ΟΙ ΟΣΙΟΙ ΝΙΚΗΤΑΣ, ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΙ ΙΩΣΗΦ,
ΚΤΙΤΟΡΕΣ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΜΟΝΗΣ ΧΙΟΥ
Δρος Χαραλάμπους Ν. Μπούσια-
Μεγάλου Υμνογράφου της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας.
Πνευματικός λειμώνας ή νήσος Χίος, ή μυροβόλος καί ανθοστόλιστος, έβλάστησε στούς αιώνες ήδύπνοα κρίνα πίστεως, πού ευωδιάζουν μέχρι καί στίς ήμερες μας τα σύμπαντα με τις αρωματικές οσμές των ασκητικών καί αθλητικών τους κατορθωμάτων. Τρία τέτοια εύοσμα άνθη, πού βλάστησαν στο Προβάτειο ορός, είναι καί οι Όσιοι πατέρες Νικήτας, Ιωάννης καί Ιωσήφ. Χίοι στην καταγωγή καί οί τρείς, αύτάδελφοι κατά σάρκα οι Νικήτας καί Ιωάννης, εγκατέλειψαν τίς ομορφιές του κόσμου τούτου, για να απολαύσουν την ανείπωτη ομορφιά του Παραδείσου κοντά στον αγαπημένο τους Ίησού. Το υπόγειο σπήλαιο στο πευκόφυτο Προβάτειο Ορός έγινε ή πνευματική τους παλαίστρα, οπού νύκτα καί ήμερα πάλευαν προς αντιπάλους ασωμάτους, προς το μισόκαλο δαίμονα, «προς τάς αρχάς, προς τάς εξουσίας,προς τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, προς τα πνευματικά της πονηρίας εν τοις έπουρανίοις» (Έφεσ. οτ' 12). Ό αγώνας τους ήταν διαρκής καί ως άνθρωποι δεν θα μπορούσαν να τον περατώσουν, εάν δεν είχαν ντυθεί με «την πανοπλίαν του Θεού» (Έφεσ. στ' II). Με νηστείες, αγρυπνίες, ικετευτικές παρακλήσεις, υπομονή άγόγγυστη καί σκληραγωγία άφατη, προσπαθούσαν να άγνίσουν τίς ψυχές τους από κάθε ρύπο αμαρτίας καί να τίς στολίσουν με αρετές.
Ή πνευματική τους καθαρότητα τους αξίωσε να βλέπουν για μεγάλο χρονικό διάστημα στην ένδροση καί κατάφυτη κοιλάδα κάτω από τη σπηλιά τους προς το βουνό της Πενθόδου ένα φως που έλαμπε. Το θεϊκό αυτό φως, όταν κατέβαιναν να το πλησιάσουν, εξαφανιζόταν καί στην επιμονή τους να το προσεγγίσουν έβαλαν φωτιά στο δάσος. Αυτή, όμως, σταμάτησε καί έσβησε δίπλα σε μια καταπράσινη μερσίνη, στην όποια βρισκόταν κρυμμένη μια εικόνα της Θεοτόκου. Αυτήν οί Όσιοι Ασκητές, άφού με ευλάβεια προσκύνησαν, με χαρά τη μετέφεραν στη σπηλιά τους. Με έκπληξη, όμως, έβλεπαν να φεύγει καί να επιστρέφει μόνη της στη μυρσινιά, στον τόπο της ευρέσεως της. Έκεί, αφού θαύμασαν τη θέληση της Παναγίας μας, οί τρείς Πατέρες έκτισαν μικρή εκκλησία, στην όποια τοποθέτησαν τη θαυματουργή εικόνα της.
Την εποχή εκείνη βρισκόταν εξόριστος στη Μυτιλήνη με εντολή του Αυτοκράτορας Μιχαήλ του Παφλαγόνος, ό Κωνσταντίνος ό Μονομάχος. Σ' αυτόν οί ΄Αγιοι Πατέρες, τους όποιους για την καθαρότητα του βίου τους ό Θεός είχε προικίσει με προορατικό χάρισμα, προφήτευσαν την άνοδο του στο Θρόνο της Βασιλεύουσας. Αυτός, όταν ακούσε την προφητεία των Πατέρων, τους ευχαρίστησε καί - δίνοντας τους το δακτυλίδι του - τους υποσχέθηκε ότι, όταν γίνει Αυτοκράτορας, θα έκτιζε λαμπρό μοναστήρι στο σημείο της ευρέσεως της αγίας εικόνος. Μετά από παρέλευση λίγων ετών ή πρόρρηση Οσίων Πατέρων επαληθεύτηκε καί ό Αυτοκράτορας τώρα Κωνσταντίνος έστειλε στη Χίο αρχιτέκτονες καί άλλους καλλιτέχνες, οί όποιοι για δώδεκα ολόκληρα χρόνια έκτιζαν με βασιλικά χρήματα τη Νέα Μονή, πού άποτελεί έκτοτε θαυμάσιο έργο τέχνης με τα υπέροχα ψηφιδωτά της. Το έργο έτελείωσε μετά το θάνατο του Κωνσταντίνου ή αδελφή της συζύγου του Ζωής Θεοδώρα, ή οποία τον διαδέχθηκε στη βασιλεία.
Την προκοπή στην αρετή των Πατέρων καί το κτίσιμο του λαμπρού μοναστηριού φθόνησε ό μισόκαλος δαίμονας, ό όποιος παρακίνησε τους κατοίκους του νησιού να κατηγορήσουν τους δούλους του Κυρίου μας ως άσεβείς καί κακοδόξους καί μάλιστα, άφού τους έξόρισαν άρπαξαν την περιουσία των μοναστηριών τους, δηλαδή αυτήν του Προβατείου Ορούς καί αυτήν της Νέας Μονής. Οί Όσιοι Πατέρες με καρτερία ύπέμειναν την εξορία καί μάλιστα για αρκετά χρόνια, μέχρι πού επέτρεψε ό Θεός να ανέβει στο θρόνο ο Ίσάακιος ό Κομνηνός. Σ' αυτόν καταφεύγοντες οι Όσιοι Πατέρες δικαιώθηκαν καί όχι μόνο έπέστρεψαν θριαμβευτικά στη Χίο, αλλά πήραν καί προνόμια, ώστε τα μοναστήρια αυτά να παραμένουν ελεύθερα καί ανενόχλητα από κάθε πρόσωπο.
Μετά την επιστροφή τους συνέχισαν καί τους ασκητικούς τους αγώνες με αμείωτη ζέση καί πέτυχαν ν' ανέβουν κορυφή της κλίμακος των αρετών. Ό καιρός, όμως, της αυτών «ανάλυσεως" (Β' Τιμοθ. δ' 6) πλησίασε καί το στεφάνι της αφθαρσίας αιωρείτο πάνω από τα κεφάλια τους. Ή φωνή του Κυρίου μας πού λέει «δεύτε προςμε πάντες οι κοπιώντες καί πεφορτισμένοι κάγώ αναπαύσω υμάς» (Ματθ. ια' 28), καλούσε στην αιώνια ανάπαυση. Πρώτος κοιμήθηκε τον ύπνο των δικαίων ο θείος Νικήτας στίς 20 Μαΐου, για να ακολουθήσουν αργότερα ό Ιωάννης και ό Ιωσήφ. Τα λείψανα τους τοποθετήθηκαν στο νάρθηκα του ναού της Μονής. Στό σπήλαιο των ασκητικών τους κατορθωμάτων αργότερα, το δεύτερο μισό του δεκάτου ενάτου αιώνος, άσκήτευσε ό όσιος Παχώμιος, ό οποιος καί γύρω από αυτό έκτισε την περίφημη Σκήτη των Αγίων Πατέρων, στην όποια καί πανηγυρικά μαζί με την Νέα Μονή άγεται ή μνήμη τους.
Σημείωσις του Ιστότοπου: Μαθητές του οσ. Παχωμίου (+ 1905), υπήρξαν ο άγ. Νεκτάριος επ. Πενταπόλεως (ο οποίος και έλαβε διά των χειρών του Οσίου το μοναχικό σχήμα) και ο μακαριστός Γέρων Μωϋσής Τρυπητινίας (κτίτωρ και Καθηγούμενος των Ιερών Μονών Αγίων Ταξιαρχών και Ευαγγελιστρίας Αθηκίων Κορινθίας, + 1946). Κατά την δεκαετία του '80 κτίσθηκε στη μονή ἀπό τον διάδοχο του μακαρίου Μωϋσέως, Καθηγούμενο αρχιμ. Χρυσόστομο Μητρόπουλο (από τό 1989 Μητροπ. Γ.Ο.Χ. Θεσσαλονίκης), ο μοναδικός στην Ελλάδα πρός τιμήν των Τριών Οσίων Πατέρων Ναός, ο οποίος εγκαινιάσθηκε από τον ίδιο και τον επίσης αδελφό της Μονής Ευαγγελιστρίας Μητροπ. Γ.Ο.Χ. Αργολίδος Παχώμιο (Αργυρόπουλο), τό 1989.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου