ΑΔΙΑΦΘΟΡΟΙ ΑΓΙΟΙ (Ι - Μ)
Καθηγητοῦ Ἀντωνίου Μάρκου
Μάρτυρας Ἴα τῆς Περσίας (4ος αἰ.)
Ἡ Μάρτυς Ἴα (Βιολέτα) σέ μεγάλη ἡλικία συνελήφθη ἀπό τούς Πέρσες, κατά τήν κατάληψη τῆς πόλεως Βεθζαβδαί στόν ποταμό Τίγρη, τό 362, ἀπό τόν Σαπώρ Β'. Στήν πόλι Βεθχουζᾶ πού ἐγκαταστάθηκαν οἱ αἰχμάλωτοι, ἡ Ἁγία μετέστρεψε μέ τήν διδασκαλία της στόν Χριστιανισμό πολλούς πυρολάτρες, μέ ἀποτέλεσμα νά καταγγελθεῖ στόν Πέρση Ἡγεμόνα. Ἀπό τούς ἀρχιμάγους βασανίσθηκε μέ τρόπο ἀπάνθρωπο: Τήν "τράβηξαν" μέ σχοινιά, τήν κτύπησαν μέ ἀγκαθωτά κλαδιά ροδιᾶς, τήν κατέκοψαν μέ καλάμια, συνέτριψαν τό σῶμα της σέ πιεστικό μηχάνημα καί τελικά τήν ἀποκεφάλισαν! Τό Λείψανό της ἔμεινε ἄταφο γιά νά καταφαγωθεῖ ἀπό τά ὄρνεα, ἀλλά ὁ Θεός τό βράβευσε μέ ἀφθαρσία.
Δέν εἶναι γνωστό πότε τό ἀδιάφθορο Λείψανό της μεταφέρθηκε στήν ΚΠολη, γιά νά κατατεθεῖ σέ Ναό πού κτίσθηκε πρός τιμή της κοντά στήν Χρυσῆ Πύλη, οὔτε ποιά ἦταν ἡ τύχη του στήν ἱστορική πορεία.
Ἡ μνήμη της τιμᾶται τήν 11η Σεπτεμβρίου.
Ἅγιοι Ἰάκωβος καί Ἰωάννης τοῦ Μενιούγκι Ρωσίας
Ἦσαν ἀδελφοί, γιοί τῶν εὐσεβῶν χωρικῶν Ἰσιδώρου καί Βαρβάρας, καί κατοικοῦσαν στό χωριό Μενιούγκι, τῆς Ἐπισκοπῆς Νόβγκοροντ. Κατά τήν διάρκεια κάποιας ἐπιδρομῆς, ὁ Ἰάκωβος στήν ἡλικία τῶν 3 ἐτῶν καί ὁ Ἰωάννης στήν ἡλικία τῶν 5, φονεύθηκαν ἀπό τούς εἰσβολεῖς. Τά νηπιακά τους Λείψανα ἐνταφιάσθηκαν στό κοιμητήριο τοῦ χωριοῦ τους.
Μεταξύ τῶν ἐτῶν 1682 καί 1689, τά Λείψανά τους ἀνακομίσθηκαν ἀδιάφθορα καί κατατέθηκαν στόν ἐνοριακό Ναό τῆς Ἁγίας Τριάδος, στό Μενιούγκι. Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, δέν ὑπάρχουν στοιχεία γιά τήν τύχη τους.
Τιμῶνται τήν 24η Ἰουνίου.
Ὅσιος Ἰάκωβος τοῦ Ζελεζνομπορόφσκ Ρωσίας (+ 1442)
Γεννήθηκε στή Γαλικία, σέ οἰκογένεια βογιάρων. Νέος ἐντάχθηκε στή συνοδεία τοῦ ὁσ. Σεργίου τοῦ Ραντονέζ καί μέ τήν εὐλογία του ἀναχώρησε στό δάσος τοῦ Ζελεζνομπορόφσκ, ὅπου ἔζησε ἐρημητικά καί ἡσυχαστικά. Μέ τήν προσέλευση καί ἀποδοχή μαθητῶν ἵδρυσε στόν χῶρο μονή ἀφιερωμένη στόν Τίμιο Πρόδρομο, στήν ὁποία ἴσχυε τό τυπικό τῆς Λαύρας τῆς Ἁγίας Τριάδος - ἁγ. Σεργίου. Ἐξαιρετικά ταπεινός, μόνο πρός τό τέλος τῆς ζωῆς του δέχθηκε τό ἡγουμενικό ἀξίωμα. Ὅταν τό 1429 ἡ μονή καταστράφηκε ἀπό τούς Τατάρους, ὁ ὅσ. Ἰάκωβος τήν ἀναστήλωσε καί βοήθησε τόν ταλαιπωρημένο ἀπό τήν ἐπιδρομή τοπικό πληθυσμό.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τήν 11η Ἀπριλίου 1442 καί ἐνταφιάσθηκε στό Καθολικό τῆς μονῆς του. Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο τό 1613, ἀλλά μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917 δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη του.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 11η Ἀπριλίου.
Ὅσιος Ἰγνάτιος Ἡγούμενος τῆς Μονῆς Βαθέος Ρύακος (10ος αἰ.)
Ἔζησε στούς χρόνους τῶν Αὐτοκρατόρων Νικηφόρου Β' Φωκᾶ καί Ἰωάννη Α' Τσιμισκή. Μόνασε στήν περίφημη γιά τήν ἀσκητική της ἀκρίβεια Μονή τοῦ Σωτῆρος, τήν ἐπιλεγόμενη "τοῦ Βαθέος Ρύακος" (κοντά στά σημερινά Μουδανιά Μ. Ἀσίας), τῆς ὁποίας ἀναδείχθηκε Ἡγούμενος. Διακρίθηκε γιά τήν ἁγιότητα τοῦ βίου του καί τήν παρρησία του ἀπέναντι στούς ἄδικους Ἄρχοντες.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά στό Ἀργανθώνιο Ὄρος καί ἐνταφιάσθηκε ἐκεῖ. Ἕνα χρόνο μετά τήν κοίμησή του οἱ μοναχοί τῆς Μονῆς του ἀνακόμισαν τό Λείψανό του, τό ὁποῖο βρέθηκε "σῶον καί ὁλόκληρον καί γεμᾶτον ἀπό πνευματικήν εὐωδίαν", καί τό κατέθεσαν στό νάρθηκα τοῦ Ναοῦ τῆς Μονῆς. Σήμερα, μετά τίς μεγάλες ἱστορικές περιπέτειες τῆς περιοχῆς, δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη του.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 27η Σεπτεμβρίου.
Ἅγιος Ἰγνάτιος Μητροπολίτης Γοτθίας καί Καφᾶ (+ 1786)
Γεννήθηκε στήν Κύθνο τῶν Κυκλάδων τό 1710 καί νεώτατος μόνασε στό Ἅγιο Ὄρος, ὅπου δέχθηκε τήν Ἱερωσύνη. Ἐπίσκοπος ἀναδείχθηκε ἀπό τό Πατριαρχεῖο ΚΠόλεως καί τό 1769 διαδέχθηκε τόν ἀποθανόντα Μητροπ. Γεδεών στή Μητρόπολη Γοτθίας καί Καφᾶ, στήν κατεχόμενη ἀπό τούς Τατάρους Κριμαία.
Ἐργάσθηκε γιά τήν στήριξη τοῦ χειμαζομένου ἀπό τήν μουσουλμανική δουλεία ποιμνίου του καί τό 1778 ἡγήθηκε τῆς μεγάλης ἐξόδου 30.000 Ἑλλήνων πρός τήν Ρωσία! Μέ τούς πρόσφυγες πιστούς ἵδρυσε τήν Μαριούπολη (στή σημερινή Οὐκρανία), πρός τιμή τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Γιά τήν δράση του τιμήθηκε ἀπό τήν Αὐτοκράτειρα Αἰκατερίνη Β' τήν Μεγάλη, μέ ἀδαμάντινο ἐγκόλπιο. Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1786 καί ἐνταφιάσθηκε στόν Ναό τοῦ ἁγ. Χαραλάμπους Μαριουπόλεως (τόν πρῶτο ναό πού ἵδρυσε στήν νέα πόλη).
Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο τό 1936, κατά τήν καταστροφή τοῦ Ναοῦ ἀπό τούς Σοβιετικούς, καί διαφυλάχθηκε ἀπό πιστούς. Κατά τόν Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, ὅταν ἄνοιξαν πολλοί ναοί, τό Λείψανο κατατέθηκε στόν Ναό τοῦ ἁγ. Χαραλάμπους. Καταστράφηκε κατά τόν βομβαρισμό τῆς πόλεως ἀπό τούς Γερμανούς, "μαζί μέ τήν Μαριούπολη", ὅπως εἶχε προφητεύσει. Μικρά τμήματά του πού σώθηκαν, κατατέθηκαν ἀπό τούς πιστούς πού τά διέσωσαν, τό 1992, στόν Ναό ἁγ. Νικολάου - Θείας Μεταμορφώσεως Μαριουπόλεως.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 3η Φεβρουαρίου.
Ἅγιος Ἰλαρίων Ἐπίσκοπος Μογλενῶν Μακεδονίας (+ 1164)
Γεννήθηκε στήν περιφέρεια τῶν Μογλενῶν τῆς Μακεδονίας, ἀπό γονεῖς εὐσεβεῖς, μᾶλλον ἀρχοντικῆς Βυζαντινῆς καταγωγῆς (ὅπως προκύπτει ἀπό τήν προσεκτική μελέτη τοῦ Βίου του, τόν ὁποῖο συνέγραψε ὁ ἅγ. Εὐθύμιος Πατριάρχης Τυρνόβου). Ἦταν καρπός προσευχῆς τῶν ἀτέκνων γονέων του πρός τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο.
Σέ ἡλικία 18 ἐτῶν ἔγινε μοναχός σέ ἕνα ἀπό τά μοναστήρια τῆς περιοχῆς καί τόσο πρόκοψε στήν πνευματική ζωή, ὥστε διαδέχθηκε τόν Γέροντά του, μετά τόν θάνατό του, στήν ἡγουμενία. Τό 1134 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Μογλενῶν ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀχρίδος Εὐστάθιο. Ἐργάσθηκε ἱεραποστολικά στήν ἐπαρχία του, διότι ὑπῆρχαν πολλοί ὀπαδοί τῆς αἱρέσεως τῶν Βογομίλων, μέ θαυμαστά ἀποτελέσματα, γιά τά ὁποῖα ὁ Αὐτοκράτορας Μανουήλ Κομνηνός (1143 - 80) τοῦ ἔστειλε συγχαρητήρια ἐπιστολή. Γιά τήν στήριξη τοῦ πνευματικοῦ καί ἱεραποστολικοῦ του ἔργου, ἵδρυσε τήν Μονή τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων (πιστεύεται, ὅτι ἡ θέση τῆς Μονῆς εἶναι τό σημερινό χωριό Πρόμαχοι Ἀριδαίας). Αὐστηρός ἀσκητής ὁ ἵδιος, ἀπό τήν χειροτονία του σέ Ἐπίσκοπο μέχρι τόν θάνατό του (γιά 30, δηλαδή, χρόνια), δέν ἤπιε κρασί!
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1164 καί ἐνταφιάσθηκε στήν Μονή του.
Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο, ὅταν ἐμφανίσθηκε σέ μοναχούς τῆς Μονῆς πού δέν δέχονταν τόν διάδοχό του Ἡγούμενο Πέτρο καί ἄρχισαν νά συμβαίνουν θαύματα. Μάλιστα. Ἀπό τά μάτια τοῦ Ἁγίου ἔρρεε εὐωδέστατο μῦρο!, τό ὁποῖο θαυματουργοῦσε σέ ὁλόκληρη τήν Μακεδονία. Περίπου τό 1200 ἡ πόλη καταλήφθηκε ἀπό τόν Βούλγαρο Τσάρο Ἰωάννη Ἀσσάν, ὁ ὁποῖος τό 1205 μετέφερε τό Λείψανο στό Τύρνοβο. Τό 1230 τό Λείψανο κατατέθηκε στό Ναό τῶν Ἁγίων 40 Μαρτύρων. Μετά τήν Τουρκική κατάκτηση τό Λείψανο παραμελήθηκε καί τελικά μεταφέρθηκε στήν ΚΠολη, ὅπου χάθηκε.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 21η Ὀκτωβρίου· πιθανῶς πρόκειται γιά τήν ἡμερομηνία μεταφορᾶς τοῦ Λειψάνου του στό Τύρνοβο. (Ἀρχιμ. Ἰωήλ Φραγκάκου, "Ὁ ἅγ. Ἰλαρίων Ἐπίσκοπος Μογλενῶν", 1998).
Ἅγιος Ἰννοκέντιος Ἐπίσκοπος Ἰρκούτσκ Σιβηρίας (+ 1731)
Καταγόταν ἀπό τήν παλαιά Ρωσική ἀρχοντική οἰκογένεια τῶν Κουλτσίτσκυ. Γεννήθηκε στό Τσερνίκωφ τό 1680 (ἤ 1682), μόνασε στή Λαύρα τῶν Σπηλαίων καί σπούδασε στή Θεολογική Ἀκαδημία τοῦ Κιέβου. Δίδαξε Φιλοσοφία καί Ἠθική στή Θεολογική Ἀκαδημία τῆς Μόσχας. Τό 1721 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Ἰρκούτσκ καί στάλθηκε στήν Κίνα, γιά τήν ἐνίσχυση τῆς ἐκεῖ Ὀρθοδόξου Ἱεραποστολῆς. Ἐκδιώχθηκε ἀπό τήν Κίνα τό 1727, μέ παρέμβαση τῶν Ἰησουϊτῶν, ὁπότε ἐγκαταστάθηκε στό Ἰρκούτσκ καί ἔδρασε ἱεραποστολικά μεταξύ τῶν παγαγιστικῶν ἰθαγενῶν φυλῶν τῆς Σιβηρίας.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά στήν ἕδρα του τό 1731. Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο τό 1764 καί σήμερα φυλάσσεται στήν ἕδρα του.
Ἡ ἁγιότητά του διακηρύχθηκε Συνοδικά τό 1800.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 9η Φεβρ. καί τήν 26η Νοεμβρίου.
Ὁσία Ἰουλιανή τοῦ Λαζαρόφσκοε Ρωσίας (+ 1604)
Γεννήθηκε σέ οἰκογένεια πλουσίου γαιοκτήμονα, πού ὑπηρετοῦσε στή Ρωσική Αὐλή, κατά τήν βασιλεία Ἰβάν Δ' τοῦ Τρομεροῦ. Κατά τά κρατοῦντα στή Ρωσία τῆς ἐποχῆς της, τήν νύμφευσαν σέ ἡλικία 16 ἐτῶν μέ τόν εὐγενῆ Γεώργιο Ὀσοργίν. Ἡ κατοικία της ἦταν τό κτῆμα Λαζαρόφσκοε, στήν περιοχή τοῦ Μούρωμ, ὅπου ἁγίασε ἀγωνιζομένη στόν κόσμο, σάν νά ἦταν μοναχή σέ μοναστήρι.
Ἀπό παιδί ἦταν ἄνθρωπος τῆς προσευχῆς καί ἐξαιρετικά φιλάνθρωπος. Στό σπίτι τοῦ συζύγου της, ἐπειδή δέν εἶχε δικαίωμα στήν περιουσία του, ἐξοικονομοῦσε χρήματα μέ τό ἐργόχειρό της γιά νά ἐλεεῖ τούς πτωχούς. Μέ τήν βοήθεια μιᾶς πιστῆς ὑπηρέτριας, κάλυπτε κρυφά τίς ἀνάγκες πολλῶν οἰκογενειῶν. Ὅταν δύο ἀπό τά παιδιά της ἀπεβίωσαν ζήτησε ἀπό τόν σύζυγό της τήν ἄδεια νά μονάσει, ἀλλά αὐτός τῆς ἐπέτρεψε ἁπλᾶ νά ζήσει σάν μοναχή στόν κόσμο. Ὅταν μετά ἀπό δέκα χρόνια μοναχικοῦ βίου "κατ' οἶκον" ἀπεβίωσε ὁ σύζυγός της, ἡ μακαρία Ἰουλιανή ἀφιερώθηκε ἀποκλειστικά στή διακονία τοῦ πλησίον. Διέθεσε τήν περιουσία της στούς πτωχούς, ἀπλευθέρωσε τούς δούλους της καί ἀφιερώθηκε ἀκόμη περισσότερο στήν πνευματική ζωή.
Ὅταν κατά τήν βασιλεία τοῦ Βόριδος Γκουντούνωφ, ξέσπασε λιμός στήν Ρωσία καί ἐρήμωσε τήν χώρα γιά τρία χρόνια (1601 - 1603), λιμός κατά τόν ὁποῖο σημειώθηκαν καί περιπτώσεις κανιβαλισμοῦ! ἡ Ἁγία διέθεσε ὅσα ὑπάρχοντα τῆς εἶχαν ἀπομείνει καί μέ τήν προσευχή της γλύκανε τήν γεύση πικρῶν χορταρικῶν, τά ὁποῖα χρησιμοποιοῦσε γιά νά φτιάξει ψωμί!
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1604. Τό 1614, ἐπειδή ὁ τάφος της ἀνέβλυζε μῦρο! ἀκανομίσθηκε τό Λείψανό της καί βρέθηκε ἀδιάφθορο. Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύψη του. Ἡ ἁγιότητά της διακηρύχθηκε ἀπό τό Πατριαρχεῖο Μόσχας τό 1988, μέ τήν εὐκαιρία τῆς Χιλιετηρίδος τοῦ Βαπτίσματος τῶν Ρώσων.
Ἡ μνήμη της τιμᾶται τήν 2α Ἰανουαρίου.
Ἁγία Ἰουλιανή ἡ Παρθένος
Τόν 17ο αἰ., ἀπό μοναχούς τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου πού ἄνοιγαν ἕναν τάφο (κοντά στό Παρεκκλήσιο τοῦ Τιμίου Προδρόμου), βρέθηκε τό ἀδιάφθορο Λείψανο μιᾶς νεαρῆς κόρης. Μία ἀργυρή ἐπιγραφή στό ξύλινο φέρετρο πληροφοροῦσε ὅτι ἦταν ἡ "Πριγκίπισσα Ἰουλιανή Ὀλσάνσκυ, θυγατέρα τοῦ Πρίγκιπα Γρηγορίου Ὀλσάνσκυ", ἡ ὁποία "κοιμήθηκε παρθένος στό 16ο ἔτος ἀπό τήν γέννησή της". Τό Λείψανο, τό ὁποῖο ἔφερε κοσμήματα καί πολύτιμα ἐνδύματα, ἀνακομίσθηκε ἀπό τούς μοναχούς στόν Ναό, χωρίς κανείς νά ἀσχοληθεῖ περισσότερο μέ αὐτό.
Ὅταν Μητροπολίτης Κιέβου ἦταν ὁ Πέτρος Μογγίλας (+ 1647), ἡ Ἁγία ἐμφανίσθηκε σέ ὅραμα καί τοῦ εἶπε: "Γιατί, Πανιερώτατε, ἐπιτρέπεις νά δείχνουν τόση ἀσέβεια στό παρθενικό μου σῶμα; Ὁ Κύριος τό δόξασε μέ ἀφθαρσία, ἀλλά οἱ μοναχοί τῆς Λαύρας ἀπό ὀλιγοπιστία τό ἔχουν ἐγκαταλείψει σέ μία γωνία τῆς ἐκκλησίας καί δέν τοῦ ἀπονέμουν τήν τιμή πού πρέπει σέ Ἅγια Λείψανα. Ὥς πότε θά τό ἀνέχεσαι;" ("Πατερικόν τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου", ἔκδοσις Μονῆς Παρακλήτου, 1990, σελ. 293).
Μετά τήν θαυμαστή αὐτή ἐμφάνιση ὁ Μητροπολίτης Πέτρος ἔδωσε ἐντολή νά κατασκευασθεῖ μία Λειψανοθήκη καί ὁ ἴδιος τοποθέτησε πανηγυρικά τό Λείψανο σέ περίοπτη θέση.
Μεταξύ τῶν θαυμάτων τῆς ἁγ. Ἰουλιανῆς ἀναφέρονται ὁ κακός θάνατος μέσα στόν Ναό τοῦ αἱρετικοῦ Βασιλείου, ὁ ὁποῖος τόλμησε νά κλέψει ἕνα δακτυλίδι ἀπό τό ἄφθαρτο χέρι τῆς Ἁγίας (ὅταν Ἡγούμενος ἦταν ὁ Ἐλισσαῖος Πλετενέτσκυ) καί ἡ ἐμφάνισή της στόν Ἡγούμενο τῆς Μονῆς τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ ἀρχιμ. Θεοδόσιο Σαφόνοβιτς, ὁ ὁποῖος εἶχε ἀμελήσει νά προσκυνήσει τό Λείψανό της.
Ἡ μνήμη της τιμᾶται τήν 6η Ἰουλίου καί τήν 10η Ὀκτωβρίου, κατά τήν Σύναξη τῶν Ἁγίων τῆς Βολυνίας.
Ὅσιος Ἰωακείμ τῶν Νοτενῶν Ἀχαϊας (16ος - 17ος αἰ.)
Γιά τήν καταγωγή καί τήν οἰκογένειά του δέν ὑπάρχουν πολλές πληροφορίες. Εἶναι γνωστό, ὅτι γεννήθηκε στά τέλη τοῦ 16ου αἰ., στό χωριό Σκιαδᾶς Ἀχαϊας. Νέος στήν ἡλικία, ὅταν οἱ γονεῖς του τόν πίεσαν νά νυμφευθεῖ, ἔφυγε ἀπό τό πατρικό του καί ἔγινε μοναχός, ἄγνωστο σέ ποιά μονή. Ἀπό ἐνθύμηση τῆς Μονῆς Κοιμ. Θεοτόκου Νοτενῶν Δίβρης Ἡλείας (ὅπου φυλάσσεται θαυματουργή Εἰκόνα τῆς Παναγίας, κατά τήν παράδοση ἔργο τοῦ Εὐαγγ. Λουκᾶ), προκύπτει ὅτι ὁ Ἅγιος, ἤδη Ἱερεύς, κοινοβίασε ἐκεῖ καί ἀναδείχθηκε Ἡγούμενος, ἀνήγειρε μάλιστα καί τό ὑπάρχον Καθολικό.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τόν 17ο αἰ., σέ σπήλαιο παρακείμενο τῆς Μονῆς, ὅπου ἐγκαταβίωσε μετά τήν παραίτησή του ἀπό τήν ἡγουμενεία. Μάλιστα, γιά νά ὑποπιάζει τόν ἑαυτό του, ἔφραξε τήν εἴσοδο τοῦ σπηλαίου μέ πέτρες πού μετέφερε μέ κόπο ἀπό τόν ποταμό καί ὄχι μέ ἐκείνες πού ἄφθονες ὑπῆρχαν γύρω ἀπό τό σπήλαιο!
Μία δεκαετία μετά τόν θάνατό του ἐμφανίσθηκε "ἐν ὁράματι" στόν τότε Πατριάρχη ΚΠόλεως καί τοῦ ζήτησε τήν ἀνακομιδή τοῦ Λειψάνου του, τήν ὁποία διενήργησε ὁ τότε Μητροπολίτης Παλαιῶν Πατρῶν. Κατά τήν ἀνακομιδή τό Λείψανο βρέθηκε ἀδιάφθορο, "σῶον καί ἄφθαρτον καί πλῆρες οὐρανίου εὐωδίας"! καί κατατέθηκε στό Καθολικό. Δέν εἶναι γνωστό πότε καί κάτω ἀπό ποιές συνθήκες διαλύθηκε, σέ κάποια ἀπό τίς ἱστορικές περιπέτειες τῆς Μονῆς πάντως, ἡ τιμία Κάρα μαζί μέ ἄλλα κειμήλια χάθηκε. Σήμερα στή Μονή Νοτενῶν σώζονται εὐωδιάζοντα τμήματα τοῦ Ἱεροῦ Λειψάνου.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 3η Ἰουλίου.
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος καί Βαπτιστής
Ὁ μεγαλύτερος τῶν Προφητῶν Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης. "Ἀνεδείχθη γάρ καί Προφητῶν σεβασμιώτερος, ὅτι καί ἐν ρύθροις βαπτῖσαι κατηξιώθη τόν κηρυττόμενον".
Κατά τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἦταν καρπός προσευχῆς τῶν δικαίων γονέων του, τοῦ Ἱερέως καί Προφήτου Ζαχαρία καί τῆς ἁγ. Ἐλισσάβετ, "γεννηθείς διά θείας ἐπαγγελίας καί ὑποσχέσεως". Πρίν τήν γέννησή του, προσκύνησε "διά σκιρτήματος ἐν τῇ κοιλίᾳ τῆς μητρός αὐτοῦ", τόν κυοφορούμενο Χριστό, κατά τήν συνάντηση τῆς Παρθένου Μαρίας μέ τήν ἐξαδέλφη της Ἐλισσάβετ, στήν Ὀρεινή τῆς Ἰουδαίας· καί κατά τήν γέννησή του ἔλυσε τήν ἀφωνία τοῦ πατέρα του!
Κατά τόν διωγμό τοῦ Ἡρώδη καί τήν σφαγή τῶν 14.000 Νηπίων, ἡ μητέρα του διέφυγε στήν ἔρημο, μαζί μέ τόν μικρό Ἰωάννη. Ἐκεῖ ὁ Ἰωάννης ἔζησε μέχρι τό 30ό ἔτος τῆς ζωῆς του, ντυμένος μέ τρίχες καμήλου καί τρεφόμενος μέ μέλι ἄγριο καί ἀκρίδες (βλαστάρια τῶν φυτῶν). Προετοίμασε τήν ἐμφάνιση καί τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ, μέ τό κήρυγμα "μετανοεῖτε, ἤγγικε γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν" καί Τόν βάπτισε στόν ποταμό Ἰορδάνη.
Ὁπλισμένος μέ τά προσόντα τοῦ ἐπιβλητικοῦ κήρυκα πού καθήλωνε μέ τήν ἐντυπωσιακή του μορφή καί τήν θερμότητα τῶν λόγων του τά πλήθη, κατακεραύνωνε τήν φαρισαϊκή "ἁγιότητα" τῶν συγχρόνων του, ἡ ὁποία πίσω ἀπό τήν τυπολατρεία ἔκρυβε κοινωνικές πληγές καί ἠθική ἀκαθαρσία. Αὐτή ἡ παρρησία τοῦ στοίχισε τήν ζωή του, ἀφοῦ τελειώθηκε μαρτυρικά μέ ἀποκεφαλισμό, ἀπό τόν Τετράρχη τῆς Γαλιλαίας Ἡρώδη, ἐπειδή ἔλεγχε τόν παράνομο δεσμό του μέ τήν σύζυγο τοῦ ἀδελφοῦ του Ἡρωδιάδα.
Τό Λείψανό του κήδευσαν οἱ μαθητές του (Μάρκ. 6, 21 - 29). Δέν εἶναι γνωστό πότε ἀνακομίσθηκε, κατά τήν ἀνακομιδή πάντως βρέθηκε ἀδιάφθορο, ἀφοῦ κατά τόν διωγμό τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτη, κάηκε ὁλόκληρο στήν Σεβαστούπολη. Ἀπό τήν καταστροφή αὐτή διασώθηκαν μόνον τά χέρια του καί βέβαια ἡ τιμία του Κεφαλή, ἐπειδή δέν φυλάσσονταν μαζί μέ τό σῶμα.
Περί τῆς Τιμίας Κεφαλῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου
Κατά τόν Ἱστορικό Δοσίθεο Πατριάρχη Ἱεροσολύμων, ἀδιάφθορη διαφυλάχθηκε καί ἡ Τιμία Κάρα τοῦ Βαπτιστοῦ.
Γιά πρώτη φορά ἡ Κάρα βρέθηκε στά Ἀνάκτορα τοῦ Ἡρώδη ἀπό δύο μοναχούς, "δι' ἐπιφανείας καί ἀποκαλύψεως τοῦ ἰδίου τοῦ Βαπτιστοῦ" καί μεταφέρθηκε στήν Ἔμεσσα τῆς Συρίας, ὅπου ἀλληλοδιαδόχως ἔφθασε στά χέρια τοῦ Ἀρειανοῦ Ἱερομονάχου Εὐσταθίου.
Γιά δεύτερη φορά ἡ Κάρα βρέθηκε κρυμμένη σέ σπήλαιο, "ἐντός ὑδρίας", καί ἀνακομίσθηκε στήν ΚΠολη, ὅπου κατατέθηκε στόν πρός τιμή τοῦ Προδρόμου Ναό, στό Ἕβδομο.
Γιά τήν τρίτη Εὕρεση τῆς Κάρας δέν σώθηκαν ἰδιαίτερες λεπτομέρειες. Εἶναι γνωστό μόνο, ὅτι βρέθηκε στά Κόμμανα τῆς Καππαδοκίας, "ὑπό τινος Ἱερέως, ἐντός ἀργυροῦ ἀγγείου καί εἰς τόπον ἱερόν" καί ἀπό ἐκεῖ ἀνακομίσθηκε καί πάλι στήν ΚΠολη.
Ἀπό Ἐγκώμιο τό ὁποῖο ἔγραψε ὁ ὅσ. Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, πιθανολογεῖται ὅτι ἴσως ὑπῆρχε στή Μονή τοῦ Στουδίου μέρος ἤ καί ὅλη ἡ ἁγία Κάρα. Στήν ἱστορική συνέχεια ἡ Κάρα διαφυλάχθηκε στή Βλαχία (ἄγνωστο ἀπό ποιόν καί πότε δωρήθηκε), διότι τόν 16ο αἰ. μέρος της δωρήθηκε στή Μονή Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους, ἀπό τόν Ἡγεμόνα τῆς Βλαχίας Νεάγκο Μπασαράμπη (1512 - 1521), ὁ ὁποῖος πλήρωσε καί τήν δαπάνη κατασκευῆς τῆς χρυσῆς λειψανοθήκης της. Τό 1765, ἐνῶ Διονυσιάτες μοναχοί τήν μετέφεραν στό μετόχι τους στό νησί τοῦ ἁγ. Εὐστρατίου, γιά τήν σωτηρία τῶν κτημάτων ἀπό καταστροφική ἀκρίδα, τό πλοῖο τους λαφυραγωγήθηκε ἀπό πειρατές καί ἡ Προδρομική Κάρα κατέλειξε στό Μεγάλο Τζαμί τῆς Δαμασκοῦ, ὅπου φυλάσσεται σέ εἰδικό κουβούκλιο. (Σωτ. Ν. Καδᾶ, "Ἡ Ἱερά Μονή ἁγ. Διονυσίου - Προσκυνηματικός Ὁδηγός - Ἱστορία - Τέχνη - Κειμήλια", 2002, σελ. 130).
Ἄλλο μέρος τῆς Κάρας διαφυλάχθηκε στή Μονή Καλούτι τῆς Βλαχίας (Μετόχιο τοῦ Παναγίου Τάφου). Τό τμῆμα ἐκεῖνο "ἔνεκα τῶν περιστάσεων", μετέφερε στά Ἱεροσόλυμα ὁ Πατριάρχης Δοσίθεος, χωρίς νά εἶναι γνωστό πού βρίσκεται σήμερα. Ὁ ἴδιος γράφει στήν Ἱστορία του: "Ἀπεδημήσαμεν ἀπό ΚΠόλεως εἰς Βλαχομπογδανίαν, ὅτε καί τά Μοναστήρια Καλούη καί Οὐγκρέη ἐλάβομεν· ἐν δέ τῷ Καλούῃ μοναστηρίῳ, ἦν μέρος τῆς Τιμίας Κάρας τοῦ Προδρόμου, ὅπερ - τό ἀμφίβολον τοῦ τόπου κατανοήσαντες - ἀνηνέγκαμεν εἰς Ἱερουσαλήμ" (σελ. 1216).
Γιά τήν Ἱστορία πρέπει νά ἀναφέρουμε, ὅτι μετά τίς Σταυροφορίες ἐμφανίσθηκε στή Δύση κάρα πού ἀποδόθηκε στόν Τίμιο Πρόδρομο, γιά τήν διαφύλαξή της μάλιστα κτίσθηκε ὁ Καθεδρικός Ναός τῆς Ἀμμιένης, ὁ μεγαλύτερος Γοτθικοῦ ρυθμοῦ Ναός τῆς Εὐρώπης.
Περί τῶν χειρῶν τοῦ Τιμίου Προδρόμου
Ἡ ἀδιάφθορη δεξιά τοῦ ἁγ. Ἰωάννη ὑπέστη καί αὐτή ἀνάλογες μέ τήν Κάρα ἱστορικές περιπέτειες. Κατά τήν συναξαριστική παράδοση τήν δεξιά τοῦ Προδρόμου ἔλαβε ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς καί τήν κατέθεσε στήν πατρίδα του Ἀντιόχεια. Μεταφέρθηκε στήν ΚΠολη κατά τήν βασιλεία τῶν Αὐτοκρατόρων Κωνσταντίνου Ζ' καί Ρωμανοῦ Β'.
Τό 1403, ὁ Ρούϊ Γκονζάλες Ντέ Καλβίχο (Ἰσπανός ἀπεσταλμένος στήν Αὐλή τοῦ Ταμερλάνου), τήν προσκύνησε στήν Μονή Περιβλέπτου ΚΠόλεως (κτίσμα Ρωμανοῦ Γ, 1031 - 1034). "Ἦταν τό δεξί του χέρι - γράφει - ἀπό τόν ἀγκῶνα ὡς τήν παλάμη, πολύ γερό καί νωπό, ἄν καί λένε πώς ὅλο τό σῶμα τοῦ εὐλογημένου Ἰωάννη στέγνωσε, ἐκτός ἀπό τό δάκτυλο τοῦ δεξιοῦ του χεριοῦ, μέ τό ὁποῖο ἔδειξε ὅταν εἶπε, "ἰδού ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ". Καί τό χέρι αὐτό ἔμοιαζε νά εἶναι ζωντανό· ἦταν πλαισιομένο ἀπό ἕνα λεπτό χρυσό σύρμα, ἔλειπε ὅμως τό μεγάλο δάκτυλο». (Ρούϊ Γκονζάλες Ντέ Καλβίχο, "Ταξείδι στήν Αὐλή τοῦ Ταμερλάνου", σελ. 101 - 102· καί Νικ. Κοντάκωφ, "Βυζαντινές Ἐκκλησίες καί μνημεία τῆς ΚΠόλεως", Ὀδησσός 1886, σελ. 69).
Ὁ λόγιος Ἁγιορείτης Γεράσιμος Σμυρνάκης σημειώνει γιά τήν δεξιά τοῦ Ἁγίου, ὅτι, "ἡ χείρ αὕτη ὡς καί ἡ Κάρα τοῦ Τιμίου Προδρόμου, κομισθεῖσαι εἰς ΚΠολιν, ἐπί πέντε ἑκατονταετηρίδας εὑρίσκοντο ἐν τῷ Μοναστηρίῳ τοῦ Πετρίου, κατά δέ τήν Ἅλωσιν τῆς ΚΠόλεως μετά τοῦ Ἀκανθίνου Στεφάνου, τῆς Λόγχης καί τοῦ Σπόγγου, κατετέθησαν ἐν τῷ Σουλτανικῷ Θησαυροφυλακίῳ... Κατά Σεπτέμβριον τοῦ 1482 ὁ Σουλτάνος Βαγιαζήτ συνωμολόγησε συνθήκην μετά τοῦ Μεγάλου Ταξιάρχου τῆς Ρόδου, ἐπί τοῖς ὅροις, ἵνα εἰρήνη κρατῆ κατά ξηράν καί θάλασσαν, ἐμπορική ἐλευθερία, κ.λ.π. - ἔτι δέ μυστικήν συνθήκην ἀφορῶσαν εἰς τόν ἀδελφόν αὐτοῦ Τζέμ, τόν διεκδικοῦντα τόν Θρόνον, δι' ἧς ἀνεδέχετο νά πληρώση 45.000 δουκάτα τῷ Μεγάλῳ Ταξιάρχῃ, ἄν τό Τάγμα αὐτοῦ καθείργνυε τόν Τζέμ. Μαθών δέ ὅτι ὁ Ταξιάρχης ἐξεπλήρωσεν τήν ἀφορῶσαν αὐτόν ὑποχρέωσιν, ἀπέστειλε καί αὐτός - κατά Μάϊον τοῦ 1438 - τό συνομολογηθέν ποσόν τῶν δουκάτων, συγχρόνως δέ βαρυτιμότατον δῶρον ἐντός κυπαρρισίνης θήκης, τήν δεξιάν χεῖρα τοῦ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ, ἐπιμελῶς ἐν σηρικῷ ὑφάσματι ἐνειλημένην". (Γερασίμου Σμυρνάκη, "Τό Ἅγιον Ὄρος", σελ. 511).
Ἡ δεξιά τοῦ Ἁγίου φυλάχθηκε στή Μάλτα, ὅπου ἡ ἕδρα τῶν Ἰωαννιτῶν Ἰπποτῶν, μέχρι τό 1799. Τότε, μέ τήν κατάληψη τῆς νήσου ἀπό τούς Γάλλους, οἱ Ἰππότες στράφηκαν γιά βοήθεια πρός τήν Ρωσία καί τήν 12η Ὀκτωβρίου 1799 πρόσφεραν στόν Τσάρο Παῦλο Α' τεμάχιο τοῦ Τιμίου Ξύλου, τήν Εἰκόνα τῆς Παναγίας Φιλερήμου καί τήν δεξιά τοῦ Προδρόμου. Τά κειμήλια κατατέθηκαν στό Παρεκκλήσιο τοῦ Χειμερινοῦ Ἀνακτόρου. Ἡ Ρωσική Ἐκκλησία ἀπό τό 1800, τιμᾶ τό γεγονός τήν 12η Ὀκτωβρίου. (Βλ. Ἰστοσελίδα "Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἀμερικῆς" - METROPOLIA). Δέν εἶναι γνωστές οἱ συνθῆκες κάτω ἀπό τίς ὁποίες ἡ Προδρομική δεξιά ἔφθασε στήν Μονή Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους.
Ἐπίσης δέν εἶναι γνωστές οἱ συνθῆκες κάτω ἀπό τίς ὁποίες τό κειμήλιο βρέθηκε στήν ΚΠολη. Ἤδη ἀπό το 1878, ὁ Μητροπολίτης πρ. Βελεγράδων Ἰερεμίας ὁ ὁποῖος κοινοβίασε στήν Μονή Διονυσίου, κατέβαλε προσπάθειες γιά τήν ἐπανάκτηση τοῦ κειμηλίου. Στίς ἀρχές τοῦ 19ου αἰ. τό κειμήλιο ἦταν στήν κατοχή τοῦ μυστικοσύμβουλου τῆς Πρωσίας στήν ΚΠολη Ἰωάννη Φραγκόπουλου, ὁ ὁποῖος καί τό εἶχε διακοσμήσει. Ἐπεστράφη στήν Μονή Διονυσίου τήν 10. 3. 1802, χάρις στίς προσπάθειες τοῦ Προηγουμένου Ἰωακείμ Ἁγιοστρατίτη (σέ ἀνάμνηση τελεῖται ἀγρυπνία τήν Δ' Κυριακή τῶν Νηστειῶν).
Στό ἴδιο ἔργο του ὁ Καλβίχο σημείωνει γιά τήν ἐπίσκεψη τῆς Ἰσπανικῆς Ἀποστολῆς στόν Ναό τοῦ Προδρόμου. Πρόκειται γιά Ναό πού ἔκτισε ὁ Θεοδόσιος Α' ὁ Μέγας, κοντά στά Ἀνάκτορα τῶν Βλαχερνῶν. Εἶχε μορφή βαπτιστηρίου καί ἦταν διακοσμημένος μέ ἐξαίρετα ψηφιδωτά. Ὁ ψηλός θόλος του στηριζόταν σέ τέσσερεις κίονες ἀπό πράσινο ἴασπι! Οἱ θύρες του ἦσαν ἀργυρές ἐπιχρυσωμένες! "Κοντά στίς πόρτες - γράφει - βλέπεις τέσσερεις μικρές κολόνες ἀπό ἴασπι, μέ ἀργυρές καί ἐπίχρυσες γραμμές, οἱ ὁποίες συμπλέκονται σέ σχῆμα σταυροῦ μέ πολλά πετράδια"!. Ἐκεῖ φυλάσσονταν ἡ ἀδιάφθορη ἀριστερά τοῦ Ἁγίου. "Τήν ἴδια ἡμέρα - γράφει - μᾶς ἔδειξαν τό ἀριστερό χέρι (ἀπό τόν ὤμο ὡς τήν παλάμη) τοῦ ἁγ. Ἰωάννη τοῦ Βαπτιστή. Εἶχε τόσο στεγνώσει, πού ἔβλεπες μόνο δέρμα καί ὀστά· ἡ ἄρθρωση τοῦ ἀγκῶνα ἦταν ἀπό χρυσό καί πολύτιμα πετράδια" (αὐτ. σελ. 97 - 98). Ἡ Προδρομική ἀριστερά σήμερα σώζεται στό Μουσεῖο τῶν Ἀνακτόρων Τόπ Καπί ΚΠόλεως.
Ἀπό τά Λείψανα τοῦ Τιμίου Προδρόμου σήμερα σώζονται:
· Μέρος τῆς Κάρας του στή Μονή Δοχειαρίου Ἁγίου Ὄρους·
· Μέρος τῆς Κάρας του στό Μεγάλο Τζαμί τῆς Δαμασκοῦ·
· Τό ἐπάνω μέρος τῆς Κάρας του στό Μουσεῖο τῶν Ἀνακτόρων Τόπ Καπί ΚΠόλεως·
· Μέρος τῆς σιαγόνας "μετά τριῶν ὀδόντων" στή Μονή Σταυρονικήτα Ἁγίου Ὄρους·
· Ἡ ἀδιάφθορη δεξιά του στή Μονή Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους·
· Ἡ ἀδιάφθορη ἀριστερά του στό Μουσεῖο τῶν Ἀνακτόρων Τόπ Καπί ΚΠόλεως·
· Μέρος τῆς ἀριστερᾶς στή Μονή Μεγάλου Μετεώρου·
· Δάκτυλος στή Μονή Βατοπεδίου Ἁγίου Ὄρους·
· Ἀπότμημα τῆς ἀριστερᾶς στή Μονή ἁγ. Ἰωάννη Μακρυνοῦ Μεγάρων·
· Ἀποτμήματα στίς Μονές Ἰβήρων, Παντοκράτορος καί ἁγ. Παντελεήμονος Ἁγίου Ὄρους.
Ἀκόμη στήν Μονή Ταξιαρχῶν Αἰγιαλείας σώζεται ἡ "πλεξίδα" του.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τήν Σύλληψη τοῦ Τιμίου Προδρόμου τήν 23η Σεπτεμβρίου, τήν Γέννησή του τήν 24η Ἰουνίου, τήν Ἀποτομή τῆς Κεφαλῆς του τήν 29η Αὐγούστου, τήν Α' καί Β' Εὕρεση τῆς Κεφαλῆς του τήν 24η Φεβρουαρίου, τήν Γ' Εὕρεσή της τήν 25η Μαϊου καί τήν Σύναξη τήν 7η Ἰανουαρίου ("ἐπειδή οὖτος ὑπηρέτησεν εἰς τό Μυστήριον τῆς Βαπτίσεως τοῦ Κυρίου").
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος Ἀρχιεπίσκοπος ΚΠόλεως (+ 407)
Ἕνας τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν καί μεγάλων Πατέρων, ὁ πλέον ἄριστος καί δημοφιλής διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας, μοναδικός σέ πλοῦτο καί σαφήνεια στήν ἐξήγηση τῶν Γραφῶν (χωρίς νά ἔχει ἐφάμιλλο στήν ἑτοιμολογία, τήν ἁπλότητα, ἀλλά καί τήν φλόγα καί τήν δύναμη τῆς ρητορείας)· ρήτορας θαυμαστός, λογοτέχνης ἀπαράμιλλος, ψυχολόγος βαθύς καί διεισδυτικώτατος καί καταπληκτικός κοινωνιολόγος, κατέλειπε ἔργα τά ὁποῖα περιλαμβάνονται στίς χρυσές σελίδες τῆς Χριστιανικῆς καί τῆς παγκόσμιας Γραμματείας.
Γεννήθηκε στήν Ἀντιόχεια καί ἦταν γιός τοῦ Στρατηγοῦ Σεκούνδου καί τῆς περιώνυμης Ἀνθοῦσας, ἡ ὁποία τόν ἀνέθρεψε (νεαρή χήρα 20 ἐτῶν), μέ τόν καλύτερο τρόπο. Σπούδασε πολλές ἐπιστήμες στήν πατρίδα του (κοντά στόν σοφιστή Λιβάνιο), ἀλλά καί στήν Ἀθήνα, μέ συμφοιτητή τόν Μέγα Βασίλειο. Μετά τίς σπουδές του ἀσκήθηκε πέντε χρόνια στήν ἔρημο καί μετά, πιεζόμενος ἀπό τόν ἅγ. Μελέτιο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀντιοχείας, δέχθηκε τήν Ἱερωσύνη. Τήν 15η Δεκεμβρίου 397, ἀναδείχθηκε "ψήφῳ Κλήρου, λαοῦ καί Βασιλέως Ἀρκαδίου" Ἀρχιεπίσκοπος ΚΠόλεως.
Κατά τήν διάρκεια τῆς σύντομης ἀρχιερατείας του ὑπῆρξε ἀδυσώπητος ἐλεγκτής κάθε παρανομίας καί ἔτσι δημιούργησε ἐχθρούς, μέ πρώτη τήν Αὐτοκράτειρα Εὐδοξία. Ἔμεινε στήν Ἱστορία σάν μία ἀπό τίς πλέον μελανές σελίδες της, ἡ συνεργασία Εὐδοξίας, Ἀλεξανδρείας Θεοφίλου καί 36 Ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖοι συγκρότησαν τήν "Σύνοδο" τῆς Δρυός, μέ τήν ὁποία ὁ Ἱερός Πατέρας καθαιρέθηκε καί ἐξορίσθηκε. Κοιμήθηκε ἐξόριστος στήν Κουκουσό τῆς Ἀρμενίας, τό 407.
Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο στήν ΚΠολη τό 438, ἀπό τόν μαθητή του Πατριάρχη ἅγ. Πρόκλο καί τόν Αὐτοκράτορα Θεοδόσιο Β' τόν Μικρό. Σήμερα ἡ Ἀθωνική μοναστική πολιτεία διαφυλάσσει τήν Κάρα του στή Σκήτη τοῦ ἁγ. Ἀνδρέου, μέ ἄφθαρτο τό ἀριστερό του αὐτί! (τοῦτο ἴσως νά ἔχει σχέση μέ θαῦμα τό ὁποῖο μαρτυρεῖ ὁ Διάκονος τοῦ Ἁγίου καί ἔπειτα Πατριάρχης ΚΠόλεως ἅγ. Πρόκλος, κατά τό ὁποῖο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τοῦ ὑπαγόρευε τήν ἑρμηνεία τῶν Ἐπιστολῶν του!), τήν ἄφθαρτη δεξιά του, σέ σχῆμα εὐλογίας, στή Μονή Φιλοθέου καί τήν ἀριστερά του στή Μονή Μεγίστης Λαύρας. Ἀκόμη, στόν Πατριαρχικό Ναό τοῦ ἁγ. Γεωργίου στό Φανάρι, φυλάσσονται τά Λείψανα τοῦ Ἁγίου πού ἐπεστράφησαν ἀπό τό Βατικανό στό Πατριαρχεῖο ΚΠόλεως, τήν 27/11/2004 (πρόκειται γιά τά Λείψανα πού κλάπηκαν ἀπό τούς Σταυροφόρους, τό 1204).
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 13η Νοεμβρίου καί ἡ Ἀνακομιδή τοῦ Λειψάνου του τήν 27η Ἰανουαρίου.
Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Καλυβίτης (5ος αἰ.)
Γεννήθηκε στήν ΚΠολη κατά τήν βασιλεία τοῦ Λέοντος Α' τοῦ Θρακός καί ἦταν γιός τοῦ Συγκλητικοῦ Εὐτροπίου. Φλεγόμενος ἀπό τόν πόθο τῆς μοναχικῆς ἀφιερώσεως, διέφυγε κρυφά στήν Μονή τῶν Ἀκοιμήτων, ὅπου ἔγινε μοναχός καί ἐπιδόθηκε σέ κάθε εἴδους ἄσκηση καί σκληραγωγία γιά μία τριετία, ὥστε ἔγινε ἀγνώριστος στήν σωματική ὄψη. Τότε μέ τήν εὐλογία τοῦ Ἡγουμένου του ἐπέστρεψε στήν πατρική του οἰκία σάν ζητιάνος καί ἐγκαταστάθηκε σέ μία καλύβη, ὅπου συνέχισε τήν ἄθλησή του, δεχόμενος τήν ἐλεημοσύνη τῶν γονέων του πού δέν τόν ἀναγνώρισαν. Ἐκεῖ, μετά ἀπό τριετία ἀγώνων, παρέδωσε τό πνεῦμα του, ἀφοῦ προηγουμένως φανερώθηκε στούς γονεῖς του καί ἀναγνωρίσθηκε ἀπό τό πολύτιμο χειρόγραφο Εὐαγγέλιο πού τοῦ εἶχαν χαρίσει πρίν τήν φυγή του.
Τό Λείψανό του κηδεύθηκε στήν καλύβη του. Δέν εἶναι εἶναι γνωστό πότε ἀνακομίσθηκε, βρέθηκε πάντως ἀδιάφθορο, ἀφοῦ σήμερα μία τῶν χειρῶν του φυλάσσεται στήν Μονή Χρυσοπηγῆς Χανίων.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 15η Ἰανουαρίου.
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ἐλεήμων Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας (+ 619)
Γεννήθηκε στήν Ἀμαθοῦντα τῆς Κύπρου, ὅπου ἔτυχε ἐπιμελημένης παιδείας καί μορφώσεως, νυμφεύθηκε καί ἔκανε οἰκογένεια. Μετά τόν θάνατο τῆς συζύγου καί τῶν παιδιῶν του ἄρχισε νά διαμοιράζει τόν πλοῦτο του στούς ἐνδεεῖς. Τό 610 ψηφίσθηκε Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας ἀπό τήν τάξη τῶν λαϊκῶν καί χειροτονήθηκε "μή θέλων", πιεζόμενος ἀπό τόν Αὐτοκράτορα Ἡράκλειο.
Ἡ ἀρχιερατεία του στό Θρόνο τοῦ ἁγ. Μάρκου, ἄν καί σύντομη (μόνον πέντε χρόνια), ὑπῆρξε γεμάτη ἀγαθοεργίες καί ἔργα φιλανθρωπίας καί ἀγάπης καί τοῦ προσέδωσε τήν προσωνυμία τοῦ Ἐλεήμονος. Τό 1615, κατά τήν διάρκεια μιᾶς Περσικῆς ἐπιδρομῆς, κατέφυγε στήν Κύπρο. Ἐκεῖ κοιμήθηκε εἰρηνικά καί ἐνταφιάσθηκε στό Ναό τοῦ ἁγ. Τύχωνος. Ἡ Ἐκκλησία τόν μνημονεύει στίς καθημερινές Ἀκολουθίες μέ τούς μεγάλους Πατέρες Της.
Γιά τά Λείψανα τοῦ ἁγ. Ἰωάννου ὑφίσταται πρόβλημα. Γιά τούς Ρωμαιοκαθολικούς τό Λείψανό του βρίσκεται ἀδιάφθορο στή Βενετία (βλ. Περιοδικό "Ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν" Ἱ. Μ. Μεταμ. Σωτῆρος Ναυπάκτου, φ. 46, σελ. 61), ἐνῶ - σύμφωνα μέ ἄλλη πηγή - τό σύνολο τῶν Λειψάνων του σήμερα βρίσκεται στό Ναό ἁγ. Μαρτίνου Μπρατισλάβας Σλοβακίας (Δημ. Καππαῆ, "Οἱ ἐν Λεμεσῷ διαλάμψαντες Ἅγιοι", σελ. 139). Κατά τόν ἴδιο μελετητή τό Λείψανο μεταφέρθηκε ἀρχικά στήν ΚΠολη καί ἔπειτα στήν Ἀλεξάνδρεια, ἀπό ὅπου δωρήθηκε στόν Οὖγγρο Βασιλιά Ματθαῖο Κορβῖνο, ἀπό τόν Ὀθωμανό Κυβερνήτη τῆς Αἰγύπτου.
Στό χῶρο τῆς Ὀρθοδοξίας μέρη τῆς Κάρας του βρίσκοναι στή Μονή Προυσοῦ Εὐρυτανίας καί στή Μονή Μεταμορφώσεως - Μεγ. Μετεώρου, ἡ δεξιά του στή Μονή Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους καί ἀποτμήματα στίς Μονές Μεγ. Λαύρας Ἁγίου Ὄρους καί Μεγ. Σπηλαίου Καλαβρύτων καί στόν ὁμώνυμο Μητροπολιτικό Ναό Λεμεσοῦ Κύπρου.
Σχετικά μέ τά Λείψανα τοῦ ἁγ. Ἰωάννου, ὁ γνωστός Κύπριος Ἱστορικός ἀρχιμ. Κυπριανός γράφει σχετικά: "Τά ἅγια Λείψανα αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου... πολλάκις αὐτός ἐγώ ἐπροσκύνησα κατά τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς, τήν 12ην Νοεμβρίου. Ἦταν ὁ Ἅγιος, ὡς φαίνεται ἀπό τό Λείψανό του, μακρύς εἰς τήν ἡλικίαν καί θεωρητικώτατος" ("Ἱστορία χρονολογική τῆς ν. Κύπρου", Βενετία 1788, σελ. 349). Ἡ ἔκφραση αὐτή προϋποθέτει ὁλόκληρο λείψανο καί ὄχι ὀστά, τουλάχιστον μέχρι τήν ἐποχή τοῦ ἀρχιμ. Κυπριανοῦ.
Στό πρόβλημα αὐτό θά μποροῦσε νά δώση ἀπάντηση μόνον ὁ γεννετικός ἔλεγχος (D.N.A.). Τό πλέον πιθανό εἶναι ὅτι στήν Βενετία βρίσκεται τό ἀδιάφθορο Λείψανο τοῦ Νέου Ἐλεήμονος ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Καλοκτένους Μητροπολίτου Θηβῶν, τό ὁποῖο ἐκλάπη ἀπό τούς Σταυροφόρους.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 12η Νοεμβρίου.
Ἅγιος Ἰωάννης Δοῦκας τῆς Ἀλεξανδρείας
Δέν εἶναι γνωστός στούς Ὀρθοδόξους Συναξαριστές. Κατά τήν Βενετική παράδοση τά Λείψανά του ἀφαίρεσε τό 1214 ἀπό τόν Ναό τῆς Παναγίας Ψυχοσώτηρας ΚΠόλεως, ὁ ἐφημέριος τοῦ Ναοῦ τοῦ ἁγ. Δανιήλ Βενετίας Ραλάνδος, ἐπί τῶν ἡμερῶν τοῦ Δόγη Πέτρου Zianni. Ἀργότερα τά Λείψανα μεταφέρθηκαν στό Ναό τοῦ ἁγ. Πέτρου Καστέλλο Βενετίας, ὅπου καί σήμερα φυλάσσονται, παραδόξως ἐνδεδυμένα ἀρχιερατικά ἄμφια!
Τό 1991 ἔγινε ἀναγνώριση τοῦ Λειψάνου, κατά τήν ὁποία διαπιστώθηκε ὅτι ἔλειπε ἡ κάρα καί τό ὕψος του ἦταν πολύ μεγάλο. (Ἐπ. Φαναρίου Ἀγαθαγγέλου, «Ἱερά Λείψανα Ἁγίων τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολῆς στή Βενετία», σελ. 198 – 199).
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 19η Μαϊου κατά τήν Βενετική παράδοση.
Ὅσιος Ἰωάννης τῆς Ρίλας Βουλγαρίας (+ 946)
Ὁ πλέον γνωστός τῶν Βουλγαρικῆς καταγωγῆς Ἁγίων, ἐθνικός Ἅγιος τῶν Ὀρθοδόξων Βουλγάρων.
Ἔζησε κατά τήν βασιλεία τοῦ Βυζαντινοῦ Αὐτοκράτορος Κων/νου Ζ' τοῦ Πορφυρογέννητου καί τοῦ Βασιλέως τῆς Βουλγαρίας Πέτρου. Γεννήθηκε τό 876 στό χωριό Σκρίνου, ἔξω ἀπό τήν Σόφια, καί μόνασε νεώτατος σέ σπήλαιο τοῦ Ὄρους Ρίλα (2. 925 μ.). Ἐπιδόθηκε σέ μεγάλη ἄσκηση καί δέχθηκε τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Σταδιακά ἡ ἀσκητική του παλαίστρα ἐξελίχθηκε σέ μονή, ἡ ὁποία ἀναδείχθηκε ἡ "Μητρόπολις" τῶν Βουλγαρικῶν Μονῶν. Κοιμήθηκε εἰρηνικά σέ ἡλικία 70 ἐτῶν καί ἐνταφιάσθηκε στήν μονή του.
Τό Λείψανό του, τό ὁποῖο ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο, μεταφέρθηκε ἀρχικά στή Σόφια, ἀπ' ὅπου λαφυραγωγήθηκε ἀπό Οὔγγρους εἰσβολεῖς καί μεταφέρθηκε στό Ὄστρογο. Ἐκεῖ ὁ τοπικός Παπικός Ἐπίσκοπος δέν δέχθηκε τήν ἁγιότητα τοῦ Ὁσίου καί τιμωρούμενος ἔχασε τήν φωνή του! Μετά τήν μετάνοια καί τήν θαυματουργική θεραπεία τοῦ Ἐπισκόπου, ὁ Οὔγγρος Ἡγεμόνας ἐπέστρεψε τό Λείψανο στούς Βουλγάρους. Κατά τήν βασιλεία τοῦ Ἰωάννη Ἀσάν, τό Λείψανο μεταφέρθηκε στό Τύρνοβο καί ἀπό ἐκεῖ στήν Ρίλα, κατά τήν κατάλυση τοῦ Βουλγαρικοῦ Κράτους ἀπό τούς Ὀθωμανούς.
Σήμερα Λείψανο φυλάσσεται στή Μονή τῆς Ρίλας, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τό κέντρο τῆς Βουλγαρικῆς εὐσεβείας. Ἕνα διαρκές θαῦμα καί μία συνεχής ἀπόδειξις τῆς παρουσίας τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ καταπληκτική εὐωδία τοῦ Λειψάνου, ἡ ὁποία γίνεται ἀντιληπτή ἀπό ἀπόσταση πολλῶν μέτρων (ὅπως καί ὁ γράφων βίωσε καί μαρτυρεῖ)!
Ἡ χώρα μας ἔχει τήν μεγάλη εὐλογία τῆς φιλοξενίας τῆς δεξιᾶς χειρός τοῦ ὁσ. Ἰωάννη, ἡ ὁποία βρίσκεται στήν Μονή Κεχροβουνίου Τήνου. Φυλάσσεται σέ ἀργυρή θήκη (μέ χρονολογία 1788) καί ἀφιερώθηκε στή Μονή στίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰ., ἀπό τόν Ἱερομόναχο Γαβριήλ ἀπό τήν Σύρο, ἐπί ἡγουμενίας Θεοδοσίας Καρδίτση (Βλ. "Ἀκολουθία τοῦ Ὁσίου Πατρός ἡμῶν Ἰωάννου τῆς Ρίλας"· ἔκδοσις Μ. Κεχροβουνίου, 1979).
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 19η Ὀκτωβρίου καί ἡ Ἀνακομιδή τοῦ Λειψάνου του τήν 18η Αὐγούστου.
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Καλοκτένης, Μητροπολίτης Θηβῶν (12ος αἰ.) ὁ Νέος Ἐλεήμων
Γεννήθηκε στήν ΚΠολη καί ἦταν καρπός προσευχῆς τοῦ Βυζαντινοῦ εὐπατρίδη Κων. Καλοκτένη, ἀπό τόν ὁποῖο παραδόθηκε στήν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας καί στήν προστασία τοῦ Μεγάλου Δομέστιχου γιά νά σπουδάσει. Μόνασε στήν Βασιλεύουσσα καί διακρίθηκε γιά τήν ἀρετή του καί ἀπό τήν τάξη τῶν μοναχῶν ἐκλέχθηκε Μητροπολίτης Θηβῶν, μετά τήν καταστροφή τῆς πόλεως ἀπό τούς Νορμανδούς. Ἡ ἀρχιερατεία του ὑπῆρξε εὐεργετική γιά τόν λαό. Χρησιμοποιῶντας τήν πατρική του περιουσία κατασκεύασε ὑδραγωγεῖο γιά τήν ὕδρευση τῆς πόλεως καί τήν κίνηση τῶν ἐργαστηρίων ὑφαντικῆς· μέ ὁδηγίες του ἀναπτύχθηκε ἡ βιοτεχνία, ἡ μεταξοκαλλιέργεια καί τό ἐμπόριο· ἔκανε τήν ἐκτροπή τοῦ Ἰσμηνίου ποταμοῦ πρός τήν πεδιάδα· ἵδρυσε εὐαγῆ ἱδρύματα καί σχολεῖα (ἀκόμη καί κοροσίδων)· ἔκτισε τούς κατεστραμμένους ναούς καί τά δημόσια κτίρια. Κοιμήθηκε εἰρηνικά μέ τήν προσωνυμία τοῦ Νέου Ἐλεήμονος.
Περί τῶν Λειψάνων τοῦ ἁγ. Ἰωάννου δέν σώθηκαν πληροφορίες. Γιά τούς Ρωμαιοκαθολικούς σέ Ναό τῆς Βενετίας φυλάσσεται ἀδιάφθορο Λείψανο πού ἀποδίδεται στόν ἅγ. Ἰωάννη τόν Ἐλεήμονα, Ἀρχιεπίσκοπο Ἀλεξανδρείας (βλ. Περιοδικό "Ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν" Ἱ. Μ. Μεταμ. Σωτῆρος Ναυπάκτου, φ. 46, σελ. 61). Ὅμως, τό μεγαλύτερο μέρος τῶν Λειψάνων τοῦ Ἁγίου (κατά τούς ἰδίους τούς Ρωμαιοκαθολικούς), φυλάσσονται στόν Ναό τοῦ ἁγ. Μαρτίνου, στήν Μπρατισλάβα τῆς Σλοβακίας, στήν δέ Ὀρθόδοξη Ἀνατολή μέρη τῆς Κάρας του φυλάσσονται στήν Μονή Προυσοῦ Εὐρυτανίας καί στήν Μονή Μεταμορφώσεως - Μεγ. Μετεώρου, ἡ δεξιά στή Μονή Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους καί ἀποτμήματα στίς Μονές Μεγ. Λαύρας καί Ξενοφῶντος Ἁγίου Ὄρους, Μεγ. Σπηλαίου Καλαβρύτων (περισσότερα τοῦ ἑνός) καί Γκούρας Τρικάλων καί στόν ὁμώνυμο Μητροπολιτικό Ναό Λεμεσοῦ Κύπρου.
Τό πλέον πιθανό, λοιπόν, μέ δεδομένη τήν καταλήστευση τῆς περιοχῆς τῆς Βοιωτίας ἀπό τούς Σταυροφόρους, εἶναι τό ἀδιάφθορο Λείψανο τῆς Βενετίας νά ἀνῆκει στόν ἅγ. Ἰωάννη τόν Νέο Ἐλεήμονα.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 29η Ἀπριλίου.
Ἅγιος Ἰωάννης Βλαδίμηρος Ἡγεμόνας τῆς Σερβίας (+ 1015)
Καταγόταν ἀπό πριγκιπική οἰκογένεια τῆς Ζαχουμίας. Ἦταν εὐσεβής καί καλός κυβερνήτης καί ἀναλώθηκε σέ ἔργα φιλανθρωπίας καί εὐποιϊας, ἐνῶ ἔκτισε καί ναούς. Καταδίωξε τήν αἵρεση τῶν Βογομίλων καί πολέμησε κατά τῶν Βουλγάρων τοῦ Σαμουήλ, ἀπό τόν ὁποῖο νικήθηκε καί φυλακίσθηκε. Προσευχόμενος στήν φυλακή, δέχθηκε τήν ἐπίσκεψη οὐρανίου Ἀγγέλου, ἀπό τόν ὁποῖο πληροφορήθηκε τήν ἀπελευθέρωσή του, ἀλλά καί τόν μαρτυρικό του θάνατο. Γιά νά ἀπελευθερωθεῖ ὑποχρεώθηκε ἀπό τόν Σαμουήλ νά νυμφευθεῖ τήν κόρη του Κοσάρα.
Μετά τόν θάνατο τοῦ Σαμουήλ (1015), βασίλευσε ὁ γιός του Ραδομίρ, τό ὁποῖο ὅμως σκότωσε ὁ ἀδελφός του Ραντισλάβ, ἀπό τόν ὁποῖο τελειώθηκε καί ὁ δίκαιος Ἰωάννης Βλαδίμηρος, μέ ἀποκεφαλισμό.
Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο καί κατά μία πληροφορία σήμερα φυλάσσεται στή Μονή τοῦ Ἐλβασάν, τήν ὁποία ὁ ἴδιος εἶχε ἱδρύσει.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 22α Μαϊου.
Ἅγιος Ἰωάννης Ἀρχιεπίσκοπος Νόβγκοροντ Ρωσίας (+ 1186)
Γεννήθηκε στό Νόβγκοροντ καί μετά τόν θάνατο τῶν γονέων του ἔζησε ἡσυχαστικά μαζί μέ τόν ἀδελφό του Γαβριήλ στά κτήματά τους, ὅπου ἔκτισαν Ναό πρός τιμήν τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου. Ὁ Ναός αὐτός ἀργότερα ἐξελίχθηκε σέ Μονή καί οἱ δύο ἀδελφοί ἔγιναν μοναχοί. Τό 1162 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Νόβγκοροντ καί τό 1165 ἀνυψώθηκε σέ Ἀρχιεπίσκοπο. Τό 1170, κατά τήν διάρκεια τῆς πολιορκείας τῆς πόλεως ἀπό τίς δυνάμεις τοῦ Σούζνταλ, ἐνῶ λιτάνευε στά τείχη μία εἰκόνα τῆς Παναγίας, ἡ εἰκόνα δάκρυσε! Πρόκειται γιά τήν θαυματουργή ἔκτοτε Εἰκόνα τοῦ Σημείου (Znamenie). Τό θαῦμα αὐτό συνέβη τήν 25η Φεβρουαρίου 1170 καί ὁ ἅγ. Ἰωάννης θέσπισε νά τιμᾶται ἡ Εἰκόνα τήν 27η Νοεμβρίου. Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1186 καί ἐνταφιάσθηκε στόν Ναό τοῦ Τιμίου Προδρόμου.
Τό 1439 κατά τήν διάρκεια ἐργασιῶν στόν Ναό, ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο τό Λείψανο ἑνός ἀγνώστου Ἀρχιερέως. Τότε, μετά ἀπό προσευχή, ὁ ἅγ. Ἰωάννης ἐμφανίσθηκε στόν Ἀρχιπίσκοπο Νόβγκοροντ ἅγ. Εὐθύμιο καί τοῦ ἀποκάλυψε τήν ταυτότητά του, τοῦ "ἀναξίου ὑπηρέτου τοῦ Θαύματος τοῦ Σημείου". Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη τοῦ Λειψάνου.
Τιμᾶται τήν 7η Σεπτεμβρίου καί τήν 1η Δεκεμβρίου, τήν 10η Φεβρουαρίου κατά τήν Σύναξη τῶν Ἁγίων τοῦ Νόβογκοροντ καί ἡ Ἀνακομιδή τοῦ Λειψάνου του τήν 4η Ὀκτωβρίου.
Ἅγιος Ἰωάννης Δοῦκας Βατάτζης Αὐτοκράτορας τῆς Νικαίας (+ 1254)
Ἦταν γιός τοῦ Αὐτοκράτορος Θεοδώρου Λάσκαρη. Γεννήθηκε στήν Ἀδριανούπολη καί βασίλευσε στήν Βυζαντινή Αὐτοκρατορία τῆς Νικαίας, ἀπό τό 1222 μέχρι τό 1254. Ὑποστήριξε τήν Ὀρθοδοξία κατά τήν περίοδο τῶν ἑνωτικῶν προσπαθειῶν (ἐπί Πάπα Γρηγορίου Θ' καί Πατριάρχου ΚΠόλεως Γερμανοῦ τοῦ Νέου). Εἶναι ὁ ποιητής τοῦ Μεγάλου Παρακλητικοῦ Κανόνος στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο καί ἑνός ἄλλου Κανόνος "Χαιρετιστηρίου εἰς τήν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον", ὁ ὁποῖος περιλαμβάνεται στό Θεοτοκάριο.
Κοιμήθηκε τό 1254 καί κηδεύθηκε στήν κτιτορική Μονή του, τήν ἀποκαλουμένη "τῶν Σωσάνδρων". Τό 1301, μετά ἀπό ἐμφάνισή του, τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο, καθισμένο στόν Θρόνο, μέ τά βασιλικά ἐνδύματα ἐπίσης ἄφθαρτα! καί κατατέθηκε στήν Μητρόπολη τῆς Μαγνησίας. Μετά τήν Τουρκική κατάκτηση δέν εἶναι γνωστή ἡ τύχη του.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 4η Νοεμβρίου.
Ἡ Μάρτυς Ἴα (Βιολέτα) σέ μεγάλη ἡλικία συνελήφθη ἀπό τούς Πέρσες, κατά τήν κατάληψη τῆς πόλεως Βεθζαβδαί στόν ποταμό Τίγρη, τό 362, ἀπό τόν Σαπώρ Β'. Στήν πόλι Βεθχουζᾶ πού ἐγκαταστάθηκαν οἱ αἰχμάλωτοι, ἡ Ἁγία μετέστρεψε μέ τήν διδασκαλία της στόν Χριστιανισμό πολλούς πυρολάτρες, μέ ἀποτέλεσμα νά καταγγελθεῖ στόν Πέρση Ἡγεμόνα. Ἀπό τούς ἀρχιμάγους βασανίσθηκε μέ τρόπο ἀπάνθρωπο: Τήν "τράβηξαν" μέ σχοινιά, τήν κτύπησαν μέ ἀγκαθωτά κλαδιά ροδιᾶς, τήν κατέκοψαν μέ καλάμια, συνέτριψαν τό σῶμα της σέ πιεστικό μηχάνημα καί τελικά τήν ἀποκεφάλισαν! Τό Λείψανό της ἔμεινε ἄταφο γιά νά καταφαγωθεῖ ἀπό τά ὄρνεα, ἀλλά ὁ Θεός τό βράβευσε μέ ἀφθαρσία.
Δέν εἶναι γνωστό πότε τό ἀδιάφθορο Λείψανό της μεταφέρθηκε στήν ΚΠολη, γιά νά κατατεθεῖ σέ Ναό πού κτίσθηκε πρός τιμή της κοντά στήν Χρυσῆ Πύλη, οὔτε ποιά ἦταν ἡ τύχη του στήν ἱστορική πορεία.
Ἡ μνήμη της τιμᾶται τήν 11η Σεπτεμβρίου.
Ἅγιοι Ἰάκωβος καί Ἰωάννης τοῦ Μενιούγκι Ρωσίας
Ἦσαν ἀδελφοί, γιοί τῶν εὐσεβῶν χωρικῶν Ἰσιδώρου καί Βαρβάρας, καί κατοικοῦσαν στό χωριό Μενιούγκι, τῆς Ἐπισκοπῆς Νόβγκοροντ. Κατά τήν διάρκεια κάποιας ἐπιδρομῆς, ὁ Ἰάκωβος στήν ἡλικία τῶν 3 ἐτῶν καί ὁ Ἰωάννης στήν ἡλικία τῶν 5, φονεύθηκαν ἀπό τούς εἰσβολεῖς. Τά νηπιακά τους Λείψανα ἐνταφιάσθηκαν στό κοιμητήριο τοῦ χωριοῦ τους.
Μεταξύ τῶν ἐτῶν 1682 καί 1689, τά Λείψανά τους ἀνακομίσθηκαν ἀδιάφθορα καί κατατέθηκαν στόν ἐνοριακό Ναό τῆς Ἁγίας Τριάδος, στό Μενιούγκι. Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, δέν ὑπάρχουν στοιχεία γιά τήν τύχη τους.
Τιμῶνται τήν 24η Ἰουνίου.
Ὅσιος Ἰάκωβος τοῦ Ζελεζνομπορόφσκ Ρωσίας (+ 1442)
Γεννήθηκε στή Γαλικία, σέ οἰκογένεια βογιάρων. Νέος ἐντάχθηκε στή συνοδεία τοῦ ὁσ. Σεργίου τοῦ Ραντονέζ καί μέ τήν εὐλογία του ἀναχώρησε στό δάσος τοῦ Ζελεζνομπορόφσκ, ὅπου ἔζησε ἐρημητικά καί ἡσυχαστικά. Μέ τήν προσέλευση καί ἀποδοχή μαθητῶν ἵδρυσε στόν χῶρο μονή ἀφιερωμένη στόν Τίμιο Πρόδρομο, στήν ὁποία ἴσχυε τό τυπικό τῆς Λαύρας τῆς Ἁγίας Τριάδος - ἁγ. Σεργίου. Ἐξαιρετικά ταπεινός, μόνο πρός τό τέλος τῆς ζωῆς του δέχθηκε τό ἡγουμενικό ἀξίωμα. Ὅταν τό 1429 ἡ μονή καταστράφηκε ἀπό τούς Τατάρους, ὁ ὅσ. Ἰάκωβος τήν ἀναστήλωσε καί βοήθησε τόν ταλαιπωρημένο ἀπό τήν ἐπιδρομή τοπικό πληθυσμό.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τήν 11η Ἀπριλίου 1442 καί ἐνταφιάσθηκε στό Καθολικό τῆς μονῆς του. Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο τό 1613, ἀλλά μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917 δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη του.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 11η Ἀπριλίου.
Ὅσιος Ἰγνάτιος Ἡγούμενος τῆς Μονῆς Βαθέος Ρύακος (10ος αἰ.)
Ἔζησε στούς χρόνους τῶν Αὐτοκρατόρων Νικηφόρου Β' Φωκᾶ καί Ἰωάννη Α' Τσιμισκή. Μόνασε στήν περίφημη γιά τήν ἀσκητική της ἀκρίβεια Μονή τοῦ Σωτῆρος, τήν ἐπιλεγόμενη "τοῦ Βαθέος Ρύακος" (κοντά στά σημερινά Μουδανιά Μ. Ἀσίας), τῆς ὁποίας ἀναδείχθηκε Ἡγούμενος. Διακρίθηκε γιά τήν ἁγιότητα τοῦ βίου του καί τήν παρρησία του ἀπέναντι στούς ἄδικους Ἄρχοντες.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά στό Ἀργανθώνιο Ὄρος καί ἐνταφιάσθηκε ἐκεῖ. Ἕνα χρόνο μετά τήν κοίμησή του οἱ μοναχοί τῆς Μονῆς του ἀνακόμισαν τό Λείψανό του, τό ὁποῖο βρέθηκε "σῶον καί ὁλόκληρον καί γεμᾶτον ἀπό πνευματικήν εὐωδίαν", καί τό κατέθεσαν στό νάρθηκα τοῦ Ναοῦ τῆς Μονῆς. Σήμερα, μετά τίς μεγάλες ἱστορικές περιπέτειες τῆς περιοχῆς, δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη του.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 27η Σεπτεμβρίου.
Ἅγιος Ἰγνάτιος Μητροπολίτης Γοτθίας καί Καφᾶ (+ 1786)
Γεννήθηκε στήν Κύθνο τῶν Κυκλάδων τό 1710 καί νεώτατος μόνασε στό Ἅγιο Ὄρος, ὅπου δέχθηκε τήν Ἱερωσύνη. Ἐπίσκοπος ἀναδείχθηκε ἀπό τό Πατριαρχεῖο ΚΠόλεως καί τό 1769 διαδέχθηκε τόν ἀποθανόντα Μητροπ. Γεδεών στή Μητρόπολη Γοτθίας καί Καφᾶ, στήν κατεχόμενη ἀπό τούς Τατάρους Κριμαία.
Ἐργάσθηκε γιά τήν στήριξη τοῦ χειμαζομένου ἀπό τήν μουσουλμανική δουλεία ποιμνίου του καί τό 1778 ἡγήθηκε τῆς μεγάλης ἐξόδου 30.000 Ἑλλήνων πρός τήν Ρωσία! Μέ τούς πρόσφυγες πιστούς ἵδρυσε τήν Μαριούπολη (στή σημερινή Οὐκρανία), πρός τιμή τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Γιά τήν δράση του τιμήθηκε ἀπό τήν Αὐτοκράτειρα Αἰκατερίνη Β' τήν Μεγάλη, μέ ἀδαμάντινο ἐγκόλπιο. Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1786 καί ἐνταφιάσθηκε στόν Ναό τοῦ ἁγ. Χαραλάμπους Μαριουπόλεως (τόν πρῶτο ναό πού ἵδρυσε στήν νέα πόλη).
Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο τό 1936, κατά τήν καταστροφή τοῦ Ναοῦ ἀπό τούς Σοβιετικούς, καί διαφυλάχθηκε ἀπό πιστούς. Κατά τόν Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, ὅταν ἄνοιξαν πολλοί ναοί, τό Λείψανο κατατέθηκε στόν Ναό τοῦ ἁγ. Χαραλάμπους. Καταστράφηκε κατά τόν βομβαρισμό τῆς πόλεως ἀπό τούς Γερμανούς, "μαζί μέ τήν Μαριούπολη", ὅπως εἶχε προφητεύσει. Μικρά τμήματά του πού σώθηκαν, κατατέθηκαν ἀπό τούς πιστούς πού τά διέσωσαν, τό 1992, στόν Ναό ἁγ. Νικολάου - Θείας Μεταμορφώσεως Μαριουπόλεως.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 3η Φεβρουαρίου.
Ἅγιος Ἰλαρίων Ἐπίσκοπος Μογλενῶν Μακεδονίας (+ 1164)
Γεννήθηκε στήν περιφέρεια τῶν Μογλενῶν τῆς Μακεδονίας, ἀπό γονεῖς εὐσεβεῖς, μᾶλλον ἀρχοντικῆς Βυζαντινῆς καταγωγῆς (ὅπως προκύπτει ἀπό τήν προσεκτική μελέτη τοῦ Βίου του, τόν ὁποῖο συνέγραψε ὁ ἅγ. Εὐθύμιος Πατριάρχης Τυρνόβου). Ἦταν καρπός προσευχῆς τῶν ἀτέκνων γονέων του πρός τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο.
Σέ ἡλικία 18 ἐτῶν ἔγινε μοναχός σέ ἕνα ἀπό τά μοναστήρια τῆς περιοχῆς καί τόσο πρόκοψε στήν πνευματική ζωή, ὥστε διαδέχθηκε τόν Γέροντά του, μετά τόν θάνατό του, στήν ἡγουμενία. Τό 1134 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Μογλενῶν ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀχρίδος Εὐστάθιο. Ἐργάσθηκε ἱεραποστολικά στήν ἐπαρχία του, διότι ὑπῆρχαν πολλοί ὀπαδοί τῆς αἱρέσεως τῶν Βογομίλων, μέ θαυμαστά ἀποτελέσματα, γιά τά ὁποῖα ὁ Αὐτοκράτορας Μανουήλ Κομνηνός (1143 - 80) τοῦ ἔστειλε συγχαρητήρια ἐπιστολή. Γιά τήν στήριξη τοῦ πνευματικοῦ καί ἱεραποστολικοῦ του ἔργου, ἵδρυσε τήν Μονή τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων (πιστεύεται, ὅτι ἡ θέση τῆς Μονῆς εἶναι τό σημερινό χωριό Πρόμαχοι Ἀριδαίας). Αὐστηρός ἀσκητής ὁ ἵδιος, ἀπό τήν χειροτονία του σέ Ἐπίσκοπο μέχρι τόν θάνατό του (γιά 30, δηλαδή, χρόνια), δέν ἤπιε κρασί!
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1164 καί ἐνταφιάσθηκε στήν Μονή του.
Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο, ὅταν ἐμφανίσθηκε σέ μοναχούς τῆς Μονῆς πού δέν δέχονταν τόν διάδοχό του Ἡγούμενο Πέτρο καί ἄρχισαν νά συμβαίνουν θαύματα. Μάλιστα. Ἀπό τά μάτια τοῦ Ἁγίου ἔρρεε εὐωδέστατο μῦρο!, τό ὁποῖο θαυματουργοῦσε σέ ὁλόκληρη τήν Μακεδονία. Περίπου τό 1200 ἡ πόλη καταλήφθηκε ἀπό τόν Βούλγαρο Τσάρο Ἰωάννη Ἀσσάν, ὁ ὁποῖος τό 1205 μετέφερε τό Λείψανο στό Τύρνοβο. Τό 1230 τό Λείψανο κατατέθηκε στό Ναό τῶν Ἁγίων 40 Μαρτύρων. Μετά τήν Τουρκική κατάκτηση τό Λείψανο παραμελήθηκε καί τελικά μεταφέρθηκε στήν ΚΠολη, ὅπου χάθηκε.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 21η Ὀκτωβρίου· πιθανῶς πρόκειται γιά τήν ἡμερομηνία μεταφορᾶς τοῦ Λειψάνου του στό Τύρνοβο. (Ἀρχιμ. Ἰωήλ Φραγκάκου, "Ὁ ἅγ. Ἰλαρίων Ἐπίσκοπος Μογλενῶν", 1998).
Ἅγιος Ἰννοκέντιος Ἐπίσκοπος Ἰρκούτσκ Σιβηρίας (+ 1731)
Καταγόταν ἀπό τήν παλαιά Ρωσική ἀρχοντική οἰκογένεια τῶν Κουλτσίτσκυ. Γεννήθηκε στό Τσερνίκωφ τό 1680 (ἤ 1682), μόνασε στή Λαύρα τῶν Σπηλαίων καί σπούδασε στή Θεολογική Ἀκαδημία τοῦ Κιέβου. Δίδαξε Φιλοσοφία καί Ἠθική στή Θεολογική Ἀκαδημία τῆς Μόσχας. Τό 1721 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Ἰρκούτσκ καί στάλθηκε στήν Κίνα, γιά τήν ἐνίσχυση τῆς ἐκεῖ Ὀρθοδόξου Ἱεραποστολῆς. Ἐκδιώχθηκε ἀπό τήν Κίνα τό 1727, μέ παρέμβαση τῶν Ἰησουϊτῶν, ὁπότε ἐγκαταστάθηκε στό Ἰρκούτσκ καί ἔδρασε ἱεραποστολικά μεταξύ τῶν παγαγιστικῶν ἰθαγενῶν φυλῶν τῆς Σιβηρίας.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά στήν ἕδρα του τό 1731. Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο τό 1764 καί σήμερα φυλάσσεται στήν ἕδρα του.
Ἡ ἁγιότητά του διακηρύχθηκε Συνοδικά τό 1800.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 9η Φεβρ. καί τήν 26η Νοεμβρίου.
Ὁσία Ἰουλιανή τοῦ Λαζαρόφσκοε Ρωσίας (+ 1604)
Γεννήθηκε σέ οἰκογένεια πλουσίου γαιοκτήμονα, πού ὑπηρετοῦσε στή Ρωσική Αὐλή, κατά τήν βασιλεία Ἰβάν Δ' τοῦ Τρομεροῦ. Κατά τά κρατοῦντα στή Ρωσία τῆς ἐποχῆς της, τήν νύμφευσαν σέ ἡλικία 16 ἐτῶν μέ τόν εὐγενῆ Γεώργιο Ὀσοργίν. Ἡ κατοικία της ἦταν τό κτῆμα Λαζαρόφσκοε, στήν περιοχή τοῦ Μούρωμ, ὅπου ἁγίασε ἀγωνιζομένη στόν κόσμο, σάν νά ἦταν μοναχή σέ μοναστήρι.
Ἀπό παιδί ἦταν ἄνθρωπος τῆς προσευχῆς καί ἐξαιρετικά φιλάνθρωπος. Στό σπίτι τοῦ συζύγου της, ἐπειδή δέν εἶχε δικαίωμα στήν περιουσία του, ἐξοικονομοῦσε χρήματα μέ τό ἐργόχειρό της γιά νά ἐλεεῖ τούς πτωχούς. Μέ τήν βοήθεια μιᾶς πιστῆς ὑπηρέτριας, κάλυπτε κρυφά τίς ἀνάγκες πολλῶν οἰκογενειῶν. Ὅταν δύο ἀπό τά παιδιά της ἀπεβίωσαν ζήτησε ἀπό τόν σύζυγό της τήν ἄδεια νά μονάσει, ἀλλά αὐτός τῆς ἐπέτρεψε ἁπλᾶ νά ζήσει σάν μοναχή στόν κόσμο. Ὅταν μετά ἀπό δέκα χρόνια μοναχικοῦ βίου "κατ' οἶκον" ἀπεβίωσε ὁ σύζυγός της, ἡ μακαρία Ἰουλιανή ἀφιερώθηκε ἀποκλειστικά στή διακονία τοῦ πλησίον. Διέθεσε τήν περιουσία της στούς πτωχούς, ἀπλευθέρωσε τούς δούλους της καί ἀφιερώθηκε ἀκόμη περισσότερο στήν πνευματική ζωή.
Ὅταν κατά τήν βασιλεία τοῦ Βόριδος Γκουντούνωφ, ξέσπασε λιμός στήν Ρωσία καί ἐρήμωσε τήν χώρα γιά τρία χρόνια (1601 - 1603), λιμός κατά τόν ὁποῖο σημειώθηκαν καί περιπτώσεις κανιβαλισμοῦ! ἡ Ἁγία διέθεσε ὅσα ὑπάρχοντα τῆς εἶχαν ἀπομείνει καί μέ τήν προσευχή της γλύκανε τήν γεύση πικρῶν χορταρικῶν, τά ὁποῖα χρησιμοποιοῦσε γιά νά φτιάξει ψωμί!
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1604. Τό 1614, ἐπειδή ὁ τάφος της ἀνέβλυζε μῦρο! ἀκανομίσθηκε τό Λείψανό της καί βρέθηκε ἀδιάφθορο. Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύψη του. Ἡ ἁγιότητά της διακηρύχθηκε ἀπό τό Πατριαρχεῖο Μόσχας τό 1988, μέ τήν εὐκαιρία τῆς Χιλιετηρίδος τοῦ Βαπτίσματος τῶν Ρώσων.
Ἡ μνήμη της τιμᾶται τήν 2α Ἰανουαρίου.
Ἁγία Ἰουλιανή ἡ Παρθένος
Τόν 17ο αἰ., ἀπό μοναχούς τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου πού ἄνοιγαν ἕναν τάφο (κοντά στό Παρεκκλήσιο τοῦ Τιμίου Προδρόμου), βρέθηκε τό ἀδιάφθορο Λείψανο μιᾶς νεαρῆς κόρης. Μία ἀργυρή ἐπιγραφή στό ξύλινο φέρετρο πληροφοροῦσε ὅτι ἦταν ἡ "Πριγκίπισσα Ἰουλιανή Ὀλσάνσκυ, θυγατέρα τοῦ Πρίγκιπα Γρηγορίου Ὀλσάνσκυ", ἡ ὁποία "κοιμήθηκε παρθένος στό 16ο ἔτος ἀπό τήν γέννησή της". Τό Λείψανο, τό ὁποῖο ἔφερε κοσμήματα καί πολύτιμα ἐνδύματα, ἀνακομίσθηκε ἀπό τούς μοναχούς στόν Ναό, χωρίς κανείς νά ἀσχοληθεῖ περισσότερο μέ αὐτό.
Ὅταν Μητροπολίτης Κιέβου ἦταν ὁ Πέτρος Μογγίλας (+ 1647), ἡ Ἁγία ἐμφανίσθηκε σέ ὅραμα καί τοῦ εἶπε: "Γιατί, Πανιερώτατε, ἐπιτρέπεις νά δείχνουν τόση ἀσέβεια στό παρθενικό μου σῶμα; Ὁ Κύριος τό δόξασε μέ ἀφθαρσία, ἀλλά οἱ μοναχοί τῆς Λαύρας ἀπό ὀλιγοπιστία τό ἔχουν ἐγκαταλείψει σέ μία γωνία τῆς ἐκκλησίας καί δέν τοῦ ἀπονέμουν τήν τιμή πού πρέπει σέ Ἅγια Λείψανα. Ὥς πότε θά τό ἀνέχεσαι;" ("Πατερικόν τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου", ἔκδοσις Μονῆς Παρακλήτου, 1990, σελ. 293).
Μετά τήν θαυμαστή αὐτή ἐμφάνιση ὁ Μητροπολίτης Πέτρος ἔδωσε ἐντολή νά κατασκευασθεῖ μία Λειψανοθήκη καί ὁ ἴδιος τοποθέτησε πανηγυρικά τό Λείψανο σέ περίοπτη θέση.
Μεταξύ τῶν θαυμάτων τῆς ἁγ. Ἰουλιανῆς ἀναφέρονται ὁ κακός θάνατος μέσα στόν Ναό τοῦ αἱρετικοῦ Βασιλείου, ὁ ὁποῖος τόλμησε νά κλέψει ἕνα δακτυλίδι ἀπό τό ἄφθαρτο χέρι τῆς Ἁγίας (ὅταν Ἡγούμενος ἦταν ὁ Ἐλισσαῖος Πλετενέτσκυ) καί ἡ ἐμφάνισή της στόν Ἡγούμενο τῆς Μονῆς τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ ἀρχιμ. Θεοδόσιο Σαφόνοβιτς, ὁ ὁποῖος εἶχε ἀμελήσει νά προσκυνήσει τό Λείψανό της.
Ἡ μνήμη της τιμᾶται τήν 6η Ἰουλίου καί τήν 10η Ὀκτωβρίου, κατά τήν Σύναξη τῶν Ἁγίων τῆς Βολυνίας.
Ὅσιος Ἰωακείμ τῶν Νοτενῶν Ἀχαϊας (16ος - 17ος αἰ.)
Γιά τήν καταγωγή καί τήν οἰκογένειά του δέν ὑπάρχουν πολλές πληροφορίες. Εἶναι γνωστό, ὅτι γεννήθηκε στά τέλη τοῦ 16ου αἰ., στό χωριό Σκιαδᾶς Ἀχαϊας. Νέος στήν ἡλικία, ὅταν οἱ γονεῖς του τόν πίεσαν νά νυμφευθεῖ, ἔφυγε ἀπό τό πατρικό του καί ἔγινε μοναχός, ἄγνωστο σέ ποιά μονή. Ἀπό ἐνθύμηση τῆς Μονῆς Κοιμ. Θεοτόκου Νοτενῶν Δίβρης Ἡλείας (ὅπου φυλάσσεται θαυματουργή Εἰκόνα τῆς Παναγίας, κατά τήν παράδοση ἔργο τοῦ Εὐαγγ. Λουκᾶ), προκύπτει ὅτι ὁ Ἅγιος, ἤδη Ἱερεύς, κοινοβίασε ἐκεῖ καί ἀναδείχθηκε Ἡγούμενος, ἀνήγειρε μάλιστα καί τό ὑπάρχον Καθολικό.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τόν 17ο αἰ., σέ σπήλαιο παρακείμενο τῆς Μονῆς, ὅπου ἐγκαταβίωσε μετά τήν παραίτησή του ἀπό τήν ἡγουμενεία. Μάλιστα, γιά νά ὑποπιάζει τόν ἑαυτό του, ἔφραξε τήν εἴσοδο τοῦ σπηλαίου μέ πέτρες πού μετέφερε μέ κόπο ἀπό τόν ποταμό καί ὄχι μέ ἐκείνες πού ἄφθονες ὑπῆρχαν γύρω ἀπό τό σπήλαιο!
Μία δεκαετία μετά τόν θάνατό του ἐμφανίσθηκε "ἐν ὁράματι" στόν τότε Πατριάρχη ΚΠόλεως καί τοῦ ζήτησε τήν ἀνακομιδή τοῦ Λειψάνου του, τήν ὁποία διενήργησε ὁ τότε Μητροπολίτης Παλαιῶν Πατρῶν. Κατά τήν ἀνακομιδή τό Λείψανο βρέθηκε ἀδιάφθορο, "σῶον καί ἄφθαρτον καί πλῆρες οὐρανίου εὐωδίας"! καί κατατέθηκε στό Καθολικό. Δέν εἶναι γνωστό πότε καί κάτω ἀπό ποιές συνθήκες διαλύθηκε, σέ κάποια ἀπό τίς ἱστορικές περιπέτειες τῆς Μονῆς πάντως, ἡ τιμία Κάρα μαζί μέ ἄλλα κειμήλια χάθηκε. Σήμερα στή Μονή Νοτενῶν σώζονται εὐωδιάζοντα τμήματα τοῦ Ἱεροῦ Λειψάνου.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 3η Ἰουλίου.
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος καί Βαπτιστής
Ὁ μεγαλύτερος τῶν Προφητῶν Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης. "Ἀνεδείχθη γάρ καί Προφητῶν σεβασμιώτερος, ὅτι καί ἐν ρύθροις βαπτῖσαι κατηξιώθη τόν κηρυττόμενον".
Κατά τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἦταν καρπός προσευχῆς τῶν δικαίων γονέων του, τοῦ Ἱερέως καί Προφήτου Ζαχαρία καί τῆς ἁγ. Ἐλισσάβετ, "γεννηθείς διά θείας ἐπαγγελίας καί ὑποσχέσεως". Πρίν τήν γέννησή του, προσκύνησε "διά σκιρτήματος ἐν τῇ κοιλίᾳ τῆς μητρός αὐτοῦ", τόν κυοφορούμενο Χριστό, κατά τήν συνάντηση τῆς Παρθένου Μαρίας μέ τήν ἐξαδέλφη της Ἐλισσάβετ, στήν Ὀρεινή τῆς Ἰουδαίας· καί κατά τήν γέννησή του ἔλυσε τήν ἀφωνία τοῦ πατέρα του!
Κατά τόν διωγμό τοῦ Ἡρώδη καί τήν σφαγή τῶν 14.000 Νηπίων, ἡ μητέρα του διέφυγε στήν ἔρημο, μαζί μέ τόν μικρό Ἰωάννη. Ἐκεῖ ὁ Ἰωάννης ἔζησε μέχρι τό 30ό ἔτος τῆς ζωῆς του, ντυμένος μέ τρίχες καμήλου καί τρεφόμενος μέ μέλι ἄγριο καί ἀκρίδες (βλαστάρια τῶν φυτῶν). Προετοίμασε τήν ἐμφάνιση καί τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ, μέ τό κήρυγμα "μετανοεῖτε, ἤγγικε γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν" καί Τόν βάπτισε στόν ποταμό Ἰορδάνη.
Ὁπλισμένος μέ τά προσόντα τοῦ ἐπιβλητικοῦ κήρυκα πού καθήλωνε μέ τήν ἐντυπωσιακή του μορφή καί τήν θερμότητα τῶν λόγων του τά πλήθη, κατακεραύνωνε τήν φαρισαϊκή "ἁγιότητα" τῶν συγχρόνων του, ἡ ὁποία πίσω ἀπό τήν τυπολατρεία ἔκρυβε κοινωνικές πληγές καί ἠθική ἀκαθαρσία. Αὐτή ἡ παρρησία τοῦ στοίχισε τήν ζωή του, ἀφοῦ τελειώθηκε μαρτυρικά μέ ἀποκεφαλισμό, ἀπό τόν Τετράρχη τῆς Γαλιλαίας Ἡρώδη, ἐπειδή ἔλεγχε τόν παράνομο δεσμό του μέ τήν σύζυγο τοῦ ἀδελφοῦ του Ἡρωδιάδα.
Τό Λείψανό του κήδευσαν οἱ μαθητές του (Μάρκ. 6, 21 - 29). Δέν εἶναι γνωστό πότε ἀνακομίσθηκε, κατά τήν ἀνακομιδή πάντως βρέθηκε ἀδιάφθορο, ἀφοῦ κατά τόν διωγμό τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτη, κάηκε ὁλόκληρο στήν Σεβαστούπολη. Ἀπό τήν καταστροφή αὐτή διασώθηκαν μόνον τά χέρια του καί βέβαια ἡ τιμία του Κεφαλή, ἐπειδή δέν φυλάσσονταν μαζί μέ τό σῶμα.
Περί τῆς Τιμίας Κεφαλῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου
Κατά τόν Ἱστορικό Δοσίθεο Πατριάρχη Ἱεροσολύμων, ἀδιάφθορη διαφυλάχθηκε καί ἡ Τιμία Κάρα τοῦ Βαπτιστοῦ.
Γιά πρώτη φορά ἡ Κάρα βρέθηκε στά Ἀνάκτορα τοῦ Ἡρώδη ἀπό δύο μοναχούς, "δι' ἐπιφανείας καί ἀποκαλύψεως τοῦ ἰδίου τοῦ Βαπτιστοῦ" καί μεταφέρθηκε στήν Ἔμεσσα τῆς Συρίας, ὅπου ἀλληλοδιαδόχως ἔφθασε στά χέρια τοῦ Ἀρειανοῦ Ἱερομονάχου Εὐσταθίου.
Γιά δεύτερη φορά ἡ Κάρα βρέθηκε κρυμμένη σέ σπήλαιο, "ἐντός ὑδρίας", καί ἀνακομίσθηκε στήν ΚΠολη, ὅπου κατατέθηκε στόν πρός τιμή τοῦ Προδρόμου Ναό, στό Ἕβδομο.
Γιά τήν τρίτη Εὕρεση τῆς Κάρας δέν σώθηκαν ἰδιαίτερες λεπτομέρειες. Εἶναι γνωστό μόνο, ὅτι βρέθηκε στά Κόμμανα τῆς Καππαδοκίας, "ὑπό τινος Ἱερέως, ἐντός ἀργυροῦ ἀγγείου καί εἰς τόπον ἱερόν" καί ἀπό ἐκεῖ ἀνακομίσθηκε καί πάλι στήν ΚΠολη.
Ἀπό Ἐγκώμιο τό ὁποῖο ἔγραψε ὁ ὅσ. Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, πιθανολογεῖται ὅτι ἴσως ὑπῆρχε στή Μονή τοῦ Στουδίου μέρος ἤ καί ὅλη ἡ ἁγία Κάρα. Στήν ἱστορική συνέχεια ἡ Κάρα διαφυλάχθηκε στή Βλαχία (ἄγνωστο ἀπό ποιόν καί πότε δωρήθηκε), διότι τόν 16ο αἰ. μέρος της δωρήθηκε στή Μονή Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους, ἀπό τόν Ἡγεμόνα τῆς Βλαχίας Νεάγκο Μπασαράμπη (1512 - 1521), ὁ ὁποῖος πλήρωσε καί τήν δαπάνη κατασκευῆς τῆς χρυσῆς λειψανοθήκης της. Τό 1765, ἐνῶ Διονυσιάτες μοναχοί τήν μετέφεραν στό μετόχι τους στό νησί τοῦ ἁγ. Εὐστρατίου, γιά τήν σωτηρία τῶν κτημάτων ἀπό καταστροφική ἀκρίδα, τό πλοῖο τους λαφυραγωγήθηκε ἀπό πειρατές καί ἡ Προδρομική Κάρα κατέλειξε στό Μεγάλο Τζαμί τῆς Δαμασκοῦ, ὅπου φυλάσσεται σέ εἰδικό κουβούκλιο. (Σωτ. Ν. Καδᾶ, "Ἡ Ἱερά Μονή ἁγ. Διονυσίου - Προσκυνηματικός Ὁδηγός - Ἱστορία - Τέχνη - Κειμήλια", 2002, σελ. 130).
Ἄλλο μέρος τῆς Κάρας διαφυλάχθηκε στή Μονή Καλούτι τῆς Βλαχίας (Μετόχιο τοῦ Παναγίου Τάφου). Τό τμῆμα ἐκεῖνο "ἔνεκα τῶν περιστάσεων", μετέφερε στά Ἱεροσόλυμα ὁ Πατριάρχης Δοσίθεος, χωρίς νά εἶναι γνωστό πού βρίσκεται σήμερα. Ὁ ἴδιος γράφει στήν Ἱστορία του: "Ἀπεδημήσαμεν ἀπό ΚΠόλεως εἰς Βλαχομπογδανίαν, ὅτε καί τά Μοναστήρια Καλούη καί Οὐγκρέη ἐλάβομεν· ἐν δέ τῷ Καλούῃ μοναστηρίῳ, ἦν μέρος τῆς Τιμίας Κάρας τοῦ Προδρόμου, ὅπερ - τό ἀμφίβολον τοῦ τόπου κατανοήσαντες - ἀνηνέγκαμεν εἰς Ἱερουσαλήμ" (σελ. 1216).
Γιά τήν Ἱστορία πρέπει νά ἀναφέρουμε, ὅτι μετά τίς Σταυροφορίες ἐμφανίσθηκε στή Δύση κάρα πού ἀποδόθηκε στόν Τίμιο Πρόδρομο, γιά τήν διαφύλαξή της μάλιστα κτίσθηκε ὁ Καθεδρικός Ναός τῆς Ἀμμιένης, ὁ μεγαλύτερος Γοτθικοῦ ρυθμοῦ Ναός τῆς Εὐρώπης.
Περί τῶν χειρῶν τοῦ Τιμίου Προδρόμου
Ἡ ἀδιάφθορη δεξιά τοῦ ἁγ. Ἰωάννη ὑπέστη καί αὐτή ἀνάλογες μέ τήν Κάρα ἱστορικές περιπέτειες. Κατά τήν συναξαριστική παράδοση τήν δεξιά τοῦ Προδρόμου ἔλαβε ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς καί τήν κατέθεσε στήν πατρίδα του Ἀντιόχεια. Μεταφέρθηκε στήν ΚΠολη κατά τήν βασιλεία τῶν Αὐτοκρατόρων Κωνσταντίνου Ζ' καί Ρωμανοῦ Β'.
Τό 1403, ὁ Ρούϊ Γκονζάλες Ντέ Καλβίχο (Ἰσπανός ἀπεσταλμένος στήν Αὐλή τοῦ Ταμερλάνου), τήν προσκύνησε στήν Μονή Περιβλέπτου ΚΠόλεως (κτίσμα Ρωμανοῦ Γ, 1031 - 1034). "Ἦταν τό δεξί του χέρι - γράφει - ἀπό τόν ἀγκῶνα ὡς τήν παλάμη, πολύ γερό καί νωπό, ἄν καί λένε πώς ὅλο τό σῶμα τοῦ εὐλογημένου Ἰωάννη στέγνωσε, ἐκτός ἀπό τό δάκτυλο τοῦ δεξιοῦ του χεριοῦ, μέ τό ὁποῖο ἔδειξε ὅταν εἶπε, "ἰδού ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ". Καί τό χέρι αὐτό ἔμοιαζε νά εἶναι ζωντανό· ἦταν πλαισιομένο ἀπό ἕνα λεπτό χρυσό σύρμα, ἔλειπε ὅμως τό μεγάλο δάκτυλο». (Ρούϊ Γκονζάλες Ντέ Καλβίχο, "Ταξείδι στήν Αὐλή τοῦ Ταμερλάνου", σελ. 101 - 102· καί Νικ. Κοντάκωφ, "Βυζαντινές Ἐκκλησίες καί μνημεία τῆς ΚΠόλεως", Ὀδησσός 1886, σελ. 69).
Ὁ λόγιος Ἁγιορείτης Γεράσιμος Σμυρνάκης σημειώνει γιά τήν δεξιά τοῦ Ἁγίου, ὅτι, "ἡ χείρ αὕτη ὡς καί ἡ Κάρα τοῦ Τιμίου Προδρόμου, κομισθεῖσαι εἰς ΚΠολιν, ἐπί πέντε ἑκατονταετηρίδας εὑρίσκοντο ἐν τῷ Μοναστηρίῳ τοῦ Πετρίου, κατά δέ τήν Ἅλωσιν τῆς ΚΠόλεως μετά τοῦ Ἀκανθίνου Στεφάνου, τῆς Λόγχης καί τοῦ Σπόγγου, κατετέθησαν ἐν τῷ Σουλτανικῷ Θησαυροφυλακίῳ... Κατά Σεπτέμβριον τοῦ 1482 ὁ Σουλτάνος Βαγιαζήτ συνωμολόγησε συνθήκην μετά τοῦ Μεγάλου Ταξιάρχου τῆς Ρόδου, ἐπί τοῖς ὅροις, ἵνα εἰρήνη κρατῆ κατά ξηράν καί θάλασσαν, ἐμπορική ἐλευθερία, κ.λ.π. - ἔτι δέ μυστικήν συνθήκην ἀφορῶσαν εἰς τόν ἀδελφόν αὐτοῦ Τζέμ, τόν διεκδικοῦντα τόν Θρόνον, δι' ἧς ἀνεδέχετο νά πληρώση 45.000 δουκάτα τῷ Μεγάλῳ Ταξιάρχῃ, ἄν τό Τάγμα αὐτοῦ καθείργνυε τόν Τζέμ. Μαθών δέ ὅτι ὁ Ταξιάρχης ἐξεπλήρωσεν τήν ἀφορῶσαν αὐτόν ὑποχρέωσιν, ἀπέστειλε καί αὐτός - κατά Μάϊον τοῦ 1438 - τό συνομολογηθέν ποσόν τῶν δουκάτων, συγχρόνως δέ βαρυτιμότατον δῶρον ἐντός κυπαρρισίνης θήκης, τήν δεξιάν χεῖρα τοῦ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ, ἐπιμελῶς ἐν σηρικῷ ὑφάσματι ἐνειλημένην". (Γερασίμου Σμυρνάκη, "Τό Ἅγιον Ὄρος", σελ. 511).
Ἡ δεξιά τοῦ Ἁγίου φυλάχθηκε στή Μάλτα, ὅπου ἡ ἕδρα τῶν Ἰωαννιτῶν Ἰπποτῶν, μέχρι τό 1799. Τότε, μέ τήν κατάληψη τῆς νήσου ἀπό τούς Γάλλους, οἱ Ἰππότες στράφηκαν γιά βοήθεια πρός τήν Ρωσία καί τήν 12η Ὀκτωβρίου 1799 πρόσφεραν στόν Τσάρο Παῦλο Α' τεμάχιο τοῦ Τιμίου Ξύλου, τήν Εἰκόνα τῆς Παναγίας Φιλερήμου καί τήν δεξιά τοῦ Προδρόμου. Τά κειμήλια κατατέθηκαν στό Παρεκκλήσιο τοῦ Χειμερινοῦ Ἀνακτόρου. Ἡ Ρωσική Ἐκκλησία ἀπό τό 1800, τιμᾶ τό γεγονός τήν 12η Ὀκτωβρίου. (Βλ. Ἰστοσελίδα "Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἀμερικῆς" - METROPOLIA). Δέν εἶναι γνωστές οἱ συνθῆκες κάτω ἀπό τίς ὁποίες ἡ Προδρομική δεξιά ἔφθασε στήν Μονή Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους.
Ἐπίσης δέν εἶναι γνωστές οἱ συνθῆκες κάτω ἀπό τίς ὁποίες τό κειμήλιο βρέθηκε στήν ΚΠολη. Ἤδη ἀπό το 1878, ὁ Μητροπολίτης πρ. Βελεγράδων Ἰερεμίας ὁ ὁποῖος κοινοβίασε στήν Μονή Διονυσίου, κατέβαλε προσπάθειες γιά τήν ἐπανάκτηση τοῦ κειμηλίου. Στίς ἀρχές τοῦ 19ου αἰ. τό κειμήλιο ἦταν στήν κατοχή τοῦ μυστικοσύμβουλου τῆς Πρωσίας στήν ΚΠολη Ἰωάννη Φραγκόπουλου, ὁ ὁποῖος καί τό εἶχε διακοσμήσει. Ἐπεστράφη στήν Μονή Διονυσίου τήν 10. 3. 1802, χάρις στίς προσπάθειες τοῦ Προηγουμένου Ἰωακείμ Ἁγιοστρατίτη (σέ ἀνάμνηση τελεῖται ἀγρυπνία τήν Δ' Κυριακή τῶν Νηστειῶν).
Στό ἴδιο ἔργο του ὁ Καλβίχο σημείωνει γιά τήν ἐπίσκεψη τῆς Ἰσπανικῆς Ἀποστολῆς στόν Ναό τοῦ Προδρόμου. Πρόκειται γιά Ναό πού ἔκτισε ὁ Θεοδόσιος Α' ὁ Μέγας, κοντά στά Ἀνάκτορα τῶν Βλαχερνῶν. Εἶχε μορφή βαπτιστηρίου καί ἦταν διακοσμημένος μέ ἐξαίρετα ψηφιδωτά. Ὁ ψηλός θόλος του στηριζόταν σέ τέσσερεις κίονες ἀπό πράσινο ἴασπι! Οἱ θύρες του ἦσαν ἀργυρές ἐπιχρυσωμένες! "Κοντά στίς πόρτες - γράφει - βλέπεις τέσσερεις μικρές κολόνες ἀπό ἴασπι, μέ ἀργυρές καί ἐπίχρυσες γραμμές, οἱ ὁποίες συμπλέκονται σέ σχῆμα σταυροῦ μέ πολλά πετράδια"!. Ἐκεῖ φυλάσσονταν ἡ ἀδιάφθορη ἀριστερά τοῦ Ἁγίου. "Τήν ἴδια ἡμέρα - γράφει - μᾶς ἔδειξαν τό ἀριστερό χέρι (ἀπό τόν ὤμο ὡς τήν παλάμη) τοῦ ἁγ. Ἰωάννη τοῦ Βαπτιστή. Εἶχε τόσο στεγνώσει, πού ἔβλεπες μόνο δέρμα καί ὀστά· ἡ ἄρθρωση τοῦ ἀγκῶνα ἦταν ἀπό χρυσό καί πολύτιμα πετράδια" (αὐτ. σελ. 97 - 98). Ἡ Προδρομική ἀριστερά σήμερα σώζεται στό Μουσεῖο τῶν Ἀνακτόρων Τόπ Καπί ΚΠόλεως.
Ἀπό τά Λείψανα τοῦ Τιμίου Προδρόμου σήμερα σώζονται:
· Μέρος τῆς Κάρας του στή Μονή Δοχειαρίου Ἁγίου Ὄρους·
· Μέρος τῆς Κάρας του στό Μεγάλο Τζαμί τῆς Δαμασκοῦ·
· Τό ἐπάνω μέρος τῆς Κάρας του στό Μουσεῖο τῶν Ἀνακτόρων Τόπ Καπί ΚΠόλεως·
· Μέρος τῆς σιαγόνας "μετά τριῶν ὀδόντων" στή Μονή Σταυρονικήτα Ἁγίου Ὄρους·
· Ἡ ἀδιάφθορη δεξιά του στή Μονή Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους·
· Ἡ ἀδιάφθορη ἀριστερά του στό Μουσεῖο τῶν Ἀνακτόρων Τόπ Καπί ΚΠόλεως·
· Μέρος τῆς ἀριστερᾶς στή Μονή Μεγάλου Μετεώρου·
· Δάκτυλος στή Μονή Βατοπεδίου Ἁγίου Ὄρους·
· Ἀπότμημα τῆς ἀριστερᾶς στή Μονή ἁγ. Ἰωάννη Μακρυνοῦ Μεγάρων·
· Ἀποτμήματα στίς Μονές Ἰβήρων, Παντοκράτορος καί ἁγ. Παντελεήμονος Ἁγίου Ὄρους.
Ἀκόμη στήν Μονή Ταξιαρχῶν Αἰγιαλείας σώζεται ἡ "πλεξίδα" του.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τήν Σύλληψη τοῦ Τιμίου Προδρόμου τήν 23η Σεπτεμβρίου, τήν Γέννησή του τήν 24η Ἰουνίου, τήν Ἀποτομή τῆς Κεφαλῆς του τήν 29η Αὐγούστου, τήν Α' καί Β' Εὕρεση τῆς Κεφαλῆς του τήν 24η Φεβρουαρίου, τήν Γ' Εὕρεσή της τήν 25η Μαϊου καί τήν Σύναξη τήν 7η Ἰανουαρίου ("ἐπειδή οὖτος ὑπηρέτησεν εἰς τό Μυστήριον τῆς Βαπτίσεως τοῦ Κυρίου").
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος Ἀρχιεπίσκοπος ΚΠόλεως (+ 407)
Ἕνας τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν καί μεγάλων Πατέρων, ὁ πλέον ἄριστος καί δημοφιλής διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας, μοναδικός σέ πλοῦτο καί σαφήνεια στήν ἐξήγηση τῶν Γραφῶν (χωρίς νά ἔχει ἐφάμιλλο στήν ἑτοιμολογία, τήν ἁπλότητα, ἀλλά καί τήν φλόγα καί τήν δύναμη τῆς ρητορείας)· ρήτορας θαυμαστός, λογοτέχνης ἀπαράμιλλος, ψυχολόγος βαθύς καί διεισδυτικώτατος καί καταπληκτικός κοινωνιολόγος, κατέλειπε ἔργα τά ὁποῖα περιλαμβάνονται στίς χρυσές σελίδες τῆς Χριστιανικῆς καί τῆς παγκόσμιας Γραμματείας.
Γεννήθηκε στήν Ἀντιόχεια καί ἦταν γιός τοῦ Στρατηγοῦ Σεκούνδου καί τῆς περιώνυμης Ἀνθοῦσας, ἡ ὁποία τόν ἀνέθρεψε (νεαρή χήρα 20 ἐτῶν), μέ τόν καλύτερο τρόπο. Σπούδασε πολλές ἐπιστήμες στήν πατρίδα του (κοντά στόν σοφιστή Λιβάνιο), ἀλλά καί στήν Ἀθήνα, μέ συμφοιτητή τόν Μέγα Βασίλειο. Μετά τίς σπουδές του ἀσκήθηκε πέντε χρόνια στήν ἔρημο καί μετά, πιεζόμενος ἀπό τόν ἅγ. Μελέτιο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀντιοχείας, δέχθηκε τήν Ἱερωσύνη. Τήν 15η Δεκεμβρίου 397, ἀναδείχθηκε "ψήφῳ Κλήρου, λαοῦ καί Βασιλέως Ἀρκαδίου" Ἀρχιεπίσκοπος ΚΠόλεως.
Κατά τήν διάρκεια τῆς σύντομης ἀρχιερατείας του ὑπῆρξε ἀδυσώπητος ἐλεγκτής κάθε παρανομίας καί ἔτσι δημιούργησε ἐχθρούς, μέ πρώτη τήν Αὐτοκράτειρα Εὐδοξία. Ἔμεινε στήν Ἱστορία σάν μία ἀπό τίς πλέον μελανές σελίδες της, ἡ συνεργασία Εὐδοξίας, Ἀλεξανδρείας Θεοφίλου καί 36 Ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖοι συγκρότησαν τήν "Σύνοδο" τῆς Δρυός, μέ τήν ὁποία ὁ Ἱερός Πατέρας καθαιρέθηκε καί ἐξορίσθηκε. Κοιμήθηκε ἐξόριστος στήν Κουκουσό τῆς Ἀρμενίας, τό 407.
Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο στήν ΚΠολη τό 438, ἀπό τόν μαθητή του Πατριάρχη ἅγ. Πρόκλο καί τόν Αὐτοκράτορα Θεοδόσιο Β' τόν Μικρό. Σήμερα ἡ Ἀθωνική μοναστική πολιτεία διαφυλάσσει τήν Κάρα του στή Σκήτη τοῦ ἁγ. Ἀνδρέου, μέ ἄφθαρτο τό ἀριστερό του αὐτί! (τοῦτο ἴσως νά ἔχει σχέση μέ θαῦμα τό ὁποῖο μαρτυρεῖ ὁ Διάκονος τοῦ Ἁγίου καί ἔπειτα Πατριάρχης ΚΠόλεως ἅγ. Πρόκλος, κατά τό ὁποῖο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τοῦ ὑπαγόρευε τήν ἑρμηνεία τῶν Ἐπιστολῶν του!), τήν ἄφθαρτη δεξιά του, σέ σχῆμα εὐλογίας, στή Μονή Φιλοθέου καί τήν ἀριστερά του στή Μονή Μεγίστης Λαύρας. Ἀκόμη, στόν Πατριαρχικό Ναό τοῦ ἁγ. Γεωργίου στό Φανάρι, φυλάσσονται τά Λείψανα τοῦ Ἁγίου πού ἐπεστράφησαν ἀπό τό Βατικανό στό Πατριαρχεῖο ΚΠόλεως, τήν 27/11/2004 (πρόκειται γιά τά Λείψανα πού κλάπηκαν ἀπό τούς Σταυροφόρους, τό 1204).
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 13η Νοεμβρίου καί ἡ Ἀνακομιδή τοῦ Λειψάνου του τήν 27η Ἰανουαρίου.
Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Καλυβίτης (5ος αἰ.)
Γεννήθηκε στήν ΚΠολη κατά τήν βασιλεία τοῦ Λέοντος Α' τοῦ Θρακός καί ἦταν γιός τοῦ Συγκλητικοῦ Εὐτροπίου. Φλεγόμενος ἀπό τόν πόθο τῆς μοναχικῆς ἀφιερώσεως, διέφυγε κρυφά στήν Μονή τῶν Ἀκοιμήτων, ὅπου ἔγινε μοναχός καί ἐπιδόθηκε σέ κάθε εἴδους ἄσκηση καί σκληραγωγία γιά μία τριετία, ὥστε ἔγινε ἀγνώριστος στήν σωματική ὄψη. Τότε μέ τήν εὐλογία τοῦ Ἡγουμένου του ἐπέστρεψε στήν πατρική του οἰκία σάν ζητιάνος καί ἐγκαταστάθηκε σέ μία καλύβη, ὅπου συνέχισε τήν ἄθλησή του, δεχόμενος τήν ἐλεημοσύνη τῶν γονέων του πού δέν τόν ἀναγνώρισαν. Ἐκεῖ, μετά ἀπό τριετία ἀγώνων, παρέδωσε τό πνεῦμα του, ἀφοῦ προηγουμένως φανερώθηκε στούς γονεῖς του καί ἀναγνωρίσθηκε ἀπό τό πολύτιμο χειρόγραφο Εὐαγγέλιο πού τοῦ εἶχαν χαρίσει πρίν τήν φυγή του.
Τό Λείψανό του κηδεύθηκε στήν καλύβη του. Δέν εἶναι εἶναι γνωστό πότε ἀνακομίσθηκε, βρέθηκε πάντως ἀδιάφθορο, ἀφοῦ σήμερα μία τῶν χειρῶν του φυλάσσεται στήν Μονή Χρυσοπηγῆς Χανίων.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 15η Ἰανουαρίου.
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ἐλεήμων Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας (+ 619)
Γεννήθηκε στήν Ἀμαθοῦντα τῆς Κύπρου, ὅπου ἔτυχε ἐπιμελημένης παιδείας καί μορφώσεως, νυμφεύθηκε καί ἔκανε οἰκογένεια. Μετά τόν θάνατο τῆς συζύγου καί τῶν παιδιῶν του ἄρχισε νά διαμοιράζει τόν πλοῦτο του στούς ἐνδεεῖς. Τό 610 ψηφίσθηκε Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας ἀπό τήν τάξη τῶν λαϊκῶν καί χειροτονήθηκε "μή θέλων", πιεζόμενος ἀπό τόν Αὐτοκράτορα Ἡράκλειο.
Ἡ ἀρχιερατεία του στό Θρόνο τοῦ ἁγ. Μάρκου, ἄν καί σύντομη (μόνον πέντε χρόνια), ὑπῆρξε γεμάτη ἀγαθοεργίες καί ἔργα φιλανθρωπίας καί ἀγάπης καί τοῦ προσέδωσε τήν προσωνυμία τοῦ Ἐλεήμονος. Τό 1615, κατά τήν διάρκεια μιᾶς Περσικῆς ἐπιδρομῆς, κατέφυγε στήν Κύπρο. Ἐκεῖ κοιμήθηκε εἰρηνικά καί ἐνταφιάσθηκε στό Ναό τοῦ ἁγ. Τύχωνος. Ἡ Ἐκκλησία τόν μνημονεύει στίς καθημερινές Ἀκολουθίες μέ τούς μεγάλους Πατέρες Της.
Γιά τά Λείψανα τοῦ ἁγ. Ἰωάννου ὑφίσταται πρόβλημα. Γιά τούς Ρωμαιοκαθολικούς τό Λείψανό του βρίσκεται ἀδιάφθορο στή Βενετία (βλ. Περιοδικό "Ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν" Ἱ. Μ. Μεταμ. Σωτῆρος Ναυπάκτου, φ. 46, σελ. 61), ἐνῶ - σύμφωνα μέ ἄλλη πηγή - τό σύνολο τῶν Λειψάνων του σήμερα βρίσκεται στό Ναό ἁγ. Μαρτίνου Μπρατισλάβας Σλοβακίας (Δημ. Καππαῆ, "Οἱ ἐν Λεμεσῷ διαλάμψαντες Ἅγιοι", σελ. 139). Κατά τόν ἴδιο μελετητή τό Λείψανο μεταφέρθηκε ἀρχικά στήν ΚΠολη καί ἔπειτα στήν Ἀλεξάνδρεια, ἀπό ὅπου δωρήθηκε στόν Οὖγγρο Βασιλιά Ματθαῖο Κορβῖνο, ἀπό τόν Ὀθωμανό Κυβερνήτη τῆς Αἰγύπτου.
Στό χῶρο τῆς Ὀρθοδοξίας μέρη τῆς Κάρας του βρίσκοναι στή Μονή Προυσοῦ Εὐρυτανίας καί στή Μονή Μεταμορφώσεως - Μεγ. Μετεώρου, ἡ δεξιά του στή Μονή Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους καί ἀποτμήματα στίς Μονές Μεγ. Λαύρας Ἁγίου Ὄρους καί Μεγ. Σπηλαίου Καλαβρύτων καί στόν ὁμώνυμο Μητροπολιτικό Ναό Λεμεσοῦ Κύπρου.
Σχετικά μέ τά Λείψανα τοῦ ἁγ. Ἰωάννου, ὁ γνωστός Κύπριος Ἱστορικός ἀρχιμ. Κυπριανός γράφει σχετικά: "Τά ἅγια Λείψανα αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου... πολλάκις αὐτός ἐγώ ἐπροσκύνησα κατά τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς, τήν 12ην Νοεμβρίου. Ἦταν ὁ Ἅγιος, ὡς φαίνεται ἀπό τό Λείψανό του, μακρύς εἰς τήν ἡλικίαν καί θεωρητικώτατος" ("Ἱστορία χρονολογική τῆς ν. Κύπρου", Βενετία 1788, σελ. 349). Ἡ ἔκφραση αὐτή προϋποθέτει ὁλόκληρο λείψανο καί ὄχι ὀστά, τουλάχιστον μέχρι τήν ἐποχή τοῦ ἀρχιμ. Κυπριανοῦ.
Στό πρόβλημα αὐτό θά μποροῦσε νά δώση ἀπάντηση μόνον ὁ γεννετικός ἔλεγχος (D.N.A.). Τό πλέον πιθανό εἶναι ὅτι στήν Βενετία βρίσκεται τό ἀδιάφθορο Λείψανο τοῦ Νέου Ἐλεήμονος ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Καλοκτένους Μητροπολίτου Θηβῶν, τό ὁποῖο ἐκλάπη ἀπό τούς Σταυροφόρους.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 12η Νοεμβρίου.
Ἅγιος Ἰωάννης Δοῦκας τῆς Ἀλεξανδρείας
Δέν εἶναι γνωστός στούς Ὀρθοδόξους Συναξαριστές. Κατά τήν Βενετική παράδοση τά Λείψανά του ἀφαίρεσε τό 1214 ἀπό τόν Ναό τῆς Παναγίας Ψυχοσώτηρας ΚΠόλεως, ὁ ἐφημέριος τοῦ Ναοῦ τοῦ ἁγ. Δανιήλ Βενετίας Ραλάνδος, ἐπί τῶν ἡμερῶν τοῦ Δόγη Πέτρου Zianni. Ἀργότερα τά Λείψανα μεταφέρθηκαν στό Ναό τοῦ ἁγ. Πέτρου Καστέλλο Βενετίας, ὅπου καί σήμερα φυλάσσονται, παραδόξως ἐνδεδυμένα ἀρχιερατικά ἄμφια!
Τό 1991 ἔγινε ἀναγνώριση τοῦ Λειψάνου, κατά τήν ὁποία διαπιστώθηκε ὅτι ἔλειπε ἡ κάρα καί τό ὕψος του ἦταν πολύ μεγάλο. (Ἐπ. Φαναρίου Ἀγαθαγγέλου, «Ἱερά Λείψανα Ἁγίων τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολῆς στή Βενετία», σελ. 198 – 199).
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 19η Μαϊου κατά τήν Βενετική παράδοση.
Ὅσιος Ἰωάννης τῆς Ρίλας Βουλγαρίας (+ 946)
Ὁ πλέον γνωστός τῶν Βουλγαρικῆς καταγωγῆς Ἁγίων, ἐθνικός Ἅγιος τῶν Ὀρθοδόξων Βουλγάρων.
Ἔζησε κατά τήν βασιλεία τοῦ Βυζαντινοῦ Αὐτοκράτορος Κων/νου Ζ' τοῦ Πορφυρογέννητου καί τοῦ Βασιλέως τῆς Βουλγαρίας Πέτρου. Γεννήθηκε τό 876 στό χωριό Σκρίνου, ἔξω ἀπό τήν Σόφια, καί μόνασε νεώτατος σέ σπήλαιο τοῦ Ὄρους Ρίλα (2. 925 μ.). Ἐπιδόθηκε σέ μεγάλη ἄσκηση καί δέχθηκε τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Σταδιακά ἡ ἀσκητική του παλαίστρα ἐξελίχθηκε σέ μονή, ἡ ὁποία ἀναδείχθηκε ἡ "Μητρόπολις" τῶν Βουλγαρικῶν Μονῶν. Κοιμήθηκε εἰρηνικά σέ ἡλικία 70 ἐτῶν καί ἐνταφιάσθηκε στήν μονή του.
Τό Λείψανό του, τό ὁποῖο ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο, μεταφέρθηκε ἀρχικά στή Σόφια, ἀπ' ὅπου λαφυραγωγήθηκε ἀπό Οὔγγρους εἰσβολεῖς καί μεταφέρθηκε στό Ὄστρογο. Ἐκεῖ ὁ τοπικός Παπικός Ἐπίσκοπος δέν δέχθηκε τήν ἁγιότητα τοῦ Ὁσίου καί τιμωρούμενος ἔχασε τήν φωνή του! Μετά τήν μετάνοια καί τήν θαυματουργική θεραπεία τοῦ Ἐπισκόπου, ὁ Οὔγγρος Ἡγεμόνας ἐπέστρεψε τό Λείψανο στούς Βουλγάρους. Κατά τήν βασιλεία τοῦ Ἰωάννη Ἀσάν, τό Λείψανο μεταφέρθηκε στό Τύρνοβο καί ἀπό ἐκεῖ στήν Ρίλα, κατά τήν κατάλυση τοῦ Βουλγαρικοῦ Κράτους ἀπό τούς Ὀθωμανούς.
Σήμερα Λείψανο φυλάσσεται στή Μονή τῆς Ρίλας, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τό κέντρο τῆς Βουλγαρικῆς εὐσεβείας. Ἕνα διαρκές θαῦμα καί μία συνεχής ἀπόδειξις τῆς παρουσίας τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ καταπληκτική εὐωδία τοῦ Λειψάνου, ἡ ὁποία γίνεται ἀντιληπτή ἀπό ἀπόσταση πολλῶν μέτρων (ὅπως καί ὁ γράφων βίωσε καί μαρτυρεῖ)!
Ἡ χώρα μας ἔχει τήν μεγάλη εὐλογία τῆς φιλοξενίας τῆς δεξιᾶς χειρός τοῦ ὁσ. Ἰωάννη, ἡ ὁποία βρίσκεται στήν Μονή Κεχροβουνίου Τήνου. Φυλάσσεται σέ ἀργυρή θήκη (μέ χρονολογία 1788) καί ἀφιερώθηκε στή Μονή στίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰ., ἀπό τόν Ἱερομόναχο Γαβριήλ ἀπό τήν Σύρο, ἐπί ἡγουμενίας Θεοδοσίας Καρδίτση (Βλ. "Ἀκολουθία τοῦ Ὁσίου Πατρός ἡμῶν Ἰωάννου τῆς Ρίλας"· ἔκδοσις Μ. Κεχροβουνίου, 1979).
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 19η Ὀκτωβρίου καί ἡ Ἀνακομιδή τοῦ Λειψάνου του τήν 18η Αὐγούστου.
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Καλοκτένης, Μητροπολίτης Θηβῶν (12ος αἰ.) ὁ Νέος Ἐλεήμων
Γεννήθηκε στήν ΚΠολη καί ἦταν καρπός προσευχῆς τοῦ Βυζαντινοῦ εὐπατρίδη Κων. Καλοκτένη, ἀπό τόν ὁποῖο παραδόθηκε στήν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας καί στήν προστασία τοῦ Μεγάλου Δομέστιχου γιά νά σπουδάσει. Μόνασε στήν Βασιλεύουσσα καί διακρίθηκε γιά τήν ἀρετή του καί ἀπό τήν τάξη τῶν μοναχῶν ἐκλέχθηκε Μητροπολίτης Θηβῶν, μετά τήν καταστροφή τῆς πόλεως ἀπό τούς Νορμανδούς. Ἡ ἀρχιερατεία του ὑπῆρξε εὐεργετική γιά τόν λαό. Χρησιμοποιῶντας τήν πατρική του περιουσία κατασκεύασε ὑδραγωγεῖο γιά τήν ὕδρευση τῆς πόλεως καί τήν κίνηση τῶν ἐργαστηρίων ὑφαντικῆς· μέ ὁδηγίες του ἀναπτύχθηκε ἡ βιοτεχνία, ἡ μεταξοκαλλιέργεια καί τό ἐμπόριο· ἔκανε τήν ἐκτροπή τοῦ Ἰσμηνίου ποταμοῦ πρός τήν πεδιάδα· ἵδρυσε εὐαγῆ ἱδρύματα καί σχολεῖα (ἀκόμη καί κοροσίδων)· ἔκτισε τούς κατεστραμμένους ναούς καί τά δημόσια κτίρια. Κοιμήθηκε εἰρηνικά μέ τήν προσωνυμία τοῦ Νέου Ἐλεήμονος.
Περί τῶν Λειψάνων τοῦ ἁγ. Ἰωάννου δέν σώθηκαν πληροφορίες. Γιά τούς Ρωμαιοκαθολικούς σέ Ναό τῆς Βενετίας φυλάσσεται ἀδιάφθορο Λείψανο πού ἀποδίδεται στόν ἅγ. Ἰωάννη τόν Ἐλεήμονα, Ἀρχιεπίσκοπο Ἀλεξανδρείας (βλ. Περιοδικό "Ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν" Ἱ. Μ. Μεταμ. Σωτῆρος Ναυπάκτου, φ. 46, σελ. 61). Ὅμως, τό μεγαλύτερο μέρος τῶν Λειψάνων τοῦ Ἁγίου (κατά τούς ἰδίους τούς Ρωμαιοκαθολικούς), φυλάσσονται στόν Ναό τοῦ ἁγ. Μαρτίνου, στήν Μπρατισλάβα τῆς Σλοβακίας, στήν δέ Ὀρθόδοξη Ἀνατολή μέρη τῆς Κάρας του φυλάσσονται στήν Μονή Προυσοῦ Εὐρυτανίας καί στήν Μονή Μεταμορφώσεως - Μεγ. Μετεώρου, ἡ δεξιά στή Μονή Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους καί ἀποτμήματα στίς Μονές Μεγ. Λαύρας καί Ξενοφῶντος Ἁγίου Ὄρους, Μεγ. Σπηλαίου Καλαβρύτων (περισσότερα τοῦ ἑνός) καί Γκούρας Τρικάλων καί στόν ὁμώνυμο Μητροπολιτικό Ναό Λεμεσοῦ Κύπρου.
Τό πλέον πιθανό, λοιπόν, μέ δεδομένη τήν καταλήστευση τῆς περιοχῆς τῆς Βοιωτίας ἀπό τούς Σταυροφόρους, εἶναι τό ἀδιάφθορο Λείψανο τῆς Βενετίας νά ἀνῆκει στόν ἅγ. Ἰωάννη τόν Νέο Ἐλεήμονα.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 29η Ἀπριλίου.
Ἅγιος Ἰωάννης Βλαδίμηρος Ἡγεμόνας τῆς Σερβίας (+ 1015)
Καταγόταν ἀπό πριγκιπική οἰκογένεια τῆς Ζαχουμίας. Ἦταν εὐσεβής καί καλός κυβερνήτης καί ἀναλώθηκε σέ ἔργα φιλανθρωπίας καί εὐποιϊας, ἐνῶ ἔκτισε καί ναούς. Καταδίωξε τήν αἵρεση τῶν Βογομίλων καί πολέμησε κατά τῶν Βουλγάρων τοῦ Σαμουήλ, ἀπό τόν ὁποῖο νικήθηκε καί φυλακίσθηκε. Προσευχόμενος στήν φυλακή, δέχθηκε τήν ἐπίσκεψη οὐρανίου Ἀγγέλου, ἀπό τόν ὁποῖο πληροφορήθηκε τήν ἀπελευθέρωσή του, ἀλλά καί τόν μαρτυρικό του θάνατο. Γιά νά ἀπελευθερωθεῖ ὑποχρεώθηκε ἀπό τόν Σαμουήλ νά νυμφευθεῖ τήν κόρη του Κοσάρα.
Μετά τόν θάνατο τοῦ Σαμουήλ (1015), βασίλευσε ὁ γιός του Ραδομίρ, τό ὁποῖο ὅμως σκότωσε ὁ ἀδελφός του Ραντισλάβ, ἀπό τόν ὁποῖο τελειώθηκε καί ὁ δίκαιος Ἰωάννης Βλαδίμηρος, μέ ἀποκεφαλισμό.
Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο καί κατά μία πληροφορία σήμερα φυλάσσεται στή Μονή τοῦ Ἐλβασάν, τήν ὁποία ὁ ἴδιος εἶχε ἱδρύσει.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 22α Μαϊου.
Ἅγιος Ἰωάννης Ἀρχιεπίσκοπος Νόβγκοροντ Ρωσίας (+ 1186)
Γεννήθηκε στό Νόβγκοροντ καί μετά τόν θάνατο τῶν γονέων του ἔζησε ἡσυχαστικά μαζί μέ τόν ἀδελφό του Γαβριήλ στά κτήματά τους, ὅπου ἔκτισαν Ναό πρός τιμήν τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου. Ὁ Ναός αὐτός ἀργότερα ἐξελίχθηκε σέ Μονή καί οἱ δύο ἀδελφοί ἔγιναν μοναχοί. Τό 1162 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Νόβγκοροντ καί τό 1165 ἀνυψώθηκε σέ Ἀρχιεπίσκοπο. Τό 1170, κατά τήν διάρκεια τῆς πολιορκείας τῆς πόλεως ἀπό τίς δυνάμεις τοῦ Σούζνταλ, ἐνῶ λιτάνευε στά τείχη μία εἰκόνα τῆς Παναγίας, ἡ εἰκόνα δάκρυσε! Πρόκειται γιά τήν θαυματουργή ἔκτοτε Εἰκόνα τοῦ Σημείου (Znamenie). Τό θαῦμα αὐτό συνέβη τήν 25η Φεβρουαρίου 1170 καί ὁ ἅγ. Ἰωάννης θέσπισε νά τιμᾶται ἡ Εἰκόνα τήν 27η Νοεμβρίου. Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1186 καί ἐνταφιάσθηκε στόν Ναό τοῦ Τιμίου Προδρόμου.
Τό 1439 κατά τήν διάρκεια ἐργασιῶν στόν Ναό, ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο τό Λείψανο ἑνός ἀγνώστου Ἀρχιερέως. Τότε, μετά ἀπό προσευχή, ὁ ἅγ. Ἰωάννης ἐμφανίσθηκε στόν Ἀρχιπίσκοπο Νόβγκοροντ ἅγ. Εὐθύμιο καί τοῦ ἀποκάλυψε τήν ταυτότητά του, τοῦ "ἀναξίου ὑπηρέτου τοῦ Θαύματος τοῦ Σημείου". Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη τοῦ Λειψάνου.
Τιμᾶται τήν 7η Σεπτεμβρίου καί τήν 1η Δεκεμβρίου, τήν 10η Φεβρουαρίου κατά τήν Σύναξη τῶν Ἁγίων τοῦ Νόβογκοροντ καί ἡ Ἀνακομιδή τοῦ Λειψάνου του τήν 4η Ὀκτωβρίου.
Ἅγιος Ἰωάννης Δοῦκας Βατάτζης Αὐτοκράτορας τῆς Νικαίας (+ 1254)
Ἦταν γιός τοῦ Αὐτοκράτορος Θεοδώρου Λάσκαρη. Γεννήθηκε στήν Ἀδριανούπολη καί βασίλευσε στήν Βυζαντινή Αὐτοκρατορία τῆς Νικαίας, ἀπό τό 1222 μέχρι τό 1254. Ὑποστήριξε τήν Ὀρθοδοξία κατά τήν περίοδο τῶν ἑνωτικῶν προσπαθειῶν (ἐπί Πάπα Γρηγορίου Θ' καί Πατριάρχου ΚΠόλεως Γερμανοῦ τοῦ Νέου). Εἶναι ὁ ποιητής τοῦ Μεγάλου Παρακλητικοῦ Κανόνος στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο καί ἑνός ἄλλου Κανόνος "Χαιρετιστηρίου εἰς τήν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον", ὁ ὁποῖος περιλαμβάνεται στό Θεοτοκάριο.
Κοιμήθηκε τό 1254 καί κηδεύθηκε στήν κτιτορική Μονή του, τήν ἀποκαλουμένη "τῶν Σωσάνδρων". Τό 1301, μετά ἀπό ἐμφάνισή του, τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο, καθισμένο στόν Θρόνο, μέ τά βασιλικά ἐνδύματα ἐπίσης ἄφθαρτα! καί κατατέθηκε στήν Μητρόπολη τῆς Μαγνησίας. Μετά τήν Τουρκική κατάκτηση δέν εἶναι γνωστή ἡ τύχη του.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 4η Νοεμβρίου.
Ἅγιος Ἰωάννης Μπράνκοβιτς, Δεσπότης τῆς Σερβίας (+ 1502)
Ἦταν δευτερότοκος γιός τοῦ Δεσπότη ἁγ. Στεφάνου Μπράνκοβιτς καί τῆς ὁσ. Ἀγγελίνας (κόρης τοῦ Γεωργίου Καστριώτη - Σκεντέρμπεη τῆς Ἀλβανίας). Μεγάλωσε στήν Τεργέστη καί μέ τήν ἁγιότητα τῆς ζωῆς του στήριξε τήν Ὀρθόδοξη Πίστι σ' αὐτή τήν Παπική πόλη. Διαδέχθηκε τόν πατέρα του τό 1476. Σάν Δεσπότης ἔδειξε ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον γιά τήν Ἐκκλησία καί ἐνίσχυσε τίς μονές τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τῆς Δαλματίας καί τοῦ Μπανάτου.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1502. Ὑπῆρξε ὁ τελευταῖος Σέρβος Ἡγεμόνας, διότι μετά ἀπό αὐτόν ἡ κατάκτηση τῆς Σερβίας ἀπό τούς Τούρκους ὑπῆρξε ὁριστική.
Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο καί σήμερα φυλάσσεται στή Μονή τοῦ Κουπίνοβο (Κρούσεντολ) Σερβίας.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 10η Δεκεμβρίου.
Ὅσιος Ἰωάννης τῆς Μόσχας, ὁ διά Χριστόν Σαλός (+ 1589)
Ἰωάννης ὁ "Σιδεροσκούφης". Πρίν ἐμφανισθεῖ στή Μόσχα, ἐργαζόταν στίς ἁλυκές τοῦ Βόλογκντα καί σήκωσε τόν σταυρό τῆς διά Χριστόν σαλότητος στό Ροστώβ, ὅπου ἐνθάρρυνε τόν ἔγκλειστο Εἰρναῖο. Στήν πρωτεύουσσα ἔκρυβε τήν γυμνότητά του μέ βαρειές ἁλυσίδες καί κομμάτια χαλκοῦ! Στό κεφάλι φοροῦσε ἕνα σιδερένιο σκοῦφο πού τό βάρος του τοῦ προκάλεσε τύφλωση!
Τό προορατικό του χάρισμα τόν εἶχε κάνει ἰδιαίτερα δημοφιλή στό λαό, ὅμως ἔμεινε στήν Ἱστορία γιά τόν ἔλεγχο πού ἄσκησε στόν Τσάρο Μπόρις Γκουντούνωφ, τόν ὁποῖο ὁ λαός ὑποπτευόταν γιά τήν δολοφονία τοῦ 9χρονου Τσάρεβιτς Δημητρίου, γιοῦ τοῦ Ἰβάν Δ' τοῦ Τρομεροῦ. Ὁ 'Αλ. Πούσκιν στήν Τραγωδία "Μπόρις Γκουντούνωφ" μεταφέρει τήν σκηνή τῆς συναντήσεως τοῦ Σαλοῦ μέ τόν Τσάρο, στήν πλατεία μπροστά στόν Καθεδρικό Ναό.
Προεῖδε τόν θάνατό του καί τρεῖς ἡμέρες πρίν ἔβγαλε τίς ἁλυσίδες, πλύθηκε στά δημόσια λουτρά, σταύρωσε τά χέρια του στό στῆθος καί κοιμήθηκε εἰρηνικά. Κατά τήν ἐξομολόγησή του ζήτησε νά ἐνταφιασθεῖ στόν Ναό τῆς Ἁγίας Σκέπης, δίπλα στόν διά Χριστόν Σαλό Βασίλειο. Κατά τήν διάρκεια τῆς κηδείας του μία θύελλα σκόρπισε τούς πιστούς, καί κεραυνοί σκότωσαν ἕναν Ἱερέα καί κάποιους ἀπό τόν λαό!
"Μόνον ὁ Θεός ξέρει τήν αἰτία αὐτῆς τῆς θεϊκῆς τιμωρίας", ἔγραψε ὁ Χρονογράφος, "ξεχνῶντας - σχολιάζει ἡ Εἰρ. Γκοραϊνωφ - ὅτι θά μποροῦσε νά ὁλοκληρώσει κάλλιστα μέ τρομακτικό τρόπο τήν ζωή ἑνός μή ἀναμενόμενου Προφήτη, ὁ ὁποῖος εἶχε μάταια κρούσει τόν κώδωνα τοῦ κινδύνου στούς μέθυσους, στούς χυδαίους καί σκληρούς συγχρόνους του καί ὁ ὁποῖος εἶχε προβλέψει πολλές φορές, ὅτι πλησιάζει ὁ καιρός τῶν ἀναταραχῶν, χρονιές δυστυχίας, ἐχθρικῶν εἰσβολῶν καί ἐμφυλίων πολέμων, πού χωρίς καθυστέρησε ἦρθαν στήν Ρωσία". (Εἰρ. Γκοραϊνωφ, "Οἱ διά Χριστόν Σαλοί", σελ. 154).
Κατά τήν ἀνακομιδή του τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο καί κατατέθηκε στόν Καθεδρικό Ναό τοῦ ἁγ. Βασιλείου τῆς Μόσχας. Σήμερα δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη τοῦ Λειψάνου του.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 3η Ἰουλίου.
Ἅγιος Ἰωάννης Μητροπολίτης Μολδαβίας (16ος - 17ος αἰ.)
Μολδαβικῆς καταγωγῆς, γεννήθηκε στήν περιοχή τῆς Σουτσεάβας. Τό 1560 ἀσπάσθηκε τόν μοναχικό βίο στήν Μονή Ρίσκας, τῆς ὁποίας ἀναδείχθηκε Πνευματικός καί Ἡγούμενος. Τό 1598 ἀναδείχθηκε Ἐπίσκοπος Χούς καί τό 1605 μετατέθηκε στήν Ἐπισκοπή Ραντάουτς. Τό 1608 ἀνέλαβε τήν Μητρόπολη Μολδαβίας. Στήν νεότητά του εἶχε πνευματικό ὁδηγό τόν ἡσυχαστή Ἐπίσκοπο Μακάριο. Ἔτσι, παρά τήν ἀρχιερατική του διακονία, παρέμεινε πάντοτε ἡσυχαστής, γι'αὐτό παραιτήθηκε ἀπό τόν Θρόνο, γιά νά ἀκολουθήσει τόν ἡσυχαστικό βίο. Κοιμήθηκε εἰρηνικά, ἐλεημένος ἀπό τόν Θεό μέ τό προορατικό καί τό θαυματουργικό χάρισμα.
Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο, ὅμως ἐνταφιάσθηκε καί πάλι σέ ἄγνωστο τόπο, γιά νά προφυλαχθεῖ ἀπό τίς ἐθνικές συμφορές πού κατά καιρούς ἔπληξαν τήν Ρουμανική χώρα.
Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θαυματουργός, Μητροπολίτης Τομπόλσκ Σιβηρίας (+ 1715)
Ἀπό τούς σπουδαιότερους Ἱεράρχες τῆς Ρωσικῆς Ἒκκλησίας, κατά τήν βασιλεία τοῦ Μεγάλου Πέτρου. Γεννήθηκε στό Μεζχίν τοῦ Τσερνίκωφ τό 1651 καί σπούδασε θεολογία στήν Ἀκαδημία τοῦ Κιέβου, ὅπου καί δίδαξε Λατινικά. Σέ ἡλικία 25 ἐτῶν κοινοβίασε στήν Λαύρα τῶν Σπηλαίων, ἐνῶ τό 1678 ἀναδείχθηκε Προϊστάμενος τῆς Μονῆς Σβένσκ στό Μπριάνσκ καί τό 1695 τῆς Μονῆς Γελέτσκυ.
Τό 1697 χειροτονήθηκε Ἀρχιεπίσκοπος Τσερνίκωφ, ἀπό τόν Πατριάρχη Μόσχας Ἀδριανό. Ἀπό τήν θέση αὐτή ὑποστήριξε τόν ἔπειτα ἅγ. Δημήτριο Ἀρχιεπίσκοπο Ροστώφ, στίς ἁγιολογικές του ἐργασίες. Ἵδρυσε τό Θεολογικό Σεμινάριο τοῦ Τσερνίκωφ καί ἀναδείχθηκε σπουδαία προσωπικότητα τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Γραμμάτων, μέ σοβαρό συγγραφικό καί μεταφραστικό ἔργο. Τό 1711 ἀναδείχθηκε Μητροπολίτης Τομπόλσκ. Ἔφερε μαζί του στήν πρωτεύουσσα τῆς Σιβηρίας τήν θαυματουργή Εἰκόνα τῆς Θεομήτορος, ἡ ὁποία πῆρε ἔκτοτε τό ὄνομα τῆς πόλεως ("Παναγία τοῦ Τομπόλσκ"). Τό 1714 ὀργάνωσε τήν πρώτη ἀποστολή ἱεραποστόλων στήν Κίνα καί ἐργάσθηκε γιά τόν ἐκχριστιανισμό τῶν ἰθαγενῶν φυλῶν τῆς κεντρικῆς Ἀσίας.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1715, προσευχόμενος γονατιστός μπροστά στήν εἰκόνα τῆς Παναγίας, τήν ὁποία ὑπεραγαποῦσε! (251 χρόνια ἀργότερα, τό 1966, μέ τόν ἴδιο τρόπο κοιμήθηκε ὁ ἀπόγονός του Ἀρχιεπίσκοπος Σαγκάης καί Ἁγίου Φραγκίσκου Ἰωάννης Μαξίμοβιτς). Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο στίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰ., ὅταν ὁ τότε Ἀρχιεπίσκοπος Λιθουανίας Τύχων (ὁ ἔπειτα Πατριάρχης Μόσχας καί Ἱερομάρτυς, + 1925), διενήργησε ἐξέταση μέ ἐντολή τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἁγιότητά του διακηρύχθηκε Συνοδικά τό 1916.
Τό χαριτόβρυτο Λείψανό του εἶναι σήμερα κατατεθημένο στόν Ναό τῆς Ἁγίας Σκέπης, στό Τομπόλσκ. Τά θαύματά του εἶναι τόσο (ἀπό τά ὁποῖα προσωνομάσθηκε Θαυματουργός), ὥστε λέγεται χαρακτηριστικά, ὅτι "τό μονοπάτι πρός τό Λείψανο τοῦ ἁγ. Ἰωάννη, δέν θά χορταριάσει ποτέ" !
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 10η Ἰουλίου.
Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Ρώσος, ὁ Ὁμολογητής (+ 1730)
Ρώσος στρατιώτης κατά τόν Ρωσο - Τουρκικό Πόλεμο τοῦ 1711, αἰχμαλωτίσθηκε ἀπό Τατάρους καί πουλήθηκε σέ Ὀθωμανό Ἴππαρχο ἀπό τό χωριό Προκόπιο, κοντά στήν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας. Μαζί του αἰχμαλωτίσθηκε ὁ ἔπειτα Ὁσιομάρτυρας Παχώμιος (+ 1730, 7η Μαϊου). Ὑπηρέτησε στούς σταύλους τοῦ κυρίου του ζώντας ἀσκητικώτατα καί κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1730, σέ ἡλικία 40 περίπου ἐτῶν, ἐλεημένος μέ τό θαυματουργικό χάρισμα (λ.χ. ἔστειλε "διά προσευχῆς" στόν κύριό του φαγητό, ἐνῶ ἦταν σέ προσκύνημα στήν Μέκκα!).
Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο, μετά ἀπό ἐμφάνισή του σέ γέροντα κληρικό, καί κατατέθηκε στόν Ναό τοῦ ἁγ. Γεωργίου, στό Προκόπιο. Τό 1832 στρατιώτες τοῦ Ὀσμάν Πασά προσπάθησαν νά τό πυρπολήσουν, ἀλλά διαφυλάχθηκε "ὑπό θείας δυνάμεως" καί διασώθηκε ἀπό τίς φλόγες θαυματουργικά. Τό 1924, κατά τήν ἀνταλλαγή τῶν πληθυσμῶν Ἑλλάδας καί Τουρκίας, μεταφέρθηκε ἀπό πρόσφυγες τοῦ Προκοπίου στό σημερινό Νέο Προκόπιο Εὐβοίας, ὅπου τό 1930 ἄρχισε ἡ ἀνέγερση μεγάλου πρός τιμήν του Ναοῦ.
Σήμερα τό Λείψανο φυλάσσεται στόν Ναό του στό Νέο Προκόπιο, σέ ἀργυρή λάρνακα, ἐκτός ἀπό τό δεξί του χέρι τό ὁποῖο βρίσκεται στό Ἅγιο Ὄρος, στήν Ρωσική Μονή ἁγ. Παντελεήμονος (δόθηκε ἀπό τούς κατοίκους τοῦ παλαιοῦ Προκοπίου τό 1881, στόν ἀντιπρόσωπο τῆς Μονῆς Ἱερομόναχο Διονύσιο, σέ ἀντάλλαγμα γιά τήν μεγάλη βοήθεια τῆς Μονῆς στήν ἀνέγερση τοῦ Ναοῦ τοῦ Ὁσίου πάνω στόν τάφο του, τό 1886).
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 27η Μαϊου.
Ἅγιος Ἰωάννης Ἐπίσκοπος Μανγκλίζι Γεωργίας (+ 1751)
Πρίν τήν ἀνάδειξή του σέ Ἐπίσκοπο ἀσκοῦνταν στή Μονή Μπερτουβάνι, πού βρίσκεται στή λεγόμενη Ἔρημο τοῦ ἁγ. Δαβίδ. Ἔγινε Ἐπίσκοπος παρά τήν θέλησή του, ὅταν ἡ φήμη τῆς ἁγιότητάς του ἀνάγκασε τόν λαό νά τόν βγάλει δυναστικά ἀπό τό κελλί του γιά νά χειροτονηθεῖ Ἐπίσκοπος Μανγκλίζι, τῆς ἐπαρχίας Κάρτλι, τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Γεωργίας.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1751, μετά ἀπό θεοφιλή ποιμαντορία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, καί ἐνταφιάσθηκε στή Μονή του. Κατά τήν ἀνακομιδή του τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο καί κατατέθηκε στό Καθολικό τῆς Μονῆς του. Ἀργότερα ὁ Γεωργιανός Ἡγεμόνας Τεϊμουράζ τό μετέφερε στήν Τιφλίδα καί τό κατέθεσε στόν Καθεδρικό Ναό τῆς Ἁγίας Σιών.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 28η Μαρτίου.
Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Πάφου
Ὁ Κύπριος Χρονογράφος ἀρχιμ. Κυπριανός ἀναφέρει στό ἔργο του τόν ἅγ. Ἰωάννη «ἀπό τήν Πάφον, τοῦ ὁποίου τό Λείψανον εὑρίσκεται ὁλόκληρον εἰς τό χωρίον ὅπου ἀνεπαύθη, καθώς γράφει ἡ Ἀκολουθία του» (Ἀρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’, «Κύπρος, ἡ Ἁγία Νῆσος», σελ. 28).
Ὁ Ἅγιος αὐτός εἶναι ἄγνωστος στούς Συναξαριστές καί δέν ὑπάρχει ἡμερομηνία μνήμης του.
Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κόρμας Λευκορωσίας (+ 1917)
Ὁ Ἰωάννης Γκάσκεβιτς γεννήθηκε τό 1837 στό Στρεσίν τῆς Λευκορωσίας καί ἦταν γιός Ἱερέως. Ἡ κατά Θεόν περεία του προφητεύθηκε ἀπό ἕναν διά Χριστόν Σαλό ἐνῶ τόν κυοφοροῦσε ἡ μητέρα του! Φοίτησε στήν Ἱερατική Σχολή τοῦ Μογκίλεφ, νυμφεύθηκε καί τό 1862 δέχθηκε τήν Ἱερωσύνη. Ἀπό τό 1876 ἐφημέρευε στό χωρίο Ὀγκορόντνια τοῦ Γκόμελ. Μετά ἀπό προσκύνημα στή Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, ἔζησε σάν μοναχός μέσα στήν οἰκογένειά του. Βιαστής τῆς σωτηρίας του, νήστευε αὐστηρά καί συνεχῶς ἔλεγε τήν εὐχή τοῦ Ἰησοῦ. Χαριτωμένος ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἐκδίωκε πονηρά πνεύματα καί προφήτευε τά ἐπερχόμενα. Προεῖδε τήν ἐπερχόμενη ἐπανάσταση καί προεῖπε γιά τούς ποταμούς αἱμάτων πού θά κατέκλυζαν τήν Ρωσική γῆ.
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά τό Φθινόπωρο τοῦ 1917, ἀφοῦ προεῖδε τόν θένατό του, καί ἐνταφιάσθηκε στό ναό τῆς ἐνορίας του. Κατά τήν δεκαετία τοῦ ’50 οἱ Σοβιετικοί μετέτρεψαν τόν ναό σέ αἴθουσα χοροῦ. Τότε, κατά τήν διάρκεια ἐργασιῶν στά θεμέλια, βρέθηκε ὁ τάφος τοῦ π. Ἰωάννη, ἀλλά δέν ἀνοίχθηκε. Ἡ ἀνακομιδή του ἔγινε τήν 27η Αὐγούστου 1997, μέ τήν εὐκαιρία τῆς ἐπισκέψεως τοῦ Πατριάρχου Μόσχας Ἀλεξίου Β’. Τότε τό Λείψανο τοῦ ἁγίου κληρικοῦ ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο καί μεταφέρθηκε στόν ἐνοριακό ναό τῆς Κόρμας, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται.
Τό 2000 ἡ Πατριαρχική Ἐξαρχεία τῆς Λευκορωσίας διακήρυξε τήν ἁγιότητά του.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τοπικά τήν 18η Μαϊου.
Ἅγιος Ἰωαννίκιος Α’ Ἀρχιεπίσκοπος Σερβίας (+ 1279)
Ὑπῆρξε μαθητής τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Σερβίας ἁγ. Σάββα Β’ (+ 1271), μέ τόν ὁποῖο ἐπισκέφθηκε προσκυνηματικῶς τά Ἱεροσόλυμα, ὅπου δέχθηκε τήν Ἱερωσύνη. Έ τόν Γέροντά του ἔζησαν ἀσκητικά στίς ἐρήμους τῆς Παλαιστίνης, μέχρις ὅτου οἱ βαρβαρικές ἐπιδρομές τούς ὑποχρέωσαν νά ἐγκαταβιώσουν στό Ἅγιο Ὄρος.
Ὅταν ὁ πνευματικός του ἀναδείχθηκε Ἀρχιεπίσκοπος Σερβίας, τόν κάλεσε νά ὑπηρετήσει τήν Σερβική Ἐκκλησία, ἀλλά ὁ πόθος τῆς ἡσυχίας τόν ἐπανέφερε γρήγορα στόν Ἄθωνα. Ἐγκατεστημένος στή Σερβική Μονή Χιλανδαρίου, ἀναδείχθηκε σταδιακά Οἰκονόμος καί Ἡγούμενος. Διακρίθηκε γιά τήν φιλανθρωπία καί φιλευσπλαχνία του, ἀλλά καί γι΄ τόν πόθο τῆς ἡσυχίας, ὁ ὁποῖος τελικά τόν ὁδήγησε σέ παραίτηση καί ἐπιστροφή στή Σερβία. Ἐκεῖ, μετά ἀπό μεγάλες πιέσεις τοῦ Κράλη Οὖρος δέχθηκε ἀρχικά τήν ἡγουμενεία τῆς Βασιλικῆς Μονῆς τῆς Στουντένιτσας καί ἀργότερα τῶν Ἀρχιεπισκοπικό Θρόνο.
Κατά τήν πρωθιεραρχεία του ἡ Σερβική Ἐκκλησία ἀπόλαυσε ἡμέρες εἰρήνης. Ὑπερασπίστηκε τήν Ὀρθόδοξη Πίστη καί ἦταν ἀντίθετος έ τίς ἑνωτικές προσπάθειες τοῦ Βυζαντινοῦ Αὐτοκράτορα Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγου (1261 – 1282). Ἀκολουθῶντας τόν διωχθέντα ἀπό τόν γιό του Κράλη Οὖρος, παραιτήθηκε ἀπό τόν Θρόνο καί ἔζησε ἀσκητικά μέχρι τόν θάνατό του, τρία χρόνια ἀργότερα, τό 1279.
Κατά τήν ἀνακομιδή του τό Λείψανό του βρέθηκε ἀδιάφθορο καί μεταφέρθηκε μέ βασιλικές τιμές στή Μονή Σοπόσανι, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 28η Μαϊου καί τήν 3η Σεπτεμβρίου.
Ὅσιος Ἰωαννίκιος τῆς Τσετατσούϊας Ρουμανίας (+ 1638)
Ἕνας τῶν διακεκριμένων ἡσυχαστῶν τῶν Κελλιῶν Μουσκέλ, στήν Κοιλάδα Ντιμποβιτσέϊ, στήν περιοχή τῆς Τιρκοβίστας Ρουμανίας. Γιά τήν ζωή του στόν κόσμο δέν διασώθηκαν στοιχεία. Ἀρχικά ἔγινε μοναχός στήν Σκήτη τοῦ Μαύρου Βόδα - Τσετατσούϊα, στά τέλη τοῦ 16ου αἰ., πυρπολούμενος ὅμως ἀπό τόν πόθο τῆς ἡσυχίας, κλείσθηκε σέ ἀπότομο σπήλαιο τῆς περιοχῆς, ὅπου ἔζησε ἀσκούμενος 30 χρόνια, συντηρούμενος μέ παξιμάδι καί νερό πού τοῦ ἔφερνε κάποιος μαθητής του. Κατά καιρούς ὁ Ἡγούμενος τῆς Σκήτης τοῦ μετέφερε τά Ἄχραντα Μυστήρια. Πρός τό τέλος τῆς ζωῆς του, φθάνοντας σέ μέτρα ἁγιότητος, προεῖδε τόν θάνατό του καί ἔσκαψε τόν τάφο του, στό βάθος τῆς σπηλιᾶς.
Στίς πρώτες δεκαετίες τοῦ 20οῦ αἰ., κατεβαίνοντας ὁ Ἡγούμενος τῆς Σκήτης μέ σκοινί στήν ξεχασμένη σπηλιά, "ἀνακάλυψε ἀκέραια τά Λείψανα αὐτοῦ τοῦ μεγάλου ἡσυχαστοῦ, πού ἦταν τοποθετημένα με εὐπρέπεια στό βάθος τῆς σπηλιᾶς. Ἦταν κίτρινα, εὐωδιαστά καί σκεπασμένα μέ ἕνα πέπλο ἀπό ἀράχνη". Πάνω στόν τάφο του ὁ Ὅσιος εἶχε σκαλίσει τά άκόλουθα λόγια: "Ἰωαννίκιος Μεγαλόσχημος Μοναχός, 1638".
Σήμερα δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη τῶν Λειψάνων τοῦ Ὁσίου, ἐνῶ δέν ὑπάρχει εἰδική ἡμερομηνία μνήμης του, ὁπότε τιμᾶται κατά τήν Ἑορτή τῶν Ἁγίων Πάντων.
Ὅσιοι Ἰωάσαφ καί Βαρλαάμ τῶν Ἰνδιῶν (4ος αἰ.)
Ὁ ὅσ. Ἰωάσαφ ἦταν γιός τοῦ Βασιλέως τῶν Ἰνδιῶν Ἀβενήρ, μεγάλου διώκτη τῶν Χριστιανῶν. Κατά τήν γέννησή του ὁ ἀστρολόγος Θευδᾶς προεῖπε, ὅτι θά γίνει Χριστιανός καί σύστησε στόν πατέρα του νά τόν μεγαλώσει σέ παλάτι ἐρημικό, γιά νά μήν ἀκούσει ποτέ καί ἀπό κανένα τήν Χριστιανική διδασκαλία. Διδάχθηκε τόν Χριστιανισμό - μετά ἀπό θεία ἀποκάλυψη - ἀπό τόν ὅσ. Βαρλαάμ καί βαπτίσθηκε.
Ὁ Βίος του περιέχει πολλά ἀξιόλογα περιστατικά, τά ὁποῖα ὅμως δέν εἶναι δυνατόν νά περιληφθοῦν σέ ἕνα σύντομο ἁγιολογικό κείμενο. Ἔφερε στήν θεογνωσία τόν μάγο Θευδᾶ, τόν πληθυσμό τοῦ μισοῦ βασιλείου (τό ὁποῖο τοῦ ἔδωσε ὁ πατέρας του νά διοικεῖ), ἀλλά καί τόν ἴδιο τόν πατέρα του Ἀβενήρ καί πολλούς ἄρχοντες.
Μετά τόν θάνατο τοῦ πατέρα του, σέ ἡλικία 25 ἐτῶν, ἀκολούθησε τόν ἡσυχαστικό βίο στήν ἔρημο τῆς Σενααρίτιδος, μαζί μέ τόν ὅσ. Βαρλαάμ. Ἐκεῖ τελειώθηκε εἰρηνικά μετά ἀπό ἄσκηση 35 ἐτῶν. Τό ἀσκητικό καί παρθενικό του σῶμα ἐνταφιάσθηκε ἀπό ἄλλον ἀσκητή στό σπήλαιο τοῦ ὁσ. Βαρλαάμ. Καί τῶν δύο τά Λείψανα ἀνακομίσθηκαν ἀδιάφθορα ἀπό τόν Βασιλιά Βαραχία καί μεταφέρθηκαν στήν Ἰνδία.
Ἀπότμημα τοῦ Λειψάνου τοῦ ὁσ. Ἰωάσαφ φυλάσσεται στή Μονή Ξηροποτάμου Ἁγίου Ὄρους.
Ἡ μνήμη τους τιμᾶται τήν 26η Αὐγούστου.
Ὅσιος Ἰωάσαφ Ἐπίσκοπος Μπέλγκοροντ Ρωσίας (+ 1754)
Ἀσκητής καί ἡσυχαστής Ἐπίσκοπος, ἔζησε στή δύσκολη γιά τήν Ἐκκλησία περίοδο τῶν ἀλλαγῶν τοῦ Μεγάλου Πέτρου καί τῶν διαδόχων του Αὐτοκρατόρων.
Γεννήθηκε στό Πριλοῦκι τῆς νότιας Ρωσίας, τό 1705 καί ἀπό τήν ἡλικία τῶν 11 ἐτῶν ἐκδήλωσε τήν τάση τῆς μοναχικῆς ἀφιερώσεως. Μόνασε σέ ἡλικία 20 ἐτῶν στήν πτωχή Μονή τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος στήν Πολτάβα, ὅπου ἀναδείχθηκε Ἡγούμενος. Τό 1748 ἀναδείχθηκε Ἐπίσκοπος Μπέλγκοροντ, παρέμεινε ὅμως μέχρι τό τέλος τῆς ἐπίγειας πορείας ἡσυχαστής.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά στό μοναστήρι του, τήν 10η Δεκεμβρίου 1754, σέ ἡλικία μόλις 49 ἐτῶν. Τό σκήνωμά του ἐνταφιάσθηκε στό Μπέλγκοροντ μετά ἀπό τρεῖς περίπου μῆνες (στό τέλος Φεβρουαρίου 1755), χωρίς νά παρουσιάζει σημεία φθορᾶς! Τό 1756 ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο καί κατατέθηκε στόν Καθεδρικό Ναό τῆς ἕδρας του. Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, τό Λείψανο ἐκτέθηκε στό Μουσεῖο Ἀθεϊας τοῦ Λένινγκραντ (προηγουμένως Ναό τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν). Τό 1970 γλύτωσε τήν καταστροφή, χάρη στήν πίστη ἑνός τεχνικοῦ τοῦ Μουσείου, τοῦ Ἀρκαδίου Σοκολώφ, ὁ ὁποῖος τό ἔκρυψε στήν στέγη τοῦ Ναοῦ. Μετά τήν θαυμαστή Εὕρεση τῶν Λειψάνων τοῦ ὁσ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ στόν ἴδιο Ναό, τό 1991 (βλ. Ἀντ. Μάρκου, "Ἡ Εὕρεσις τῶν Λειψάνων τοῦ ὁσ. Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ"· Περιοδικό "Κήρυξ", τ. 1991, σελ. 267 - 271), μέ ὑπόδειξη τοῦ Σοκολώφ βρέθηκε καί τό Λείψανο τοῦ ὁσ. Ἰωάσαφ καί ἐπιστράφηκε στήν Ἐπισκοπή Μπέλγκοροντ, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 10η Δεκεμβρίου καί ἡ Ἀνακομιδή τοῦ Λειψάνου του τήν 4η Σεπτεμβρίου.
Ὅσιος Ἰώβ τοῦ Ποτσάεφ Οὐκρανίας (+ 1651)
Ἡγούμενος τῆς περίφημης Λαύρας τοῦ Ποτσάεφ στήν Οὐκρανία, διακρίθηκε γιά τούς ἀγώνες του ὑπέρ τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, κατά τήν κρίσημη περίοδο μετά τήν "Σύνοδο" τῆς Βρέστης (1596), μέ τήν ὁποία δημιουργήθηκε ἡ Οὐνία.
Μόνασε σέ ἡλικία 12 ἐτῶν καί τό 1597 ἀναδείχθηκε Ἡγούμενος τῆς Λαύρας. Μέ τό τεράστιο γιά τήν ἐποχή του ἱεραποστολικό καί ἐκδοτικό του ἔργο, στήριξε τήν Ὀρθοδοξία στή Βολυνία (τήν μεγάλη γεωγραφική περιοχή τῆς δυτικῆς Οὐκρανίας, ἡ ὁποία διεκδικήθηκε τόσο ἀπό τούς Ὀρθοδόξους Ρώσους, ὅσο καί ἀπό τούς Παπικούς Πολωνούς).
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1651. Ἡ ἁγιότητά του διακηρύχθηκε Συνοδικά τό 1660, ὁπότε μᾶλλον ἀνακομίσθηκε τό ἀδιάφθορο Λείψανό του, τό ὁποῖο σήμερα φυλάσσεται στή Λαύρα, μαζί μέ τήν θαυματουργή Εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ Ποτσάεφ. (Ἀ. Μοσκώφ, "Ὅσιος Ἰώβ τοῦ Ποτσάεφ"· Περιοδικό "Orthodox Russia", τ. 1990).
Ἡ μνήμη του εἶναι εὑρύτατα διαδεδομένη καί τιμᾶται τήν 6η Μαϊου, τήν 28η Αὐγούστου καί τήν 10η καί 28η Ὀκτωβρίου.
Ἅγιος Ἰωνᾶς Μητροπολίτης Ρωσίας (+ 1461)
Ὁ τελευταῖος ἱστορικά Μητροπολίτης Κιέβου καί πάσης Ρωσίας. Γεννήθηκε στή Γαλικία καί μόνασε σέ ἡλικία μόλις 12 ἐτῶν σέ μονή τῆς περιοχῆς. Ἀργότερα κοινοβίασε στή Μονή Σιμωνώφ τῆς Μόσχας. Κάποτε, ὁ τότε Μητροπολίτης ἅγ. Φώτιος (+ 1431) ἐπισκέφθηκε τήν Μονή καί ἀφοῦ εὐλόγησε τόν Ἡγούμενο καί τούς ἀδελφούς, ζήτησε νά ἐπισκεφθεῖ τίς διακονίες. Τότε βρῆκε στόν ἀρτοποιοῖο τόν μοναχό Ἰωνᾶ νά κοιμᾶται ὄρθιος ἀπό τήν κούραση, μέ τά χέρια του σέ θέση εὐλογίας! Ὁ ἅγ. Φώτιος τόν εὐλόγησε χωρίς νά τόν ξυπνήσει καί προφήτευσε τήν μελλοντική του ἱεραρχική διακονία.
Ἀναδείχθηκε Ἐπίσκοπος Ριαζάν ἀπό τόν ἅγ. Φώτιο καί μετά τήν κοίμησή του (1431), ἐκλέχθηκε Μητροπολίτης Ρωσίας ἀπό Σύνοδο πού συγκάλεσε στή Μόσχα (τό 1433), ὁ Μεγ. Ἡγεμόνας Βασίλειος. Κατά τήν τάξη πῆγε στήν ΚΠολη γιά νά λάβει τήν εὐλογία τοῦ Πατριάρχου Ἰωσήφ Β' (1416 - 1439), ἀλλά ἐκεῖ βρῆκε χειροτονημένο Μητροπολίτη Ρωσίας τόν Πελοποννήσιο Ἰσίδωρο. Στή Λιθουανία παράλληλα εἶχε ἐκλεγεῖ Μητροπολίτης ὁ Ἐπίσκοπος Σμολένσκ Γεράσιμος (1433 - 1435), μετά τόν θάνατο τοῦ ὁποίου (ὑποστηριζόμενος καί πάλι ἀπό τόν Ἡγεμόνα), πῆγε καί πάλι στήν ΚΠολη, ὅπου ὅμως ἀπέτυχε νά ἀναγνωρισθεῖ, ἐπειδή ὁ Αὐτοκράτορας Μιχαήλ Παλαιολόγος καί ὁ Πατριάρχης Ἰωσήφ, ὑποστήριζαν τόν φιλενωτικό Ἰσίδωρο.
Τό 1439, μετά τήν προδοσία τοῦ Ἰσιδώρου στή "Σύνοδο" Φεράρας - Φλωρεντίας, ὁ Ἰωνᾶς ξεκίνησε γιά τρίτη φορά γιά τήν ΚΠολη, ὅταν ὅμως ἔγινε γνωστή ἡ ἀποδοχή τῆς "ἑνώσεως" ἀπό τό Πατριαρχεῖο, διατάχθηκε ἀπό τόν Ἡγεμόνα νά ἐπιστρέψει. Τό 1448, νέα Σύνοδος στή Μόσχα ἀναγνώρισε τόν Ἰωνᾶ Μητροπολίτη Ρωσίας καί ἐκεῖνος ἔστειλε ἐπιστολή στήν ΚΠολη καί ζήτησε τήν Πατριαρχική εὐλογία. Τό Πατριαρχεῖο, μετά ἀπό σιωπή 10 ἐτῶν, χειροτόνησε Μητροπολίτη Ρωσίας τόν Λατινόφρονα μαθητή τοῦ Ἰσιδώρου Γρηγόριο. Μετά τήν χειροτονία αὐτή νέα Σύνοδος στή Μόσχα (τό 1459), ἀποφάσισε στό ἐξῆς ἡ ἐκλογή τοῦ Μητροπολίτου Ρωσίας νά γίνεται ἀπό τούς Ρώσους Ἐπισκόπους καί ἀντικατέστησε τόν καθιερωμένο τίτλο τοῦ Μητροπολίτου Κιέβου μέ τόν τίτλο τοῦ Μητροπολίτου Μόσχας.
Τό 1451 ἡ Μόσχα δέχθηκε ἐπίθεση τῶν Τατάρων καί ὁ ἅγ. Ἰωνᾶς ἡγήθηκε λιτανείας στά ὀχυρά καί ζήτησε τίς προσευχές τοῦ ἐναρέτου μοναχοῦ τῆς Μονῆς Τσουντώφ Γέροντος Ἀντωνίου, γιά τήν διάσωση τῆς πόλεως. Ὁ προορατικός μοναχός διαβεβαίωσε τόν Πρωθιεράρχη, ὅτι "διά πρεσβειῶν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ὁ Κύριος ἤθελε σώσει τούς Χριστιανούς, πλήν ὁ ἴδιος ἤθελε θανατωθεῖ ἀπό τούς ἐχθρούς" καί ἐνῶ ἔλεγε αὐτά, φονεύθηκε ἀπό ἕνα ἀδέσποτο βέλος! Τό στρατόπεδο τῶν Τατάρων καταστράφηκε ἀπό ἀνεξήγητο λόγο καί ἡ πολιορκεία λύθηκε, τήν 2α Ἰουλίου 1451. Σέ ἀνάμνηση τοῦ γεγονότος ὁ ἅγ. Ἰωνᾶς ἔκτισε Ναό πρός τιμήν τοῦ Χιτώνος τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος τιμᾶται τήν ἡμέρα ἐκείνη.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1461 καί ἀναδείχθηκε ἰαματικός. Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο τό 1472 καί κατατέθηκε στόν Καθεδρικό Ναό Κοιμ. Θεοτόκου Κρεμλίνου, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται. Ἡ ἁγιότητά του διακηρύχθηκε Συνοδικά τό 1547.
Τιμᾶται τήν 31η Μαρτίου καί τήν 5η Ὀκτωβρίου (κατά τήν Σύναξη τῶν Ἁγίων Ἱεραρχῶν τῆς Μόσχας, τήν ὁποία θέσπισε ὁ Πατριάρχης ἅγ. Ἰώβ, τό 1596) καί ἡ Ἀνακομιδή τοῦ Λειψάνου του τήν 27η Μαϊου.
Ὅσιοι Ἰωνᾶς καί Νεκτάριος τοῦ Καζάν Ρωσίας (16ος αἰ.)
Ὅταν ὁ ἅγ. Γουρίας ἀναδείχθηκε Ἀρχιεπίσκοπος Καζάν, ὁ εὐσεβής Βογιάρος Ἰωάννης Ζαστόλσκυ καί ὁ γιός του Νέστωρ τόν ἀκολούθησαν καί τόν βοήθησαν στό ἔργο τῆς ἱεραποστολῆς. Στό Καζάν ὁ Νέστωρ ἔγινε μοναχός μέ τό ὄνομα Νεκτάριος καί κοιμήθηκε εἰρηνικά, νέος στήν ἡλικία. Μετά τόν θάνατό του ὁ πατέρας του δέχθηκε ἐπίσης τό Μεγάλο καί Ἀγγελικό Σχῆμα καί ὀνομάσθηκε Ἰωνᾶς. Πρίν κοιμηθεῖ, ζήτησε νά ἐνταφιασθεῖ στή Μονή τῆς Θείας Μεταμορφώσεως, κοντά στόν ἅγ. Γουρία, ὅπου εἶχε ἐνταφιασθεῖ ὁ ὅσ. Νεκτάριος.
Τό 1595, μέ τήν ἀνακομιδή τῶν ἀδιαφθόρων Λειψάνων τῶν ἁγ. Γουρία α' Ἀρχιεπισκόπου Καζάν καί Βαρσανουφίου Ἐπισκόπου Τβέρ, ἀνακομίσθηκαν ἐπίσης ἀδιάφθορα καί τά Λείψανα τῶν ὁσίων Ἰωνᾶ καί Νεκταρίου καί ἐναποτέθηκαν στό Παρεκκλήσιο τῆς Παναγίας τοῦ Καζάν, τό ὁποῖο εἶχε κτίσει ὁ ὅσ. Ἰωνᾶς πάνω στόν τάφο τοῦ ἁγ. Γουρία. Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη τους.
Ἡ μνήμη τους τιμᾶται τήν 4η Ὀκτωβρίου.
Ὅσιος Ἰωσήφ ὁ Μυροβλύτης (9ος αἰ.)
Ὑπῆρξε Ἁγιορείτης μοναχός, συνασκητής τοῦ ὁσ. Εὐθυμίου τοῦ Νέου (τιμᾶται τήν 15η Ὀκτωβρίου) καί κοιμήθηκε εἰρηνικά στό χωριό Βραστά Χαλκιδικῆς, σέ μεγάλη ἡλικία, πρό τοῦ ἔτους 875. Στό ἀδιάφθορο Λείψανό του ἀναφέρεται ὁ ἅγ. Βασίλειος Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης:
"Τό πολύαθον καί τίμιον σῶμα αὐτοῦ - γράφει - εἴδομεν ἀποκείμενον ἐν τῷ σπηλαίῳ, ἐν ὧ κεκόσμηται καί μέ τάς ἰδίας ἡμῶν χεῖρας ἐψηλαφήσαμεν αὐτό καί ἐθαυμάσαμεν καί ἐμείναμεν ἐκστατικοί, οὐ μόνον διά τό τῆς ἀφθαρσίας τοῦ σώματος αὐτοῦ μέγα μυστήριον, ἀλλά καί διά τό μύρον τό εὐωδέστατον, τό ὁποῖον ὁ ἐν Ἁγίοις θαυμαστός Θεός ἡμῶν ἐκ τῶν κροτάφων τῆς ὁσίας καί τιμίας κεφαλῆς αὐτοῦ, ἔτι παρόντων ἡμῶν ἐκεῖσε, μυροβλύσαι καί ἐκκενωθῆναι παρεσκεύασεν· ὥστε, ἀπό τῆς ὁσιακῆς αὐτοῦ κορυφῆς, ἄχρι τῶν ἁγιωτάτων αὐτοῦ ποδῶν, τῶν καί ἁγνοτάτων καί παρθενικῶν, κατήρχετο μῦρον εὐωδέστατον κρουνηδόν". (L. Petit, “Vie et office de Saint Euthyme le Jeune”, BHO 5, 1904, σελ. 29 - 37).
Ταπεινός ὁ Ὅσιος Ἰωσήφ στή ζωή του, ἔμεινε ἄγνωστος καί μετά τόν θάνατό του. Δέν διασώθηκαν πληροφορίες γιά τήν τύχη τοῦ μυροβόλου Λειψάνου του.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 19η Νοεμβρίου
Ὅσιος Ἰωσήφ ὁ Σαμάκος (+ 1511)
Περί τοῦ ὁσ. Ἰωσήφ τοῦ Σαμάκου βλέπε σχετικό αὐτοτελές ἄρθρο.
Μάρτυρες Κήρυκος καί Ἰουλίττα
Ὁ ἅγ. Παιδομάρτυς Κήρυκος καί ἡ μητέρα του Μάρτυς Ἰουλίττη, κατάγονταν ἀπό τό Ἰκόνιο τῆς Μ. Ἀσίας. Κατά τόν διωγμό τοῦ Διοκλητιανοῦ (284 - 305) διέφυγαν στήν Σελεύκεια καί τελικά στήν Ταρσό τῆς Κιλικίας. Ἐκεῖ τούς συνέλαβε ὁ θηριώδης καί ἀπάνθρωπος Ἡγεμόνας Ἀλέξανδρος, ὁ ὁποῖος "διά θωπειῶν προσεπάθη νά ἑλκύση εἰς ἑαυτόν τόν μικρόν Κήρυκον, ὅμως τό νήπιον, ἐνατενίζων ἀκλινῶς πρός τήν μητέρα του, μέ φωνήν ὑποψελλίζουσαν ἐπεκαλεῖτο τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ"! Ὁ ἅγ. Κήρυκος τελειώθηκε "συντριβεῖς εἰς τάς βαθμίδας τοῦ κριτηρίου"! καί ἡ ἁγ. Ἰουλλίτη μέ ἀποκεφαλισμό.
Δέν εἶναι γνωστό πού ἐνταφιάσθηκε τό Λείψανο τοῦ ἁγ. Κηρύκου καί πότε ἀνακομίσθηκε, σήμερα πάντως στή Μονή Μεταμορφώσεως - Μεγ. Μετεώρου φυλάσσεται μία παλάμη του σέ ἀδιάφθορη κατάσταση. Ἀπό τά λοιπά Λείψανά του στό Ἅγιο Ὄρος φυλάσσονται: Ἡ Κάρα του στή Μονή Γρηγορίου, μέρος τῆς δεξιᾶς του στή Μονή Ξενοφῶντος, μέρος ποδός στή Μονή Σίμωνος Πέτρας καί μέρη ποδός καί δεξιᾶς στήν Μονή Διονυσίου. Ἀκόμη, στή Μονή ἁγ. Γεωγίου Φενεοῦ Κορινθίας φυλάσσεται μία τῶν κερκίδων.
Ἀπό τά Λείψανα τῆς ἁγ. Ἰουλίττας, μία ὠλένη μέ ἄφθαρτη σάρκα σώζεται στή Μονή Παντοκράτορος Ἁγίου Ὄρους καί ἀποτμήματα Λειψάνων της στίς Μονές Μεγίστης Λαύρας Ἁγίου Ὄρους, Παλαιοκαστρίτσας Κερκύρας καί Κύκκου Κύπρου.
Ἡ μνήμη τους τιμᾶται τήν 15η Ἰουλίου.
Παρθενομάρτυρας Κικιλία ἡ Ρωμαία (+ 230)
Γεννήθηκε στήν Ρώμη ἀπό γονεῖς εὐγενεῖς, ἀλλά εἰδωλολάτρες. Εἶχε γίνει μυστικά Χριστιανή καί ὅταν οἱ γονεῖς της τήν πάντρεψαν παρά τήν θέλησή της μέ τόν εἰδωλολάτρη Βαλεριανό, ἐκείνη γιά νά προστατέψει τήν παρθενία της τοῦ ἀποκάλυψε ἕνα ὑπερφυσικό γεγονός. Ἕνας Ἄγγελος φύλασσε τήν καθαρότητά της, τόν ὁποῖο θά μποροῦσε νά δεῖ κι αὐτός, ἄν λάμβανε τό Ἅγιο Βάπτισμα. Ὁ Βαλεριανός πράγματι βαπτίσθηκε ἀπό τόν Ἐπίσκοπο Οὐρβανό καί τότε εἶδε τήν Κικιλία νά συμπροσεύχεται μέ τόν Ἄγγελο. Γοητευμένος ἀπό τήν οὐράνια αὐτή ἀποκάλυψη, ζήτησε σάν χάρι τόν φωτισμό τοῦ ἀδελφοῦ του Τιβουρτίου, ὁ ὁποῖος καί τοῦ δόθηκε ἀπό τόν Θεό.
Οἱ Ἅγιοι Κικιλία, Βαλεριανός καί Τιβούρτιος συνήθιζαν νά θάβουν τά σώματα τῶν Ἁγίων Μαρτύρων. Στό ἔργο αὐτό συνελήφθησαν ἀρχικά οἱ δύο ἀδελφοί καί καταδικάσθηκαν σέ θάνατο. Κατά τόν ἀποκεφαλισμό τους ὁ δήμιος Μάξιμος εἶδε φωτεινούς Ἀγγέλους νά παραλαμβάνουν τίς ψυχές τους, πίστεψε στόν Ἕνα Θεό καί μαρτύρησε κι αὐτός ἀμέσως μετά.
Ἡ ἁγ. Κικιλία συνέχισε τό ἔργο τῆς ταφῆς τῶν Μαρτύρων καί διαμοίρασε τήν περιουσία της στούς πτωχούς. Ὅταν συνελήφθη καταδικάσθηκε σέ θάνατο, μετά ἀπό φρικτά βασανιστήρια. Ἡ καρτερία της στό μαρτύριο ἔφερε στήν θεογνωσία 400 περίπου ψυχές! Ἐξ αἰτίας τῆς εὐγενοῦς καταγωγῆς της οἱ διώκτες ἀποφάσισαν νά τήν θανατώσουν μυστικά καί ὄχι δημόσια. Ἔτσι τήν ἔκλεισαν στό λουτρό τοῦ μεγάρου της, γιά νά πεθάνει ἀπό ἀσφυξία, ἀλλά μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ ἡ Μάρτυς παρέμεινε ἄτρωτη γιά μία ὁλόκληρη ἡμέρα. Τελικά στάλθηκε ἕνας πεπειραμένος δήμιος γιά νά τήν ἀποκεφαλίσει, ὁ ὁποῖος ὅμως ἔχασε τό κουράγιο του βλέποντας τήν νέα γυναῖκα καί ἀποτυγχάνοντας νά τήν φονεύσει μέ τρία κτυπήματα, ὅπως ἐπέβαλε ὁ Ρωμαϊκός νόμος, τράπηκε σέ φυγή. Ἡ Ἁγία ἔμεινε ριγμένη στό πλακόστρωτο τοῦ λουτροῦ, μέ τό λαιμό μισοκομένο, καί ἀπεβίωσε προσευχομένη τρεῖς ἡμέρες ἀργότερα.
Οἱ πρῶτοι Χριστιανοί ἔντυσαν τό σῶμα τῆς Μάρτυρος μέ χρυσοϋφαντα ὑφάσματα, τό τοποθέτησαν σέ ἕνα φέρετρο ἀπό κυπαρίσσι καί τό ἐνταφίασαν στήν Κατακόμβη τοῦ ἁγ. Καλλίστου.
Τό 822 ὁ Πάπας Πασχάλης Α', κατά τήν διάρκεια τῆς ἀναστηλώσεως τοῦ Ναοῦ πού ἀφιερώθηκε στήν μνήμη της (πρόκειται γιά τήν ὁμώνυμη Βασιλική πού κτίσθηκε στήν θέση τοῦ σπιτιοῦ της μετά τούς διωγμούς), θέλησε νά μεταφέρει τά Λείψανά της στόν νέο Ναό, ἀλλά δέν μποροῦσε νά ἐντοπίσει τόν τάφο της. Τότε ἡ Ἁγία μέ ἐμφάνισή της τοῦ ὑπέδειξε τήν θέση τοῦ τάφου! Τό Λείψανο τῆς Μάρτυρος Κικιλίας βρέθηκε τότε ἀδιάφθορο, ἀνάμεσα στούς σκελετούς τῶν ἄλλων Μαρτύρων (τοῦ συζύγου της Βαλεριανοῦ, τοῦ ἀδελφοῦ του Τιβουρτίου καί τοῦ δημίου Μαξίμου).
Μία ἀπό τίς πλέον τεκμηριωμένες ἀνακομιδές τοῦ σώματος ἔγινε τό 1599, ὅταν ὁ Καρδινάλιος Σφονδράτο (ἐπί Πάπα Κλήμεντος Η'), προχώρησε στήν ἀναστήλωση μερικῶν τμημάτων τῆς Βασιλικῆς. Στίς 20 Ὀκτωβρίου αὐτοῦ τοῦ ἔτους, κατά τήν διάρκεια ἐργασιῶν κάτω ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα τοῦ Ναοῦ, βρέθηκαν δύο μαρμάρινες σαρκοφάγοι πού περιεῖχαν ἡ μία τά Λείψανα τῶν ἄλλων Μαρτύρων καί ἡ ἄλλη τό ἀδιάφθορο σῶμα τῆς ἁγ. Κικιλίας. 1422 χρόνια μετά τό μαρτύριο καί τόν ἐνταφιασμό τῆς Μάρτυρος, τό κυπαρισσένιο φέρετρο βρέθηκε ἄσηπτο καί τό Λείψανο ἄριστα διατηρημένο. Ἕνα μεταξωτό πέπλο κάλυπτε τό παρθενικό σῶμα, κάτω ἀπό τό ὁποῖο διακρινόταν τό χρυσοϋφαντο ἔνδυμα τῆς Ἁγίας, τό θανάσιμο τραῦμα στόν λαιμό καί τά λεκιασμένα μέ τό αἵμα της ἄλλα ἐνδύματα! Τό Λείψανο βρισκόταν σέ πλάγια θέση καί ἡ Ἁγία ἦταν μικροῦ ἀναστήματος.
Μέ ἐντολή τοῦ Πάπα τό Λείψανο ἐκτέθηκε σέ λαϊκό προσκύνημα μέχρι τήν μνήμη τῆς Ἁγίας, τήν 22α Νοεμβρίου. Στή συνέχεια τό Λείψανο τοποθετήθηκε καί πάλι στό ἀρχικό φέρετρο καί στήν συνέχεια σέ μία ἀσημένια λάρνακα, ἡ ὁποία ἐνταφιάσθηκε κάτω ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα ἀπό τόν ἴδιο τόν Πάπα, παρουσίᾳ 42 Καρδιναλίων καί διπλωματικῶν ἐκπροσώπων πολλῶν χωρῶν.
Τήν ἴδια περίοδο ὁ γλύπτης Στέφανος Μαντέρνο (1576 - 1636), φιλοτέχνισε ἕνα ἄγαλμα τῆς Ἁγίας, τό ὁποῖο ἀναπαριστᾶ τήν ἀκριβή στάση τοῦ Λειψάνου της. Τό ἄγαλμα αὐτό στήθηκε μπρός ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα καί δίνει τήν ἐντύπωση ἀνοικτῆς σαρκοφάγου.
Ἡ Βασιλική τῆς ἁγ. Κικιλίας διατηρήται σέ ἄριστη κατάσταση καί δέν ὑπάρχει ἱστορική μαρτυρία, ὅτι τό ἀδιάφθορο Λείψανό της μετακινήθηκε ἀπό τήν θέση του, κάτω ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα (ἄν καί ἀπότμημα τοῦ Λειψάνου της φυλάσσεται στό Παπικό Ἀββαεῖο τοῦ ἁγ. Φραγκίσκου, στό Φάργκο Νεβάδας Η.Π.Α.). Τό δεύτερο Παρεκκλήσιο στό δεξιό κλίτος τοῦ Ναοῦ εἶναι τό δωμάτιο στό ὁποῖο καταδικάσθηκε σέ θάνατο ἡ Ἁγία. Ἐκεῖ βρέθηκαν ὑπολλείματα Ρωμαϊκοῦ λουτροῦ. Ἀκόμη, ἡ μαρμάρινη πλάκα τῆς Ἁγίας Τραπέζης, εἶναι ἐκείνη πάνω στήν ὁποία ἐπέζησε ἡ Ἁγία κατά τό μαρτύριο τῆς ἀσφυξίας. (Rev. Prosper Gueranger, "Abbe de Solesmes", σελ. 283).
Ἡ μνήμη της τιμᾶται τήν 22α Νοεμβρίου.
Ὁσιομάρτυρας Κορνήλιος, τῶν Σπηλαίων τοῦ Πσκώφ Ρωσίας (+ 1570)
Ἕνα ἀπό τά ἑπώνυμα θύματα τῆς παραφροσύνης τοῦ Τσάρου Ἰβάν Δ' τοῦ Τρομεροῦ.
Γεννήθηκε στό Πσκώφ τό 1501 σέ οἰκογένεια βογιάρων. Γιά νά μορφωθεῖ κατά τά δεδομένα τῆς ἐποχῆς του, πῆγε στήν Μονή Μίρωζ, ὅπου ἔζησε κοινοβιακά καί "ἐν ὑπακοῇ". Γοητευμένος ἀπό τήν πνευματική ζωή τῶν μοναχῶν τῶν Σπηλαίων τοῦ Πσκώφ, μόνασε στήν περιώνυμη Μονή καί τό 1529, σέ ἡλικία μόλις 28 ἐτῶν, ἀναδείχθηκε Ἡγούμενός της. Ἡγουμένευσε 41 χρόνια. Μέ τήν καλή του διοίκηση καί τήν πνευματική του κατάσταση, αὔξησε τήν ἀδελφότητα ἀπό 15 σέ 200 μοναχούς. Τό 1558 - 65 περιτείχισε τήν Μονή. Τό ἔργο του ἦταν ἐπίσης ἱεραποστολικό καί φιλανθρωπικό, ἐνῶ ὑπῆρξε καί φίλος τῶν Γραμμάτων (ἵδρυσε βιβλιοθήκη καί τό 1531 ἔγραψε τήν Ἱστορία τῆς Μονῆς).
Τό 1570, κατά τήν ἀναίτια ἐπίθεση τοῦ Ἰβάν Δ' τοῦ Τρομεροῦ κατά τοῦ Πσκώφ, βγῆκε εἰρηνικά ἀπό τήν Μονή κρατῶντας τόν Τίμιο Σταυρό, γιά νά ὑποδεχθεῖ τόν Τσάρο, ἀπό τόν ὁποῖο ὅμως ἀποκεφαλίσθηκε ἐπί τόπου! Ὅταν ὁ Ἰβάν ἀντιλήφθηκε τό ἔγκλημά του, πῆρε μετανοημένος στήν ἀγκαλία του τό ἀκέφαλο σῶμα τοῦ Ἡγουμένου καί τό μετέφερε στό Καθολικό! Ἀργότερα, γιά νά ἐξιλεωθεῖ, ἔστειλε στήν Μονή μεγάλες δωρεές.
Τό Λείψανο τοῦ Ὁσιομάρτυρος Κορνηλίου κατατέθηκε σέ κρύπτη. Τό 1690 ὁ Μητροπολίτης Πσκώφ Μάρκελλος ἀνακόμισε τό Λείψανό του ἀδιάφθορο. Τότε συντάχθηκε καί ἡ Ἀσματική του Ἀκολουθία. Τό Λείψανο ἔμεινε σέ ἄφθαρτη κατάσταση γιά 120 χρόνια, μέχρι τό 1810. Τό 1872 καί τό 1892 τά ὀστά τοῦ Ἁγίου κατατέθηκαν σέ νέες λάρνακες καί σήμερα φυλάσσονται στήν Μονή τῶν Σπηλαίων.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 20η Φεβρουαρίου.
Ὅσιος Κορνήλιος τοῦ Περεγιασλάβλ Ρωσίας (+ 1693)
Ὁ κατά κόσμον Κόνων, γεννήθηκε στό Ριαζάν καί γιά 5 χρόνια ἦταν ὑποτακτικός τοῦ Στάρετς Παύλου τοῦ Λουκινόφσκ. Ἔγινε μοναχός στήν Μονή τῶν ἁγ. Βόριδος καί Γκλέμπ στό Περεγιασλάβλ, ὅπου ἀσκήθηκε σύμφωνα μέ τούς κανόνες τοῦ κοινοβιακοῦ Μοναχισμοῦ καί μετά πενταετία δοκιμασίας ἔγινε ρασοφόρος μέ τό ὄνομα Κορνήλιος. Τό 1693 ἀσθένησε, ἔλαβε τό Μεγάλο καί Ἀγγελικό Σχῆμα καί κοιμήθηκε εἰρηνικά. Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο τό 1702. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ροστώφ ἅγ. Δημήτριος, ἐξέτασε τό Λείψανο τό 1705 καί πρῶτος φιλοπόνησε τό Ἀπολυτίκιο καί τό Κοντάκιο τοῦ Ἁγίου. Σήμερα φυλάσσεται στή Μονή ἁγ. Νικολάου Περεγιασλάβλ Ζαλέσκυ Ρωσίας.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 22α Ἰουλίου.
Ἅγιος Κουθβέρτος Ἐπίσκοπος Farne Βρεττανίας (+ 687)
Ἕνας τῶν κορυφαίων Ἁγίων τῆς Βρεττανίας. Γεννήθηκε τό 634 ἀπό πτωχή οἰκογένεια καί νωρίς ἔμεινε ὀρφανός. Νεαρός βοσκός ἀξιώθηκε νά δεῖ τήν ψυχή τοῦ ἁγ. Ἀϊδανοῦ (31η Αὐγούστου 651), νά ἀνεβαίνει στούς οὐρανούς, κατά τήν κοίμηση τοῦ μεγάλου αὐτοῦ Ἁγίου. Τό γεγονός αὐτό τόν συγκλόνισε καί ἔτσι ἔγινε μοναχός στή Μονή τοῦ Μέλροζ, ὅπου μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου ἀπόκτησε μεγάλη θεολογική κατάρτιση. Ἀναδείχθηκε ἱεραπόστολος στά Βρεττανικά νησιά. Ἔζησε ἐρημητικό βίο στό νησί Φάρν γιά 8 χρόνια, μέχρι τήν ἐκλογή του σέ Ἐπίσκοπο καί τήν χειροτονία του ἀπό τόν Ἕλληνα Ἀρχιεπίσκοπο τοῦ Καντέρμπουρυ ἅγ. Θεόδωρο (+ 690). Εἶχε ἐλεηθεῖ ἀπό τόν Θεό μέ τό προορατικό χάρισμα. Λέγεται, ὅτι δίδαξε στούς Ἄγγλους τήν ὡραιότητα τῆς θρησκείας καί τό κάλλος τῆς λατρείας!
Ἀρχιεράτευσε μόλις 2 χρόνια καί κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 687, σέ ἡλικία μόλις 53 ἐτῶν, ἀφοῦ προεῖδε τόν θάνατό του καί ἀποσύρθηκε στήν ἀγαπημένη του ἡσυχαστική ἔρημο.
Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο ἀπό τόν διάδοχό του ἅγ. Ἐαδβέρτο (6η Μαϊου 698) καί σήμερα φυλάσσεται στό ΡΚ Κάθεδρικό Ναό τοῦ Ντάραμ Βρεττανίας.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 20η Μαρτίου.
Ὁσιομάρτυρας Κούξα, τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου ( + 1215)
Ἦταν ἀδελφός τῆς περιώνυμης Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, Ἱερομόναχος στόν βαθμό καί ἔφερε τό ὄνομα Ἰωάννης. Φλεγόμενος ἀπό τόν πόθο τῆς ἱεραποστολῆς, κήρυξε τό Εὐαγγέλιο σέ περιοχές τῆς βόρειοανατολικῆς Ρωσίας, ὅπου ὑπῆρχαν φυλές παγανιστῶν, καί κυρίως στή φυλή τῶν Βιάτιτσων πού κατοικοῦσαν στήν περιοχή τοῦ ποταμοῦ Ὀκά, παραποτάμου τοῦ Βόλγα. Κούξα ὀνομάσθηκε ἀπό ἐκχριστιανισθέντες Βιατίτσιους, διότι στήν γλῶσσα τους «κούξα» σημαίνει «ἀπόστολος, φωτιστής».
Ὁ φλογερός ἱεραπόστολος (Κούξα) Ἰωάννης μέ τά πλήρη χάριτος καί θείου φωτισμοῦ κηρύγματά του καί τά θαύματά του, μετέτρεψε στή Χριστιανική Πίστη πλῆθος παγανιστῶν, ἀλλά ἔπεσε θῦμα τῆς ἀντιχριστιανικῆς μανίας ἄλλων, οἱ ὁποῖοι τόν ἀποκεφάλισαν μαζί μέ ἕναν μαθητή του, μετά ἀπό βασανιστήρια, τήν 27η Αὐγούστου 1215. Τό μαρτυρικό του Λείψανο μεταφέρθηκε καί ἐναποτέθηκε στήν Λαύρα, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται ἀδιάφθορο, κατατεθημένο στά Κοντινά Σπήλαια.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 28η Σεπτεμβρίου, κοινῶς μετά τῶν λοιπῶν 72 Πατέρων, τῶν ὁποίων τά ἄφθαρτα Λείψανα ἀναπαύονται στά Κοντινά Σπήλαια.
Ἅγιος Κυπριανός Μητροπολίτης Ρωσίας (+ 1406)
Ὁ Μητροπολίτης ἅγ. Κυπριανός (Τσάμπλακ, 1390 - 1406), ἦταν Βουλγαρικῆς καταγωγῆς, καταγόμενος ἀπό τό Τύρνοβο, Κληρικός τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς ΚΠόλεως. Ἐξαιρετικά καλλιεργημένος ἀναδείχθηκε γόνιμος ἐκκλησιαστικός συγγραφέας. Γιά πρώτη φορά ἐπισκέφθηκε τήν Ρωσία τό 1373 ἤ 1374, σάν Ἀποκρισάριος τοῦ Πατριαρχείου, μετά ἀπό αἴτημα τοῦ Ἡγεμόνα τῆς Λιθουανίας Ὄλεγκ γιά ἵδρυση ἀνεξάρτητης Μητροπόλεως. Τό 1376 ὁ Πατριάρχης ἅγ. Φιλόθεος ὁ Κόκκινος δέχθηκε τό αἴτημα καί χειροτόνησε τόν Κυπριανό Μητροπ. Λιθουανίας, ἐνῶ στή Μόσχα ἀρχιεράτευε ὁ ἅγ. Ἀλέξιος. Ἀκόμη καί μετά τόν θάνατο τοῦ ἁγ. Ἀλεξίου, ὁ Κυπριανός δέν ἔγινε δεκτός στή Μόσχα, διότι ὁ Μεγ. Ἡγεμόνας ἅγ. Δημήτριος Ντόνσκοϊ βρισκόταν σέ ἀντίθεση μέ τήν Λιθουανία καί γιά τόν λόγο αὐτό ὑποστήριξε τούς Μητροπολίτες Μιχαήλ Γ’ καί Ποιμένα. Ἡ ἐκκλησιαστική διοίκηση στή Ρωσία ἑνοποιήθηκε καί ὁμαλοποιήθηκε μετά τόν θάνατο τοῦ Μεγ. Ἡγεμόνα Δημητρίου καί τοῦ Μητροπολίτη Ποιμένα, μέ τήν ἀποδοχή τοῦ Μητροπολίτου Κυπριανοῦ, τό 1390. Καθ’ ὅλη τήν διάρκεια τῆς ἀρχιερατείας τοῦ ἁγ. Κυπριανοῦ, ἡ ἰσχυρή του προσωπικότητα ἐπέδρασε στίς σχέσεις Ρωσίας καί Λιθουανίας, ὥστε ὄχι μόνο δέν ἔγινε πόλεμος μεταξύ τους, ἀλλά οὔτε κἄν διπλωματική ρήξη. Ἐπί τῶν ἡμερῶν τοῦ ἁγ. Κυπριανοῦ ἔγινε νέα σλαβονική μετάφραση τοῦ Πηδαλίου. Ἀκόμη κατέβαλε προσπάθεια νά περιορίσει τήν μοναστηριακή πλεονεξία – τάση συγκεντρώσεως περιουσίας, μέ πρόσχημα τό κοινωνικό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1406. Κατά τήν ἀνακομιδή τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο καί σήμερα φυλάσσεται στόν Καθεδρικό Ναό Κοιμ. Θεοτόκου Κρεμλίνου. (Ἀντωνίου – Αἰμιλίου Ταχιάου, «Ὁ Μητροπ. Ρωσίας Κυπριανός Τσάμπλακ», 1961.)
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 16η Σεπτεμβρίου.
Ὅσιος Κυριακός τοῦ Μπισερικάνι Ρουμανίας (+ 1660)
Κατά τόν μ. Δαμασκηνό Γρηγοριάτη, περιλαμβάνεται στούς Ρουμάνους Ἁγίους πού "ἄφησαν καί τά ἱερά τους σώματα ἄφθαρτα, τά ὁποῖα ὅμως λόγῳ διαφόρων συμφορῶν διασκορπίσθηκαν ἤ ἐνταφιάσθηκαν πάλι, πρός προφύλαξι ἀπό τούς ἐχθρούς τῆς Πίστεως, μέ ἀποτέλεσμα νά εἶναι σήμερα ἄγνωστοι οἱ τόποι πού τά διατηροῦν". (μ. Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτη, "Ὁδοιπορικό τῆς Ὀρθοδόξου Ρουμανικῆς Ἐκκλησίας", σελ. 238).
Ὁ ὅσ. Κυριακός μόνασε στίς ἀρχές τοῦ 17ου αἰ. στή Μονή Μπισερικάνι, στή Μολδαβία, τό ὁποῖο τότε ἀριθμοῦσε περί τούς 150 μοναχούς. Ἔζησε τελείως γυμνός σέ μία σπηλιά κοντά στό μοναστήρι, γιά 60 περίπου χρόνια. Μέ τούς ἀσκητικούς του ἀγώνες ἔφθασε στά μέτρα ἀρετῆς καί ἁγιότητος τῶν ἀρχαίων ἀσκητῶν τῆς Αἰγύπτου. Ἐπειδή τιμοῦσε ἰδιαίτερα τόν ὅσ. Ὀνούφριο τόν Πέρση καί ἀγωνίσθηκε νά τόν μιμηθῆ στήν ζωή του, τό γυμνό του σῶμα ἦταν σκεπασμένο ἀπό τόν Θεό μέ τρίχωμα, μέχρι τά πόδια.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1660 καί ἐνταφιάσθηκε στό σπήλαιό του. Ἀργότερα τό ἀδιάφθορο Λείψανό του διαμοιράσθηκε μεταξύ τῶν πιστῶν, λόγῳ τῶν συχνῶν ταραχῶν στή Ρουμανική Χώρα.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 31η Δεκεμβρίου.
Ὅσιος Κυριακός τοῦ Ταζλάου Ρουμανίας (17ος αἰ.)
Ὁ μεγαλύτερος ἐρημίτης τῆς περιοχῆς Ταζλάου, ἐμπειρώτατος πνευματικός διδάσκαλος καί περιώνυμος ἡσυχαστής. Ἀρχικά μόνασε στήν Μονή Τζαλάου, ὅπου δέχθηκε τήν Ἱερωσύνη. Φλεγόμενος ἀπό ἐπιθυμία ἀνώτερης πνευματικῆς ζωῆς, ἀνεχώρησε στό παρακείμενο δάσος καί ἔζησε ἡσυχαστικά μέ ἄλλους ἐρημίτες γιά 50 περίπου χρόνια, τρεφόμενος μόνον μέ καρπούς δένδρων καί φροῦτα τοῦ δάσους. Συνέβαλε στήν διάδοση τοῦ Ἡσυχασμοῦ στή Μολδαβία, διότι γύρω του δημιουργήθηκε μία ἰσχυρή πνευματική ἀναγέννηση.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1660 καί ἐνταφιάσθηκε στό σπήλαιό του. Τό Λείψανό του πού ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο, διαμοιράσθηκε μεταξύ τῶν πιστῶν τόν 17ο αἰ., γιά νά μήν βεβηλωθῆ ἀπό ἐχθρούς τῆς Πίστεως πού εἶχαν κατακλύσει τήν Μολδαβία.
Ὅσιος Κυριακός τοῦ Μπισερικάνι Ρουμανίας (+ 1660)
Κατά τόν μ. Δαμασκηνό Γρηγοριάτη, περιλαμβάνεται στούς Ρουμάνους Ἁγίους πού "ἄφησαν καί τά ἱερά τους σώματα ἄφθαρτα, τά ὁποῖα ὅμως λόγῳ διαφόρων συμφορῶν διασκορπίσθηκαν ἤ ἐνταφιάσθηκαν πάλι, πρός προφύλαξι ἀπό τούς ἐχθρούς τῆς Πίστεως, μέ ἀποτέλεσμα νά εἶναι σήμερα ἄγνωστοι οἱ τόποι πού τά διατηροῦν". (μ. Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτη, "Ὁδοιπορικό τῆς Ὀρθοδόξου Ρουμανικῆς Ἐκκλησίας", σελ. 238).
Ὁ ὅσ. Κυριακός μόνασε στίς ἀρχές τοῦ 17ου αἰ. στή Μονή Μπισερικάνι, στή Μολδαβία, τό ὁποῖο τότε ἀριθμοῦσε περί τούς 150 μοναχούς. Ἔζησε τελείως γυμνός σέ μία σπηλιά κοντά στό μοναστήρι, γιά 60 περίπου χρόνια. Μέ τούς ἀσκητικούς του ἀγώνες ἔφθασε στά μέτρα ἀρετῆς καί ἁγιότητος τῶν ἀρχαίων ἀσκητῶν τῆς Αἰγύπτου. Ἐπειδή τιμοῦσε ἰδιαίτερα τόν ὅσ. Ὀνούφριο τόν Πέρση καί ἀγωνίσθηκε νά τόν μιμηθῆ στήν ζωή του, τό γυμνό του σῶμα ἦταν σκεπασμένο ἀπό τόν Θεό μέ τρίχωμα, μέχρι τά πόδια.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1660 καί ἐνταφιάσθηκε στό σπήλαιό του. Ἀργότερα τό ἀδιάφθορο Λείψανό του διαμοιράσθηκε μεταξύ τῶν πιστῶν, λόγῳ τῶν συχνῶν ταραχῶν στή Ρουμανική Χώρα.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 31η Δεκεμβρίου.
Ὅσιος Κυριακός τοῦ Ταζλάου Ρουμανίας (17ος αἰ.)
Ὁ μεγαλύτερος ἐρημίτης τῆς περιοχῆς Ταζλάου, ἐμπειρώτατος πνευματικός διδάσκαλος καί περιώνυμος ἡσυχαστής. Ἀρχικά μόνασε στήν Μονή Τζαλάου, ὅπου δέχθηκε τήν Ἱερωσύνη. Φλεγόμενος ἀπό ἐπιθυμία ἀνώτερης πνευματικῆς ζωῆς, ἀνεχώρησε στό παρακείμενο δάσος καί ἔζησε ἡσυχαστικά μέ ἄλλους ἐρημίτες γιά 50 περίπου χρόνια, τρεφόμενος μόνον μέ καρπούς δένδρων καί φροῦτα τοῦ δάσους. Συνέβαλε στήν διάδοση τοῦ Ἡσυχασμοῦ στή Μολδαβία, διότι γύρω του δημιουργήθηκε μία ἰσχυρή πνευματική ἀναγέννηση.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1660 καί ἐνταφιάσθηκε στό σπήλαιό του. Τό Λείψανό του πού ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο, διαμοιράσθηκε μεταξύ τῶν πιστῶν τόν 17ο αἰ., γιά νά μήν βεβηλωθῆ ἀπό ἐχθρούς τῆς Πίστεως πού εἶχαν κατακλύσει τήν Μολδαβία.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 31η Δεκεμβρίου.
Ὅσιος Κύριλλος τοῦ Βέλσκ Ρωσίας (15ος αἰ.)
Ἀνῆκει στούς ἡσυχαστές Πατέρες τῆς Θηβαϊδας τοῦ Βορρᾶ, στούς πνευματικούς ἄνδρες οἱ ὁποῖοι χωρίς νά φοβηθοῦν τήν βαρύτητα τοῦ κλίματος, τήν ἀγριότητα τῶν βορείων δασῶν, τίς ἐπιδρομές τῶν Τατάρων, τά ἄγρια θηρία καί τούς ληστές, ἐγκαταστάθηκαν σέ ἀπάτητες περιοχές τῆς Ρωσίας καί ἵδρυσαν Μονές καί ἐρημητήρια.
Ὁ ὅσ. Κύριλλος ἀσκήθηκε στήν λίμνη Βλέσκ καί τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο. Θά ἔμενε "κεκρυμμένος ὑπό τήν λήθην", ἄγνωστος στό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, ἄν οἱ εὐλαβεῖς Μοναχές Ἀκυλῖνα (Ναπάκα, + 1517) καί Εὐλαμπία, δέν κατέθεταν τίς μαρτυρίες τους γιά τήν ἀσκητική του ζωή καί τά θαύματά του. Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917 δέν διασώθηκαν πληροφορίες γιά τήν τύχη τοῦ Λειψάνου του.
Ἡ μνήμη τιμᾶται τήν 9η Ἰουνίου.
Ἅγιοι Κωνσταντῖνος, Μιχαήλ καί Θεόδωρος, τοῦ Μοῦρομ Ρωσίας (12ος αἰ.)
Ὁ Πρίγκιπας Κωνσταντῖνος ἦταν γιός τοῦ Μεγάλου Ἡγεμόνα τῆς Κιεβινῆς Ρωσίας Σβιατοσλάβου Β’ Γιαροσλάβιτς (1073 - 1076). Ἀπό τόν πατέρα του ζήτησε καί ἔλαβε τήν πόλη τοῦ Μοῦρομ, ἡ ὁποία ἀνῆκε στήν Ἡγεμονεία τοῦ Τσερνίκωφ, ἀλλά ἐπέμενε στήν προχριστιανική Ρωσική παγανιστική θρησκεία καί δέν δέχονταν τήν δικαιοδοσία τῆς Ἡγεμονικῆς Οἰκογενείας τῶν Ρουρικιδῶν.
Ὁ Πρίγκιπας Κωνσταντῖνος ἔστειλε ἀρχικά στήν πόλη τόν γιό του Μιχαήλ, ἀλλά οἱ κάτοικοι τόν σκότωσαν, ὁπότε ἀναγκάστηκε νά ἐκστρατεύσει ὁ ἴδιος προσωπικά καί πέτυχε νά τήν καταλάβει. Ἀπό τά πρῶτα ἔργα τοῦ Κωνσταντίνου ἦταν ἡ ἀνέγερση τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, ὅπου ἐνταφίασε τόν γιό του. Μέ κέντρο τόν ναό αὐτό πέτυχε τήν σταδιακή προσχώρηση στόν Χριστιανισμό τῶν κατοίκων, τούς ὁποίους διοίκησε μέ χριστότητα καί σύνεση. Κάποτε, ὅταν ἐξεράγη μία ἐπανάσταση, ὁ Κωνσταντῖνος βγῆκε νά τούς ἀντιμετωπίσει μόνος, κρατῶντας τήν Εἰκόνα τοῦ Ευαγγελισμοῦ (ἡ ὁποία ἔκτοτε τιμᾶται σάν Παναγία τοῦ Μοῦρομ). Τό θάρρος του ἐξέπληξε τούς στασιαστές, ἐπῆλθε συμφιλίωση καί τελικά μεγάλο μέρος τοῦ πληθυσμοῦ βαπτίσθηκε μέ μεγάλη ἐπισημότητα, ὅπως στήν ἐποχή τοῦ Μεγάλου Βλαδιμήρου (989).
Τό ἔργο τοῦ ἁγ. Κωνσταντίνου ἦταν ἱεραποστολικό καί τό πραγματοποίησε μέ τήν βοήθεια τοῦ γιοῦ του Θεοδώρου. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά τό 1129 καί ἐνταφιάσθηκε στό Ναό τοῦ Εὐαγγελισμοῦ μαζί μέ τούς γιούς του. Τό 1531 ἰάσεις καί θαύματα ἄρχισαν νά ἐπιτελοῦνται στούς τάφους τους καί τό 1553 τά Λείψανά τους ἀνακομίσθηκαν ἀδιάφορα. Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη τους.
Ἡ μνήμη τους τιμᾶται τήν 21η Μαϊου.
Ἅγιος Κωνσταντῖνος Ἡγεμόνας τοῦ Γιαροσλάβ Ρωσίας (+ 1257)
Ἦταν γιός τοῦ Ἡγεμόνα Βζέβολοντ καί ἔμεινε νωρίς ὀρφανός, διότι ὁ πατέρας του σκοτώθηκε κατά τήν εἰσβολή τῶν Τατάρων. Διαδέχθηκε στόν Θρόνο τόν πρεσβύτερο ἀδελφό του ἁγ. Βασίλειο (+ 1249). Ὅταν τό 1257 οἱ Τάταροι ἐπετέθηκαν κατά τοῦ Γιαροσλάβ, ὁ Ἡγεμόνας Κωνσταντῖνος ἔπεσε ἀμυνόμενος τῆς πόλεως.
Τό 1501 τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο. Σήμερα φυλάσσεται στόν Καθεδρικό Ναό τοῦ Γιαροσλάβ.
Τιμᾶται τήν 3η Ἰουλίου, μαζί μέ τόν ἀδελφό του ἁγ. Βασίλειο.
Μάρτυρας Λάζαρος, Κράλης τῆς Σερβίας (+ 1389)
Ὁ Πρίγκιπας Λάζαρος Γαβριηλάνοβιτς, διαδέχθηκε τό 1371 στό Πέκκιο τόν Σέρβο Τσάρο Στέφανο Δουσάν. Ἀγωνιζόμενος κατά τῶν Τούρκων ἀνέκτησε μεγάλο μέρος τῶν κτήσεων τοῦ Δουσάν καί τό Βελιγράδι ἀπό τήν κυριαρχεία τῶν Οὔγγρων. Ἀρχικά ἔκανε συνθήκη εἰρήνης μέ τόν Σουλτάνο Μουράτ, τό 1387 ὅμως συμμάχησε μέ τούς Βουλγάρους ἐναντίον του. Σγαγιάσθηκε ἀπό τούς Τούρκους στήν περίφημη Μάχη τοῦ Κοσσυφοπεδίου, κατά τήν ὁποία καταστράφηκαν οἱ Σέρβοι καί παγιώθηκε ἡ Ὀθωμανική κατάκτηση τῶν Βαλκανίων.
Κατά τούς χρονογράφους ὁ ἡρωϊκός Ἡγεμόνας βασανίσθηκε ἀπό τούς Τούρκους καί πρίν κρεμασθεῖ, τοῦ φόρεσαν τά ἐμβήματα τοῦ Ἡγεμονικοῦ του ἀξιώματος. Γιά τούς Ὀρθοδόξους Σέρβους ἀποτελεῖ σύμβολο τῶν πατριωτικῶν καί ἐθνικῶν τους ἀγώνων καί τιμᾶται σάν Μάρτυρας τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ Ἔθνους τους.
Ὁ μ. Λάζαρος ἐνταφιάσθηκε στή Μονή τῆς Ραβάνιτσας. Τό 1391 τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο καί ἔμεινε ἐκεῖ. Τό 1683 οἱ Τοῦρκοι κατέστρεψαν τήν Μονή καί τό Λείψανο μεταφέρθηκε στή Μονή Νέα Ραβάνιτσα. Τό 1942 τό Λείψανο μεταφέρθηκε γιά ἀσφάλεια στόν Καθεδρικό Ναό τοῦ Βελιγραδίου, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται. (Περιοδικό "Ἅγιος Κυπριανός". φ. 290 - 291/1999, σελ. 198 - 199 καί 212).
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 15η Ἰουνίου.
Ὅσιος Λαυρέντιος ὁ Ἔγκλειστος τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου (11ος αἰ.)
Ἀσκητής στήν Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, τήν ἐποχή τῶν πλανηθέντων ἔπειτα Ὁσίων Ἰσαακίου καί Νικήτα. Ἔζησε ἔγκλειστος στήν Ἡγεμονική Μονή τοῦ ἁγ. Δημητρίου καί ἐλεήθηκε ἀπό τόν Θεό μέ τό χάρισμα κατά τῶν δαιμόνων. Κοιμήθηκε εἰρηνικά. Τό Λείψανό του σώζεται ἀδιάφθορο στήν Λαύρα τῶν Σπηλαίων.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 20η Ἰουλίου.
Ἱερομάρτυρας Λεόντιος, Ἐπίσκοπος Ροστώφ Ρωσίας (+ 1077)
Γεννήθηκε στό Κίεβο καί φοίτησε στή Σχολή πού εἶχε ἱδρύσει ὁ Μεγ. Ἡγεμόνας Γιαροσλάβος ὁ Σοφός, ὅπου διδάχθηκε καί τήν Ἑλληνική γλῶσσα. Τό Μεγάλο καί Ἀγγελικό Σχῆμα δέχθηκε στήν ΚΠολη. Ὅταν ἐπέστρεψε στή Ρωσία ἐντάχθηκε στή Λαύρα τῶν Σπηλαίων, κάτω ἀπό τήν πνευματική καθοδίγηση τοῦ ὁσ. Ἀντωνίου τοῦ Ἐσφιγμενίτη.
Χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Ροστώφ σέ μία ἐποχή δύσκολη, ἀφοῦ οἱ δύο προηγούμενοι Ἐπίσκοποι εἶχαν ἐκδιωχθεῖ ἀπό τούς εἰδωλολάτρες καί ὁ Χριστιανός Ἡγεμόνας Βόρις εἶχε φονευθεῖ (1015). Σάν Ἐπίσκοπος ὁ ἅγ. Λεόντιος ἐπανέφερε μέ τό κήρυγμα καί τά θαύματά του τήν πόλη στήν Χριστιανική Πίστη καί τελεικά τελειώθηκε μαρτυρικά, τό 1077.
Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο. Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917 δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη του.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται κατά τήν Εὕρεση τοῦ Λειψάνου του τήν 23η Μαϊου.
Ὅσιος Λεόντιος Ἐπίσκοπος Ραντάουτς Ρουμανίας (14ος - 15ος αἰ.)
Καταγόταν ἀπό τό Ραντάουτς τῆς Μολδαβίας καί κατά τά τέλη τοῦ 15ου αἰ. ἔγινε ἡσυχαστής στά δάση τῆς περιοχῆς, ὅπου δέχθηκε τήν Ἱερωσύνη καί τό μοναχικό ὄνομα Λαυρέντιος. Ἀσκούμενος χαριτώθηκε ἀπό τόν Θεό μέ τά χαρίσματα τῶν θαυμάτων καί τῆς προοράσεως καί συγκέντρωσε γύρω του φιλόθεους μαθητές, μέ τούς ὁποίους ἵδρυσε ἡσυχαστική Σκήτη. Μεταξύ τῶν μαθητῶν του ὑπῆρξε ὁ ὅσ. Δανιήλ ὁ Ἡσυχαστής (+ 1496).
Μετά τήν ἵδρυσι τῆς Ἐπισκοπῆς Ραντάουτς, ὁ Ἡγεμόνας τῆς Μολδαβίας Ἀλέξανδρος ὁ Καλός πρότεινε τόν Ὅσιο γιά τόν Θρόνο. Ποίμανε τόν λαό τοῦ Θεοῦ μέ σύνεση καί τόν εὐεργέτησε μέ τήν ἁγιότητά του, ἀλλά φλεγόμενος ἀπό τόν πόθο τῆς ἡσυχίας παραιτήθηκε ἀπό τήν Ἐπισκοπή καί ἔγινε μεγαλόσχημος μοναχός μέ τό ὄνομα Λεόντιος.
Δέν εἶναι γνωστός ὁ χρόνος τοῦ θανάτου του, οὔτε ὁ χρόνος ἀνακομιδῆς τοῦ Λειψάνου του, τό ὁποῖο βρέθηκε ἀδιάφθορο καί κατατέθηκε στόν Ἐπισκοπικό Ναό τοῦ Ραντάουτς. Τό 1621 - 22 ὁ Οὐκρανός περιηγητής Θεολόγος Ἱερομόναχος Ζαχαρίας Κοπηνστένσκυ, ἔγραψε ὅτι "στό Ραντάουτς, στήν Ἐπισκοπή, ὁ ἅγ. Λαυρέντιος ὁ Θαυματουργός βρέθηκε μέ τό σῶμα ἀκέραιο". Στήν ἱστορική πορεία δέν εἶναι γνωστό τί ἀπέγινε τό Λείψανο τοῦ Ἁγίου. Ἄλλοι δέχονται, ὅτι χάθηκε τό 1639 (ὅταν λεηλατήθηκε ὁ Ναός ἀπό τούς κατακτητές) καί ἄλλοι, ὅτι ἐνταφιάσθηκε στόν Ναό τό 1783, γιά νά ἀσφαλισθεῖ.
Ὅσιος Λουκᾶς ὁ Στειριώτης (+ 953)
Ἕνας τῶν ἀναμορφωτῶν τοῦ Μοναχικοῦ Βίου στή μεσαιωνική Ἑλλάδα, ἱδρυτής περίφημης Μονῆς στήν Βοιωτία, πού φέρει τό ὄνομά του.
Γεννήθηκε στό Καστόριο Φωκίδος τό 896 καί μόνασε νεώτατος, σέ ἡλικία μόλις 14 ἐτῶν, σέ μονή τῶν Ἀθηνῶν. Ἔζησε ἐρημητικά σέ διάφορες περιοχές ( στά Γιανημάκια μέχρι τό 917, στό Ζεμενό Κορνθίας καί τήν Πάτρα ἀπό τό 917 μέχρι τό 927, πάλι στά Γιανημάκια ἀπό τό 927 μέχρι τό 932, στό Καλάμι ἀπό τό 939 μέχρι τό 942, στό Ἀμπελάκι ἀπό τό 942 μέχρι τό 945) καί τό 945 ἄρχισε τήν ἀνέγερση τῆς Μονῆς τῆς ἁγ. Βαρβάρας στήν περιοχή Στειρίου Βοιωτίας, μέ τήν συνδρομή τοῦ Βυζαντινοῦ Στρατηγοῦ Κρηνίτη, τότε διοικητή τοῦ Θέματος τῆς Ἑλλάδος. Ἐλεήθηκε ἀπό τόν Θεό μέ τό χάρισμα τῶν θαυμάτων καί συγκέντρωσε γύρω του πολλούς φιλόθεους μαθητές.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 953. Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο καί κατατέθηκε στήν Μονή του (ἡ ὁποία ἔκτοτε πῆρε τό ὄνομά του). Τόν 15ο αἰ., λίγο πρίν τήν κατάκτηση τῆς Βοιωτίας ἀπό τούς Τούρκους, φυγαδεύθηκε στήν Βενετία, ἀπ' ὅπου ἀνακομίσθηκε στήν Μονή κατά τήν δεκαετία τοῦ 1980, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται, ἐνδεδυμένο τἀ μοναχικά ἐνδύματα. Παράλληλα στήν Μονή Φιλοθέου Ἁγίου Ὄρους φυλάσσεται Κάρα ἡ ὁποία ἀποδίδεται στόν ὅσ. Λουκᾶ. Ἔτσι δημιουργεῖται πρόβλημα γνησιότητος καί γιά τά δύο Λείψανα, ἀφοῦ καί στό ἀδιάφθορο Λείψανον πού ἐπιστράφηκε ἀπό τήν Δύση, περιλαμβάνεται καί Κάρα. (Τό πρόβλημα θά μποροῦσε νά λυθεῖ κατά τά διαλαμβανόμενα στό περί γνησιότητος τῶν ἁγίων Λειψάνων κεφάλαιο αὐτοῦ τοῦ ἔργου).
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 7η Φεβρουαρίου.
Μάρτυρας Λουκία τῶν Συρακουσῶν (3ος αἰ.)
Οἱ Συναξαριστικές πηγές ἀναφέρουν τήν Μάρτυρα ὡς παρθένο, μνηστευμένη μέ ἐθνικό. Ὅταν ἡ μητέρα της ἀσθένησε σοβαρά, κατέφυγε μαζί της στήν Κατάνη, στόν θαυματουργό τάφο τῆς ἁγ. Ἀγάθης. Ἐκεῖ ἡ ἁγ. Ἀγάθη ἐμφανίσθηκε στόν ὕπνο της, τήν διαβεβαίωσε γιά τήν θεραπεία τῆς μητέρας της καί τῆς προεῖπε γιά τό μαρτυρικό της τέλος.
Ὅταν ἡ μητέρα ἐπέστρεψε στίς Συρακούσες θεραπευμένη, πείσθηκε ἀπό τήν κόρη της νά διαμοιράσουν τόν οἰκογενειακό τους πλούτο στούς πτωχούς καί νά ζήσουν πνευματική ζωή. Ὅμως ἡ ἀπόφαση αὐτή προκάλεσε τήν ὀργή τοῦ μνηστήρα, ὁ ὁποῖος τήν κατέδωσε στόν Ἡγεμόνα Πασχάσιο, μέ ἀποτέλεσμα τήν σύλληψη τῆς Λουκίας, τόν ἐγκλεισμό της σέ πορνεῖο καί τελικά τόν ἀποκεφαλισμό της.
Γιά τό Λείψανο τῆς Μάρτυρος ἐπικρατοῦν δύο παραδόσεις. Σύμφωνα μέ τήν πρώτη, τό λείψανο μεταφέρθηκε ἀδιάφθορο τό 1040 ἀπό στήν ΚΠολη ἀπό τόν Βυζαντινό Στρατηγό Γεώργιο Μανιάκη, ὁ ὁποῖος ἀνακατέλαβε τίς Συρακούσες ἀπό τούς Ἄραβες. Ἀπό ἐκεῖ τί ἀφαίρεσε ἀπό τήν ΚΠολη τό 1204, κατά τήν Ἅλωση τῆς Πόλεως ἀπό τούς Σταυροφόρους, ὁ Δόγης Ἐρρίκος Δάνδολος καί τό μετέφερε στή Βενετία, ὅπου τό κατέθεσε στή Μονή τοῦ ἁγ. Γεωργίου τοῦ Μείζονος. Τό 1280 τό Λείψανο μεταφέρθηκε γιά περισσότερη ἀσφάλεια στόν πρός τιμήν τῆς Μάρτυρος Ναό, στήν εἴσοδο τοῦ Μεγάλου Καναλιοῦ. Τό 1860 τό Λείψανο μεταφέρθηκε στό Ναό τοῦ ἁγ. Ἱερεμίου, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται. Σήμερα στό Ναό τοῦ ἁγ. Γεωργίου τοῦ Μείζονος φυλάσσεται ἕνας βραχίονας τῆς Μάρτυρος.
Σύμφωνα μέ τήν δεύτερη παράδοση, τό Λείψανο τῆς Μάρτυρος δέν ἔφυγε ποτέ ἀπό τίς Συρακούσες γιά τήν ΚΠολη. Ἐκεῖ τό βρῆκε τόν 8ο αἰ. ὁ Δούκας τοῦ Σπολέτο Φεροβάλδος Β’, κατά τήν διάρκεια μιᾶς ἐπιδρομῆς του, καί τό μετέφερε στό Κορφίνιο. Τό 970 – 972 ὁ Ἐπίσκοπος Θεοδόριχος τῆς Μαγεντίας, συνοδεύοντας τόν ἐξάδελφό του Αὐτοκράτορα Ὄθωνα Α’, ἀφαίρεσε τό Λείψανο καί τό μετέφερε στήν Ἐπισκοπή του, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται, στό Ναό τοῦ ἁγ. Βικεντίου.
Ἀπό τά προηγούμενα προκύπτει, ὅτι στή Δύση ὑπάρχουν δύο λείψανα τά ὁποῖα ἀποδίδονται στή Μάρτυρα Λουκία, ἀλλά περισσότερες πιθανότητες γνησιότητες ἔχει ἐκεῖνο τῆς Βενετίας.
Στήν καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολή ἀπότμημα τοῦ λειψάνου τῆς Μάρτυρος φυλάσσεται στή Μονή Νταοῦ Πεντέλης.
Ἡ μνήμη της τιμᾶται τήν 13η Δεκεμβρίου.
Ὅσιος Μακάριος τοῦ Κολιαζίν Ρωσίας (+ 1483)
Κατά κόσμον Ματθαῖος, γεννήθηκε τό 1400 στήν οἰκογένεια τοῦ Βογιάρου Βασιλείου Kozha. Ἡ οἰκογένειά του εἶχε ἔφεση στήν πνευματική ζωή καί τήν μοναχική ἀφιέρωση (ὁ ἀδελφός του Γεννάδιος διαδέχθηκε τόν ἅγ. Μωϋσῆ στόν Ἀρχιεπισκοπικό Θρόνο τοῦ Νόβγκοροντ, 1460 - 77, καί ἀνηψιός του ὑπῆρξε ὁ ὅσ. Παϊσιος τοῦ Ἄγκλιχ). Ἀπό ὑποκοή στούς γονεῖς του νυμφεύθηκε, ἀλλά μετά τόν θάνατό τους, καθώς καί τόν θάνατο τῆς συζύγου του, μόνασε στή Μονή τοῦ ἁγ. Νικολάου στό Κλομπουνώβσκ.
Μετά ἀπό χρόνια κοινοβιακῆς ζωῆς, ἀνεχώρησε μέ ἄλλους ἕξη μοναχούς καί ἵδρυσε ἐρημητήριο πρός τιμήν τῆς Ἁγίας Τριάδος, στήν περιοχή τοῦ Κασίν. Ἔζησε περιπλανώμενος στά δάση. Ὀνομάσθηκε νέος Ἀδάμ, διότι "εἷχε τήν συνήθεια νά περιδιαβάζη τήν ἔρημο καί ἄν ὑπῆρχαν ἄγρια θηρία πού κατοικοῦσαν ἐκεῖ, περπατοῦσαν μαζί του ὅπως τά ἡμερώτερα πρόβατα καί - τό πιό σπουδαῖο - ὑποτάσσονταν καί πολλές φορές ἔπαιρναν τροφή ἀπό αὐτόν"! Τό 1453 ἀναδείχθηκε Ἡγούμενος παρά τήν θέλησή του, μέ ἐκλογή τῶν ἀδελφῶν καί εὐλογία τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Νόβγκοροντ ἁγ. Μωϋσῆ.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1483, πλήρης ἡμερῶν, καί τότε βρέθηκαν πάνω του βαρειές ἁλυσίδες, μέ τίς ὁποίες σκληραγωγοῦσε τόν ἑαυτό του!
Τό 1521 ἕνας κάτοικος τοῦ Δημητρώφ, ὁ Μιχ. Βορονκώφ, πρόσφερε τά χρήματα γιά τήν ἀνέγερση ἑνός πέτρινου ναοῦ στή Μονή Κολυαζίν, στή θέση ἑνός ξύλινου πού εἶχε καταστραφεῖ. Κατά τήν ἐκσκαφή τῶν θεμελίων ἀποκαλύφθηκε ἕνας ἄθικτος τάφος, ἀπό τόν ὁποῖο ἔβγαινε ἐξαίσιο ἄρωμα καί ὁ τότε Ἡγούμενος Ἰωάσαφ ἀναγνώρισε τόν τάφο τοῦ ἱδρυτή τῆς Μονῆς ὁσ. Μακαρίου. Τό Λείψανο ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο καί ἡ εὕρεση συνοδεύθηκε μέ θαύματα. Ἀμέσως συντάχθηκε μία ἀναφορά στόν τότε Μητροπολίτη Μόσχας Δανιήλ (1522 - 1539), ὁ ὁποῖος συγκάλεσε Σύνοδο καί ἀφοῦ ἐξετάσθηκαν τά στοιχεία, ἀποφασίσθηκε νά τιμᾶται ὁ ὅσ. Μακάριος τοπικά στήν Μονή του. Στήν Εὕρεση τοῦ Λειψάνου τοῦ ὁσ. Μακαρίου συνέταξε Ἀκολουθία ὁ Θεοδόσιος τοῦ Τβέρ. Ἡ ἁγιότητά του διακηρύχθηκε Συνοδικά τό 1547, ἀπό τόν Μητροπολίτη Ρωσίας ἅγ. Μακάριο (1543 - 1564). Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη τοῦ Λειψάνου του.
Τιμᾶται τήν 17η Μαρτίου καί ἡ Ἀνακομιδή τοῦ Λειψάνου του τήν 26η Μαϊου.
Ἱερομάρτυρας Μακάριος Μητροπολίτης Ρωσίας (+ 1497)
Ἀναδείχθηκε Μητροπολίτης Κιέβου καί πάσης Ρωσίας μετά τόν θάνατο τοῦ Μητροπολίτου ἁγ. Ἰωνᾶ (+ 1495), ἀπό Ἀρχιμανδρίτης τῆς Μονῆς Ἁγίας Τριάδος Βιλένσκ, μέ ἐκλογή καί χειροτονία τῶν Ἐπισκόπων Βλαδιμήρ Βασσιανοῦ, Πολότσκ Λουκᾶ, Τούρωφ Βασσιανοῦ καί Λούτσκ Ἰωνᾶ. Τήν ἐκλογή του ἀναγνώρισε ὁ Πατριάρχης ΚΠόλεως Νεόφυτος.
Τό 1497, ἐνῶ ἱερουργοῦσε στό χωριό Στριγκόλοβο, φονεύθηκε ἀπό τούς Τατάρους, μαζί μέ κληρικούς καί πολλούς λαϊκούς. Δέν εἶναι γνωστό πότε ἀνακομίσθηκε τό ἀδιάφθορο καί θαυματουργό Λείψανό του, τό ὁποῖο σήμερα φυλάσσεται στόν Καθεδρικό Ναό ἁγ. Βλαδιμήρου Κιέβου.
Τιμᾶται τήν 1η Μαϊου.
Ὅσιος Μακάριος ὁ Θαυματουργός, τοῦ Μπελέβσκ Ρωσίας (+ 1623)
Γεννήθηκε τό 1539 καί μόνασε νεώτατος μέ τό ὄνομα Ὀνούφριος. Τό 1585 ἵδρυσε τήν Μονή τῶν Εἰσοδείων τῆς Θεοτόκου στόν ποταμό Ὄκα, κοντά στήν πολή Μπέλεφ. Τό 1615 ἡ μονή καταστράφηκε ἀπό τούς Πολωνούς καί ὁ Ὅσιος ἐργάσθηκε σκληρά γιά τήν ἀνοικοδόμησή της καί τήν ἀνέγερση πέτρινου Καθολικοῦ. Ὑπῆρξε αὐστηρός ἀσκητής καί ἀναδείχθηκε θαυματουργός. Πρός τό τέλος τῆς ζωῆς του παραιτήθηκε ἀπό τήν διοίκηση τῆς μονῆς καί ἀφοῦ ὅρισε διάδοχό του ἕναν ἀπό τούς μαθητές του, "ἐμακρύνθη" στήν ἔρημο, ὅπου κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1623, σέ ἡλικία 84 ἐτῶν. Τό ἀσκητικό του σκήνωμα ἐνταφιάσθηκε στήν μονή του.
Τό 1816 τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο καί τό 1889 κτίσθηκε Ναός πρός τιμήν του. Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη τοῦ Λειψάνου του.
Τιμᾶται τήν 22α Ἰανουαρίου καί τήν 22α Σεπτεμβρίου.
Ὁσιομάρτυρας Μακάριος τοῦ Κάνεφ Ρωσίας (+ 1678)
Μία τῶν μεγαλυτέρων μοναστικῶν μορφῶν τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας. Γεννήθηκε στή Βολυνία τό 1605, στήν ἀρχοντική οἰκογένεια τῶν Τοκάρεφσκυ. Ἀπό τό 1614 μέχρι τό 1620, σπούδασε στή Μονή Κοιμ. Θεοτόκου Ὀβρούσκ καί ἐκεῖ ἔγινε μοναχός, μετά τόν θάνατο τῶν γονέων του. Τό 1625 ἐγκαταστάθηκε μέ εὐλογία στή Μονή Κουπιατίσκ, ὅπου τό 1630 χειροτονήθηκε Διάκονος καί τό 1632 Πρεσβύτερος. Τό 1637 πῆγε μέ ἀποστολή τῆς Μονῆς του στό Μητροπολίτη Κιέβου Πέτρο Μογίλα, ὁ ὁποῖος ἐκτιμῶντας τό ἦθος του ἀρχικά τόν διόρισε ὑπεύθυνο τῆς φιλανθρωπίας στή Μητρόπολή του καί στή συνέχεια - τό 1638 - Ἡγούμενο τῆς Μονῆς τῆς Ἀναστάσεως στό Γκοροντέσκ. Ὅταν τό 1642 ἡ Μονή καταλήφθηκε ἀπό τούς Οὐνίτες, ἐξελέγη Ἡγούμενος τῆς Μονῆς Κουπιατίσκ. Κατά τήν περίοδο 1655 - 57 ἡγουμένευσε στή Μονή Πίνσκ. Τελικά ἀπό τόν Μητροπολίτη Κιέβου Ἰωσήφ διορίσθηκε Ἡγούμενος τῆς Μονῆς Κάνεφ.
Ὁ ὅσ. Μακάριος γιά διάστημα 30 ἐτῶν ὑπῆρξε σοβαρός ἀντίπαλος τῆς Οὐνίας, τῆς Λατινο - Πολωνικῆς προπαγάνδας καί τῶν προσηλυτιστικῶν δραστηριοτήτων τῶν Δομινικανῶν.
Τό 1678 φονεύθηκε ἀπό Ὀθωμανούς ἐπιδρομεῖς. Τό Λείψανό του κατατέθηκε στό Ναό τῆς Μονῆς του γιά νά κηδευθῆ καί ἐνῶ ὁ Ναός πυρπολήθηκε ἀπό τούς εἰσβολεῖς, τό Λείψανο ἔμεινε ἄθικτο! Ἐνταφιάσθηκε τήν 8η Σεπτεμβρίου 1678 καί μετά θάνατον ἀναδείχθηκε θαυματουργός.
Τό 1688 τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο καί μεταφέρθηκε στό Περεγιασλάβλ. Τό 1713 κατατέθηκε στό νεόδμητο Ναό τοῦ Μιχαήλοβσκ καί τό 1786 στή Μονή τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Περεγιασλάβλ. Κατά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, οἱ ἐπαναστάτες σεβάσθηκαν τό Λείψανο, τό ὁποῖο τό 1942 μεταφέρθηκε στό Ναό Ἁγίας Τριάδος, στήν πόλη Χερκάς, καί τό 1965 στό Ναό Γενν. Θεοτόκου τῆς ἰδίας πόλεως, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται.
Τιμᾶται τήν 7η Σεπτεμβρίου καί ἡ Ἀνακομιδή τοῦ Λειψάνου του τήν 13η Μαϊου.
Ὅσιος Κύριλλος τοῦ Βέλσκ Ρωσίας (15ος αἰ.)
Ἀνῆκει στούς ἡσυχαστές Πατέρες τῆς Θηβαϊδας τοῦ Βορρᾶ, στούς πνευματικούς ἄνδρες οἱ ὁποῖοι χωρίς νά φοβηθοῦν τήν βαρύτητα τοῦ κλίματος, τήν ἀγριότητα τῶν βορείων δασῶν, τίς ἐπιδρομές τῶν Τατάρων, τά ἄγρια θηρία καί τούς ληστές, ἐγκαταστάθηκαν σέ ἀπάτητες περιοχές τῆς Ρωσίας καί ἵδρυσαν Μονές καί ἐρημητήρια.
Ὁ ὅσ. Κύριλλος ἀσκήθηκε στήν λίμνη Βλέσκ καί τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο. Θά ἔμενε "κεκρυμμένος ὑπό τήν λήθην", ἄγνωστος στό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας, ἄν οἱ εὐλαβεῖς Μοναχές Ἀκυλῖνα (Ναπάκα, + 1517) καί Εὐλαμπία, δέν κατέθεταν τίς μαρτυρίες τους γιά τήν ἀσκητική του ζωή καί τά θαύματά του. Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917 δέν διασώθηκαν πληροφορίες γιά τήν τύχη τοῦ Λειψάνου του.
Ἡ μνήμη τιμᾶται τήν 9η Ἰουνίου.
Ἅγιοι Κωνσταντῖνος, Μιχαήλ καί Θεόδωρος, τοῦ Μοῦρομ Ρωσίας (12ος αἰ.)
Ὁ Πρίγκιπας Κωνσταντῖνος ἦταν γιός τοῦ Μεγάλου Ἡγεμόνα τῆς Κιεβινῆς Ρωσίας Σβιατοσλάβου Β’ Γιαροσλάβιτς (1073 - 1076). Ἀπό τόν πατέρα του ζήτησε καί ἔλαβε τήν πόλη τοῦ Μοῦρομ, ἡ ὁποία ἀνῆκε στήν Ἡγεμονεία τοῦ Τσερνίκωφ, ἀλλά ἐπέμενε στήν προχριστιανική Ρωσική παγανιστική θρησκεία καί δέν δέχονταν τήν δικαιοδοσία τῆς Ἡγεμονικῆς Οἰκογενείας τῶν Ρουρικιδῶν.
Ὁ Πρίγκιπας Κωνσταντῖνος ἔστειλε ἀρχικά στήν πόλη τόν γιό του Μιχαήλ, ἀλλά οἱ κάτοικοι τόν σκότωσαν, ὁπότε ἀναγκάστηκε νά ἐκστρατεύσει ὁ ἴδιος προσωπικά καί πέτυχε νά τήν καταλάβει. Ἀπό τά πρῶτα ἔργα τοῦ Κωνσταντίνου ἦταν ἡ ἀνέγερση τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, ὅπου ἐνταφίασε τόν γιό του. Μέ κέντρο τόν ναό αὐτό πέτυχε τήν σταδιακή προσχώρηση στόν Χριστιανισμό τῶν κατοίκων, τούς ὁποίους διοίκησε μέ χριστότητα καί σύνεση. Κάποτε, ὅταν ἐξεράγη μία ἐπανάσταση, ὁ Κωνσταντῖνος βγῆκε νά τούς ἀντιμετωπίσει μόνος, κρατῶντας τήν Εἰκόνα τοῦ Ευαγγελισμοῦ (ἡ ὁποία ἔκτοτε τιμᾶται σάν Παναγία τοῦ Μοῦρομ). Τό θάρρος του ἐξέπληξε τούς στασιαστές, ἐπῆλθε συμφιλίωση καί τελικά μεγάλο μέρος τοῦ πληθυσμοῦ βαπτίσθηκε μέ μεγάλη ἐπισημότητα, ὅπως στήν ἐποχή τοῦ Μεγάλου Βλαδιμήρου (989).
Τό ἔργο τοῦ ἁγ. Κωνσταντίνου ἦταν ἱεραποστολικό καί τό πραγματοποίησε μέ τήν βοήθεια τοῦ γιοῦ του Θεοδώρου. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά τό 1129 καί ἐνταφιάσθηκε στό Ναό τοῦ Εὐαγγελισμοῦ μαζί μέ τούς γιούς του. Τό 1531 ἰάσεις καί θαύματα ἄρχισαν νά ἐπιτελοῦνται στούς τάφους τους καί τό 1553 τά Λείψανά τους ἀνακομίσθηκαν ἀδιάφορα. Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη τους.
Ἡ μνήμη τους τιμᾶται τήν 21η Μαϊου.
Ἅγιος Κωνσταντῖνος Ἡγεμόνας τοῦ Γιαροσλάβ Ρωσίας (+ 1257)
Ἦταν γιός τοῦ Ἡγεμόνα Βζέβολοντ καί ἔμεινε νωρίς ὀρφανός, διότι ὁ πατέρας του σκοτώθηκε κατά τήν εἰσβολή τῶν Τατάρων. Διαδέχθηκε στόν Θρόνο τόν πρεσβύτερο ἀδελφό του ἁγ. Βασίλειο (+ 1249). Ὅταν τό 1257 οἱ Τάταροι ἐπετέθηκαν κατά τοῦ Γιαροσλάβ, ὁ Ἡγεμόνας Κωνσταντῖνος ἔπεσε ἀμυνόμενος τῆς πόλεως.
Τό 1501 τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο. Σήμερα φυλάσσεται στόν Καθεδρικό Ναό τοῦ Γιαροσλάβ.
Τιμᾶται τήν 3η Ἰουλίου, μαζί μέ τόν ἀδελφό του ἁγ. Βασίλειο.
Μάρτυρας Λάζαρος, Κράλης τῆς Σερβίας (+ 1389)
Ὁ Πρίγκιπας Λάζαρος Γαβριηλάνοβιτς, διαδέχθηκε τό 1371 στό Πέκκιο τόν Σέρβο Τσάρο Στέφανο Δουσάν. Ἀγωνιζόμενος κατά τῶν Τούρκων ἀνέκτησε μεγάλο μέρος τῶν κτήσεων τοῦ Δουσάν καί τό Βελιγράδι ἀπό τήν κυριαρχεία τῶν Οὔγγρων. Ἀρχικά ἔκανε συνθήκη εἰρήνης μέ τόν Σουλτάνο Μουράτ, τό 1387 ὅμως συμμάχησε μέ τούς Βουλγάρους ἐναντίον του. Σγαγιάσθηκε ἀπό τούς Τούρκους στήν περίφημη Μάχη τοῦ Κοσσυφοπεδίου, κατά τήν ὁποία καταστράφηκαν οἱ Σέρβοι καί παγιώθηκε ἡ Ὀθωμανική κατάκτηση τῶν Βαλκανίων.
Κατά τούς χρονογράφους ὁ ἡρωϊκός Ἡγεμόνας βασανίσθηκε ἀπό τούς Τούρκους καί πρίν κρεμασθεῖ, τοῦ φόρεσαν τά ἐμβήματα τοῦ Ἡγεμονικοῦ του ἀξιώματος. Γιά τούς Ὀρθοδόξους Σέρβους ἀποτελεῖ σύμβολο τῶν πατριωτικῶν καί ἐθνικῶν τους ἀγώνων καί τιμᾶται σάν Μάρτυρας τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ Ἔθνους τους.
Ὁ μ. Λάζαρος ἐνταφιάσθηκε στή Μονή τῆς Ραβάνιτσας. Τό 1391 τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο καί ἔμεινε ἐκεῖ. Τό 1683 οἱ Τοῦρκοι κατέστρεψαν τήν Μονή καί τό Λείψανο μεταφέρθηκε στή Μονή Νέα Ραβάνιτσα. Τό 1942 τό Λείψανο μεταφέρθηκε γιά ἀσφάλεια στόν Καθεδρικό Ναό τοῦ Βελιγραδίου, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται. (Περιοδικό "Ἅγιος Κυπριανός". φ. 290 - 291/1999, σελ. 198 - 199 καί 212).
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 15η Ἰουνίου.
Ὅσιος Λαυρέντιος ὁ Ἔγκλειστος τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου (11ος αἰ.)
Ἀσκητής στήν Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, τήν ἐποχή τῶν πλανηθέντων ἔπειτα Ὁσίων Ἰσαακίου καί Νικήτα. Ἔζησε ἔγκλειστος στήν Ἡγεμονική Μονή τοῦ ἁγ. Δημητρίου καί ἐλεήθηκε ἀπό τόν Θεό μέ τό χάρισμα κατά τῶν δαιμόνων. Κοιμήθηκε εἰρηνικά. Τό Λείψανό του σώζεται ἀδιάφθορο στήν Λαύρα τῶν Σπηλαίων.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 20η Ἰουλίου.
Ἱερομάρτυρας Λεόντιος, Ἐπίσκοπος Ροστώφ Ρωσίας (+ 1077)
Γεννήθηκε στό Κίεβο καί φοίτησε στή Σχολή πού εἶχε ἱδρύσει ὁ Μεγ. Ἡγεμόνας Γιαροσλάβος ὁ Σοφός, ὅπου διδάχθηκε καί τήν Ἑλληνική γλῶσσα. Τό Μεγάλο καί Ἀγγελικό Σχῆμα δέχθηκε στήν ΚΠολη. Ὅταν ἐπέστρεψε στή Ρωσία ἐντάχθηκε στή Λαύρα τῶν Σπηλαίων, κάτω ἀπό τήν πνευματική καθοδίγηση τοῦ ὁσ. Ἀντωνίου τοῦ Ἐσφιγμενίτη.
Χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Ροστώφ σέ μία ἐποχή δύσκολη, ἀφοῦ οἱ δύο προηγούμενοι Ἐπίσκοποι εἶχαν ἐκδιωχθεῖ ἀπό τούς εἰδωλολάτρες καί ὁ Χριστιανός Ἡγεμόνας Βόρις εἶχε φονευθεῖ (1015). Σάν Ἐπίσκοπος ὁ ἅγ. Λεόντιος ἐπανέφερε μέ τό κήρυγμα καί τά θαύματά του τήν πόλη στήν Χριστιανική Πίστη καί τελεικά τελειώθηκε μαρτυρικά, τό 1077.
Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο. Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917 δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη του.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται κατά τήν Εὕρεση τοῦ Λειψάνου του τήν 23η Μαϊου.
Ὅσιος Λεόντιος Ἐπίσκοπος Ραντάουτς Ρουμανίας (14ος - 15ος αἰ.)
Καταγόταν ἀπό τό Ραντάουτς τῆς Μολδαβίας καί κατά τά τέλη τοῦ 15ου αἰ. ἔγινε ἡσυχαστής στά δάση τῆς περιοχῆς, ὅπου δέχθηκε τήν Ἱερωσύνη καί τό μοναχικό ὄνομα Λαυρέντιος. Ἀσκούμενος χαριτώθηκε ἀπό τόν Θεό μέ τά χαρίσματα τῶν θαυμάτων καί τῆς προοράσεως καί συγκέντρωσε γύρω του φιλόθεους μαθητές, μέ τούς ὁποίους ἵδρυσε ἡσυχαστική Σκήτη. Μεταξύ τῶν μαθητῶν του ὑπῆρξε ὁ ὅσ. Δανιήλ ὁ Ἡσυχαστής (+ 1496).
Μετά τήν ἵδρυσι τῆς Ἐπισκοπῆς Ραντάουτς, ὁ Ἡγεμόνας τῆς Μολδαβίας Ἀλέξανδρος ὁ Καλός πρότεινε τόν Ὅσιο γιά τόν Θρόνο. Ποίμανε τόν λαό τοῦ Θεοῦ μέ σύνεση καί τόν εὐεργέτησε μέ τήν ἁγιότητά του, ἀλλά φλεγόμενος ἀπό τόν πόθο τῆς ἡσυχίας παραιτήθηκε ἀπό τήν Ἐπισκοπή καί ἔγινε μεγαλόσχημος μοναχός μέ τό ὄνομα Λεόντιος.
Δέν εἶναι γνωστός ὁ χρόνος τοῦ θανάτου του, οὔτε ὁ χρόνος ἀνακομιδῆς τοῦ Λειψάνου του, τό ὁποῖο βρέθηκε ἀδιάφθορο καί κατατέθηκε στόν Ἐπισκοπικό Ναό τοῦ Ραντάουτς. Τό 1621 - 22 ὁ Οὐκρανός περιηγητής Θεολόγος Ἱερομόναχος Ζαχαρίας Κοπηνστένσκυ, ἔγραψε ὅτι "στό Ραντάουτς, στήν Ἐπισκοπή, ὁ ἅγ. Λαυρέντιος ὁ Θαυματουργός βρέθηκε μέ τό σῶμα ἀκέραιο". Στήν ἱστορική πορεία δέν εἶναι γνωστό τί ἀπέγινε τό Λείψανο τοῦ Ἁγίου. Ἄλλοι δέχονται, ὅτι χάθηκε τό 1639 (ὅταν λεηλατήθηκε ὁ Ναός ἀπό τούς κατακτητές) καί ἄλλοι, ὅτι ἐνταφιάσθηκε στόν Ναό τό 1783, γιά νά ἀσφαλισθεῖ.
Ὅσιος Λουκᾶς ὁ Στειριώτης (+ 953)
Ἕνας τῶν ἀναμορφωτῶν τοῦ Μοναχικοῦ Βίου στή μεσαιωνική Ἑλλάδα, ἱδρυτής περίφημης Μονῆς στήν Βοιωτία, πού φέρει τό ὄνομά του.
Γεννήθηκε στό Καστόριο Φωκίδος τό 896 καί μόνασε νεώτατος, σέ ἡλικία μόλις 14 ἐτῶν, σέ μονή τῶν Ἀθηνῶν. Ἔζησε ἐρημητικά σέ διάφορες περιοχές ( στά Γιανημάκια μέχρι τό 917, στό Ζεμενό Κορνθίας καί τήν Πάτρα ἀπό τό 917 μέχρι τό 927, πάλι στά Γιανημάκια ἀπό τό 927 μέχρι τό 932, στό Καλάμι ἀπό τό 939 μέχρι τό 942, στό Ἀμπελάκι ἀπό τό 942 μέχρι τό 945) καί τό 945 ἄρχισε τήν ἀνέγερση τῆς Μονῆς τῆς ἁγ. Βαρβάρας στήν περιοχή Στειρίου Βοιωτίας, μέ τήν συνδρομή τοῦ Βυζαντινοῦ Στρατηγοῦ Κρηνίτη, τότε διοικητή τοῦ Θέματος τῆς Ἑλλάδος. Ἐλεήθηκε ἀπό τόν Θεό μέ τό χάρισμα τῶν θαυμάτων καί συγκέντρωσε γύρω του πολλούς φιλόθεους μαθητές.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 953. Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο καί κατατέθηκε στήν Μονή του (ἡ ὁποία ἔκτοτε πῆρε τό ὄνομά του). Τόν 15ο αἰ., λίγο πρίν τήν κατάκτηση τῆς Βοιωτίας ἀπό τούς Τούρκους, φυγαδεύθηκε στήν Βενετία, ἀπ' ὅπου ἀνακομίσθηκε στήν Μονή κατά τήν δεκαετία τοῦ 1980, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται, ἐνδεδυμένο τἀ μοναχικά ἐνδύματα. Παράλληλα στήν Μονή Φιλοθέου Ἁγίου Ὄρους φυλάσσεται Κάρα ἡ ὁποία ἀποδίδεται στόν ὅσ. Λουκᾶ. Ἔτσι δημιουργεῖται πρόβλημα γνησιότητος καί γιά τά δύο Λείψανα, ἀφοῦ καί στό ἀδιάφθορο Λείψανον πού ἐπιστράφηκε ἀπό τήν Δύση, περιλαμβάνεται καί Κάρα. (Τό πρόβλημα θά μποροῦσε νά λυθεῖ κατά τά διαλαμβανόμενα στό περί γνησιότητος τῶν ἁγίων Λειψάνων κεφάλαιο αὐτοῦ τοῦ ἔργου).
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 7η Φεβρουαρίου.
Μάρτυρας Λουκία τῶν Συρακουσῶν (3ος αἰ.)
Οἱ Συναξαριστικές πηγές ἀναφέρουν τήν Μάρτυρα ὡς παρθένο, μνηστευμένη μέ ἐθνικό. Ὅταν ἡ μητέρα της ἀσθένησε σοβαρά, κατέφυγε μαζί της στήν Κατάνη, στόν θαυματουργό τάφο τῆς ἁγ. Ἀγάθης. Ἐκεῖ ἡ ἁγ. Ἀγάθη ἐμφανίσθηκε στόν ὕπνο της, τήν διαβεβαίωσε γιά τήν θεραπεία τῆς μητέρας της καί τῆς προεῖπε γιά τό μαρτυρικό της τέλος.
Ὅταν ἡ μητέρα ἐπέστρεψε στίς Συρακούσες θεραπευμένη, πείσθηκε ἀπό τήν κόρη της νά διαμοιράσουν τόν οἰκογενειακό τους πλούτο στούς πτωχούς καί νά ζήσουν πνευματική ζωή. Ὅμως ἡ ἀπόφαση αὐτή προκάλεσε τήν ὀργή τοῦ μνηστήρα, ὁ ὁποῖος τήν κατέδωσε στόν Ἡγεμόνα Πασχάσιο, μέ ἀποτέλεσμα τήν σύλληψη τῆς Λουκίας, τόν ἐγκλεισμό της σέ πορνεῖο καί τελικά τόν ἀποκεφαλισμό της.
Γιά τό Λείψανο τῆς Μάρτυρος ἐπικρατοῦν δύο παραδόσεις. Σύμφωνα μέ τήν πρώτη, τό λείψανο μεταφέρθηκε ἀδιάφθορο τό 1040 ἀπό στήν ΚΠολη ἀπό τόν Βυζαντινό Στρατηγό Γεώργιο Μανιάκη, ὁ ὁποῖος ἀνακατέλαβε τίς Συρακούσες ἀπό τούς Ἄραβες. Ἀπό ἐκεῖ τί ἀφαίρεσε ἀπό τήν ΚΠολη τό 1204, κατά τήν Ἅλωση τῆς Πόλεως ἀπό τούς Σταυροφόρους, ὁ Δόγης Ἐρρίκος Δάνδολος καί τό μετέφερε στή Βενετία, ὅπου τό κατέθεσε στή Μονή τοῦ ἁγ. Γεωργίου τοῦ Μείζονος. Τό 1280 τό Λείψανο μεταφέρθηκε γιά περισσότερη ἀσφάλεια στόν πρός τιμήν τῆς Μάρτυρος Ναό, στήν εἴσοδο τοῦ Μεγάλου Καναλιοῦ. Τό 1860 τό Λείψανο μεταφέρθηκε στό Ναό τοῦ ἁγ. Ἱερεμίου, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται. Σήμερα στό Ναό τοῦ ἁγ. Γεωργίου τοῦ Μείζονος φυλάσσεται ἕνας βραχίονας τῆς Μάρτυρος.
Σύμφωνα μέ τήν δεύτερη παράδοση, τό Λείψανο τῆς Μάρτυρος δέν ἔφυγε ποτέ ἀπό τίς Συρακούσες γιά τήν ΚΠολη. Ἐκεῖ τό βρῆκε τόν 8ο αἰ. ὁ Δούκας τοῦ Σπολέτο Φεροβάλδος Β’, κατά τήν διάρκεια μιᾶς ἐπιδρομῆς του, καί τό μετέφερε στό Κορφίνιο. Τό 970 – 972 ὁ Ἐπίσκοπος Θεοδόριχος τῆς Μαγεντίας, συνοδεύοντας τόν ἐξάδελφό του Αὐτοκράτορα Ὄθωνα Α’, ἀφαίρεσε τό Λείψανο καί τό μετέφερε στήν Ἐπισκοπή του, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται, στό Ναό τοῦ ἁγ. Βικεντίου.
Ἀπό τά προηγούμενα προκύπτει, ὅτι στή Δύση ὑπάρχουν δύο λείψανα τά ὁποῖα ἀποδίδονται στή Μάρτυρα Λουκία, ἀλλά περισσότερες πιθανότητες γνησιότητες ἔχει ἐκεῖνο τῆς Βενετίας.
Στήν καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολή ἀπότμημα τοῦ λειψάνου τῆς Μάρτυρος φυλάσσεται στή Μονή Νταοῦ Πεντέλης.
Ἡ μνήμη της τιμᾶται τήν 13η Δεκεμβρίου.
Ὅσιος Μακάριος τοῦ Κολιαζίν Ρωσίας (+ 1483)
Κατά κόσμον Ματθαῖος, γεννήθηκε τό 1400 στήν οἰκογένεια τοῦ Βογιάρου Βασιλείου Kozha. Ἡ οἰκογένειά του εἶχε ἔφεση στήν πνευματική ζωή καί τήν μοναχική ἀφιέρωση (ὁ ἀδελφός του Γεννάδιος διαδέχθηκε τόν ἅγ. Μωϋσῆ στόν Ἀρχιεπισκοπικό Θρόνο τοῦ Νόβγκοροντ, 1460 - 77, καί ἀνηψιός του ὑπῆρξε ὁ ὅσ. Παϊσιος τοῦ Ἄγκλιχ). Ἀπό ὑποκοή στούς γονεῖς του νυμφεύθηκε, ἀλλά μετά τόν θάνατό τους, καθώς καί τόν θάνατο τῆς συζύγου του, μόνασε στή Μονή τοῦ ἁγ. Νικολάου στό Κλομπουνώβσκ.
Μετά ἀπό χρόνια κοινοβιακῆς ζωῆς, ἀνεχώρησε μέ ἄλλους ἕξη μοναχούς καί ἵδρυσε ἐρημητήριο πρός τιμήν τῆς Ἁγίας Τριάδος, στήν περιοχή τοῦ Κασίν. Ἔζησε περιπλανώμενος στά δάση. Ὀνομάσθηκε νέος Ἀδάμ, διότι "εἷχε τήν συνήθεια νά περιδιαβάζη τήν ἔρημο καί ἄν ὑπῆρχαν ἄγρια θηρία πού κατοικοῦσαν ἐκεῖ, περπατοῦσαν μαζί του ὅπως τά ἡμερώτερα πρόβατα καί - τό πιό σπουδαῖο - ὑποτάσσονταν καί πολλές φορές ἔπαιρναν τροφή ἀπό αὐτόν"! Τό 1453 ἀναδείχθηκε Ἡγούμενος παρά τήν θέλησή του, μέ ἐκλογή τῶν ἀδελφῶν καί εὐλογία τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Νόβγκοροντ ἁγ. Μωϋσῆ.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1483, πλήρης ἡμερῶν, καί τότε βρέθηκαν πάνω του βαρειές ἁλυσίδες, μέ τίς ὁποίες σκληραγωγοῦσε τόν ἑαυτό του!
Τό 1521 ἕνας κάτοικος τοῦ Δημητρώφ, ὁ Μιχ. Βορονκώφ, πρόσφερε τά χρήματα γιά τήν ἀνέγερση ἑνός πέτρινου ναοῦ στή Μονή Κολυαζίν, στή θέση ἑνός ξύλινου πού εἶχε καταστραφεῖ. Κατά τήν ἐκσκαφή τῶν θεμελίων ἀποκαλύφθηκε ἕνας ἄθικτος τάφος, ἀπό τόν ὁποῖο ἔβγαινε ἐξαίσιο ἄρωμα καί ὁ τότε Ἡγούμενος Ἰωάσαφ ἀναγνώρισε τόν τάφο τοῦ ἱδρυτή τῆς Μονῆς ὁσ. Μακαρίου. Τό Λείψανο ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο καί ἡ εὕρεση συνοδεύθηκε μέ θαύματα. Ἀμέσως συντάχθηκε μία ἀναφορά στόν τότε Μητροπολίτη Μόσχας Δανιήλ (1522 - 1539), ὁ ὁποῖος συγκάλεσε Σύνοδο καί ἀφοῦ ἐξετάσθηκαν τά στοιχεία, ἀποφασίσθηκε νά τιμᾶται ὁ ὅσ. Μακάριος τοπικά στήν Μονή του. Στήν Εὕρεση τοῦ Λειψάνου τοῦ ὁσ. Μακαρίου συνέταξε Ἀκολουθία ὁ Θεοδόσιος τοῦ Τβέρ. Ἡ ἁγιότητά του διακηρύχθηκε Συνοδικά τό 1547, ἀπό τόν Μητροπολίτη Ρωσίας ἅγ. Μακάριο (1543 - 1564). Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη τοῦ Λειψάνου του.
Τιμᾶται τήν 17η Μαρτίου καί ἡ Ἀνακομιδή τοῦ Λειψάνου του τήν 26η Μαϊου.
Ἱερομάρτυρας Μακάριος Μητροπολίτης Ρωσίας (+ 1497)
Ἀναδείχθηκε Μητροπολίτης Κιέβου καί πάσης Ρωσίας μετά τόν θάνατο τοῦ Μητροπολίτου ἁγ. Ἰωνᾶ (+ 1495), ἀπό Ἀρχιμανδρίτης τῆς Μονῆς Ἁγίας Τριάδος Βιλένσκ, μέ ἐκλογή καί χειροτονία τῶν Ἐπισκόπων Βλαδιμήρ Βασσιανοῦ, Πολότσκ Λουκᾶ, Τούρωφ Βασσιανοῦ καί Λούτσκ Ἰωνᾶ. Τήν ἐκλογή του ἀναγνώρισε ὁ Πατριάρχης ΚΠόλεως Νεόφυτος.
Τό 1497, ἐνῶ ἱερουργοῦσε στό χωριό Στριγκόλοβο, φονεύθηκε ἀπό τούς Τατάρους, μαζί μέ κληρικούς καί πολλούς λαϊκούς. Δέν εἶναι γνωστό πότε ἀνακομίσθηκε τό ἀδιάφθορο καί θαυματουργό Λείψανό του, τό ὁποῖο σήμερα φυλάσσεται στόν Καθεδρικό Ναό ἁγ. Βλαδιμήρου Κιέβου.
Τιμᾶται τήν 1η Μαϊου.
Ὅσιος Μακάριος ὁ Θαυματουργός, τοῦ Μπελέβσκ Ρωσίας (+ 1623)
Γεννήθηκε τό 1539 καί μόνασε νεώτατος μέ τό ὄνομα Ὀνούφριος. Τό 1585 ἵδρυσε τήν Μονή τῶν Εἰσοδείων τῆς Θεοτόκου στόν ποταμό Ὄκα, κοντά στήν πολή Μπέλεφ. Τό 1615 ἡ μονή καταστράφηκε ἀπό τούς Πολωνούς καί ὁ Ὅσιος ἐργάσθηκε σκληρά γιά τήν ἀνοικοδόμησή της καί τήν ἀνέγερση πέτρινου Καθολικοῦ. Ὑπῆρξε αὐστηρός ἀσκητής καί ἀναδείχθηκε θαυματουργός. Πρός τό τέλος τῆς ζωῆς του παραιτήθηκε ἀπό τήν διοίκηση τῆς μονῆς καί ἀφοῦ ὅρισε διάδοχό του ἕναν ἀπό τούς μαθητές του, "ἐμακρύνθη" στήν ἔρημο, ὅπου κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1623, σέ ἡλικία 84 ἐτῶν. Τό ἀσκητικό του σκήνωμα ἐνταφιάσθηκε στήν μονή του.
Τό 1816 τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο καί τό 1889 κτίσθηκε Ναός πρός τιμήν του. Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη τοῦ Λειψάνου του.
Τιμᾶται τήν 22α Ἰανουαρίου καί τήν 22α Σεπτεμβρίου.
Ὁσιομάρτυρας Μακάριος τοῦ Κάνεφ Ρωσίας (+ 1678)
Μία τῶν μεγαλυτέρων μοναστικῶν μορφῶν τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας. Γεννήθηκε στή Βολυνία τό 1605, στήν ἀρχοντική οἰκογένεια τῶν Τοκάρεφσκυ. Ἀπό τό 1614 μέχρι τό 1620, σπούδασε στή Μονή Κοιμ. Θεοτόκου Ὀβρούσκ καί ἐκεῖ ἔγινε μοναχός, μετά τόν θάνατο τῶν γονέων του. Τό 1625 ἐγκαταστάθηκε μέ εὐλογία στή Μονή Κουπιατίσκ, ὅπου τό 1630 χειροτονήθηκε Διάκονος καί τό 1632 Πρεσβύτερος. Τό 1637 πῆγε μέ ἀποστολή τῆς Μονῆς του στό Μητροπολίτη Κιέβου Πέτρο Μογίλα, ὁ ὁποῖος ἐκτιμῶντας τό ἦθος του ἀρχικά τόν διόρισε ὑπεύθυνο τῆς φιλανθρωπίας στή Μητρόπολή του καί στή συνέχεια - τό 1638 - Ἡγούμενο τῆς Μονῆς τῆς Ἀναστάσεως στό Γκοροντέσκ. Ὅταν τό 1642 ἡ Μονή καταλήφθηκε ἀπό τούς Οὐνίτες, ἐξελέγη Ἡγούμενος τῆς Μονῆς Κουπιατίσκ. Κατά τήν περίοδο 1655 - 57 ἡγουμένευσε στή Μονή Πίνσκ. Τελικά ἀπό τόν Μητροπολίτη Κιέβου Ἰωσήφ διορίσθηκε Ἡγούμενος τῆς Μονῆς Κάνεφ.
Ὁ ὅσ. Μακάριος γιά διάστημα 30 ἐτῶν ὑπῆρξε σοβαρός ἀντίπαλος τῆς Οὐνίας, τῆς Λατινο - Πολωνικῆς προπαγάνδας καί τῶν προσηλυτιστικῶν δραστηριοτήτων τῶν Δομινικανῶν.
Τό 1678 φονεύθηκε ἀπό Ὀθωμανούς ἐπιδρομεῖς. Τό Λείψανό του κατατέθηκε στό Ναό τῆς Μονῆς του γιά νά κηδευθῆ καί ἐνῶ ὁ Ναός πυρπολήθηκε ἀπό τούς εἰσβολεῖς, τό Λείψανο ἔμεινε ἄθικτο! Ἐνταφιάσθηκε τήν 8η Σεπτεμβρίου 1678 καί μετά θάνατον ἀναδείχθηκε θαυματουργός.
Τό 1688 τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο καί μεταφέρθηκε στό Περεγιασλάβλ. Τό 1713 κατατέθηκε στό νεόδμητο Ναό τοῦ Μιχαήλοβσκ καί τό 1786 στή Μονή τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Περεγιασλάβλ. Κατά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, οἱ ἐπαναστάτες σεβάσθηκαν τό Λείψανο, τό ὁποῖο τό 1942 μεταφέρθηκε στό Ναό Ἁγίας Τριάδος, στήν πόλη Χερκάς, καί τό 1965 στό Ναό Γενν. Θεοτόκου τῆς ἰδίας πόλεως, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται.
Τιμᾶται τήν 7η Σεπτεμβρίου καί ἡ Ἀνακομιδή τοῦ Λειψάνου του τήν 13η Μαϊου.
Ὅσιος Μακάριος, Στάρετς τῆς Ὄπτινα Ρωσίας (+ 1860)
Ἕνας τῶν πλέον ἐμπνευσμένων Γερόντων τῆς Ὄπτινα, ἀνάστημα τοῦ Στάρετς Λεωνίδα (+ 1841). Ὁ κατά κόσμον Μιχαήλ γεννήθηκε τό 1788 στό χωριό Ζελεζνίκι τῆς Καλούγας, ἀπό γονεῖς εὐγενεῖς καί εὐσεβεῖς. Σέ ἡλικία 22 ἐτῶν καί ἐνῶ εἶχε τελειώσει τίς σπουδές του καί ἐργαζόταν στό ἐπαρχιακό θησαυροφυλάκιο, πῆγε γιά προσκύνημα στή Μονή τοῦ Πλοστσάνσκ καί ἔμεινε ἐκεῖ, γοητευμένος ἀπό τήν ἡσυχαστική ζωή τῶν μοναχῶν καί τήν πνευματική προσωπικότητα τοῦ Γέροντος Ἀθανασίου (μαθητοῦ τοῦ ὁσ. Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ), ὁ ὁποῖος τόν ἔφερε σέ ἐπαφή μέ τά Πατερικά κείμενα.
Μετά τήν κοίμηση τοῦ γ. Ἀθανασίου (+ 1825), ἦρθε στή Μονή ὁ Στάρετς Λεωνίδας. Τότε ἄρχισε ἡ πνευματική σχέση τῶν δύο ἀνδρῶν. Ὁ νεαρός π. Μακάριος προσκολήθηκε στό Στάρετς καί τοῦ ἔκανε ἀδιάκριτη καί ἀπόλυτη ὑπακοή, μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του. Τό 1828 ὁ Στάρετς Λεωνίδας ἐγκαταστάθηκε στήν Ὄπτινα καί τό 1834 τόν ἀκολούθησε ὁ π. Μακάριος. Ἀπό τόν Ἡγούμενο τῆς Ὄπτινα Στάρετς Μωϋσῆ ὁρίσθηκε πνευματικός καί ἀργότερα Προϊστάμενος τῆς Σκήτης, τήν ὁποία ὀργάνωσε ὑλικά καί πνευματικά.
Ἡ φήμη του ὡς πνευματικοῦ καθοδηγητή ἔφθασε πολύ μακριά καί ἐκτός τῶν χιλιάδων ἐπιστολῶν πού λάμβανε, πολλοί ἦταν οἱ πιστοί πού ἔφθαναν προσωπικά γιά νά τόν συμβουλευθοῦν.
Τήν τελευταῖα δεκαπενταετία τῆς ζωῆς του, ἀσχολήθηκε μέ ἕνα ἔργο πολύ σημαντικό, τήν ἔκδοση φιλοκαλικῶν ἔργων τοῦ Μεγάλου Στάρετς ὁσ. Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ. Στό ἔργο αὐτό εἶχε τήν συμπαράσταση τοῦ ἐκδότου τοῦ Περιοδικοῦ "Ὁ Μοσχοβίτης" Ἰβάν Κιρεγέφσκυ καί τοῦ λογίου Μητροπολίτου Μόσχας ἁγ. Φιλαρέτου , ὁ ὁποῖος τό ἔθεσε ὑπό τήν προστασία του. Συνολικά ἐκδόθηκαν τότε 16 βιβλία.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1860. Ὅταν τό 1922 κοιμήθηκε ὁ Στάρετς Ἀνατόλιος ὁ Νεώτερος, κατά τόν ἐνταφιασμό του δίπλα στόν τάφο τοῦ ὁσ. Μακαρίου, "συμπτωματικά ἄνοιξε ὁ τάφος τοῦ τελευταίου, ἀπ' ὅπου ἀναδύθηκε μία δυνατή εὐωδία πού γέμισε τήν ἀτμόσφαιρα. Τό σῶμα του βρέθηκε ἄφθαρτο. Τότε ὅμως ὁ ἄνεμος τῆς ἀθεϊας κατέστρεφε τά πάντα στή Ρωσία κι οἱ ὑπάρχοντες Πατέρες τῆς Ὄπτινα βιάστηκαν νά τό ξαναθάψουν, ὡσότου ἔρθουν καλλίτερες μέρες, ὁπότε τά Λείψανά του θά μποροῦν νά ἀποκαλυφθοῦν ἐπίσημα καί νά δοθοῦν σέ κοινή προσκύνηση" (Π. Μπότση, "Πατερικό τῆς Ὄπτινα", σελ. 95 - 96).
Ἅγιος Μάξιμος Μητροπολίτης Ρωσίας (+ 1305)
Βυζαντινῆς καταγωγῆς, χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Ρωσίας ἀπό τό Πατριαρχεῖο ΚΠόλεως, μετά τόν θάνατο τοῦ Μητροπολίτου Κυρίλλου. Ἔφθασε στήν τότε Ταταροκρατούμενη Ρωσία τό 1283, ἀλλά μέχρι τό 1299 ἀπέφυγε τήν μόνιμη ἐγκατάσταση σέ κάποια πόλη, ἀφοῦ τό Κίεβο εἶχε καταστραφεῖ. Τό 1299 ἐγκαστάθηκε στό Βλαδιμήρ, "καθ' ὑπόδειξιν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, Ἥτις τοῦ ἐνεχείρισε καί τό περίφημον ὠμοφόρειόν του θαυματουργικῶς" (Βλ. Φειδᾶ, "Ἐκκλησιαστική Ἱστορία τῆς Ρωσίας", 1988, σελ. 144). Τό ὠμοφόρειο αὐτό σωζόταν μέχρι τό 1410, ὁπότε τό κατέστρεψαν οἱ Τάταροι. Ἡ μεταφορά τῆς Μητροπολιτικῆς Ἕδρας (ἡ ὁποία ἐπικυρώθηκε ἀπό τό Πατριαρχείο), προκάλεσε σοβαρά πολιτικά προβλήματα μεταξύ τῶν Ρώσων Ἡγεμόνων (ἀπό τήν αἰτία αὐτή δημιουργήθηκε τό 1303 ἡ Μητρόπολη Γαλικίας).
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1305 καί ἐνταφιάσθηκε στόν Καθεδρικό Ναό τῆς Ἁγίας Σοφίας, στό Βλαδιμήρ. Μέχρι τήν Ἒπανάσταση τοῦ 1917 φυλάσσονταν ἐκεῖ τό ἀδιάφθορο Λείψανό του, μαζί μέ τήν θαυματουργή Εἰκόνα τῆς Παναγίας πού φέρει τό ὄνομά του ("τοῦ Μαξίμου"· τιμᾶται τήν 18η Ἀπριλίου).
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 30η Σεπτεμβρίου καί τήν 6η Δεκεμβρίου.
Ὅσιος Μάξιμος τῆς Μόσχας, ὁ διά Χριστόν Σαλός (+ 1433)
Ἔζησε στήν Μόσχα, στίς ἀρχές τοῦ 15ου αἰ., σέ μία περίοδο ὅπου οἱ ἐπιδρομές τῶν Τατάρων εἶχαν προκαλέσει στόν λαό πεῖνα καί ἀσθένειες. Συνήθως γυρνοῦσε στούς δρόμους γυμνός, ἀνεξάρτητα ἀπό ἐποχή, διδάσκοντας στούς ἀνθρώπους τήν ὑπομονή καί τήν περιφρόνηση τῶν γηϊνων ἀγαθῶν. Ἡ μνήμη του διατηρήθηκε χάρις στά λόγια του πού ἔγιναν δημοφιλῆ. "Ἄς κάνουμε ὑπομονή - ἔλεγε - καί θά γίνουμε ἄνθρωποι· σιγά - σιγά τό πρασινισμένο ξύλο παίρνει φωτιά". Στούς πλούσιους Βογιάρους καί ἐμπόρους, οἱ ὁποῖοι ἐπιδεικτικά ἔδειχναν τήν ἐξωτερική τους εὐσέβεια, ἔλεγε συνήθως: "Τό ἰδιωτικό ἐκκλησάκι σου εἶναι πράγματι δικό σου, ἡ συνείδησή σου ὅμως εἶναι γιά πούλημα" ἤ "ἔχεις μία γεννειάδα ὅπως ὁ Ἀβραάμ, ἀλλά ἐνεργεῖς ὅπως ὁ Χάμ". Ἔλεγε ἀκόμα, ὅτι "ὁ καθένας κάνει τόν σταυρό του, ἀλλά προσεύχεται κι ὅλας; Ἔννοια σου καί ὁ Θεός δέν κοροϊδεύεται".
Κοιμήθηκε τό 1433 καί ἐνταφιάσθηκε στό Ναό τῶν Ἁγίων Βόριδος καί Γκλέμπ. Τήν 13η Αὐγούστου 1547 τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο καί ἐναποτέθηκε στό Ναό. Λίγο ἀργότερα, τό 1547, ὁ Μητροπολίτης Ρωσίας ἅγ. Μακάριος τόν μνημονεύει σάν Θαυματουργό. Τό 1568 ὁ Ναός καταστράφηκε ἀπό πυρκαγιά, ἀλλά τό Λείψανο διασώθηκε θαυματουργικά. Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη του.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 11η Νοεμβρίου.
Ἅγιος Μάξιμος Μητροπολίτης Βλαχίας (+ 1546)
Ἦταν γιός τοῦ Δεσπότη τῆς Σερβίας ἁγ. Στεφάνου Μπράνκοβιτς καί τῆς ὁσ. Ἀγγελίνας καί ἀδελφός τοῦ Δεσπότη ἁγ. Ἰωάννη (+ 1493). Μετά τόν θάνατο τοῦ πατέρα του κατέφυγε στήν Οὐγγαρία καί ὀνομάσθηκε Δεσπότης τοῦ Σρέμ (1486). Δέκα χρόνια ἀργότερα, τό 1496, κάτω ἀπό τήν ἐπίδραση τῆς μητέρας του, παραιτήθηκε ἀπό τά ἡγεμονικά του δικαιώματα καί ἔγινε μοναχός στήν Μονή τοῦ Κουπίνοβο, ὅπου ἀσκήθηκε κατά τούς κανόνες τοῦ κοινοβιακοῦ μοναχισμοῦ.
Τό 1506 ὁ Ἡγεμόνας τῆς Βλαχίας Ράδος ὁ Μέγας (1495 - 1508) τόν κάλεσε στήν Αὐλή του - μαζί μέ τήν μητέρα του ὁσ. Ἀγγελῖνα - καί τόν ἀνέδειξε Μητροπολίτη Βλαχίας. Ἡ ποιμαντορία του ἦταν συνετή καί ἡ μεσολάβησή του μεταξύ τῶν Ἡγεμόνων Ράδου καί Μπογδάν, ἀποσόβησε ἕναν ἐμφύλιο πόλεμο. Σέ μεγάλη ἡλικία ἐπέστρεψε στή Σερβία, στήν κτιτορική Μονή τῆς οἰκογενείας του, τό Κουπίνοβο, ὅπου ἀναπαύονταν τά ἀδιάφθορα Λείψανα τῶν ἁγίων γονέων καί τοῦ ἀδελφοῦ του.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά στό Κουπίνοβο τό 1546 καί ἐνταφιάσθηκε ἐκεῖ.
Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο καί σήμερα φυλάσσεται στή Μονή τοῦ Κουπίνοβο (Κρούσεντολ) Σερβίας.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 18η Ἰανουαρίου.
Ἁγία Μαρία ἡ Μαγδαληνή (1ος αἰ.)
Μία τῶν μαθητριῶν τοῦ Κυρίου καί ἐπίσης μία τῶν Μυροφόρων γυναικῶν. Γεννήθηκε στά Μάγδαλα τῆς Παλαιστίνης, ἀπ' ὅπου ἐπονομάσθηκε. Ὁ Εὐαγγ. Λουκᾶς τήν μνημονεύει ἀνάμεσα στίς γυναῖκες "αἵ ἦσαν τεθαραπευμέναι ἀπό νόσων καί μαστίγων καί πονηρῶν πνευμάτων καί ἀσθενειῶν, Μαρία ἡ καλούμενη Μαγδαληνή, ἀφ' ἧς δαιμόνια ἑπτά ἐξεληλύθει" (Λουκ. 8, 2).
Ἡ ἀγάπη καί ἡ εὐγνωμοσύνη της πρός τόν Κύριο ἦταν τόση, ὥστε ἦταν παροῦσα κατά τήν Σταύρωση ("ἦσαν ἐκεῖ γυναῖκες πολλαί ἀπό μακρόν θεωροῦσαι, αἵτινες ἠκολούθησαν τῷ Ἰησοῦ ἀπό τῆς Γαλιλαίας διακονοῦσαι αὐτῷ· ἐν αἷς Μαρία ἡ Μαγδαληνή"· Ματθ. 27, 55 - 56· πρβλ. Ἰω. 29, 25). Ἦταν ἡ πρώτη πού ἔσπευσε στόν τάφο τοῦ Κυρίου, "τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων, πρωϊ σκοτίας ἔτι οὔσης" καί διαπίστωσε "τόν λίθον ἠρμένον τοῦ μνημείου" καί στάθηκε "πρός τῷ μνημείῳ κλαίουσα ἔξω" καί εἶδε τούς "δύο Ἀγγέλους ἐν λευκοῖς καθεζομένους" καί τόν "Ἰησοῦν ἐστῶτα καί οὐκ ἤδει ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἐστι" καί ἄκουσε νά τῆς λέγει "μή μοῦ ἄπτου, οὔπω γάρ ἀναβέβηκα πρός τόν πατέρα μου" (Ἰω. 20, 1 - 20).
Μετά τήν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου καί τήν Πεντηκοστή πῆγε στή Ρώμη καί κατήγγειλε στόν Αὐτοκράτορα Τιβέριο τήν κακοδικία τοῦ Ἰησοῦ, μέ ἀποτέλεσμα τήν τιμωρία τῶν ὑπευθύνων Πιλάτου, Ἄννα καί Καγιάφα. Κατά τόν Νικηφόρο Κάλλιστο κήρυξε τό Εὐαγγέλιο ὄχι μόνον στή Γαλατία καί στήν Ἰταλία, ἀλλά καί στήν Αἴγυπτο, τήν Φοινίκη, τήν Συρία καί τήν Παμφιλία. Κοιμήθηκε εἰρηνικά στήν Ἔφεσσο, κοντά στόν Εὐαγγελιστή Ἰωάννη καί ἐνταφιάσθηκε στό σπήλαιο ὅπου ἀργότερα (στόν διωγμό τοῦ Δεκίου, 249 - 251), κοιμήθηκαν οἱ Ἑπτά Παῖδες.
Τό Λείψανό της ἀνακόμισε ἀδιάφθορο στήν ΚΠολη ὁ Αὐτοκράτορας Λέων ΣΤ' ὁ Σοφός (τό 890), μαζί μέ τά Λείψανα τοῦ ἁγ. Λαζάρου τοῦ Τετραημέρου καί τῆς ἀδελφῆς του ἁγ. Μαρίας. Σήμερα στή Μονή Σίμωνος Πέτρας στό Ἅγιο Ὄρος, φυλάσσεται τό ἀριστερό χέρι τῆς Ἁγίας, "ἄφθαρτο, μέ τό δέρμα καί τούς τένοντες", τό ὁποῖο "ἔχει οὐράνια εὐωδία· ἀκόμη, ὅσοι τό ἀσπάζονται μέ εὐλάβεια καί πίστι, διαπιστώνουν ὅτι εἶναι θερμό"! (Ἀρχιμ. Χαρ. Βασιλοπούλου, "Ἡ ἁγ. Μαρία ἡ Μαγδαληνή", σελ. 42).
Ἡ μνήμη της τιμᾶται τήν 22α Ἰουλίου καί ἡ Ἀνακομιδή τοῦ Λειψάνου της τήν 4η Μαϊου.
Ὁσία Μαρία, ἡ μετονομασθεῖσα Μαρίνος
Κατά τίς Συναξαριστικές πηγές κατέφυγε μαζί μέ τόν πατέρα της Εὐγένιο σέ ἀνδρικό μοναστήρι, μετεμφιασμένη σέ ἄνδρα. Ἀπό τίς διάφορες ἀπόψεις πού ἔχουν ὑποστηριχθεῖ σχετικά μέ τόν χρόνο καί τόν τόπο τῆς ἀσκήσεώς της, ἐπικρατέστερες εἶναι αὐτές τοῦ L. Glunet, ὁ ὁποῖος δεχόμενος τήν Μαρωνίτικη παράδοση, τοποθετεῖ τόν τόπο ἀσκήσεώς της στό βόρειο Λίβανο, στό σπήλαιο Qanubin τῆς πεδιάδας Qadisa, καί σάν χρόνο ἀκμῆς της τόν 5ο αἰ. (“Vie et office de Sainte Marine”, 1905) καί τοῦ R. Gregorie, ὁ ὁποῖος τήν τοποθετεῖ στόν 7ο αἰ. καί στήν περιοχή τῆς Αἰγύπτου (“Manuale di agiologia – Introduzione allaletteratura agiografica”, 1987, σελ. 288).
Ὅταν κάποτε ἡ Ὁσία κατηγορήθηκε, ὅτι διέφθειρε τήν κόρη ἑνός πανδοχέα, ὄχι μόνο δέν ὑπερασπίσθηκε τόν ἑαυτό της, ἀλλά καί τό παιδί πού τῆς ἀποδόθηκε τό δέχθηκε καί τό μεγάλωσε σάν δικό της! Μόνον μετά τόν θάνατό της ἀποκαλύφθηκε τό φύλο της καί μακαρίσθηκε γιά τήν πνευματική της ἀνδρεία.
Τό ἀδιάφθορο Λείψανο τῆς ὁσ. Μαρίας (ἀπό τό ὁποῖο λείπει τό ἀριστερό χέρι) μεταφέρθηκε στή Βενετία τό 1231 ἤ 1233 ἀπό τήν ΚΠολη, ἀπό τόν Ἰωάννη Da Borea, ὡς Λείψανο τῆς ἁγ. Μεγαλομάρτυρος Μαρίνης. Τό 1806 – 1810 τό Λείψανο μεταφέρθηκε στό Ναό τῆς Παναγίας Formosa, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται. (ἐπ. Φαναρίου Ἀγαθαγγέλου, «Ἱερά Λείψανα Ἁγίων τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολῆς στή Βενετία», σελ. 251 – 258).
Ἡ μνήμη της τιμᾶται τήν 12η Φεβρουαρίου.
Νεομάρτυρας Μαργαρίτα τοῦ Menzelinsk Ρωσίας (+ 1918)
Ἡ Ἡγουμένη Μαργαρίτα Gunaronulo ἦταν μοναχή καί στή συνέχεια προεστώσα τῆς Μονῆς Προφ. Ἠλία τῆς Ἐπισκοπῆς Καζάν. Ἐπί τῶν ἡμερῶν της, πέραν τῆς πνευματικῆς ἀκμῆς, τό μοναστήρι της παρουσίασε καί ὑλική ἀκμή. Ἡ δραστηριότητα τῆς γ. Μαργαρίτας δημιούργησε φυτείες μέ ὀπωροφόρα δέντρα, λαχανόκηπους, ἐργαστήρια εἰκόνων καί χρυσοκεντήματος, ἀκόμη καί ἕνα ἐργαστήριο φωτογραφίας (κάτι πολύ προχωρημένο γιά τήν ἐποχή της).
Γιά τό μοναστήρι αὐτό ὁ Ὅσιος Ἀμβρόσιος Στάρετς τῆς Ὄπτινα εἶχε προφητεύσει, ὅτι θά ὑπάρξουν τρεῖς Γερόντισσες. Ἡ πρώτη θά ἔκτιζε μία ἐκκλησία, ἡ δεύτερη θά γινόνταν Μάρτυρας καί στίς ἡμέρες τῆς τρίτης "θά ἔπαιρναν τίς καμπάνες"! Πράγματι, ἡ πρώτη Ἡγουμένη ἔκτισε τήν ἐκκλησία τῆς μονῆς καί ἡ τρίτη ἔζησε τήν διάλυσή της. Τό σκέλος τῆς προφητείας πού ἀφορᾶ τήν γ. Μαργαρίτα, ἐπαληθεύθηκε τό καλοκαίρι τοῦ 1918.
Ὅταν τά Λευκά Στρατεύματα ἐγκατέλειψαν τήν περιοχή τοῦ Καζάν, ἡ γ. Μαργαρίτα σκέφτηκε νά τά ἀκολουθήσει (ὅπως χιλιάδες ἄλλοι πρόσφυγες), γιά νά μήν ὑποχρεωθεῖ νά ζήσει κάτω ἀπό τήν κομμουνιστική κυριαρχεία. Τό πρῶτο βράδυ ἀφοῦ εἶχε ἤδη φύγει ἀπό τήν μονή, ἐμφανίσθηκε στόν ὕπνο της ὁ ἅγ. Νικόλαος ἐπ. Μύρων καί τῆς εἶπε: "Γιατί φεύγεις ἀπό τόν στέφανό σου;" Ἡ ἐμφάνιση αὐτή ἀνάγκασε τήν Γερόντισσα νά ἐπιστρέψει στή μετάνοιά της καί νά ἑτοιμάσει τά τῆς κηδείας της καί τό φέρετρό της.
Τήν ἑπομένη ἡμέρα οἱ Μπολσεβίκοι μπῆκαν στό μοναστήρι καί πῆραν τήν Γερόντισσα, ἐνῶ τελοῦνταν ἡ Θεία Λειτουργία, χωρίς νά τῆς ἐπιτρέψουν νά κοινωνήσει, καί τήν ἐκτέλεσαν στήν πόρτα τοῦ ναοῦ! Τό λείψανό της ἐνταφιάσθηκε πίσω ἀπό τό Ἱερό Βῆμα τοῦ Ναοῦ.
Στήν δεκαετία τοῦ '70, κατά τήν διάρκεια κάποιων ἐργασιῶν στήν ἐρρειπωμένη - τότε - μονή, βρέθηκε ὁ τάφος τῆς Ὁσιομάρτυρος καί τό λείψανό της ἄφθαρτο καί εὐωδιαστό! Στή συνέχεια, λόγῳ τῶν πονηρῶν ἡμερῶν, τό λείψανο ἐνταφιάστηκε καί πάλι. Ἔκτοτε δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη του.
Ἡ μνήμη της τιμᾶται τήν 25η Ἰανουαρίου, κοινή ἡμέρα μνήμης τῶν Ρώσων Νεομαρτύρων.
Ὅσιος Μάρκος τῶν Σπηλαίων τοῦ Πσκώφ Ρωσίας
Ἀπό τούς πρώτους μοναχούς τῶν Σπηλαίων τοῦ Πσκώφ, τῶν ὁποίων τά ὀνόματα διασώθηκαν στά Χρονικά. Δέν σώθηκε ὁ χρόνος ἀκμῆς του καί λεπτομέρειες γιά τήν καταγωγή καί τήν ζωή του. Εἶναι γνωστό μόνο, ὅτι ἀρχικά ἀσκήθηκε σέ σπήλαιο στό Κάμενετς καί ἀργότερα στή Μονή τῶν Σπηλαίων.
Ἐπί Ἡγουμένου Δωροθέου, κατά τήν ἐκσκαφή τοῦ σπηλαιώδους Ναοῦ τῆς Κοιμ. Θεοτόκου, τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο. Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη του.
Τιμᾶται τήν 29η Μαρτίου.
Οἱ 9 Μάρτυρες τῆς Κυζίκου
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Θέογνις, Ροῦφος, Ἀντίπατρος, Θεόστιχος, Ἀρτεμᾶς, Μάγνος, Θεόδουλος, Θαυμάσιος καί Φιλήμων κατάγονταν ἀπό διάφορους τόπους καί τελειώθηκαν μαρτυρικά στήν Κύζικο, μέ ἀποκεφαλισμό, "ἀναδειχθέντες μετά θάνατον ἄμισθοι ἰατροί διαφόρων παθῶν, εἰς τούς μετά πίστεως πρός αὐτούς προσερχομένους".
Δέν διασώθηκε ὁ χρόνος τοῦ μαρτυρίου τους. Τόν 4ο αἰ., κατά τήν βασιλεία τοῦ Μεγ. Κωνσταντίνου, κτίσθηκε Ναός στήν Κύζικο πρός τιμήν τους, στόν ὁποῖο κατατέθηκαν τά ἀδιάφθορα Λείψανά τους. Σήμερα δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη τους.
Ἡ μνήμη τους τιμᾶται τήν 28η Ἀπριλίου.
Ὅσιος Ματθαῖος ὁ Προορατικός τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου (+ 1085)
Περιώνυμος ἀσκητής, ἀδελφός τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου. Γιά τούς πνευματικούς καί ἀσκητικούς ἀγώνες του ἐλεήθηκε ἀπό τόν Θεό μέ τό χάρισμα τῆς προράσεως καί τήν ἐξουσία κατά τῶν ἀκαθάρτων πνευμάτων. Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1085. Τό Λείψανό του σώζεται ἀδιάφθορο στήν Λαύρα.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 5η Ὀκτωβρίου.
Ὅσιος Μελέτιος ὁ Γαλησιώτης (+ 1286)
Γεννήθηκε τό 1209, σέ οἰκογένεια Βυζαντινοῦ Στρατηγοῦ, καταγομένου ἀπό τόν Πόντο. Μετά ἀπό ἕνα ἀποκαλυπτικό ὅραμα, πῆγε προσκυνητής στούς Ἁγίους Τόπους καί ἔγινε μοναχός στό Σινᾶ, ὅπου ἀσκήθηκε ὑπέρμετρα. Στή συνέχεια γιά νά ἀποφύγει τήν κενοδοξία, περιηγήθηκε τά μοναστικά κέντρα τῆς Αἰγύπτου, τῆς Συρίας καί τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καί τελικά ἐγκαταστάθηκε στή Μονή τοῦ ἁγ. Λαζάρου στό Γαλήσιο Ὄρος, ὅπου ἀναπαύθηκε κοντά σέ ἕναν διακριτικό πνευματικό.
Ὅταν κατά τήν βασιλεία τοῦ Μιχαήλ Η' Παλαιολόγου (1259 - 1282), οἱ πολιτικοί συμβιβασμοί τοῦ Αὐτοκράτορα - λόγῳ τοῦ Τουρκικοῦ κινδύνου - ἔθεσαν σέ κίνδυνο τήν γνησιότητα τῆς Πίστεως, τοῦ παρουσιάσθηκε σέ ὅραμα ὁ Κύριος καί τόν διέταξε νά πάει στήν ΚΠολη καί νά ὑπερασπισθεῖ τήν Ὀρθοδοξία. Στή Βασιλεύουσα ὁ Ὅσιος ὠφέλησε πολλούς μέ τήν διδασκαλία, τήν ἀρετή καί τά θαύματά του. Ὅταν ὁ Αὐτοκράτορας καί ὁ Λατινόφρων Πατριάρχης Ἰωάννης Βέκκος ἐξαπέλυσαν διωγμό κατά τῶν Ὀρθοδόξων, ὁ ὅσ. Μελέτιος μαζί μέ τόν συνασκητή του Γαλακτίωνα, ἐπισκέφθηκαν καί ἔλεγξαν τόν Αὐτοκράτορα, μέ ἀποτέλεσμα νά συληφθοῦν, νά βασανιστοῦν καί νά ἐξοριστοῦν στήν Σκύρο. Ἀπό ἐκεῖ οἱ δύο ὁμολογητές μοναχοί στάλθηκαν στήν Ρώμη, γιά νά ἀντιμετωπίσουν τούς θεολόγους τοῦ Πάπα καί ἔμειναν ἑπτά χρόνια φυλακισμένοι! Ὅταν τούς ἔστειλαν πίσω στήν ΚΠολη, ὁ Αὐτοκράτορας ἔκοψε τήν γλῶσσα τοῦ ὁσ. Μελετίου καί τύφλωσε τόν μ. Γαλακτίωνα!
Ὅταν πέθανε ὁ Μιχαήλ (1282) καί ἀνέβηκε στόν Οἰκουμενικό Θρόνο ὁ ἅγ. Ἰωσήφ (τιμᾶται τήν 30ή Ὀκτωβρίου), ὁ ὅσ. Μελέτιος διεδραμάτησε σημαντικό ρόλο στήν ἀποκατάσταση τῆς Ὀρθοδοξίας. Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1286. Τό ἄφθορο Λείψανό του ἀποτέλεσε πηγή θαυμάτων καί παρηγορίας τοῦ λαοῦ. Δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη τοῦ Λειψάνου του.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 19η Ἰανουαρίου.
Ἅγιος Μελέτιος Ἀρχιεπίσκοπος Χαρκόβου Οὐκρανίας (+ 1840)
Ἦταν γόνος ἐπιφανοῦς - πλήν πτωχῆς - οἰκογενείας τῆς Πολτάβας καί μεγάλωσε ὀρφανός ἀπό πατέρα. Σπούδασε στή Θεολογική Ἀκαδημία τῆς Πετρουπόλεως καί ἀκολούθησε ἐκκλησιαστική καί ταυτόχρονα ἀκαδημαϊκή σταδιοδρομία. Ὑπηρέτησε σάν Ἔφορος τῆς Θεολογικῆς Ἀκαδημίας τοῦ Κιέβου καί Πρύτανης τῆς Ἱερατικῆς Σχολῆς τοῦ Μογκίλεβ. Τό 1820 ἔγινε μοναχός καί στή συνέχεια Ἀρχιμανδρίτης τῆς Μονῆς Κουτένσκυ τοῦ Μογκίλεφ καί τῆς Μονῆς Σωτῆρος τοῦ Πσκώφ. Τό 1824 διορίσθηκε Ἡγούμενος τῆς ἱστορικῆς Μονῆς Μπάρσκυ τοῦ Κιέβου καί Πρύτανης τῆς Ἀκαδημίας τῆς πόλεως. Τό 1826 χειροτονήθηκε βοηθός Ἐπίσκοπος τῆς Μητροπόλεως Κιέβου καί τό 1828 μετατέθηκε στήν Ἐπισκοπή Πέρμ, ὅπου ἵδρυσε Ἱερατική Σχολή καί ἐνδιαφέρθηκε γιά τούς Κληρικούς πού προέρχονταν ἀπό τά κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Τό 1831 ὀνομάσθηκε Ἀρχιεπίσκοπος Ἰρκούτσκ καί τό 1835 μετατέθηκε στό Χάρκοβο. Οἱ ποιμαντικές του ἱκανότητες, ἡ ἀκτινοβολία τῶν ἀρετῶν του, ἡ ἀσκητική του αὐστηρότητα, ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή του καί τά χαρίσματα τῆς διορατικότητος καί τῶν θαυμάτων, ἔφεραν στή θεογνωσία πολλούς ἀνθρώπους καί στήριξαν στήν πίστη ἕνα ἐξαιρετικά μεγάλο ποίμνιο.
Κοιμήθηκε τό 1840 μετά ἀπό ἐπώδυνη ἀσθένεια καί ἐνταφιάσθηκε στήν κρύπτη τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ τῆς Ἁγίας Σκέπης Χαρκόβου. Ὁ τάφος του ἀναδείχθηκε πηγή θαυματουργικῶν ἰάσεων καί τόπος προσκυνήματος. Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο τό 1948 καί μεταφέρθηκε στόν κυρίως Ναό, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 12η Φεβρουαρίου.
Μάρτυρας Μηνᾶς ὁ Καλλικέλαδος ( 3ος αἰ.)
Ἦταν Ἀθηναῖος στήν καταγωγή, ἀπό εἰδωλολατρική οἰκογένεια, μέ μεγάλη μόρφωση καί παιδεία. Ἀπό τόν Αὐτοκράτορα Μαξιμῖνο διορίσθηκε Ἔπαρχος τῆς Ἀλεξάνδρειας. Ὅταν ἔγινε γνωστή ἡ πίστη του στόν Χριστό, ὁ Αὐτοκράτορας ἔστειλε στήν θέση του τόν ἐπίσης Ἀθηναῖο Ἑρμογένη ὁ ὁποῖος τόν βασάνισε καί τόν ἔκλεισε στή φυλακή, γιά νά πεθάνει ἀπό τίς κακουχίες. Ὅταν μετά τήν πάροδο κάποιου χρόνου ὁ Μηνᾶς βρέθηκε θαυματουργικά θεραπευμένος, ὁ διώκτης του Ἑρμογένης ἔγινε Χριστιανός, μαζί μέ τόν διακεκριμένο πολίτη Εὔγραφο. Ὅλοι τελειώθηκαν μέ ἀποκεφαλισμό καί τά σώματά τους ρίχθηκαν στήν θάλασσα, ἀσφαλισμένα σέ σιδερένιο κιβώτιο. Βρέθηκαν μέ τρόπο θαυμαστό μετά ἀπό 400 χρόνια!
Τό Λείψανο τοῦ ἁγ. Μηνᾶ πρέπει νά ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο, διότι σήμερα στή Μονή Λειμῶνος Λέσβου σώζεται ἡ ἀδιάφθορη γλῶσσα του!
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 10η Δεκεμβρίου καί ἡ Εὔρεση τοῦ Λειψάνου του τήν 17η Φεβρουαρίου.
Ἅγιος Μητροφάνης Ἐπίσκοπος Βορονέζ Ρωσίας (+ 1703)
Γεννήθηκε τό 1623 στήν περιοχή τοῦ Βλαδιμήρ. Ἀρχικά ἀκολούθησε τόν ἔγγαμο ἱερατικό βίο καί μετά τήν χηρεία του (σέ ἡλικία 39 ἐτῶν), μόνασε στή Μονή Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, στό Ζολοτίνσκ τοῦ Σουζντάλ. Διακρινόμενος γιά τά πνευματικά καί διοικητικά του προσόντα, ἡγουμένευσε στή Μονή Γιαχρώμσκ, ὁ Πατριάρχης Μόσχας Ἰωακείμ τοῦ ἀνέθεσε τήν διοίκηση μεγάλης μονῆς στήν Κοστρόμα καί τελικά - τό 1682 - τόν χειροτόνησε Ἐπίσκοπο.
Ἀνέλαβε τήν Ἐπισκοπή Βορονέζ κατά τήν περίοδο τῶν ταραχῶν γιά τήν διαδοχή τοῦ Τσάρου Θεόδωρου. Βρῆκε τό ποίμνιό του νά ταλαιπωρεῖται ἀπό τό Σχίσμα τῶν Παλαιοπίστων, τούς ἐπαναστατημένους Κοζάκους καί διάφορες ληστοσυμμορίες. Πρόσφερε μεγάλο ἱεραποστολικό, ποιμαντικό καί ποικίλο πνευματικό ἔργο. Τόν Αὔγουστο τοῦ 1703 ἀσθένησε βαρειά, ἔλαβε τό Ἀγγελικό Σχῆμα καί ὀνομάσθηκε Μακάριος. Κοιμήθηκε τήν 23η Νοεμβρίου τοῦ ἴδιου ἔτους καί ἐνταφιάσθηκε στήν Μονή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου (ἡ ὁποία ἔκτοτε πῆρε τό ὄνομά του), τήν 4η Δεκεμβρίου! Κατά τήν κηδεία του, τό φέρετρό του σήκωσε ὁ ἴδιος ὁ Τσάρος Πέτρος Α' ὁ Μέγας (ἄν καί εἶχε συγκρουσθεῖ μαζί του ὁ Ἅγιος, γιά τό θέμα τῆς ὑποταγῆς τῆς Ἐκκλησίας στό Κράτος).
Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο καί κατατέθηκε στόν Καθεδρικό Ναό τῆς πόλεως. Τό 1735 ἐναποτέθηκε στό νέο Καθεδρικό Ναό. Τό 1831 ἐξετάσθηκε ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο Βορονέζ Ἀντώνιο καί ἀκολούθησε ἡ ἐπίσημη διακήρυξη τῆς ἁγιότητός του. Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη του.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 23η Νοεμβρίου καί ἡ Ἀνακομιδή τοῦ Λειψάνου του τήν 7η Αὐγούστου. Τιμᾶται ἀκόμη καί τήν 2α Ἀπριλίου, ἐπέτειο τῆς χειροτονίας του σέ Ἐπίσκοπο (1682).
Ἅγιος Μιχαήλ, πρῶτος Μητροπολίτης Ρωσίας (+ 991)
Συριακῆς καταγωγῆς. Ὁ Πατριάρχης ΚΠόλεως ἁγ. Νικόλαος Β' ὁ Χρυσοβέργης, τοῦ ἀνέθεσε τήν Ἱεραποστολή στήν Ρωσία, τήν ὁποία ὑλοποίησε μέ ἐπιτυχία, συνοδευόμενος ἀπό ἄλλους Ἐπισκόπους καί Κληρικούς. Στή Χερσῶνα βάπτισε τόν Ἡγεμόνα τοῦ Κιέβου Μεγ. Βλαδίμηρο (+ 1015) καί τέλεσε τούς γάμους του μέ τήν Βυζαντινή Πριγκίπισσα Ἄννα, ἀδελφή τῶν Αὐτοκρατόρων Βασιλείου Β' τοῦ Βουλγαροκτόνου καί Κωνσταντίνου Η' . Τό 988 βάπτισε στό Κίεβο τούς Βογιάρους καί τόν Ρωσικό λαό. Δυναμικός ἱεραπόστολος, ἐπισκέφθηκε τίς ἰσχυρές ἡγεμονίες τοῦ Νόβγκοροντ καί τοῦ Ροστώφ, ἀνήγειρε ναούς, χειροτόνησε Ἱερεῖς καί ἔθεσε τίς βάσεις τοῦ συστηματικοῦ ἐκχριστιανισμοῦ τῶν Ρώσων.
Κοιμήθηκε τό 991 καί ἐνταφιάσθηκε στόν περίφημο Ναό τῆς Δεκάτης, στό Κίεβο. Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο τόν 12ο αἰ. καί μεταφέρθηκε στήν Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, ὅπου καί σήμερα φυλάσσεται.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τήν 30ή Σεπτεμβρίου.
Μάρτυρας Μιχαήλ Ἡγεμόνας τοῦ Τβέρ Ρωσίας (+ 1318)
Πρόκειται γιά τόν Μεγάλο Ἡγεμόνα Μιχαήλ Γ' Ἰαροσλάβιτς, σύζυγο τῆς ὅσ. Ἄννας τοῦ Κασίν (+ 1368). Θῦμα τῆς ἐποχῆς του, ἀγωνίσθηκε γιά τήν θέση τοῦ Μεγάλου Ἡγεμόνα στήν Ταταροκρατούμενη Ρωσία, ἀλλά ἠττήθηκε ἀπό τόν ἀντίπαλό του Πρίγκιπα Γεώργιο τῆς Μόσχας καί ἀπό τόν ἴδιο παραδόθηκε στούς Τατάρους γιά νά ἐκτελεσθεῖ, τό 1318.
Ὁ Ρωσικός λαός θεώρησε τόν θάνατο τοῦ Μιχαήλ μαρτύριο, δεχόμενος ὅτι τά αἴτια τοῦ θανάτου του ἦταν καί θρησκευτικά, ἀφοῦ μποροῦσε νά ἐξωμώσει γιά νά σώσει τήν ζωή του (ὅπως λ.χ. ὁ Ἱερομάρτυρας Πατριάρχης ΚΠόλεως ἅγ. Γρηγόριος Ε' καί οἱ Ἅγιοι Νεομάρτυρες). Τήν ἄποψη αὐτή ἐνίσχυσε καί τό γεγονός, ὅτι τό Λείψανο τοῦ Μιχαήλ παρέμεινε ἀδιάφθορο, ἄν καί παρέμεινε ἄταφο ἐπί διετία, γιά νά κηδευθεῖ μέ μεγάλες τιμές τό 1320 στόν Καθεδρικό Ναό τοῦ Τβέρ, κοντά στούς τάφους τῶν γονέων του καί τοῦ πρώτου Ἐπισκόπου τῆς πόλεως ἁγ. Συμεών (ἡ μνήμη του τήν 4η Φεβρουαρίου).
Ἡ μνήμη τοῦ μ. Μιχαήλ εἶναι εὑρύτατα διαδεδομένη στή Ρωσική Ἐκκλησία καί τιμᾶται τήν 24η Ἰουνίου, τήν 30η Σεπτεμβρίου καί τήν 22α Νοεμβρίου.
Ἅγιος Μωϋσῆς Ἀρχιεπίσκοπος Νόβγκοροντ Ρωσίας (+1362)
Ὁ κατά κόσμον Μητροφάνης γεννήθηκε στό Νόβγκοροντ καί νέος ἔφυγε κρυφά καί ἔγινε μοναχός στήν Μονή τοῦ Σωτῆρος στό Τβέρ. Ὅταν οἱ γονεῖς του ἀνακάλυψαν τό τόπο καταφυγῆς του, ἀναγκάσθηκε νά κοινοβιάσει τήν Μονή Κολμώφ, κοντά στό Νόβγκοροντ. Ἐκεῖ δέχθηκε τήν Ἱερωσύνη, ἐνῶ ἀργότερα ἀναδείχθηκε Ἀρχιμανδρίτης τῆς Μονῆς Γιούριεφ.
Τό 1325 διαδέχθηκε τόν Ἀρχιεπίσκοπο Δαβίδ στό Θρόνο τοῦ Νόβγκοροντ, ἀλλά τό 1330 ἀναγκάσθηκε νά ἀποσυρθεῖ - λόγῳ σκανδάλων - στή Μονή Κολμώφ. Ἵδρυσε στή Ντερεβινίτσα τήν Μονή τῆς Ἀναστάσεως καί ἡσύχασε ἐκεῖ 22 χρόνια. Τό 1352 ἐπανῆλθε στήν ἕδρα του. Ὑπῆρξε μεγάλος Ἱεράρχης. Ὁ Πατριάρχης ΚΠόλεως ἅγ. Φιλόθεος ὁ Κόκκινος, σέ ἔνδειξη ἐκτιμήσεως πρός τό πρόσωπο καί τό ἔργο του, τοῦ ἐπέτρεψε νά φέρει φελόνιο μέ πολυσταύρια (μάλιστα τοῦ ἔστειλε ἕνα σάν πατριαρχική εὐλογία) καί νά διοικεῖ μέ αὐτονομία τήν Ἀρχιεπισκοπή του. Ἵδρυσε τρεῖς Μονές καί ἔκτισε πέτρινο Ναό πρός τιμήν τῆς Κοιμ. Θεοτόκου στήν Βαλάτοβα. Τό 1359 ἀσθένησε καί ἀποσύρθηκε στή Μονή τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ στό Σκοροντώβσκ (τήν ὁποία εἶχε ἱδρύσει). Κοιμήθηκε ἐκεῖ εἰρηνικά τό 1362.
Τό 1686 τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφορο. Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη του.
Τιμᾶται τήν 25η Ἰανουαρίου καί ἡ Ἀνακομιδή τοῦ Λειψάνου του τήν 19η Ἀπριλίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου