Πέμπτη 2 Οκτωβρίου 2014

H ΗΘΙΚΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ Ἰω. Καρδάση

«Δια τούτο παρέδωκεν αυτούς ο Θεός εις πάθη ατιμίας. Αι τε γαρ θήλειαι αυτών μετήλλαξαν την φυσικήν χρήσιν εις την παρά φύσιν, ομοίως και οι άρσενες αφέντες την φυσικήν χρήσιν της θηλείας εξεκαύθησαν εν τη ορέξει αυτών εις αλλήλους, άρσενες εν άρσεσι την ασχημοσύνην κατεργαζόμενοι και την αντιμισθίαν ην έδει της πλάνης αυτών εν εαυτοίς απολαμβάνοντες». (Ρωμ. 1. 26-27).
 
            Γενικά περί Ηθικής
            Ηθική καλείται η επιστήμη, που ασχολείται με τη μελέτη των ανθρωπίνων πράξεων, μιλάει για την αξία ή την απαξία αυτών και αποφαίνεται περί του τι πρέπει γενέσθαι, ως προς τις σχέσεις του ανθρώπου με το Θεό, τους συνανθρώπους του και τον εαυτό του.
            Ο όρος Ηθική, που υιοθετήθηκε και από τους ξένους, είναι ελληνικός και παράγεται από το ήθος, που σήμαινε αρχικά (Όμηρος) τη διαμονή ή το ενδιαίτημα (κατοικία) ανθρώπων και ζώων, αργότερα δε απέβαλε την αρχική του σημασία και προσέλαβε ειδική έννοια, που σημαίνει το εσωτερικό φρόνημα και τον χαρακτήρα, δηλ. το μόνιμο και σταθερό τρόπο του πράττειν των ελεύθερων λογικών όντων.
            Ο ελληνικός αυτός όρος φαίνεται να παρήχθη από τη λέξη έθος (= συνήθεια), ήδη δε ο Αριστοτέλης δίδασκε, ότι οι αρετές βρίσκονται σε άμεση εξάρτηση από τη συνήθεια και την άσκηση. Έκτοτε ο όρος Ηθική επικράτησε στη φιλοσοφία και σήμαινε το σύνολο της περί τα ηθικά ζητήματα πραγματείας.
            Εύχρηστος είναι επίσης και ο όρος πρακτική φιλοσοφία, αλλά και ο ευρύτερος όρος φιλοσοφία του βίου, με τους οποίους επισημαίνεται η επιστήμη των πράξεων του ανθρώπου, δηλ. η ηθική, η φιλοσοφία του δικαίου, ο πολιτικός βίος κ.λπ.
            Η Ηθική σαν επιστήμη έχει κύριο έργο της, την έρευνα του προβλήματος περί της ουσίας του αγαθού και του κακού, δηλ. ζητεί να καθορίσει σε τι συνίσταται η ουσία των αγαθών πράξεων, που οφείλουμε να κάνουμε, και τι η ουσία των κακών, που οφείλουμε να αποφεύγουμε. Η Ηθική προσδιορίζει επίσης το ηθικό κριτήριο, με το οποίο διακρίνουμε το αγαθό από το κακό και αποφαινόμαστε ποια στοιχεία μιας πράξης την καθιστούν αγαθή, δηλ. η ηδονή ή η ωφέλεια από αυτήν ή τουναντίον η απόλυτη αξία, που έχει αυτή η αγαθή πράξη ή και τα δυο, δηλ. τόσον η ωφέλεια, όσο και η ίδια η αξία της πράξης.
            Η Ηθική, στη συνέχεια, εξετάζει το πρόβλημα της συνειδήσεως, της ελευθερίας της βουλήσεως και τέλος πραγματεύεται τα περί του ηθικού νόμου, ως ανώτατου κανόνα ηθικότητας, ως και τα περί καθηκόντων και δικαιωμάτων του ανθρώπου.
 
            Σεξουαλική Ηθική
            Μέσα στα πλαίσια της γενικότερης έννοιας της Ηθικής, εξετάζεται μια πλευρά αυτής, που είναι η λεγόμενη σεξουαλική Ηθική και επικεντρώνεται ειδικότερα στην σεξουαλική συμπεριφορά του ανθρώπου και τις παρεκκλίσεις από την ορθή αυτή συμπεριφορά.
            Ως σεξουαλική συμπεριφορά του ανθρώπου μπορεί να οριστεί κάθε δραστηριότητα –κατά μόνας, μεταξύ δυο ατόμων ή μέσα σε μια ομάδα- η οποία προκαλεί σεξουαλική διέγερση. Δύο είναι οι κύριοι καθοριστικοί παράγοντες της σεξουαλικής συμπεριφοράς: τα κληρονομημένα πρότυπα σεξουαλικής ανταπόκρισης, τα οποία αναπτύχθηκαν ως μέσα για την εξασφάλιση της αναπαραγωγής και αποτελούν μέρος της γενετικής κληρονομιάς, και ο βαθμός αναστολής ή άλλου τύπου επίδρασης που ασκείται από την κοινωνία στην έκφραση της σεξουαλικότητας του ανθρώπου.
            Ως σεξουαλική απόκλιση ορίζεται η σεξουαλική συμπεριφορά ενός ανθρώπου, οι ορμές του οποίου βρίσκουν ικανοποίηση όχι στη συνουσία με ένα σεξουαλικό σύντροφο αντίθετου φύλου και σχετικά συμβατής ηλικίας, αλλά έξω από αυτήν. Τέτοιες αποκλίσεις έχουμε: την Ομοφυλοφιλία, Αμφιφυλοφιλία, Παιδοφιλία, Φετιχισμό, Αιμομιξία, Κτηνοβασία, Νεκροφιλία, Ηδονοβλεψία, Σαδισμό, Μαζοχισμό, Βιασμό, Ερωτομανία, Σατυρίαση και Νυμφομανία, Αυνανισμό, Κοπροφιλία, Εφαψία, Γεροντοφιλία και πολλές άλλες.
            Μέσα στα πλαίσια αυτά εξετάζουμε εδώ τη σεξουαλική ηθική των αρχαίων Ελλήνων, όπως περιγράφονται στα γραπτά αρχαίων συγγραφέων και ειδικότερα οι γεννετήσιες σχέσεις στην αρχαία Ελλάδα:  

Γενετήσιες σχέσεις στην αρχαία Ελλα

Με τον όρο γενετήσιες σχέσεις στην αρχαία Ελλάδα αναφερόμαστε στις ερωτικές συνήθειες των αρχαίων Ελλήνων και στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονταν σε κοινωνικό και δικαιοπρακτικό επίπεδο.
Οι βασικές περιοχές της κοινoτικής σεξουαλικής ζωής των Αρχαίων ήταν: ο Γάμος, η Πορνεία και η Παιδεραστία. Στο θρησκευτικό επίπεδο συναντάμε τον λατρειακό σεβασμό του φαλλού, όπως και άλλες σεξουαλικές τελετουργίες στη λατρεία και τα μυστήρια γονιμότητας. Μέρος της σεξουαλικότητας στην περιοχή της θρησκείας ήταν και η Ιεροδουλεία, μία μορφή τελετουργικής πορνείας των ναών με ανατολική προέλευση, που σκόπευε επιπλέον στην αύξηση των εσόδων του ναού.
Η ανδροκρατούμενη αρχαία ελληνική κοινωνία δεν έδινε ανάλογες επιλογές και διεξόδους στην γυναικεία σεξουαλικότητα. Για την ανύπανδρη γυναίκα δεν υπήρχε ανάλογη ανεκτικότητα σε τέτοιες συμπεριφορές σε αντίθεση με τον άνδρα, τουλάχιστο μέχρι την ηλικία του γάμου, κάπου στα 30 χρόνια του. Γενικά, από έναν νυμφευμένο άνδρα ανέμεναν να παραιτείται από εξωσυζυγικές σχέσεις, είτε επρόκειτο για σχέση με πόρνες, είτε για παιδεραστική γενετήσια επικοινωνία.
Kάθε έρευνα για τη σεξουαλικότητα των Ελλήνων, επειδή οι σχετικές πηγές κειμένων και εικαστικών παραστάσεων είναι σχεδόν αποκλειστικά αττικής προελεύσεως, αντικατροπτρίζει τις αντίστοιχες συνήθειες γεωγραφικά, καθώς οι μαρτυρίες από άλλα ελληνικά κέντρα παραμένουν σποραδικές και μεταξύ τους ασύμφωνες.

Παλλακεία

Η Παλλακεία, ήταν θεσμός που ίσχυε παράλληλα με τον γάμο, και που σήμαινε τη  χωρίς γάμο συμβίωση άνδρα και γυναίκας. Για τις ελεύθερες γυναίκες, αντίθετα από τους άνδρες, η σεξουαλική επικοινωνία επιτρεπόταν αποκλειστικά μόνο μέσα στο γάμο. Η παλλακεία αν και δεν ήταν νομιμοποιημένος γάμος πολιτών, εν τούτοις είχε de facto νομιμοποίηση και σε μερικά σημεία αντιμετωπίζονταν από τη νομοθεσία σαν νόμιμος γάμος. Νομικά, μόνο η σύζυγος έπαιρνε την κοινωνική θέση του άνδρα, αλλά η παλλακίδα είχε από τον νόμο την ίδια προστασία με τη σύζυγο σε περιπτώσεις προσβλητικής συμπεριφοράς προς το πρόσωπό της.
Είναι όμως αλήθεια πως η σχέση της παλλακίδας αντιμετωπιζόταν ως κατώτερου βαθμού συγκριτικά με τον κύριο γάμο, και τα παιδιά της είχαν ανάλογη αντιμετώπιση, με λιγότερα δικαιώματα από τα παιδιά της νόμιμης συζύγου. Σίγουρα αυτό σχετιζόταν και με την καταγωγή των γυναικών, καθώς το στοιχείο που θα όριζε αν μια κοπέλα είχε περισσότερες πιθανότητες να γίνει νόμιμη σύζυγος ή παλλακίδα, ήταν η προίκα, καθώς στην Αθήνα, σπάνια μια κοπέλα γινόταν νόμιμη σύζυγος χωρίς αυτήν. Έτσι εξάγεται το συμπέρασμα, πως οι παλλακίδες θα πρέπει να ήταν φτωχά κορίτσια αττικών οικογενειών. Ο Πλάτωνας αναφέρει, σχετικά με το φαινόμενο της παλλακείας, στο έργο του Νόμοι (VIII, 841d):
Κι ας μην τολμήσει κανείς ν' αγγίξει άλλο πρόσωπο ελεύθερης καταγωγής εκτός απ' τη γυναίκα του, ούτε να σπείρει είτε με παλλακίδες νόθα παιδιά [...]
Μέσα στο σπίτι, η σύζυγος είχε ως κύριο έργο και ήταν αφοσιωμένη στην ανατροφή των παιδιών και στη διαχείριση των οικιακών. Η παλλακίδα, ήταν αυτή που συνήθως περιποιόταν τον άνδρα, κάτι ανάμεσα σε σύζυγο και εταίρα. Ο σύζυγος μπορούσε να επιμένει στο προνόμιο του για εξωσυζυγικό έρωτα, χωρίς να αναμένει συνέπειες, καθώς η σεξουαλικότητα των γυναικών δεν ήταν στο ίδιο μέτρο αυτόνομη με του άνδρα. Από την άλλη όμως, αυτό δεν σήμαινε πως οι γυναίκες έβλεπαν ως αυτονόητη την παλλακεία, ώστε η νόμιμη σύζυγος να την αντιμετωπίζει με κατανόηση ή και να την έχει αποδεχθεί.

Πορνεία

Στην ελληνική αρχαιότητα, το φαινόμενο της πορνείας σε ορισμένες πόλεις ήταν ενίοτε περιστασιακό και χωρίς ανταλλάγματα, αλλά σε άλλες αποτελούσε πηγή εισοδήματος.
H πορνεία λειτουργούσε σε μεγάλο βαθμό, ως ρυθμιστής των ανικανοποίητων και επιθετικών σεξουαλικών ορμών, προς προστασία της κοινωνικής τάξης, διότι κρατούσε π.χ. τους ακόμη άγαμους μακριά από τις θυγατέρες και τις συζύγους των αστών. Επιπλέον, οι Ελληνίδες πόρνες, οι εταίρες, ως οι μόνες γυναίκες, που είχαν εισέλθει στη δημόσια ζωή, έπαιζαν σπουδαίο ρόλο στις ανδρικές συντροφιές, και καλλιεργούνταν ως σημαντική διασκέδαση για τους άνδρες. Οι πόρνες, πολύ συχνά ήταν δούλες (υπηρέτριες, αυλητρίδες, χορεύτριες), απαραίτητη συντροφιά στα συμπόσια, όπου ενδεχομένως να προέκυπτε η προώθησή τους από τον κύριό τους στην αγκαλιά κάποιων από τους συμμετέχοντες.
Σε οικονομικό επίπεδο, ήταν δυνατό να αγοράσει κάποιος δούλες, με αποκλειστικό σκοπό να τις προωθήσει στην πορνεία και να κερδίζει τη ζωή του με τον τρόπο αυτό. Στον Πειραιά, στους δυο αιώνες της αθηναϊκής ηγεμονίας, τα πλήθη των ξένων, των ναυτικών και των βιαστικών ταξιδιωτών οδηγούσαν ορισμένους στην ιδέα να αποκομίσουν κέρδη, από την εκμετάλλευση της πορνείας.
Εκτός όμως από την αγορά δούλων, πηγή προμήθειας κοριτσιών προορισμένων για την πορνεία ήταν και ο θεσμός της έκθεσης. Η έκθεση των νεογέννητων είναι συχνά μια ανάγκη για τις οικογένειες με πολύ ταπεινά έσοδα. Για τους φτωχότερους, τα κορίτσια είναι συχνά επιβαρυντικά μέλη για την οικογένεια, λόγω του φόβου για τα έξοδα της προίκας, και έτσι τα απειλούσε η έκθεση, συχνότερα από τα αγόρια. Αυτό σήμαινε συνηθέστερα, ότι τα περίμενε η τύχη της πορνείας, αφού πολλά από αυτά τα κοριτσάκια μαζεύονταν από τους δουλεμπόρους στους δρόμους, όπου οι γονείς τους τα εγκατέλειπαν μόλις γεννηθούν.
Στην Αθήνα, η γνωστότερη συνοικία με πλήθος πορνείων ήταν ο Κεραμεικός, χώρος εργασίας των αγγειοπλαστών και συνοικία με αρκετή κίνηση. Όλοι εκείνοι, που τα πενιχρά τους μέσα δεν τους επέτρεπαν να χαρούν στο σπίτι τους, όπως οι πλουσιότεροι, εταίρες πολυτελείας, οδηγούνται στη συνοικία του Κεραμεικού για να αναζητήσουν την ερωτική διασκέδαση.
Βεβαίως η πορνεία στην Αθήνα δεν ασκείτo μόνο στους οίκους που θέσπιζε το Κράτος, υπό την εποπτεία και προστασία επίσημων αξιωματούχων και με κανονική καταβολή των οφειλών στο Δημόσιο Ταμείο, αλλά επιπλέον, πολλά μικροεπαγγέλματα που ασκούσαν γυναίκες (όπως οι ανθοπώλιδες της Αγοράς), γίνονταν προκάλυμμα των σεξουαλικών υπηρεσιών προς τους περαστικούς, στην Αθήνα και τον Πειραιά.
Αν και οι μαρτυρίες συχνότερα αναφέρουν την γυναικεία πορνεία που ήταν ευρέως αποδεκτή, εντούτοις υπήρξε διαδεδομένη και η παιδική πορνεία με επίκεντρο τα νεαρά αγόρια, μια σχέση όμως που γενικά ήταν καταδικαστέα.

          Ομοφυλοφιλία

α/ κατά της ομοφυλοφιλίας

Για την Σπάρτη αναφέρει ο Πλούταρχος: «ο ψυχικός δεσμός μεταξύ των νέων δεν είχε καμία σχέση με τις σωματικές επαφές και ότι εστερείτο τα πολιτικά του δικαιώματα δυνάμει νόμου, όποιος προσπαθούσε να ασελγήσει εις βάρος άλλου» (Λακεδ.Επιτηδ.7,237C).
Ο Αίσωπος αναφέρει: «Ο Ζευς πλάθοντας τους ανθρώπους, έβαλε μέσα τους διάφορες ψυχικές αρετές και μόνο την ντροπή λησμόνησε να βάλει. Γι' αυτό, μη έχοντας άλλο δρόμο να την τοποθετήσει, την πρόσταξε να μπει απ' τον πισινό των ανθρώπων. Εκείνη αρχικά αρνήθηκε και διαμαρτυρήθηκε για τη προσβολή. Επειδή όμως ο Ζευς τη ζόρισε πολύ, είπε: «Ας είναι, θα μπω, υπό τον όρο ότι από κει δε θα μπει ο έρωτας. Γιατί αν τύχει και μπει, εγώ θα βγω αμέσως»  (Αισώπου Μύθοι, «ΖΕΥΣ ΚΑΙ ΝΤΡΟΠΗ»).
Ο Αριστοφάνης στις Νεφέλες αναφέρει συνεχώς υποτιμητικά την λέξη «ευρύπρωκτος» και βάζει τον Στρεψιάδη να βρίζει τον γιο του, επειδή τον βάρεσε λεγοντάς τον «λακκόπρωκτον».
Ο δε Πλάτωνας αναγράφει: «Είναι λοιπόν κατανοητό, ότι η φύσις ωθεί τα θηλυκά να είναι σε επαφή με τα αρσενικά από την γέννηση τους και η ηδονή σε αυτά είναι φανερό, ότι έχει δοθεί σύμφωνα με την φύσιν, ενώ των αρσενικών με τα αρσενικά και των θηλυκών με τα θηλυκά παρά φύσιν» (Νόμοι 636c) και πιο κάτω αναφέρει «Καλύτερα, την μεταξύ ανδρών επαφή να την απαγορεύσουμε εντελώς».
Η άποψη του Σωκράτη, για το θέμα αναφέρεται από τον Ξενοφώντα: «Αντιθέτως όμως όταν αντελήφθη πως ο Κριτίας ήταν ερωτευμένος με τον Ευθύδημο και προσπαθούσε να τον χρησιμοποιήσει, καθώς εκείνοι που απολαμβάνουν τα σώματα αφροδισιακά, τον απέτρεπε ο Σωκράτης λέγοντας, ότι και ανάξιο για ελεύθερον άνθρωπο είναι και ανάρμοστο για έναν άνδρα μορφωμένον ενάρετα, εκείνον που αγαπάς, χάρη του οποίου θέλει να φαίνεται πως αξίζει πολύ, να τον ζητιανεύει ικετεύοντας να τον στηρίξει σε κάτι που μάλιστα κάθε άλλο παρά αγαθό είναι. Επειδή δε ο Κριτίας δεν άκουσε αυτά τα λόγια και δεν απομακρυνόταν, λέγεται ότι ο Σωκράτης παρουσία και πολλών άλλων και του Ευθυδήμου είπε, ότι του φαίνεται, πως ο Κριτίας υποφέρει από κάτι που παθαίνουν οι χοίροι αφού επιθυμεί να τρίβεται επάνω στον Ευθύδημο όπως ακριβώς τρίβονται τα χοιρίδια στις πέτρες. Εξ αιτίας αυτών ακριβώς, ο Κριτίας μισούσε τον Σωκράτη» (Απομνημονεύματα Α II30).

β/ υπέρ της ομοφυλοφιλίας

Ο Μισέλ Φουκώ στο βιβλίο του L' usage de plaisir (κεφάλαιο ΙV, 1), από βιβλία ιστορικών σχετικά με τα ήθη των αρχαίων, βγάζει το συμπέρασμα ότι η οροθετική, ηθική γραμμή στην Ελλάδα, δεν περνούσε ανάμεσα στους ομοφυλόφιλους και τους ετεροφυλόφιλους, αλλά ανάμεσα στους εγκρατείς και τους έκφυλους. Το να μην μπορείς να αντισταθείς στα αγόρια δεν ήταν περισσότερο σοβαρό από το να ενδίδεις στα θέλγητρα μιας γυναίκας και μόνον η έλλειψη αυτοελέγχου επέσυρε την αποδοκιμασία. Αντίστροφα, για να εγκωμιάσουν την εγκράτεια ενός άντρα, υπογράμμιζαν ότι ήταν ικανός να απέχει τόσο από τα αγόρια, όσο κι από τις γυναίκες.
Ο ιστορικός Ξενοφών βάζει τον τύραννο Ιέρωνα να λέει: «Ο έρωτάς μου για τον Δαΐλαχο συνδέεται ίσως με την ανθρώπινη φύση, που μας αναγκάζει ν' αναζητούμε τα πλάσματα που είναι ωραία, αλλά διακαής μου επιθυμία είναι να μη χρωστώ το αντικείμενο των πόθων μου παρά στον έρωτά του για μένα και στην ελεύθερη βούλησή του». (Ιέρων, Ι, 33).
Ο φιλόσοφος Αριστοτέλης εκφράζει για την ανθρώπινη φύση, την απαλλαγμένη από κάθε ηθική εκτίμηση, κρίση για την ομοφυλοφιλία: «Όταν αιτία είναι η φύση, κανείς δεν θα ονόμαζε αυτά τα άτομα ανήθικα, όπως δεν ονομάζει ανήθικες τις γυναίκες επειδή έχουν παθητικό και όχι ενεργητικό ρόλο κατά την ερωτική συνομιλία». (Ηθικά Νικομάχεια, 7, 5, 3).
Στους Νόμους του ο Πλάτωνας καταδικάζει την ομοφυλοφιλία στο όνομα της φύσης. Μια καλή νομοθεσία, προτείνει, πρέπει να απαγορεύει αυτή τη μορφή σχέσεων. Εκείνο που περισσότερο μέμφεται στην ομοφυλοφιλία είναι περισσότερο το αναιτιολόγητο της ηδονής, η ασέλγεια στην ηδονή (Ι, 636), η θορυβώδης αναζήτηση της ηδονής, παρά ο ανδρικός έρωτας.
Στο έργο του Συμπόσιο, ο Πλάτωνας βάζει τον Αριστοφάνη να λέει για τους ομοφυλόφιλους τα εξής: «Και είν' αυτοί οι εκλεκτοί μεταξύ των παιδιών και των εφήβων, επειδή έχουν στην φύση τους πολύ ανδρισμό. Μερικοί βέβαια τους αποκαλούν αδιάντροπους. Αλλά δεν είν' αλήθεια. Διότι το κάνουν όχι από αναισχυντία, αλλ' από θάρρος και από γενναιότητα και από τον αρρενωπό τους χαρακτήρα. Τους ενθουσιάζει ό,τι είναι όμοιο προς την φύση τους».

Παιδεραστία

Ο όρος παιδεραστία περιέχει τις δύο έννοιες παις (=παιδί) και εράν (=καθοδηγώ, διαπαιδαγωγώ). Ενώ ο όρος «παις» σημαίνει γενικά, είτε το αρσενικό είτε το θηλυκό παιδί, εντούτοις, στην περίπτωση αυτή αναφέρεται μόνο στο αγόρι και συγκεκριμένα σ' εκείνο που βρίσκονταν προς το τέλος της εφηβείας.
Ο σύνδεσμος αυτός, ήταν μια ιδιαίτερη μορφή «ερώμενης» συμπεριφοράς, στην οποία κύριος στόχος ήταν η διαπαιδαγώγηση του εφήβου από τον ενήλικο άνδρα, που όφειλε να διδάσκει το αγαπημένο του αγόρι πρότυπα συμπεριφοράς και να του δίνει μέτρα αξιών για τη ζωή του. Καθώς η αγωγή σε πολλές περιπτώσεις δεν δινόταν από δημόσια σχολεία, αλλά βρισκόταν στα χέρια των ιδιωτών, στο πλαίσιο αυτό ο εραστής, όφειλε να παιδαγωγεί τον νεαρό ώστε να γίνει όμορφος και καλός άνθρωπος (καλοκαγαθία), ένα πρότυπο αρετής που περιελάμβανε σωματική ομορφιά, ηθική ανεπιληψία και μόρφωση. Ως προς τον παιδαγωγικό σκοπό της παιδεραστίας, τα κείμενα της ελληνικής γραμματείας δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία.
Αυτή η ερωτικά χρωματισμένη ιδιότητα του Μέντορος, την οποίαν είχε ένας ενήλικος, ο οποίος εύρισκε ανταπόκριση στο θαυμασμό και στην ευγνωμοσύνη του αναπτυσσόμενου, ήταν η προϋπόθεση που έκανε αποδεκτή μία τέτοια σχέση, ενώ σε διαφορετική περίπτωση, χωρίς δηλ. τον παιδαγωγικό έρωτα, ήταν απλώς βλαπτική πορνεία ή και παρά φύσιν ασέλγεια (Πλάτ. Νόμοι 636c, 835c - 842a). Αντίθετα, η σεξουαλική επαφή, εάν υπήρχε, αποτελούσε όνειδος για τον παιδαγωγικό αυτόν έρωτα. Εδώ να αποσαφηνίσουμε, ότι ο Πλούταρχος διευκρινίζει ότι: «Ο ψυχικός δεσμός μεταξύ των νέων δεν είχε καμία σχέση με τις σωματικές επαφές και ότι εστερείτο τα πολιτικά του δικαιώματα δυνάμει νόμου, όποιος προσπαθούσε να ασελγήσει εις βάρος άλλου».
Είναι άξιο αναφοράς, ότι αν ένας νεαρός ερώμενος διέπραττε κάτι ανάρμοστο, δε θα του ήταν τόσο οδυνηρό να τον έβλεπε ο πατέρας του, όσο ο εραστής του, αφού στα μάτια του αγοριού εκπλήρωνε τη λειτουργία ενός προτύπου, που ασφαλώς ήταν στενά συνδεδεμένο με το κοινωνικό γόητρο και την κοινωνική θέση. Άλλωστε, όταν παιζόταν μία θέση για την προτίμηση ενός όμορφου αγοριού με πολλούς θαυμαστές, ο συχνότερα κερδισμένος ήταν ο πιο ισχυρός κοινωνικά άνδρας.
Η σχέση που αναπτυσσόταν μεταξύ τους, κατέληγε σε μια ισόβια φιλία, αφού έπαυε η παιδεραστική σχέση, όταν ο έφηβος μεγάλωνε και γινόταν άνδρας. Ήταν δεδομένο, ότι η σχέση αυτή ήταν πολύ ισχυρή και αυτό είχε μια επιπλέον ιστορική εφαρμογή με τον περίφημο Ιερό Λόχο των Θηβών, όπου στρατολογούνταν αποκλειστικά τέτοια ζευγάρια (Πλούτ. Πελοπ. 287, 6).
Το κοινωνικά αντιφατικό σε αυτού του είδους τις σχέσεις είναι, ότι στις ημέρες μας έχει διαβληθεί η «παιδεραστία» με την αρχαία έννοια και θεωρείται, ως η δια του πρωκτού γενετήσια επικοινωνία, ενώ προκύπτει σαφώς από τα κείμενα, ότι εθεωρείτο ταπεινωτική για τον παθητικό συμμέτοχο. Στην αττική κωμωδία, η προσβλητική λέξη καταπύγων (Αριστοφ. Θεσμοφ. 201) ήταν εξαιρετικά μειωτική για τέτοιες σεξουαλικές συμπεριφορές, όπως και ο χαρακτηρισμός ευρύπρωκτος (Αριστοφ. Νεφ. 1023).
Η περιφρόνηση, προς τον παθητικό συνεργό της δια του πρωκτού συνουσίας, βρίσκεται θεμελιωμένη στην αντίληψη, ότι ο άνδρας συμπεριφέρεται θηλυπρεπώς, «κατεβαίνοντας» στο επίπεδο της γυναίκας, αφού υποτασσόταν σε άλλον άνδρα, ως σεξουαλικό αντικείμενο. Αυτό δεν σήμαινε βέβαια, ότι δεν υπήρχαν τέτοιες σεξουαλικές συμπεριφορές στα παιδεραστικά ζευγάρια, αλλά οπωσδήποτε επιβεβαιώνει το ελάχιστο ποσοστό αυτών.
Οι «Νόμοι» του Σόλωνα, είναι αρκετά σαφείς για τις συνέπειες, που έχει κάποιος Αθηναίος, αν συνάψει ομοφυλοφιλική σχέση :
«Αν τις Αθηναίος εταιρήση, μη έξεστω αυτώ των εννέα αρχόντων γενέσθαι, μηδέ ιερωσύνην ιερώσασθαι, μηδέ συνδικήσαι τω δήμω, μηδέ αρχήν αρχέτω μηδεμιάν, μήτε ενδημον, μήτε υπερόριον, μήτε κληρωτήν, μήτε χειροτονητήν, μηδέ επικυρήκειαν αποστελλέσθω, μηδέ γνώμην λεγέτω, μηδέ εις τα δημοτελή ιερά εισίτω, μηδέ εν ταις κοιναίς στεφονοφορίες στεφανούσθω, μηδέ εντός των της αγοράς περιρραντηρίων πορευέσθω. Εάν δε ταύτα τις ποιή, καταγνωσθέντως αυτού εταιρείν, θανάτω ζημιούσθω».
«Δηλαδή, αν κάποιος Αθηναίος πολίτης συνάψει ερωτική σχέση με άλλον: Δεν του επιτρέπεται να γίνει μέλος των 9 αρχόντων. Δεν του επιτρέπεται να εκλεγεί ιερέας. Δεν του επιτρέπεται να είναι συνήγορος του λαού. Δεν του επιτρέπεται να ασκήσει κάποια εξουσία, εντός η εκτός της χώρας, κληρωτή ή χειροτονητή. Δεν του επιτρέπεται να σταλεί ως κήρυκας πολέμου. Δεν του επιτρέπεται να εκθέσει τη γνώμη του. Δεν του επιτρέπεται να εισέλθει στους δημόσιους ναούς. Δεν του επιτρέπεται να στεφανωθεί στις δημόσιες στεφανοφορίες. Δεν του επιτρέπεται να παίρνει μέρος στους περιπάτους που γίνονται στην αγορά. Όποιος λοιπόν, ενώ έχει καταδικαστεί ως ερωτικός σύντροφος άλλου, ενεργήσει αντίθετα τις διατάξεις του νόμου, τιμωρείται με θάνατο» (Σόλωνος νόμοι, άρθρο 332, εκδόσεις Θεσσαλονίκης μετάφραση: Χριστοδούλου)

Ιεροδουλεία

Η ιερή πορνεία είναι ένα ιδιόμορφο φαινόμενο στην αρχαιότητα, σύμφωνα με το οποίο νεαρά κορίτσια και αγόρια, αφιερωμένα από τους γονείς τους ή τους κυρίους τους σε ναούς στην υπηρεσία κάποιας θεότητας, προσέφεραν σεξουαλικές υπηρεσίες στους επισκέπτες του ναού. Οι υπηρεσίες αυτές ποίκιλαν ως προς το ιδεολογικό τους υπόβαθρο. Σε κάποιες περιπτώσεις, νεαρές γυναίκες που ετοιμάζονταν να παντρευτούν, εντάσσονταν στις ιερόδουλες κάποιου ναού, ώστε να μαζέψουν την προίκα τους, χωρίς αυτό να αποτελεί εμπόδιο για τους μέλλοντες συζύγους.
Άλλοτε, οι ιερόδουλοι μοιάζουν να αποτελούν ένα μόνιμο ιερό «κλήρο» του ναού, στον οποίο πηγαίνουν τα έσοδα από τα αφιερώματα των επισκεπτών, που συνέρχονταν με τους ιερόδουλους, ενώ υπάρχουν και φορές όπου οι κοπέλες ήταν υποχρεωμένες να τηρήσουν το τοπικό έθιμο και να έρθουν μία μόνο φορά σε επαφή με έναν άγνωστο άνδρα. Μετά την συνεύρεση μπορούσαν να αποχωρήσουν για το σπίτι τους και ήταν έτοιμες για γάμο.
Από τον Ηρόδοτο μαθαίνουμε πως οι επισκέπτες πλησίαζαν την ιερόδουλο της αρεσκείας τους και αφού άφηναν τα χρήματα στα πόδια της, έλεγαν: «Σε καλώ στο όνομα της θεάς» και εκείνη πλέον δεν μπορούσε να αρνηθεί σε κανένα τις υπηρεσίες της. Οι ιερόδουλες ήταν πόρνες, αλλά και ιέρειες, αφού τα δύο λειτουργήματα ήταν στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους. Όπως οι υπόλοιπες ιέρειες του ελληνικού κόσμου, συμμετείχαν επίσημα σε όλες τις τελετές όπου η «ιερή» παρέμβαση τους θεωρείτο απαραίτητη. Σε αντίθεση με τις «λαϊκές» πόρνες, οι ιερόδουλες είχαν σημαντική θέση στην κοινωνία.
            Παραδείγματα σεξουαλικών αποκλίσεων
- Στην ομηρική εποχή, όταν η σύζυγος ήτανε στείρα ή έκανε μόνο κορίτσια, ο σύζυγος εξασφάλιζε αρσενικούς απογόνους με μια από τις παλλακίδες του.
- Ο Γανυμήδης είναι η ερωμένη του Δία και όχι μόνον οινοχόος (20η ραψωδία Ιλιάδας)
- Ο Δίας παντρεύτηκε την αδελφή του Ήρα.
- Ο Αισχύλος στους «Μυρμιδόνες» παρουσιάζει τον έρωτα του Αχιλλέα προς τον Πάτροκλο.
- Ο Σοφοκλής στη «Νιόβη» παρουσιάζει τον έρωτα των αγοριών.
- Τον έρωτα Αχιλλέα-Πατρόκλου αναφέρει ο Πλάτωνας στο Συμπόσιο (180α).
- Αναφέρεται επίσης ο έρωτας Θησέα-Πειρίθου.
- Η παιδεραστία υμνήθηκε και από τον Πλάτωνα, που θα την χρησιμοποιήσει σαν σημείο αναγκαίας αφετηρίας για την φιλοσοφική ανάβαση προς τη γνώση του Είναι.
- Οι Πέρσες έμαθαν για τους έρωτες με αγόρια από τους Έλληνες (Ηρόδοτος 1.135).
- Ο Ξενοφώντας λέει στον Κύρο, ότι το κρεββάτωμα με ένα νέο είναι «ελληνική συνήθεια» (Κύρου Παιδεία 11, 2, 28).
- Υπερασπιστής του έρωτα των αγοριών (Λουκιανού «Οι Έρωτες»).
- Περιγραφή χαϊδέματος και αγκαλιάσματος ολόγυμνων αγοριών στις παλαίστρες (Πλουτάρχου: «Ερωτικός» 751).
- Ο Πεισίας απέτρεπε από τον γάμο τον εραστή του Βάκχονα (Πλουτάρχου «Ερωτικός»).
- Ο Ιπποθάλπης έχει ερωμένο τον Λύση (Πλάτωνος «Λύσις» 204) και τραγουδάει για το γεννητικό του όργανο.
- Οι πολεμικοί λαοί, Βοιωτοί, Λακεδαιμόνιοι και Κρήτες δόθηκαν στον έρωτα των αγοριών (Πλουτάρχου «Ερωτικός»).
- Οι Κρήτες θεωρούσαν ντροπή για ένα αγόρι από καλή οικογένεια να μην έχει βρει έναν εραστή.
- Στην Βοιωτία, άντρας και παιδί ενώνονταν μ’ έναν αληθινό γάμο (Ξενοφώντας: «Λακεδαιμονίων Πολιτεία»).
- Στη Σπάρτη τα παιδιά φτάνοντας στα δώδεκα χρόνια τους και έχοντας καλή φήμη, έβρισκαν τους εραστές, που τους αφοσιώνονταν (Πλούταρχος: «Βίος του Λυκούργου» 17-18).
- Ερωτικό επίγραμμα: «Ποθητή είναι η δροσεράδα του 12χρονου παιδιού, αλλά εκείνου που είναι 13 χρόνων είναι πιο αξιαγάπητη. Πιο γλυκό είναι ακόμη το ερωτικό άνθος που ανοίγει στα 14 χρόνια, κι’ όλο και πιο γοητευτικό εκείνο των 15. Τα 16 χρόνια είναι η θεϊκή ηλικία. 17 δε, θα μπορούσα να το πω: μονάχα ο Δίας έχει αυτό το δικαίωμα».
- Ο Ευριπίδης λέγει στον ωραίο Αγάθωνα, που του είχαν πια φυτρώσει γένια, φιλώντας τον και χαϊδεύοντάς τον: «Η ομορφιά μένει ομορφιά ακόμη και στο φθινόπωρό της» (Πλουτάρχου: «Ερωτικός» 770).
- Ο Αγάθωνας, που ο Αριστοφάνης στις «Θεσμοφοριάζουσες» αναφέρει σαν «γυναικωτό» είχε έναν πολύκαιρο δεσμό με τον Παυσανία.
- «Μήτε άλλοτε, μήτε ποτέ άλλοτε περιφρόνησα τις ερωτικές ηδονές, το αναγνωρίζω. Να αγαπάς τους καλοφτιαγμένους και με ευπρεπή ήθη νέους, να το κύριο γνώρισμα μιας ευαίσθητης και γενναιόδωρης ψυχής» (Αισχίνης: «Κατά Τιμάρχου» 136-137).
- Μια μέρα ο Σοφοκλής, 66 χρονών, είχε οδηγήσει έξω από τα τείχη των Αθηνών ένα ωραίο αγόρι για να το απολαύσει. Το αγόρι άπλωσε στο χορτάρι τον άθλιο μανδύα του και σκεπάστηκαν και οι δύο με τον ζεστό, πολυτελέστατο, μάλλινο μανδύα του ποιητή. Όταν έγινε η δουλειά, το αγόρι άρπαξε τον μανδύα του Σοφοκλή και το βαλε στα πόδια, αφήνοντάς του το δικό του» (Αθήναιος ΧΙΙΙ, 605).
- Ο Περικλής επέπληξε τον Σοφοκλή για την παιδεραστική συμπεριφορά του.
- Εκτός του Δία, παιδεραστής ήταν και ο Απόλλωνας.
- Ο Πλάτωνας στο «Συμπόσιο» περιγράφει «καθετί, που κάνουν οι εραστές για το παιδί που λατρεύουν» (183A).
- Οι εραστές είναι βαθειά συγκινημένοι και αναστατωμένοι με μόνη τη θέα ενός αντικειμένου του πολυαγαπημένου τους (Πλάτωνος: «Φαίδρος» 73).
- Ο Κριτόβουλος περιγράφει με έμφαση το βαθύ του αίσθημα για το νεαρό Κλεινία (Ξενοφώντα «Συμπόσιο»).
- Ο Άνυτος (μέλλοντας κατήγορος του Σωκράτη) είχε ερωτευθεί τον ωραίο Αλκιβιάδη (Πλούταρχος: «Ερωτικός» 762).
- «Ο Λυσίθεος δηλώνει πως λατρεύει τον Μικίονα ανάμεσα σε όλα τα αγόρια της πόλης, γιατί είναι θαρραλέος» (Επιγραφή του 5ου αιώνα π.Χ. στην Ακρόπολη).
- Ο Αριστείδης και ο Θεμιστοκλής είχαν ερωτευθεί το ίδιο αγόρι, τον ωραίο Στησίλαο από την Κέα (Πλουτάρχου: «Θεμιστοκλής» 3).
- Η ζήλεια για τον αντεραστή έκανε τον εραστή να απομακρύνει από τον ερωμένο κάθε άλλη παρέα (Πλάτωνα: «Φαίδρος» 232).
- Ο Λυσίας αναφέρει τον τσακωμό δύο εραστών για τον ίδιο ερωμένο, τον Θεόδοτο από τις Πλαταιές (Λυσία: «Προς Σίμωνα απολογία»).
- Οι καβγάδες και τα φιλιώματα ερωμένου-εραστή έχουν «μιαν εξαιρετική γοητεία και απόλαυση» (Ξενοφώντα: «Ιέρων» 1, 35).
- Ο Βασιλιάς της Μακεδονίας Αρχέλαος δολοφονήθηκε από τον ερωμένο του Κρατέα, ο Αλέξανδρος των Φερών σκοτώθηκε από τον ερωμένο του Πυθόλαο και ο Περίανδρος της Αμβρακίας από τον ερωμένο του, γιατί τον ρώτησε αν άρχισε η εγκυμοσύνη του! (Πλουτάρχου: «Ερωτικός» 768).
- Όταν ο Αρμόδιος έφθασε στο άνθος της ηλικίας του, ο Αριστογείτονας τον έκαμε ερωμένο του. Αλλά ο Ίππαρχος, υιός του Πεισίστρατου επεχείρησε να αποπλανήσει τον Αρμόδιο. Και αυτός το κατήγγειλε στον  εραστή του τον Αριστογείτονα, οπότε εραστής και ερωμένος σκότωσαν τον αντίζηλο Ίππαρχο (Θουκιδίδη VI, 54-59 και Αριστοτέλη: «Αθηναίων Πολιτεία» 18). Αυτοί είναι οι περίφημοι τυραννοκτόνοι.
- Ο Ανακρέων τραγούδησε τις χάρες του Κλεόβουλου και του Βάθυλου.
- Ο Πίνδαρος ερωτεύθηκε στα νιάτα του τον Θρασύβουλο και στα γηρατειά του τον Θεοξένη.
- Η ανδρική πορνεία υπήρχε στην Αθήνα, όπως και η γυναικεία (Αισχίνης «Κατά Τιμάρχου» 13-20).
- Στον ιερό λόχο των Θηβών, ο αρχηγός έβαζε τον αγαπημένο δίπλα στον εραστή (Πλουτάρχου «Ερωτικά»  761 B-C).
- Τον ιερό λόχο των Θηβών τον σχημάτιζαν εραστές και ερωμένοι (Πλουτάρχου: «Βίος του Πελοπίδα» 18).
- «Οι εραστές είναι φίλοι εμπνευσμένοι από ένα θεό» (Πλάτωνα: «Φαίδρος» 255).
- Ο Πρωτογένης και ο Πεισίας, φλογεροί υπέρμαχοι του έρωτα για τα αγόρια, μιλούν για τις γυναίκες και για όσους τις αγαπάνε και εκφράζουν τον μισογυνισμό τους (Πλουτάρχου: «Ερωτικός» 751Β και 752C).
- Η κάθε γυναίκα δεν θεωρείτο πρόσωπο με πλήρη δικαιώματα, αλλ’ ως το θάνατό της ήταν υποταγμένη στην κυριαρχία ενός άνδρα. «Ο μεν γαρ δούλος όλως ουκ έχει το βουλευτικόν, το δε θήλυ έχει μεν αλλ’ άκυρον, ο δε παις έχει μεν αλλ’ ατελές» (Αριστοτέλης). «Η θήλεια φύσις εστί προς αρετήν χείρων της των αρρένων» (Πλάτωνας). «Το άρρεν προς το θήλυ φύσει το μεν κρείττον το δε χείρον» (Αριστοτέλης).
- Οι ποινές στους άγαμους ήτανε εξοντωτικές, ειδικά στη Σπάρτη.
- Η πορνεία στα ιερά προσκυνήματα αναφέρεται ως ιερά πορνεία (Κόρινθος και Ήλιδα).
- Στις γιορτές του Διονύσου περιφέρανε με πομπή το ανδρικό όργανο της αναδημιουργίας, τον «φαλλό».
- Οι Εταίρες, παλλακίδες, περιπατητικές, αυλητρίδες, ελευθεριάζουσες δημιούργησαν θεσμό στην Αρχαιότητα.
- Το πορνικό τέλος εισπράτετο από τους άνδρες πόρνους και τις γυναίκες πόρνες και απεδίδετο στην Πολιτεία.
- Το επάγγελμα της εταίρας πήγαινε από μητέρα σε κόρη (Λουκιανού: «Εταιρικοί Διάλογοι»).
-  Η προτίμηση σε εραστή, τόσο από άνδρα, όσο και από γυναίκα γινότανε με δημόσια ανακοίνωση σε τοίχο (Λουκιανού: «Εταιρικοί Διάλογοι»).
- Οι εκδιδόμενες είχαν τυπωμένο κάτω από τα σανδάλια τους το όνομά τους και όταν περπατούσαν αυτό τυπωνόταν στο χώμα, εξ ου «χαμαιτυπίον».
- Ο Πλάτωνας στην Πολιτεία του μιλάει για την κοινοκτημοσύνη στις γυναίκες. «Τας γυναίκας ταύτας των ανδρών τούτων πάσας είναι κοινάς, ιδία δε μηδενί μηδεμίαν συνοικείν.......... και μήτε γονέα έκγονον ειδέναι τον αυτού μήτε παίδα γονέα» (Πλάτωνας Πολιτεία).
- Ο Μ. Αλεξανδρος (όπως αναφέρει ο Αρριανός), όταν πέθανε ο Ηφαιστίων, διέταξε να σταυρώσουν το Γλαυκία (το γιατρό του), επειδή τον θεώρησε υπεύθυνο για τον θάνατο του εραστή του.
- Κάτι μη ερωτικό. Στη Σπάρτη υπήρχε, η μοναδική σ’ ολόκληρο τον κόσμο μέχρι σήμερα, επίσημη κρατική σχολή κλοπής.
 
            Πηγές και βοηθήματα
- Ανδρέα Λεντάκη         : Ιερά Πορνεία
- Βικιπαίδεια                 : Η σεξουαλική ζωή των αρχαίων Ελλήνων
- Ζώρζ Ντεβερέ             : Βαυβώ, το μυθικό αιδοίο
- ΘΗΕ                             : Ηθική
- ΠΑΠΥΡΟΣ                   : Σεξουαλική συμπεριφορά του ανθρώπου
- Robert Fraceliere       : Ο Δημόσιος και Ιδιωτικός Βίος των Αρχαίων Ελλήνων.
-                       "             : Ο Έρωτας στην Αρχαία Ελλάδα
 
 
            
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
                                                                                                                     

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου