ΟΣΙΟΜΑΡΤΥΣ ΕΛΕΝΗ ΤΟΥ ΚΑΥΚΑΣΟΥ (+ 1975)
Καθηγητοῦ Ἀντ. Μάρκου
Καθηγητοῦ Ἀντ. Μάρκου
Προλεγόμενα τῆς ἐπηυξημένης καί βελτιωμένης β’ ἀναρτήσεως
Τόν τελευταῖο καιρό παρατηρεῖται μία ἀνόσια καί ἀνίερη καπήλευση τοῦ ὀνόματος τῆς Ὁσιομάρτυρος Ἑλένης τοῦ Καυκάσου, μιᾶς μεγάλης πνευματικῆς μορφῆς τῆς μαρτυρικῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν στήν Σοβιετική Γεωργία, ἡ ὁποία ἔζησε ἀσκητικά καί ἐρημητικά σέ ἀσκητήριο τῆς χαράδρας τοῦ Τσίν Καυκάσου καί ἔγινε γνωστή σ’ ὅλη τήν τότε Σοβιετική Ἕνωση γιά τό χάρισμα τῆς θεραπείας ψυχικῶν νόσων, μέ τό ὁποῖο εἶχε ἐλεηθεῖ ἀπό τόν Θεό.
Συγκεκριμένα, σέ βιβλίο τοῦ ἀρχιμ. Σάββα Βατοπεδινοῦ (ἄλλως Ἱερέως Δημητρίου, κατά κόσμον Χριστοφόρου Τελιανίδη, ὁ ὁποῖος ἐκτός τῶν ἄλλων ὑποστηρίζει, ὅτι «κληρονόμησε ἀπό τήν Ὁσιομάρτυρα καί τό χάρισμα τῆς θεραπείας μέ τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ»!!!), τό ὁποῖο ἐκδόθηκε στά Γεωργιανά, «μέ τήν εὐλογία τοῦ Μακαριωτάτου Πατριάρχη πάσης Γεωργίας κ.κ. Ἠλία Β’» καί στά Ἑλληνικά ἀπό τήν Μονή Βατοπεδίου Ἁγίου Ὄρους, ἐνῶ ἀναφέρονται πολλές γνωστές καί ἄγνωστες πληροφορίες γιά τήν ζωή τῆς μακαρίας Ἑλένης, ὄχι μόνον ἀποκρύπτεται πλήρως τό γεγονός, ὅτι ἡ Ὁσία δέν ἀνῆκε στήν «ἐπίσημη» (δηλαδή τήν Σοβιετοποιημένη) «Ἐκκλησία» τῆς Γεωργίας, ἀλλά στήν μαρτυρική Ἐκκλησία τῶν Κατακομβῶν, ἀλλά καί ψευδῶς ὑποστηρίζεται καί διαδίδεται, ὅτι ἦταν σέ μυστηριακή κοινωνία μέ τό οἰκουμενιστικό Γεωργιανό Πατριαρχεῖο.
Ὅμως γιά τήν Ὁσιομάρτυρα Ἑλένη (ἄλλως Μάτουσκα Ἑλένα), μέ τήν χάρι τοῦ Θεοῦ καί διά πρεσβειῶν της, πρῶτος ἔγραψε ὁ γράφων, μέ τήν εὐλογία τοῦ Σεβ. Μητροπ. Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς κ. Κηρύκου (τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος), μετά ἀπό ἔρευνα μεταξύ τῶν δεκάδων Ἑλληνο - Ποντίων προσφύγων πού τήν γνώρισαν καί ἀπό 30ετίας στελεχώνουν τήν Ἐνορία ἁγ. Δημητρίου Ἀχαρνῶν (ὅπου ὁ Μητροπολιτικός Ναός τοῦ Σεβ. Κηρύκου).
Κατά τήν ἔρευνα αὐτή συγκεντρώθηκαν στοιχεῖα ἀπό ἔγκυρες μαρτυρίες αὐτοπτῶν μαρτύρων, προσώπων πού γνώρισαν τήν μακαρία Γερόντισσα ἤ εὐεργετήθηκαν ἀπό τίς προσευχές της.
Τό πρῶτο ἁγιολογικό κείμενο περί τῆς Ὁσομάρτυρος Ἑλένης τοῦ Καυκάσου, τῆς Θαυματουργοῦ καί Μυροβλύτιδος, ἀρχικά εἶδε τό φῶς τῆς δημοσιότητος σέ συνέχειες, στό Περιοδικό «Ὀρθόδοξος Πνοή» (Φ. 100, Ὀκτ. - Νοεμ. 1999, σελ. 150 – 152. Φ.101, Δεκ. 1999 - Ἰαν. 2000, σελ. 13 – 15. Φ. 102, Φεβρ. – Μαρτίου 2000, σελ. 26 – 27. Φ. 103, Ἀπρ. – Μαϊου 2000, σελ. 40 – 41. Φ. 104, Ἰουνίου - Ἰουλίου 2000, σελ. 58. Καί Φ. 107, Δεκ. 2000, σελ. 135).
Τό 2001 τό κείμενο αὐτό κυκλοφόρησε αὐτοτελῶς σέ ἰδιαίτερο τεῦχος, στή σειρά τῶν ἐκδόσεων τῆς «Ὀρθοδόξου Πνοῆς» καί τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ἱδρύματος ἁγ. Αἰκατερίνης Στρογγύλης Κορωπίου Ἀττικῆς.
Ἀκόμη (ἐξ ὅσων γνωρίζουμε) ἡ πρώτη της εἰκόνα εἶναι αὐτή πού δημοσιεύεται ἐκεῖ καί ἡ ὁποία φιλοτεχνήθηκε ἀπό τόν Ποντιακῆς καταγωγῆς ἁγιογράφο Μοναχό π. Λουκᾶ Πανίδη, στέλεχος τῆς Ἐνορίας ἁγ. Δημητρίου Ἀχαρνῶν.
Ἐξαντληθέντος τοῦ τότε ἐκδοθέντος τεύχους, ἐπανεκδόθηκε τό 2010 (ἐμπλουτισμένο μέ νέα στοιχεῖα), στή σειρά τῶν ἐκδόσεων τῆς Ὀρθοδόξου Κατηχητικῆς Σχολῆς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς (τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος), μέ σκοπό τόσο τήν ἀποκατάσταση τῆς ἀληθείας, ὅσο καί τήν ἐκ νέου παρουσίαση τοῦ θαυμαστοῦ Βίου τῆς χαρισματικῆς Ὁσιομάρτυρος, γιά τήν κοινή ὡφέλεια τῶν ἁγιοφίλων πιστῶν.
Εἰσαγωγή
Ἡ Ὁσιομ. Ἑλένη τοῦ Καυκάσου εἶναι μία σχετικῶς σύγχρονη ὁσιακή μορφή τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν. Ἔζησε βίο ἀσκητικό καί ἐρημιτικό σέ ἕνα ἐρημητήριο «χαμένο» σέ μία χαράδρα τοῦ Καυκάσου, στήν Ἀμπαχαζία, καί στήν περιοχή τοῦ Γεωργιανοῦ χωριοῦ Τσίν, ἀπό τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1921, μέχρι τήν μαρτυρική της τελείωση, τό 1975.
Στούς Ἑλληνοποντίους, Ρώσους καί Γεωργιανούς Ὀρθοδόξους τῆς εὑρύτερης περιοχῆς τῶν Ρωσικῶν καί Γεωργιανῶν παραλίων τοῦ Εὐξείνου Πόντου, εἶναι γνωστή σάν Μάτουσκα Ἑλένα. (Ἡ ρωσική λέξη «Μάτουσκα» εἶναι ἀντίστοιχη μέ τίς ἑλληνικές λέξεις «Μητερούλα» καί «Γεροντισσούλα». Ἀπό τούς Ρώσους Ὀρθοδόξους χρησιμοποιεῖται γιά νά δηλώσει ἐνάρετη γερόντισσα Μοναχή ἤ ἀσκήτρια, τήν ὁποία ὁ λαός τιμᾶ γιά τήν ἁγιότητά της καί στήν ὁποία καταφεύγει γιά πνευματική καθοδήγηση. Ὁ ἀντίστοιχος ὅρος γιά Γέροντα Μοναχό εἶναι «Μπάτουσκα – Πατερούλης»).
Ἡ Γερόντισσα Ἑλένη ἐλεήθηκε ἀπό τόν Θεό καί ὑπηρέτησε τόν διωκόμενο λαό Του μέ τά Ἁγιοπνευματικά χαρίσματα τῆς προοράσεως, τῆς διδασκαλίας καί τῶν ἰαμάτων (κυρίως ψυχικῶν νόσων). Οἱ μαρτυρίες τῶν Ἑλληνοποντίων προσφύγων πού ἔχουν ἐγκατασταθεῖ στήν Ἑλλάδα, γιά τήν ὁσιακή βιοτή καί τά θαύματά της εἶναι συγκλονιστικές.
Ἡ Γερόντισσα Ἑλένη στή μοναχική ζωή
Σύμφωνα μέ ἐπιβεβαιωμένες πληροφορίες (τοῦ Ὀδοντιάτρου ἀπό τό Καζαξτάν κ. Χριστοφόρου Δαμιανίδη, τῆς Δέσποινας Καλαϊτζίδου κ.ἄ. ἐνοριτῶν τοῦ Ἱ. Ν. ἁγ. Δημητρίου Ἀχαρνῶν), κατάγοταν ἀπό οἰκογένεια εὐγενῶν, προερχόμενη ἀπό τό Μίνσκ τῆς Λευκορωσίας, συγγενική τόσο τῆς Ρωσικῆς Αὐτοκρατορικῆς Οἰκογενείας τῶν Ρωμανώφ, ὅσο καί τῆς Ἑλληνικῆς Βασιλικῆς Οἰκογενείας (μέσῳ τῆς Ρωσικῆς καταγωγῆς Βασιλίσσης Ὄλγας, συζύγου τοῦ Βασιλέως Γεωργίου Α’).
Ὁ πατέρας τῆς μακαρίας Ἑλένης ἦταν Ἑλληνικῆς καταγωγῆς ἀπό τήν Κύπρο καί εἶχε νυμφευθεῖ στήν Ρωσία, ὅπου ἔκανε οἰκογένεια στήν πόλη Πέζνα. Ἐκεῖ γεννήθηκε ἡ ἔπειτα Ὁσιομάρτυρας, τό ἔτος 1889.
Σύμφωνα μέ τήν μαρτυρία τῆς Ὄλγας Ἀβραμίδου – Συμεωνίδου (ἡ ὁποία θεραπεύθηκε θαυματουργικά ἀπό τήν Ὁσία καί ἔζησε μαζί της στό Ἐρημητήριο τοῦ Τσίν ἀρκετούς μῆνες), ἡ οἰκογένεια τῆς μακαρίας εἶχε ἑννέα παιδιά, ἕξη κορίτσια καί τρία ἀγόρια (σύμφωνα μέ ἄλλη πηγή εἶχε πέντε παιδιά, δύο ἀγόρια καί τρία κορίτσια). Ὅλα τά ἀδέλφια ἀσπάσθηκαν τόν μοναχικό βίο σέ μικρή ἡλικία καί ἀφιερώθηκαν στήν Ἐκκλησία, ἕνας ἀδελφός μάλιστα ἀναδείχθηκε καί Ἐπίσκοπος (πρόκειται γιά τόν Ἀρχιεπίσκοπο Φίλιππο τοῦ Ἀστραχάν).
Στήν ἡλικία τῶν πέντε ἐτῶν ἡ μακαρία Ἑλένη ἀρρώστησε βαρειά καί οἱ γονεῖς τήν πῆγαν σέ κάποιο μοναστήρι τῆς περιοχῆς τοῦ Πσκώφ (ὅπου ἡ περίφημη Μονή τῶν Σπηλαίων), γιά νά θεραπευθεῖ. Ἐκεῖ μέ τήν χάρι τοῦ Θεοῦ ἡ μικρή ἔγινε καλά καί οἱ γονεῖς τήν ἀφιέρωσαν στήν Ἐκκλησία. Ἔτσι ἡ Ἑλένη πέρασε τά παιδικά της χρόνια στήν ὑπακοή τῆς κοινοβιακῆς ζωῆς καί ὅταν μεγάλωσε ἔγινε μοναχή. Τό παράδειγμά της ἀκολούθησε καί ἡ ἀδελφή της Νίνα, ἡ ὁποία πῆγε στό ἴδιο μοναστήρι στήν ἡλικία τῶν 12 ἐτῶν.
Κατά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, ὅταν ἄρχισαν οἱ διώξεις κατά τῆς Ἐκκλησίας, τό μοναστήρι τῶν ἀδελφῶν ἔκλεισε καί ἔτσι ὑποχρεώθηκαν νά πᾶνε στήν Μόσχα, κοντά στόν ἀδελφό τους Ἀρχιμανδρίτη Νικάνωρα, ὁ ὁποῖος ἦταν στήν ὑπηρεσία τοῦ Ἁγιωτάτου καί Ὁμολογητοῦ Πατριάρχου Τύχωνος.
Τό διάστημα κατά τό ὁποῖο οἱ δύο μοναχές φιλοξενοῦνταν ἀπό τόν ἀδελφό τους, ἡ μ. Ἑλένη προσβλήθηκε ἀπό σοβαρό πρόβλημα στά νεφρά καί χρειάστηκε νά τῆς ἀφαιρεθεῖ χειρουργικά τό ἕνα. Τότε οἱ γιατροί τῆς συνέστησαν νά πάει στήν Γεωργία, σέ μέρος πού δέν θά ἔπρεπε νά εἶναι οὔτε ψηλά στά βουνά, ἀλλά οὔτε κοντά στήν θάλασσα, διότι αὐτό θά τήν βοηθοῦσε στήν ὑγεία της.
Τήν ἴδια περίοδο ἐμφανίστηκε στήν μακαρία Ἑλένη ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος καί τῆς ὑπέδειξε τόν τόπο πού ἔπρεπε νά πάει! Ἦταν μία χαράδρα ἔξω ἀπό τό χωριό Τσίν, στήν περιοχή τοῦ Σοχοῦμι, μία ὥρα πεζοπορεία ἀπό τό χωριό, μέσα σέ ἕνα πυκνό δάσος αἰωνόβιων δένδρων, «χαμένη» ἀπό τόν κόσμο, μακρυά ἀπό τά βλέμματα τῶν ἀθεϊστῶν διωκτῶν τῆς Πίστεως καί τῆς Ἐκκλησίας.
Μετά τήν Θεομητορική αὐτή ἐμφάνιση ὁ ἀδελφός της ἀρχιμ. Νικάνωρ πῆγε στήν Γεωργία καί μέ τήν βοήθεια Ἑλλήνων κατοίκων τοῦ χωριοῦ Τσίν, βρῆκε τήν χαράδρα (μία ἐξαιρετικά ἐρημιτική περιοχή, στήν ὁποία εἶχαν καταφύγει καί ἄλλοι διωκόμενοι μοναχοί). Ἐκεῖ ἐγκαταστάθηκε ἡ μ. Ἑλένη τό 1921, ἐνῶ ἡ ἀδελφή της μ. Νίνα πῆγε κοντά στόν ἀδελφό τους Ἀρχιεπίσκοπο Φίλιππο τοῦ Ἀστραχάν γιά νά τόν διακονεῖ. Μετά ἀπό κάποιο διάστημα καί ἀφοῦ συνελήφθη ἀπό τούς ἀθεϊστές ὁ ἀρχιεπ. Φίλιππος, ἡ μ. Νίνα ἦρθε κοντά στήν ἀδελφή της μ. Ἑλένη καί ἔζησαν ἔκτοτε μαζί, μέ ἀγάπη καί ὑπακοή ἡ μία στήν ἄλλη.
Τόν τελευταῖο καιρό παρατηρεῖται μία ἀνόσια καί ἀνίερη καπήλευση τοῦ ὀνόματος τῆς Ὁσιομάρτυρος Ἑλένης τοῦ Καυκάσου, μιᾶς μεγάλης πνευματικῆς μορφῆς τῆς μαρτυρικῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν στήν Σοβιετική Γεωργία, ἡ ὁποία ἔζησε ἀσκητικά καί ἐρημητικά σέ ἀσκητήριο τῆς χαράδρας τοῦ Τσίν Καυκάσου καί ἔγινε γνωστή σ’ ὅλη τήν τότε Σοβιετική Ἕνωση γιά τό χάρισμα τῆς θεραπείας ψυχικῶν νόσων, μέ τό ὁποῖο εἶχε ἐλεηθεῖ ἀπό τόν Θεό.
Συγκεκριμένα, σέ βιβλίο τοῦ ἀρχιμ. Σάββα Βατοπεδινοῦ (ἄλλως Ἱερέως Δημητρίου, κατά κόσμον Χριστοφόρου Τελιανίδη, ὁ ὁποῖος ἐκτός τῶν ἄλλων ὑποστηρίζει, ὅτι «κληρονόμησε ἀπό τήν Ὁσιομάρτυρα καί τό χάρισμα τῆς θεραπείας μέ τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ»!!!), τό ὁποῖο ἐκδόθηκε στά Γεωργιανά, «μέ τήν εὐλογία τοῦ Μακαριωτάτου Πατριάρχη πάσης Γεωργίας κ.κ. Ἠλία Β’» καί στά Ἑλληνικά ἀπό τήν Μονή Βατοπεδίου Ἁγίου Ὄρους, ἐνῶ ἀναφέρονται πολλές γνωστές καί ἄγνωστες πληροφορίες γιά τήν ζωή τῆς μακαρίας Ἑλένης, ὄχι μόνον ἀποκρύπτεται πλήρως τό γεγονός, ὅτι ἡ Ὁσία δέν ἀνῆκε στήν «ἐπίσημη» (δηλαδή τήν Σοβιετοποιημένη) «Ἐκκλησία» τῆς Γεωργίας, ἀλλά στήν μαρτυρική Ἐκκλησία τῶν Κατακομβῶν, ἀλλά καί ψευδῶς ὑποστηρίζεται καί διαδίδεται, ὅτι ἦταν σέ μυστηριακή κοινωνία μέ τό οἰκουμενιστικό Γεωργιανό Πατριαρχεῖο.
Ὅμως γιά τήν Ὁσιομάρτυρα Ἑλένη (ἄλλως Μάτουσκα Ἑλένα), μέ τήν χάρι τοῦ Θεοῦ καί διά πρεσβειῶν της, πρῶτος ἔγραψε ὁ γράφων, μέ τήν εὐλογία τοῦ Σεβ. Μητροπ. Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς κ. Κηρύκου (τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος), μετά ἀπό ἔρευνα μεταξύ τῶν δεκάδων Ἑλληνο - Ποντίων προσφύγων πού τήν γνώρισαν καί ἀπό 30ετίας στελεχώνουν τήν Ἐνορία ἁγ. Δημητρίου Ἀχαρνῶν (ὅπου ὁ Μητροπολιτικός Ναός τοῦ Σεβ. Κηρύκου).
Κατά τήν ἔρευνα αὐτή συγκεντρώθηκαν στοιχεῖα ἀπό ἔγκυρες μαρτυρίες αὐτοπτῶν μαρτύρων, προσώπων πού γνώρισαν τήν μακαρία Γερόντισσα ἤ εὐεργετήθηκαν ἀπό τίς προσευχές της.
Τό πρῶτο ἁγιολογικό κείμενο περί τῆς Ὁσομάρτυρος Ἑλένης τοῦ Καυκάσου, τῆς Θαυματουργοῦ καί Μυροβλύτιδος, ἀρχικά εἶδε τό φῶς τῆς δημοσιότητος σέ συνέχειες, στό Περιοδικό «Ὀρθόδοξος Πνοή» (Φ. 100, Ὀκτ. - Νοεμ. 1999, σελ. 150 – 152. Φ.101, Δεκ. 1999 - Ἰαν. 2000, σελ. 13 – 15. Φ. 102, Φεβρ. – Μαρτίου 2000, σελ. 26 – 27. Φ. 103, Ἀπρ. – Μαϊου 2000, σελ. 40 – 41. Φ. 104, Ἰουνίου - Ἰουλίου 2000, σελ. 58. Καί Φ. 107, Δεκ. 2000, σελ. 135).
Τό 2001 τό κείμενο αὐτό κυκλοφόρησε αὐτοτελῶς σέ ἰδιαίτερο τεῦχος, στή σειρά τῶν ἐκδόσεων τῆς «Ὀρθοδόξου Πνοῆς» καί τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ἱδρύματος ἁγ. Αἰκατερίνης Στρογγύλης Κορωπίου Ἀττικῆς.
Ἀκόμη (ἐξ ὅσων γνωρίζουμε) ἡ πρώτη της εἰκόνα εἶναι αὐτή πού δημοσιεύεται ἐκεῖ καί ἡ ὁποία φιλοτεχνήθηκε ἀπό τόν Ποντιακῆς καταγωγῆς ἁγιογράφο Μοναχό π. Λουκᾶ Πανίδη, στέλεχος τῆς Ἐνορίας ἁγ. Δημητρίου Ἀχαρνῶν.
Ἐξαντληθέντος τοῦ τότε ἐκδοθέντος τεύχους, ἐπανεκδόθηκε τό 2010 (ἐμπλουτισμένο μέ νέα στοιχεῖα), στή σειρά τῶν ἐκδόσεων τῆς Ὀρθοδόξου Κατηχητικῆς Σχολῆς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς (τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος), μέ σκοπό τόσο τήν ἀποκατάσταση τῆς ἀληθείας, ὅσο καί τήν ἐκ νέου παρουσίαση τοῦ θαυμαστοῦ Βίου τῆς χαρισματικῆς Ὁσιομάρτυρος, γιά τήν κοινή ὡφέλεια τῶν ἁγιοφίλων πιστῶν.
Εἰσαγωγή
Ἡ Ὁσιομ. Ἑλένη τοῦ Καυκάσου εἶναι μία σχετικῶς σύγχρονη ὁσιακή μορφή τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν. Ἔζησε βίο ἀσκητικό καί ἐρημιτικό σέ ἕνα ἐρημητήριο «χαμένο» σέ μία χαράδρα τοῦ Καυκάσου, στήν Ἀμπαχαζία, καί στήν περιοχή τοῦ Γεωργιανοῦ χωριοῦ Τσίν, ἀπό τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1921, μέχρι τήν μαρτυρική της τελείωση, τό 1975.
Στούς Ἑλληνοποντίους, Ρώσους καί Γεωργιανούς Ὀρθοδόξους τῆς εὑρύτερης περιοχῆς τῶν Ρωσικῶν καί Γεωργιανῶν παραλίων τοῦ Εὐξείνου Πόντου, εἶναι γνωστή σάν Μάτουσκα Ἑλένα. (Ἡ ρωσική λέξη «Μάτουσκα» εἶναι ἀντίστοιχη μέ τίς ἑλληνικές λέξεις «Μητερούλα» καί «Γεροντισσούλα». Ἀπό τούς Ρώσους Ὀρθοδόξους χρησιμοποιεῖται γιά νά δηλώσει ἐνάρετη γερόντισσα Μοναχή ἤ ἀσκήτρια, τήν ὁποία ὁ λαός τιμᾶ γιά τήν ἁγιότητά της καί στήν ὁποία καταφεύγει γιά πνευματική καθοδήγηση. Ὁ ἀντίστοιχος ὅρος γιά Γέροντα Μοναχό εἶναι «Μπάτουσκα – Πατερούλης»).
Ἡ Γερόντισσα Ἑλένη ἐλεήθηκε ἀπό τόν Θεό καί ὑπηρέτησε τόν διωκόμενο λαό Του μέ τά Ἁγιοπνευματικά χαρίσματα τῆς προοράσεως, τῆς διδασκαλίας καί τῶν ἰαμάτων (κυρίως ψυχικῶν νόσων). Οἱ μαρτυρίες τῶν Ἑλληνοποντίων προσφύγων πού ἔχουν ἐγκατασταθεῖ στήν Ἑλλάδα, γιά τήν ὁσιακή βιοτή καί τά θαύματά της εἶναι συγκλονιστικές.
Ἡ Γερόντισσα Ἑλένη στή μοναχική ζωή
Σύμφωνα μέ ἐπιβεβαιωμένες πληροφορίες (τοῦ Ὀδοντιάτρου ἀπό τό Καζαξτάν κ. Χριστοφόρου Δαμιανίδη, τῆς Δέσποινας Καλαϊτζίδου κ.ἄ. ἐνοριτῶν τοῦ Ἱ. Ν. ἁγ. Δημητρίου Ἀχαρνῶν), κατάγοταν ἀπό οἰκογένεια εὐγενῶν, προερχόμενη ἀπό τό Μίνσκ τῆς Λευκορωσίας, συγγενική τόσο τῆς Ρωσικῆς Αὐτοκρατορικῆς Οἰκογενείας τῶν Ρωμανώφ, ὅσο καί τῆς Ἑλληνικῆς Βασιλικῆς Οἰκογενείας (μέσῳ τῆς Ρωσικῆς καταγωγῆς Βασιλίσσης Ὄλγας, συζύγου τοῦ Βασιλέως Γεωργίου Α’).
Ὁ πατέρας τῆς μακαρίας Ἑλένης ἦταν Ἑλληνικῆς καταγωγῆς ἀπό τήν Κύπρο καί εἶχε νυμφευθεῖ στήν Ρωσία, ὅπου ἔκανε οἰκογένεια στήν πόλη Πέζνα. Ἐκεῖ γεννήθηκε ἡ ἔπειτα Ὁσιομάρτυρας, τό ἔτος 1889.
Σύμφωνα μέ τήν μαρτυρία τῆς Ὄλγας Ἀβραμίδου – Συμεωνίδου (ἡ ὁποία θεραπεύθηκε θαυματουργικά ἀπό τήν Ὁσία καί ἔζησε μαζί της στό Ἐρημητήριο τοῦ Τσίν ἀρκετούς μῆνες), ἡ οἰκογένεια τῆς μακαρίας εἶχε ἑννέα παιδιά, ἕξη κορίτσια καί τρία ἀγόρια (σύμφωνα μέ ἄλλη πηγή εἶχε πέντε παιδιά, δύο ἀγόρια καί τρία κορίτσια). Ὅλα τά ἀδέλφια ἀσπάσθηκαν τόν μοναχικό βίο σέ μικρή ἡλικία καί ἀφιερώθηκαν στήν Ἐκκλησία, ἕνας ἀδελφός μάλιστα ἀναδείχθηκε καί Ἐπίσκοπος (πρόκειται γιά τόν Ἀρχιεπίσκοπο Φίλιππο τοῦ Ἀστραχάν).
Στήν ἡλικία τῶν πέντε ἐτῶν ἡ μακαρία Ἑλένη ἀρρώστησε βαρειά καί οἱ γονεῖς τήν πῆγαν σέ κάποιο μοναστήρι τῆς περιοχῆς τοῦ Πσκώφ (ὅπου ἡ περίφημη Μονή τῶν Σπηλαίων), γιά νά θεραπευθεῖ. Ἐκεῖ μέ τήν χάρι τοῦ Θεοῦ ἡ μικρή ἔγινε καλά καί οἱ γονεῖς τήν ἀφιέρωσαν στήν Ἐκκλησία. Ἔτσι ἡ Ἑλένη πέρασε τά παιδικά της χρόνια στήν ὑπακοή τῆς κοινοβιακῆς ζωῆς καί ὅταν μεγάλωσε ἔγινε μοναχή. Τό παράδειγμά της ἀκολούθησε καί ἡ ἀδελφή της Νίνα, ἡ ὁποία πῆγε στό ἴδιο μοναστήρι στήν ἡλικία τῶν 12 ἐτῶν.
Κατά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, ὅταν ἄρχισαν οἱ διώξεις κατά τῆς Ἐκκλησίας, τό μοναστήρι τῶν ἀδελφῶν ἔκλεισε καί ἔτσι ὑποχρεώθηκαν νά πᾶνε στήν Μόσχα, κοντά στόν ἀδελφό τους Ἀρχιμανδρίτη Νικάνωρα, ὁ ὁποῖος ἦταν στήν ὑπηρεσία τοῦ Ἁγιωτάτου καί Ὁμολογητοῦ Πατριάρχου Τύχωνος.
Τό διάστημα κατά τό ὁποῖο οἱ δύο μοναχές φιλοξενοῦνταν ἀπό τόν ἀδελφό τους, ἡ μ. Ἑλένη προσβλήθηκε ἀπό σοβαρό πρόβλημα στά νεφρά καί χρειάστηκε νά τῆς ἀφαιρεθεῖ χειρουργικά τό ἕνα. Τότε οἱ γιατροί τῆς συνέστησαν νά πάει στήν Γεωργία, σέ μέρος πού δέν θά ἔπρεπε νά εἶναι οὔτε ψηλά στά βουνά, ἀλλά οὔτε κοντά στήν θάλασσα, διότι αὐτό θά τήν βοηθοῦσε στήν ὑγεία της.
Τήν ἴδια περίοδο ἐμφανίστηκε στήν μακαρία Ἑλένη ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος καί τῆς ὑπέδειξε τόν τόπο πού ἔπρεπε νά πάει! Ἦταν μία χαράδρα ἔξω ἀπό τό χωριό Τσίν, στήν περιοχή τοῦ Σοχοῦμι, μία ὥρα πεζοπορεία ἀπό τό χωριό, μέσα σέ ἕνα πυκνό δάσος αἰωνόβιων δένδρων, «χαμένη» ἀπό τόν κόσμο, μακρυά ἀπό τά βλέμματα τῶν ἀθεϊστῶν διωκτῶν τῆς Πίστεως καί τῆς Ἐκκλησίας.
Μετά τήν Θεομητορική αὐτή ἐμφάνιση ὁ ἀδελφός της ἀρχιμ. Νικάνωρ πῆγε στήν Γεωργία καί μέ τήν βοήθεια Ἑλλήνων κατοίκων τοῦ χωριοῦ Τσίν, βρῆκε τήν χαράδρα (μία ἐξαιρετικά ἐρημιτική περιοχή, στήν ὁποία εἶχαν καταφύγει καί ἄλλοι διωκόμενοι μοναχοί). Ἐκεῖ ἐγκαταστάθηκε ἡ μ. Ἑλένη τό 1921, ἐνῶ ἡ ἀδελφή της μ. Νίνα πῆγε κοντά στόν ἀδελφό τους Ἀρχιεπίσκοπο Φίλιππο τοῦ Ἀστραχάν γιά νά τόν διακονεῖ. Μετά ἀπό κάποιο διάστημα καί ἀφοῦ συνελήφθη ἀπό τούς ἀθεϊστές ὁ ἀρχιεπ. Φίλιππος, ἡ μ. Νίνα ἦρθε κοντά στήν ἀδελφή της μ. Ἑλένη καί ἔζησαν ἔκτοτε μαζί, μέ ἀγάπη καί ὑπακοή ἡ μία στήν ἄλλη.
Ὁ εὐλογημένος Καύκασος
Ὁ Καύκασος καί ἡ εὑρύτερη περιοχή του, εἶχε ἀνέκαθεν ἔντονη παρουσία στήν τοπική ἐκκλησιαστική ζωή. Ἦταν μεγάλο μοναστικό καί ἡσυχαστικό κέντρο. Πολλά μοναστήρια ἁπλώνονταν στίς ἀκτές τῆς Μαύρης Θάλασσας καί περισσότερα Ἡσυχαστήρια καί Ἐρημητήρια ὑπῆρχαν στά ἀπόκρημνα βουνά καί στά ἀπάτητα δάση του. Χιλιάδες μοναχοί ἀσκήθηκαν ἐκεῖ καί τά Ἁγιολόγια τῆς Ρωσικῆς καί Γεωργιανῆς Ἐκκλησίας περιλαμβάνουν ἀρκετές σχετικές καταχωρήσεις. (Βλ. σχετικά Ἀντ. Μάρκου, «Σημείωμα Γεωργιανῆς Ἁγιολογίας», στό Περιοδικό «Ὀρθόδοξη Μαρτυρία» Λευκωσίας, φ. 41/1993, σελ. 38 – 42, καθώς καί τήν βελτιωμένη ἀγγλική ἔκδοσή του, στό Περιοδικό «Orthodox Tradition”, φ. 2/1993, σελ. 4 – 8).
Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917 καί κυρίως μετά τήν Σοβιετοποίηση τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας ἀπό τόν Μητροπολίτη Σέργιο (1927), ὁ Καύκασος ἀποτέλεσε καταφύγιο μοναχῶν διαλυμένων μονῶν, διωκομένων Κληρικῶν, μυστικῶν μοναχῶν, ἀκόμη καί λαϊκῶν τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν. Ὁ τεράστιος ὀρεινός ὄγκος τοῦ βουνοῦ μέ τά παρθένα δάση, τίς ἀπόκρημνες χαράδρες καί τίς χαρακτηριστικές σπηλιές, πρόσφεραν ἀσφαλές καταφύγιο σέ ὅσους ἐπιθυμοῦσαν τήν ἐν Χριστῶ ζωῆ, μακριά ἀπό τά μάτια τῆς Μυστικῆς Ἀστυνομίας τοῦ Σοβιετικοῦ Καθεστώτος.
Σχετικῶς πρόσφατα, στή δεκαετία τοῦ ’70, σύμφωνα μέ μαρτυρία τοῦ Βρεττανοῦ Ἱστορικοῦ Βλαδιμήρου Moss, οἱ Σοβιετικοί ἀνακάλυψαν ἕνα μυστικό μοναστήρι τῶν λεγομένων «Ἰωσηφιτῶν» (ἀπό τόν Ἱερομάρτυρα Μητροπ. Ἰωσήφ τῆς Πετρουπόλεως). Οἱ διῶκτες δέν ἐπέτρεψαν κἄν στούς μοναχούς νά βγοῦν ἀπό τό σπήλαιο τῆς ἀσκήσεώς τους, διότι δέν εἶχαν ἐντολές νά κάνουν συλλήψεις. Τούς ἔκαψαν ζωντανούς μέ φλογοβόλα!
Τό μαρτύριο τῶν μοναχῶν τοῦ Νέου Ἄθωνος
Τόν Φεβρουάριο τοῦ 1996 ἔγινε γνωστή ἡ τύχη τῶν 21 Μοναχῶν τῆς Μονῆς τοῦ Νέου Ἄθωνος στό Σουχούμι, οἱ ὁποῖοι ὅταν τό μοναστήρι τους ἔκλεισε, ἔφυγαν καί κρύφτηκαν στά βουνά τοῦ Καυκάσου.
Οἱ μοναχοί αὐτοί συνελήφθησαν τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1930 στό ὀροπέδιο τοῦ Πσχοῦ - ὅπου εἶχαν καταφύγει μετά τό κλείσιμο τῆς μονῆς τους, τό 1924, καί ζοῦσαν ἐρημητικά - καί ὁδηγήθηκαν στό Νοβοροσίσκ μέ τήν κατηγορία τῆς συστάσεως "μοναρχικῆς ἀνταρτικῆς ὀργανώσεως"! Κατά τήν σύλληψη ἐκτελέστηκε ἐπί τόπου ὁ Μοναχός Ματθαῖος.
Τήν 26η Ὀκτωβρίου 1930 ἐκτελέστηκαν οἱ Ἱερομόναχοι Βικτωρῖνος Μπελιάγιεφ καί Μακάριος Ντέμιν, οἱ Μεγαλόσχημοι Γεδεών Μάλισεφ καί Θεόδουλος Ντιατσένκο καί οἱ Μοναχοί Ἀλέξανδρος Ἀρτέμιεφ, Μεθόδιος Ντεμιντένκο, Βαρθολομαῖος Κοβαλέφσκι, Ὑπάτιος Ἀμπακούμωφ, Ἰωάννης Ρωμανόφσκι, Ἀντωνῖνος Γκολοφκώφ, Δημήτριος Ὀφσιούκ, Σωσθένης Ἀλεξέγιενκο, Ἱλαρίων Ποτάπωφ, Ἰωσήφ Τσουμπένκο, Ἰωάννης Μιχαηλένκο, Θαλλέλαιος Μπαλντέσωφ, Ἡσύχιος Κέτσκιν, Νέαρχος Ζολόμπωφ, Ἠλίας Μιρονένκο, Σίμων Κοτένκο καί Ἀλέξανδρος Τσικάνωφ.
Σύμφωνα μέ τίς πληροφορίες τοῦ Κεντρικοῦ Ἀρχείου τῆς Ὁμοσπονδιακῆς Ὑπηρεσίας Ἀσφαλείας τῆς Ρωσικῆς Ὁμοσπονδίας, τά νεκρά σώματα 12 ἐκτελεσθέντων Ὁσιομαρτύρων ρίχτηκαν σέ ἕνα παλιό λατομεῖο.
Τό 1990, μετά τήν κατάρρευση τοῦ Σοβιετικοῦ καθεστῶτος, οἱ ἐκτελεσθέντες μοναχοί τοῦ Νέου Ἄθωνος ἀποκαταστάθηκαν ἀπό τήν Ρωσική Δικαιοσύνη! (Βλ. μ. Μερκουρίου, "Τό μαρτυρικό τέλος Μοναχῶν τοῦ Νέου Ἄθωνος στόν Καύκασο τό 1930", ἔκδοσις "Ὀρθόδοξος Κυψέλη").
Ἡ ἄσκηση στό Ἐρημητήριο τοῦ Τσίν
Στή χαράδρα τοῦ Τσίν οἱ δύο ἀδελφές μοναχές ἔσκαψαν ἀρχικά ἕνα λαγούμι, τό ὁποῖο μόλις χωροῦσε καί τίς δύο, καί ἔζησαν ἐκεῖ τουλάχιστον δύο χρόνια. Μοναδική τους τροφή ἦταν λίγο ζεστό νερό καί ἕνα κομμάτι πρόσφορο μία φορά τήν ἡμέρα. Στήν ἀρχή δέν εἶχε βεβαιωθεῖ ποῦ εὕρισκαν οἱ ἀσκήτριες τό πρόσφορο, ἄν ἦταν δηλαδή ἀνθρώπινη παρηγοριά ἤ ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ στήν ἀσκητική τους ζωή. Ἀργότερα μαρτυρίες πιστῶν πού ἔζησαν στό ἀσκητήριο βεβαίωσαν, ὅτι ἐπρόκειτο γιά ὑπερφυσικό γεγονός, γιά θαυματουργική ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ, διότι ἦταν ἀδύνατο κάποιος χωρικός νά ἀνέβαινε καθημερινά στή χαράδρα, ἀνεξαρτήτως καιρικῶν συνθηκῶν, καί νά προμήθευε τίς ἀσκήτριες μέ ἕνα φρέσκο πρόσφορο.
Ὁ Ἅγιος Θεός οἰκονόμησε τήν συντήρηση τῶν δούλων Του γιά δύο χρόνια, μέ αὐτό τόν θαυμαστό τρόπο. Ἀργότερα, ὅταν ἡ παρουσία τους ἔγινε γνωστή στούς χωρικούς (ἀπ’ ὅπου δέχονταν κάποια βοήθεια) καί ἄρχισαν νά καλλιεργοῦν ἕναν μικρό κῆπο, «τό φρέσκο πρόσφορο σταμάτησε νά ἔρχεται»!
Τότε μέ τήν βοήθεια τῶν χωρικῶν ἔφτιαξαν κάποιες ὑποτυπώδεις ἐγκαταστάσεις, καλύβες ἀπό κορμούς δένδρων, καί ἡ διαμονή τους ἔγινε ὑποφερτή καί ἀσφαλέστερη, μέ τήν παρηγοριά μιᾶς ρωσικῆς σόμπας.
Τό ἀσκητικό πρόγραμμα τῆς μακαρίας Ἑλένης ἦταν ἀπό τήν ἀρχή πολύ αὐστηρό στό θέμα τῆς νηστείας. Ἔτρωγε μία φορά τήν ἡμέρα, συνήθως πατάτες βραστές. Λάδι δέν κατέλυσε ποτέ, οὔτε πρόσφερε ποτέ στούς ἐπισκέπτες της. Τήν ἡμέρα τοῦ Πάσχα «ἔμπαινε» στό τραπέζι ἕνα κόκκινο αὐγό, «γιά νά τιμηθεῖ ἡ ἡμέρα»! Ὅταν ὑπῆρχε ἀσθενής στό Ἀσκητήριο, ἡ Μάτουσκα ἔμενε ἄσιτη μέχρι τήν θεραπεία του!
Ἐπειδή στίς ἀσκήτριες ἀδελφές ἔλειπε ἡ λειτουργική ζωή, ἐνωρίτατα ἐπιδόθηκαν στήν νοερά προσευχή. «Ἡ προσευχή – διδάσκει ὁ ἅγ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ – εἶναι τό ὄργανο πού διαθέτουμε. Μπορεῖ νά τύχει νά θέλετε νά πᾶτε στήν ἐκκλησία, ἀλλά ἡ ἐκκλησία νά μήν εἶναι κοντά, ἤ νά ἔχει τελειώσει ἡ Ἀκολουθία. Ἤ ἔχετε ἐνδεχομένως ἐπιθυμία νά ἐλεήσετε κάποιον πτωχό, ἀλλά πτωχός δέν ὑπάρχει. Ἴσως ἐπιθυμεῖτε νά γίνετε ἀπαθής, ἀλλά δέν ἔχετε γι’ αὐτό δυνάμεις. Γιά τήν προσευχή ὅμως ὑπάρχει πάντοτε δυνατότητα. Αὐτή εἶναι προσιτή τόσο στόν πλούσιο, ὅσο καί στόν πτωχό. Τόσο στόν ἐγγράμματο, ὅσο καί στόν ἁπλοϊκό. Στόν ἰσχυρό, ὅσο καί στόν ἀδύναμο. Στόν ὑγιῆ, ὅσο καί στόν ἀσθενῆ. Στόν δίκαιο, ὅσο καί στόν ἁμαρτωλό. Ἡ δύναμις τῆς προσευχῆς εἶναι τεράστια καί περισσότερο ἀπό ὁτιδήποτε ἄλλο ἐλκύει τό Ἅγιο Πνεῦμα» (Ἀρχιμ. Ἰουστίνου Πόποβιτς, «Ὁσίου Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ Βίος», σελ. 71).
Στούς κληρικούς τοῦ Σοβιετοποιημένου Πατριαρχείου Μόσχας ἤ τῆς ἐπίσης ἐλεγχόμενης ἀπό τούς ἀθεϊστές Ἐκκλησίας τῆς Γεωργίας πού ἔφθαναν στό Ἡσυχαστήριο, ἡ Μάτουσκα δέν ἐπέτρεπε νά μποῦν στό κελλί της ἤ νά λειτουργήσουν (μάλιστα μέχρι τό 1957 δέν εἶχε στό ἀσκητήριο Παρεκκλήσιο). Ἡ ἴδια κατέβαινε γιά ἐξομολόγηση καί Θεία Κοινωνία στό Σουχούμι, σέ ἕναν ἐξόριστο Ἱερέα Βουλγαρικῆς καταγωγῆς.
Στή μοναδική φωτογραφία της (τήν ὁποία τράβηξε ὁ Χριστόφορος Δαμιανίδης), ἡ Μάτουσκα φοράει τό Ρωσικοῦ τύπου Μεγάλο καί Ἀγγελικό Σχῆμα. Δέν εἶναι γνωστό ἄν εἶχε γίνει Μεγαλόσχημη στό μοναστήρι της, πρίν τήν διάλυσή του, ἤ ἄν ἔγινε στό Ἐρημητήριο τοῦ Τσίν, ἀπό κάποιο μυστικό ἤ διωκόμενο Ἱερέα.
Ἀπό τούς ἀθεϊστές ἐνοχλήθηκε ἀρκετές φορές, ἐπειδή δέν ἀναγνώριζε τήν Σοβιετοποιημένη «Ἐκκλησία». Κάποια φορά μάλιστα ἄνδρες τῆς Μυστικῆς Ἀστυνομίας προσπάθησαν νά τήν συλλάβουν, ὅμως μία ὑπερφυσική δύναμη τήν κάλυπτε! Μπόρεσαν νά συλλάβουν μόνο τήν ἀδελφή της μ. Νίνα.
«Προσεύχεσαι;» τήν ρώτησε κάποιος ἀξιωματικός.
«Ναί – τοῦ ἀπάντησε ἡ Μάτουσκα – γιά ὅλους τούς Χριστιανούς, ἀκόμη καί γιά σᾶς, διότι βαπτισθήκατε στό Ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καί Τόν ἀρνηθήκατε».
Ἡ Ἐμφάνιση τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ
Τό 1932 οἱ δύο ἀσκήτριες δέχθηκαν τήν μεγάλη δωρεά τῆς ἐπισκέψεως τοῦ Κυρίου. Ὁ Κύριος τούς ἐμφανίσθηκε ὡς Ἱερεύς καί ἔμεινε μαζί ἀπό τήν 10η πρωϊνή μέχρι τήν δύση τοῦ ἡλίου! Κατά τήν διάρκεια αὐτῆς τῆς ἐμφανίσεως, τούς μίλησε γιά τούς διωγμούς τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν πιστῶν, γιά τήν διάλυση τῶν μοναστηριῶν καί γιά τήν ἐξορία τῶν μοναχῶν. Ὅταν οἱ δύο ἀδελφές ρώτησαν τόν Κύριο γιά τό δικό τους μέλλον, Ἐκεῖνος τούς εἶπε ὅτι θά διωχθοῦν, ἀλλά ὁ πιστός λαός θά τίς προστατεύσει, ὅπως πράγματι ἔγινε.
Τό 1937 συνελήφθη ἡ Μοναχή Νίνα καί φυλακίστηκε στό Τσάκβη, ὅπου ἔμεινε 8 χρόνια! Ὅταν θέλησαν ὅμως νά συλλάβουν καί τήν Γερόντισσα Ἑλένη, αὐτή ἀρρώστησε βαρειά καί μέ διαμαρτυρίες τοῦ πιστοῦ λαοῦ δέν συνελήφθη!
Οἱ Ἐμφανίσεις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου
Τό 1946 ξέσπασε φωτιά στό Ἀσκητήριο καί κινδύνευαν νά χαθοῦν τά πάντα. Τότε ἡ μακαρία Ἑλένη ἄρχισε νά ἐπικαλεῖται τήν προστασία τῆς Ἐφόρου τῶν μοναχῶν Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί ἀμέσως ἡ Θεοτόκος ἐμφανίσθηκε βρεφοκρατοῦσα καί ἔσβυσε τήν φωτιά, παρουσίᾳ πολλῶν μαρτύρων! Μάλιστα ἡ Θεοτόκος μίλησε μέ τήν ἐκλεκτή δούλη Της καί τῆς ἀποκάλυψε γεγονότα πού θά συνέβαιναν στό μέλλον, ζήτησε δέ νά φτιάξει ἕνα Παρεκκλήσιο καί νά τό ἀφιερώσει στό ὄνομά Της! «Ἐδῶ νά στήσετε ἕναν σταυρό – εἶπε ἡ Θεοτόκος – καί μετά ἀπό καιρό θά γίνει ἐκκλησία»!
Τό Θεομητορικό θέλημα ὑλοποιήθηκε τό 1957, ὅταν ξέσπασε στό Ἀσκητήριο ἄλλη μεγάλη πυρκαγιά. Ἐνῶ ἡ φωτιά κατέστρεφε τά πάντα, ἡ Μάτουσκα γονάτισε, ὕψωσε τά χέρια καί ἄρχισε νά ἱκετεύει τήν Παναγία νά ἐλεήσει καί πάλι τούς δούλους Της. Τό ἐξαίσιο θαῦμα πού ἀκολούθησε εἶναι ἀποδεικτικό τῆς τῆς παρρησίας τῆς Ὁσίας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ: Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἐμφανίσθηκε, ἡ φωτιά ἔσβησε καί στό σημεῖο τῆς ἐμφανίσεως ἔμεινε τό ἴχνος τοῦ ἀχράντου ποδός τῆς Θεομήτορος! Ἀπό τότε στρατιές Χριστιανῶν ἔφθαναν στό Τσίν καί στό ταπεινό ἀσκητήριο καί γι’ αὐτό τόν ἐπιπρόσθετο λόγο: Γιά νά προσκυνήσουν τό Θεομητορικό ἀποτύπωμα.
Παρόμοιο θαυμαστό περιστατικό στή Ρωσική Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, μαρτυρεῖται στήν περίφημη Λαύρα τοῦ Ποτσάεφ στή δυτική Οὐκρανία. Ἐκεῖ τόν 13ο αἰ., κατά τήν διάρκεια τῆς εἰσβολῆς τῶν Τατάρων, ἡ Παναγία ἐμφανίσθηκε σέ δύο ἐρημίτες καί τό ἀποτύπωμα τοῦ ποδιοῦ Της χαράχθηκε στό βράχο τῆς ἐμφανίσεως! Μέχρι σήμερα ἀπό τήν ξερή πέτρα – κατά τρόπο θαυμαστό – ρέει ἁγίασμα, τό ὁποῖο κατά καιρούς ἔχει ἐπιτελέσει θαυμαστές θεραπείες.
Τό Θεομητορικό ἀποτύπωμα, τό θαυματουργό Ἁγίασμα καί ἡ ὕπαρξη ἐκεῖ τῆς θαυματουργῆς ὁμώνυμης εἰκόνας τῆς Παναγίας (τήν ὁποία μετέφερε στή Ρωσία τό 1559 Ἕλληνας Μητροπολίτης), ἀνέδειξαν τήν Λαύρα σέ κέντρο τῆς ἀγωνιζομένης Ὀρθοδοξίας καί Ἱεραποστολῆς στήν εὐαίσθητη αὐτή περιοχή, μετά τήν λεγομένη Ἑνωτική Σύνοδο τῆς Βρέστης (1596) πού δημιούργησε τήν Οὐνία. Περίφημο ὑπῆρξε τό τυπογραφεῖο πού ἱδρύθηκε ἐπί τῶν ἡμερῶν τοῦ Ἡγουμένου τῆς Λαύρας ὁσ. Ἰώβ (βλ. Ἀντ. Μάρκου, «Βυζαντινές Εἰκόνες πού τιμήθηκαν στή Ρωσία», στό Περιοδικό «Ὀρθόδοξη Μαρτυρία» Λευκωσίας, φ. 51/1997, σελ. 97).
Ἡ Εὕρεση τῆς Εἰκόνος τῆς Παναγίας
Γιά τήν ἀποκατάσταση τῶν ζημιῶν ἀπό τήν πυρκαγιά στό Ἐρημητήριο, ἡ Μάτουσκα δέχθηκε τήν βοήθεια χωρικῶν καί προσκυνητῶν (ὁ Χριστόφορος Δαμιανίδης, τότε νέος 20 ἐτῶν, ἔκανε ἐκεῖ «διακοπές» τριῶν μηνῶν, μαζί μέ 42 ἄλλους Χριστιανούς καί ἐργάσθηκε γιά τήν ἀνέγερση τῶν νέων ἐγκαταστάσεων. Εἶχε ἔρθει ἀπό τό Καζαξτάν, κάνοντας διαδρομή χιλιάδων χιλιομέτρων, τραβηγμένος ἀπό τήν φήμη τῆς Ὁσίας, ἐπειδή ἦταν σοβαρά ἄρρωστος καί θεραπεύθηκε δι’ εὐχῶν της, τηρῶντας τήν αὐστηρή της νηστεία!).
Τό Ἀσκητήριο κατά τήν Ρωσική πρακτική ἦταν ξύλινο. Ἔτσι γιά τήν ἀποκατάστασή του χρησιμοποιήθηκαν τεράστια δέντρα, ὕψους μέχρι καί 50 μέτρων! Μετά τήν ὁλοκλήρωση τῶν ἐργασιῶν ἡ Μάτουσκα κάλεσε τούς πιστούς, τούς εὐχαρίστησε καί μεταξύ ἄλλων εἶπε ὅτι τό ἑπόμενο πρωϊ «ὁ Χριστόφορος μποροῦσε νά φύγει». Τήν ἑπομένη ὅμως τοῦ ζήτησε νά μείνει, διότι θά εἶχαν «μεγάλο πειρασμό». Πράγματι ἀντιμετώπισαν πολλά προβλήματα ἀπό τήν τοπική Δασική Ὑπηρεσία, διότι τά δέντρα εἶχαν κοπεῖ χωρίς τήν ἄδειά της.
Μετά τό τέλος τῶν ἐργασιῶν ἐπίσης, κάποιοι πιστοί πρότειναν στή Μάτουσκα νά χρησιμοποιήσουν ἕνα δέντρο γιά νά φτιάξουν περίφραξη τοῦ χώρου. «Ὄχι – εἶπε ἡ Ὁσία – νά μήν κόψουμε ἄλλο δέντρο. Ἄν ὁ Θεός θέλει αὐτό τό ἔργο, θά μᾶς στείλει ὁ Ἴδιος». Τήν νύκτα ἐκείνη ξέσπασε μία φοβερή καταιγίδα καί τό πρωϊ ὅλοι εἶδαν ἔκπληκτοι ἕνα τεράστιο ἔλατο νά ἔχει ξεριζωθεῖ καί νά ἔχει παρασυρθεῖ ἀπό τά νερά μέχρι τά ὅρια τοῦ Ἀσκητηρίου! Ἔτσι – κατά τήν πρόρρηση τῆς Ὁσίας - ὁ Θεός ἔστειλε τό ὑλικό γιά τήν περίφραξη, μέ τρόπο πού ὑπερέβαινε τήν ἀνθρώπινη ἤ φυσική δύναμη.
Στίς νέες ἐγκαταστάσεις πού κατασκευάσθηκαν τότε, συμπεριλήφθηκε καί ἕνα ἐσωτερικό Παρεκκλήσιο. Ὅταν ἡ κατασκευή του ὁλοκληρώθηκε, ἡ Μάτουσκα κάλεσε τόν νεαρό Χριστόφορο καί τόν Θεόδωρο Μπουχαρίδη καί τούς ἔστειλε στό χωριό λέγοντας: «Ἐκεῖ πού οἱ Γεωργιανοί ἔχουν κτίσει τό σχολεῖο, ὑπάρχει θαμένη ἐκκλησία τῶν ἁγίων Κωνσταντίνου καί Ἑλένης. Νά σκάψετε γιά νά βρεῖτε μία θαμένη εἰκόνα». Οἱ δύο νέοι ἔκαναν ὑπακοή, ἔσκαψαν, ἀλλά δέν βρῆκαν τίποτα καί ἀπογοητευμένοι γύρισαν πίσω. Ἡ Μάτουσκα τούς ἔστειλε καί πάλι, αὐτή τήν φορά μέ σαφεῖς καί ἀκριβεῖς πλέον ὁδηγίες (πόσα βήματα νά κινηθοῦν δεξιά ἤ ἀριστερά). Οἱ δύο νέοι ἔσκαψαν καί αὐτή τήν φορά βρῆκαν μία μεγάλων διαστάσεων εἰκόνα τῆς Παναγίας! Ἐνῶ τήν μετέφεραν στό ἀσκητήριο, ἡ Μάτουσκα –πληροφορημένη «μυστικῶ τῶ τρόπῳ» - βγῆκε μέ τόν Τίμιο Σταυρό καί τό θαυματουργό της Ἁγίασμα γιά νά τούς ὑποδεχθεῖ. Προσκύνησε τήν εἰκόνα, τήν πῆρε στά χέρια της καί τήν ἐνθρόνισε στό Παρεκκλήσιο. Τότε, παρουσία 50 περίπου ἀτόμων, τό ἐκκλησάκι γέμισε μέ ἕναν εὐωδιαστό ἀτμό, ἕνα ὑπερκόσμιο θυμίαμα! «Ἐλᾶτε παιδιά μου – εἶπε ἡ Γερόντισσα - ἐλᾶτε νά δεῖτε τήν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»!
Σέ ὅλες τίς ἐποχές οἱ «ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι» ἐμπειρίες τῶν Ἁγίων εἶναι κοινές. Παρόμοια εὐωδία μαρτυρεῖται τόν Νοέμβριο τοῦ 1831, κατά τήν παράδοση ἀπό τόν ὅσ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ στό μαθητή του Νικ. Μοτοβίλωφ, τῆς διδασκαλίας περί ἀποκτήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος - Τό χαρίσμα τῆς προοράσεως
Ἡ Γερόντισσα Ἑλένη μέ τήν χάρι τοῦ Θεοῦ γνώριζε ποίοι ἔρχονται νά τήν ἐπισκεφθοῦν, καθώς καί τόν σκοπό τῆς ἐπισκέψεώς τους (περιέργεια ἤ πίστη). Καλοῦσε ὅλους μέ τά χριστιανικά τους ὀνόματα (ἐνῶ δέν τούς εἶχε συναντήσει ποτέ) καί ἔλεγε ποιοί μποροῦν νά μείνουν καί ποιοί ὄχι (δέν δέχονταν τούς ὀλιγοπίστους καί ὅσους βαρύνονταν μέ ἀμετανόητες ἁμαρτίες).
Κάποτε (σύμφωνα μέ μαρτυρία πού κατέγραψε ὁ π. Λουκᾶς Πανίδης), τήν ἐπισκέφθηκε μία μητέρα μέ τό ἄρρωστο παιδί της, φέρνοντας μάλιστα καί κάποια τρόφιμα, ἡ Μάτουσκα ὅμως δέν τήν δέχθηκε. Ἀργότερα, ὅταν ρωτήθηκε, ἐξήγησε ὅτι «ὅλοι στήν οἰκογένεια εἶναι ἄπιστοι».
Ἄλλοτε, κάποιους ἐπισκέπτες τούς ἔβαλε νά καθήσουν σέ ἕνα δωμάτιο πού ὑπῆρχε μία εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Μανδηλίου καί ἐνῶ ὅλοι ἔβλεπαν τόν Κύριο μέ τά μάτια ἀνοικτά, μία γυναῖκα ἔβλεπε τά μάτια Του κλειστά. «Γιατί αὐτό, Γερόντισσα;» τήν ρώτησε κάποιος. «Ἰωάννη – τοῦ ἀπάντησε ἡ Μάτουσκα – δέν τήν ἐμποδίζω ἐγώ, ἀλλά ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος, διότι ἀσχολεῖται μέ μαγεία».
Ἡ Δέσποινα Καλαϊτζίδου γνώρισε τήν Γερόντισσα Ἑλένη τό 1965, ὅταν τήν ἐπισκέφθηκε μαζί μέ κάποια συγγενή της. Ἡ Μάτουσκα – πού δέν τήν εἶχε δεῖ ποτέ – τήν ὑποδέχθηκε μέ τά ἐξῆς ἀποκαλυπτικά λόγια: «Εἶσαι ἡ κόρη τῆς Ἀλεξάνδρας καί τῆς μοιάζεις πολύ. Βλέπω τόν πατέρα σου Παναγιώτη ντυμένο στά πράσινα». Πράγματι ὁ πατέρας τῆς Δέσποινας εἶχε στρατευθεῖ καί φοροῦσε τήν πράσινη στολή τοῦ Σοβιετικοῦ Στρατοῦ.
Πρίν τήν νεαρή Δέσποινα καί τήν συγγενή της, εἶχαν πάει στό ἀσκητήριο δύο Ρωσίδες, φέρνοντας ἐπίσης κάποια τρόφιμα, ἡ μακαρία Ἑλένη ὅμως καί πάλι δέν τίς δέχθηκε. Ἀργότερα ἡ κατά σάρκα ἀδελφή της Μοναχή Νίνα πληροφόρησε τήν Δέσποινα καί τήν συγγενή της, ὅτι οἱ Ρωσίδες εἶχαν ἕνα παιδί ἄρρωστο καί σέ παλαιότερη ἐπίσκεψή τους ἡ Μάτουσκα τούς εἶχε συστήσει νά τηροῦν τίς νηστείες τῆς Ἐκκλησίας, γιά νά θεραπευθεῖ τό παιδί. Πράγματι τό παιδί θεραπεύθηκε, ὅμως «οἱ Ρῶσοι ξεχνοῦν εὔκολα» καί ἔτσι ἀμέλησαν, μέ ἀποτέλεσμα τό παιδί νά ἀρρωστήσει καί πάλι. Τά δέ τρόφιμα δέν τά δέχθηκε διότι αὐτή πού τά ἔφερε τά εἶχε κλέψει ἀπό τό κρατικό κατάστημα στό ὁποῖο ἐργαζόταν.
Τό χάρισμα τῆς διδασκαλίας
Γιά τούς διωκομένους καί οὐσιαστικά ἀποίμαντους Ὀρθοδόξους πιστούς τῆς εὑρύτερης περιοχῆς τοῦ Καυκάσου, ἡ Γερόντισσα Ἑλένη ἦταν διδάσκαλος καί καθοδηγητής, μία Ἀμμᾶς τοῦ 20ου αἰ. Ὁ εὐσεβής λαός ζητοῦσε τήν συμβουλή της γιά ὅλα τά θέματα πού τόν ἀπασχολοῦσαν - ἀκόμη καί τά ἁπλᾶ τῆς καθημερινῆς ζωῆς - καί ἡ Μάτουσκα μέ τόν φωτισμό καί τήν χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, κατηύθυνε τούς πιστούς στήν πνευματική ζωή καί τήν ἀκρίβεια τῆς Πίστεως, ἐνῶ συμβούλευε γιά τήν ἐπίλυση καί τακτοποίηση βιοτικῶν προβλημάτων.
Ἡ Δέσποινα Καλαϊτζίδου λ.χ. ἐπισκέφθηκε τήν Ὁσία τό 1968 καί ζήτησε τήν γνώμη της, ἄν ἔπρεπε νά φύγει γιά τήν Ἑλλάδα ἤ νά περιμένει τόν σύζυγό της πού ὑπηρετοῦσε στό Στρατό. Ἡ Μάτουσκα τῆς σύστησε νά περιμένει καί στή συνέχεια ἀποδείχθηκε πῶς ἄν ἔφευγε μόνη της, θά ἀντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα.
Ἀκόμη στούς Ἑλληνοποντίους πού κατοικοῦσαν στό Καζαξτάν, ἡ Μάτουσκα συνιστοῦσε νά φύγουν. «Θάλασσα ἦταν - ἔλεγε – καί θάλασσα θά γίνει καί πάλι».
Τό χάρισμα τῶν ἰαμάτων
Ἡ Γερόντισσα Ἑλένη ἦταν γνωστή στό ¼ τοῦ κόσμου μας, στήν τότε Σοβιετική Ἕνωση (ἀπό τό Λένινγκραντ μέχρι τό Βλαδιβοστόκ καί ἀπό τήν Μαύρη Θάλασσα μέχρι τόν Βόρειο Παγωμένο Ὠκεανό), σάν θεραπεύτρια ψυχικῶν νοσημάτων. Τό ἰδιαίτερο αὐτό χάρισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἡ Ὁσία προσπαθοῦσε νά καλύψει πίσω ἀπό τό θαυματουργό Ἁγίασμά της καί τό λάδι τοῦ καντηλιοῦ τῆς Παναγίας, μέ τά ὁποῖα ἔχριε τούς ἀσθενεῖς.
Τό Ἁγίασμα ἔχει καί αὐτό τήν ἱστορία του. Στήν περιοχή τοῦ Βατούμ, ὅπου ὑπῆρχαν πολλά καί ἀκμάζοντα μοναστήρια, κοιμήθηκε κάποτε ἕνας ἐνάρετος Ἐπίσκοπος, τοῦ ὁποίου – δυστυχῶς - τά στοιχεῖα δέν ἔχουν διασωθεῖ (πιθανῶς ἐπειδή, κατά τήν πρακτική τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας, ὅταν ἕνας Ἐπίσκοπος λαμβάνει τό Μεγάλο καί Ἀγγελικό Σχῆμα, ἀπέχει τῶν ἀρχιερατικῶν του καθηκόντων καί ζῆ τό ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς του «ἐν μετανοίᾳ», ὡς ἁπλός μοναχός). Κατά τήν ὥρα τῆς κηδείας τό μέτωπο τοῦ ἐναρέτου Ἀρχιερέως ἵδρωσε καί ἔτρεξε ἄφθονος ἰδρῶτας, τόν ὁποῖο μέ εὐλάβεια συγκέντρωσαν οἱ παριστάμενοι πιστοί. Αὐτό τό ἰδιότυπο «Ἁγίασμα» ἡ Γερόντισσα Ἑλένη τό εἶχε λάβει ὡς εὐλογία ἀπό τήν οἰκογένειά της. Ἔμεινε στά χέρια της 75 χρόνια (ἔτσι μποροῦμε νά ὑποθέσουμε, ὅτι ὁ ἄγνωστος Ἱεράρχης κοιμήθηκε στά μέσα τοῦ 19ου αἰ.).
Ἡ πίστη τῆς Ὁσίας, ἀλλά καί ἐκείνη τῶν προσερχομένων πασχόντων καί τῶν συγγενῶν τους, ἀνέξειξε τό Ἁγίασμα θαυματουργό. (Γιά τήν Ἑλλάδα, ποσότητα αὐτοῦ τοῦ Ἁγιάσματος δόθηκε ἀπό τήν Μάτουσκα στήν εὐλαβεστάτη Ὄλγα Συμεωνίδου, κάτοικο Ἀχαρνῶν. Ἀκόμη, ποσότητα αὐτοῦ τοῦ Ἁγιάσματος φυλάσσεται στό οἰκογενειακό Παρεκκλήσιο τοῦ γράφοντος, τῆς ὁσ. Ξένης τῆς Ρωσίδος Μάνδρας Ἀττικῆς).
Ὅταν ἔφερναν ἀσθενεῖς στήν ὁσία Ἑλένη, ἡ μακαρία συνήθιζε νά νηστεύει μαζί τους αὐστηρά καί νά προσεύχεται, ἐφαρμόζοντας τά λόγια τοῦ Κυρίου γιά τούς πάσχοντες ἀπό δαιμονικές ἐπιρροές («τοῦτο τό γένος (τῶν δαιμόνων) οὐκ ἐκπορεύεται, εἰ μή ἐν προσευχῆ καί νηστείᾳ» Ματθ. 17, 21). Μέ δεδομένη τήν ἀνυπαρξία Ὀρθοδόξων Ἱερέων γιά τήν ἀνάγνωση τῶν προβλεπομένων ἀπό τήν Ἐκκλησία εὐχῶν καί τήν τέλεση τοῦ Ἱεροῦ Εὐχελαίου, ἡ Ὁσία διάβαζε στούς ἀσθενεῖς τό Εὐαγγέλιο (συνήθως ἑπτά φορές) καί τούς ἔχριε μέ τό Ἁγίασμα καί τό λάδι ἀπό τό καντήλι τῆς Παναγίας καί κατά τήν πίστι τοῦ προσερχομένου ὁ Θεός θαυματουργοῦσε. Ὅταν οἱ ἀσθενεῖς δέν μποροῦσαν μέ μετακινηθοῦν, οἱ συγγενεῖς τους ἔστελναν στό ἡσυχαστήριο ἐνδύματά τους γιά νά εὐλογηθοῦν.
Ἀπό τούς ἀσθενεῖς καί τούς συγγενεῖς τους ζητοῦσε πίστι στή δύναμη τοῦ Θεοῦ καί συνεπή Χριστιανική ζωή. Καί τοῦτο διότι στήν τότε Σοβιετική Ἕνωση ἦταν πολύ διαδεδομένη ἡ πίστι στούς Σαμάνες «θεραπευτές» (ὁ Σαμανισμός εἶναι ἀρχαῖα παγανιστική θρησκεία, κυρίως τῆς Σιβηρίας).
Γνήσια μοναχή ἡ Γερόντισσα Ἑλένη, εἶχε ἑτοιμάσει τόν τάφο της, ἐνῶ βρισκόταν ἀκόμη στή ζωή, ἔξω ἀπό τό ἀσκητήριο. Ὁ ἁπλός λαός ἐν’ ὅσο ζοῦσε ἀκόμη, ἔπαιρνε ἀπό τόν ἄδειο τάφο χῶμα καί κατά τήν πίστι κάθε Χριστιανοῦ ὁ Θεός θαυματουργοῦσε!
Ἀπό τούς πρώτους ἀσθενεῖς πού θεραπεύθηκαν μέ τίς προσευχές τῆς ὁσ. Ἑλένης, ἦταν «ἡ Κάτια ἀπό τό Κρασνοντάρ» πού ἔπασχε ἀπό ἐπιληψία. Μετά τήν θεραπεία της ἡ νεαρή Κάτια ἔμεινε στό ἡσυχαστήριο καί ἔγινε μοναχή μέ τό ὄνομα Αἰκατερίνη. Ἔζησε ἐκεῖ, «ἐν μετανοίᾳ, ἐγκρατείᾳ καί ἀσκήσει», μέχρι τόν μαρτυρικό θάνατο τῆς μακαρίας Ἑλένης, τό 1975.
Τό 1937, μία κοπέλλα ἀπό τό Τσίν, κόρη γιατροῦ καί παντρεμένη, παρουσίασε σοβαρή ψυχική διαταραχή. Ὁ πατέρας της σάν γιατρός, ἀναζήτησε ἀρχικά τήν θεραπεία τῆς κόρης του στίς δυνατότητες τῆς τότε ψυχιατρικῆς ἐπιστήμης, ἀλλά χωρίς ἀποτέλεσμα. Τότε κάποιοι γνωστοί τούς συνέστησαν νά ζητήσουν τήν πνευματική βοήθεια τῆς ὁσ. Ἑλένης. «Τί μπορεῖ νά κάνει ἡ Γερόντισσά σας – τούς εἶπε ὁ γιατρός - ὅταν οἱ ἐπιστήμονες δέν μποροῦν νά βοηθήσουν;» Οἱ γνωστοί ὅμως ἐπέμεναν. «Ἄν πᾶμε - εἶπαν – πού εἶναι τό κακό; Ἄν δέν μᾶς βοηθήσει, τουλάχιστον δέν θά μᾶς βλάψει».
Ὅταν ἐπισκέφθηκαν τήν Μάτουσκα Ἑλένα ἐκείνη τούς διαβεβαίωσε ὅτι ἦταν δαιμονισμός πού προκλήθηκε ἀπό μαγεία! Ὅταν τό ἔμαθε ὁ πατέρας τῆς νέας πῆγε σέ γκουροῦ! ἀλλά καί αὐτός τοῦ εἶπε τά ἴδια! Μετά ἀπό αὐτό πῆγαν τήν νέα στή Γερόντισσα καί αὐτή τήν θεράπευσε μέ τόν γνωστό της τρόπο, μέ νηστεία, προσευχή καί ἀνάγνωση τοῦ Ἱεροῦ Εὐαγγελίου.
Ἀργότερα, τό 1969, ὁ Χριστόφορος Τελιανίδης τήν συνάντησε στό σπίτι της καί ἐκείνη τοῦ διηγήθηκε τί τῆς συνέβη. «Μοῦ παρουσιάστηκε ὁ διάβολος - τοῦ εἶπε – μέ τήν μορφή ἑνός ὡραίου παλληκαριοῦ μέ ἀπερίγραπτη ὀμορφιά καί μοῦ ὑποσχέθηκε πῶς ἄν στραγγάλιζα τόν ἄνδρα μου, θά μέ παντρευόταν αὐτός! Ἀπό τότε ὅλη μου ἡ προσπάθεια ἦταν νά πιάνω τόν ἄντρα μου ἀπό τόν λαιμό γιά νά τόν στραγγαλίσω, ἀλλά μέ συγκρατοῦσαν οἱ γύρω μου, στό τέλος ὅμως ἡ γ. Ἑλένη μέ θεράπευσε!»
Ὅταν Ἡγέτης τῆς Σοβιετικῆς Ἑνώσεως ἦταν ὁ Λέονιντ Μπρέζνιεφ, ἡ ὁσ. Ἑλένη θεράπευσε τήν πάσχουσα σύζυγο τοῦ Ἀνώτατου Στρατιωτικοῦ Διοικητή τῶν Σοβιετικῶν Δυνάμεων τῆς Ἄπω Ἀνατολῆς. Ἡ δυστυχής γυναῖκα ἔπασχε ἀπό πολύ σοβαρή ψυχική νόσο, εἶχε νοσηλευθεῖ σέ ψυχιατρικές κλινικές καί παρά τήν ὑψηλή θέση τοῦ συζύγου της, τόσο στόν Σοβιετικό Στρατό, ὅσο καί στήν κομματική ἱεραρχία (ἡ ὁποία τῆς ἐξασφάλιζε τήν ἀνώτερη δυνατή ἐπιστημονική ὑποστήριξη), ἡ κατάστασή της ἦταν τραγική (συνήθως κατέφευγε κάτω ἀπό τό τραπέζι τοῦ σπιτιοῦ της, ὅπου ἔνοιωθε «ἀσφάλεια»).
Ὁ Σοβιετικός Στρατηγός ἔφερε τήν ἀσθενῆ στό Ἀσκητήριο τοῦ Τσίν, μέ προφανῆ κίνδυνο γιά τήν θέση καί τήν σταδιοδρομία του, ἀφοῦ γιά τό Μαρξιστικό καθεστώς ἡ θρησκεία ἦταν «τό ὅπιο τοῦ λαοῦ» καί ὁ ἴδιος ἔπρεπε νά δηλώνει ἄθεος καί νά συμπεριφέρεται σάν ἄθεος. Τήν κίνηση αὐτή ἡ Ὁσία πιθανῶς τήν ἑρμήνευσε σάν μία ὁμολογία πίστεως ἤ ἴσως εἶχε τήν ἐσωτερική πληροφορία, ὅτι ὁ Στρατηγός πίστευε στό Θεό ἤ διέκρινε πῶς ἦταν καλοπροαίρετος καί πῶς ἡ θεραπεία τῆς συζύγου του θά τόν ὁδηγοῦσε στήν πίστι, διότι σέ ἄλλη περίπτωση δέν θά τόν εἶχε δεχθεῖ.
Πάντως καί στήν περίπτωση αὐτή οἱ προσευχές τῆς Ὁσίας θαυματούργησαν καί ὁ Στρατηγός τίμησε τήν εὐεργέτιδά του. Μέσῳ τῆς τοπικῆς Νομαρχίας προσφέρθηκε νά φέρει ἡλεκτρισμό στό ἀσκητήριο, ἡ Μάτουσκα ὅμως δέν δέχθηκε. «Εἴμεθα μοναχές – εἶπε – μᾶς ἀρκεῖ τό κερί καί τό καντήλι». Ὁ Στρατηγός τότε πρότεινε νά φέρει νερό (μέχρι τότε τό ἡσυχαστήριο ὑδρεύοταν ἀπό ἕνα πηγάδι), ἡ Γερόντισσα δέχθηκε καί σύντομα ἕνα ὑδραγωγεῖο ἔφερε νερό ἀπό τήν πλαγιά τοῦ βουνοῦ στό βάθος τῆς χαράδρας.
Ὁ ἔπειτα καλός φίλος τῆς Γερόντισσας Χριστόφορος Δαμιανίδης, ἦρθε στό Τσίν ἀπό τό Καζαξτάν τό 1957, σέ ἡλικία 20 ἐτῶν, τραβηγμένος ἀπό τήν φήμη της. Ἦταν σοβαρά ἄρρωστος καί ἡ μακαρία Ἑλένη τόν θεράπευσε, ὑποχρεώνοντάς τον νά ἀκολουθήσει τήν αὐστηρή της νηστεία.
Ὁ Ποντιακῆς καταγωγῆς Ἱερεύς π. Γεώργιος Μαυρίδης (ὁ ὁποῖος ἐρχόμενος στήν Ἑλλάδα ἐφημέρευσε στό Ναό Παναγίας Γοργοϋπηκόου Λιτοχώρου Πιερίας, τῆς Ἐκκλησίας τῶν Γ.Ο.Χ. Ἑλλάδος), εἶχε βαπτίσει στό Σουχοῦμι μία κοπέλα. Κάποια στιγμή ἡ ἀναδεκτή του παρουσίασε ψυχική νόσο καί ἐπειδή ἦταν ἐπικίνδυνη τόσο γιά τόν ἑαυτό της, ὅσο καί γιά τούς ἄλλους, τήν κρατοῦσαν συνήθως δεμένη. Σ’ αὐτή τήν θλιβερή κατάσταση τήν μετέφεραν στό Ἡσυχαστήριο τοῦ Τσίν. Μέ τήν χάρι τοῦ Θεοῦ ἡ γ. Ἑλένη προεῖδε τήν ἄφιξή της καί ἔστειλε κάποιον νά πεῖ στούς συνοδούς της νά τήν λύσουν. Μόλις ἡ κοπέλα λύθηκε ἀπό τά ὁρατά δεσμά ἡρέμησε καί ἀνέβηκε μόνη της στό ἀσκητήριο. Ἐκεῖ διαπιστώθηκε, ὅτι οἱ προσευχές τῆς Ὁσίας τήν εἶχαν ἀπαλλάξει καί ἀπό τά ἀόρατα δεσμά τῆς δαιμονικῆς ἐπιρροῆς.
Ἡ Ἑλληνοποντιακῆς καταγωγῆς Ὄλγα Συμεωνίδου (τό 2000 ὁ γράφων τήν συνάντησε σεβαστή γερόντισσα στό Μενίδι), καταθέτει τήν συγκλονιστική μαρτυρία τῆς ἀσθενείας, ἀλλά καί τῆς θεραπείας της ἀπό τήν ὁσ. Ἑλένη.
Ὅταν ἡ Ὄλγα ἦταν νεόνυμφη καί ὁ γιός της Γεώργιος ἑνός ἔτους, παρουσίασε σοβαρό ψυχολογικό πρόβλημα. «Δέν τήν ἤθελε τό σπίτι της» κατά τήν κοινή ἔκφραση, ἐμφάνιζε κατάθλιψη, φωτοφοβία καί ἀνθρωποφοβία κ.ἄ. συμπτώματα ψυχικῆς διαταραχῆς. Μέ τήν μητέρα καί τόν σύζυγό της ἐπισκέφθηκε πολλούς ψυχιάτρους, χωρίς ὅμως ἀποτέλεσμα, νοσηλεύθηκε μάλιστα καί στό τοπικό νοσοκομεῖο καί συστήθηκε ὁ ἐγκλεισμός της σέ νευρολογική κλινική. Ὁ ἐγκλεισμός τελικά ἀποτράπηκε ἀπό ἕναν Καθηγητή τῆς Ψυχιατρικῆς (μᾶλλον κρυπτο-Χριστιανό, ὑψηλά ἰστάμενο στήν τοπική κομματική ἱεραρχία), ὁ ὁποῖος διακριτικά συνέστησε τίς σχετικές εὐχές τῆς Ἐκκλησίας.
Ἀντίθετα ἀπό τό ἀναμενόμενο οἱ Ἐξορκισμοί δέν ἀπέδωσαν. Μάλιστα, ἡ Ὄλγα ἐμφάνισε συμπτώματα δαιμονισμοῦ καί ἐπετίθετο στούς κληρικούς τοῦ Πατριαχείου Γεωργίας πού πήγαιναν νά τήν «διαβάσουν»! Τελικά ἡ μητέρα της σέ κατάσταση ἀπελπισίας ἄρχισε νά ἐπισκέπτεται μάγους καί «θεραπευτές», ὑποσχόμενη τά ζῶα της σέ ὅποιον θεράπευε τό παιδί της!
Σέ μία τέτοια ἐπίσκεψη σέ γνωστό μέντιουμ τῆς περιοχῆς της, ὁ Ἅγιος Θεός τήν ἐλέησε (ἄν καί βρισκόταν στήν φοβερή κατάσταση τῆς ἀρνήσεώς Του, ἀφοῦ κατά τούς Πατέρες θεωρεῖται ἄρνησις τοῦ Χριστοῦ ἡ προσφυγή στούς ἐργαζόμενους τίς λεγόμενες μαντικές τέχνες). Τό μέντιουμ (ἤ μᾶλλον τό δαιμόνιο πού ἐμφώλευε σ’ αὐτό), πιεζόμενο ἀπό τήν Θεία Χάρη τῆς εἶπε τά ἐξῆς ἀποκαλυπτικά: «Κάθησε καί σκέψου. Πρέπει νά βρεῖς μία γυναῖκα. Μόνον αὐτή μπορεῖ νά θεραπεύσει τό παιδί σου. Ἔχει ἑπτά Εὐαγγέλια. Στό τρίτο βρίσκεται ἡ λύση τῆς ἀσθένειας τῆς κόρης σου»!
Ἐπειδή ὁ ταλαιπωρημένος σύζυγος καί οἱ γονεῖς τῆς Ὄλγας δέν ἤξεραν σέ ποιά κατεύθυνση νά ἑρευνήσουν, μετέφεραν τήν ἀσθενή στό σπίτι της. Γιά διάστημα μεγαλύτερο τοῦ μηνός ἡ Ὄλγα ἔμεινε ξαπλωμένη σέ ἕνα σκοτεινό δωμάτιο, σκεπασμένη μέ ἕνα σεντόνι, χωρίς τροφή καί νερό. Ἕνας ἀδύνατος σφιγμός πού συνεχῶς ἐξασθενοῦσε, ἔδειχνε πώς ὑπῆρχε ἀκόμα ζωή στό σκελετωμένο σῶμα της. Στό δωμάτιο ἐκεῖνο ὑπῆρχε μία παλαιότατη εἰκόνα τῆς Δεήσεως, τήν ὁποία εἶχε χαρίσει στήν Ὄλγα ὁ πεθερός της καί ἦταν κειμήλιο 25 γενεῶν!
Κάποια ἡμέρα ἀκούσθηκε μέσα στό δωμάτιο ἕνας τρομερός κρότος («ἔσκασε ὁ διάβολος» κατά τήν λαϊκή ἔκφραση). Ἡ ἀσθενής ξεσκεπάστηκε ἔντρομη καί εἶδε μία μοναχή νά στέκεται μπροστά στό εἰκόνισμα. «Σέ πονάω – τῆς εἶπε – δῶσε μου τό χέρι σου, σοῦ ἔχουν μείνει 12 ἡμέρες ζωῆς»! Ἡ Ὄλγα βρῆκε τό κουράγιο καί τέντωσε τό χέρι της καί μόλις ἄγγιξε τήν ἄγνωστη μοναχή, αἰσθάνθηκε μία ὑπερφυσική δύναμη νά τήν διαπερνᾶ, τίς δυνάμεις της νά ἐπανέρχονται καί σηκώθηκε ἀπολύτως ὑγιής!
Ὅταν ἡ θαυμαστή αὐτή ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ στή ζωή της ἔγινε γνωστή, ὅλων ἡ σκέψη πῆγε στή Μάτουσκα Ἑλένα τοῦ Τσίν. Ἐπισκεπτόμενη ἡ Ὄλγα τό ἡσυχαστήριο ἀναγνώρισε στό πρόσωπο τῆς μακαρίας τήν ἄγνωστη Μοναχή πού τήν θεράπευσε! Ἐκεῖ ἡ Ὁσία τῆς μίλησε γιά τά σατανικά δεσμά τῆς μαγείας, μέ τά ὁποῖα - κατά παραχώρησιν Θεοῦ - εἶχε «δεθεῖ». «Μήν ζητήσεις νά μάθεις ποιός εἶναι ὁ ὑπεύθυνος - τῆς τόνισε – διότι τότε θά πεθάνεις ἀπό τήν λύπη σου»!
Ἡ μακαρία ἀσκήτρια τοῦ Τσίν, χωρίς νά γνωρίζει τήν οἰκογένεια, «εἶδε» μέ τήν χάρι τοῦ Θεοῦ τό πρόβλημα τῆς Ὄλγας, προσευχήθηκε καί νήστεψε γι’ αὐτήν, τῆς διάβασε τό Ἱερό Εὐαγγέλιο καί στήν τρίτη ἀνάγνωση ὁ Θεός θαυματούργησε καί ἡ ἀσθενής θεραπεύθηκε, μέ τόν συγκλονιστικό τρόπο πού ἀναφέρθηκε προηγουμένως.
Ὡς πρόσφυγας ἀπό τήν τέως Σοβιετική Ἕνωση ἡ θεραπευθεῖσα Ὄλγα ἐγκαταστάθηκε στό Μενίδι. Ἔφερε μαζί της ἀπό τόν Καύκασο τήν εἰκόνα τῆς Δεήσεως (πού ἀναφέρθηκε προηγουμένως), ἕνα ράσο τῆς Ὁσίας, τό θαυματουργό της Ἁγίασμα, τό λάδι μέ τό ὁποῖο ἔχριε τούς ἀσθενεῖς καί τίς πολύτιμες ἀναμνήσεις της γιά τήν ἁγία ἀσκήτρια τοῦ Τσίν.
Ἡ συμφιλίωση μέ τήν φύση
«Καρδία ἐλεήμων – διδάσκει ὁ ὅσ. Ἐφραῖμ ὁ Σῦρος – εἶναι καῦσις καρδίας ὑπέρ πάσης τῆς κτίσεως. Ἥγουν ὑπέρ τῶν ἀνθρώπων καί τῶν ὀρνέων καί τῶν ζώων… καί διά τοῦτο καί ὑπέρ τῶν ἀλόγων ζώων εὔχεται… καί ὑπέρ τῶν ἐρπετῶν, ὡς ἐκ τῆς πολλῆς αὐτῆς ἐλεημοσύνης» (Βλαδιμήρου Λόσκυ, «Μυστική Θεολογία», σελ. 105).
Ὁ Ἅγιος ἔχει «καρδίαν ἐλεήμονα» καί ἀγάπη πρός τά δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ. Καί ἡ νηστεία κάνει τό σῶμα «διάφανο καί ἀνάλαφρο, ὅμοιο μέ τό σῶμα τοῦ Ἀδάμ πρίν τήν πτώση». Ἔτσι τά ζῶα «ὀσφραίνονται πάνω του αὐτή τήν καλή μυρωδιά τοῦ Ἀδάμ» (Εἰρ. Γκοραϊνωφ, «Ὁ ἅγ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ», σελ. 67).
Στήν ἀσκητική παλαίστρα τῆς Παλαιστίνης ὁ ὅσ. Γεράσιμος ὁ Ἰορδανίτης (4ος αἰ.) ἔχει φίλο ἕνα λιοντάρι! Ὁ ὅσ. Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος (4ος αἰ.) δέχθηκε τήν εὐγνωμοσύνη μιᾶς ὕαινας, τῆς ὀποίας θεράπευσε τό μικρό! Τόν ὅσ. Ζωσιμᾶ βοηθοῦν νά κηδεύσει τό σῶμα τῆς ὁσ. Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας λιοντάρια! Στή Βρεττανία ὁ ἅγ. Νέκταν ὕψωσε τά χέρια του σέ προσευχή καί ἕνα πουλί γέννησε τά ἀβγά του στή φούχτα του! Ὑπομονετικά ὁ Ἅγιος δέν κατέβασε τό χέρι του, μέχρι πού ἐκολαύθηκαν οἱ νεοσοί! Ὁ ὅσ. Παῦλος τῆς Ὀμπνόρας (+ 1429), ἀσκήθηκε γιά χρόνια στήν κουφάλα μιᾶς φλαμουριᾶς, τριγυρισμένος ἀπό ἄγρια ζῶα! Ὁ ὅσ. Δημήτριος ὁ Μπασαράμπης πάτησε ὅταν ἦταν παιδί κατά λάθος μία φωλιά πουλιῶν. Γιά νά τιμωρήσει τόν ἑαυτό του περπατοῦσε τρία χρόνια ξυπόλυτος!
Στό Βίο τοῦ ὁσ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ διαβάζουμε γιά τήν φιλία του μέ μία ἀρκούδα, ἡ ὁποία ἔπαιρνε ψωμί ἀπό τό χέρι του καί τοῦ ἔφερνε ἄγριο μέλι! Ἀκόμη καθημερινά «τά μεσάνυκτα, ἀρκοῦδες, λύκοι, λαγοί καί ἀλεποῦδες, καθώς καί ἄλλα ἄγρια ζῶα, σαῦρες καί ἐρπετά, περιτριγύριζαν τό ἐρημητήριο καί ἀφοῦ τελείωνε τίς προσευχές του, σύμφωνα μέ τόν κανόνα τοῦ ἁγ. Παχωμίου, ὁ ἀσκητής ἔβγαινε ἀπό τό κελλί του καί ἄρχιζε νά τά ταϊζει» (Εἰρ. Γκοραϊνωφ αὐτ., σελ. 66). Μία παρόμοια σχέση μέ ἀρκούδα μαρτυρεῖται καί στό Βίο τοῦ ἁγ. Σεργίου τοῦ Ραντονέζ (+ 1392).
Στό Βίο τῆς μακαρίας Ἑλένης μαρτυρεῖται μία παρόμοια εἰρηνική σχέση. Κάποιο βράδυ μία ἀρκούδα οὔρλιαζε λυπητερά ἔξω ἀπό τό ἀσκητήριο τῆς Ὁσίας. Στήν ἀρχή ἡ Μάτουσκα φοβήθηκε, ἀλλά οἱ κραυγές τοῦ ζώου τήν ἀνάγκασαν νά διακόψει τήν ἡσυχία καί τήν προσευχή της. Βγῆκε δειλά καί εἶδε ἔκπληκτη τήν ἀρκούδα νά τῆς δείχνει τό τραυματισμένο της πόδι! Ἡ μακαρία βρῆκε τό θάρρος, πλησίασε τό θηρίο καί περιποιήθηκε τό τραῦμα του!
Μία ἀπό τίς ἑπόμενες ἡμέρες ἡ ἀρκούδα ἐπέστρεψε εἰρηνική, κρατώντας στά μπροστινά της πόδια μια ἀγκαλιά καλαμπόκια. Ἡ Μάτουσκα δέχθηκε τήν ἔμπρακτη εὐχαριστία τοῦ ζώου, ἀλλά ἐπειδή κατάλαβε ὅτι τά εἶχε πάρει ἀπό κάποιο χωράφι, ἀδικώντας τόν ἀνύποπτο χωρικό, «μάλωσε» τήν ἀρκούδα καί τῆς ἔδειξε ἕνα ξυλαράκι, ὑποδεικνύοντας μέ τόν τρόπο αὐτό, ὅτι στό ἐξῆς ἔπρεπε νά τῆς φέρνει ξύλα γιά τήν φωτιά! Ἀπό τότε τό ἄγριο ζῶο ἔφερνε ξύλα, δείχνοντας ἔμπρακτα τήν εὐγνωμοσύνη του πρός τήν Ὁσία!
Ἄλλα θαυμαστά γεγονότα
Πολλοί πιστοί (Μαρία Τριανταφυλλίδου, Δέσποινα Καλαϊτζίδου κ.ἄ.) βεβαιώνουν, ὅτι ἐνῶ ἡ ἀπόσταση ἀπό τά χωρία τους μέχρι τό Τσίν ἦταν πολύ μεγάλη καί ἡ διαδρομή (κυρίως μέσα ἀπό τά βουνά) ἐξαιρετικά κοπιαστική, «ἐν τούτοις» ὅλοι τήν ἔκαναν πολύ εὔκολα καί γρήγορα!
Ἄλλοι βεβαιώνουν, ὅτι τό φαγητό (νηστήσιμο πάντοτε) πού πρόσφερε ἡ Γερόντισσα ἀπό ἕνα μικρό «κατσαρολάκι», ἔφθανε γιά ὅλους καί περίσσευε (μαρτυρία λ.χ. τῆς Χρυσοῦλας Ψαραδέλη γιά τόν πατέρα της, τότε ἔφηβο 15 – 16 ἐτῶν).
Τό 1955, στήν περίοδο τοῦ Ψυχροῦ Πολέμου, μία κρίση στίς σχέσεις Σοβιετικῶν καί Ἀμερικανῶν καί ἡ ἔντονη φημολογία γιά πυρηνική σύγκρουση, προκάλεσε πανικό στόν ἁπλό λαό. Τότε ὁ Χριστόφορος Δαμιανίδης (νέος 18 ἐτῶν), πῆγε μέ ἐντολή τῶν γονέων του νά ρωτήσει τήν Μάτουσκα «ἄν ἔπρεπε νά κρυφτοῦν στά βουνά». «Ὄχι – τοῦ ἀπάντησε ἡ Ὁσία – δέν θά γίνει πόλεμος». «Καί πού θά βγεῖ ἡ κατάστασις;» ρώτησε ὁ νεαρός Χριστόφορος. «Ὁ 8ος Ἡγέτης – προφήτευσε ἡ μακαρία Ἑλένη – θά λέγεται Μιχαήλ. Θά εἶναι νέος καί ὡραῖος. Αὐτός θά ἀλλάξει τήν κατάσταση. Μετά ὅμως θά ἔρθει μεγάλη φτώχεια, ἀλλά τελικά θά ἔρθει καί ἡ εὐημερία»!
Τριάντα χρόνια ἀργότερα ὁ Γκορμπατσώφ, ὁ ὁποῖος ἦταν «νέος» καί «ὡραῖος» (σέ σχέση μέ τούς προηγούμενους Σοβιετικούς Ἡγέτες, τούς ἀποκαλουμένους «δεινοσαύρους») καί 8ος Ἡγέτης τῆς Σοβιετικῆς Ἑνώσεως, μέ τήν πολιτική τῆς «Γκλάσνοτ» καί τῆς «Περεστρόϊκα», προκάλεσε τήν πτώση τοῦ Σοβιετικοῦ καθεστώτος. Ἀκολούθησε ἡ «μεγάλη φτώχεια» τῆς προεδρείας τοῦ Γιέλτσιν καί μετά ἦρθε ἡ ἄνοδος, ἐπί διακυβερνήσεως Πούτιν – Μεντβέντεφ!
Τέλος οἱ εὐσεβεῖς καί ὑπερπολύτεκνοι Νικόλαος καί Ἀγάπη Κωνσταντινίδου, ἐνῶ εἶχαν ἑπτά ἀγόρια, δέν εἶχαν κόρη. Τρία κορίτσια πού εἶχαν γεννηθεῖ, εἶχαν πεθάνει στήν βρεφική τους ἡλικία. Κατέφυγαν γι’ αὐτό στίς προσευχές τῆς μακαρίας Ἑλένης καί ἐκείνη τούς διαβεβαίωσε, ὅτι τό ἑπόμενο παιδί τους θά εἶναι κορίτσι, ζήτησε ὅμως νά τό βαπτίσει ἡ ἴδια καί νά τοῦ δώσει τό ὄνομα τῆς Παναγίας. Τά πράγματα ἔγιναν ὅταν προεῖπε ἡ Μάτουσκα. Ἀργότερα ὁ Χριστόφορος Δαμιανίδης νυμφεύθηκε τήν Μαρία Κωνσταντινίδου.
Ἡ Γερόντισσα καί ἡ Γνησία Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία
Ἡ μακαρία Ἑλένη εἶχε πόθο νά ἔρθει στήν Ἑλλάδα καί νά προσκυνήσει τά σεβάσματα τῆς Ἑλληνικῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλά τήν ἐμπόδιζε ἡ καινοτομία τοῦ Νέου Ἡμερολογίου. Στούς Ποντίους πρόσφυγες πού ἔφευγαν ἀπό τήν Γεωργία γιά τήν Ἑλλάδα καί συνήθως περνοῦσαν νά πάρουν τήν εὐχή της, συνιστοῦσε προσοχή. «Στήν Ἑλλάδα – τούς ἔλεγε - ὑπάρχει τό Νέο Ἡμερολόγιο. Νά μήν πηγαίνετε στίς ἐκκλησίες πού τό ἀκολουθοῦν».
Στίς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ ’70 εἶπε χαρακτηριστικά σέ Χριστιανούς πού σήμερα κατοικοῦν στήν περιοχή τοῦ Ἀσπροπύργου: «Καί στό παλαιό ἡμερολόγιο νά εἶστε προσεκτικοί, διότι μόνο τέσσερεις Ἐπίσκοποι εἶναι γνήσιοι καί κανονικοί»!
Τήν ἐποχή ἐκείνη – μετά τήν κοίμηση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Ἀγαθαγγέλου (+ 1967) καί πρίν τίς ἐπισκοπικές χειροτονίες τοῦ 1973 – οἱ Ἀρχιερεῖς τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἦσαν πέντε: Ὁ τότε Πατρῶν καί ἔπειτα Ἀρχιεπίσκοπος Ἀνδρέας (+ 2005), ὁ Θεσσαλονίκης Δημήτριος (+ 1976), ὁ Κορινθίας Κάλλιστος (1977, + 1985), ὁ Τρίκκης καί Σταγῶν Βησσαρίων (+ 1977) καί ὁ Μεσσηνίας Γνηρόριος (1995, + 2009). Ὁ προφητικός ὀφθαλμός τῆς μακαρίας Ἑλένης προεῖδε τήν πτώση τοῦ Κορινθίας Καλλίστου (προσχώρησε στό Φλωρινικό Σχίσμα τό 1977 καί καθαιρέθηκε) ἤ τοῦ Μεσσηνίας Γρηγορίου (ἡγήθηκε τό 1995 τοῦ σχίσματος τῶν 5 Μητροπολιτῶν καί κηρύχθηκε ἔκπτωτος);
Ὁ ἤδη μακαριστός Ποντιακῆς καταγωγῆς Ἱερεύς Γεώργιος Μαυρίδης, εἶχε γνωρίσει προσωπικά τήν γ. Ἑλένη (μέ τίς προσευχές της μάλιστα εἶχε θεραπευθεῖ μία ἀναδεκτή του, ὅπως ἀναφέρθηκε καί προηγουμένως). Ἐρχόμενος στήν Ἑλλάδα στή δεκαετία τοῦ ’60, μέ συγκεκριμένες ὁδηγίες ἀπό τήν Μάτουσκα, γιά «νά βρεῖ τήν Γνησία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία», ἄρχισε νά ψάχνει καί τελικά τήν βρῆκε (μέσῳ τοῦ τότε Ἱερομονάχου καί ἔπειτα Μητροπ. Γ.Ο.Χ. Βεροίας Ταρασίου), ἐφημέρευσε δέ στό Ναό Παναγίας Γοργοϋπηκόου Λιτοχώρου Πιερίας.
Μέ τήν ὁσ. Ἑλένη συνδέοταν ἀκόμη καί ἡ μακαριστή Γερόντισσα Εὐαγγελία, Ποντιακῆς καταγωγῆς, πρώτη Ἡγουμένη καί κτιτόρισσα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς ἁγ. Σπυρίδωνος Τριανταφυλλιᾶς Σερρῶν, ἡ ὁποία ἐντάχθηκε στή Γνησία Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος μέ σύσταση τῆς Ὁσίας, ἤδη ἀπό τήν ἵδρυσή της.
Συγκλονιστική εἶναι ἡ μαρτυρία τῆς Μαρίας Ὑφαντίδου, ἡ ὁποία ἦρθε στήν Ἑλλάδα ἀπό τήν τότε Σοβιετική Ἕνωση τό 1968 καί ἐγκαταστάθηκε στή Δραπετσῶνα Πειραιῶς. Τήν τέταρτη ἡμέρα ἀπό τήν ἐγκατάστασή της, ἐνῶ ἔκανε τήν πρωϊνή της προσευχή, εἶδε κάτω ἀπό τήν πόρτα τοῦ μοναδικοῦ δωματίου πού ἀποτελοῦσε τήν κατοικία της ἕναν ἄσπρο φάκελλο. (Εἶναι ἄξιο σημειώσεως, ὅτι ἡ οἰκογένεια ἦταν ἀκόμη ἐντελῶς ἄγνωστη στήν περιοχή). Ὁ φάκελλος δέν εἶχε διεύθυνση ἀποστολέα καί παραλήπτη καί περιεῖχε μία ἐπιστολή τῆς μακαρίας Ἑλένης στά ρωσικά. «Παιδάκι μου - ἔγραφε – τά παιδιά σου καί τά μάτια σου. Νά πηγαίνετε μέ τό παλαιό ἡμερολόγιο καί νά πεῖτε σέ ὅλους νά γυρίσουν μέ τό παλαιό. Ἡ Ἑλλάδα, ἄν γυρίσει μέ τό παλαιό θά θριαμβεύσει, ἀλλιῶς θά χαθεῖ»!
Ψάχνοντας ἡ κ. Ὑφαντίδου βρῆκε τήν πλησιέστερη στό σπίτι της ἐνορία τῆς Γνησίας Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (Ἱ. Ν. ἁγ. Ἀνδρέου Λιπασμάτων) καί ἔδειξε τήν ἐπιστολή στόν ἐφημέριο, ἤδη μακαριστό Ἀρχιμ. Ἰωάσαφ Τσολάκη, ὁ ὁποῖος τῆς συνέστησε νά τήν φυλάξει στά εἰκονίσματα. Ὅμως, λίγες ἡμέρες ἀργότερα, ἡ ἐπιστολή ἐξαφανίστηκε, μέ τήν ἴδιο παράδοξο τρόπο πού εἶχε ἐμφανιστεῖ.
Ἄλλη πιστή, ἐπίσης Ποντιακῆς καταγωγῆς (τά στοιχεῖα της βρίσκονται στό ἀρχεῖο μας), στή δεκαετία τοῦ ’60 - ἐπειδή δέν γνώριζε τόσο τήν ἑλληνική γλῶσσα, ὅσο καί τό πρόβλημα τῶν σχισματικῶν Παλαιοημερολογιτικῶν παρατάξεων – εἶδε τήν Ὁσία ὀφθαλμοφανῶς νά τήν ὁδηγεῖ στόν Ἱ. Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου Καλιθέας (καί μάλιστα πολλές φορές, γιά νά μάθει τήν διαδρομή!) καί νά τῆς συνιστᾶ «νά ἐκκλησιάζεται μόνον ἐκεῖ»!
Οἱ μετά θάνατον μαρτυρίες
Πρός τό τέλος τῆς ζωῆς της ἡ μακαρία Ἑλένη σήκωσε καί τόν σταυρό τῆς διά Χριστόν Σαλότητος, μέ σκοπό νά καλύψει μέ τήν θεληματική μωρία τούς καρπούς τῆς πνευματικῆς της ζωῆς καί τίς δωρεές τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Μεταξύ τῶν ἐτῶν 1957 καί 1959 κοιμήθηκε ἡ κατά σάρκα ἀδελφή καί συνασκήτρια τῆς Ὁσίας Μοναχή Νίνα. Ἔκτοτε ἡ μακαρία Ἑλένη ἔζησε μαζί μέ τήν ὑποτακτική της Μοναχή Αἰκατερίνη. Πάνω ἀπό τόν τάφο τῆς μ. Νίνας ὁ Χριστόφορος Τελιανίδης ὕψωσε μέ τήν εὐλογία τῆς Ὁσίας Ἑλένης ἕνα ἀνοικτό ξύλινο Παρεκκλήσιο, διαμορφώνοντας καί τόν δικό της τάφο.
Ἡ μακαρία Ἑλένη προεῖδε τήν κοιμησή της, ὅπως ὅλοι οἱ Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ, μάλιστα προεῖδε καί τόν μαρτυρικό τρόπο τοῦ θανάτου της. Κάποτε ἡ ὑποτακτική της μ. Αἰκατερίνη ἐπιστρέφοντας ἀπό κάποια ἐργασία, τήν βρῆκε νά κρατάει ἀναμμένο τό κερί τῆς μεγαλοσχημίας της καί νά διαβάζει τήν Ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως! Αὐτό ἔβαλε σέ σκέψεις τήν μοναχή, διότι κατά τήν Ρωσική παράδοση τό κερί τῆς μεγαλοσχημίας τό ἀνάβουν ὅταν ψυχορραγεῖ ὁ Μεγαλόσχημος Μοναχός! Ἔπειτα, πῶς διάβαζε τήν Θεία Μετάληψη, ἀφοῦ δέν ὑπῆρχε Ἱερέας νά τήν νοινωνήσει;
Τήν νύκτα ἐκείνη ἡ Γερόντισσα δέν κοιμήθηκε, ἀλλά ἔκανε προσευχή μέχρι τό πρωΐ. Ὅταν ξημέρωσε κάλεσε τήν ὑποτακτική της καί τῆς εἶπε: «Παλαιότερα, οἱ Ἄγγελοι ἔρχονταν στήν ἔρημο καί κοινωνοῦσαν τούς μοναχούς»! Τότε ἡ μ. Αἰκατερίνη τήν ρώτησε: «Γερόντισσα, ἦρθαν καί σ'σένα οἱ Ἄγγελοι;» «Γιατί πρέπει νά ξέρεις;», ἦταν ἡ αἰνιγματική ἀπάντηση τῆς μακαρίας.
Ἔπειτα ἡ Γερόντισσα πῆρε μία εἰκόνα καί ἄρχισε νά τήν λιτανεύει γύρω ἀπό τό ἀσκητήριο. Ὅταν τελείωσε, τήν ἄφησε στό Παρεκκλήσιο τῶν τάφων! Ἀργότερα εἶπε στήν ὑποτακτική της: «Ὁ Πατέρας ἔχτισε τό σπίτι γιά μένα καί σύντομα θά πάω ἐκεῖ, ἀλλά θά εἶμαι καί ἐδώ, κοντά σας»! Ἄρχισε ἀκόμη καί συζήτηση μέ ἀόρατα πρόσωπα, τούς ληστές πού ἀργότερα τήν σκότωσαν, καί στό τέλος τούς εἶπε: «Ἤρθατε νά μέ σκοτώσετε, ἄντε σκοτώστε με, θά γίνω Μάρτυρας, ὅμως ἐσεῖς θά πᾶτε στήν κόλαση»!
Ὁ μαρτυρικός της θάνατος συνέβη τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1975, ὅταν ληστές τήν σκότωσαν καί πέταξαν τό Λείψανό της στό ποτάμι. Τό βρῆκε ἡ ὑποτακτική της μ. Αἰκατερίνη καί κάτοικοι ἀπό τό χωριό Γεωργιεύκα. Τό Ὁσιομαρτυρικό της Λείψανο ἐκτέθηκε σέ προσκύνηση γιά μία ἑβδομάδα (κατά τήν ὁποία δέν παρουσίασε σημεῖα φθορᾶς) καί μετά ἐνταφιάστηκε στόν προκαθορισμένο τόπο.
Μία συγκλονιστή μαρτυρία σχετικά μέ τήν κοίμησή της μαρτυρεῖται ἀπό τόν π. Λουκᾶ Πανίδη. Εὐσεβής γερόντισσα τῆς ἐνορίας ἁγ. Δημητρίου Ἀχαρνῶν, Ποντιακῆς καταγωγῆς (ἡ ὁποία κοιμήθηκε πρίν τό 2000), ἐνῶ βάδιζε μέσα στή χαράδρα τοῦ Τσίν κατευθυνόμενη πρός τό ἐρημητήριο, χωρίς νά ἔχει πληροφορηθεῖ τήν ἐκδημία τῆς μακαρίας, τήν εἶδε νά ἔρχεται πρός τό μέρος της μέσα σέ ἕνα ὑπερκόσμιο φῶς καί πίσω της νά ἀστράφτουν «πύλες χρυσές μιᾶς οὐράνιας πολιτείας»! «Ἐπί τέλους – τῆς εἶπε – νικήθηκε ὁ διάβολος»!
Ἡ Κυριακή Δαμιανίδου πού ἐπισκέθηκε τό ἐρημητήριο τοῦ Τσίν τό 1982, βρῆκε ὑψωμένο πάνω ἀπό τόν τάφο τῶν ἀσκητριῶν ἀδελφῶν, τό ρωσικοῦ τύπου ἀνοικτό ξύλινο παρεκκλήσιο πού εἶχε ὑψώσει ὁ Χριστόφορος Τελιανίδης. Ἐκεῖ ἡ μακαρία Ἑλένη εἶναι ἁγιογραφημένη μέ φωτοστέφανο καί συνεχίζει νά δέχεται τόν πόνο καί τά αἰτήματα τῶν ἀνθρώπων.
Τό 1990 ὁ Χριστόφορος Δαμιανίδης ἐπισκέφθηκε τό ἀσκητήριο καί βρῆκε νά διακονεῖται ἀπό τόν ἐρημίτη Μοναχό Βόριδα. (Ὁ π. Βόρις ἦταν Ρωσικῆς καταγωγῆς, πρώην ἀξιωματικός τοῦ Σοβιετικοῦ Στρατοῦ. Μέσα στή λαίλαπα τοῦ Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ὑποσχέθηκε στήν Παναγία ἄν ἐπιζήσει νά γίνει μοναχός. Τήν Μάτουσκα γνώρισε λίγο πρίν τήν κοίμησή της καί ἐγκαταστάθηκε στό ἀσκητήριο μετά τήν κοίμησή της).
Στόν ἁπλό, χωμάτινο τάφο τῆς Ὁσίας, ὁ Θεός παραχωρεῖ ἕνα ἐξαίσιο γεγονός: Τό χῶμα τοῦ τάφου εἶναι νωπό ἀπό ἕνα εὐωδιαστό ἐλαιῶδες μῦρο, τό ὁποῖο - κυρίως κατά τίς νυκτερινές ὧρες - ἀρωματίζει τήν ἀτμόσφαιρα τῆς περιοχῆς! Ἀπό αὐτό προκύπτει, ὅτι ἡ ὁσ. Ἑλένη ἀναδείχθηκε μετά θάνατον μυροβλύτης! Ἀκόμη, εἶναι πολύ πιθανόν τό Λείψανό της νά παραμένει ἀδιάφθορο, διότι σέ «κατ’ ὄναρ» ἐμφάνισή της στόν κηδευτή της (πού σήμερα ζῆ στόν Ἀσπρόπυργο) τοῦ εἶπε! «Νά μέ βγάλετε, διότι τό λάδι ἔχει φθάσει στά μάτια μου»!
Ἐπίλογος
Ἡ ὁσιομ. Ἑλένη τοῦ Καύκασου, ἡ Θαυματουργός καί Μυροβλύτης, ἀποτελεῖ τό πλέον πρόσφατο παράδειγμα ὁσιακῆς ἁγιότητος τῆς μαρτυρικῆς Ἐκκλησίας τῶν Κατακομβῶν. Εἶναι ὁ τελευταῖος γνωστός κρῖκος μιᾶς χρυσῆς ἁλυσίδας ἁγίων καί ὁσίων μορφῶν (Ὁμολογητῶν Ἱεραρχῶν, Ἱερομαρτύρων Κληρικῶν, ἀγωνιστῶν μοναχῶν καί λαϊκῶν), οἱ ὁποῖοι ἀγωνίσθηκαν κάτω ἀπό τό στυγνό ἀθεϊστικό καθεστώς, διωκόμενοι γιά τήν πίστι τους στό Θεό καί τήν ἐπιθυμία τους γιά μία ἐλεύθερη ἀπό τά δεσμά τοῦ ἀθεϊστικοῦ κράτους Ἐκκλησία.
Οἱ Γνήσιοι Ὀρθόδοξοι αὐτοί Χριστιανοί, κατέθεσαν τήν μαρτυρία τους καί ὁμολόγησαν ἔμπρακτα τήν πίστι τους, ἄλλοι «αἱματηρῶς» σέ στρατόπεδα συγκεντρώσεως, φυλακές καί ψυχιατρικές κλινικές, ἄλλοι «ἀναιμάκτως» μέσα στή χλεύη καί τήν περιθωριοποίηση τῆς ἀθεϊστικῆς Σοβιετικῆς κοινωνίας καί ἄλλοι «ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καί ὄρεσι καί σπηλαίοις καί ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς» (Ἑβρ. 11, 38). Στούς τελευταίους ἀνῆκει καί ἡ ὁσιομ. Ἑλένη, ἡ ὁποία ἔζησε βίο ἐρημητικό καί ἡσυχαστικό γιά διάστημα 54 ἐτῶν στή χαράδρα τοῦ Τσίν.
Ἐδῶ στήν Ἑλλάδα χιλιάδες Ἑλληνοπόντιοι πρόσφυγες ἀπό τήν τέως Σοβιετική Ἕνωση, ἀλλά καί στόν μακρυνό Καύκασο ἐκεῖνοι πού ἔμειναν πίσω, μαζί μέ τούς ἐντοπίους πιστούς, ὅλοι αὐτόπτες καί αὐτήκοι μάρτυρες τῶν σημείων τῆς ἁγιότητάς της, διατηροῦν τήν μνήμη της ζωντανή καί ὁμολογοῦν τήν παρρησία της πρός τόν Θεό, ἡ ὁποία ἐκδηλώνεται καί μετά θάνατον μέ τό μῦρο τοῦ τάφου της καί τό συνεχιζόμενο χάρισμα τῶν ἰαμάτων, κυρίως ψυχικῶν νόσων.
Αὐτῆς ἁγίαις Πρεσβείαις Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ὁ Θεός, ἐλέησον καί σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου