova, “In Pellegrinachio a Myra preso la tomba chefudis St. Nichola”, στό «Δελτίο τοῦ ἁγ. Νικολάου», φ. ΙΙ, 1981.
I. Martino, “Rigognazione anatomica e studio anthropopetrico delle reliqouee di S. Nicola di Bari”, στό «Δελτίο ἁγ. Νικολάου», τ. 1957.
Τοῦ ἰδίου “La reliquie di S. Nicola”, 1987.
Ν. Ἰ. Φλοῦδα, «Ὁ ἅγ. Νικόλαος ὁ Θαυματουργός, Ἀρχιεπίσκοπος Μύρων τῆς Λυκίας», 1960.
G. Anrich, “ Hagios Nicolaos in der Griecltischen Kirche”, 1987.

ΤΟ ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΟ ΒΙΩΜΑ - ΜΥΡΟΦΟΡΟΙ ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ
Καθηγητοῦ Ἀντωνίου Μάρκου

Εκφωνήθηκε κατά τη διάρκεια Εσπερινής Εκδηλώσεως στον Ι. Ν. Γενν. Τιμίου Προδρόμου Λαρίσης, την Κυριακή των Μυροφόρων 2004 (12η/25η Απριλίου), κατόπιν προσκλήσεως του Δ.Σ. του Συλλόγου "Οι Άγιοι Απόστολοι" και ευλογίας του Σεβ. Μητροπολίτου Λαρίσης κ. Παναρέτου.
Ἡ καταχώρηση του κειμένου σε μονοτονικό σύστημα γίνεται γιά λόγους τεχνικούς.

Επιθυμώ κατ' αρχήν να εκφράσω την ευχαριστία μου προς τον "εν Τριάδι" προσκυνούμενο Άγιο Θεό, διότι επέτρεψε να πραγματοποιούμε σήμερα αυτή την πνευματική εκδήλωση, "υπό την σκέπην" του Τιμίου Προδρόμου, ο οποίος μας φιλοξενεί στο Ναό του.
Επιθυμώ στη συνέχεια να ευχαριστήσω τον Πρόεδρο και τα μέλη του Δ.Σ. του Συλλόγου "Οι Άγιοι Απόστολοι", γιά την τιμή της προσκλήσεως.
Κατά καθήκον ευχαριστώ τό Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Λαρίσης κ. Πανάρετο, διότι έδωσε την ευλογία του γιά την πραγματοποίηση αυτής της Συνάξεως και γιά την παρουσία μου ενώπιόν σας.
Τέλος, ευχαριστώ τούς σεβαστούς Πατέρες πού παρίστανται, αλλά και όλους εσάς, αγαπητοί αδελφοί και αδελφές, τους "εγγύς και μακράν", διότι προσθέσατε κόπο στον κόπο σας και συμμετέχετε σ' αυτή την αναστάσιμη πνευματική τράπεζα.

Με τη χάρη του Θεού διανύουμε την περίοδο του χαροποιού Πεντηκοσταρίου, την περίοδο πού οδηγεί ἀπό τήν μεγάλη εορτή τοῦ Πάσχα στήν επίσης μεγάλη εορτή της Πεντηκοστής. Γιά 40 ημέρες ο χαιρετισμός των Χριστιανών είναι αναστάσιμος, είναι το "Χριστός Ανέστη". Αυτό εκφράζει, ή τουλάχιστον πρέπει να εκφράζει, το αναστάσιμο βίωμα. Ζούμε την Ανάσταση, ζούμε τη χαρά της Αναστάσεως, και αυτό το εξωτερικεύουμε με τον αναστάσιμο χαιρετισμό.
Όμως είναι έτσι τα πράγματα;
Βιώνουμε την Ανάσταση ή απλά ακολουθούμε ένα έθιμο;
Τελικά, τό βίωμα της Αναστάσεως είναι η συμμετοχή στην Ακολουθία της Αναστάσεως και την Αναστάσιμη Λειτουργία;
Είναι τό Άγιο Φως με το οποίο κάποιοι θα... μουτζουρώσουν τόν πανωστάτη της πόρτας τους;
Είναι το τραπέζι της Λαμπρής;
Είναι όλα αυτά τα εξωτερικά στοιχεία με τα οποία επιβάρυναν την "Εορτή των εορτών και την Πανήγυρη των πανηγύρεων" οι αιώνες πού πέρασαν;
Ας το δούμε αναλυτικά με τη βοήθεια των Αγίων μας.

Ας μεταφερθούμε με τη βοήθεια της φαντασίας στην Αγία Ρωσία του 19ου αι. Μέσα στο μεγάλο δάσος της Καλούγας, πού είναι γνωστό με το όνομα "Ἐρημος Σάρωφ", ένα γέροντας ντυμένος στα λευκά θερίζει με το δρεπάνι του χόρτα. Ένας προσκυνητής πλησιάζει και τον χαιρετάει, βάζοντας μετάνοια:
"Ευλογείτε μπάτουσκα Σεραφείμ".
Και η απάντηση: "Χριστός Ανέστη χαρά μου".
Κι όμως δεν είναι Πάσχα, είναι μία οποιαδήποτε ημέρα του χρόνου. Ο μεγάλος όμως Άγιος της Ορθοδοξίας, ο Όσιος Σεραφείμ του Σάρωφ, βιώνει το Πάσχα, ζεί την Ανάσταση, βρίσκεται μέσα στο φως και στη χαρά της Αναστάσεως, παντού και πάντοτε, κάθε στιγμή και κάθε ημέρα της ζωής του.
Είναι ίσως ο μοναδικός μοναχός στην ιστορία του Ορθοδόξου Μοναχισμού που φορά λευκά, αντί γιά μαύρα ράσα. Τό μαύρο είναι σύμβολο του πένθους. Φορώντας μαύρα ο μοναχός εξωτερικεύει το πένθος του, γιά τις αμαρτίες του, αλλά και γιά τις αμαρτίες όλου του κόσμου.
Εδώ παρενθετικά, θα πρέπει να πούμε και τούτο: Έχει λανθασμένα επικρατήσει η άποψη, ότι ο μοναχός είναι ιεραρχικά πάνω από τον λαϊκό στο Σώμα της Εκκλησίας. Αυτό είναι λάθος. Και το λάθος αποδεικνύεται και από την εξής λεπτομέρεια: Στο Κανονικό Δίκαιο της Εκκλησίας, δεν υπάρχει Κανόνας που να προβλέπει αποσχηματισμό μοναχού. Ο μοναχός που έχει υποπέσει σε σοβαρό παράπτωμα, δεν μπορεί να επανέλθει στην τάξη των λαϊκών (όπως προβλέπεται γιά τους Ιερείς). Και αυτό γιατί ο μοναχός είναι "κάτω πάντων", είναι κάτω από όλους τους πιστούς στο Σώμα της Εκκλησίας.
Ο άγ. Σεραφείμ ενώ θεωρητικά σαν μοναχός ήταν "κάτω πάντων" και έπρεπε να πενθεί φορώντας μαύρα, στην πραγματικότητα είναι "άνω πάντων", διότι βιώνει την Ανάσταση, κάτι πού οι σύγχρονοί του κληρικοί και λαϊκοί, δεν τολμώ να πώ δεν το είχαν πετύχει, λέγω δεν το είχαν πετύχει στο βαθμό που το είχε πετύχει αυτός.
Τι ήταν όμως το Αναστάσιμο βίωμα γιά τον άγ. Σεραφείμ;
Μήπως ήταν ο εκκλησιασμός και η συμμετοχή στις Ακολουθίες; Διότι πολλοί από μας συνηθίζουμε να λέμε, "Δόξα τω Θεώ, παρακολούθησα όλες τις Ακολουθίες".
Ο ευλογημένος όσ. Σεραφείμ ζούσε σε μία καλύβα στο δάσος, στή "μακρυνή του έρημο", τρία χιλιόμετρα μακρυά από το μοναστήρι, άρα δεν συμμετείχε στις Ακολουθίες της αδελφότητος, προσευχόταν μόνος του.
Ακόμη, τώρα στις μέρες μας, υπάρχουν Ορθόδοξοι, όχι απλά μεμονωμένα άτομα, αλλά ενορίες ολόκληρες, πού δεν έχουν Ιερέα, δεν έχουν τη δυνατότητα Ακολουθιών.
Μπορούμε λοιπόν να ισχυρισθούμε, ότι ο άγ. Σεραφείμ και οι αδελφοί μας που δεν έχουν δυνατότητα Ακολουθιών, δεν έχουν αναστάσιμο βίωμα;
Άρα Αναστάσιμο βίωμα δεν ειναι απαραίτητα η συμμετοχή στις Ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδος και στην Ακολουθία της Αναστάσεως.
Ήταν μήπως το Λαμπριάτικο τραπέζι;
Ὁ άγ. Σεραφείμ στα 16 χρόνια που σήκωσε τον σταυρό της σιωπής, έδειχνε στο μοναχό που τον επισκέπτοταν μία φορά την εβδομάδα τι ήθελε να του φέρει. Ζητούσε λάχανο τουρσί και μαύρο ψωμί. Το λάχανο γιά τον εαυτό του, το ψωμί γιά τα ζώα του δάσους. Αργότερα το σταμάτησε κι αυτό και όλοι απορούσαν πως ζούσε. Όταν γέρασε εξομολογήθηκε ταπεινά σε κάποιο μαθητή του, ότι μάζευε κάποιο χόρτο του δάσους και το αποξήραινε. Έπειτα το έβαζε με νερό πάνω στη σόμπα κι έφτιαχνε μία ωραία "σουπίτσα"!
Ακόμη, ο Ιερός Χρυσόστομος σε κάποιο έργο του, αναφερόμενος στη νηστεία, ομιλεί περί νηστείας μετά τη Θεία Κοινωνία! σε μία προσπάθεια να πατάξει τη γαστριμαργία των Χριστιανών όλων των εποχών, οι οποίοι συνηθίζουν να "πέφτουν με τη μούρη" στο φαγητό, στο τέλος των νηστειών. "Αυτό που ζητάμε - γράφει - είναι ο Χριστός και όχι τα βρώματα. Κι εφ' όσον Αυτός καταδέχθηκε να έρθη μέσα μας, εφ' όσον επέτρεψε να κοινωνήσουμε της σαρκός και του αίματός Του, ας μείνουμε σ' αυτό και μ' αυτό, έστω γιά λίγο. Αφού νηστεύσαμε γιά τις αμαρτίες μας γιά να πάρουμε το Χριστό, ας νηστεύσουμε και με το Χριστό".
Άρα Αναστάσιμο βίωμα δεν είναι το Λαμπριάτικο τραπέζι. Οι περίφημοι Καραμανλήδες του Αγίου Όρους, ο Χατζή-Γιώργης και οι μαθητές του, δεν κατέλυαν λάδι ούτε την ημέρα του Πάσχα. Μάλιστα γιά να τιμήσουν το έθιμο πού θέλει κόκκινα αυγά, έβαφαν... κόκκινες πατάτες! Κι όμως μέσα σε τόση άσκηση, τα πρόσωπά τους ἔλαμπαν από τη χαρά της Αναστάσεως!
Μήπως το αναστάσιμο βίωμα του αγ. Σεραφείμ ήταν η ελεημοσύνη; Διότι, έτσι διδασκόμεθα από το Τριώδιο ("δεύτε εκαθάρωμεν εαυτούς εν ελεημοσύναις και οικτιρμοίς πενήτων".
Ο Άγιος του Θεού ηταν ένας πάμπτωχος ασκητής. Και να ήθελε, δεν είχε τίποτα γιά να δώσει ελεημοσύνη. Και να είχε, στην έρημο που ζούσε, δεν υπήρχαν πτωχοί γιά να τους ελεήσει.
Άρα Αναστάσιμο βίωμα δεν είναι ούτε η ελεημοσύνη.

Θα μπορούσαμε με αυτή τη μέθοδο "της εις άτοπον απαγωγής" να παρατείνουμε το λόγο γιά πολλές ώρες, αποκλείοντας τό ένα μετά τό άλλο πολλά πράγματα, με τα οποία έχουμε συνδέσει το Πάσχα και την Ανάσταση, όπως:
· Ἐθιμα (γιά κάποιους αναστάσιμο βίωμα είναι το σουβλιστό αρνί, που - γιά αυτούς - συμβολίζει τον Αμνό του Θεού και πρέπει να ψηθεί ολόκληρο, κατά το "και οστούν αυτού ου συντριβήσεται").
· Συνήθειες (γιά πολλές νοικοκυρές αναστάσιμο βίωμα είναι η γενική καθαριότητα και το ασβέστωμα της αυλής).
· Καταστάσεις (γιά τούς περισσοτέρους το Πάσχα είναι ευκαιρία συναντήσεως των συγγενών και επιστροφής των ξενιτεμένων).
· Ακόμα κι αρετές (πολλοί Χριστιανοί στο τέλος του Τριωδίου μετρούν ενάτες και τριήμερα και... πιστώνουν το λογαριασμό τους ενώπιον του Θεού).
Όμως, ας δώσουμε το λόγο σε έναν άλλο Άγιο πού μας παρέδωκε Αναστάσιμο βίωμα. "Ακούσωμεν" του αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης. Μας μιλάει γιά το Χριστό:
Εκείνος πριν από κάθε λόγο·
η σκέψη μου πριν από κάθε σκέψη·
το φως μου πριν από κάθε φως·
η τροφή μου πριν από κάθε βρώση·
το πόμα μου πριν από κάθε πόση·
το ένδυμά του πριν από κάθε ένδυμα·
η ευωδία μου πριν από κάθε ευωδία·
η γλυκύτητά μου πριν από κάθε γλυκύτητα·
ο Πατέρας μου πριν από κάθε πατέρα·
η Μητέρα μου πριν από κάθε μητέρα·
πρίν από τη γη, είναι η γή η σταθερή, όπου οδοιπορώ και πού μένει στούς αιώνες ασάλευτη από οτιδήποτε". (Από το βιβλίο "Η Μετάνοια και η Θεία Μετάληψη", ἐκδόσεων ΤΗΝΟΣ).
Να γιατί όλα αυτά που είπαμε, αλλά και όσα παραλείψαμε (σκέψη, τροφή, ποτό, ένδυμα, οικογένεια, κ.λ.π.), τα οποία η Εκκλησία δεν τα απορρίπτει, αλλά αντιθέτως τα ευλογεί, ΔΕΝ είναι Αναστάσιμο βίωμα.
Αναστάσιμο βίωμα, όπως θα δούμε στη συνέχεια, είναι δύο πολύ σημαντικά πράγματα: Η συνειδητή μετοχή στο Σώμα του Χριστού, την Εκκλησία Του, και η συχνή - μετά την κατάλληλη προετοιμασία - κοινωνία του Σώματος και του Αίματός Του.
Οι Άγιες Μυροφόρες μετέφεραν στούς Αποστόλους και "δι' αυτών" στην ανθρωπότητα τό μήνυμα της Αναστάσεως. Πάνω σ' αυτό το μήνυμα θα οικοδομηθεί όλο το οικοδόμημα της Χριστιανικής Πίστεως, ώστε να γράψει ο Απόστολος Παύλος "ει μη Χριστός ουκ εγήγερται, άρα η πίστις ημών ματαία, άρα κενόν το κήρυγμα ημών".
Όμως γιά να φτάσει το αναστάσιμο μήνυμα να γίνει αναστάσιμο βίωμα, χρειάζεται ένας πραγματικός Γολγοθάς. Χρειάζεται ο πιστός να σηκώσει τον προσωπικό του σταυρό καί να ακολουθήσει το Χριστό. Χρειάζεται να αγωνιστεί τόσο, ώστε να μπορεί να πεί μαζί με τον Απόστολο Παύλο, "εμοί κόσμος εσταύρωται, καγώ τω κόσμω".
Όταν μιλάμε λοιπόν γιά αναστάσιμο βίωμα, εννοούμε Σταυρο - αναστάσιμο βίωμα. Όπως στη ζωή του Χριστού ο Σταυρός προηγήθηκε και η Ανάσταση ακολούθησε, έτσι και στη ζωή του Χριστιανού ο σταυρός (σαν ασθένεια, πρόβλημα, εγκατάλειψη και οποιαδήποτε άλλη φιλάνθρωπη επίσκεψη του Θεού, και κυρίως σαν αγώνας κατά των παθών) προηγείται και έπεται η ανάσταση (στην παρούσα ζωή σαν πρόγευση της ουρανίου μακαριότητος και στη μέλλουσσα σαν αιώνια ζωή μαζι με τον Αναστημένο και "εις τους αιώνας ζώντα" Χριστό).
Οι Άγιες Μυροφόρες "αναβλέψασαι θεωρούσιν ότι αποκεκύλισται ο λίθος, ην γαρ μέγας σφόδρα" και άκουσαν από τον Άγγελο το "ηγέρθη, ουκ έστιν ώδε· ίδε ο τόπος όπου έθηκαν αυτόν" (Μαρκ. 16, 4-6). Μετά την Αγία Πεντηκοστή η χάρις του Θεού έχει δώσει στο πιστό μία δυνατότητα, κατά πολύ ανώτερη εκείνης των Μυροφόρων. Ο πιστός πλέον δεν βλέπει απλά τόν κενό τάφο, αλλά κοινωνεί με τον Χριστό, μετέχοντας αρχικά στό Σώμα Του, τήν Εκκλησία Του, και στη συνέχεια μεταλαμβάνοντας του Σώματος και του Αίματός Του, μέσα στην Εκκλησία.
Η Εκκλησία σαν άλλη Μυροφόρος, δεν λέγει απλά στον κόσμο "ιδού ο τόπος όπου έθηκαν Αυτόν", αλλά "ιδού ο Κύριος". Και εφ' όσον Πάσχα γιά μας τους Χριστιανούς είναι εκτός των άλλων και "η παράδοσις των καθ' ημάς φρικτών Μυστηρίων", η Εκκλησία μας προσφέρει το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου Της και Κυρίου μας ή (σε άλλη διατύπωση) ο Χριστός διά της Εκκλησίας Του προσφέρει στην Εκκλησία Του τό Σώμα και το Αίμα Του, "εις ἄφεσιν αμαρτιών και ζωήν την αιώνιον".
Αναστάσιμο βίωμα, λοιπόν, είναι δύο πράγματα:
Πρώτον συνειδητή συμμετοχή στο Σώμα του Χριστού, την Εκκλησία Του, μακρυά από αιρέσεις και κακοδοξίες, σχίσματα και διαιρέσεις, αντικανονικότητες και παρανομίες· μακρυά από κάθε τι πού αποβάλλει τον πιστό από το Σώμα του Χριστού και κόβει τους δεσμούς μαζί Του.
Και δεύτερον η κοινωνία του Σώματος και του Αίματός του Κυρίου, με την δέουσα προετοιμασία, κατά το "δοκιμαζέτω έκαστος εαυτόν" του Αποστόλου Παύλου.
Και το πρώτο, η μετοχή στο Σώμα του Χριστού, και το δεύτερο, η κοινωνία των Αχράντων Μυστηρίων, επιβάλουν έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής και συμπεριφοράς, αυτό πού λέμε Ορθόδοξο βίωμα. Και Ορθόδοξο βίωμα είναι όλες οι αρετές μαζί και καμμία μόνη της. Πιό συγκεκριμένα:
Ορθόδοξο βίωμα δεν είναι μόνη της η νηστεία, αλλά η νηστεία μαζί με την ελεημοσύνη. Και η ελεημοσύνη όχι από το περίσευμα, αλλά από το υστέρημα. Η ελεημοσύνη όχι μόνο πρός τούς δικούς μας, αλλά πρός όλους, ακόμη και πρός τους εχθρούς, κατά τό "ψώμιζε τον έχθρό σου".
Ορθόδοξο βίωμα δεν είναι μόνος του ο εκκλησιασμός, αλλά ο εκκλησιασμός με σιωπή, προσοχή, κατάνυξη και συνείδηση της παρουσίας του Θεού. Ο εκκλησιασμός του οποίου προηγήθηκε η συγχώρηση. Διότι το Ευαγγέλιο λέει, αν πηγαίνεις στο Ναό να προσφέρεις το δώρο σου και θυμηθείς ότι ο αδελφός σου έχει κάτι μαζί σου (δεν λέει αν έχεις κάτι εσύ με τον αδελφό του, αν είσαι δηλαδή ένοχος), άφησε το δώρο σου, πήγαινε να συγχωρεθείς με τον αδελφό σου και μετά έλα να το προσφέρεις.
Ορθόδοξο βίωμα δεν είναι μόνη της η αγάπη, αλλά η ἀγάπη "ἐν αληθείᾳ". Ούτε μόνη της η Ομολογία της Πίστεως, αλλά η "ἐν ἀγάπῃ" Ομολογία.
Γιά το θέμα της γνησιότητος της Πίστεως, γνωρίζετε πολλά, είστε ένα ιδιαιτέρως αγωνιστικό ποίμνιο, και σαν άτομα, αλλά και σαν ενορία έχετε προσφέρει πολλά στον Αγώνα της Εκκλησίας. Σ' αυτό το θέμα είχατε και έχετε άριστους διδασκάλους και κατηχητές, τον πολυσέβαστο π. Αμφιλόχιο και τον αδ. Ελευθέριο, και έτσι εγώ δεν έχω να προσθέσω τίποτα, αλλά μάλλον να διδαχθώ.
Απλά θέλω να επισημάνω, ότι έχουμε καθήκον και ιερή υποχρέωση να είμαστε με τη ζωή μας και σ' όλη τη ζωή μας σύγχρονοι Μυροφόροι. Να οδηγούμε τούς ανθρώπους στον Αναστημένο Χριστό, ο Οποίος όμως υπάρχει μόνο στην Εκκλησία Του. Να είμαστε δηλαδή καθημερινοί ιεραπόστολοι, λιγώτερο με τα λόγια μας και περισσότερο με τα έργα μας. Ο ζήλος μας υπάρχει, αλλά κάπου ο τρόπος μας ίσως δεν είναι ο κατάλληλος.
Οι Άγιοι Πατέρες μας συμβουλεύουν να προσέχουμε το ζήλο μας σε θέματα πίστεως, για να μη «ναυαγήσουμε» στην πίστη και έχουμε ζήλο χωρίς επίγνωση, οπότε κινδυνεύουμε να βρεθούμε έξω από την ορθή πίστη και τη σωτηρία. Ο άγιος Νεκτάριος, για παράδειγμα, διδάσκει και συμβουλεύει τα εξής, σχετικά με το ζήλο με επίγνωση και χωρίς επίγνωση:
Το ζήλο με επίγνωση γύρω από τα θέματα της πίστεως - λέγει – δεν εκφράζει ο φανατισμός και η μισαλλοδοξία, αλλά «αγάπη θερμή προς τον Θεόν και τον πλησίον, πραότης, ανεξικακία, ανεξιθρησκεία (σεβασμός της άλλης θρησκείας), ευεργεσία και ευγένεια τρόπου».
Αντίθετα το ζήλο χωρίς επίγνωση εκφράζει ο πιστός που στη συμπεριφορά του υπάρχει «φθόνος, θυμός, επίμονος και εμπαθής αντίστασις προς το αληθές πνεύμα (νόημα) του θείου Νόμου, παράλογος ζέσις προς υπεράσπισιν ιδιοτύπων δογμάτων και αξιωμάτων, υποστήριξις παράφορος επουσιωδών θρησκευτικών υποθέσεων και διάθεσις φιλοτάραχος και φιλόνικος (για ταραχές και φιλονικίες) εν πάσι τοις θρησκευτικοίς ζητήμασιν».
Ο ζηλωτής χωρίς επίγνωση, τονίζει ο άγιος Νεκτάριος, διδάσκει πάντοτε τα εαυτού δόγματα με τρόπο γεμάτο παραλογισμό, θυμό, ψυχικό αναβρασμό, εκδίκηση, σύγχυση, βία και θράσος. Ο ζηλωτής χωρίς επίγνωση βρίσκεται σε μεγάλη πλάνη. Γιατί «στο όνομα, δήθεν, του Θεού, παραβαίνει το θέλημα του Θεού, το οποίο με ένα λόγο εκφράζεται με την εφαρμογή της ανιδιοτελούς και χωρίς όρια αγάπης» (Ποιμαντική, έκδ. Β. Ρηγοπούλου, Θεσ/νίκη 1974, σελ. 119).
Ένας κανόνας πνευματικής ασφαλείας που μας προφυλάσσει από την πλάνη και τον κίνδυνο της πνευματικής πτώσης, από την αφροσύνη και την πνευματική τύφλωση. Ένας χρυσός κανόνας που τον αγνοούν όλοι εκείνοι που έχουν «ναυαγήσει» στην πίστη και επιμένουν στην πλάνη τους «ως άφρονες».(Αρχιμ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΚΟΛΛΑ, Ιεροκήρυκος - Καθηγητού, «Ναυαγοί περί την Πίστιν», Περιοδικό «Πληροφόρηση» Ι. Μητροπόλεως Δημητριάδος, τ. 2004).
Γιά το δεύτερο θέμα, της Θείας Κοινωνίας, πού τόσο έχει παρεξηγηθεί και υποτιμηθεί τούς τελευταίους αιώνες στην πατρίδα μας μας, θα μου επιτρέψετε να καταθέσω κάποιες γνώμες Αγίων που απειχούν την διδασκαλία της Εκκλησίας.
"Ακούσωμεν" του οσ. Παχωμίου της Χίου (+ 1905), Γέροντος του αγ. Νεκταρίου Πενταπόλεως, αλλά και του μακαριστού Καθηγουμένου Μωϋσέως Μοναχού (+ 1946), Κτίτορος των Ιερών Μονών Ευαγγελιστρίας και αγ. Ταξιαρχών Αθηκίων Κορινθίας.
"Ο Μέγας Βασίλειος λέγει: "Εγώ, τετράκις της εβδομάδος κοινωνώ τους ενορίτας μου”, ωσαύτως και ο Χρυσόστομος και όλη η Εκκλησία του Χριστού. Αυτήν την συνήθειαν είχαν να κοινωνούν 4 φορές την εβδομάδα. Και επειδή την Μεγάλην Τεσσαρακοστήν Λειτουργία δεν γίνεται μέσα εις την εβδομάδα, εσοφίσθησαν οι Άγιοι Πατέρες να βγάζουν Προηγιασμένην, μόνον και μόνον διά να κοινωνούν και αναμέσον της εβδομάδος οι Χριστιανοί...
Και βλέπε, ω αναγνώστα, έως ότου ήταν αυτή η τάξις και εσυχνοκοινωνούσαν οι Χριστιανοί, εθερμαίνετο η καρδία τους από την χάριν της Αγίας Κοινωνίας και έτρεχον είς το μαρτύριον, ωσάν τα πρόβατα
. (“Υπεράσπισις της αληθείας και νίκη κατά του διαβόλου”, έκδοσις ε’ της Ιεράς Σκήτης Αγίων Πατέρων Χίου, 1985, σελ. 76 – 78· Αντ. Ν. Χαροκόπου, “Ο Γέροντας Παχώμιος, Ιδρυτής της Ιεράς Σκήτης των Αγίων Πατέρων Χίου”, 2003, σελ. 141 – 142· και “Η συχνότης της Θείας Κοινωνίας”, Περιοδικό “Άγιος Κυπριανός”, φ. 319, Μαρτίου - Απριλίου 2004, σελ. 26 – 27).
Γιά το θέμα της συχνότητας της Θείας Κοινωνίας, αλλά και της προετοιμασίας του πιστού γιά την κοινωνία του Σώματος και Αίματος του Κυρίου Του, επειδή και σ' αυτό τό σημείο υπάρχουν παρεξηγήσεις και ετεροδιδασκαλίες, "ακούσωμεν" του αγ. Συμεών του Νέου Θεολόγου. Σε εμφάνισή του στό μοναχό Φιλόθεο της Μονής Ανάπλου Προποντίδος, του είπε τα ακόλουθα:
"Οφείλεις να καθαρίζεις τον εαυτό σου με την εγκράτεια και τα δάκρυα και την προσευχή κατά τέτοιον τρόπο. ώστε να είσαι έτοιμος καθημερινά να λαμβάνεις τα Μυστήρια του Χριστού. Χάρις στην Μετάληψι αυτή θα ησυχάζης και θα προσεύχεσαι χωρίς ρεμβασμούς και ο νούς σου θα φωτίζεται από την πλούσια μετοχή του Αγίου Πνεύματος και την θεωρεία των αποκρύφων μυστηρίων του Θεού, όπως είναι γραμμένο: "Τό Πνεύμα πάντα ερευνά και τα βάθη του Θεού"(Α'Κορ. 2,10)". ("Οι προϋποθέσεις της συνεχούς Θείας Κοινωνίας", Περιοδικό "Άγιος Κυπριανός", φ.319, Μαρτίου - Απριλίου 2004, σελ.40).
Κατά τον άγ. Συμεών, δηλαδή:
· δεν έχουμε ησυχία (προσωπική, οικογενειακή, εκκλησιαστική),
· δεν έχουμε καθαρή προσευχή,
· δεν είμεθα φωτισμένοι από τη χάρη του Παναγίου Πνεύματος και επίσης
· δεν έχουμε θεολογικό λόγο,
διότι δεν μετέχουμε της Δεσποτικής Τραπέζης, όσο και όπως θέλει ο Θεός.

Η Ορθοδοξία, λοιπόν, σαν ορθό δόγμα και ορθός τρόπος ζωής, ήταν η εν Χριστώ ζωή των Αγίων.
Αυτή ήταν η εν Χριστώ χαρά τους.
Αυτό επέτρεπε στόν όσ. Σεραφείμ όχι μόνο να λευκοφορεί και να χαιρετά με τον αναστάσιμο χαιρετισμό, "Χριστός Ανέστη χαρά μου", αλλά και να θεολογεί, και να προφητεύει και να θαυματουργεί και να μεταμορφώνεται "εν δυνάμει".

Θα μου επιτρέψετε, λοιπόν, ολοκληρώνοντας την παρουσία μου ενώπιόν σας, να κλείσω με μία ευχή.
Να μας ελεήσει ο Θεός να πεινάσουμε και να διψάσουμε την παρουσία Του στη ζωή μας και έτσι πεινασμένοι και διψασμένοι να σπεύδουμε στο Ποτήριο της Ζωής και να κοινωνούμε το Σώμα και το Αίμα Του, όσο συχνότερα και με όσο καλύτερη προτοιμασία μπορούμε. Γιά να ανθίσει η ζωή μας με τη χάρη του Θεού και να νοιώθουμε κι εμείς το αναστάσιμο βίωμα της μεγαλύτερης χαράς πού έζησε στην ιστορία του ο "πεπτωκός" άνθρωπος, την Ανάσταση του Χριστού και την "εν Αυτώ" δική του, τη δική μας, ἀνάσταση.