Κυριακή 29 Μαΐου 2011

ΒΟΥΛΓΑΡΟΙ  ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΕΣ

π. Θωμά Ανδρέου,  Αρχιμανδρίτου του Οικουμενικού Θρόνου,
Ιεροκήρυκος Ιεράς Μητροπόλεως Ελευθερουπόλεως.
    
Eισήγηση  στην Aκαδημία  Θεολογικών και Φιλοσοφικών Σπουδών  της  Ιεράς Μητροπόλεως  Λαγκαδά, Λητής και Ρεντίνης,  Σάββατο 28 Μαΐου 2011.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
 …Το θέμα που καλούμαι να παρουσιάσω σήμερα στην αγάπη Σας, αφορά τους Νεομάρτυρες της Βουλγαρίας και συγκεκριμένα όσους μαρτύρησαν στην Ελλάδα, έχοντας Βουλγαρική καταγωγή. Είναι ένα θέμα ενδιαφέρον διότι οι Νεομάρτυρες, οιασδήποτε εθνικής καταγωγής και αν είναι, αποτελούν τους ώριμους καρπούς της Αναστάσεως του Χριστού. Αυτό το μοναδικό φαινόμενο της αφοβίας μπροστά στον θάνατο, ενώ για τους ανθρώπους του κόσμου τούτου είναι παραλογισμός, για τα μέτρα της πίστεως είναι φυσική κατάσταση[1] 
Ο όρος Νεομάρτυρες [2] χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά κατά την διάρκεια της Εικονομαχίας[3], για να τους αντιδιαστείλει με τους Μάρτυρες των πρώτων αιώνων. Από την Άλωση όμως της Κωνσταντινουπόλεως και μετά, ο όρος αποδίδεται σε όσους βασανίσθηκαν σκληρά από τους Τούρκους για να αλλαξοπιστήσουν[4]. Αυτοί όμως υπέδειξαν σθεναρή αντίσταση και υπέμειναν καρτερικά τα βασανιστήρια μέχρι θανάτου, αντλώντας δύναμη από την πίστη τους. Ο περιορισμός όμως αυτός δημιουργεί επιστημονικά προβλήματα, καθώς περιορίζοντας τους Νεομάρτυρες μόνο σε όσους μαρτύρησαν μετά τη ‘Αλωση, παραγκωνίζονται όσοι μαρτύρησαν για την πίστη τους και πριν από αυτήν.
Η εμφάνιση των Σελτζούκων Τούρκων στην Ανατολή και η βαθμιαία κατάληψη των εδαφών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, επέφερε και τον εξισλαμισμό αρκετών Χριστιανών, αλλά και την ανάδειξη πολλών Μαρτύρων. Το παιδομάζωμα, η βιαία αρπαγή αρρένων παιδιών, ξεκινά από την περίοδο της Αλώσεως[5]  με την δημιουργία του σώματος των Γενίτσαρων, που ήταν εξισλαμισθέντες Χριστιανοί και συνεχίζεται μέχρι και την Επανάσταση του 1821. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι εξισλαμιζόμενοι γίνονταν αμείλικτοι διώκτες των πρώην ομοθρήσκων τους, δημιουργώντας έτσι ευνοϊκές συνθήκες για την επέκταση του Ισλαμισμού. Αλλοιώνονταν με αυτό τον τρόπο τα δεδομένα που αφορούσαν την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ανατολής και την εθνολογική σύνθεση των Βαλκανικών χωρών[6]. Άρα το κριτήριο για να χαρακτηριστεί κάποιος Μάρτυρας ‘’Νεομάρτυρας’’ πρέπει να είναι ο κοινός λόγος του μαρτυρίου, δηλαδή η ομολογία της Πίστεως και ο θάνατος υπέρ αυτής [7].
Αποτελεί μέγιστη ανθρώπινη θηριωδία η εφευρετικότητα του τρόπου του μαρτυρίου, με τον οποίο ο Μάρτυρας υποφέρει για την αγάπη του Χριστού, εφαρμόζοντας στην πράξη τον λόγο του Αποστόλου Παύλου που λέει: «Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; θλῖψις ἢ στενοχωρία ἢ διωγμὸς ἢ λιμὸς ἢ γυμνότης ἢ κίνδυνος ἢ μάχαιρα;»[8] Σύμφωνα δε με τον Καθηγητή Σταύρο Μπαλογιάννη , ‘’το μαρτύριον κατά κανόνα είναι μία βραδεία και επώδυνος μέθοδος θανατώσεως, η οποία κατέστη ιδιαιτέρως βραδεία εις τα μαρτύρια των Νεομαρτύρων. Η μέθοδος θανατώσεως εφαρμόζεται κατά κανόνα εν μέσω εμπαιγμών, απειλών ή και υποσχέσεως καταπαύσεως του μαρτυρίου και κοινωνικής αποκαταστάσεως του Μάρτυρος, εις περίπτωσιν καθ’ ην ούτος ήθελεν υποκύψει αρνούμενος την πίστην του’’. Και λίγο παρακάτω αναφέρει ότι :’’Ο θάνατος εις τα πλείστα των μαρτυρίων είχεν τον χαρακτήρα του εγκεφαλικού θανάτου, μέχρι δε της επελεύσεως αυτού διετηρείτο πλήρης η συνειδησιακή ενάργεια του ατόμου’’.[9]           
Οι νέοι αυτοί Μάρτυρες αποτελούν παράδειγμα υπομονής για όλους τους Ορθοδόξους που ζουν κάτω από τον ζυγό των Τούρκων. Αποτελούν τα ζωντανότερα παραδείγματα υπομονής των θλίψεων και των δοκιμασιών και ενσαρκώνουν το αγωνιστικό και ηρωϊκό πνεύμα των Χριστιανών. Παραδείγματα αφοσιώσεως στον Χριστό και εμμονής μέχρι θανάτου, κληρονομούν την αιώνια ζωή. Ο Αγ. Νικόδημος ο Αγιορείτης, παρακινεί και τους υπόλοιπους Χριστιανούς να παραδειγματιστούν και να ακολουθήσουν τα βήματα των Νεομαρτύρων [10].
Το θέμα της παρουσίας των Νεομαρτύρων Βουλγαρικής καταγωγής, με το οποίο και ασχολείται η παρούσα εισήγηση, είναι ζωτικής σημασίας για την εθνική συνείδηση και ταυτότητα των Βουλγάρων, παρ’ ότι ‘’σε ορισμένες περιπτώσεις η καταγωγή αυτή δεν είναι δεδομένη»[11]. Και τούτο διότι η παρουσία των Νεομαρτύρων της Βουλγαρικής Εκκλησίας (οι οποίοι και παρουσιάζονται), αποτελεί την μεγαλύτερη απόδειξη της ομοιογένειας της Εκκλησίας του Χριστού. Οι Νεομάρτυρες της Βουλγαρίας είναι και δικοί μας Άγιοι και αντίστοιχα οι Έλληνες Νεομάρτυρες είναι και δικοί τους. Τρανό παράδειγμα είναι η σεμνή μορφή του Νεομάρτυρος Νικολάου του Νέου του εξ Ιωαννίνων, Ηπειρώτη Αγίου που μαρτύρησε στη Σόφια το 1555 και αντίστοιχα του Βούλγαρου Νεομάρτυρα Ονουφρίου από το Γκάμπροβο, που μαρτύρησε στην Χίο το 1818.  
Εμείς παρουσιάζοντας μέρος του συνόλου των Βούλγαρων Νεομαρτύρων αναφέρουμε ενδεικτικά τον Άγγελο από την Φλώρινα που μαρτύρησε στην Bitolja - Μοναστήρι (με Ελληνική καταγωγή), τον Αναστάσιο από την Στρώμνιτσα, τον Βησσαρίωνα Επίσκοπο του Σμόλιαν, τον Γεώργιο από την Σόφια και τον Γεώργιο από το Κράτοβο της Σερβίας, τον Δαμασκηνό από το Γκάμπροβο, τον Δημήτριο από το Σλίβεν, τον Ιγνάτιο από την Στάρα - Ζαγόρα, τον Ιωάννη τον Λαυρεώτη και τον Ιωάννη τον Χρυσοχόο από την Σούμλα, τον Κωνσταντίνο από την Σόφια, τον Λουκά από την Ανδριανούπολη, τον Ονούφριο από το Γκάμπροβο, τον Προκόπιο από την Βάρνα, την Χρυσή από την Σλάτινα και τέλος τον Νικόλαο από τα Γιάννενα, τον Έλληνα που μαρτύρησε στην Σόφια. Αυτοί οι Νεομάρτυρες είναι ένα μέρος του συνόλου των Νεομαρτύρων της Βουλγαρίας. Σήμερα πολύ συνοπτικά θα περιοριστούμε στην παρουσίαση μόνο τεσσάρων από  αυτούς, του Λαζάρου, του Αναστασίου, του Ονουφρίου και του Νικολάου του εξ’ Ιωαννίνων.
Και για τους δύο λαούς, οι μορφές των Αγίων Νεομαρτύρων είναι η αρνητική απάντηση των  υποδούλων προς τον κατακτητή, για τον εξισλαμισμό τους και την άρνηση της Χριστιανικής Πίστεως. Οι ομολογίες των Νεομαρτύρων είτε διατυπώνονται στην Ελληνική, είτε στην Βουλγαρική γλώσσα είναι ίδιες! Το μαρτύριο τους παρεμφερές . Την στιγμή κατά την οποία έρχεται ο Βούλγαρος λόγιος Ματθαίος Γραμματικός να καταγράψει και να διασώσει τον βίο και το μαρτύριο του Νικολάου του Νέου σε Βουλγαρικό χειρόγραφο (όπως θα δούμε παρακάτω), ταυτόχρονα ο Έλληνας λόγιος Νικηφόρος ο Χίος καταγράφει την ζωή και το μαρτύριο του Λαζάρου από το Γκάμπροβο σε Ελληνικό χειρόγραφο. Έτσι, με τον τρόπο αυτό, βλέπουμε ότι οι Άγιοι Νεομάρτυρες, δηλαδή η τιμή προς αυτούς, όπως γενικώς η Ορθόδοξη Πίστη μας, ένωνε και θα ενώνει τους Λαούς μας[12] και πως βρίσκει τελεία εφαρμογή  ο λόγος του Αποστόλου των Εθνών  Παύλου: ‘’ Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε. Ούκ ένι Ιουδαίος ουδέ ‘Ελλην… πάντες γαρ υμείς εις εστέ εν Χριστώ Ιησού’’[13].    
                               
ΑΓΙΟΙ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ

1.     Ό Άγιος Νεομάρτυρας Λάζαρος από το Γκάμπροβο.
Αυτός ο γενναίος στρατιώτης του Χριστού και Μάρτυρας Λάζαρος, καταγόταν από τα μέρη της Βουλγαρίας και συγκεκριμένα από το χωριό Γκάμπροβο [14]. Οι γονείς του ήταν Ορθόδοξοι Χριστιανοί σύμφωνα με την ιστορία. Ο πατέρας του λεγόταν Νέντκο Έντσοβ και απόγονοι της οικογένειας υπάρχουν μέχρι και σήμερα, σύμφωνα με τον Αρχιμανδρίτη  Νέστορα από την Ιερά  Μητρόπολη του Βελίκου Τέρνοβο [15]. Οι γονείς του ήταν ευσεβείς Ορθόδοξοι Χριστιανοί[16] και ασφαλώς του μετέδωσαν αυτή την ευσέβεια και την αγάπη για τον Χριστό. Αφού έφυγε από την Βουλγαρία, πήγε στην πόλη Σώμα κοντά στην Πέργαμο, όπου και έγινε βοσκός προβάτων.
Κάποια μέρα που έβοσκε τα πρόβατα του ο Λάζαρος, αποκοιμήθηκε. Τυχαία περνούσε εκείνη την ώρα μία Μουσουλμάνα γυναίκα. Την στιγμή κατά την οποίαν περνούσε δίπλα στο κοπάδι των προβάτων, της επιτέθηκε  το σκυλί που φύλαγε το κοπάδι, με αποτέλεσμα να της σκίσει λίγο τα ρούχα της[17]. Ο Λάζαρος έτρεξε να την σώσει, για να μην την κατασπαράξει[18]. Όταν η γυναίκα επέστρεψε στο σπίτι της, έδειξε τα σκισμένα ρούχα στον άνδρα της και είπε πως της επιτέθηκε ο Λάζαρος και την βίασε στον ερημικό τόπο[19]. Εξοργισμένος ο Τούρκος πήγε στο βοσκοτόπι να βρει τον Λάζαρο. Εκεί συνάντησε κάποιον σύντροφο του Λαζάρου και τον έδειρε, χωρίς να γνωρίζει πως δεν ήταν ο Λάζαρος. Όταν αργότερα το πληροφορήθηκε, φοβούμενος την αντίδραση του τραυματία, ζήτησε από τους συγγενείς της γυναίκας του, να πάνε στον Αγά και να ζητήσουν την παραδειγματική τιμωρία του Λαζάρου, για ‘’να προστατεύσουν την τιμήν της, ώστε να μην μείνη  εντροπιασμένη, ως δήθεν θεληματικώς μοιχευθείσα’’[20]. Έτσι ο συνεργάτης του αθωώθηκε από τον Αγά και αφέθηκε ελεύθερος,  γιατί ο Τούρκος που τον κατήγγειλε  δήλωσε πως δεν τον ήξερε και πως όλα έγιναν κατά λάθος και ο αθώος  Λάζαρος συνελήφθη και φυλακίσθηκε στις 7 Απριλίου του 1802[21].
Με συνοπτικές διαδικασίες, σε μια εποχή που πολλάκις απουσιάζει το κράτος δικαίου, ο Μάρτυρας οδηγείται στην φυλακή, όπου υποβάλλεται σε φρικτά μαρτύρια, ώστε να δεχθεί να εξισλαμιστεί και να σωθεί από τον βέβαιο επερχόμενο θάνατο. Ο Λάζαρος αρνείται πεισματικά, παρά τα φρικτά μαρτύρια να γίνει αρνησίχρηστος με αποτέλεσμα να ενταθεί το μαρτύριο και να οδηγηθεί γρηγορότερα στην αγχόνη, με μία προαποφασισμένη θανατική καταδίκη.
Στον δρόμο προς την εκτέλεση, ο Λάζαρος ζητούσε συγχώρεση από τον κόσμο που συναντούσε. Όλοι θαύμαζαν το θάρρος και την γενναιότητα της ψυχής του. Ο Λάζαρος φθάνοντας στον τόπο του μαρτυρίου του, έβαλε την θηλιά στον λαιμό του  μόνος του, καθώς δεν ήθελε να υποφέρουν οι Χριστιανοί από την πίεση των Τούρκων που ζητούσαν να του περάσει ένας απ’ αυτούς την θηλιά. Με τα χέρια του λοιπόν έβαλε την θηλιά στο λαιμό του και ανέβηκε πάνω σ’ ένα κοφίνι που είχαν τοποθετήσει εκεί για το σκοπό αυτό. Κάποιος έβγαλε από κάτω από τα πόδια του το κοφίνι και έτσι «παρέδωκεν ενδόξως την αγίαν του ψυχήν, εις χείρας Θεού, εις τα 1802, Απριλίου 23, εις ηλικίαν έως 28 χρονών» [22].
Ακολουθία του Νεομάρτυρα Λαζάρου του εκ Βουλγαρίας συνέγραψε ο επίσης Άγιος  Ιερομόναχος Νικηφόρος ο Χίος[23], που πιθανόν να άκουσε ο ίδιος από προφορική διήγηση τα γεγονότα του μαρτυρίου του Αγίου, από τον Ιερομόναχο Αυξέντιο ο οποίος έκανε και την ταφή του μαρτυρικού σκηνώματος (διότι μαρτυρείται, πως ο Αυξέντιος μετά το μαρτύριο του Αγίου έφυγε από το χωριό Σώμα της Περγάμου και πήγε στην Χίο)[24]. Επίσης στο Συναξαριστή του  Β. Ματθαίου διασώζετε η φράση:’ ’Μας είπε δε προς τοις άλλοις και ταύτα’’ που αφορά τον Ιερομόναχο Αυξέντιο, φράση που προφανώς ανήκει στον Νικηφόρο τον Χίο. Η Ακολουθία το πρώτον τυπώθηκε στο Νέο Λειμωνάριο, στη Βενετία το 1819 , δηλαδή 17 χρόνια μετά τον μαρτυρικό του θάνατο και στο Νέο Χιακό Λειμωνάριο, στην Αθήναι το 1968 [25]

2.     Αναστάσιος εκ Ραδοβισίου, Βουλγαρίας
Ο Νεομάρτυς Αναστάσιος εκ Βουλγαρίας, καταγόταν από το Ραδοβίση Στρώμνιτσας[26] και έφερε το Βουλγαρικό όνομα Spas (=Σωτήριος)[27]. Σε ηλικία 20 περίπου ετών, πήγε στην Θεσσαλονίκη, όπου και εργάστηκε ως υπάλληλος σε ένα εμπορικό κατάστημα το οποίον είχε Τούρκος[28]. Μία μέρα προσφέρθηκε να βοηθήσει το αφεντικό του, να κάνει μια λαθραία εξαγωγή, εκτός του κάστρου της Θεσσαλονίκης, του εμπορεύματος του, κάποιων ενδυμάτων, προκειμένου να μην πληρώσει τον προβλεπόμενο φόρο. Ντύθηκε λοιπόν με τουρκικά ρούχα, και έφθασε στην πύλη. Εκεί οι υπεύθυνοι για την είσπραξη των φόρων, τον ρώτησαν αν έχει μαζί του τα απαραίτητα έγγραφα, για την εξαγωγή των ενδυμάτων και εκείνος αφελώς τους είπε ότι είναι Τούρκος! Τότε εκείνοι για να επιβεβαιώσουν την αλήθεια του λόγου του, του ζήτησαν να κάνει ‘’σαλαβάτι’’ δηλ. ομολογία πίστεως στο Ισλάμ[29]. Ο Αναστάσιος μόλις το άκουσε αυτό, σάστισε, διότι ούτε ήξερε τι είναι το ‘’σαλαβάτι’’, ούτε ασφαλώς είχε σκοπό να κάνει την ομολογία των Μουσουλμάνων.
Τότε αυτοί, με σπρωξίματα και ξύλο τον πήγαν στον κεχαγιά [30] λέγοντας του τι είχε κάνει και ακόμα περισσότερα. Με επίσης συνοπτικές διαδικασίες και χωρίς καμία δίκη, ο μάρτυρας καταδικάζεται εις θάνατον με την κατηγορία της προσβολής του Ισλάμ. Οδηγήθηκε στην φυλακή, όπου εκεί χτυπήθηκε ανηλεώς από τους βασανιστές του οι οποίοι συνάμα προέβαλλαν και το ερώτημα της άρνησης της Χριστιανικής πίστεως για την παύση του μαρτυρίου. Χρησιμοποιούν από την μια υποσχέσεις για δόξα, πλούτο και τιμές και από την άλλη τα συνεχιζόμενα μαρτύρια. Ούτε ο ένας, αλλά ούτε και ο άλλος τρόπος στάθηκαν ικανοί να κάμψουν την αποφασιστικότητα του Νεομάρτυρα να παραμείνει πιστός στον Χριστό, θυσιάζοντας ακόμα και αυτήν την ίδια του την ζωή.
Αγανακτισμένος ο μουσελίμης από την αδιάλλακτη στάση και την αποφασιστικότητα του, έδωσε την εντολή μεταφοράς του Μάρτυρα, σε καθορισμένο τόπο της εκτέλεσης του, με την διαταγή να τον παρακινούν συνέχεια να αλλαξοπιστήσει μήπως έστω και την τελευταία στιγμή αλλάξει γνώμη. Στο δρόμο όμως, το πολύπαθο και τυραννισμένο σώμα του Αναστασίου δεν άντεξε πλέον άλλες κακουχίες και παρέδωσε το πνεύμα του στα χέρια του Θεού την 8ην Αυγούστου 1794, μένοντας ως το τέλος πιστός στην λαμπρή Ομολογία  της  Πίστεως [31]      

3. Ο Νεομάρτυρας Ονούφριος από το Γκάμπροβο
Ο Ονούφριος, το κοσμικό όνομα του οποίου ήταν Ματθαίος, γεννήθηκε σε μία πόλη του Μεγάλου Τυρνόβου, η οποία ονομάζεται Γκάμπροβο από γονείς πλούσιους και ευσεβείς Χριστιανούς, τον Δέτζιο και την Άννα. Ο πατέρας του, πριν πεθάνει, έγινε μοναχός και ονομάσθηκε Δανιήλ[32]. Οι ευκατάστατοι γονείς του, τον μεγάλωσαν κατά το χριστιανικό πρότυπο και με μεγάλη ευσέβεια. Σε ηλικία οκτώ ετών και έχοντας διαπράξει κάποια αταξία, οι γονείς του τον έδειραν και εκείνος θυμωμένος ,μπροστά σε Τούρκους, τους είπε ότι «θα Τουρκέψει»[33]. Οι γονείς του με πολύ μεγάλη δυσκολία τον προστάτεψαν ώστε να μην τον πιάσουν αμέσως οι παριστάμενοι Τούρκοι και του κάνουν περιτομή! Έτσι παρέμεινε Χριστιανός και δεν ομολόγησε την αντίχριστη θρησκεία ούτε έκανε περιτομή[34].
Σε ηλικία που μπορούσε πλέον να αποφασίσει, αναχώρησε από την πατρίδα του για το Άγιον Όρος, όπου και έμεινε στο Σέρβικο Μοναστήρι, την Μονή Χιλανδαρίου, και αφού έμεινε για αρκετά χρόνια εκεί, κρίθηκε άξιος της Ιερωσύνης και χειροτονήθηκε Διάκονος, λαβών το όνομα Μανασσής [35]. Οι λογισμοί του όμως ποτέ δεν τον εγκατέλειπαν και μέσα του μεγάλωνε ο πόθος να μαρτυρήσει για τον Χριστό. Έκρινε τότε σωστό να πάρει πνευματική συμβουλή, την οποία και ακολούθησε, κατά την οποία έπρεπε να σκεφθεί σωστά και να μην ορμήσει ασυλλόγιστα σε τέτοιο φοβερό αγώνα[36], τον αγώνα του μαρτυρίου. Αλλά όταν είδε τα μαρτύρια του Οσιομάρτυρα Ιγνατίου[37], του Οσιομάρτυρα Ευθυμίου και του Οσιομάρτυρα Ακακίου, ο πόθος του για μαρτυρική θυσία μεγάλωσε[38].
Χωρίς λοιπόν να ανακοινώσει το σκοπό του στους άλλους, πήγε στην Ιερά Σκήτη του Τιμίου Προδρόμου[39], όπου διέμενε ο πνευματικός των τριών προαναφερθέντων Μαρτύρων, ο  Γέροντας Νικηφόρος, και του ζήτησε να τον δεχθεί και να τον προετοιμάσει, όπως έκανε και με τους τρείς προαναφερθέντες Νεομάρτυρες[40]. Αφού δοκιμάσθηκε για τέσσερις μήνες και ‘’εξήφθη εις αυτόν η φλόξ της του Χριστού αγάπης και ο πόθος του μαρτυρίου’’[41], έλαβε το Μέγα και Αγγελικό σχήμα, μετονομασθείς από Μανασσής  σε Ονούφριο, όνομα το οποίο τον συνόδευσε μέχρι και τον μαρτυρικό θάνατο του. Μετά, με την ευχή του πνευματικού Νικηφόρου και των υπολοίπων αδελφών της Σκήτης του Τιμίου Προδρόμου, μαζί με έναν συνοδοιπόρο, τον Γρηγόριο τον Πελλοπονήσιο[42], με τον οποίο μετέβησαν στη Χίο[43] και έμειναν στο μέρος που τους είχαν συστήσει σεβάσμιοι πατέρες από το Άγιο Όρος[44].
Προετοιμαζόμενος λοιπόν για το μαρτύριο ο Οσιομάρτυρας Ονούφριος, δοκιμάζεται από τον συνοδίτη του Γρηγόριο, ώστε να ενδυναμωθεί περισσότερο και τελικά να οδηγηθεί με ακμαίο αγωνιστικό φρόνημα στο μαρτύριο. Αφού λοιπόν για λίγες ημέρες προετοιμάζεται με νηστεία και πολλή προσευχή για το σκοπό αυτό, την παραμονή του μαρτυρίου του κοινωνεί των Αχράντων Μυστηρίων [45] και αφού αλλάζει ρούχα και ντύνεται σαν Τούρκος, παρουσιάζεται στον Καδή όπου αφού αναφέρει τα σχετικά με την παιδική του πεισματική και άθελη άρνηση του Χριστού,  προκλητικά πετά το πράσινο σαρίκη που φορούσε στο κεφάλι του [46], αφήνοντας άφωνους τους παρισταμένους Μουσουλμάνους.
Επόμενο της κινήσεως του, ήταν η άμεση σύλληψη του από τους εξαγριωμένους πλέον Τούρκους και αφού προπηλακίζεται οδηγείται στη φυλακή, αποκρύπτοντας ωστόσο το όνομα Ονούφριος ( δήλωσε το βαπτιστικό του Ματθαίος), ώστε να μην κινήσει υποψίες περί της μοναχικής του ιδιότητος. Η καταδικαστική απόφαση εκτέλεσης δια αποκεφαλισμού δεν άργησε και τόσο είχε προκαλέσει την οργή τους, ώστε ο Καδής να διατάξει, αφού τον αποκεφαλίσουν, να πετάξουν το σώμα στην θάλασσα, αλλά και επίσης να ρίξουν στην θάλασσα και το χώμα από το σημείο που θα είχε ποτισθεί με το αίμα του Μάρτυρα[47].
Οδηγούμενος στον τόπο του μαρτυρίου του, γονάτισε και με δύο κτυπήματα τον θανάτωσαν την 4η Ιανουαρίου 1818, ημέρα Παρασκευή στις 3 μ.μ και η ηλικία του ήταν 32 ετών. Ακολουθούντες την εντολή του δικαστή πέταξαν το μαρτυρικό σώμα στην θάλασσα της μυροβόλου Χίου, το οποίο και χάθηκε.
Επειδή όμως ’’επιλείψει  γαρ με διηγούμενον ο χρόνος’’[48]  περί των Νεομαρτύρων, θα ολοκληρώσω με έναν ακόμα Νεομάρτυρα, τον οποίο και ευλαβούμαι ιδιαίτερα και θα καταλάβετε αμέσως γιατί.

4.     Νεομάρτυς Νικόλαος ο εξ’ Ιωαννίνων, ένας άγνωστος Έλληνας Νεομάρτυρας της Πίστης μας. 
Ό
ο Όταν ο σεβαστός μου Ακαδημαϊκός διδάσκαλος κ. Μιχαήλ Τρίτος, Κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής της Θεσσαλονίκης, στην ομάδα του μεταπτυχιακού τμήματος του οποίου έχω την τιμή να ανήκω, μου ανέθεσε το συγκεκριμένο θέμα την μελέτης των Βούλγαρων Νεομαρτύρων, μέσα στα ονόματα που έπρεπε να ερευνήσω ήταν και αυτό του Νεομάρτυρα Νικολάου του εξ’ Ιωαννίνων. Πρόκειται περί ενός σχεδόν αγνώστου Μάρτυρα στην Ελληνική βιβλιογραφία και τα νεομαρτυρολογικά κείμενα, με μοναδική αναφορά την μελέτη του Καθηγητού Δημητρίου Γόνη, όπου ο συγγραφεύς αναφέρει τον Μάρτυρα με ένα πολύ συνοπτικό μαρτύριο[49].
Αντίθετα υπήρχε πλούσια βιβλιογραφία στην Βουλγαρική γλώσσα, μιας και η πρώτη καταγραφή της ζωής και του μαρτυρίου του Αγίου Νεομάρτυρος Νικολάου  (του εξ Ιωαννίνων λέμε εμείς, από την Σόφια λένε οι Βούλγαροι, θέλοντας να δείξουν την υπερηφάνεια και την τιμή για τον Άγιο της Σόφιας, χωρίς ασφαλώς να αμφισβητείται η Ηπειρωτική του καταγωγή). Ένας επίσης σημαντικός κατά την γνώμη μου λόγος αυτής της αγνωσίας του Νεομάρτυρα Νικολάου του Νέου εξ’ Ιωαννίνων, είναι η πιθανή ταύτιση του με τον ομώνυμο του Νεομάρτυρα Νικόλαο τον Μετσοβίτη, ο οποίος επίσης μαρτύρησε- κατά Θεού συγκατάβαση- την 17ην Μαΐου του 1617.
Πολύ πιθανόν, από την μία η έλλειψη βιβλιογραφικών πηγών σχετικών με τον Νικόλαο από τα Γιάννενα - σε αντίθεση με την πλουσιότατη βιβλιογραφία για τον έτερο Ηπειρώτη, τον Μετσοβίτη Νικόλαο Μπασδάνη ή Βλαχονικόλα [50]που μαρτύρησε την ίδια ημέρα, την 17ην Μαΐου του 1617 στα Τρίκαλα της Θεσσαλίας - από την άλλη το ίδιο όνομα και των δύο και οι κοινή καταγωγή, να έθεσαν στην αφάνεια τον προγενέστερο που μαρτύρησε στη Βουλγαρία. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως από την έρευνα προκύπτει πως  και οι δύο έχουν πέντε κοινά στοιχεία, εκτός από το ότι και οι δύο μαρτύρησαν από τους Τούρκους.  Τα κοινά τους γνωρίσματα είναι τα εξής:
1) Και οι δύο έχουν το ίδιο όνομα. 
2) ‘Εχουν κοινή  Ηπειρωτική καταγωγή, ο πρώτος Γιαννιώτη, ο δεύτερος Μετσοβίτης.
3) Και οι δύο εξαναγκάστηκαν σε εξισλαμισμό, σε διαφορετική ηλικία ο ένας από τον άλλον.
4) ‘Εχουν την ίδια ημερομηνία μαρτυρίου, την 17ην Μαΐου, με διαφορά 62 ετών ο ένας από τον άλλον και
5) ‘Ισως το πλέον εκπληκτικό κοινό τους στοιχείο : Και οι δύο είχαν την ίδια μαρτυρική κατάληξη. Τα σώματα τους παρεδόθησαν στην φωτιά για να καούν!
Ασφαλώς και πρόκειται για δύο διαφορετικά πρόσωπα και αυτό συμπεραίνεται και από την χρονολογική διαφορά των 62 ετών του μαρτυρίου του καθενός, αλλά και από τον τόπο μαρτυρίου, αφού ο πρώτος μαρτύρησε στη Σόφια της Βουλγαρίας και ο δεύτερος στα Τρίκαλα της Θεσσαλίας. Η έρευνα μας για τον προγενέστερο Νικόλαο τον εξ’ Ιωαννίνων του 1555, έχει να κάνει με την ανάδειξη ενός αφανούς Νεομάρτυρα της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, ο οποίος με το μαρτύριο του στην Σόφια δημιουργεί έναν σύνδεσμο μεταξύ Ελλάδος στην οποία γεννήθηκε και Βουλγαρίας στην οποία και μαρτύρησε για την αγάπη του Χριστού.
Ο Νεομάρτυρας Νικόλαος γεννήθηκε το 1510 στην πόλη των Ιωαννίνων  [51]  από ευσεβείς γονείς, τον Μαρτίνο και την Ευφροσύνη. Η ζωή και το μαρτύριο του Αγίου κατεγράφησαν στην Βουλγαρική γλώσσα (όπως ήδη αναφέραμε) από τον  Λόγιο Ματθαίο Γραμματικό[52], Διάκονο και Λαμπαδάριο της Μητροπόλεως Σόφιας, σύγχρονο του Αγίου και το πρωτότυπο χειρόγραφο φυλάσσεται στη βιβλιοθήκη του ομώνυμου Ναού του Νεομάρτυρα στη Σόφια της Βουλγαρίας.
Σύμφωνα λοιπόν με το πρωτότυπο Βουλγαρικό κείμενο της εποχής του μαρτυρίου του Αγίου, ο Νικόλαος ο οποίος έμαθε την τέχνη του υποδηματοποιού, μετέβει στη Σόφια μετά τον θάνατο των γονέων του[53], όπου έγινε γνωστός λόγω της τέχνης του και της ευλαβικής ζωής του, με αποτέλεσμα να γίνει δεκτός στη Σόφια με μεγάλη εγκαρδιότητα από τους Χριστιανούς κατοίκους της. Κατά τον Ματθαίο Γραμματικό ήταν τόσο αγαπητός και καλοσυνάτος, που οι Βούλγαροι της Σόφιας τον αγάπησαν τόσο πολύ, ώστε να τον νυμφεύσουν με μια κοπέλα από την Σόφια και να παραμείνει για πάντα εκεί, κάτι το οποίο και επετεύχθη, αφού νυμφευόμενος μια κοπέλα εκεί απέκτησε μαζί της και δύο παιδιά, τα οποία όμως πέθαναν πρόωρα.
Και αυτός, ο ευσεβής, δεν θρήνησε και η σύζυγος του τον παρότρυνε να μην θρηνήσουν, αλλά να πιστεύουν στην Ανάσταση.  Έχοντας απόλυτη πίστη στην αιώνια ζωή, παρηγορήθηκαν μιλώντας ο ένας στον άλλον με την φωνή του ευλογημένου Ιώβ και λέγοντας: «Ο Θεός έδωσε, ο Θεός πήρε, όπως ο Θεός αποφάσισε ,ας είναι ευλογημένο το όνομα του Κυρίου»[54]. Η ενάρετη ζωή του Νικολάου και ο αδαμάντινος χαρακτήρας του είχαν γίνει αιτία -  λόγω κάποιου προβλήματος που του δημιούργησε ο φθόνος ενός Τούρκου, πριν από το θάνατο των παιδιών του - να φύγει για κάποια χρόνια και να κρυφτεί στη Ρουμανία, ώστε να μην κινδυνέψει από τον φθόνο του Τούρκου [55]. Στο μεσοδιάστημα έγινε στρατιωτικός εκεί και υπηρέτησε στην αυλή του τοπικού Ηγεμόνα.
Όταν πλέον επέστρεψε στην Σόφια μετά από τρία χρόνια, το 1554, δηλαδή ένα χρόνο πριν το μαρτύριό του, σε ηλικία 45 ετών και αφού είχε συμβεί το οδυνηρό γεγονός του θανάτου των παιδιών του (που ήδη αναφέραμε), ένα περιστατικό θα του αλλάξει ολόκληρη την ζωή του. Εκλήθη σε γεύμα από γείτονες του Τούρκους, οι οποίοι αφού του έριξαν κάποιο υπνωτικό στο κρασί του  και  ενώ εκείνος έπεσε σε βαθύ ύπνο, κάλεσαν τον Χότζα ο οποίος του έκανε περιτομή! Όταν ξύπνησε και αντελήφθη τι του είχε συμβεί, κλείστηκε για ένα χρόνο μέσα στο σπίτι του κλαίγοντας απαρηγόρητος και προσευχόμενος συνεχώς[56], έως ότου ο Χότζας τον κάλεσε να πάει στο τζαμί να προσευχηθεί – και μάλιστα την ημέρα που οι Χριστιανοί εόρταζαν την Ανάληψη του Κυρίου - διότι πλέον όπως του είπε, ήταν Μουσουλμάνος, αφού είχε περιτμηθεί. Ο Νικόλαος απάντησε πως τίποτα δεν θα μπορούσε να τον κάνει να αρνηθεί τον Χριστό και έτσι ξεκινούν τα μαρτύρια.
Αφού φυλακίσθηκε, ανακρίθηκε από τον δικαστή και ομολόγησε με παρρησία τον Χριστό, μάλιστα ο συναξαριστής του μαρτυρίου του  Ματθαίος ο Γραμματικός, μεταφέρει στο χειρόγραφο του θεολογικότατες απαντήσεις που δίνει ο Άγιος στον Δικαστή και μάλιστα τεκμηριωμένες μέσα από την Αγία Γραφή. Αφού κτυπήθηκε από τους παριστάμενους, σε σημείο που να πληγωθεί βαριά οδηγήθηκε σε μία περιοχή, λίγο έξω από την πόλη η οποία ονομάζονταν ‘’Γιούτς μπουνάρ’’ (τρία πηγάδια) καί αφού λιθοβολήθηκε μέχρι θανάτου, το σώμα του παραδόθηκε στη φωτιά  και στο τέλος την τέφρα του την  έριξαν στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, (μόνο ένα μικρό οστό μας λέει ο Γραμματικός, διέσωσε ένα μικρό παιδί, όταν το πήρε και το έβαλε στην τσέπη του και είναι το μοναδικό Λείψανο του Αγίου που σήμερα φυλάσσεται στον μεγαλοπρεπή ναό Του στη Σόφια) .
Το μαρτύριο του Αγίου έγινε την 17ην Μαΐου του 1555 και μάλιστα υπάρχει παλαιό παρεκκλήσιο στον τόπο του μαρτυρίου του στη Σόφια, εκτός του περικαλλούς μεγάλου Ναού του. Μάλιστα λίγο μετά τον μαρτυρικό του θάνατο, αγιοκατατάχθηκε από τον τότε Μητροπολίτη Σόφιας Ιώβ, με την έγκριση τοπικής Επαρχιακής Συνόδου.
Την 10ην Μαΐου 2011, λίγες ημέρες πριν την γιορτή του Αγίου Νεομάρτυρος Νικολάου του εξ’ Ιωαννίνων, δέχτηκα ένα τηλεφώνημα από τον Δικηγόρο κ. Κωνσταντίνο Παχή από την Αθήνα (ο οποίος είναι μέλος του Συλλόγου Αυλωνιτών ‘’ Το Σάλεσι’’) και με ενημέρωσε πως ανακάλυψε το μοναδικό ίσως παρεκκλήσιο του Αγίου στην Ελλάδα, στην περιοχή της Πάρνηθας, σε μια ορειβατική εξόρμηση του Συλλόγου στην περιοχή. Αναζητώντας πληροφορίες για τον άγνωστο για εκείνον Νεομάρτυρα, επ΄ονόματι του οποίου έχει κτισθεί το παλαιότατο παρεκκλήσι από Σαρακατσαναίους βοσκούς που είχαν ποιμνιοστάσια στην περιοχή τον 18ο και 19ο αιώνα, βρήκε αναρτημένο στο Διαδίκτυο το κείμενο της παρούσης εργασίας που αφορά τον Νεομάρτυρα Νικόλαο και με ανεζήτησε για να μου πει πως υπάρχει ο μοναδικός (πιθανόν)  ναός του Αγίου στην Ελλάδα, εκεί στην δασόφυτη Πάρνηθα, στην περιοχή του Αυλώνα Αττικής. Μάλιστα είχε την ευγενή καλοσύνη - και τον ευχαριστώ θερμά για αυτό - να μου στείλει κάποιες φωτογραφίες από το γραφικό Εκκλησάκι του Αγίου και την γύρω περιοχή.
Ο μικρός ναός που κτίσθηκε από Σαρακατσάνους που έμεναν στην περιοχή, είναι ξυλόστεγος  μονόκλιτη βασιλική, με μάλλον μεγάλη κόγχη Ιερού Βήματος. Η κόγχη δε καταλαμβάνει ικανό τμήμα του Ναού αφήνοντας δυσανάλογα μικρό εσωτερικό . Εντός του παρεκκλησίου και επί του τέμπλου βρέθηκε   παλαιότατη εικόνα του Αγίου[57], έργο του 1891 που αναγράφει: ‘’ ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ   Νεομάρτυς εξ’ Ιωαννίνων’’ και παρουσιάζει τον Νεομάρτυρα σε νεαρή σχετικά ηλικία, ένθρονο, ντυμένο με την στρατιωτική του στολή, περιβεβλημένο πορφυρό χιτώνα,  να κρατά στο ένα χέρι του ακόντιο και στο άλλο τον Τίμιο Σταυρό, σύμβολο του μαρτυρίου του. Στο κάτω αριστερά μέρος της εικόνας, υπάρχει μικρή επιγραφή που γράφει: ’’Εις μνημόσυνον των συνδρομητών Μενιδίου, 1891‘’. Η παλαιοτάτη εικόνα του Νεομάρτυρα, μοναδική στην Ελλάδα ίσως, όπως και το Εκκλησάκι του, είναι διαστάσεων 70 εκατοστά ύψος και 50 εκατοστά πλάτος.  Στο επάνω μέρος αριστερά της εικόνας όπως την κοιτάζουμε έχει έναν ‘Αγγελο που τείνει στέφανο ρόδινο στον Άγιο και στα δεξιά της εικόνας τον ευλογεί η δεξιά του Κυρίου. Είναι εξαιρετικά εκπληκτικό το γεγονός πως αυτή η αποκάλυψη σε εμένα, έγινε 7 ημέρες πριν την εορτή του Αγίου! 
                     
Συμπερασματικά
…Το θέμα των Νεομαρτύρων είναι ανεξάντλητο, αφού ο συνολικός αριθμός των Νεομαρτύρων παραμένει άγνωστος[58]. Σήμερα με την ευλογία του Σεπτού Ποιμενάρχου της Ιεράς Μητροπόλεως Λαγκαδά, Λητής και Ρεντίνης κ. Ιωάννου και την άδεια του Συμβούλου Καθηγητού μας κ. Μιχαήλ Τρίτου, παρουσιάσαμε στην αγάπη σας τέσσερις Αγίους Νεομάρτυρες, των οποίων το αίμα δημιουργεί δεσμούς φιλίας με τον γειτονικό ομόδοξο λαό της Βουλγαρίας.  Αυτοί οι ουράνιοι πολίτες, οι φίλοι του, Θεού πρεσβεύουν για όλους εμάς που αγωνιζόμαστε στην στρατευομένη Εκκλησία. Προσπάθησα σε σύντομο σχετικά χρόνο να αναφερθώ σε αυτούς τους φωτεινούς οδοδείκτες του δρόμου του Παραδείσου, στα νέα αυτά παιδιά που έδωσαν το αίμα τους, προσφορά στον βωμό της Πίστεως του Αναστάντος Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Σας ευχαριστώ πολύ για την ανοχή με την οποία με ακούσατε.   


[1] Μιχαήλ Τρίτου- Καθηγητού Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης: ‘’Ο Μετσοβίτης Νεομάρτυς Νικόλαος’’ Ιωάννινα 2005, σελ. 38.
[2]  «Νέον Μαρτυρολόγιον, ήτοι μαρτύρια των νεοφανών Μαρτύρων ,των μετά την ‘Αλωσιν της Κων/πόλεως κατά  διαφόρους καιρούς και τόπους μαρτυρησάντων , συνταχθέντα εκ διαφόρων συγγραφέων και μετ ’επιμελείας  πλείστης διορθωθέντα, εν οις και ικαναί Ακολουθίαι προσετέθησαν παρά Νικοδήμου του Αγιορείτου», Αθήναι 1794 ,β’ 1856 και γ’ 1961.
[3] Δήλωνε εκείνους που μαρτύρησαν επειδή απέδιδαν τιμές στις άγιες εικόνες.
[4] Δημητρίου Τσάμη: ‘’Αγιολογία της Ορθόδοξης Εκκλησίας - Οι Νεομάρτυρες’’, Εκδόσεις Πουρναράς , Θεσσ/νικη, σελ 106 – 107.
[5] STEVEN RUNCIMAN : ‘’Η Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως’’, Εκδόσεις Δ. Παπαδήμα, Αθήνα 2002, σελ. 231,
[6] Μιχαήλ Τρίτου, Καθηγητού Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης , οπ.π. σελ. 32.   
[7]«Οι Νεομάρτυρες και το Δούλον Γένος», υπό Στυλιανού Γ. Παπαδόπουλου, Καθηγητού της Πατρολογίας εις την Θεολογικήν Σχολήν του Πανεπιστημίου Αθηνών, Εκκλησιαστικαί  Εκδόσεις Εθνικής Εκατονπεντήκονταετηρίδος ,εν Αθήναις 1991, σελ. 29.
[8] Ρωμ. 8 – 35.
[9] Σταύρου Ι. Μπαλογιάννη, Καθηγητού Ιατρικής:  ‘’Η  βιολογική διάστασις των βασανισμών και των τρόπων θανατώσεως των Νεομαρτύρων.’’ Πρακτικά Θεολογικού Συνεδρίου Θεσσαλονίκης, οπ. π. σελ. 359.
[10] Χρίστου Κρικώνη οπ.π. σελ. 113.
[11] Δημητρίου Γόνη : ‘’Ιστορία των Ορθοδόξων Εκκλησιών Βουλγαρίας και Σερβίας’’, Εκδόσεις Αρμός , Αθήνα 2001, σελ. 110.
[12] IVAN DIMITROV: ‘’Οι Νεομάρτυρες στην ζωή της Βουλγαρικής Εκκλησίας’’, Πρακτικά Θεολογικού Συνεδρίου, οπ.π. σελ. 434.
[13] Γαλ. 3 – 27.
[14] Των Αγίων Μακαρίου Κορίνθου, Νικοδήμου του Αγιορείτου, Νικηφόρου του Χίου και Διδασκάλου Αθανασίου του Παρίου,  ‘’Συναξαριστής Νεομαρτύρων’’, Εκδόσεις  Ορθοδόξου Κυψέλης, Γ’ έκδοση, Θεσσαλονίκη , σελ. 480. 
[15] Жития на българските светии (в новобългарски превод) от † Левкийски епископ Партений, том втoри. Συνοδική Εκδόσεις, Σόφια, 1974 Синодално издателство, София, 1974 година.
[16] Ν. Λειμωνάριον, σελ. 204 , Ν. Λειμωνάριον Β’, σελ. 18, Ν. Λειμωνάριον, σελ. 151 ‘’Ούτος ο γενναίος του Χριστού στρατιώτης και καλλίνικος Μάρτυς Λάζαρος ήταν από τα μέρη της Βουλγαρίας, από χώραν Κάμπροβα λεγομένην, από Χριστιανούς Ορθοδόξους’’.
[17] Ι. Περαντώνη:  ‘’Λεξικόν Νεομαρτύρων’’, Εκκλησιαστικαί Εκδόσεις Εθνικής Εκατονπεντηκονταετηρίδος,  τόμος Β’, Αθήναι 1990, σελ.308.                        
[18] Жития на българските светии (в новобългарски превод) от † Левкийски епископ Партений, том втoри. Συνοδική Εκδόσεις, Σόφια, 1974 Синодално издателство, София, 1974 година.
[19]Β. Ματθαίου ’’ Μ. Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας’’ ,  Αθήναι 2001,  σελ. 521,
[20] Ιδίου, οπ. π. σελ. 521.
[21] Жития на българските светии (в новобългарски превод) от † Левкийски епископ Партений, том втoри. Συνοδική Εκδόσεις, Σόφια, 1974 Синодално издателство, София, 1974 година.
[22]  «Συναξαριστής Νεομαρτύρων», οπ.π. σελ. 486. 
[23] Ο Όσιος Νικηφόρος ο Χίος  εορτάζει την 1 Μαΐου.
[24] Β. Ματθαίου ‘Μ. Συναξαριστής’’, οπ.π. σελ. 527.
[25] Αρχιμανδρίτου  Γεωργίου Χρυσοστόμου, ‘’ Βιβλιογραφία εις Ακολουθίας Νεομαρτύρων’’, Πρακτικά Θεολογικού Συνεδρίου, οπ.π. σελ. 579
[26] Δημητρίου Γόνη: ‘’Ιστορία των Ορθοδόξων Εκκλησιών Βουλγαρίας και Σερβίας’’, Εκδόσεις Αρμός, 2001, σελ. 112.
[27]  Κατά τον Καθηγητή Δ. Γόνη, ‘’ η αντιστοιχία των ονομάτων Spas= Αναστάσιος είναι ατυχής’’, βλ. Δ. Γόνη οπ.π. σελ. 113.
[28] Χρυσοστόμου Παπαδόπουλου, Αρχιεπισκόπου Αθηνών, οπ.π. σελ. 43.
[29] Ι. Περαντώνη, ’’Λεξικον των Νεομαρτύρων’’, τομος Α’. σελ. 68.
[30] «Συναξαριστής Νεομαρτύρων», οπ.π. σελ. 704.
[31] «Συναξαριστής Νεομαρτύρων», οπ. π. σελ. 706.
[32]Μοναχού Μωυσή Αγιορείτου, ‘’Οι Άγιοι του Αγίου Όρους’’, Εκδόσεις ΜΥΓΔΟΝΙΑ, Θεσσαλονίκη 2008, σελ. 563.
[33] Ι. Περαντώνη, οπ. π σελ. 409.
[34] «Συναξαριστής Νεομαρτύρων», οπ. π. σελ. 217.
[35] Μοναχού Μωυσή Αγιορείτου , οπ.π. σελ. 563.
[36] Β. Ματθαίου, Τόμος 1ος οπ.π.  Πρβλ  Ι. Περαντώνη, οπ.π σελ. 409, πρβλ Συναξαριστής 100.
[37] Πρόκειται περί του Ιγνατίου του εκ Στάρας Ζαγόρας που παρουσιάζουμε πιο κάτω.
[38] «Συναξαριστής Νεομαρτύρων», οπ.π. σελ. 218.
[39] Πρόκειται περί της Ιστορικής Ιβηρίτικης Σκήτης του Τιμίου Προδρόμου, η οποία γίνεται κέντρο ‘’Αλείψεως’’ Νεομαρτύρων. Από την Ιερά Καλύβη του Αγίου Νικολάου ήθλησαν οι Νεομάρτυρες Ιγνάτιος, Ευθύμιος και Ακάκιος, οι οποίοι και ετάφησαν εκεί και λίγο αργότερα και ο Ονούφριος, ο οποίος παρακινήθηκε από το παράδειγμα του μαρτυρίου των τριών πρώτων αυτών Νεομαρτύρων. Μάλιστα ο Καθηγητής Ν. Νιχωρίτης αναφέρει κάτι ιδιαίτερα σημαντικό. Το 1818, ο τότε Ιεροδιάκονος Μανασσής, δηλαδή ο Νεομάρτυρας Ονούφριος εκ Γκαμπρόβου, το έτος δηλαδή κατά το οποίο και μαρτύρησε, παραγγέλλει μια εικόνα με δικά του έξοδα , των τριών Νεομαρτύρων της αυτής καλύβης (Ιγνατίου, Ευθυμίου και Ακακίου), στο ζωγράφο Δοσίθεο από το Ιππέκιον (Πέτς) της Σερβίας. Το  κείμενο πάνω στην εικόνα είναι γραμμένο στην Ελληνική και την Σλαβική γλώσσα και αναφέρει τα εξής: ’’Ιστορουμένης της σεβασμίας ταύτης εικόνος δι’ εξόδων του εν Ιεροδιακόνοις κυρίου Μανασσή από Γκάμπροβον , μετωνομασθέντος Ονούφριος, εμαρτύρησεν εις Χίον ο αυτός δια ξίφους τω αωιη (1818) Ιανουαρίου Δ’ και κατά την διορίαν του ανετέθη εν τω σεπτώ μαρτυρίω των αυτών αγίων τριών Οσιομαρτύρων’’. Η Εικόνα αυτή είναι ένα μικρό αριστούργημα με σκηνές από το μαρτύριο των Νεομαρτύρων αυτών.
Στην ίδια Σκήτη επίσης έργο του ιδίου ζωγράφου, είναι και μία εικόνα του Νεομάρτυρος Ονουφρίου, που τον εικονίζει κατά το ήμιση, με μοναχικό ένδυμα να κρατά στο δεξί του χέρι έναν ναό και στο αριστερό του σταυρό. Ο Ονούφριος είχε προσωπική γνωριμία με τον Σέρβο ζωγράφο και η φιλοτέχνηση της ιερής του εικόνας είναι σαν πορτρέτο. Η τεχνοτροπία των δύο έργων είναι Αγιορείτικη με έντονα Δυτικά στοιχεία (Βλ. Κων/νου Γ. Νιχωρίτη ‘’Η επίδραση του Αγίου Όρους στον πνευματικό βίο των Σλάβων’’, Εκδόσεις Σταμούλη 2004, σελ. 113 ).
[40] Στη Σκήτη του Τιμίου Προδρόμου και συγκεκριμένα στο Ιερό Κελλίο του Αγίου Νικολάου, λειτουργεί ένα ιδιόμορφο ‘’εργαστήρι’’ Νεομαρτύρων, στο οποίο προσέρχονταν όσοι είχαν αλλαξοπιστήσει και είχαν πάρει την απόφαση σταθερά μέσα τους να μαρτυρήσουν. Αφορά μια ομάδα συνασκητών και συναθλητών Νεομαρτύρων ‘’παραδελφών’’, που είχαν τον ίδιο Γέροντα (τον Νικηφόρο), τον ίδιο καθοδηγητή (τον Ακάκιο), τον ίδιο συνοδό στο μαρτύριο (τον Γρηγόριο), τον ίδιο συντάκτη των αγιολογικών και υμνολογικών τους κειμένων (τον Ονούφριο Ιβηροσκητιώτη), τον ίδιο εκδότη αυτών των κειμένων (τον Ακάκιο Ιβηροσκητιώτη) και τέλος τον ίδιο ζωγράφο για τις εικόνες τους (τον μοναχό Δοσίθεο τον Σέρβο). Βλ. Κων/νου Νιχωρίτη, ‘’Η επίδραση των έργων του Αγίου Νικοδήμου στους Ορθοδόξους Σλάβους των Βαλκανίων’’, Πρακτικά Α’ Επιστημονικού Συνεδρίου, ‘’Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης - Η ζωή και η διδασκαλία του’’, τόμος Α’, Έκδοση Ιερού Κοινοβίου Οσίου Νικοδήμου, Γουμένισσα 2006, σελ. 244.
[41] Β. Ματθαίου, οπ.π. σελ. 101.
[42] Είναι ο ίδιος συνοδοιπόρος στο μαρτύριο και των προηγηθέντων τριών Μαρτύρων  Ιγνατίου, Ευθυμίου και Ακακίου.
[43] Ο Καθηγητής Κ. Νιχωρίτης μας πληροφορεί πως ’’στην Σλαβική παραλαγή του βίου του Ονουφρίου, αναφέρεται ρητά, ότι επιθυμία του Αγίου ήταν να μαρτυρήσει στο Τύρνοβο της Βουλγαρίας, αλλά ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε’ του συνέστησε να μαρτυρήσει στην Χίο’’. Βλ. Κων/νου Νιχωρίτη, ’’Η επίδραση του Αγίου Όρους στον πνευματικό βίο των Σλάβων’’, Εκδόσεις Σταμούλη 2004, σελ. 114.
 Την εποχή εκείνη ο Οικουμενικός Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε’ (ο οποίος μαρτύρησε και ο ίδιος με απαγχονισμό στην κεντρική Πύλη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, στο Φανάρι της Κωνσταντινουπόλεως, την 10ην Απριλίου 1821, δηλ τρία χρόνια μετά τον Ονούφριο),  εφησύχαζε εξόριστος στο Άγιον Όρος από το 1810, για εννέα χρόνια, έως τον Δεκέμβριο του 1818, όταν για τρίτη φορά επανεξελέγη Οικουμενικός Πατριάρχης. Ο επίσης Μάρτυρας της Εκκλησίας και του Γένους Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος ο Ε’, φαίνεται να δίνει ευλογία σε  Νεομάρτυρες για το μαρτύριο, όπως στην περίπτωση του Ονουφρίου, αλλά και στην περίπτωση του Νεομάρτυρα Κωνσταντίνου του εξ’ Αγαρηνών (+1819). Βλ. «Συναξαριστή Νεομαρτύρων», οπ.π. Βίος και Μαρτύριον του Αγίου ενδόξου Νεομάρτυρος Κωνσταντίνου του εξ’ Αγαρηνών, σελ. 584 - 596.
[44] «Συναξαριστής Νεομαρτύρων», οπ.π. σελ. 220.
[45] Ομοίως οπ.π. σελ. 223.
[46] Ομοίως οπ.π. σελ. 224.
[47] «Συναξαριστής Νεομαρτύρων», οπ.π. σελ 225.
[48] Εβρ.11 – 32.
[49] Δημητρίου Γόνη, ‘’Ιστορία των Ορθοδόξων Εκκλησιών Βουλγαρίας και Σερβίας, ’ Εκδόσεις Αρμός, Αθήνα 2001, σελ. 111.
[50] Βλ. σημαντική μελέτη Μιχαήλ Τρίτου, Καθηγητού Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ’’ Ο Μετσοβίτης Νεομάρτυς Νικόλαος ‘’, Ιωάννινα 2005.
[51] ПЛАМЕН ПАВЛОВ-ХРИСТО ТЕМЕЛСКИ, ‘’БЪЛГАРИ СВЕТЦИ ‘’ ,СОФИЯ, ТАНГРА, 2010 σελ. 158.  Πρβλ. Παϊσίου Χιλανδαρινού, ‘’Σλαβοβουλγαρική Ιστορία’’, Εκδόσεις   Κυριακίδη, Θεσ/νικη 2003 σελ. 166, όπου ο συγγραφεύς κάνει απλή αναφορά του ονόματος του Νεομάρτυρα. Το χειρόγραφο του Παϊσίου γράφθηκε το 1762. Προφανώς είχε υπ’ οψη του το έτερο χειρόγραφο του Ματθαίου Γραμματικού σχετικά με το μαρτύριο του Αγίου.          
[52] Με βάση το πρωτότυπο χειρόγραφο του Ματθαίου Γραμματικού κατέγραψα τον βίο του Νεομάρτυρα Νικολάου, διότι αυτό είναι η αρχαιότερη βιβλιογραφική πηγή. Ευχαριστώ την  κα. Γκένκα Παπαδοπούλου, δασκάλα μου στην Βουλγαρική γλώσσα, για την πολύτιμη βοήθεια της και συμβολή της στην επιμέρους μετάφραση του κειμένου.
[53] ПЛАМЕН ПАВЛОВ-ХРИСТО ТЕМЕЛСКИ, ‘’БЪЛГАРИ СВЕТЦИ ‘’ , СОФИЯ, ТАНГРА, 2010 σελ. 158
[54] Ιώβ 1 – 21, «Ο Κύριος έδωκεν, ο Κύριος αφείλετο, ως τω Κυρίω έδοξεν, ούτω και εγένετο, είη το όνομα του Κυρίου ευλογημένον ».
[55] ПЛАМЕН ПАВЛОВ-ХРИСТО ТЕМЕЛСКИ, ‘’БЪЛГАРИ СВЕТЦИ ‘’ ,СОФИЯ, ТАНГРА, 2010 σελ. 158
[56] ПЛАМЕН ПАВЛОВ-ХРИСТО ТЕМЕЛСКИ, ‘’БЪЛГАРИ СВЕТЦИ ‘’ ,СОФИЯ, ТАНГРА, 2010 σελ. 158
[57] Η Εικόνα αυτή του 1891, ομοιάζει σε πολλά σημεία με την Εικόνα του Νεομάρτυρα που υπάρχει στον ομώνυμο Ναό του στη Σόφια της Βουλγαρίας. Πχ. τα στρατιωτικά ενδύματα, το ακόντιο και ο Σταυρός, με την διαφορά ότι η μία τον παρουσιάζει σε σχετικά νεαρή ηλικία αγένειο και η άλλη, γενειοφόρο στην ηλικία των 45 ετών που μαρτύρησε. 
[58] Μ. Τρίτου, οπ.π. σελ. 33.
Η  ΟΣΙΑ  ΥΠΟΜΟΝΗ - ΑΥΤΟΚΡΑΤΕΙΡΑ  ΕΛΕΝΗ  ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΙΝΑ  

Πηγή: www.proskynitis.blogspot.com
Από τα "Πνευματικά Ορθόδοξα Μηνύματα Σωτηρίου Οικοδομής"  των  Εκδόσεων ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ  ΚΥΨΕΛΗΣ, σε  επεξεργασία  από  την  Αδελφότητα  της Ι. Μ. Παντοκράτορος  Μελισσοχωρίου  Θεσσαλονίκης.

Δημοσίευμα  με  την  ευκαιρία  της  επικειμένης  μνήμης  της  Αλώσεως  της  ΚΠόλεως (21η Μαΐου  1453 - 21η Μαΐου  2011).

Η Αγία Υπομονή, κατά κόσμον Ελένη Δραγάση και αργότερα, ως σύζυγος του Μανουήλ Β’ Παλαιολόγου, «Ελένη η εν Χριστώ τω Θεώ Αυγούστα και Αυτοκρατόρισσα των Ρωμαίων η Παλαιολογίνα», ήταν θυγατέρα του Κωνσταντίνου Δραγάση, ενός από τους πολλούς Ηγεμόνες – κληρονόμους του μεγάλου Σέρβου Τσάρου Στεφάνου Δουσάν. Καταγόταν από βασιλική και ευλογημένη γενιά. Στους προγόνους της συγκαταλέγονται άνθρωποι που αγίασαν, π.χ. ο Στέφανος Νεμάνια, Σέρβος Βασιλέας και κτίτορας της Ιεράς Μονής Χιλανδαρίου του Αγίου Όρους (όσιος Συμεών ο Μυροβλύτης. Ο Κωνσταντίνος Δραγάσης ανέλαβε την ηγεμονία του σημερινού Βουλγαρικού τμήματος της βορειο – ανατολικής Μακεδονίας, στην περιοχή μεταξύ των ποταμών Αξιού και Στρυμώνος.
Η γέννησή της τοποθετείται στα αμέσως μετά τον θάνατο το Δουσάν χρόνια. Η ανατροφή, η μόρφωση, η αγωγή της, ήταν διαποτισμένα με ό,τι ανώτερο υπαγόρευε το Βυζαντινό ιδεώδες, διότι οι Σέρβοι είχαν επηρεαστεί πολύ από τον Βυζαντινό πολιτισμό. Ένοιωθε τον εαυτό της περισσότερο ταυτισμένο με τον πολιτισμό και κυρίως με την εθνική συνείδηση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Συναισθηματικά και ουσιαστικά έρρεπε μάλλον προς το Βυζάντιο, του οποίου επέπρωτο να γίνει Αυγούστα και Αυτοκρατόρισσα, παρά προς την γενέθλιο Σερβική πατρίδα.
Κοντά σ’ αυτά και πάνω απ’ αυτά, γαλουχήθηκε με την πατροπαράδοτη στην οικογένειά της, ακράδαντη Ορθόδοξη Πίστη στο Θεό. Αυτή η πίστη είναι που θα την οδηγεί, θα την φωτίζει και θα την εμπνέει στην πολυτάραχη γεμάτη θλίψεις και δοκιμασίες ζωή της.
Υπολογίζεται νάταν 19 περίπου χρονών, όταν παντρεύτηκε τον Μανουήλ Β’ Παλαιολόγο (τέλη του 1390), λίγους μήνες πριν γίνει Αυτοκράτορας.
Η καινούργια ζωή της Ελένης – αγίας Υπομονής, από την αρχή της έδειξε ότι θα ήταν Γολγοθάς. Πολλές ήταν οι φορές που χρειάστηκε να πιει το ποτήρι της προσβολής και του εξευτελισμού στο πλευρό του συζύγου της, όχι μόνο από τους αλλόθρησκους, αλλά και από τα κατ’ όνομα χριστιανικά κράτη της Δύσεως, στην απεγνωσμένη προσπάθειά του να βρει τρόπους σωτηρίας της ετοιμοθάνατης Αυτοκρατορίας.
Η Ελένη – αγία Υπομονή απεδείχθη εξαιρετικός άνθρωπος που συγκέντρωνε πολλές και μεγάλες αρετές και ψυχική δύναμη. Έδειξε ότι είχε απόλυτη συναίσθηση τόσο της θέσης της και των περιστάσεων, όσο και του ρόλου που αυτές της υπαγόρευαν, σε όλα τα επίπεδα.
Αγαπούσε το λαό. Ήταν η μεγάλη μάννα που ο καθένας μπορούσε να προστρέξει. Συμμεριζόταν τις αγωνίες του και ανησυχίες του ενώπιον των φοβερών εθνικών κινδύνων και προσπαθούσε πάντοτε με την προσευχή, με την πραότητά της και με γλυκά και παρηγορητικά της λόγια να τον ενισχύσει. Είναι πολύ χαρακτηριστικά και εύγλωττα μέσα στην λακωνικότητά της τα όσα γράφει για την Αυτοκρατόρισσα, ο σύγχρονός της φημισμένος φιλόσοφος Γεώργιος Γεμιστός – Πλήθων: «Η Βασιλίς αύτη με πολλήν ταπείνωσιν και καρτερικότητα εφαίνετο να αντιμετωπίζει και τας δύο μορφάς της ζωής. Ούτε κατά τους καιρούς των δοκιμασιών απεγοητεύετο, ούτε όταν ευτυχούσε επανεπαύετο, αλλά εις κάθε περίπτωσιν έκανε το πρέπον. Συνεδύαζε την σύνεσιν με την γενναιότητα, περισσότερον από κάθε άλλην γυναίκα. Διεκρίνετο δια την σωφροσύνην της. Την δε δικαιοσύνην την είχε εις τελειότατον βαθμόν. Δεν εμάθαμε να κάμνει κακόν εις ουδένα, ούτε μεταξύ των ανδρών, ούτε μεταξύ των γυναικών. Αντιθέτως εγνωρίσαμε να κάμνει πολλά καλά και εις πολλούς. Με ποίον άλλον τρόπον δύναται να φανεί εμπράκτως η δικαιοσύνη, εκτός από το γεγονός του να μη κάμνει κανείς ποτέ θεληματικά και σε κανέναν κακό, αλλά μόνον το αγαθόν σε πολλούς;»
Στάθηκε αντάξια του φιλόσοφου και φιλόχριστου συζύγου της Μανουήλ. Στάθηκε άξια δίπλα του για 35 χρόνια, «συνευδοκόντας», σύμφωνα με σύγχρονή τους μαρτυρία, δηλ. όλα γινόντουσαν με συμφωνία, ομόνοια, συναπόφαση, εν πνεύματι Χριστού και αγωνιστική αγιότητα. Κατόρθωναν να τιμούν την αρετή με λόγια και έργα. «Λόγω μεν διδάσκοντας το πρακτέον, έργω δε γενόμενοι πρότυπα και εικόνες εφηρμοσμένης αγάπης».
Στο ευλογημένο ζευγάρι ο Θεός χάρισε οκτώ παιδιά. Έξι αγόρια από τα οποία τα δύο ανέβηκαν στον Αυτοκρατορικό Θρόνο, ο Ιωάννης Η’ και ο Κωνσταντίνος ΙΑ’, ο τελευταίος θρυλικός Αυτοκράτορας. Ο Θεόδωρος, ο Δημήτριος και ο Θωμάς διετέλεσαν Δεσπότες του Μυστρά και ο Ανδρόνικος της Θεσσαλονίκης. Και δύο κορίτσια, τα οποία όμως πέθαναν σε μικρή ηλικία. Η πολύτεκνη και φιλότεκνη μητέρα γαλούχησε τα παιδιά της με τα νάματα της Πίστεως και τη γλυκύτατη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, τα οδηγούσε σε ιερά προσκυνήματα και σεβάσμια μοναστήρια της Βασιλεύουσας και επιζητούσε υπέρ αυτών τις ευχές των αγίων Ασκητών και Γερόντων. Τα ανέθρεψε «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου» και ποτέ δεν «έπαυσε μετά δακρύων προσευχής και αγάπης να νουθετή ένα έκαστον». Με υπομονή και επιμονή, με προσοχή και προσευχή σμίλεψε τους χαρακτήρες τους, τους έδωσε μαζί με το «ζην»και το «εύ ζην». Έτσι, κατάφερε, μεταξύ άλλων, να θέσει τέρμα στις επί 90 περίπου χρόνια συγκρούσεις μεταξύ των μελών της Αυτοκρατορικής Οικογένειας για την εξουσία που είχαν εξαντλήσει την Αυτοκρατορία. Οι όποιες διαφορές απόψεων ή διενέξεις παρουσιάζονταν (μετά το θάνατο του Μανουήλ),  ξεπερνιόνταν ήσυχα με το κύρος της μητρικής της παρέμβασης και της προσευχής της. (Στη  φωτογραφία  που  δημοσιεύεται, ἡ  οσ. Υπομονή  με  τον  Αυτοκράτορα  σύζυγό  της  Μανουήλ και  τρία  ἀπό τά  παιδιά  τους, σε  μικρογραφία  Βυζαντινού  χειρογράφου).
Ιδιαίτερη ήταν η αγάπη της για τα Μοναστήρια. Εκεί αναπαυόταν, ξεκουραζόταν η ψυχή της, αντλούσε δύναμη και κουράγιο για τη συνέχεια. Αυτό, το ενέπνευσε σε όλη την οικογένειά της. Ο σύζυγός της αφού παρέδωσε τον θρόνο στον πρωτότοκο Ιωάννη, δύο μήνες πριν τον θάνατό του (29 Μαρτίου 1425), απεσύρθη στη Μονή του Παντοκράτορος στην Κωνσταντινούπολη, όπου εκάρη μοναχός με το όνομα Ματθαίος. Η ίδια, μετά το θάνατο του συζύγου της έγινε μοναχή (1425) στη Μονή της κυράς Μάρθας, με το όνομα Υπομονή. Και τρία από τα παιδιά τους επίσης έγιναν μοναχοί, ο Θεόδωρος και ο Ανδρόνικος (μ. Ακάκιος) στη Μονή του Παντοκράτορος και ο Δημήτριος (μ. Δαυίδ) στο Διδυμότειχο.
Ακόμα, εν όσω βρισκόταν στην πατρίδα της, μαζί με τον πατέρα της έκτισαν την Ι.Μ. Παναγίας Παμμακαρίστου στο Πογάνοβο της πόλης Δημήτροβγκραντ της ΝΑ Σερβίας. Στην Κωνσταντινούπολη είχε συνδεθεί με την Ι. Μ. του Τιμίου Προδρόμου της Πέτρας, όπου φυλαγόταν το ιερό λείψανο του οσίου Παταπίου του Θαυματουργού, στον οποίο η αγία Υπομονή έτρεφε ιδιαίτερη ευλάβεια. Η Μονή είχε ιδρυθεί από τον συνασκητή του οσίου Παταπίου στην Αίγυπτο όσιο Βάρα, έξω από την πύλη του Ρωμανού πριν από το έτος 450. Με την συμβολή της Αγίας ιδρύθηκε στη Μονή γυναικείο γηροκομείο με την επωνυμία «Η ελπίς των απηλπισμένων». Η ευλάβειά της προς τον όσιο Πατάπιο φαίνεται από το γεγονός ότι ο αγιογράφος του σπηλαίου του οσίου Παταπίου στα Γεράνεια όρη της Κορινθίας, θεώρησε απαραίτητο να ιστορήσει την αγία Υπομονή δίπλα από το σκήνωμα του Οσίου.
Άνθρωπος φωτεινός και φωτισμένος η αγία Υπομονή, προικισμένη με πολλά τάλαντα, που τα «εμπορεύθηκε» με σύνεση και σωφροσύνη και τα πολλαπλασίασε, κατάφερε με την αρετή, την άσκηση και την καρτερία της να φθάσει σε δυσανάβατα μέτρα αρετής. Μια σημαντική φυσιογνωμία εκείνης της εποχής, ο Γεννάδιος Σχολάριος, ο πρώτος Οικουμενικός Πατριάρχης μετά την Άλωση, στον Παραμυθητικό του Λόγο προς τον Βασιλέα Κωνσταντίνο ΙΑ’, «Επί τη κοιμήσει της μητρός Αυτού αγίας Υπομονής», αναφέρει χαρακτηριστικά τα εξής:
«Την μακαρίαν εκείνην Βασίλισσαν όταν την επεσκέπτετο κάποιος σοφός, έφευγεν κατάπληκτος από την ιδικήν της σοφίαν. Όταν την συναντούσε κάποιος ασκητής, αποχωρούσε, μετά την συνάντηση, ντροπιασμένος δια την πτωχείαν της ιδικής του αρετής, συγκρινομένης προς την αρετήν εκείνης. Όταν την συναντούσε κάποιος συνετός, προσέθετεν εις την ιδικήν του περισσοτέραν σύνεσιν. Όταν την συναντούσε κάποιος νομοθέτης, εγινόταν προσεκτικώτερος. Όταν συνομιλούσε μαζί της κάποιος δικαστής, διεπίστωνε ότι έχει ενώπιόν του έμπρακτον Κανόνα Δικαίου. Όταν κάποιος θαρραλέος (τη συναντούσε), ένοιωθε νικημένος, αισθανόμενος έκπληξιν από την υπομονήν, την σύνεσιν και την ισχυρότητα του χαρακτήρος της. Όταν την επλησίαζε κάποιος φιλάνθρωπος, αποκτούσε εντονώτερο το αίσθημα της φιλανθρωπίας. Όταν την συναντούσε κάποιος φίλος των διασκεδάσεων, αποκτούσε σύνεσιν, και, γνωρίζοντας την ταπείνωσιν εις το πρόσωπόν της, μετανοούσε. Όταν την εγνώριζε κάποιος ζηλωτής της ευσεβείας, αποκτούσε μεγαλύτερον ζήλον. Κάθε πονεμένος με τη συνάντηση μαζί της, καταλάγιαζε τον πόνο του. Κάθε αλαζόνας αυτοτιμωρούσε την υπερβολικήν του φιλαυτίαν. Και γενικά κανένας δεν υπήρξε, που να ήλθεν εις επικοινωνίαν μαζί της και να μην έγινε καλύτερος».
Ο Θεός ευδόκησε να μην ζήσει τις τελευταίες τραγικές στιγμές της Αυτοκρατορίας. Την κάλεσε κοντά Του στις 13 Μαρτίου 1450, έχοντας διανύσει 35 χρόνια ως Αυτοκρατόρισσα και 25 ως ταπεινή μοναχή. Ο σύγχρονός της διάκονος Ιωάννης Ευγενικός, αδελφός του Μάρκου του Ευγενικού Αρχιεπισκόπου Εφέσου, στον Παραμυθητικό του Λόγο προς τον Κων/ νο Παλαιολόγο "επί τη κοιμήσει της Μητρός του αγίας Υπομονής" συνοψίζει:
«Ως προς δε την αοίδιμον εκείνην Δέσποινα Μητέρα σου, τα πάντα εν όσω ζούσε, ήσαν εξαίρετα, η πίστις, τα έργα, το γένος, ο τρόπος, ο βίος, ο λόγος και όλα μαζί ήσαν σεμνά και επάξια της θείας τιμής και, όπως έζησε μέτοχος της θείας Προνοίας, έτσι και ετελεύτησεν».
Η «Αγία Δέσποινα», όπως την ονομάζει ο Γεώργιος Φραντζής, συνέδεσε την έννοια του μοναχικού της ονόματος (Υπομονή), με τον τρόπον αντιμετωπίσεως και των ευτυχών στιγμών και των απείρων δυσκολιών της όλης ζωής της. Υπομονή κατά βίον, πράξιν και μοναχικό όνομα. «Τη υπομονή αυτής εκτήσατο την ψυχήν αυτής». 
Η  τιμία  Κάρα  της  Οσίας  Υπομονής  φυλάσσεται  στην  Ιερά  Μονή  Οσίου  Παταπίου  Λουτρακίου  Κορινθίας (εικονίζεται  στην  φωτογραφία  που  ακολουθεί).
(Από το ημερολόγιο του 2006 της Ιεράς Μητροπόλεως Μονεμβασίας και Σπάρτης).

Σύγχρονο θαύμα της Αγίας
Είναι αρκετές οι εμφανίσεις της αγίας Υπομονής τα τελευταία χρόνια σε ευσεβείς και μη Χριστιανούς. Επιλεκτικά καταχωρούμε ένα συμβάν που περιγράφει την θαυμαστή εμφάνισί της και θεραπεία κάποιου ασθενή.
«Η αγία Υπομονή εμφανίσθηκε ως μοναχή σε κάτοικο των Αθηνών που εργαζόταν σε ταξί. Το σταμάτησε και ζήτησε να κατευθυνθή προς το Λουτράκι. Ο ταξιτζής είχε καρκίνο του δέρματος στα χέρια του και βρισκόταν σε μεγάλη απελπισία. Καθ’ οδόν η μοναχή που φορούσε ένα κουκούλι με κόκκινο σταυρό τον ρώτησε.
"Γιατί είσαι μελαγχολικός";
Και εκείνος δεν εδίστασε να ομολογήσει όλη την αλήθεια. Μετά τον ρώτησε αν θέλη να τον σταυρώσει για να γίνει καλά και εκείνος δέχθηκε. Σε λίγο όμως τον έπιασε υπνηλία και παρεκάλεσε την μοναχή να σταθούνε λίγο για να μην σκοτωθούνε. Είχαν φθάσει κοντά στα διόδια και εύκολα θα έβρισκαν άλλο ταξί αν εκείνη βιαζόταν. Κάθησε στην άκρη του δρόμου και τον πήρε ο ύπνος. Όταν ξύπνησε διαπίστωσε ότι τα χέρια του είχαν γίνει καλά, αλλά η μοναχή είχε εξαφανιστή. Ρώτησε τους ανθρώπους των διοδίων μήπως είδανε καμμιά μοναχή εκεί κοντά, αλλά κανείς δεν την είχε δει. Τότε συγκλονισμένος γύρισε στο ταξί του και κατάλαβε ότι κάποια Αγία ήταν κι’ έγινε άφαντη. Κατευθύνθηκε μετά στον γιατρό του και του διηγήθηκε το περιστατικό. Την στιγμή εκείνη έπεσε το μάτι του σε μια εικόνα που ήταν κρεμασμένη στον τοίχο του ιατρείου. Πετάχθηκε απ’ το κάθισμά του και φώναξε : "Αυτή ήταν".
Σημειωτέον ότι η εικόνα ήταν της αγίας Υπομονής. Έτσι έμαθε ποιά ήταν εκείνη που τον θεράπευσε και τον γλύτωσε και απ’ την απελπισία. Το κουκούλι με τον κόκκινο σταυρό έδειχνε την καταγωγή πριν γίνει Αυτοκρατόρισσα του Βυζαντίου και με αυτό το μοναχικό σχήμα τελείωσε και την επίγεια ζωή της. Εκ των υστέρων γίνηκε γνωστό ότι η ημέρα που γίνηκε το θαύμα ήταν 13 Μαρτίου, ημέρα που η αγία γιορτάζει».
(Από το βιβλίο εκδόσεως Ι. Μ. Οσίου Παταπίου Λουτρακίου).
Η μνήμη της Οσίας και Θεοφόρου μητρός ημών Υπομονής, τελείται τη 13η Μαρτίου και 29η Μαΐου.

Απολυτίκιον. Ήχος πλ. α’. Τον συνάναρχον Λόγον. 
Την κλεινήν Βασιλίδα εγκωμιάσωμεν, Υπομονήν την Οσίαν, περιστεράν ευλαβή εκ του κόσμου πετασθείσαν της συγχύσεως προς τας σκηνάς του ουρανού, εν αγάπη ακλινεί, ασκήσει και ταπεινώσει βοώντες, θραύσον, λιταίς σου ημών δεσμούς ανόμους, Άνασσα.

Κοντάκιον. Ήχος πλ. δ’. Τη Υπερμάχω.
Υπομονής θεοστηρίκτου την ομώνυμον και Βασιλίδων θεοσόφων την υπέρτιμον, την εκλάμψασαν ως άστρον εν Βυζαντίω και χορούς μοναζουσών καταπυρσεύσασαν, ταπεινώσεως βολαίς ανευφημήσωμεν, πόθω κράζοντες. Χαίροις, Μήτερ πανεύφημε.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις εκμαγείον υπομονής, στήλη σωφροσύνης, αδιάσειστον αρετών, τείχος και ταμείον, Υπομονή, αγάπης, ενθέων Βασιλίδων κέρας περίδοξον.