Τα περί της διδασκαλίας των Γραφών διαλαμβάνουν κυρίως
οι παρακάτω Κανόνες της Εκκλησίας: ιε΄, νη΄ Αποστολικοί ιγ΄ της Δ΄
Οικουμενικής, ιθ΄, ξδ΄ και ο΄ της Πενθέκτης, ιγ΄ της Αντιόχειας και ιθ΄ της
Λαοδίκειας.
Σύμφωνα
με τους Κανόνες αυτούς, η διδασκαλία από την Αγία Γραφή, από τα Πατερικά
Κείμενα ή από τους Όρους των Οικουμενικών Συνόδων γίνεται αποκλειστικά και
μόνον από τους Επισκόπους (ιθ΄
Πενθ.), οι οποίοι δύναται να μεταβιβάσουν το έργο της διδασκαλίας σε άλλον
Κληρικό ανώτερο (Πρεσβύτερο, Διάκονο) ή κατώτερο (Υποδιάκονο, Αναγνώστη), ποτέ δε σε Λαϊκό (ξδ΄ Πενθ.) ή γυναίκα
(ο΄ Πενθ.).
Επομένως,
η διδασκαλία των Γραφών επιτρέπεται να γίνεται στην Εκκλησία (ή στην κατ’ οίκον
Εκκλησία), μόνον από άνδρες και μόνον από Κληρικούς (με τον βαθμό του Αναγνώστη
και πάνω). Δεν επιτρέπεται η διδασκαλία των Γραφών από άνδρες Λαϊκούς ή
Γυναίκες στην Εκκλησία (ή την κατ’ οίκον Εκκλησία). Οι Κανόνες δεν αναγνωρίζουν
την ιδιότητα του θεολόγου ή του ιεροκήρυκα και δεν αναφέρουν διδασκαλία σε
άλλους χώρους, όπως τα κρατικά ή τα ιδιωτικά σχολεία.
Σύμφωνα
λοιπόν με τους παραπάνω Κανόνες, η δημόσια διδασκαλία (στην Εκκλησία και μόνον)
ή η ιδιωτική (στην κατ’ οίκον Εκκλησία) των Γραφών από Λαϊκό (σε Επισκοπή, όπου
βεβαίως ανήκει ο Λαϊκός) απαγορεύεται, ο δε παραβαίνων τον Κανόνα (ξδ΄ Πενθ.) αφορίζεται,
εάν δε είναι Κληρικός και διδάσκει άνευ αδείας του Επισκόπου καθαιρείται.
Εάν η
διδασκαλία αυτή υπό Κληρικού (τουλάχιστον Αναγνώστη) γίνει σε ετέρα Επισκοπή,
άνευ αδείας του επιχώριου Επισκόπου, τότε υπάρχει η κανονική παρέκκλιση της Εισπήδησης,
η οποία τιμωρείται με καθαίρεση (ιγ΄ Αντιόχειας).
Σημειώνεται,
ότι ουδαμού αναφέρεται, ότι η Εκκλησία μπορεί να αναθέσει τη διδασκαλία των
θείων Γραφών στην Πολιτεία και στους φορείς αυτής σε δημόσιους χώρους (π.χ.
Σχολεία κάθε βαθμίδας) ή σε ιδιωτικούς χώρους.
Η
εμπλοκή του Συντάγματος και των Νόμων της Πολιτείας δεν μπορεί να καταργήσει τα
προβλεπόμενα από τους Κανόνες της Εκκλησίας, δεδομένου ότι σύμφωνα με τις
αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων, οι Κανόνες της Εκκλησίας υπέρκεινται των
Νόμων της Πολιτείας.
Για την
υπεροχή των Κανόνων της Εκκλησίας έναντι των πολιτικών νόμων έχουμε τις
κάτωθι αναφορές:
Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος: «Ει δε τις
μαχόμενον τύπον τοις νυν ωρισμένοις προσκομίσοι, άκυρον τούτον είναι έδοξε τη αγία πάση και οικουμενική συνόδω».
Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος: «οι
ενδοξώτατοι άρχοντες είπον. Τω θειωτάτω Δεσπότη πάσης οικουμένης Μαρκιανώ,
ήρεσε, μη κατά τα θεία γράμματα ή
πραγματικούς τύπους τα των οσιωτάτων επισκόπων προβαίνειν, αλλά κατά τους
Κανόνες τους παρά των αγίων Πατέρων νομοθετηθέντας. Η σύνοδος είπε. Κατά των
Κανόνων, πραγματικόν μηδέν ισχύσει. Οι
Κανόνες των πατέρων κρατείτωσαν. Και πάλιν δεόμεθα, ώστε αργήσαι
αναντιρρήτως τα επί βλάβη των Κανόνων πραγματικά, πραχθέντα τισίν εν πάση
επαρχία, κρατήσαι δε τους Κανόνας δια πάντων….. πάντες τα αυτά λέγομεν. Όλα τα
πραγματικά αργήσει. Οι Κανόνες
κρατείτωσαν….. Κατά την ψήφον της αγίας συνόδου και εν ταις άλλαις
επαρχίαις απάσαις τα των Κανόνων
κρατείτω».
Μ. Φώτιος: «Οι τοις Κανόσιν εναντιούμενοι πραγματικοί τύποι,
άκυροι εισι». Και: «Οι μεν
γαρ, ήγουν οι Κανόνες, παρά βασιλέων και των αγίων Πατέρων εκτεθέντες και
στηριχθέντες, ως αι θείαι Γραφαί δέχονται. Οι δε νόμοι, παρά βασιλέων μόνον
εδέχθησαν ή συνετέθησαν και δια τούτο ου κατισχύσουσι των θείων Γραφών,
ουδέ των Κανόνων».
Οι Ι.
Κανόνες της Εκκλησίας λοιπόν υπέρκεινται των πολιτικών νόμων και επομένως αφού
υπέρκεινται αυτών των τελευταίων είναι αδύνατον να συμβαίνει το αντίθετο, που
αποτελεί κραυγαλέα αντίφαση, δηλ. η Εκκλησία να διοικείται από πολιτικούς
νόμους! Τούτο σαφέστατα προσδιορίζεται από τον μεγάλο Πατέρα της Εκκλησίας, τον
Ι. Δαμασκηνό: «Δεν δέχομαι η Εκκλησία να διοικείται με βασιλικά διατάγματα, αλλά με τις
παραδόσεις των Πατέρων, τις προερχόμενες από τις άγιες Γραφές, καθώς και τις
προφορικές».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου