Μεγάλη
είναι η γιορτή, που με τόση λαμπρότητα γιορτάζει ολόκληρη η Χριστιανοσύνη την
περίοδο αυτή του χρόνου. Είναι ένας από τους τρεις μεγάλους σταθμούς στην
εκκλησιαστική, αλλά και στην κοινωνική μας πορεία, που περιλαμβάνει: Γέννηση
Χριστού, Ανάσταση Χριστού και Κοίμηση της Θεοτόκου. Αλλά και μέσα στην πορεία
της ζωής του ίδιου του Χριστού είναι το ενδιάμεσο στάδιο μεταξύ Σύλληψης και
Ανάστασης. Ποιά όμως είναι η σημασιολογία της λέξης Χριστούγεννα και ποιο είναι
το νόημα της στη ζωή μας σήμερα; Είναι διαχρονικό ή έχει καταντήσει πλέον ένα
κοινότυπο γεγονός, χωρίς πια κανένα νόημα στην πολυτάραχη ζωή μας;
Σ’ αυτή μας την παρουσίαση
διαπραγματευόμαστε το μεγάλο αυτό γεγονός και στεκόμαστε στα κυριότερα
ερωτήματα: Που, πως, πότε και γιατί συνέβη αυτό το γεγονός, ποιά είναι η
ιστορική θέση, ποιά είναι η θεολογική και εκκλησιολογική του θεώρηση, πως το
βλέπει η λαϊκή μας παράδοση και τέλος τι διδάγματα αποκομίζουμε, ποιό το όφελος
στη πνευματική μας πορεία και τι σημαίνει τελικά το μεγάλο αυτό γεγονός για
μας.
Όλοι μας λίγο ή πολύ ξέρουμε που
έγινε και πως έγινε το γεγονός. Κάποιο πρωινό στη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας (στα
βόρεια του σημερινού Ισραήλ) ο Ιωσήφ άφησε το σπίτι του και παρέλαβε την
ετοιμόγεννη μνηστή του Μαρία, την έβαλε πάνω σ’ ένα γαϊδουράκι και ξεκίνησε ένα
οδοιπορικό 5 ημερών στα νότια της χώρας, για να απογραφεί σύμφωνα με το
διάταγμα του ρωμαίου αυτοκράτορα Αυγούστου, όπως χαρακτηριστικά μας λέγει ο
Λουκάς (2, 1-2): «εξήλθε δόγμα παρά Καίσαρος Αυγούστου απογράφεσθαι πάσαν την
οικουμένην, αύτη η απογραφή πρώτη εγένετο ηγεμονεύοντος της Συρίας Κυρηναίου».
Ο τόπος απογραφής ήταν ένα μικρό χωριό κοντά στα Ιεροσόλυμα, η Βηθλεέμ της
Ιουδαίας, τόπος καταγωγής του Ιωσήφ. Πολύς ο κόσμος λόγω της απογραφής, πουθενά
κατάλυμα για να μείνουν και τελικά βολεύονται σε μια σπηλιά-στάβλο, όπου τη
νύκτα της 5ης ημέρας οδοιπορίας η Μαρία γεννάει ένα παιδί, που δεν
είναι παρά «ο Βασιλεύς των βασιλευόντων
και Κύριος των κυριευόντων». Παρόντες στη μοναδική αυτή γέννα: ζώα, βοσκοί,
άγγελοι, το αστέρι, μάγοι αργότερα. Απόντες: πόνοι, αίματα, μαία, στρώματα,
λουσίματα, θαλπωρή, συγγενείς, όλα τα αναγκαία, που σήμερα είναι αδιανόητο να
λείπουν από μια γέννα. Παράξενη πράγματι γέννα, αλλά και αυτός που γεννιέται μοναδικός.
Ποτέ δεν γεννήθηκε άλλος μ’ αυτόν τον τρόπο, ούτε πρόκειται να γεννηθεί στο
μέλλον.
Οι περισσότεροι ιστορικοί συμφωνούν,
ότι η μοναδική αυτή γέννα έγινε γύρω στις 5
Σεπτεμβρίου, 754 χρόνια από τότε που κτίστηκε η πρωτεύουσα της τότε
Οικουμένης, η Ρώμη και την αρίθμησαν αργότερα ως έτος 1. Πράγματι στην τότε
ρωμαϊκή αυτοκρατορία, υπήρχαν 2 μετρήσεις χρόνου: η 1η Ιανουαρίου
(προς τιμήν του διπρόσωπου θεού Ιανού), η αρχή του πολιτικού έτους και η 1η
Σεπτεμβρίου η αρχή του οικονομικού έτους. Κάθε δε 15 χρόνια γινόταν απογραφή σ’
όλη την αυτοκρατορία, για να υπολογιστεί η φορολογία για τα επόμενα 15 χρόνια.
Τότε λοιπόν, την 1η Σεπτεμβρίου τοιχοκολλήθηκε το διάταγμα απογραφής
(Edictum).
Από την ρωμαϊκή αυτή λέξη διάταγμα
προήλθε η σημερινή Ίνδικτος = αρχή της Ινδίκτου = αρχή του εκκλησιαστικού έτους
σήμερα, την 1η Σεπτεμβρίου.
Νομοταγείς
πολίτες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ο Ιωσήφ με τη Μαρία ξεκινούν αμέσως από
την Ναζαρέτ και στις 5 Σεπτεμβρίου το βράδυ (η ημέρα αρχίζει από τη Δύση του
ήλιου, όπως και σήμερα η εκκλησιαστική ημέρα αρχίζει με το σήμαντρο του
εσπερινού) καταφθάνουν στη Βηθλεέμ. Βρίσκουν ένα στάβλο και η γέννηση γίνεται
τις πρώτες νυκτερινές ώρες.
Το πελώριο όμως ερώτημα είναι το γιατί έγινε, αν αυτό το γεγονός είχε
προαναγγελθεί ή αν ήτανε άγνωστο στους ανθρώπους και γιατί έγινε τότε που έγινε
και δεν έγινε νωρίτερα ή αργότερα.
Από την αυγή της δημιουργίας του
ανθρώπου, αυτός αισθάνθηκε την ανάγκη να προσφύγει σε μια ανώτερη δύναμη για να
την εξυμνεί, γιατί θεωρούσε τον εαυτό του αδύναμο μπροστά στα στοιχεία της
φύσης (κεραυνούς, εκλείψεις κλπ.). Έτσι, αρχικά θεώρησε για θεούς αυτά τα
στοιχεία και τα θεοποίησε: θεοποίησε ουράνια σώματα (Ήλιος-Άτον ή Μίθρας,
Σελήνη, αστέρια), φυσικά φαινόμενα και καταστάσεις (Δίας-κεραυνός, Ποσειδώνας-θάλασσα,
Άρης-πόλεμος, Άρτεμις-κυνήγι), συναισθήματα (Αφροδίτη-έρωτας), θεοποίησε ιδέες
(Απόλυτο Αγαθό του Πλάτωνα, η Φύση του Βούδα) και προχώρησε στον ένα προσωπικό
Θεό (Θεό του Ισραήλ, θεό των Μουσουλμάνων). Η κατάληξη έπρεπε να ήτανε η
τριαδικότητα, δηλ. η ύπαρξη τριών προσώπων σε μια και την αυτή ουσία. Η
κατανόηση αυτής της συλλογιστικής, που γίνεται μόνο με την Πίστη και η
τριαδικότητα που υπήρχε από της δημιουργίας του κόσμου, έπρεπε να περάσει από
όλα αυτά τα στάδια για να γίνει κτήμα, ακόμη δε 2000 χρόνια απ’ τη γέννηση
εξακολουθεί να ταλανίζει ορισμένους, που έχουν σαν εφόδιο, όχι τους Πατέρες
στους ο οποίους ο Θεός απεκάλυψε Εαυτόν, αλλά τη γνώση και τον ορθολογισμό.
Βέβαια ματαιοπονούν, γιατί σύμφωνα με τη ρήση του Γρηγορίου του Θεολόγου: «τον Θεόν
φράσαι αδύνατον, νοήσαι δε αδυνατώτερον».
Η τριαδικότητα όμως αυτή υπήρχε
ακόμη και πριν από την δημιουργία του κόσμου. Και αυτό γιατί: «Ο Θεός αγάπη
εστίν» (Α΄ Ιωαν. 4, 8) και για να υπάρχει αγάπη πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον
2 πρόσωπα. Για το 3ο πρόσωπο έχουμε την αναφορά: «και πνεύμα Θεού
επεφέρετο επάνω του ύδατος» (Γεν. 1, 2). Γιατί λοιπόν έπρεπε να εμφανιστεί το 2ο
πρόσωπο, που μέχρι τότε μόνον ακουστό ήταν; Αυτό μίλησε στον Αβραάμ, στον
Μωϋσή, στους προφήτες και σε όσους το προαναγγείλανε. Τους προειδοποίησε για
την φοβερή κατάντια που είχε φθάσει ο άνθρωπος μετά την πτώση και την εκδίωξή
του από τον Παράδεισο. Τους προειδοποίησε να έλθουν στους κόλπους του Πατέρα
και όταν πια κάθε ελπίδα επανόδου είχε χαθεί και η τελειωτική καταστροφή του ανθρώπινου
γένους ήταν ορατή, τότε ευδόκησε ο Θεός-Πατέρας, από υπερβολική αγάπη προς το
δημιούργημά Του, να αποστείλει τον «Υιόν του τον αγαπητόν», ώστε να ανασύρει
τον άνθρωπο από τα έγκατα του Άδη και να τον καταστήσει θεόν κατά χάριν.
Το μεγάλο αυτό σχέδιο της θ.
οικονομίας προαναγγέλθηκε αρχικά από τον ίδιο το Θεό στο φίδι (διάβολο): «και
έχθραν θήσω ανά μέσον σου και ανά μέσον του σπέρματός σου και ανά μέσον του
σπέρματος αυτής, αυτός σου τηρήσει κεφαλήν, και συ τηρήσεις αυτού πτέρναν»
(Γεν. 3, 15), κατόπιν δε προφητεύθηκε στην αρχαιότητα από πολλούς: αρχαίος
Ισραήλ (προφήτες), αρχαία Ελλάδα (φιλόσοφοι), Ρώμη (φιλόσοφοι και ποιητές),
αρχαίοι Γερμανοί, Σκανδιναβοί και Κινέζοι, Κομφούκιος, Ιρανοί, Ινδοί,
Βουδιστές, Ινδουϊστές, Αιγύπτιοι, Άραβες, αρχαίοι λαοί Αμερικής κ.ά.
Η
προφητεία Ησαϊα είναι πολύ χαρακτηριστική: «ιδού η παρθένος εν γαστρί έξει
και τέξεται υιόν, και καλέσεις το όνομα αυτού Εμμανουήλ» (Ησ. ζ΄ 14). Η
παράλειψη της φράσης «μεμνηστευμένη ανδρί» παραπλάνησε το διάβολο, ο οποίος
γνώριζε επίσης την παραπάνω ρήση του
Θεού, καθώς και την ρήση του Ησαΐα και έψαχνε να βρει παρθένο, αλλά όχι μνηστευμένη, για να ενεργοποιήσει
τις διαβολές του. Ο Πλάτωνας γράφει
χαρακτηριστικά: «Θεόν δε και νυν απ’ αρχής των λεγομένων Σωτήρα, εξ ατόπου και αήθους διηγήσεως προς το των εικότων δόγμα
διασώζειν ημάς, επικαλούμενοι, πάλιν αρχόμεθα λέγειν...» (Πολιτεία Β΄, V, §4-5), δηλ. «... διασώζουμε μια
διδασκαλία από κάποια παράδοξη και ασυνήθιστη προς τα γενικώς παραδεκτά
διήγηση, κατά την οποίαν από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα αναμένουμε Σωτήρα Θεόν...». Ο ρωμαίος ποιητής Βιργίλιος στο Δ΄ βιβλίο των «Εκλογών»
αναφωνεί: «Θα γεννηθεί Υιός, ο
οποίος θα φέρει τη λήξη της σιδερένιας γενιάς και θα ανατείλει σ’ όλο τον κόσμο
νέα γενιά».
Τι υπήρχε λοιπόν μέχρι τη γέννηση;
Σκότος και έρεβος σ’ όλη την ανθρωπότητα. Ο Αδάμ και η Εύα παράκουσαν την
εντολή του Θεού και εκδιώχθηκαν. Συνέβη δε ακριβώς τότε η ολέθρια αποδέσμευση
του ανθρώπου από τον φιλάνθρωπο Θεό και η υποταγή του στον διάβολο, την αμαρτία
και το θάνατο. Ο διάβολος εξαπατούσε, η
αμαρτία έσφαζε, ο θάνατος έθαβε (Ιω. Χρυσόστομος). Τι μπορούσε να βοηθήσει
τον άνθρωπο; Μόνον ένας όμοιός του, που θα ήταν όμως ταυτόχρονα και Θεός. Ποιος
ήτανε αυτός; Ο Λόγος, το 2ο πρόσωπο της Αγ. Τριάδας. Ο Ιωάννης ο
Θεολόγος είναι σαφής: «Εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν, και
Θεός ην ο Λόγος» (Ιω. 1, 1-2), δηλ. «Αρχικά υπήρχε ο Λόγος (ο Χριστός, το 2ο
πρόσωπο) και ο Λόγος ήτανε με το Θεό και ήτανε Θεός ο Λόγος» και παρακάτω
οριοθετεί το μέγα μυστήριο, τη θεία ενανθρώπιση, τη σάρκωση του Λόγου: «και ο
Λόγος σάρξ εγένετο» (Ιω. 1, 14), δηλ. «και ο Λόγος πήρε ανθρώπινη σάρκα» (σώμα
και ψυχή ανθρώπου).
Τι μπορεί να παρατηρήσει κανείς σ’
αυτή την θεία ενανθρώπιση:
-
Γεννιέται αυτός που υπάρχει αιώνια και γίνεται αυτό που ποτέ δεν υπήρξε.
-
Είναι Θεός και γίνεται άνθρωπος, γίνεται άνθρωπος και πάλι Θεός μένει.
-
Εκείνος που προαιώνια γεννήθηκε από τον Πατέρα ανεξήγητα, γεννιέται σήμερα από
παρθένο υπερφυσικά. Το πώς ουδείς γνωρίζει, μόνο η Χάρις του Αγ. Πνεύματος
γνωρίζει.
-
Ο Θεός (Υιός) γεννήθηκε από Θεό (Πατέρα) («Θεόν αληθινόν εκ Θεού αληθινού»), ο θεάνθρωπος
γεννήθηκε άνθρωπος (υιός) από άνθρωπο (παρθένο).
-
Στον Ουρανό είναι ο μόνος που γεννήθηκε από Πατέρα μόνο (Υιός Του μονογενής, «τον
Υιόν του Θεού τον μονογενή») με τρόπο θεϊκό, που δεν μπορεί να εξηγηθεί. Είναι
ασέβεια να σκεφτούμε μητέρα. Στη γη είναι ο μόνος που γεννήθηκε από παρθένο
μόνο (υιός της μονογενής, «υιός της παρθένου γίνεται») με τρόπο υπερφυσικό που
δεν μπορεί να ερευνηθεί. Είναι βλασφημία να υποθέσουμε πατέρα. Η αδυναμία της
φύσης μας, φυσικό είναι να μας κάνει να πιστεύουμε στα ορατά και να απιστούμε
στα αόρατα.
-
Χωράει στη μήτρα ο αχώρητος, βλέπουμε παιδί τον παλαιό των ημερών, αναπαύεται
σε φάτνη, Αυτός που έχει θρόνο στον Ουρανό, αγγίζουν χέρια ανθρώπου τον
απρόσιτο και ασώματο, σφιχτοδένεται με σπάργανα Αυτός που σπάει τα δεσμά της
αμαρτίας, φόρεσε το σώμα μας («μορφή δούλου λαβών» Φιλιπ. 2, 7), πρόσφερε το
Πνεύμα Του, δεν περιφρονεί την ύλη και παίρνει τη σάρκα μας για να μας αγιάσει,
γίνεται άνθρωπος για να γίνουμε θεοί («υιοί Θεού κληθήσονται» Ματθ. 4, 8)
-
Ο Αδάμ χωρίς γυναίκα γέννησε γυναίκα, η παρθένος χωρίς άνδρα γέννησε άνδρα. Η
φύση ισοφαρίστηκε.
-
Ο Θεός γίνεται άνθρωπος, αλλά γεννιέται σαν Θεός. Χωρίς ηδονή (σύλληψη) και
οδύνη (γέννα), στοιχεία της ανθρώπινης φύσης μετά την πτώση.
-
Η γέννηση γίνεται κατά τον παράδοξο αυτό τρόπο, ώστε να γίνει αιτία ακλόνητης
πίστης. Αν γεννιόταν σαν κοινός άνθρωπος, δεν θα πιστευόταν σαν Θεός. Ο
παράδοξος αυτός τρόπος πιστοποιείται από το ρητό: «ΟΠΟΥ ΓΑΡ ΒΟΥΛΕΤΑΙ ΘΕΟΣ,
ΝΙΚΑΤΑΙ ΦΥΣΕΩΣ ΤΑΞΙΣ».
Ποιος μας τα λέγει, όλα αυτά τα
θαυμαστά; Μα οι Άγιοί μας, στους οποίους αποκαλύφθηκε ο ίδιος ο Θεός και τα
έκανε γνωστά. Γιατί σ’ αυτούς; Μα γιατί καθάρισαν την καρδιά τους (το κέντρο
αυτό της ψυχής) και όπως είπε ο ίδιος ο Χριστός: «όσοι καθαρίσουν την καρδιά
τους, θα δουν το Θεό», «μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν
όψονται» (Ματθ. 5, 8).
Πότε όμως καθιερώθηκε να γιορτάζεται
το μοναδικό αυτό γεγονός; Δεν υπήρχε αρχικά
εορτή γέννησης. Τον 1ο αιώνα υπήρχε μία μοναδική χαρμόσυνη
ημέρα, η Κυριακή. Στα μέσα του 2ου θεσπίστηκε το Πάσχα, που
παρέμεινε η μόνη εορτή μέχρι το 325. Λίγο αργότερα άρχισε να εορτάζεται η
γέννηση 5 ημέρες μετά την έναρξη του πολιτικού έτους και όχι του οικονομικού.
Αρχικά ήτανε διήμερη: 5 Ιαν. η
πνευματική εορτή και 6 Ιαν. η κοσμική (η Θεοφάνεια, δηλ. η του Θεού
εμφάνιση, η Χριστού γέννα και τελικά τα Χριστούγεννα), η δεύτερη δε αυτή ημέρα
συνδέθηκε με την ημέρα της βάπτισης του Χριστού.
Οι ειδωλολάτρες Ρωμαίοι γιόρταζαν
στο χειμερινό ηλιοστάσιο (24 Δεκ.) τη γέννηση του «θεού ήλιου» (Sator). Στις οικογένειες, που άλλα μέλη
ήτανε ειδωλολάτρες και άλλα Χριστιανοί παρουσιάζονταν προβλήματα με την
διαφορετική ημερομηνία γέννησης του Θεού. Ο επίσκοπος Ρώμης Ιούλιος Α΄ το 336,
για να μην χωρίζονται οι μεικτές το θρήσκευμα οικογένειες, μετέφερε την
πνευματική εορτή της Χριστού γέννας από 5 Ιαν. στις 25 Δεκ. και η κοσμική εορτή
της Χριστού γέννας 6 Ιαν. παρέμεινε ως εορτή της βάπτισης του Χριστού (που σαν πραγματικό
γεγονός οι ιστορικοί την τοποθετούν γύρω στις 1 Απρ.). Ο Αρχιεπίσκοπος ΚΠολης Γρηγόριος ο Θεολόγος την καθιέρωσε
το 380, οι υπόλοιπες δε Εκκλησίες της Ανατολής το 431.
Γιατί όμως τοποθετήθηκε από την
Εκκλησία την ημερομηνία αυτή η γέννηση; Διότι συνδέθηκε με το χειμερινό
ηλιοστάσιο, όπου αρχίζει να αυξάνεται το φως, οι δε εορτές της σύλληψης και της
γέννησης του Χριστού συνδέονται με την αύξηση του φωτός, σύμφωνα με τη ρήση του
ίδιου του Χριστού: «εγώ ειμί το φως του κόσμου» (Ιω. 8, 12), «Φως εκ φωτός...»,
«εκείνον δει αυξάνειν, εμέ δε ελαττούσθαι» (Ιω. 3, 30). Βάσει αυτών η Εκκλησία
θέσπισε τη σύλληψη και τη γέννηση τόσο του Χριστού (ανατέλλοντος αστέρος), όσο
και του Προδρόμου (δύοντος αστέρος): 25 Μαρ. (εαρινή ισημερία, ισοστάθμιση
φωτός και σκότους, σύλληψη του Χριστού), 25 Δεκ. (χειμερινό ηλιοστάσιο, έναρξη
αύξησης του φωτός, γέννηση του Χριστού), 23 Σεπ. (φθινοπωρινή ισημερία,
ισοστάθμιση φωτός και σκότους, σύλληψη του Προδρόμου), 24 Ιουν. (θερινό
ηλιοστάσιο, έναρξη αύξησης του σκότους, γέννηση Προδρόμου).
Αλλά και η πραγματοποίηση της γέννας
αυτής, τη νύκτα, έχει την δική της συμβολική. Σκοτάδι με παρουσία του λαμπρού
αστέρα, πρότυπου του αστέρα που γεννιέται. Στο πνευματικό σκοτάδι η
ανθρωπότητα, αρχίζει να φωτίζεται απ’ το αστέρι που βρίσκεται μέσα στη σπηλιά.
Όλη η Πλάση συνεργάζεται και προσφέρει γι’ αυτή τη γέννα. Ο Ουρανός τους
αγγέλους, που υμνολογούν και δοξάζουν, το Σύμπαν το αστέρι, που δείχνει το
δρόμο, η γη την σπηλιά, τα άλογα ζώα την παρουσία τους, η επιστήμη τους τότε
αστρονόμους (μάγους), η ανθρωπότητα την Παρθένο. Και όλα αυτά για να φανερωθεί
το μυστήριο, που από αιώνες υπάρχει.
Ψάλλουν τα ουράνια: «δόξα εν
υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία» (Λουκ. 2, 14). Ψάλλει η
Εκκλησία μας με τους θαυμάσιους στίχους την υπέροχη υμνολογία από τον Ρωμανό
μελωδό και τον Ιω. Δαμασκηνό: «Σήμερον της σωτηρίας ημών το κεφάλαιον, και του
απ’ αιώνος Μυστηρίου η φανέρωσις, ο Υιός του Θεού, Υιός της Παρθένου γίνεται
...» (ύμνος της σύλληψης), «Η Γέννησίς σου Χριστέ ο Θεός ημών, ανέτειλε τω
κόσμω, το φως το της γνώσεως, εν αυτή γαρ οι τοις άστροις λατρεύοντες, υπό
αστέρος εδιδάσκοντο, σε προσκυνείν τον Ήλιον της δικαιοσύνης, και σε γινώσκειν
εξ ύψους Ανατολήν. Κύριε δόξα σοι» και «Η Παρθένος σήμερον, τον Υπερούσιον
τίκτει, και η γη το Σπήλαιον, τω απροσίτω προσάγει. Άγγελοι, μετά Ποιμένων
δοξολογούσι. Μάγοι δε, μετά αστέρος οδοιπορούσι, δι’ ημάς γαρ εγεννήθη, Παιδίον
νέον, ο προ αιώνων Θεός» (ύμνοι της γέννησης).
Η θεολογία της Εκκλησίας μας δεν καθρεπτίζεται
μόνο στην υμνολογία της, αλλά και στην αγιογραφία της: Η Παρθένος στο κέντρο,
το παιδί μέσα στο μαύρο σπήλαιο (τη μαυρίλα της γης), το σπήλαιο σημείο της
κατάντιας του ανθρώπου (της καταβαράθρωσης του), παρέα Του τα ζώα, στο κέντρο
άνω το αστέρι, δεξιά και αριστερά άνω οι άγγελοι, κάποιας άγγελος το αναγγέλλει
στους βοσκούς, κέντρο και αριστερά σπεύδουν οι μάγοι, κέντρο και δεξιά ο μικρός
Ιησούς καλεί τα πρόβατα, κάτω αριστερά ο Ιωσήφ σκεπτόμενος (ακατανόητο το
υπερφυσικό αυτό γεγονός)
Πως προετοιμαζόμαστε για τη μεγάλη γιορτή
και πως την γιορτάζουμε; Ξεκινάμε, όπως σε κάθε μεγάλη γιορτή με νηστεία και
προσευχή. Χαλαρή στην αρχή νηστεία 4 εβδομάδες (λόγω χειμώνα) και πιο αυστηρή
αργότερα για μια ακόμη εβδομάδα, ευχόμαστε σ’ όλους με τα κάλαντα, που είναι
ποιήματα της λαϊκής μας παράδοσης τραγουδισμένα κυρίως από παιδιά.
Προετοιμάζουμε το παραδοσιακό φαγητό στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι, που θα
είναι χοιρινό με σέλινο (γιατί υπάρχει
επάρκεια χοιρινών την περίοδο αυτή λόγω ελαχιστοποίησης των τροφών τους). Το
θαυμάσιο αυτό φαγητό θα το απολαύσουμε, αφού παρακολουθήσουμε τη θ. λειτουργία,
που αυτή την ημέρα γίνεται πολύ πρωί. Οι νοικοκυρές θα φτιάξουν τα χριστόψωμα και τα γλυκά, κυρίως
κουραμπιέδες και μελομακάρονα. Από του Αγ. Νικολάου θα στολίσουμε τα
Χριστουγεννιάτικα δένδρα και θα κρεμάσουμε τους φωτισμένους αγιοβασίληδες.
Το σπουδαιότερο όμως απ’ όλα είναι,
το τι διδάγματα θα πάρουμε από αυτή την ίδια τη γέννηση. Τι μας προσφέρει και
τι μας διδάσκει; Εκείνα που μας τονίζει ιδιαίτερα είναι τρία κυρίως πράγματα: το αφιλάργυρο, το αφιλήδονο
και το αφιλόδοξο:
1.- Το αφιλάργυρο. Το να ήμαστε
εχθροί προς το χρήμα. Γράφει χαρακτηριστικά ο Παύλος: «ρίζα γαρ πάντων των
κακών εστίν η φιλαργυρία» (Τιμ. Α΄ 6, 10). Είναι η ρίζα όλων των κακών η
φιλαργυρία. Το αφιλάργυρο ακριβώς μας το δείχνει αυτή η γέννηση μέσα στη γενική
φτώχεια, μεσάνυκτα σε φάτνη με θέρμανση τα χνώτα των αλόγων ζώων. Φτωχή ήταν
και η Ναζαρέτ (λιτό φαγητό, ύπνος σε
ψάθα στο δάπεδο από χώμα), αλλά φτωχότερη έγινε η Βηθλεέμ (χωρίς φαγητό, ύπνο
όχι σε ψάθα, αλλά σε άχυρα). Καμιά υποδοχή από κανένα. Ο Χριστός δεν νοιώθει
ντροπή για τη φτώχεια, κάνει μάλιστα επίδειξη της φτώχειας. Θα το ειπεί ο ίδιος
αργότερα «ζητείτε δε πρώτον την βασιλείαν του θεού και την δικαιοσύνην αυτού,
και ταύτα πάντα προστεθίσεται υμίν, μη ουν μεριμνήσητε εις την αύριον, η γαρ
αύριον μεριμνήσει τα εαυτής, αρκετόν τη ημέρα η κακία αυτής» (Ματθ. 6, 33-34).
2.- Το ανήδονο. Το να καταργήσουμε την ηδονή. Πως θα το κατορθώσουμε;
Μα με τον πόνο. Η κατάργηση της ηδονής με την οδύνη. Ο πόνος δεν μπορεί να
φέρει την ευχαρίστηση. Ο Ίδιος δέχτηκε και φυλακίστηκε στη μήτρα, έλαβε ένα
σώμα εμπαθές, ανοικτό στον πόνο, όπως όλα τα βρέφη. Το δηλώνει χαρακτηριστικά ο
ψαλμωδός: «εγώ δε ειμί σκώληξ και ουκ άνθρωπος» (Ψαλμ. 21, 6). Προσβάλλεται απ’
το ψύχος, την υγρασία, την κακοσμία και κάθε είδους βασάνου. Γιατί όλα αυτά;
Για να μας δείξει, ότι μόνο με τον πόνο θα σωθούμε, ενώ η ηδονή θα μας φέρει
στην απώλεια «και υπό μεριμνών και πλούτου και ηδονών του βίου πορευόμενοι
συμπνίγονται και ου τελεσφορούσι» (Λουκ. 8, 14). Ποιόν πρέπει να ακολουθείς,
εκείνον που θέλει τη σωτηρία σου με την οδύνη ή εκείνον που ζητεί την απώλειά
σου με την ηδονή; Την απάντηση την δίνει ο Ιωάννης: «μείζων εστίν ο εν υμίν ή ο
εν τω κόσμω» (Ιω. Α΄ 4, 4). Μεγαλύτερος είναι αυτός που είναι μέσα μας (ο
Χριστός) παρά αυτός που είναι στον κόσμο (ο Αντίχριστος).
3.- Το αφιλόδοξο. Το να εχθρευόμαστε τη δόξα. Αυτός «σχήματι ευρεθείς
ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν» (Φιλιπ. 2, 8), ο δε «μείζων» ο κυρίαρχος του
κόσμου τούτου («Αυγούστου μοναρχούντος») καλεί τον «μείζονα» του σύμπαντος
κόσμου («τον Κύριο των κυριευόντων») να παρουσιαστεί και να απογραφεί και
Εκείνος, χωρίς αντίρρηση, δέχεται. Επίτηδες γίνεται η γέννηση την εποχή ακριβώς
της απογραφής, για να βάλει τον Εαυτό του κάτω από την κοσμική υποταγή. Η άκρα ταπεινοφροσύνη σ’ όλη της τη
μεγαλοπρέπεια. Άλλωστε ο Ίδιος θα το ειπεί αργότερα ξεκάθαρα: «μακάριοι οι
πτωχοί τω πνεύματι, ότι αυτών εστίν η βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. 4, 3).
Μετά από όλα αυτά καλούμαστε τώρα
εμείς να ακολουθήσουμε το παράδειγμα Εκείνου, που δέχτηκε να υποστεί, όσα
υπέστη, ως ο χειρότερος των ανθρώπων, που φόρεσε τη σάρκα μας και έφτασε στον
έσχατο εξευτελισμό για να μας ξεβρωμίσει και να μας καθαρίσει και να μας
ανασηκώσει από το βούρκο της ανομίας και να μας μεταφέρει δίπλα στο θρόνο του
Πατέρα, ώστε να γίνουμε παιδιά του Θεού, να δούμε τον Θεό, να γίνουμε θεοί κατά
χάριν. Αυτός με το παράδειγμα του μας καλεί. Στο χέρι μας είναι να αποδεχθούμε
την τιμητική αυτή πρόσκληση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου