Του κ. Ιω. Καρδάση, Χημικού - Οικονομολόγου
Ο
Φονταμενταλισμός, στα Ελληνικά αποδίδεται ως «θεμελιοκρατία» (fundamentum = θεμέλιο). Στη σύγχρονη σκέψη με τον
Φυνταμενταλισμό εννοούμε όχι απλώς την προσκόλληση στα «θεμέλια» της πίστης,
της ιδεολογίας κλπ. και την αναγωγή τους σε κριτήριο γνησιότητας και
αυθεντικότητας, ούτε πάλι το στείρο συντηρητισμό και τον νοσηρό ζηλωτισμό, αλλά
κυρίως την επιθετική και επκίνδυνη και ενίοτε ανεξέλεγκτη μορφή του
συντηρητισμού και του ζηλωτισμού, υπό μορφή άκρατου φανατισμού και ανυποχώρητης
μισαλλοδοξίας.
Οι
Φονταμενταλιστές αισθάνονται, ότι κινδυνεύει η ταυτότητά τους (θρησκευτική,
εθνική, πολιτική, ιδεολογική κλπ.) και ότι απειλείται η αυθεντικότητά τους από
τις διαβρωτικές διαδικασίες των νεωτερισμών, της εκκοσμίκευσης και του
εκμοντερνισμού, τα οποία επιβάλλουν οι ραγδαίες κοινωνικές εξελίξεις.
Το
κατ’ αρχήν υγιές αυτό συναίσθημα του κινδύνου οδηγεί τους Φονταμενταλιστές σε
μια συσπείρωση για αντίδραση και υπεράσπιση της «παραδόσεώς» τους, των
«θεμελίων» τους (for
the
Fundamentals).
Αυτή
η αντίδραση όμως, εφ’ όσον κινείται εκτός του κλίματος της υγιούς αντίληψης
περί Παραδόσεως, λαμβάνει τελείως αρνητικό χαρακτήρα, για τους εξής γενικώς
λόγους:
- έχει σαφώς μια στατική αντίληψη της
ιστορίας και του κόσμου,
- ταυτίζει την (σταθερή) ουσία και την
αλήθεια με τους (ρέοντες) τύπους και τις ιστορικές εκφράσεις της,
- απολυτοποιεί θεσμούς και μορφές,
- ταυτίζει το σκοπό με τα μέσα για την
επίτευξή του,
- προσκολλάται στο «γράμμα» και αγνοεί
το «πνεύμα»,
- προσηλώνεται στο μερικό και χάνει το
καθολικό,
- αρνείται τον γόνιμο και φιλάδελφο
διάλογο και απορρίπτει αλαζονικά τους «αντιφρονούντες»,
- περιφρονεί τον πλούτο της ποικιλίας
των απόψεων και επιμένει φανατικά στην μονοδιάστατη και μονολιθική αντίληψή
της,
- δεν κατανοεί και δεν θέλει την
«ενότητα εν τη ποικιλία» και την «ποικιλία εν τη ενότητι»,
Και
εν συντομία, φοβάται την δυναμική πρόοδο και ανανέωση και γι’ αυτό αγωνίζεται
με μια στείρα επιμονή και έναν εγωκεντρικό απομονωτισμό για την διατήρηση των
«θεμελίων» (ωσάν τα θεμέλια να έγιναν για τα θεμέλια!), ενώ η ερειπωμένη
κατοικία αναμένει ματαίως την ανακαίνιση και ολοκλήρωσή της… (Κυπριανού
Αγιοκυπριανίτη, Αρχιμανδρίτη, "Ορθοδοξία και Οικουμενική Κίνησις", Αθήνα 1997,
σελ. 89-90).
Η
κίνηση αυτή του θεμελιωτισμού δημιουργήθηκε στην Αμερική σε αντίδραση προς την
φιλελεύθερη θεολογία του ιθ’ αιώνα. Οι Αμερικανοί Φονταμενταλιστές είναι
τρόπον τινά οι διάδοχοι των Άγγλων Πουριτανών, οι οποίοι έφθασαν στον Νέο Κόσμο
στις αρχές του ιζ’ αιώνα, ίδρυσαν αποικίες στην ανατολική ακτή της Β. Αμερικής
και επιχείρησαν την οικοδόμηση της «πολιτείας του Θεού» με Καλβινιστική βάση.
Στην εποχή της Νέας Αγγλίας ανάγεται ο μύθος για τον «νέο λαό του Θεού» και την
«νέα Ιερουσαλήμ». Εδώ δε, έχουμε έναν παραλληλισμό. Όπως ο Ιουδαϊκός λαός
πέρασε από την αιχμαλωσία της Αιγύπτου και ύστερα, μέσω της Ερυθράς Θάλασσας,
οδηγήθηκε στην γη της επαγγελίας, έτσι και «ο νέος λαός του Θεού», οι Άγγλοι
Πουριτανοί, ύστερα από τους διωγμούς για χάρη της πίστης τους στην Αγγλία,
οδηγήθηκαν μέσω του Ατλαντικού στην νέα γη της επαγγελίας, στην Αμερική! Ο
μύθος αυτός οδήγησε στην πίστη για την υπεροχή του American way of life
(Αμερικάνικου τρόπου ζωής).
Οι
Πουριτανοί του ιζ’ αιώνα ακολούθησαν το Καλβινιστικό δόγμα και αναγνωρίζουν
πολιτικά και εκκλησιαστικά δικαιώματα μόνο σε ορισμένους εκλεκτούς, που
αποδείκνυαν την ευλογία του Θεού και με την υλική τους ευημερία. Όμως σύντομα
έγινε αντιληπτό, πως η υλική ευημερία δεν είναι οπωσδήποτε αποτέλεσμα της
ευλογίας του Θεού και έτσι εισήχθη το δημοκρατικό στοιχείο, το οποίον
ενισχύθηκε και από τις διάφορες αναγεννητικές κινήσεις του ιη’ αιώνα.
Το
βασικό δόγμα της κίνησης αυτών ήταν, ότι ο καθένας μπορεί να γίνει εκλεκτός,
αρκεί να αποκτήσει την εμπειρία της σωτηρίας, που συντελείται με συναισθηματικά
φορτισμένη εμπειρία μεταστροφής. Αυτή η εμπειρία δεν χρειάζεται να επιβεβαιωθεί
από καμία εκκλησιαστική ή θεολογική αυθεντία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο
υπογραμμίσθηκε η σημασία της προσωπικής εμπειρίας και η απόρριψη του
διανοητικού στοιχείου, πράγμα που οδήγησε και στην απόρριψη της θεολογικής και
εκκλησιαστικής μόρφωσης. Πάνω σ’ αυτή τη βάση δημιουργήθηκε κατά τον ιθ’ αιώνα
ο Αμερικανικός Προτεσταντικός Φονταμενταλισμός.
Η
διδασκαλία του επικεντρώνεται στον αγώνα των «παιδιών του Θεού» εναντίον του
κόσμου, που είναι κακός. Ο κόσμος του Θεού θα γίνει πραγματικότητα με την
Δευτέρα Παρουσία που πλησιάζει. Όμως προηγουμένως θα έλθει ο Αντίχριστος και
θα γίνει η μάχη του Αρμαγεδώνα, όπου θα αφανισθούν τα δύο τρίτα της
ανθρωπότητας. Αλλά οι «αναγεννημένοι» δεν χρειάζεται να ανησυχούν. Αν δεν
βρίσκονται μεταξύ των 144.000 που θα «αρπαγούν» στον ουρανό, θα αναστηθούν για
ζωή. Οι άλλοι θα αναστηθούν για αιώνια καταδίκη! Στόχος τους δε, τίθεται η συμμετοχή της Αμερικής στις
«ευλογίες της χιλιετούς βασιλείας του Χριστού στην γη». Το «ευαγγέλιο» που
κηρύττεται προέρχεται «απ’ ευθείας από τον Θεό», έχουν δε το χάρισμα της
γλωσσολαλιάς και όλα τα χαρίσματα, που έλαβαν οι Απόστολοι στην Πεντηκοστή.
Εκτός από τις «εντολές», που παίρνονται από τον Θεό, μπορούν να κάνουν
προφητείες και τρομερά θαύματα, ο δε πλούτος αποτελεί απόδειξη της ευλογίας και
επομένως, κριτήριο της γνησιότητας ενός κήρυκα!!! (Αλεβιζόπουλου Α.
Πρωτοπρεσβύτερου, "Εγχειρίδιο αιρέσεων και παραχριστιανικών ομάδων", Πρέβεζα
1991, σελ. 293-299).
Για
να συμπυκνώσει κανείς εννοιολογικά και να παρουσιάσει το φαινόμενο αυτό θα
πρέπει να αναφέρει, ότι ενώ ο Φονταμενταλισμός είναι στην κυριολεκτική του
έννοια ουδέτερος όρος, αποκτάει όμως το ειδικότερο περιεχόμενό του, είτε από
τους αναφερόμενους σε αυτόν επιθετικούς προσδιορισμούς, είτε από την ιστορική
του φαινομενολογία ή και τις περιστασιακές του φορτίσεις. Το φαινόμενο, δηλαδή,
του Φονταμενταλισμού έχει ουσιαστική σχέση με την εποχή του και με τις
δεδομένες κοινωνίες, μέσα από τις οποίες αναδύεται δραματικά ως έκφραση
προβληματισμού (στο αρχικό στάδιο της «νόσου») και αγωνίας για την φθορά που υφίστανται τα
μεγέθη του πνευματικού χώρου (παράδοση, πίστη, αξίες) και είναι ανάγκη με μια
καθολική αφύπνιση να επιτελεσθεί η κάθαρση και ο επαναπροσανατολισμός στο
αυθεντικό (Χαραμαντίδη Α. Αρχιμανδρίτη, "Φουνταμενταλισμός και τρόποι υπέρβασής
του". Άρθρο στο περιοδικό "Εκκλησία", αρ.
18, 1-15 Δεκ. 1995, σελ. 765).
Μια
από τις βασικές πτυχές της εννοιολογικής προσέγγισης του Φονταμενταλισμού
συνίσταται στην τοποθέτησή του στη σχέση μεταξύ πίστης και έκφρασης της πίστης,
η οποία σχέση συνεπάγεται άλλες σχέσεις και διχοτομίες, όπως π.χ. μεταξύ ουσίας
και τύπου, πνεύματος και γράμματος, σημαινομένου και σημαίνοντος. Έτσι η
προσήλωση στην παράδοση σημαίνει επίκληση της παλαιότητας ή της αρχαιότητας,
απολυτοποίηση του παρελθόντος και του
μερικού (που συνιστά αντίθεση στην καθολικότητα), και υποταγή στον συντηρητισμό (για τον φόβο της
ελευθερίας) ( Όπως ανωτέρω, σελ. 766).
Τι
σχέση όμως μπορεί να έχουν όλα αυτά τα παραπάνω αναφερθέντα αιρετικά δόγματα με την
Ορθοδοξία και τι επιπτώσεις μπορεί να έχει στην χώρα μας το φαινόμενο του
Φονταμενταλισμού; Πράγματι, ο
ξενόφερτος αυτός Φονταμενταλισμός μεταφράζεται στη χώρα μας στον λεγόμενο
ζηλωτισμό ή συντηρητισμό, τον οποίον έχουν και τρέφουν διάφορες θρησκευτικές
κινήσεις και ρεύματα, τα οποία
προσπαθούν να επαναφέρουν
τους πιστούς στις ρίζες της
θρησκευτικής τους ζωής. Κάτι παρόμοιο βλέπουμε να γίνεται στον Μουσουλμανικό
κόσμο, όπου διάφορα Ισλαμικά κινήματα επιδιώκουν την
ανάγνωση του Κορανίου
μέσα από το πλαίσιο της εποχής που γράφτηκε και την απόρριψη παραδόσεων,
που το υπερφόρτωσαν και όπως πιστεύεται το διαστρέβλωσαν. Με άλλα λόγια
επιδιώκεται να ανακαλυφθεί και να παρουσιασθεί το «πολιτικό μοντέλο στην
κοινωνία των χρόνων του Μωάμεθ».
Στον
Ορθόδοξο χώρο υπάρχουν μερικοί, που ερμηνεύουν τα κείμενα της Αγίας Γραφής
απορρίπτοντας όλες ή εν μέρει τις ερμηνευτικές πατερικές παραδόσεις και
υπάρχουν άλλοι, που τα ερμηνεύουν φιλελεύθερα κατά τον δικό τους στοχασμό,
πράγμα που φαίνεται στην ερμηνεία της Αποκάλυψης του Ιωάννη, όπου ορισμένοι την
ερμηνεύουν συμβολικά κατά υπερβολικό τρόπο, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τους τις
πατερικές ερμηνείες.
Είναι
προφανές, ότι - μέσα στα όρια πάντοτε της αυθεντικής εκκλησιαστικής ζωής και
εμπειρίας - με τον Φονταμενταλισμό έχουμε ενώπιόν μας το θλιβερό και άκρως
επικίνδυνο φαινόμενο της πνευματικής ζωής, το οποίο η Ορθόδοξη Παράδοση
αντιμετώπισε ανέκαθεν ως «πλάνη» και «ου κατ’ επίγνωσιν ζήλον» και το οποίο
βεβαίως είναι πάντοτε ένας υπαρκτός κίνδυνος σε προσωπικό επίπεδο, με
προεκτάσεις φυσικά κοινωνικές.
Η
πιστότητα στα «θεμέλιά» μας και η αναφορά μας στην Ιερά Παράδοση, εφ’ όσον
τούτο γίνεται μέσα από την χαρισματική Ορθόδοξη προοπτική, ουδόλως σημαίνει
Φονταμενταλισμό, στείρα Παραδοσιαρχία, νοσηρή παρελθοντολογία και νομικίστικη
νοοτροπία.
Το
ησυχαστικό και ευχαριστιακό ήθος της Ορθοδοξίας βιώνει δυναμικά στο εκάστοτε
ιστορικό «νυν», το εσχατολογικό μέλλον («παρούσα εσχατολογία»), η δε προσωπική
κοινωνία μας με τον Θεάνθρωπο («το Α και το Ω», «η Αρχή και το Τέλος») μας
μεταμορφώνει σε κατά χάριν ακτίστους, μας εντάσσει στην «Κοινωνία των Αγίων» (Communio Sanctorum) και μας δίδει το χάρισμα να
υπερβαίνουμε την ειδωλοποίηση κάθε κτιστού και την στεγανοποίηση παρελθόντος,
παρόντος και μέλλοντος.
Η
χαρισματική εν Χριστώ ζωή της Εκκλησιαστικής Κοινότητας του παρελθόντος,
βιώνεται δυναμικά εν Πνεύματι Αγίω στο παρόν με κέντρο τη Θεία Ευχαριστία και
πορεύεται προς το μέλλον για την ολοκλήρωσή της και τελείωσή της εν τη ζωή της
Αγίας Τριάδος.
Για
το λόγο αυτό η γνήσια Ορθοδοξία δεν αντιμετωπίζει ποτέ ψευτοδιλήμματα, ούτε
παραπαίει μεταξύ συντηρητισμού και
φιλελευθερισμού, απομονωτισμού και διεθνισμού, επαρχιωτισμού και Οικουμενισμού,
εφ’ όσον είναι διαρκώς «νέα», «ανακαινιζόμενη», και «σύγχρονη», ως διαρκής
φανέρωση της «Καινής Κτίσης» (Κυπριανού Αγιοκυπριανίτη, Αρχιμανδρίτη, "Ορθοδοξία
και Οικουμενική Κίνησις", Αθήνα 1997, σελ. 91-92).
Ως
γνωστόν η Ορθόδοξη Εκκλησία δέχεται, ότι η μοναδική πηγή της πίστης είναι η
Αποκάλυψη-φανέρωση του Θεού, που δίδεται στους Αγίους. Οι Άγιοι ως μέλη της
εκκλησίας-σώματος του Χριστού, καταγράφουν την εμπειρία τους, τόσο στην Αγία
Γραφή, όσο και στα δόγματα. Έτσι η Εκκλησία δια των Αγίων Της γράφει την Αγία
Γραφή και την ερμηνεύει. Επομένως πάνω από την Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση
βρίσκεται η Εκκλησία, όπως εκφράζεται δια των Αγίων, των πραγματικών μελών Της
(Ιεροθέου. Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου, "Μουσουλμανικός και
Χριστιανικός Φονταμενταλισμός", Άρθρο στην εφημερίδα "Καθημερινή", Αθήνα
10.12.95).
Στην
Ορθοδοξία γίνεται διάκριση μεταξύ των όρων συντήρηση και παράδοση. Η συντήρηση
διακρίνεται για την θεοποίηση μερικών αποστεωμένων σχημάτων του παρελθόντος,
ενώ η παράδοση για μια δυναμική πορεία της ζωής του παρελθόντος στο παρόν. Η
συντήρηση είναι Φονταμενταλισμός, η παράδοση όχι. Ο Φονταμενταλισμός, είτε
Μουσουλμανικός, είτε Χριστιανικός, αποτελεί έναν μεγάλο κίνδυνο για τις
κοινωνίες, την Εκκλησία, αλλά και για το ίδιο το πνεύμα του ανθρώπου, γιατί
μπορεί να οδηγήσει σε επικίνδυνες ή ανεξέλεγκτες καταστάσεις (Ναυπάκτου
Ιερόθεου, ως ανωτέρω).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου