«Οι Τρεις Μέγιστοι Φωστήρες της Τρισηλίου
Θεότητος» Βασίλειος ο Μέγας, Γρηγόριος ο Θεολόγος και Ιωάννης ο Χρυσόστομος
δικαίως αποκαλούνται Μέγιστοι Φωστήρες-περίλαμπρα αστέρια, τόσο από την Εκκλησία
μας, όσο και από την Πολιτεία, ως προστάτες των Γραμμάτων και της Παιδείας.
Για την Εκκλησία απετέλεσαν τους
θεμελιωτές της Ορθόδοξης Πίστης, τους εκφραστές της δύσκολης έννοιας της
Τριαδικότητας του Θεού (δηλ. του ομοουσίου Πατρός, Υιού και Αγ. Πνεύματος), της
Υϊκότητας του Χριστού (δηλ. ότι ο Ιησούς είναι υιός του Θεού), της
αποκατάστασης του Αγίου Πνεύματος μέσα στο τρίθρονο της θείας μακαριότητας, του
διαχωρισμού των εννοιών της φύσεως και της υποστάσεως στο τριπρόσωπο (Πατρός,
Υιού και Αγ. Πνεύματος), του διαχωρισμού φύσεως και ενεργειών του Θεού, αλλά
και της υποβοήθησης του ανθρώπου με μεταφορά στην πράξη του θείου νόμου, της
διερμηνείας των θείων γραφών και της καθοδήγησης του ποιμνίου στην ορθή
μαρτυρία της πίστης.
Το μεγαλειώδες αυτό έργο τους το
πέτυχαν, αφού πρώτα πέρασαν οι ίδιοι από τις βαθμίδες της πνευματικής ανέλιξης
δηλ. της κάθαρσης της καρδιάς (με αποβολή κάθε ηδονής και οδύνης), του φωτισμού
του νου (με την συνεχή μνήμη του Θεού) και τελικά της θεοπτείας (δηλ. της
θέωσης στην οποία μόνον οι άγιοι μπορούν να φθάσουν). Πέρασαν όλα τα σκαλοπάτια
προς τη θεία μακαριότητα με την ταπεινοφροσύνη τους, την πραότητά τους, το
πένθος για τα αμαρτήματά τους, την ενάρετη ζωή που έζησαν, την ελεημοσύνη που
άφθονα παρείχαν, την κάθαρση της ψυχής στην οποία υποβλήθηκαν, την ειρήνη με
τον εαυτό τους και με το Θεό που πέτυχαν, την μαρτυρία της πίστης με τους
διωγμούς και τους προπηλακισμούς και τέλος τις διώξεις που υπέστησαν, ένεκα της
μαρτυρίας της πίστης αυτής. Κατέστησαν κυριολεκτικά δοχεία του Αγίου Πνεύματος γενόμενοι φωτοδότες προς τους πιστούς
και κυματοθραύστες προς τους αιρετικούς και με το παράδειγμά τους έθεσαν τον
εαυτό τους, ως υπόδειγμα πορείας προς την αγιότητα.
Έκαναν πράξη τις ευαγγελικές ρήσεις,
διερμήνευσαν τους λόγους του Κυρίου και των Αποστόλων, προσέφεραν στο πλήρωμα
της Εκκλησίας ό,τι ο ίδιος ο Θεός τους αποκάλυψε με την αδιάλειπτη προσευχή
τους και δόθηκαν στην πολύπλευρη αποστολή τους με όλες τους τις δυνάμεις από
την ανώτατη έπαλξη της Αρχιερωσύνης στην οποία η ίδια η Εκκλησία τους
τοποθέτησε και όλα αυτά με κόπο και μόχθο, με αυταπάρνηση και αυτοθυσία, με
στερήσεις και περιπέτειες. Έδωσαν προτεραιότητα στις τρεις βασικές αρχές που
διέπουν την Ορθόδοξη Εκκλησία: πίστη, ελπίδα και αγάπη και εργάστηκαν με όλες
τους τις δυνάμεις για το στέριωμα των τριών αυτών αρχών.
Έτσι, οι τρεις μεγάλοι αυτοί
Ιεράρχες ξεκινώντας από την γνώση που απέκτησαν στις τότε φιλοσοφικές σχολές,
πέρασαν στην επίγνωση των όντων και των καταστάσεων, από εκεί στο βίωμα της
Ορθόδοξης πίστης, για να φθάσουν τελικά στη θεοπτεία, την «ενόραση» δηλαδή του
Θεού, ο οποίος τους αποκάλυψε το θέλημά του και αυτή την αποκάλυψη την έκαναν
γνωστή στους πιστούς, είτε με θεσπέσια συγγραφικά έργα που χρησιμοποιούμε
σήμερα για να θεολογήσουμε, είτε με κηρύγματα, είτε με επιστολές.
Ασχολήθηκαν με επιμέλεια, για την
στήριξη των πιστών στην ορθή πίστη, ενάντια στις αιρετικές διδασκαλίες των
ψευδοπροφητών και ψευδοδιδασκάλων (Αρείου κ.ά.). Η προσφορά τους αυτή κατέστη
σωτήρια, γι’ αυτό και αποκαλούνται «κήρυκες της Ορθοδοξίας, ακραιφνέστατοι
θεολόγοι, σεπτά δοχεία του Πνεύματος, στερροί της πίστης προμάχοι, στύλοι της
Εκκλησίας και στήριγμα των πιστών».
Ονομάστηκαν μεγάλοι, όχι τόσο επειδή
ήτανε σοφοί και χαρισματούχοι, αλλά γιατί συνδύασαν στη ζωή τους τη θεωρία με
την πράξη. Δεν ήταν μεγάλοι μόνο στον κόσμο τούτο, αλλά παραμένουν και θα
παραμένουν στην αιωνιότητα μεγάλοι, όπως διαβεβαιώνει ο ίδιος ο Κύριος: «ος δ’ αν ποιήση και διδάξη, ούτος μέγας
κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. 5.19)
Ο κοινός εορτασμός τους καθιερώθηκε
τον 11ο αιώνα, για να προβληθεί η αρμονική και ισόρροπη σύνθεση της κλασσικής ελληνικής σοφίας με τη χριστιανική πίστη και παράδοση, που
χάρη σ’ αυτούς τους τρεις μεγάλους, κατέστη δυνατόν με θαυμαστή αρμονία να
επιτευχθεί. Και οι τρεις υπήρξαν οι υπέρμαχοι και οι δημιουργοί της σύνθεσης
αυτής, γι’ αυτό και κατά την αναγέννηση των κλασσικών σπουδών στο Βυζάντιο κατά
τον 11ο αιώνα κατέστη αναγκαία η προβολή τους, ως προστατών των
γραμμάτων με την καθιέρωση του κοινού εορτασμού τους.
Ο κοινός αυτός εορτασμός καθιερώθηκε
και στη χώρα μας, μετά την ίδρυση του νεώτερου ελληνικού κράτους, ως εορτή των
γραμμάτων όλης της εκπαίδευσης, από δε το 1842 και με επίσημη απόφαση της
συγκλήτου του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου